Φωτογραφίες: Γιάννης Κατσέας
Κείμενο: https://efkozani.gr/
Από το Βυθό, ένα χωριό της Κοζάνης, μετά από μια μικρή διαδρομή πίσω από τη Μαυριάχα, σε υψόμετρο 1050 μέτρα στη θέση αλώνια, βρίσκεται το Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας.
Είναι χτισμένο στους πρόποδες του Προφήτη Ηλία, ανάμεσα στα περίφημα μαστοροχώρια της Ανασελίτσας, το Ζουπάνι (Πενταλόφο), Ντόλο (Βυθό), Κωνστάντζικο (Αυγερινό), που είναι γνωστά και με την γενική ονομασία Ζουπάνια.
Το μοναστήρι της Αγίας Τριάδας γεννήθηκε μέσα από τη σύγχυση και την αναστάτωση που επικράτησαν τον 16ο αιώνα στην Δυτική Μακεδονία που ήταν ατελείωτα τα δεινά των δύστυχων σκλάβων από την βαρβαρότητα του Οθωμανού δυνάστη αλλά και των ληστρικών αλβανικών συμμοριών.
Οι καταδυναστευόμενοι ζητούσαν στήριγμα και στήριξαν τις ελπίδες τους στην εκκλησία ενώ ένας από τους τρόπους με τους οποίους η Εκκλησία ήθελε να διαδώσει την Ελληνικότητα, την πίστη, την Ορθοδοξία, ήτανε η ίδρυση μοναστηριών.
Στα μέσα του 16ου αιώνα μερικοί καλόγεροι από το μοναστήρι του Φιλοθέου του Αγίου όρους, πήγανε κοντά στο χωριό Φτέρη και έκτισαν εκεί ένα μοναστήρι στη μνήμη των Αγίων Ταξιαρχών.
Γρήγορα όμως αποδείχτηκε πως η Φτέρη δεν ήταν κατάλληλος τόπος για ένα μοναστήρι αφού βρισκόταν στο πέρασμα αρβανίτικων συμμοριών και έτσι ο μοναχός Πανούρης μετέφερε το μοναστήρι, στο χωριό Ζάλτσι στα 1649.
Ούτε όμως και στη θέση αυτή οι πατέρες βρήκαν την ασφάλεια και την ησυχία που επιζητούσαν και έτσι αναγκάστηκαν να τραβηχτούν πιο μέσα στο βάθος της χαράδρας και να χτίσουν εκεί έναν ναό στη μνήμη και πάλι των Αγίων Ταξιαρχών (Παλιομονάστηρο).
Στα τέλη του 18ου αιώνα το 1792,ο ηγούμενος Νεόφυτος, μετέφερε το μοναστήρι στη θέση “Αλώνια” που βρίσκεται μεγαλόπρεπο μέχρι σήμερα με την ονομασία “Αγία Τριάδα”.
Οι εργασίες άρχισαν το Μάρτιο του 1792 και οι περήφανοι μαστόροι της περιοχής εκεί, έβαλαν όλη την τέχνη τους αλλά και οι χριστιανοί για την ανοικοδόμηση του Μοναστηριού πρόσφεραν γενναιόδωρα και χέρια εργατικά καθώς όμως και χρήματα.
Οι εργασίες περατώθηκαν το 1797 και τρία χρόνια αργότερα στήθηκε ο περικαλλέστατος αυτός ναός της Αγίας Τριάδας ενώ για την ανέγερση και την διακόσμηση του, συνεργάστηκαν Πενταλοφίτες κτίστες και λιθοξόοι Πωγωνιώτες πελεκάνοι ξύλου και Χιοναδήτες αγιογράφοι.
Το καθολικό της μονής είναι ένα εξαιρετικό έργο του πρωτομάστορα Γεωργίου Κούστα με καταγωγή από το Ζουπάνι (ο σημερινός Πεντάλοφος) και ανεγέρθηκε στα 1800, σύμφωνα άλλωστε και με την κτητορική επιγραφή που υπάρχει στο βόρειο τοίχο.
Το καθολικό της Μονής, διατηρεί εξαιρετικά την αρχική του εκείνη μορφή με ορισμένες ελάχιστες και ανεπαίσθητες επεμβάσεις στο ανώτερο τμήμα της ανατολικής πλευράς του αλλά και της αντίστοιχης αψίδας του.
Είναι κατασκευασμένο με εξαιρετικές και αυστηρά επιλεγμένες πελεκητές πέτρες (αμμόπετρες) σε ένα μάλλον ακανόνιστο αλλά και ισόδομο σύστημα με μία βέβαια, παράλληλη εξαφάνιση των αρμών.
Αρχιτεκτονικά, το Καθολικό, ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο (αθωνικό) τύπο με τρούλο, πλευρικούς χορούς και τρουλίσκους στη πρόθεση και το διακονικό. Η κάλυψη των γωνιακών ανατολικών διαμερισμάτων γίνεται με θόλους, ενώ των αντίστοιχων προς τη δύση με ημικυλινδρικές καμάρες.
Στη δυτική πλευρά η κεραία του σταυρού καλύπτεται με ημισφαιρικό θόλο ενώ στο ιερό, η κεντρική πολυγωνική αψίδα (δεκατρείς πλευρές) προεξέχει εξωτερικά, ενώ οι κόγχες της πρόθεσης και του διακονικού εγγράφονται στο πάχος του ανατολικού τοίχου.
Στη βόρεια πλευρά η κόγχη είναι επτάπλευρη με τυφλά αψιδώματα που φέρουν στις απολήξεις ισλαμίζοντα τόξα διπλής καμπυλότητας, ενώ η νότια κόγχη είναι εννιάπλευρη με τυφλά αψιδώματα και συμφυείς κιονίσκους.
Ο ναός διαθέτει νάρθηκα – γυναικωνίτη, πάνω από τον οποίο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Μόδεστου του οποίου η λίθινη οροφή διαιρείται σε τρία μέρη μέσω δύο τόξων, τα οποία καλύπτονται με ισάριθμους, τυφλούς σφαιρικούς θόλους.
Το ξυλόγλυπτο, εξαιρετικής τέχνης και επιχρυσωμένο τέμπλο του ναού έχει κατασκευασθεί με την δύσκολη τεχνική του σκαλιστού, στον αέρα.
Όλες οι επιφάνειες του κυρίως ναού και του ιερού καλύπτονται με τοιχογραφίες που φιλοτεχνήθηκαν, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στα 1802, επί Μητροπολίτη Νεοφύτου και ηγουμενίας Νεοφύτου από τον Χιονιαδίτη αγιογράφο, Μιχαήλ.
Στον κυρίως ναό, στην πρώτη ζώνη, απεικονίζονται ολόσωμοι άγιοι, στη δεύτερη άγιοι σε στηθάρια, στην τρίτη χριστολογικές σκηνές (Πάθη, Παραβολές) και στην τελευταία ζώνη οι παραστάσεις της Βάπτισης και της Μεταμόρφωσης στο τεταρτοσφαίριο του νότιου και βόρειου χορού αντίστοιχα.
Στο ιερό βήμα απεικονίζονται στην αψίδα η Πλατυτέρα και η Κοινωνία των Αποστόλων, ο Μελισμός και οι Ιεράρχες ενώ τις υπόλοιπες επιφάνειες των τοίχων και των θόλων καλύπτουν διάφορα θέματα από το λειτουργικό, δογματικό και ιστοριολογικό κύκλο.
Άποψη των τοιχογραφιών
Η συμβολή του Μοναστηριού στους αγώνες για την ανεξαρτησία του Έθνους είναι μεγάλη. Στο μεγάλο ξεσηκωμό του 1821, αλλά και πριν και μετά απ’ αυτόν πρόσφερε σπουδαίες υπηρεσίες.
Ο μοναχός Διονύσιος Αγακίδης ήταν η ψυχή του κλεφταρματολισμού και των σταυραετών της ελευθερίας του Βοϊου και για την δράση του αυτή απαγχονίστηκε στη Ελασσόνα ύστερα από σκληρά βασανιστήρια το 1821.
Την ίδια εποχή έδρασε στην περιοχή ο καπετάν Κοντοδήμος που ενεργούσε με τις οδηγίες και τις ευλογίες των μοναχών. Στο κίνημα του 1854 είχε συμμετοχή και το μοναστήρι. Στην επανάσταση του 1878 τα 50 κελιά που διέθετε και οι αποθήκες του διατέθηκαν για τις ανάγκες του αγώνα ενώ λειτουργούσε και κρυφό σχολείο.
Ιδιαίτερα όμως σημαντική ήτανε και η προσφορά του Μοναστηριού αυτού, κατά την διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα.
Σε όλα αυτά τα χρόνια στάθηκε ένας σημαντικός φάρος πνευματικός, ακτινοβόλος, πνευματική δύναμη, που κράτησε ζωντανή την κάθε ελπίδα για καλύτερες μέρες.
Το 1932 με νόμο, η Μονή καταργήθηκε με το αιτιολογικό ότι δεν έχει περισσότερους από πέντε μοναχούς και έγινε έτσι μετόχι του Μοναστηριού της Παναγίας του Μικροκάστρου ενώ η μεγάλη του περιουσία περιήλθε στον (Ο.Δ.Ε.Π), Οργανισμό Διαχείρισης Εκκλησιαστικής περιουσίας ενώ με ενέργειες του Ιεράρχη Ιακώβου πετυχαίνεται η ανασύσταση του Μοναστηριού στις 30/10/1952.
Αμέσως μετά αρχίζει βέβαια και το δύσκολο έργο της αναστήλωσης αλλά και της ανασυγκρότησης και αυτό πραγματοποιήθηκε κυρίως χάρη στην μέριμνα των μακαριστών Ιεραρχών της Μητρόπολης Σισανίου και Σιατίστης, του Πολυκάρπου και του Αντωνίου με συμπαραστάτες, τους κάτοικους των γύρω χωριών αλλά και όλης της ευρύτερης περιοχής.
To 2013 εγκρίθηκαν κάποια έργα αποκατάστασης από την Περιφέρεια της Δυτικής Μακεδονίας, στο καθολικό της Μονής, καθώς και στους κοιτώνες όπως επίσης και της αποκατάστασης των πολλών φθορών στην στέγη του καθολικού.
Σύμφωνα με την παράδοση υπάρχουν δύο εκδοχές για την θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδας της Μονής.
Η θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδας
Λέγεται ότι η εικόνα της Αγίας Τριάδoς από την Μονή του Πελεκάνου που βρισκόταν εμφανιζόταν μόνη της στο χώρο που βρίσκεται ο ναός σήμερα στο Βυθό.
Μια ιστορία που δημιούργησε αντιπαράθεση μεταξύ των κατοίκων του Πελεκάνου και του Βυθού.
Η λύση δόθηκε με ένα γαϊδουράκι στο οποίο φορτώθηκε η εικόνα και αφέθηκε ελεύθερο. Στο σημείο που το ζώο σταμάτησε ήταν η Μονή, οπότε και παρέμεινε.
Μια άλλη εκδοχή θέλει την εικόνα να εμφανίζεται σε δέντρο μέσα στο δάσος και απέναντι από την Μονή που μόνο ο Ηγούμενος Νεόφυτος την έβλεπε. Μετά από φωτιά που ξέσπασε στο δάσος η εικόνα σώθηκε και βρέθηκε αργότερα και μεταφέρθηκε στη Μονή από έναν βοσκό και στην συνέχεια να κτιστείτε ο Ναός που φέρει το όνομα της Αγίας Τριάδoς.
Το μοναστήρι υπηρέτησαν ο Ιερέας Βασίλειος Ραμαντζάς, ο Ιερομόναχος Γυδεών Σούγκαρης και από το έτος 1957 μέχρι τον Απρίλιο του 2015 ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ Μαραγκίδης.
Ήτανε πιστός φύλακας , αφοσιωμένος και ακούραστος υπηρέτης του Μοναστηριού.
Ο μοναχός Σεραφείμ, υπήρξε στυλοβάτης του Μοναστηριού.
Διακρίθηκε για την εργατικότητά του, την ευσέβεια του, φροντίζοντας με πολλή αφοσίωση την πάλαι ποτέ διαλάμψασαν Μονή συντροφιά για πολλά χρόνια, παλιότερα, με την αξιαγάπητη μητέρα του, την Βαρβάρα.
Ο ηγούμενος Σεραφείμ καταγόταν από ένα κοντινό χωριό, την Ανθούσα και ήτανε άνθρωπος πράος, καλοσυνάτος, λιγομίλητος και πάντα ιδιαίτερα εξυπηρετικός ενώ αγωνίστηκε εκεί ψηλά, μεταξύ ουρανού και γης σχεδόν 60 χρόνια.
ο μακαριστός ηγούμενος της Μονής, Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ.
Προσέφερε τις υπηρεσίες του στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στο Βυθό Βοΐου, με αυτοθυσία και αυταπάρνηση, παρά τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν τα τελευταία χρόνια.
Η απλότητα και η ταπεινοφροσύνη του κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση των κατοίκων των χωριών της περιοχής, αλλά και όλων των επισκεπτών του Μοναστηριού, οι οποίοι βοήθησαν υλικά και ηθικά, με προσφορές, δωρεές και προσωπική εργασία στο δύσκολο και πολυσύνθετο έργο του.
Η προσφορά του στην προσπάθεια διάσωσης και διατήρησης του εν λόγω Μοναστηριού όλα αυτά τα χρόνια τεράστια, ανεκτίμητη και αξιέπαινη.
Το Μοναστήρι έκανε πολλά για τους ανθρώπους και οι άνθρωποι πολλά για το Μοναστήρι.
Γνώρισε την εγκατάλειψη και την καταστροφή, όμως δε λύγισε, αγωνίστηκε σκληρά, αναγεννήθηκε και ορθώνεται πάλι περήφανο για το λαμπρό του παρελθόν με προθυμία να προσφέρει σε οποιωνδήποτε ζητήσει τη φιλοξενία και τη χάρη του.
_____________________________________Οι παρακάτω 5 φωτογραφίες είναι από το Παρεκκλήσι της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Βοΐου που βρίσκεται μια ανάσα πριν την Μονή.
«Πᾶνος»
Βλέποντας τα οδοιπορικά από τον Αδερφό Γιάννη και τον κόπο που κάνει να μας τα μεταφέρει, θυμήθηκα τον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου:
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Γιάννης ὁ καλότυχος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος.