ΜΟΝΑΧΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΤΗΣ
ΜΕΡΟΣ 3ον
Αὐτή ἡ νέα θεολογική ἀκαδημαϊκή ἐπιστημοσύνη (scholarship) ἦρθε στήν Ρωσσία ἀπό τήν Δύση. Παρέμεινε μία ξένη προσθήκη στήν Ρωσσία γιά πολύ χρονικό διάστημα. Συνέχισε νά χρησιμοποιεῖ μία εἰδική γλῶσσα, ξένη στό λαό, μία γλῶσσα, πού δέν ἦταν οὔτε τῆς καθημερινῆς ζωῆς, οὔτε τῆς προσευχῆς.
Παρέμεινε σάν ξένο σῶμα στήν δομή τῆς Ἐκκλησίας, ἀναπτυσσομένη σέ τεχνητές καί ἐξ ὁλοκλήρου ἀποξενωμένες μορφές. Ἦταν καί παρέμεινε «σχολική πολυμάθεια».
Σάν τέτοια μεταμορφώθηκε σέ κείμενο γιά διδασκαλία καί πολύ συχνά ἔπαυσε νά ἀναζητεῖ τήν ἀλήθεια καί τήν ὁμολογία τῆς πίστεως. Ἡ θεολογική σκέψη σιγά-σιγά παρεξέκλινε καί ἀπομακρύνθηκε, δέν ἄκουε τόν ρυθμό τῆς καρδιᾶς τῆς Ἐκκλησίας καί γι' αὐτό ἔχασε τήν «ὁδό», πού ὁδηγοῦσε σέ αὐτή τήν καρδιά.
Δέν ἔνοιωθε τήν ἀνάγκη νά ἀφυπνισθεῖ καί νά πλησιάσει τούς εὐρύτερους κύκλους τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος καί τοῦ λαοῦ. Ἔβλεπε τόν λαό καί τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα μᾶλλον μέ δυσπιστία, ζηλοτυπία καί ἐχθρότητα.
Ὑπῆρχαν, βέβαια, λόγοι γι' αὐτό. Καί αὐτοί βρίσκονταν στήν προκατάληψη, πού ἔδειχνε ὁ λαός ἐναντίον μιᾶς ἀκαδημαϊκῆς γνώσεως, πού ἦλθε ἀπ' ἔξω καί ἦταν αὐτάρκης, πού δέν εἶχε κἄν ριζώσει στήν πραγματικότητα τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας ἤ στήν ζωή, στήν προκατάληψη ἐναντίον μιᾶς θεολογίας, πού ἔπαυσε νά ἐκφράζει τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀποτελεῖ μαρτυρία της. Μ' αὐτήν τήν ἔννοια ἡ θεολογία ἐκείνη μπορεῖ σωστά νά χαρακτηρισθεῖ ὡς «περιπλανώμενη θεολογία».
Ἐδῶ βρίσκεται ὅλο τό πρόβλημα τῆς ρωσσικῆς θρησκευτικῆς ὑπάρξεως : στά βάθη καί στήν ἐσωτερικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας ἡ πίστη διατηρεῖται καί διαφυλάσσεται ἀδιάφθορη. Στήν σιωπηλή προσέγγιση πρός τόν Θεό, στήν μορφή τῆς προσευχῆς, στόν μοναχισμό της ἡ ρωσσική ψυχή διατηροῦσε τό παλιό, αὐστηρό, πατερικό ἦθος· ἐζοῦσε σέ μία τελείως ἀδιατάραχτη καί ἀδιάσπαστη πληρότητα τοῦ sobornost (καθολικότητος) καί τῆς παραδόσεως.
Σ' αὐτήν τήν πνευματικότητα καί σ' αὐτό τό βάθος τῆς προσευχῆς, ἡ ἀρχαία πίστη παρέμεινε ἀκόμα «ἡ ἀποστολική, πατερική πίστη» - ἡ πίστη τῆς ἀρχαίας, ἀνατολικῆς καί βυζαντινῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλ’ ἡ σκέψη εἶχε ἀποχωρισθεῖ, εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτά τά πνευματικά βάθη καί μόνο πολύ ἀργά κατάλαβε τήν ἀνίερη πλάνη της. Οἱ περιπλανήσεις τῆς σκέψεως, ὅμως, δέν μποροῦσαν νά καταστρέψουν καί δέν κατέστρεψαν τήν αὐθεντικότητα τῆς πίστεως : Ἡ Ὀρθοδοξία παρέμεινε, παρά ταῦτα, ἀμετάβλητη.
Ἕνας σοβαρός κίνδυνος ὑπάρχει, ἐν τούτοις, σ' ἐκείνη τήν θεολογική ψευδομόρφωση, ὅταν ἡ φυσική γλῶσσα χάνεται καί ἡ θεολογία γίνεται ξένη καί ἀλλόκοτη. Πιό ἐπικίνδυνο ἦταν τό γεγονός ὅτι ἡ θεολογική προβληματική ἔχασε τήν ἐπαφή μέ τήν ζωή καί ὅτι ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ ἔγινε μία σχολική ἄσκηση, πού περιορίστηκε στούς εἰδικούς καί στούς λόγῳ ἐπαγγέλματος ἀσχολουμένους μέ αὐτά τά θέματα»[9].
Πῶς, ὅμως, σήμερα σέ ὅλο τόν Ὀρθόδοξο χῶρο, ἰδίως στόν θεολογικό πνευματικό κόσμο, στούς θεολόγους καί πιστούς χριστιανούς, θά γίνει μία εἰρηνική ἐπανάσταση, γιά νά ἀπελευθερωθεῖ ἡ θεολογία ἀπό τήν δυτική αἰχμαλωσία καί νά ἐπανεύρει τήν γνήσια, αὐθεντική, πηγαία ἰδιοπροσωπία καί αὐτοσυνειδησία της; Διότι, ἄν δέν γίνει αὐτό, τότε θά χάσουμε τήν ψυχή μας, θά βυθισθοῦμε στόν μεσαιωνικό σκοταδισμό καί ὁπισθοδρομική ἀρτηριοσκλήρωση τοῦ Δυτικοῦ θεολογικοῦ ἀνθρωπισμοῦ. Οὔτε θά βοηθήσουμε καί τούς Εὐρωπαίους, Ἀμερικανούς, Ἀφρικανούς, Αὐστραλούς καί Ἀσιάτες καλοπροαιρέτους ἀνθρώπους νά βροῦν τήν ἀλήθεια, ὁδό, ζωή καί τοῦ φῶς τοῦ κόσμου, πού εἶναι ὁ Χριστός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Νά τί λέει ὁ πατήρ Γεώργιος Φλωρόφσκυ ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ :
«Οἱ δυτικές ἐπιδράσεις στήν ρωσσική θεολογία πρέπει νά ὑπερνικηθοῦν. Αὐτό ἀναφέρεται, πρῶτα ἀπ' ὅλα, στό μή ὀργανικό «δυτικό ἦθος (style)». Αὐτή ἡ διαδικασία πράγματι ἄρχισε πρίν ἀπό πολύ στίς ρωσσικές σχολές – ἀκριβῶς τήν ἐποχή τοῦ Φιλαρέτου καί σέ συνδυασμό μέ τήν ἀναγέννηση τοῦ ἀσκητισμοῦ στά ρωσσικά μοναστήρια.
Ἀρκεῖ νά θυμηθοῦμε τήν σχολή τοῦ στάρετς Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ (Velichkovskii) καί ἰδιαίτερα τό ἐρημητήριο τοῦ Ὄπτινο (Optino). Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία μπορεῖ τελικά νά ἐπανακτήσει τήν ἀνεξαρτησία ἀπό τίς δυτικές ἐπιδράσεις μόνο μέσῳ μιᾶς πνευματικῆς ἐπιστροφῆς στίς πατερικές πηγές καί στά πατερικά θεμέλια.
Ἐπιστροφή στούς πατέρες δέν σημαίνει φυγή ἀπό τό παρόν ἤ ἀπό τήν ἱστορία· δέν εἶναι φυγή ἀπό τήν σύγχρονη ἐποχή ἤ ἀπό τό πεδίο τῆς μάχης. Σημαίνει πολύ περισσότερα – δέν εἶναι μόνο διαφύλαξη καί προστασία τῆς πατερικῆς ἐμπειρίας, ἀλλ’ ἀκόμα εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀνακάλυψη αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καί ἡ ἐπαναφορά αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας στήν ζωή.
Ἀφ' ἑτέρου, ἡ ἀνεξαρτησία ἀπό τήν Δύση δέν πρέπει νά ἐκφυλίζεται σέ μιά ἀποξένωση, πού γίνεται ἁπλῶς ἀντίθεση πρός τήν Δύση. Γιατί, μία πλήρης διάσταση μέ τήν Δύση δέν δίνει αὐθεντική καί ἀληθινή ἀπελευθέρωση.
Πρός τό παρόν, ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει παραγνωρίζει ἤ νά ἀποσιωπᾶ τό θέμα. Αὐτό, ὅμως, σημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία πρέπει νά ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ τήν Δύση δημιουργικά καί πνευματικά. Ἡ ἐξάρτηση καί μίμηση, πού συνέβαιναν στό παρελθόν, δέν μποροῦν νά θεωρηθοῦν συνάντηση. Μόνο μέσα σέ ἐλευθερία καί ἀμοιβαιότητα ἀγάπης εἶναι δυνατή μία ἀληθινή συνάντηση.
Δέν ἀρκεῖ νά ἐπαναλαμβάνει κανείς ἁπλῶς δυτικές ἀπαντήσεις, νά ἐπιστρατεύει μιά δυτική ἀπάντηση ἐναντίον μιᾶς ἄλλης. Ἀλλά, πρέπει μᾶλλον μέ ἀκρίβεια νά ἀναγνωρίζουμε, νά βιώνουμε αὐτά τά δυτικά προβλήματα καί νά διεισδύουμε σ' αὐτά, πρέπει νά ἐξοικειωνόμαστε μέ ὅλη τήν δραματική προβληματική τῆς δυτικῆς θρησκευτικῆς σκέψεως.
Ὁ δρόμος, πού πρέπει νά ἀκολουθήσει ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, γιά νά ὑπερνικήσει τό δυτικό «σκάνδαλο», δέν βρίσκεται στήν ἀπόρριψη ἤ ἀκόμα στήν ἀνατροπή τῶν δυτικῶν θέσεων. Ὁ δρόμος, μᾶλλον, βρίσκεται στήν ὑπερνίκηση καί ὑπέρβασή τους μέ μιά νέα δημιουργική δραστηριότητα.
Μόνο μιά δημιουργική ἐπιστροφή στά μοναδικά καί ἀρχαῖα βάθη θά χρησιμεύσει στήν ὀρθόδοξη σκέψη σάν τό αὐθεντικό «ἀντίδοτο» κατά τῶν φανερῶν καί κρυφῶν – ἤ ἀκόμα ἀγνώστων ὡς τώρα – πλευρῶν τῆς «δυτικῆς δηλητηριάσεως». Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καλεῖται νά ἀπαντήσει στά δυτικά ἐρωτήματα ἀπό τά βάθη τῆς ἀδιάσπαστης ὀρθόδοξης ἐμπειρίας καί νά ἀντιμετωπίσει τίς κινήσεις τῆς δυτικῆς σκέψεως μέ τήν ἀμετάβλητη ἀλήθεια τῆς πατερικῆς Ὀρθοδοξίας»[10].
Ἡ πνευματική ἐπιστροφή στίς πατερικές πηγές δέν μπορεῖ νά ἀγνοήσει σήμερα τούς Ἕλληνες Ὀρθοδόξους ἁγίους Πατέρες τῆς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Τόσο οἱ Δυτικοί, ὅσο καί οἱ Ἀνατολικοί σύγχρονοι ἄνθρωποι καί ἡ θεολογία τους ἔχουν ἀπόλυτη ἀνάγκη, ἰδίως σήμερα, ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες καί μάλιστα τούς Ἕλληνες Πατέρες, λέει ὁ πατήρ Γεώργιος Φλωρόφσκυ :
«Δέν θά ἦταν σωστό νά ποῦμε ὅτι ἡ ρωσσική θεολογία, στήν δημιουργική της ἀνάπτυξη, εἶχε καταλάβει καί ἀφομοιώσει πλήρως ἤ ἀρκετά σέ βάθος τούς Πατέρες καί τό Βυζάντιο. Αὐτό πρέπει ἀκόμα νά τό κάνει. Πρέπει νά περάσει μέσα ἀπό τό αὐστηρό σχολεῖο τοῦ Χριστιανικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὁ Ἑλληνισμός, οὕτως εἰπεῖν, προσέλαβε αἰώνιο χαρακτήρα στήν Ἐκκλησία· ἔχει ἐνσωματωθεῖ σ' αὐτήν τήν δομή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἡ αἰώνια κατηγορία (ἀξία) τῆς Χριστιανικῆς ὑπάρξεως.
Φυσικά ἐδῶ δέν ἐννοεῖται ὁ Ἐθνικός Ἑλληνισμός τῆς συγχρόνου Ἑλλάδος ἤ τῆς Ἀνατολῆς, οὔτε ὁ ἑλληνικός φυλετισμός, πού εἶναι ἀπηρχαιωμένος καί χωρίς δικαίωση. Ἀσχολούμεθα μέ τήν χριστιανική ἀρχαιότητα, μέ τόν Ἑλληνισμό τοῦ δόγματος, τῆς λειτουργίας, τῆς Εἰκόνος.
Στήν λειτουργία, τό ἑλληνικό style τῆς «εὐσεβείας τῶν μυστηρίων» μπῆκε μέσα στόν ρυθμό τῆς λειτουργικῆς μυσταγωγίας, χωρίς νά ὑποστεῖ κάποιο εἶδος μυστικοῦ «ἐπανεξελληνισμοῦ». Θά μποροῦσε κανείς, πού εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, νά εἶναι τόσο ἀνόητος, ὥστε αὐθαίρετα νά «ἀφελληνίσει» τίς λειτουργίες καί νά τίς μεταφέρει σ' ἕνα πιό «μοντέρνο» style;
Ἐπιπλέον, ὁ Ἑλληνισμός εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό ἕνα προσωρινό σταθμό στήν Ἐκκλησία. Ὅταν ὁ θεολόγος ἀρχίσει νά σκέφτεται ὅτι οἱ «ἑλληνικές κατηγορίες (ἀξίες)» εἶναι ἀπηρχαιωμένες, αὐτό ἁπλῶς σημαίνει ὅτι αὐτός ἔχει βγεῖ ἔξω ἀπό τόν ρυθμό τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ θεολογία δέν μπορεῖ ἴσως νά εἶναι καθολική παρά μόνο μέσα στόν Ἑλληνισμό. Βέβαια, ὁ Ἑλληνισμός ἔχει διπλή σημασία. Ἕνα ἀντιχριστιανικό στοιχεῖο κυριαρχοῦσε στό ἀρχαῖο πνεῦμα.
Μέχρι τώρα ὑπῆρξαν πολλοί, πού κατέφυγαν στόν Ἑλληνισμό, μέ ὁλοφάνερο σκοπό νά σηκωθοῦν καί νά πολεμήσουν τόν Χριστιανισμό (ἁπλῶς θυμηθεῖτε τόν Νίτσε!). Ἀλλά, ὁ Ἑλληνισμός ὁλοκληρώθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία· τέτοια εἶναι ἡ ἱστορική σημασία τῆς πατερικῆς θεολογίας.
Αὐτή ἡ «ὁλοκλήρωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ» συνεπήγετο μιά ἀνελέητη διάσπαση, τό κριτήριο, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἱστορική φανέρωση τοῦ σαρκωθέντος Λόγου. Ὁ Χριστιανικός Ἑλληνισμός, μεταμορφωμένος καθώς ἦταν, εἶναι τελείως ἱστορικός.
Ἡ πατερική θεολογία εἶναι πάντα «θεολογία γεγονότων», μᾶς φέρνει ἀντιμέτωπους μέ γεγονότα, τά γεγονότα τῆς ἱερᾶς ἱστορίας. Ὅλα τά σφάλματα καί οἱ πειρασμοί ἑνός ἐξελληνισμοῦ, πού ἐπιδιώχθηκε ἀπερίσκεπτα – συνέβησαν ἐπανειλημμένα στόν ροῦ τῆς ἱστορίας – δέν μποροῦν ἴσως νά μειώσουν τήν σπουδαιότητα αὐτοῦ τοῦ θεμελιώδους γεγονότος :
Τό «Εὐαγγέλιο» καί ἡ χριστιανική θεολογία, ἅπαξ διά παντός, διατυπώθηκαν ἐξ ἀρχῆς μέ ἑλληνικές κατηγορίες. Πατερικότητα καί καθολικότητα, ἱστορικότητα καί Ἑλληνισμός εἶναι διάφορες ἀπόψεις ἑνός μοναδικοῦ καί ἀδιαιρέτου δεδομένου»[11].
Συνεχίζεται
(Παρακάτω οἱ σύνδεσμοι τῶν προηγούμενων ἀναρτήσεων)
Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΣΗΜΕΡΑ (Μοναχός Νεόφυτος Γρηγοριάτης) - (ΜΕΡΟΣ 1ον)
https://ethnegersis.blogspot.com/2018/12/1.html
Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΣΗΜΕΡΑ (Μοναχός Νεόφυτος Γρηγοριάτης) - (ΜΕΡΟΣ 2ον)
https://ethnegersis.blogspot.com/2018/12/2.html
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου