Ήτανε πρωί Σαββάτου. Έκανα θεία λειτουργία και ήμουνα έτοιμος να καταλύσω την Θεία Κοινωνία από το Άγιο Δισκοπότηρο.
Ξαφνικά μπήκε μέσα στο ιερό ένας νεαρός, γειτονόπουλο ο Κωστάκης, λαχανιασμένος, ιδρωμένος όλος αγωνία και μου είπε:
– «Παπά-Χρήστο μου σώσε μας. Ο πατέρας μου νιώθει ότι πεθαίνει και θέλει να τον εξομολογήσεις, να τον κοινωνήσεις».
Με έλουσε κρύος ιδρώτας. Ο πατέρας του παλληκαριού ήταν ο πιο δύσκολος, στριφνός, παράξενος άνθρωπος στο χωριό. Μ΄ όλους μαλωμένος. Σ’ εκκλησιά δεν πάταγε, ούτε σε κηδείες ή γάμους ή βαφτίσεις. Έκανα τον Σταυρό μου και θεώρησα κλήση Θεού να πάω αμέσως κοντά του με την Θεία Κοινωνία.
Το σπίτι του ήτανε 40 μέτρα, δίπλα στην εκκλησία σχεδόν. Όταν μπήκαμε με το παλληκάρι στο σπίτι του ετοιμοθανάτου –κυρ. Γιάννη τον λέγανε- τοποθέτησα το Άγιο Δισκοπότηρο, που είχε κανά πόντο Θεία Κοινωνία πάνω στο κομοδίνο, δίπλα στο κλινάρι του κυρ-Γιάννη.
Του είπα αμέσως:
-“Θέλω!”
-«Πετάγομαι στο Ναό να πάρω από το Αρτοφόριο της Αγίας Τράπεζας Θεία Κοινωνία γιατί το Δισκοπότηρο δεν ξέρω πώς, είναι άδειο»
-«Για μένα το κάνει ο Χριστός παπά μου.
Ό,τι σου ξομολογήθηκα πριν ήσανε όλα ψέματα γιατί ντρεπόμουνα να πω τα
αληθινά μου αμαρτήματα που’ ναι πολύ βαρύτερα. Όμως, αν θέλεις, κάτσε να
σου κάνω πραγματική, ειλικρινή εξομολόγηση».
-”Πήγαινε”, μου απαντά ο κυρ-Γιάννης, ”σε προσμένω”.
Δόξασα τον Χριστό μας και σκέφτηκα πόσο πάνσοφα, διακριτικά, αγαπητικά, συγχώρεσε και οικονόμησε τη σωτηρία του κυρ-Γιάννη.
Θεός συγχωρέσει τον. Αιωνία του η μνήμη.
Να μην απελπιζόμαστε για την σωτηρία μας κι ας είμαστε οι αμαρτωλότεροι άνθρωποι του κόσμου. Καλή μετάνοια, καλό παράδεισο σε όλους μας με ειλικρινή και ταπεινή εξομολόγηση.
ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου