Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ[: Β΄ Κορ. 6,1-10] Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΜΑΣ» [22-9-1996] [Β344]


ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ [: Β΄ Κορ. 6,1-10]

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

μὲ θέμα:

«ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΜΑΣ»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 22-9-1996]

[Β344]

Καὶ πάλιν ὁ Παῦλος, ἀγαπητοί μου, εἰς τὸ μέσον. Μᾶς εἶπε σήμερα: «Συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν». «Διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης». Διὰ τῶν ὅπλων τῆς ἁγιότητος. Τῶν δεξιῶν ὅπλων καὶ τῶν ἀριστερῶν.

Ὅπως βλέπομε, μᾶς ἀναφέρει ἐδῶ μία εἰκόνα πολεμική. Καὶ γιὰ νὰ τὸ κατανοήσομε ἂς δοῦμε ποιός ἦταν ὁ ὁπλισμὸς ἑνὸς στρατιώτου, ποὺ μποροῦσε τὴν ὥρα τῆς μάχης νὰ χρησιμοποιήσει. Μὲ τὸ δεξί του χέρι κρατοῦσε τὸ δόρυ ἢ τὴν σπάθην, τὸ σπαθί. Καὶ μὲ αὐτὰ ἐπετίθετο. Ἔτσι τὰ δεξιὰ ὅπλα ἦταν τὰ ἐπιθετικά. Μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι χρησιμοποιοῦσε τὴν ἀσπίδα· ποὺ ἦταν ὅπλο ἀμυντικό. Τὰ ἀριστερά, λοιπόν, ὅπλα εἶναι τὰ ἀμυντικά.

Καὶ ὁ Παῦλος παίρνει τὴν εἰκόνα τοῦ πολεμιστοῦ γιὰ νὰ μᾶς δείξει τὸν πνευματικὸ ἀγῶνα του πῶς πρέπει νὰ πολεμοῦμε. Δὲν ὑπάρχει ἀντίρρησις ὅτι ὁ πιστὸς ἔχει διαρκῆ πόλεμο καὶ ἀγῶνα. Καὶ μάλιστα πόλεμο ἐσωτερικό, πόλεμο πνευματικό.

Καὶ ὁ ἀντίπαλος... αὐτὸς ἀνήκει εἰς τὸν πνευματικὸ χῶρο. Εἶναι οἱ δαίμονες. Ἀλλὰ καὶ ὁ διεφθαρμένος ἑαυτός μας. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις». Πόλεμον λοιπὸν ἔχει ὁ πιστὸς ἀτερμάτιστον, ἀτέρμονα πόλεμον.

Πῶς ὅμως, τίθεται τὸ ἐρώτημα, θὰ πολεμήσει; Αὐτό μᾶς τὸ περιγράφει κατὰ θαυμάσιον τρόπον ὁ ὅσιος Ἡσύχιος ὁ πρεσβύτερος. Μᾶς λέγει: «Δεῖ τὸν ἀγωνιζόμενον ἔνδον, κατὰ στιγμὴν χρόνου ἔχειν τὰ τέσσερα ταῦτα (:Ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται, κάθε στιγμή, πρέπει νὰ ἔχει ὑπόψιν του τοῦτα τὰ τέσσερα): ταπείνωσιν, προσοχὴν τε ἄκραν, ἀντίρρησιν καὶ προσευχήν». Καὶ ὅπλα ἀμύνης εἶναι ἡ προσοχὴ καὶ ἡ ἀντίρρησις. Θὰ δοῦμε τί εἶναι αὐτὴ ἡ ἀντίρρησις. Ὅπλα ἐπιθέσεως εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ ἡ προσευχή. Κι ἐπειδὴ ὅταν μαχόμεθα, οὔτε συνεχῶς ἐπιτιθέμεθα, οὔτε συνεχῶς ἀμυνόμεθα, ἀλλὰ κατὰ ἕναν ἐναλλασσόμενον τρόπον, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ σειρά τους εἶναι: Πρῶτον: ταπείνωσις· δεύτερον: προσοχή· τρίτον: ἀντίρρησις· τέταρτον: προσευχή.

Πρέπει ὅμως αὐτὰ νὰ τὰ ἀναλύσουμε. Πρέπει ἀκριβῶς νὰ δοῦμε τί εἶναι. Γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ τὰ χρησιμοποιήσομε καταλλήλως. Καὶ πρῶτα ἡ ταπείνωσις. Ἡ ταπείνωσις εἶναι τὸ θεμέλιον τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος. Ματαιοπονοῦμε ἂν ὑπάρχει ἀγῶνας χωρὶς νὰ ὑπάρχει ταπείνωση. Κυριολεκτικῶς ματαιοπονοῦμε. Ἡ ταπείνωση ἀνοίγει τὰ μάτια νὰ δεῖς τὸν ἀκριβή σου στόχο, ποὺ εἶναι οἱ δαίμονες. Ἔτσι, μὴν ψάχνομε ἀλλοῦ. Εἶναι ἀκόμη καὶ ὁ ἀκριβὴς καθορισμὸς τῶν παθῶν μας. Δηλαδὴ τὸ κοίταγμα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὁ ὑπερήφανος ποτὲ δὲν βλέπει τὰ πάθη του, οὔτε βεβαίως καὶ τὰ ἀναγνωρίζει. Ἡ ταπείνωση κάνει διάφανη ὄχι μόνον τὴν συνείδηση, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ ὑποσυνείδητο.

Τὸ ὑποσυνείδητο ποὺ ἀπέκτησε ὁ Ἀδὰμ μόλις στάθηκε ἔνοχος καὶ ἀπώθησε τὴν ἐνοχή του σὲ ἕναν χῶρο ποὺ δὲν ὑπῆρχε πρῶτα, ποὺ λέγεται σήμερα ὑποσυνείδητο, ὅταν δικαιολογήθηκε εἰς τὸν Θεόν: «Ὄχι ἐγώ, ἡ γυναῖκα ποὺ μοῦ ἔδωσες μὲ παρέσυρε καὶ παρέβῃν τὴν ἐντολήν Σου, ὄχι ἐγώ». Ἀλλὰ καὶ ἡ Εὔα ἀπέκτησε ἐκείνη τὴν ὥρα  ὑποσυνείδητο. «Ὄχι ἐγώ. Ὁ ὄφις». Ἔτσι, λοιπόν, τὸ ὑποσυνείδητον εἶναι ὁ χῶρος ὅλων τῶν ἀπωθήσεων. Τῶν ἀπωθήσεων τῶν ἐνοχῶν. Ἀλλὰ καὶ ὅλων ἐκείνων τῶν κρυφῶν, ἀκαθάρτων ἐπιθυμιῶν· ποὺ πολλάκις ἀναδύονται αὐτὰ ἀπὸ τὸ ὑποσυνείδητο στὸν ὕπνο τοῦ καθενός μας. Δηλαδὴ ὅλος ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, ὅλες οἱ κλίσεις καὶ οἱ ροπὲς τῶν προγόνων, ποὺ προκαλοῦν ντροπή. Δὲν θὰ θέλαμε ποτὲ νὰ ἀνακαλύψομε τί ὑπάρχει μέσα στὸ ὑποσυνείδητό μας. Ὅ,τι τοὐλάχιστον μποροῦμε νὰ βλέπομε. Γιατί δὲν μποροῦμε νὰ βλέπομε. Καὶ ὅλα αὐτὰ ἔρχονται στὸ φῶς ὅταν ὑπάρχει ἡ ταπείνωσις. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ψαλμωδὸς ἔλεγε, στὸν 18ο Ψαλμὸ του: «Ἐκ τῶν κρυφίων μου καθάρισόν με». Ποιά εἶναι τὰ κρύφια; Αὐτὰ ποὺ σᾶς ἀνέφερα. «Ἀπὸ τὰ κρύφιά μου», λέει, «Κύριε, καθάρισέ με».

Εἶναι καὶ κάτι ἀκόμα πολὺ σοβαρό, ποὺ πρέπει νὰ τὸ ἔχομε ὑπόψιν μας. Ἡ ταπείνωση καθιστᾷ τὸν ἄνθρωπο σύμμαχο τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ τὸν ταπεινὸ ἄνθρωπο. Ποτὲ τὸν ὑπερήφανο. Δηλαδὴ δὲν ὑπάρχει καμία συμμαχία μὲ τὸν Θεό, ὅταν ὑπάρχει ὑπερηφάνεια. Ἀλλὰ δὲν εἶναι δυνατὸν ποτὲ κανεὶς νὰ πετύχει κάτι χωρὶς τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἀδύνατον! Ἀδύνατον! Λέγει ἡ Γραφὴ στὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Κλωτσάει τοὺς ὑπερήφανους. Στοὺς ταπεινοὺς δίδει χάρη. Ἀκόμη λέγει διὰ τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, στὸ 66ον κεφάλαιον: «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;». «Σὲ ποιόν», λέγει, «θὰ ἐπιβλέψω, παρὰ στὸν ταπεινὸ ἄνθρωπο, ποὺ τρέμει μήπως παραβεῖ τίς ἐντολές μου;». Ἔτσι ὁ πιστὸς ἔχει ἀμέριστη τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ. Ἀμέριστη. Ὅταν βέβαια διαθέτει, ὅπως εἴπαμε τὴν ταπείνωση, τὴν ὁποία ἀσφαλῶς δὲν διαθέτουν οἱ δαίμονες.

Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ προσοχή. Ἡ προσοχή, ὅπως εἴδαμε, ἀνήκει στὰ ἀμυντικὰ ὅπλα. Ἐπανειλημμένως ἡ Γραφὴ συνιστᾷ τὴν προσοχή. Δηλαδὴ θὰ ἔλεγα κατὰ κόρον. Καὶ εἰς τὴν Παλαιὰ καὶ εἰς τὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἐὰν οἱ πρωτόπλαστοι εἶχαν τὴν προσοχή, δὲν θὰ ἔπεφταν. Ἐὰν ἐπρόσεχαν. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Γραφὴ τονίζει στὸ Δευτερονόμιο, ἐνδεικτικῶς πῆρα αὐτό, γιατί σᾶς εἶπα, ὑπάρχουν πάμπολλα σημεῖα ποὺ ἀναφέρονται εἰς τὸ θέμα τῆς προσοχῆς: «Πρόσεχε σεαυτῷ καὶ φύλαξον τὴν ψυχήν σου σφόδρα». Δὲν λέγει: «Πρόσεχε τὸν γείτονά σου». Δὲν λέει: «Πρόσεχε τὸν γείτονά σου». Δὲν λέει «Πρόσεχε τὸν φίλο σου, τὸν ἐχθρό σου». Δὲν λέγει τίποτα ἀπ᾿ ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ τὸν ἑαυτόν σου πρόσεχε. Πρόσεχε καὶ φύλαξε τὴν ψυχὴ σου καθ᾿ ὑπερβολήν. Σφόδρα.

Ἡ προσοχή, ἀγαπητοί μου, παντοῦ μᾶς χρειάζεται. Τὸ παιδί μας νὰ στείλομε στὸν μπακάλη, θὰ τοῦ ποῦμε «Πρόσεχε στὸν δρόμο τ᾿ αὐτοκίνητα» κ.ὅ.κ. Τώρα, αὐτὲς τίς μέρες, κάθε Σαββατοκύριακο ποὺ βγαίνουν οἱ ἄνθρωποι ἔξω καὶ γίνονται τόσα δυστυχήματα, λέμε: «Προσέχετε, προσέχετε». Ἡ προσοχὴ λοιπὸν παντοῦ μᾶς εἶναι χρήσιμη. Προπαντὸς ὅμως εἰς τὸν πνευματικὸν ἀγῶνα. Ἐκεῖ ποὺ πραγματικὰ μποροῦμε νὰ διακινδυνεύσουμε ἀναμφισβήτητα. Προσέχω σημαίνει γρηγορῶ, γρηγορέω-ῶ. Δηλαδὴ μένω ξύπνιος. Κι ὁ Κύριος πολλὲς φορές μας εἶπε: «Γρηγορεῖτε». Ἀκριβῶς γιατί ἤθελε νὰ μᾶς ἐπιστήσει τὴν προσοχή. Βλέπετε πῶς εἶναι ἡ προσοχὴ στὴν Καινὴ Διαθήκη; Τί λέει ὁ Κύριος; «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε». Μάλιστα λίγο πρὶν εἴχανε φθάσει ἤδη στὸν κῆπο τῆς Γεσθημανή, λίγο πρὶν ὁ Κύριος παραδοθεῖ ... «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε ἵνα μὴ εἰσέλθετε εἰς πειρασμόν». Συνδέει ἐδῶ τὴν ἐγρήγορση, τὴν προσοχὴ μὲ τὴν προσευχή. «Γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε», λέει, «σὲ πειρασμό». Τί πειρασμό; «Ὅταν θά ᾿ρθοῦν νὰ μὲ συλλάβουν, θὰ περάσετε κρίση. Θὰ πεῖτε: ''Ὁ Ἰησοῦς ποιός ἦταν, ποὺ τὸν ἀκολουθήσαμε τρία χρόνια; Δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν ἑαυτό του; Τί εἴδους Μεσσίας εἶναι;''». Σὲ αὐτὸν τὸν πειρασμὸ ἔπεσαν καὶ οἱ σταυρωταί Του, οἱ ἄρχοντες. «Ἐάν», λέγει, «εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐὰν σὲ θέλει ὁ Θεός, νὰ σὲ κατεβάσει ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τώρα». Καὶ μάλιστα ἐκεῖνο τὸ ἀνόητο: «Κι ἔτσι νὰ πιστεύσομε». Δηλαδὴ ζητοῦσαν πρῶτα τὴν γνώση καὶ μετὰ τὴν πίστη. Ἐνῶ δὲν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα.

Ἡ προσοχὴ λοιπὸν προϋποθέτει τὴν ταπείνωση. Γιατί ὁ ὑπερήφανος θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν του ἄτρωτον καὶ ἄπτωτον, ἀπλήγωτο καὶ ποὺ δὲν πέφτει. Σημειώνει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος, ποὺ πήραμε τὴν περικοπή του καὶ θὰ πάρομε κι ἄλλα σημεῖα του: «Προσοχὴν δέ, ἵνα ἀεὶ τὴν ἑαυτοῦ καρδίαν ποιῇ μηδένα λογισμὸν ἔχειν, κἂν δῆθεν ἀγαθὸς φαίνηται». Τί εἶναι ἡ προσοχή; Ἀναλύοντας ἐκεῖνα τὰ τέσσερα ποὺ μᾶς εἶπε, τί ἄλλο εἶναι παρὰ νὰ φυλάει κανεὶς τὴν καρδιά του ἀπὸ κάθε λογισμό. Ἐννοεῖται τὴν σκέψη του, ἀπὸ κάθε λογισμό. Κι ἂν ἀκόμη δῆθεν ἕνας λογισμὸς φαίνεται ὅτι εἶναι ἀγαθός. Ἀγαπητοί μου, αὐτὸ τὸ «δῆθεν ἀγαθός»  -τί πονηρὸς ποὺ εἶναι ὁ διάβολος-  κάθομαι καὶ σκέφτομαι καὶ λέω: «Ἀλήθεια, πῶς μὲ φύλαξε ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν πορνεία;». Προσέξτε. Τὸν δοξάζω τὸν Θεό, Τὸν εὐχαριστῶ. Ἀγαθὸς λογισμὸς δὲν εἶναι αὐτό; Ἀλλὰ κάποια περιστατικὰ ποὺ δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ἐκτὸς ἂν πέθανε ἑνὸς ἔτους, κάποια περιστατικὰ ποὺ μᾶς ἔτυχαν, μπορούσαμε νὰ εἴχαμε πέσει εἰς τὴν πορνείαν. Αὐτά, μὲ τὴν εὐχαριστία μας στὸν Θεό, γίνεται ἀνακύκλησις τῆς μνήμης καὶ κάπου ἐκεῖ σκαλώνει ἡ μνήμη, σκαλώνει, κι ἀρχίζει νὰ ἀναζωγραφίζει ἐκείνους τοὺς πειρασμοὺς καὶ δημιουργεῖ πειρασμόν. Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς λέγει ἐδῶ, σωστά, πολὺ σωστά, ὀρθότατα, πρέπει κανεὶς νὰ φυλάγει τὸν λογισμὸ του «κἂν δῆθεν ἀγαθὸς φαίνηται λογισμός».

Ἡ προσοχὴ εἶναι στὸν ἔνδον χῶρον τῶν λογισμῶν. Ἐκεῖ πρέπει νὰ προσέχομε. Βέβαια θὰ φυλᾶμε τὰ μάτια μας. Βέβαια θὰ φυλᾶμε τὰ αὐτιά μας. Ἀλλὰ τοῦτο, παντελῶς εἶναι ἀδύνατον. Ἐφόσον ζοῦμε σὲ ἕνα κόσμο, καὶ θὰ ἀκούσουμε καὶ θὰ δοῦμε. Συνεπῶς «πάσῃ φυλακῇ -λέγει ἡ Γραφή- τήρει σὴν καρδίαν». «Μὲ κάθε φύλαγμα, νὰ φυλάγεις τὴν καρδιά σου, τον νοῦ σου». Πρόσεξε. Γιατί ἀλλιώτικα, θὰ ἔπρεπε οὐδεμίαν κοινωνίαν νὰ ἔχομε μὲ τοὺς ἀνθρώπους, τίποτα νὰ μὴν ἀκοῦμε ἀπὸ αὐτούς, νὰ βάλομε βύσματα εἰς τ᾿ αὐτιά μας καὶ νὰ βάλομε ἕνα τυφλοπάνι στὰ μάτια μας. Εἶναι δυνατόν; Θὰ δοῦμε... δὲν θὰ ἐπιδιώξομε, ὄχι, ὅταν πάω στὴν τηλεόραση, ἐπιδιώκω νὰ δῶ· ἐκεῖ, δὲν θά με φυλάξει ὁ Θεός, δὲν θά με φυλάξει καὶ θὰ ἐπιτρέψει ἡ ἀγάπη Του νὰ πέσω στὸ βάραθρο. Τώρα αὐτὸ τὸ βάραθρο ἔχει ποικίλα βάθη. Ὁ νοῶν νοείτω. Τί μπορεῖ νὰ πάθω.

Λοιπόν, τί θὰ πρέπει ἐδῶ; Μόλις δεχθῶ τὴν προσβολήν, ἀμέσως νὰ προστατευτῶ νὰ μὴν κατεβεῖ στὴν καρδιά μου, δηλαδὴ στὸν νοῦ μου. Νὰ μὴν καλλιεργήσω τίποτα. Διότι οἱ κακοὶ λογισμοὶ θὰ ἔρθουν καὶ θὰ γκρεμίσουν τὸ κάστρο τῆς ὑπάρξεώς μου, τῆς πνευματικῆς μου, ἀλλὰ καὶ τῆς σωματικῆς μου ὑπάρξεως.

Ὁ ἴδιος πατήρ, ὁ ὅσιος Ἡσύχιος, σημειώνει τὰ ἑξῆς: «Τὴν φαντασίαν πυκνὰ σκοπεῖν (: Πολὺ πυκνὰ νὰ ἐξετάζεις τὴν φαντασία σου). Ἤγουν τὴν προσβολήν». «Δηλαδὴ τὴν προσβολήν». Ἐκεῖ πρέπει νὰ προσέξομε. Ἀκόμη λέγει: «Τὸ παρακαλεῖν -τρόπους δηλαδὴ νὰ ἀμυνθεῖ κανείς. «Τὸ παρακαλεῖν τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν εἰς βοήθειαν συνεχῶς ἐν ταπεινώσει». Μὲ ταπείνωση νὰ παρακαλεῖς συνεχῶς στὴν προσευχὴ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Ναί. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ἕνα τρίτο σημεῖο μᾶς ἀναφέρει. «Τὴν μνήμην ἔχειν θανάτου ἀδιάλειπτον τῇ      ψυχῇ». Ἄνθρωπε, πεθαίνεις. Δὲν ἔχει σημασία ἂν πεθάνεις ὕστερα ἀπὸ πενῆντα χρόνια. Μπορεῖ καὶ σήμερα. Γιατί; Καὶ νέοι πεθαίνουν καὶ παιδιὰ πεθαίνουν καὶ ἀπὸ ἀρρώστιες καὶ ἀπὸ ἀτυχήματα. Ἄνθρωπε, πεθαίνεις... Τὸ ἔχεις ὑπόψιν σου αὐτὸ τὸ πρᾶγμα; Ἔχεις αὐτὴ τὴν μνήμη τοῦ θανάτου; Λέγει ἡ Γραφὴ πάλι: «Μνήσθητι τὰ ἔσχατά σου καὶ οὐχ ἁμαρτήσεις εἰς τὸν αἰῶνα». «Θυμήσου ὅτι θὰ πεθάνεις καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσεις ποτέ».

Ὅλα αὐτά, ὁ ὅσιος πατὴρ μᾶς λέγει ὅτι στέκονται «δίκην πυλωρῶν». «Πυλωρὸς» εἶναι ὁ πορτιέρης, αὐτὸς ποὺ στέκεται στὴν πόρτα καὶ φυλάει μιὰ πόρτα. Ὅλα αὐτὰ λοιπὸν εἶναι «πυλωροί», εἶναι σκοποί, γιὰ νὰ μὴν μποῦνε μέσα στὸν νοῦ μας, στὴν καρδιά μας. Ἐμποδίζουν δηλαδή.

Ἐρχόμεθα εἰς τὸ τρίτο. Τὴν ἀντίρρηση. Ἀντίρρησις θὰ πεῖ ἀντιλογία, ἀντίδρασις, ἀντιλογία ἀκριβέστερα. Συνηθίζει ὁ διάβολος, ἀγαπητοί μου, σὲ ὅλους μας -ἂν τὸ προσέξομε, θὰ τὸ διαπιστώσουμε- νὰ ἀνοίγει διάλογο, ὅπως ἄνοιξε καὶ μὲ τὴν Εὔα. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ Εὔα ἐδέχθῃ διάλογον μὲ τὸν διάβολον, ἔκτοτε οἱ ἄνθρωποι δέχονται τὸν διάλογον αὐτόν. Ἕνας τέτοιος διάλογος εἶναι θανάσιμος. Ἐπειδὴ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε Υἱὸς ἀνθρώπου, κι Ἐκεῖνος ἐδέχθῃ διάλογον μὲ τὸν διάβολον. Θυμηθεῖτε το, στὴν ἔρημο, ποὺ ὁ διάβολος πῆγε νὰ ἀνοίξει διάλογον μὲ τὸν Κύριον. Διότι ἔβλεπε βεβαίως ἕναν ἄνθρωπο, βέβαια ὑπερβολικὰ καλλιεργημένον, ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ ὑποπτευθεῖ  Ἐνανθρώπηση Θεοῦ. Ἔτσι, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ χρειάζεται αὐτὴ ἡ ἀντίρρησις, αὐτὴ ἡ ἀντιλογία. Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ἔχομε διάλογο μὲ τὸ κακὸ καὶ μὲ τὸν σατανᾶ. Ὁ Κύριος τί εἶπε στὸν σατανᾶ; «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ». Τὸ «ὕπαγε ὀπίσω μου», αὐτὸ θὰ τὸ ποῦμε ἁπλοελληνικὰ «ἄϊ χάσου». «Ἄϊ χάσου».  «Πήγαινε πίσω μου», σημαίνει δὲν σὲ βλέπω. Γιατί μόνο ἐκεῖνο ποὺ εἶναι μπροστά μου βλέπω. Ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀπὸ πίσω μου δὲν τὸ βλέπω. «Νὰ μὴ σὲ βλέπω». «Ἄϊ χάσου». Βλέπετε; Καὶ τὸ εἶπε αὐτό... πῶς τὸ εἶπε; Γιὰ λογαριάστε τὴν πρόταση.

«Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ». Τὸ εἶπε. «Σᾶς παρακαλῶ, σὲ παρακαλῶ, μὴ σὲ βλέπω». Ἔτσι; Μὲ τὴν ὀργήν. Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ ἅγιος Ἡσύχιος: «Εὐθὺς μετ᾿ ὀργῆς ἀντιλογηθείη τῷ πονηρῷ». Ἀμέσως. Χωρὶς νὰ ἀφήσεις χρόνο. Ἐγὼ δὲ χρησιμοποιῶ τὴν ἑξῆς εἰκόνα. Ὅταν παίζομε βόλεϊ, ἂν κρατήσομε τὴν μπάλα 2-3 δευτερόλεπτα, λάθος. Μόλις τὴν πάρομε τὴν στέλνομε πίσω. Ἔ, πόσος θὰ ᾿ναι ὁ χρόνος; Ὅπως ἀκριβῶς ὁ χρόνος εἶναι εἰς τὸ βόλεϊ ποὺ παίζομε κρατῶντας τὴν μπάλα. Σχεδὸν τίποτα. Στέλνομε ἀμέσως πίσω τὴν πᾶσα. Ἔτσι κι ἐδῶ. Πρέπει εὐθύς. Καὶ τί λέγει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος; Μετ᾿ ὀργῆς. Μὲ ὀργή. Μὲ ἀγανάκτηση. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Γι᾿ αὐτὸ μᾶς ἔβαλε τὴν ὀργὴ μέσα μας ὁ Θεός, ὄχι κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ, ἀλλὰ κατὰ τοῦ σατανᾶ καὶ τοῦ κακοῦ».

Ἡ ἀντιλογία λοιπὸν μὲ ὀργή. Ἐκεῖ μόνον εἶναι χρήσιμη, ἐπιτρεπτή, σωτήρια ἀλλὰ καὶ ἐπιβεβλημένη. Ἡ Εὔα δὲν ὀργίσθῃ κατὰ τοῦ διαβόλου. Πῆγε νὰ τῆς πεῖ μία «καλημέρα». Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λένε μερικοὶ γιὰ τὸν αἱρετικό, γιὰ τὸν ἀνήθικο. «Μία καλημέρα», λέει, «θὰ πῶ. Ἡ καλημέρα δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ;». Ὄχι. Ὑπάρχει καὶ ἡ καλημέρα τοῦ διαβόλου. Γιατί ὁ διάβολος ἦρθε νὰ πεῖ «καλημέρα» εἰς τοὺς πρωτοπλάστους. Γιὰ νὰ δημιουργήσει τὸ ἀνύποπτον τοῦ πράγματος. Ὄχι. Θὰ φθάσω, ἐὰν ξέρω ὅτι μπορῶ νὰ πειραχθῶ, οὔτε καλημέρα. Δὲν μοῦ λὲς κυρά μου, ὅταν ξέρεις ὅτι ἡ γειτόνισσα πειράζει τὸν ἄνδρα σου, θὰ τῆς λὲς «Καλημέρα»; Καὶ ἀντίστροφα. Ἄν ξέρεις, ἀγαπητέ μου, ὅτι ὁ γείτονας πειράζει καὶ βλέπει παράξενα τὴν γυναῖκα σου, θὰ τοῦ λὲς «καλημέρα»; Δὲν εἶναι ἀπὸ κακία. Ἀλλὰ εἶναι ἀπὸ προστασία. Εἶναι ἀπὸ πρόνοια.

Ἡ ἀντίρρησις λοιπὸν εἶναι σπουδαία. Ἀνήκει στὰ ἀμυντικὰ ὅπλα. Καὶ ἐρχόμεθα εἰς τὸ τελευταῖον, τὴν προσευχή. Ἡ προσευχή. Ναί. Εἶναι τὸ δεύτερο ἐπιθετικὸ ὅπλο. Σπουδαιότατο. Ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ. Ἡ προσευχὴ δημιουργεῖ καταφύγιο ἀπὸ τὰ μαστίγματα τοῦ πονηροῦ. Σὲ μαστίζει ὁ διάβολος; Κάνε προσευχή. Εἶναι ὅπλο ἀήττητο. Ἄμεσα ἔχει ὁ ἄνθρωπος βοηθό του μὲ τὴν προσευχὴ τὸν Θεό. Λέγει πάλι ὁ ὅσιος Ἡσύχιος ὅτι: «Μὲ τὴν προσευχὴ κραυγάζει πρὸς Χριστὸν στεναγμῷ ἀλαλήτω». Καὶ τότε αὐτός, ὁ ἀγωνιζόμενος «βλέψεται (:θὰ δεῖ) τὸν ἐχθρὸν λυόμενον (:νὰ διαλύεται ὁ ἐχθρὸς) ἢ διωκόμενον τῷ προσκυνητῷ ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ (:νὰ διώκεται, νὰ φεύγει, νὰ ἐξαφανίζεται μὲ τὸ προσκυνητὸν ὄνομα ποὺ ἀναφέρεται, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ) ὡς χοῦν ὑπὸ ἀνέμου (:σὰν τὸ χῶμα ποὺ τὸ σηκώνει ὁ ἄνεμος) ἢ ὡς καπνὸν ἐκλειπόντα μετὰ τῆς φαντασίας αὐτοῦ». Εἶναι ἀπορίας ἄξιον, ἀγαπητοί μου, πὼς πάμπολλοι χριστιανοί μας, ἐγὼ ξέρω ἀνθρώπους ποὺ χρόνια τοὺς τὸ λέω καὶ δὲν τὸ διορθώνουν καὶ μοῦ κάνει ἐντύπωση· εἶναι ἀδιόρθωτοι. Πάμπολλοι χριστιανοί μας, χριστιανοί μας, ἐξομολογούμενοι χριστιανοί μας, ναί, δὲν χρησιμοποιοῦν τὴν προσευχή. Ἄν θέλετε, οὔτε τοὺς τακτοὺς χρόνους. Τὸ πρωὶ καὶ τὸ βράδυ. Ἀπορῶ. Πόσο περισσότερο σὲ μία ἔκτακτη περίπτωση ποὺ ὑπάρχει ἀνάγκη.

Ἀγαπητοί, πρέπει νὰ μάθομε νὰ πολεμᾶμε. Γιὰ νὰ μὴν ματαιοπονοῦμε. Νὰ μάθομε τὴν πολεμικὴ τέχνη. Ὁ Παῦλος γράφει: «Οὐ γὰρ αὐτοῦ (:τοῦ διαβόλου) τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν». «Δὲν ἀγνοοῦμε», λέει, «τὰ νοήματα τοῦ σατανᾶ, τοῦ διαβόλου». «Καὶ τοῦτο γιατί διαθέτομε -λέγει ὁ ἴδιος- νοῦν Χριστοῦ». Καὶ ὁ νοῦς Χριστοῦ ἀποκτᾷται μὲ τὴν ἐνοίκηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νὰ εἶσαι δηλαδὴ πνευματικὸς ἄνθρωπος. Νὰ ζεῖς τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νὰ ἔχεις μεταμορφωθεῖ. «Τῇ ἀνακαινώσει ὑμῶν - ὅπως λέει ὁ Παῦλος- τοῦ νοὸς».  Ἡ ἀνακαίνωσις τοῦ νοός. Δηλαδὴ τῆς νοοτροπίας σου ἡ ἀνακαίνιση. Νὰ ἀποκτήσεις ἄλλη νοοτροπία «εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον». Λέει στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του. Χρειάζεται κατὰ τὸν Παῦλον, ὁ μὴ συσχηματισμός μας, ποὺ εἶναι τόσο εὔκολος, εἰς τὴν ἐποχή μας, ὁ συσχηματισμός μας. Νὰ μπαίνομε στὴ νοοτροπία τοῦ κόσμου, νὰ μπαίνομε στὸ σχῆμα τοῦ κόσμου, νὰ συσχηματιζόμαστε, νὰ γινόμαστε ἕνα. «Καὶ μὴ συσχηματίζεσθε -λέει- τῷ αἰῶνι τούτῳ».  Ὅταν ἔτσι ἔχομε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τότε μὲ εὐκολία, ναί, μὲ ἀρκετὴ εὐκολία θὰ μποροῦμε νὰ μάθομε νὰ πολεμᾶμε. Νὰ πολεμᾶμε μὲ τὴν ταπείνωση, τὴν ἄκρα προσοχή, τὴν ἀντίρρηση καὶ τὴν προσευχή. Μὲ τὰ ὅπλα τὰ ἀριστερὰ καὶ τὰ δεξιά, ποὺ μᾶς ὑποδεικνύει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διὰ γραφίδος Παύλου.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:

Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

•   Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.

•   http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 693.mp3

___________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου