Παρασκευή 17 Μαΐου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ [:Μᾶρκ. 15,43-16,8] ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ [:Μᾶρκ.15,43-16,8]
 
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
[ὑπομνηματισμὸς τῶν χωρίων: Ματθ. 27,57-66 καὶ Ματθ. 28,1-10]
 
«Ὀψίας δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος ἀπὸ Ἀριμαθαίας, τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθήτευσε τῷ Ἰησοῦ· οὗτος προσελθὼν τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν ἀποδοθῆναι τὸ σῶμα. Καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ, καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ αὐτοῦ μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν (:Ὅταν προχώρησε τὸ δειλινό, ἦλθε κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία καὶ ὀνομαζόταν Ἰωσήφ, ποὺ κι αὐτὸς ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτὸς πῆγε στὸν Πιλάτο καὶ τοῦ ζήτησε τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Τότε ὁ Πιλάτος διέταξε νὰ τοῦ δοθεῖ τὸ σῶμα. Κι ἀφοῦ ὁ Ἰωσὴφ πῆρε τὸ σῶμα, τὸ τύλιξε σὲ καθαρὸ καὶ ἀμεταχείριστο σεντόνι καὶ τὸ ἔβαλε στὸ δικό του καινούριο μνημεῖο, τὸ ὁποῖο εἶχε σκαλίσει στὸν βράχο. Κι ἀφοῦ κύλισε ἕνα μεγάλο λίθο στὴ θύρα τοῦ μνημείου, τὴν ἔκλεισε μὲ τὸν λίθο αὐτὸν κι ἔφυγε)»[ Ματθ. 27, 57-60].
 
Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος προηγουμένως κρυβόταν. Τώρα ὅμως, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ἔδειξε μεγάλη τόλμη. Διότι οὔτε ἀσήμαντος ἦταν, οὔτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μένουν ἀπαρατήρητοι, ἀλλὰ ἕνας ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ Συνεδρίου [πρβλ. Λουκ. 23,51: «Καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι Ἰωσήφ, βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος· οὗτος οὐκ ἦν συγκατατεθειμένος τῇ βουλῇ καὶ τῇ πράξει αὐτῶν- ἀπὸ Ἀριμαθαίας πόλεως τῶν Ἰουδαίων, ὃς προσεδέχετο καὶ αὐτὸς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ (:Καὶ ἰδού, παρουσιάζεται τότε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ λεγόταν Ἰωσὴφ καὶ ἦταν βουλευτής, δηλαδὴ μέλος τοῦ ἰουδαϊκοῦ συνεδρίου, ἄνθρωπος καλοκάγαθος καὶ ἐνάρετος. Αὐτὸς δὲν εἶχε συμφωνήσει μὲ τὴν ἀπόφαση ποὺ πῆραν τὰ μέλη τοῦ συνεδρίου ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ, οὔτε μὲ τὰ μέτρα καὶ τίς πράξεις ποὺ ἔκαναν γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ἐπικύρωση καὶ τὴν ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεως. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Ἰουδαίων Ἀριμαθαία. Εἶχε πιστέψει στὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ περίμενε κι αὐτὸς μαζὶ  μὲ τόσους ἄλλους μαθητὲς τὴ βασιλεία αὐτή)»], καὶ πολὺ ἐπιφανής.
 
Ἀπὸ αὐτὸ μάλιστα φαίνεται καθαρὰ ἡ ἀνδρεία του. Διότι οὐσιαστικὰ καταδίκασε σὲ θάνατο τὸν ἑαυτό του, τὴ στιγμὴ ποὺ διακήρυξε τὴν ἀπέχθειά του πρὸς ὅλους, μὲ τὴν ἔκφραση-ὁμολογία τῆς συμπάθειάς του πρὸς τὸν Ἰησοῦ, καὶ τόλμησε νὰ ζητήσει τὸ σῶμα Του, καὶ δὲν ἀπομακρύνθηκε παρὰ μόνο ἀφοῦ πέτυχε αὐτὸ ποὺ ἤθελε. Τὴν ἀγάπη μάλιστα καὶ τὴν ἀνδρεία του τὴν δείχνει ὄχι μόνο μὲ τὸ ὅτι παρέλαβε τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἔθαψε μὲ πολυτέλεια, ἀλλὰ καὶ μέ τὸ ὅτι Τὸν ἔθαψε στὸ δικό του καινούριο μνημεῖο. Καὶ αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι στὴν τύχη, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν ὑπάρξει οὔτε ἡ παραμικρὴ ὑποψία ὅτι ἀναστήθηκε ἄλλος ἀντὶ ἄλλου.
 
«Ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία, καθήμεναι ἀπέναντι τοῦ τάφου (:Ἦταν μάλιστα ἐκεῖ ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία, οἱ ὁποῖες κάθονταν ἀπέναντι ἀπὸ τὸν τάφο)» [Ματθ. 27,61]. Γιατί αὐτὲς κάθονται πλησίον τοῦ τάφου; Τίποτε ἀκόμη μεγάλο καὶ ὑψηλὸ δὲν γνώριζαν, ὅπως ἔπρεπε, περὶ Αὐτοῦ· γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ μύρα ἔφεραν καὶ παρέμεναν μὲ καρτερία κοντὰ στὸν τάφο, ὥστε, ἐὰν κατασίγαζε ἡ μανία τῶν Ἰουδαίων, νὰ προσέρχονταν καὶ νὰ ἀλείψουν τὸ Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ μὲ αὐτά.
 
Εἶδες τὴν ἀνδρεία τῶν γυναικῶν; Εἶδες τὴν ἀγάπη; Εἶδες τὴ μεγαλοψυχία τὴν ἔμπρακτη, ἡ ὁποία φτάνει μέχρι θανάτου; Ἄς μιμηθοῦμε τίς γυναῖκες αὐτὲς ὅλοι μας· ἂς μὴν ἐγκαταλείψουμε τὸν Ἰησοῦ στὶς δοκιμασίες Του· διότι ἐκεῖνες μέν, καὶ ὅταν Ἐκεῖνος πέθανε, ξόδεψαν τόσα πολλὰ καὶ ἔθεσαν σὲ κίνδυνο τὴ ζωή τους. Ἐνῶ ἐμεῖς (πάλι τὰ ἴδια θὰ ἐπαναλάβω), οὔτε ὅταν πεινᾷ Τὸν τρέφουμε, οὔτε ὅταν εἶναι γυμνὸς Τὸν ντύνουμε, ἀλλὰ ἀντιθέτως καὶ ὅταν Τὸν βλέπουμε νὰ ζητιανεύει, Τὸν προσπερνοῦμε. Εἶμαι βέβαιος ὅτι ἐὰν βλέπατε τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, θὰ ἔδινε ὁ καθένας σας ὅλα τὰ ὑπάρχοντά Του. Ἀλλὰ καὶ τώρα ὁ ἴδιος εἶναι. Ἄλλωστε καὶ Αὐτὸς εἶπε ὅτι «Ἐγὼ εἶμαι».
 
«Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης (:Τὴν ἄλλη τώρα ἡμέρα, ἡ ὁποία εἶναι μετὰ τὴν Παρασκευή, δηλαδὴ τὸ Σάββατο, μαζεύτηκαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι καὶ πῆγαν ὅλοι μαζὶ στὸν Πιλάτο  καὶ τοῦ εἶπαν: ''Κύριε, θυμηθήκαμε ὅτι ἐκεῖνος ὁ λαοπλάνος εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη ζοῦσε: «Τρεῖς ἡμέρες μετὰ τὸν θάνατό μου θὰ ἀναστηθῶ». Γι᾿ αὐτὸ δῶσε διαταγὴ νὰ ἀσφαλιστεῖ ὁ τάφος μέχρι τὴν τρίτη ἡμέρα, μήπως ἔλθουν οἱ μαθητές του μέσα στὴ νύχτα καὶ τὸν κλέψουν, καὶ ποῦν στὸ λαὸ ὅτι ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Καὶ θὰ εἶναι ἡ τελευταία αὐτὴ πλάνη τοῦ λαοῦ χειρότερη ἀπὸ τὴν πρώτη, ποὺ τὸν πίστεψαν ὡς Μεσσία''. Ὁ Πιλάτος τότε τοὺς εἶπε: ''Πᾶρτε φρουρά. Πηγαίνετε καὶ ἀσφαλίστε μόνοι σας τὸν τάφο, ὅπως ἐσεῖς ξέρετε''. Κι αὐτοὶ πῆγαν καὶ ἀσφάλισαν τὸν τάφο. Ἔβαλαν δηλαδὴ σφραγῖδες στὸν λίθο ποὺ σκέπαζε τὸ μνημεῖο. Καὶ τοποθέτησαν ἐκεῖ τὴ φρουρά)» [Ματθ. 27,62-66].
 
Παντοῦ ἡ πλάνη συγκρούεται μὲ τὸν ἑαυτό της καὶ ἄθελά της συνηγορεῖ ὑπὲρ τῆς ἀλήθειας. Πρόσεξε ὅμως. Ἔπρεπε νὰ πιστευτεῖ ὅτι πέθανε, ὅτι ἐνταφιάστηκε καὶ ὅτι ἀναστήθηκε. Καὶ ὅλα αὐτὰ γίνονται ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Κοίταξε λοιπὸν ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ βεβαιώνουν ὅλα αὐτά. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ὅτι ἐκεῖνος ὁ λαοπλάνος εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη ζοῦσε»· ἄρα πέθανε· «''Τρεῖς ἡμέρες μετὰ τὸν θάνατό μου, θὰ ἀναστηθῶ''. Γι᾿ αὐτὸ δῶσε διαταγὴ νὰ ἀσφαλιστεῖ ὁ τάφος μέχρι τὴν τρίτη ἡμέρα»· ἄρα ἐνταφιάστηκε· «μήπως ἔλθουν οἱ μαθητές του μέσα στὴ νύχτα καὶ τὸν κλέψουν, καὶ ποῦν στὸ λαὸ ὅτι ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς». Ἄρα, ἐὰν ὁ τάφος σφραγιστεῖ, δὲν θὰ γίνει καμία ἀπάτη. Δὲν ἔγινε λοιπόν. Ἑπομένως ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως, μὲ ὅσα προτείνατε ἐσεῖς, ἔγινε ἀναντίρρητη. Διότι ἀφοῦ σφραγίστηκε, δὲν συνέβῃ καμία ἀπάτη. Ἐὰν ἐπίσης δὲν ἔγινε καμία ἀπάτη, βρέθηκε ὅμως κενὸς ὁ τάφος, εἶναι φανερὸ ὅτι ἀναστήθηκε σαφῶς καὶ ἀναντίρρητα.
 
Εἶδες ὅτι καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλουν, ὑποστηρίζουν τὴν ἀπόδειξη τῆς ἀλήθειας; Ἐσὺ πάλι κάνε μου τὴ χάρη νὰ προσέξεις τὴ φιλαλήθεια τῶν μαθητῶν· ὅτι δὲν ἀποκρύπτουν τίποτε ἀπὸ ὅσα λένε οἱ ἐχθροί, καὶ ὅταν ἀκόμη λένε πράγματα ὑβριστικά. Νὰ ποὺ τὸν ὀνομάζουν καὶ πλάνο καὶ αὐτοὶ δὲν τὸ ἀποσιωποῦν. Αὐτὰ λοιπὸν δείχνουν καὶ τὴ σκληρότητα ἐκείνων, ἀφοῦ οὔτε μὲ τὸν θάνατο ἀπέβαλαν τὴν ὀργή, καὶ αὐτῶν τὴν ἁπλότητα καὶ φιλαλήθεια.
 
Ἀξίζει μάλιστα νὰ ἀναζητήσουμε καὶ αὐτό, δηλαδή τὸ ὅτι εἶπε ὅτι «μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες θὰ ἀναστηθῶ». Διότι δὲν θὰ τὸ βρεῖ κανεὶς πουθενὰ νὰ λέγεται μὲ τόση σαφήνεια, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰωνᾶ. Ὥστε λοιπὸν γνώριζαν αὐτὰ ποὺ ἔλεγαν καὶ ἠθελημένα τὰ παραποιοῦσαν.
 
Καὶ τί ἀπαντᾷ ὁ Πιλάτος; «''Πᾶρτε φρουρά. Πηγαίνετε καὶ ἀσφαλίστε μόνοι σας τὸν τάφο, ὅπως ἐσεῖς ξέρετε''. Καὶ αὐτοὶ πῆγαν καὶ ἀσφάλισαν τὸν τάφο. Ἔβαλαν δηλαδὴ σφραγῖδες στὸ λίθο ποὺ σκέπαζε τὸ μνημεῖο. Καὶ τοποθέτησαν ἐκεῖ τὴ φρουρά» [Ματθ. 27,65-66]. Δὲν ἀφήνει μόνους τοὺς στρατιῶτες νὰ τὸν σφραγίσουν· διότι ἐπειδὴ εἶχε μάθει σχετικὰ μὲ Αὐτόν, δὲν ἤθελε πλέον νὰ συμπράξει μὲ αὐτούς. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ αὐτά, ἀνέχεται καὶ τοῦτο καὶ λέγει: «Σφραγίστε τὸν τάφο ὅπως θέλετε ἐσεῖς, γιὰ νὰ μὴν μπορεῖτε νὰ κατηγορεῖτε ἄλλους». Διότι ἐὰν τὸν σφράγιζαν μόνοι τους οἱ στρατιῶτες, θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν (ἂν καὶ θὰ ἦσαν ἀπίθανα καὶ ψευδῆ ὅσα θὰ ἔλεγαν, ἀλλὰ ὅμως, ὅπως στὰ ἄλλα ἔδειχναν ἀναισχυντία, ἔτσι θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν καὶ στὴν περίπτωση αὐτή), ὅτι οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ ἐπέτρεψαν νὰ κλαπεῖ τὸ σῶμα, ἔδωσαν τὸ δικαίωμα στοὺς μαθητὲς νὰ πλάσουν τὸ κήρυγμα τῆς ἀναστάσεως. Τώρα ὅμως ποὺ οἱ ἴδιοι σφράγισαν τὸν τάφο, οὔτε αὐτὸ μποροῦν νὰ ποῦν.
 
Εἶδες πῶς πασχίζουν ἄθελά τους ὑπὲρ τῆς ἀλήθειας; Διότι αὐτοὶ προσῆλθαν στὸν Πιλάτο, αὐτοὶ ζήτησαν νὰ ἀσφαλιστεῖ ὁ τάφος, αὐτοὶ τὸν σφράγισαν μαζὶ μὲ τὴ φρουρά, ὥστε νὰ εἶναι κατήγοροι καὶ ἐλεγκτὲς τῶν ἑαυτῶν τους. Ἄν καὶ πότε θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν κλέψουν; Τὸ Σάββατο; Καὶ μὲ ποιόν τρόπο, ἀφοῦ οὔτε νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ σπίτι τους δὲν ἦταν δυνατόν; Ἐὰν πάλι παρέβαιναν τὸν μωσαϊκὸ νόμο, πῶς θὰ τολμοῦσαν νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸ σπίτι τους οἱ μαθητές, αὐτοὶ οἱ τόσο δειλοί; Πῶς ἀκόμη θὰ μποροῦσαν νὰ πείσουν τὸ πλῆθος; Τί θὰ ἔλεγαν; Τί θὰ ἔκαναν; Μὲ ποιά διάθεση θὰ τάσσονταν μὲ τὸ μέρος τοῦ νεκροῦ; Ποιά ἐπιτέλους ἀντιμισθία θὰ περίμεναν; Ποιά ἀνταμοιβή; Ἐνῶ ἀκόμη ἦταν ζωντανός, καὶ μόνο ὅταν τὸν εἶδαν νὰ συλλαμβάνεται, ἔφυγαν. Καὶ θὰ μιλοῦσαν μὲ θάρρος μετὰ τὸν θάνατό Του γιὰ Ἐκεῖνον, ἐὰν δὲν εἶχε ἀναστηθεῖ;
 
Καὶ πῶς θὰ μποροῦσαν νὰ δικαιολογηθοῦν; Διότι ὅτι οὔτε σκέφτηκαν, οὔτε μποροῦσαν νὰ πλάσουν μία ἀνάσταση ἡ ὁποία δὲν ἔγινε, εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὰ ἑξῆς: Πολλά τοὺς εἶχε πεῖ καὶ συνεχῶς τοὺς ἔλεγε περὶ τῆς ἀναστάσεως, ὅπως εἶπαν καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ὅτι «μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες θὰ ἀναστηθῶ». Ἐὰν ὅμως δὲν ἀνασταινόταν, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἐπειδὴ αὐτοὶ εἶχαν ἀπατηθεῖ καὶ εἶχαν παρασυρθεῖ ἐξαιτίας του σὲ πόλεμο μὲ ὁλόκληρο τὸ ἔθνος,  καὶ εἶχαν μείνει χωρὶς οἰκογένεια καὶ χωρὶς πατρίδα, θὰ τὸν ἀποστρέφονταν καὶ δὲν θὰ ἤθελαν νὰ τοῦ παραδώσουν τέτοια δόξα, καθόσον εἶχαν ἀπατηθεῖ καὶ εἶχαν περιέλθει σὲ ἔσχατο κίνδυνο ἐξαιτίας του.
 
Ὅτι δὲ δὲν θὰ μποροῦσαν ἐὰν ἡ ἀνάσταση δὲν ἦταν ἀληθινή, νὰ τὴν πλάσουν, αὐτὸ δὲν χρειάζεται οὔτε ἀπόδειξη. Διότι σὲ τί θὰ βασίζονταν; Στὴ δεινότητα τῶν λόγων; Ἀλλὰ αὐτοὶ ἦσαν πιὸ ἀμαθεῖς ἀπὸ ὅλους. Μήπως στὰ πολλά τους χρήματα; Ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν εἶχαν οὔτε ράβδο, οὔτε ὑποδήματα. Μήπως στὴν εὐγενικὴ καταγωγή τους; Ἀλλὰ αὐτοὶ ἦσαν ἄσημοι καὶ κατάγονταν ἀπὸ ἄσημους γονεῖς. Μήπως στὴ μεγάλη πατρίδα τους; Ἀλλὰ κατάγονταν ἀπὸ ἄσημα χωριά. Μήπως στὸν μεγάλο ἀριθμό τους; Ἀλλὰ δὲν ἦσαν περισσότεροι ἀπὸ ἕντεκα καὶ αὐτοὶ μάλιστα διασκορπισμένοι. Μήπως στὶς ὑποσχέσεις τοῦ διδασκάλου τους; Ποιές; Διότι ἐὰν δὲν ἀνασταινόταν, οὔτε ἐκεῖνες δὲν θὰ ἦσαν γι᾿ αὐτοὺς ἀξιόπιστες.
 
Καὶ πῶς θὰ ὑπέφεραν τὸν μαινόμενο ὄχλο; Διότι ἐὰν ὁ κορυφαῖος ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἄντεξε τὸν λόγο τῆς θυρωροῦ ποὺ ἦταν γυναῖκα, καὶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ὅταν Τὸν εἶδαν δεμένο, διασκορπίστηκαν, πῶς θὰ διανοοῦνταν νὰ τρέξουν στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης καὶ νὰ σπείρουν τὸ φανταστικὸ κήρυγμα τῆς ἀναστάσεως; Διότι, ἐὰν ὁ μὲν πρῶτος δὲν ἀντιστάθηκε στὴν ἀπειλὴ τῆς γυναίκας, οἱ δὲ ἄλλοι οὔτε στὴ θέα τῶν δεσμῶν, πῶς μποροῦσαν νὰ ἀντισταθοῦν σὲ βασιλιᾶδες καὶ ἄρχοντες καὶ πλήθη, ὅπου ὑπῆρχαν ξίφη καὶ τηγάνια καὶ κάμινοι καὶ μυρίου εἴδους θανατώσεις καθημερινά, ἐὰν δὲν δέχονταν τὴ δύναμη καὶ τὴν τόνωση τοῦ Ἀναστάντος; Τόσα καὶ τέτοιου εἴδους θαύματα εἶχαν γίνει καὶ τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν σεβάστηκαν οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ σταύρωσαν Αὐτὸν ποὺ τὰ ἔκανε· καὶ θὰ ἔλεγαν σὲ αὐτοὺς ἁπλὰ νὰ πιστέψουν στὴν Ἀνάσταση. Δὲν εἶναι δυνατὸν αὐτά, δὲν εἶναι· ἀλλὰ μόνο ἡ δύναμη τοῦ Ἀναστάντος τὰ ἔκανε.
 
Κάνε μου τὴ χάρη νὰ προσέξεις τὴν καταγέλαστη ἀπάτη τους. «Θυμηθήκαμε», λέγει, «ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπε ὅταν ἀκόμη ζοῦσε, ὅτι μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες θὰ ἀναστηθῶ». Καὶ ἐφόσον ἦταν πλάνος καὶ καυχιόνταν ψευδῶς, γιατί φοβηθήκατε καὶ τρέχετε τριγύρω καὶ δείχνετε τόση βιασύνη; «Φοβόμαστε», λένε, «μήπως Τὸν κλέψουν οἱ μαθητὲς καὶ ἐξαπατήσουν τὰ πλήθη». Ἄν καὶ βεβαίως ἀποδείχτηκε ὅτι ὁ φόβος τους αὐτὸς δὲν εἶχε κανένα λόγο, ἀλλὰ ἡ κακία εἶναι πρᾶγμα φιλόνικο καὶ ἀναιδὲς καὶ ἐπιχειρεῖ καὶ τὰ παράλογα. Ἔτσι παρακαλοῦν νὰ ἀσφαλιστεῖ ὁ τάφος γιὰ τρεῖς μέρες, σὰν νὰ ἀγωνίζονταν γιὰ προφάσεις, καὶ  θέλοντας νὰ δείξουν ὅτι καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸ ὅτι εἶναι πλάνος, γι᾿ αὐτὸ ἐπεκτείνουν τὴν κακία τους μέχρι τὸν τάφο.
 
Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς ἀναστήθηκε νωρίτερα, γιὰ νὰ μὴν λένε ὅτι διαψεύστηκε καὶ ὅτι κλάπηκε· διότι αὐτὸ μέν, τὸ νὰ ἀναστηθεῖ νωρίτερα, δὲν ἐπέτρεπε κατηγορία, ἐνῶ  τὸ νὰ ἀναστηθεῖ ἀργότερα, ἦταν γεμᾶτο ὑποψίες. Διότι, ἐὰν δὲν ἀνασταινόταν τότε, ὅταν κάθονταν αὐτοὶ ἐκεῖ καὶ φύλασσαν τὸν τάφο, ἀλλὰ ὅταν θὰ ἀναχωροῦσαν μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, θὰ εἶχαν κάτι νὰ ἰσχυριστοῦν καὶ νὰ ἀντιτάξουν, ἔστω καὶ ἀνόητα. Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν τοὺς πρόλαβε· διότι ἔπρεπε, καθὼς κάθονταν κοντὰ στὸν τάφο καὶ τὸν φύλασσαν, νὰ γίνει ἡ ἀνάσταση. Ἐπίσης ἔπρεπε νὰ γίνει ἐντὸς τῶν τριῶν ἡμερῶν, διότι ἐὰν γινόταν ὅταν παρέρχονταν αὐτὲς καὶ ἀναχωροῦσαν, θὰ θεωρεῖτο ὕποπτο τὸ πρᾶγμα. Γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο καὶ ἐπέτρεψε νὰ σφραγίσουν τὸν τάφο ὅπως ἤθελαν καὶ στρατιῶτες φύλασσαν.
 
Καὶ δὲν τοὺς ἔμελε ποὺ ἔκαναν αὐτὰ σὲ ἡμέρα Σαββάτου καὶ ὅτι ἐργάζονταν, ἀλλὰ μόνο σὲ ἕνα πρᾶγμα ἀπέβλεπαν, τὴν πονηρία τους, πῶς θὰ ἐπικρατήσουν μὲ αὐτήν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἦταν δεῖγμα ἐσχάτης μωρίας καὶ φόβου, ὁ ὁποῖος τοὺς τάρασσε δυνατά· διότι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι Τὸν συνέλαβαν ζωντανόν, Τὸν φοβοῦνταν νεκρό. Ἄν καί, ἐὰν ἦταν ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἔπρεπε νὰ ἔχουν θάρρος. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μάθουν ὅτι καὶ ὅταν ἦταν ζωντανός, μὲ τὴ θέλησή Του ἔπαθε αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἔπαθε, τοποθετήθηκε καὶ ἡ σφραγῖδα καὶ ὁ λίθος καὶ ἡ φρουρά, καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ Τὸν κρατήσουν. Μὲ ὅλα αὐτὰ ἕνα πρᾶγμα μόνο ἐπιτυγχάνεται, νὰ γίνει γνωστὴ δημοσία ἡ ταφὴ καὶ ἔτσι νὰ πιστευτεῖ ἡ ἀνάσταση· διότι καὶ στρατιῶτες φύλασσαν καὶ οἱ Ἰουδαῖοι κάθονταν κοντά.
 
«Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων, ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι τὸν τάφον. καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ. ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιῶν. ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί (:Ἀργὰ λοιπὸν τὴ νύχτα τοῦ Σαββάτου, τὴν ὥρα ποὺ ξημέρωνε ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἦλθε ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία γιὰ νὰ δοῦν τὸν τάφο. Καὶ ξαφνικά, ἔγινε σεισμὸς μεγάλος· διότι ἕνας ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπ᾿ τὸν οὐρανὸ καὶ ἦλθε στὸ μνημεῖο, κύλισε τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο καὶ καθόταν πάνω σὲ αὐτήν. Τὸ ἐξωτερικό του σχῆμα καὶ τὸ πρόσωπό του ἦταν λαμπερὸ σὰν ἀστραπή, καὶ τὸ ἔνδυμά του ὁλόλευκο σὰν τὸ χιόνι Ἀπὸ τὸν φόβο μάλιστα ποὺ προκάλεσε, συγκλονίστηκαν οἱ φρουροὶ κι ἔγιναν σὰν νεκροί)» [Ματθ. 28,1-4].
 
Μετὰ τὴν Ἀνάσταση ἦλθε ὁ ἄγγελος. Γιὰ ποιό λόγο λοιπὸν ἦλθε καὶ σήκωσε τὸν λίθο; Πρὸς χάριν τῶν γυναικῶν· διότι αὐτὲς τὸν ἄγγελο εἶδαν τότε μέσα στὸν τάφο. Γιὰ νὰ πιστέψουν λοιπὸν ὅτι ἀναστήθηκε, βλέπουν τὸν τάφο νὰ εἶναι ἄδειος ἀπὸ τὸ σῶμα. Γι᾿ αὐτὸ σήκωσε τὸν λίθο, γι᾿ αὐτὸ ἔγινε καὶ σεισμός, γιὰ νὰ ξυπνήσουν καὶ νὰ σηκωθοῦν. Διότι εἶχαν ἔλθει γιὰ νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα μὲ ἔλαιο καὶ αὐτὰ συνέβαιναν κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νύκτας καὶ ἦταν φυσικὸ μερικὲς νὰ νυστάξουν καὶ νὰ ἀποκοιμηθοῦν.
 
«Ἀλλὰ γιὰ ποιό λόγο καὶ γιατί», θὰ ρωτήσει κάποιος, «εἶπε ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτές: «Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς (:Μὴ φοβᾶστε ἐσεῖς);». Πρῶτα τίς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸν φόβο καὶ ἔπειτα ὁμιλεῖ σὲ αὐτὲς γιὰ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ τὸ «ἐσεῖς» περιέχει πολὺ μεγάλη τιμὴ καὶ δείχνει ὅτι ἡ ἐσχάτη τιμωρία ἀναμένει ἐκείνους ποὺ διέπραξαν ὅσα ἀποτόλμησαν, ἐὰν δὲν μετανοήσουν. Λέγει, δηλαδή, «δὲν πρέπει ἐσεῖς νὰ φοβᾶστε, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ Τὸν σταύρωσαν». Ἀφοῦ τίς ἀπάλλαξε λοιπὸν ἀπὸ τὸν φόβο, καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὴν ἐμφάνισή του (διότι καὶ ἡ ἐμφάνισή του ἦταν χαρωπή, ἐφόσον ἔφερνε τέτοια χαρμόσυνη ἀγγελία), πρόσθεσε λέγοντας: «Οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε (:Διότι γνωρίζω ὅτι ζητᾶτε μὲ πόθο καὶ εὐλάβεια τὸν Ἰησοῦ τὸν Ἐσταυρωμένο)». Καὶ δὲν ντρέπεται νὰ Τὸν ἀποκαλεῖ Ἐσταυρωμένο, διότι αὐτὸ ἦταν ἡ ἀπαρχὴ τῶν ἀγαθῶν. «Οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ (:Δὲν εἶναι ἐδῶ· διότι ἀναστήθηκε)». Ἀπὸ ποῦ εἶναι φανερό; «Καθὼς εἶπε (:ὅπως εἶπε)». «Ἑπομένως», λέγει, «καὶ ἂν ἀκόμη δὲν ἔχετε ἐμπιστοσύνη σὲ ἐμένα, θυμηθεῖτε τὰ λόγια Ἐκείνου, καὶ τότε οὔτε σὲ ἐμένα θὰ δυσπιστήσετε».
 
Ἔπειτα, ἀκολουθεῖ καὶ ἄλλη ἀπόδειξη: «Δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος (:Ἐλᾶτε νὰ δεῖτε τὸν τόπο ὅπου εἶχε τεθεῖ ὁ Κύριος)» [Ματθ. 28,10]. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ κύλισε τὸν λίθο ὁ ἄγγελος, ὥστε καὶ ἀπὸ αὐτὸ νὰ πάρουν αὐτὲς τὴν ἀπόδειξη. «Καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν (:Πηγαίνετε ὅμως γρήγορα καὶ πεῖτε στοὺς μαθητές Του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Καὶ ἰδού, πηγαίνει πρὶν ἀπό σᾶς στὴ Γαλιλαία· ἐκεῖ θὰ Τὸν δεῖτε. Νὰ λοιπόν, σᾶς εἶπα αὐτὰ ποὺ εἶχα ἐντολὴ νὰ σᾶς πῶ)» [Ματθ. 28,7]. Καὶ σὲ ἄλλους ἐπίσης τίς προετοιμάζει νὰ διαδώσουν τὸ χαρμόσυνο μήνυμα, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο τίς κάνει νὰ πιστέψουν καλύτερα. Καὶ καλῶς εἶπε: «στὴ Γαλιλαία», ἀπαλλάσσοντάς τις ἀπὸ ἐνοχλήσεις καὶ κινδύνους, ὥστε νὰ μὴν παρεμποδίσει ὁ φόβος τὴν πίστη τους.
 
«Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ (:Καὶ οἱ γυναῖκες, ἀφοῦ βγῆκαν γρήγορα ἀπὸ τὸ μνημεῖο μὲ φόβο ἐξαιτίας τῆς ἀγγελικῆς ὀπτασίας, ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ μεγάλη ἐξαιτίας τοῦ χαρμόσυνου ἀγγέλματος, ἔτρεξαν νὰ τὰ ποῦν ὅλα αὐτὰ στοὺς μαθητές)». Γιατί ἄραγε μὲ φόβο καὶ μὲ χαρά; Διότι εἶδαν ἕνα καταπληκτικὸ καὶ παράδοξο πρᾶγμα, κενὸ τὸν τάφο, ὅπου προηγουμένως Τὸν εἶχαν δεῖ νὰ τοποθετεῖται.  Γι᾿ αὐτὸ καὶ τίς ὁδήγησε νὰ δοῦν, γιὰ νὰ γίνουν μάρτυρες καὶ οἱ δύο, καὶ τοῦ ἐνταφιασμοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Διότι κατανοοῦσαν ὅτι κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ Τὸν μετακινήσει ἀπὸ ἐκεῖ, ἐφόσον τόσοι στρατιῶτες κάθονταν ἐκεῖ κοντὰ φρουροί, ἐὰν δὲν ἀνέσταινε ὁ Ἴδιος τὸν ἑαυτό Του.  Γι᾿ αὐτὸ καὶ χαίρονται καὶ ἀποροῦν καὶ ἀμείβονται γιὰ τὴν τόση παραμονὴ τους ἐκεῖ πλησίον τοῦ τάφου, μὲ τὸ νὰ δοῦν πρῶτες καὶ νὰ διακηρύξουν εὐαγγελιζόμενες ὄχι μόνο ὅσα εἰπώθηκαν πρὸς αὐτές, ἀλλὰ καὶ ὅσα εἶδαν.
 
Ἀφοῦ λοιπὸν ἐξῆλθαν μὲ φόβο καὶ μὲ χαρά, «ὡς δὲ ἐπορεύοντο ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων· χαίρετε (:καθὼς ὅμως πήγαιναν νὰ τὰ ποῦν στοὺς μαθητές Του, ξαφνικὰ ὁ Ἰησοῦς τίς συνάντησε καὶ εἶπε: ''Χαίρετε'')». Καὶ ἀφοῦ ἔτρεξαν πλησίον Του μὲ μεγάλη χαρά, ἔλαβαν διὰ τῆς αἰσθήσεως τῆς ἁφῆς ἀπόδειξη καὶ διαβεβαίωση τῆς Ἀναστάσεως. «Αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ (:Αὐτὲς τότε, ἀφοῦ πλησίασαν, δὲν τόλμησαν νὰ Τὸν ἀγγίξουν στὸ σῶμα, ἀλλὰ μὲ εὐλάβεια πολλὴ ἔπιασαν μόνο τὰ πόδια Του καὶ Τὸν προσκύνησαν)».
 
Τί τοὺς λέγει, λοιπόν, Ἐκεῖνος; «Μὴ φοβεῖσθε». Καὶ Αὐτὸς δηλαδὴ ἐκδιώκει τὸν φόβο τους καὶ προετοιμάζει τὴν ὁδὸ γιὰ τὴν πίστη. «Ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ μὲ ὄψονται (:Μὴ φοβᾶστε. Πηγαίνετε νὰ ἀναγγείλετε στοὺς ἀδελφούς μου νὰ πᾶνε στὴ Γαλιλαία καὶ ἐκεῖ θὰ μὲ δοῦν)». Πρόσεξε ὅτι καὶ Αὐτὸς διαμέσου τῶν μυροφόρων γυναικῶν κηρύσσει στοὺς μαθητὲς τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἀνέφερα πολλὲς φορές, τιμῶντας καὶ ὁδηγῶντας σὲ χρηστὲς ἐλπίδες τὸ γυναικεῖο φῦλο, ποὺ κατεξοχὴν εἶχε περιφρονηθεῖ καὶ θεραπεύοντάς το αὐτὸ τὸ ἀσθενὲς καὶ καταπονημένο φῦλο.
 
Μήπως κανεὶς ἀπὸ σᾶς θὰ ἤθελε νὰ βρισκόταν στὴ θέση τους καὶ νὰ κρατοῦσε τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ; Μπορεῖτε καὶ τώρα ὅσοι θέλετε, ὄχι μόνο τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν ἱερὴ ἐκείνη κεφαλὴ νὰ ἀγκαλιάσετε, συμμετέχοντας στὰ φρικτὰ μυστήρια μὲ καθαρὴ συνείδηση. Καὶ ὄχι μόνο ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ Τὸν δεῖτε νὰ ἔρχεται μὲ τὴν ἀπερίγραπτη ἐκείνη δόξα καὶ μὲ τὸ πλῆθος τῶν ἀγγέλων, ἐὰν θελήσετε νὰ γίνετε φιλάνθρωποι. Καὶ θὰ ἀκούσετε ὄχι μόνο τὰ λόγια αὐτά, ὅπως τὸ «Χαίρετε», ἀλλὰ καὶ τὰ ἄλλα: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου (:Ἐλᾶτε ἐσεῖς ποὺ εἶστε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴ βασιλεία ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ σᾶς ἀπὸ τότε ποὺ θεμελιωνόταν ὁ κόσμος)» [Ματθ. 25,34].


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:

•    https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ  ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλίες ΠΗ΄ καὶ ΠΘ΄ (ἐπιλεγμένα ἀποσπάσματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἑρμηνεία τῆς συγκεκριμένης εὐαγγελικῆς περικοπῆς), πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» (ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 12, σελίδες 353-355 καὶ 367-381 ἀντίστοιχα.
•    Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 69, σελ. 176-177 καὶ σελ. 190-193:
http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika keimena/Eurethrio/Agios Iwannhs o Xrusostomos Apanta.htm
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
 

__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου