(Εκ του υπ’ αριθμ.
79 χειρογράφου Κώδικος της Ι. Μονής Καρακάλλου)
… «Όταν έγινα επτά χρονών, ζητούσα άρτο πολλές φορές από τον τραπεζάρη
(έτσι ονομάζεται στα Μοναστήρια αυτός που ετοιμάζει την τράπεζα των Μοναχών)
και πήγαινα στην Εκκλησία όπου ήταν η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου βαστάζουσα
το άγιο Βρέφος στην αγκαλιά της, προς το οποίο έλεγα τα αυτά, σύμφωνα με τη
γνώση και τη φρόνηση που είχα τότε :
«Εσύ είσαι μικρό παιδί σαν εμένα, αλλά εμένα μου δίδει ο τραπεζάρης ψωμί
και τρώγω όσο θέλω, και σύ πώς πορεύεσαι άσιτος ; λάβε τον άρτο τούτο και φάγε
τον».
Λέγοντας αυτά του έδιδα το ψωμί, ο δε Χριστός το έπαιρνε θαυμασίως από το
χέρι μου, και δεν γνωρίζω τί το έκανε.
Έτσι έγινε πολλές φορές και μου φαίνεται πως το έτρωγε.
Ο τραπεζάρης, ήλθε από πίσω μου κάποια ημέρα που του ζήτησα πολλές φορές
ψωμί, για να δει τί το έκαμνα, και βλέποντας την θαυματουργία εξεπλάγη και το
είπε στον Ηγούμενο.
Ο Ηγούμενος τον πρόσταξε να μη μου δώσει πλέον ψωμί όταν του ζητήσω, αλλά
να μου πει να πάω να μου δώσει εκείνος όπου του έδιδα και εγώ το δικό μου
μερίδιο και έτσι έκανα.
Έτσι πήγα στην εν λόγω εικόνα και είπα : «Ο τραπεζάρης δεν μου δίνει πλέον
ψωμί, αλλά μου είπε να μου δώσεις από το δικό σου, καθώς και εγώ πολλές φορές
σου έδωσα. Λέγοντας αυτά εγώ, άπλωσε την δεξιάν ο Δεσπότης και μου δίδει έναν
ωραιότατο άρτον, τόσο μεγάλο που δεν μπορούσα να τον σηκώσω και μετά βίας και
κόπου πολλού πήγα στον Ηγούμενο, ο οποίος με τους λοιπούς αδελφούς εξεπλάγησαν,
και με ευλαβούντο από την ώρα εκείνη και με ετιμούσαν.
Εν Αγίω Όρει εν τη Ιερά Κοινοβιακή
Μονή του Καρακάλλου 1 Οκτωβρίου 1949
Πηγή:https://tribonio.blogspot.com/2018/09/blog-post_34.html
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου