Πολλὲς φορὲς ἀνδρόγυνα μοῦ ἐκφράζουν τὴν ἀνησυχία τους γιὰ τὸ θέμα τῆς τεκνοποιίας καὶ ζητοῦν τὴν γνώμη μου. Ἄλλα σκέφτονται νὰ κάνουν ἕνα-δυὸ παιδιὰ καὶ ἄλλα θέλουν νὰ ἀποκτήσουν πολλὰ παιδιά. Αὐτὸ ὅμως ποὺ τοὺς συμφέρει εἶναι νὰ ἀφήνουν τὸ θέμα τῆς τεκνοποιίας στὸν Θεό.
Νὰ ἐμπιστεύωνται τὴν ζωή τους στὴν θεία πρόνοια καὶ νὰ μὴ βάζουν δικά τους προγράμματα. Πρέπει νὰ πιστεύουν ὅτι ὁ Θεός, ποὺ φροντίζει γιὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, πολὺ περισσότερο θὰ φροντίση γιὰ τὰ δικά τους παιδιά. Ἦταν ἕνας ναυτικὸς ποὺ παντρεύτηκε σὲ ἡλικία δεκαοκτὼ χρονῶν.
Φτωχὸς αὐτός, φτωχὴ καὶ ἡ κοπέλα ποὺ πῆρε, νοίκιασαν ἕνα ὑπόγειο γιὰ νὰ μείνουν. Βρῆκε καὶ ἡ κοπέλα μιὰ δουλίτσα καὶ ζοῦσαν πολὺ λιτά. Νὰ φαντασθῆτε, γιὰ τραπέζι εἶχαν ἕνα καφάσι ἀπὸ γιαρμάδες ποὺ ἀγόρασαν μιὰ φορά. Μετὰ ἀπέκτησαν καὶ παιδάκια καὶ ἔκαναν μεγάλες οἰκονομίες γιὰ νὰ τὰ μεγαλώσουν. Καὶ ὅμως σιγὰ-σιγὰ ἔγιναν νοικοκυραῖοι.