Οι δύο εντολές αγάπης συνδέονται. Να αγαπάς πλήρως τον Θεό, με όλο σου το είναι, και να αγαπάς πλήρως τον πλησίον, όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Δεν μπορούν να υπάρχουν η μία χωρίς την άλλη, και μόνο μαζί δημιουργούν τον χριστιανικό σταυρό: κάθετα και οριζόντια. Αν αφαιρέσεις τη μια, δεν σχηματίζεται πλέον ο σταυρός και δεν υπάρχει ο χριστιανισμός. Η αγάπη προς τον Θεό δεν αρκεί όπως και η αγάπη προς τον πλησίον δεν αρκεί.
Η μετάνοια, όμως, αμέσως διεγείρει τον άνθρωπο για την αγάπη προς τον Θεό και για την αγάπη προς τον πλησίον.
Ο Θεοφάνης ο Έγκλειστος, στο έργο του "Ο δρόμος της σωτηρίας", λέει (είναι, όμως, η εμπειρία και όλων των Πατέρων) ότι, όταν ο άνθρωπος αφυπνίζεται για μετάνοια, τότε αμέσως νιώθει ότι αγαπάει τον πλησίον. Δεν υπερηφανεύεται πλέον, δε θεωρεί τον εαυτό του μεγάλο. Εύχεται σε όλους σωτηρία. Είναι σημάδι της αληθινής χριστιανικής ζωής. Άρα, η μετάνοια στην αφύσικη, αμαρτωλή, αποξενωμένη κατάσταση, μάς ανοίγει το δρόμο, τη μεταστροφή προς την κανονική κατάσταση, τη μεταστροφή προς τον Θεό και την ανόρθωση ενώπιον του Θεού. Μας ανοίγει την πλήρη αλήθεια για την κατάσταση του ανθρώπου. Και η μετάνοια αμέσως μετατρέπεται σε εξομολόγηση. Η εξομολόγηση είναι η αποκάλυψη του αληθινού ανθρώπου. Μερικές φορές, ακόμα και σε μάς, τους ορθόδοξους χριστιανούς, φαίνεται ότι η μετάνοια είναι κάποια "υποχρέωση" που "πρέπει να εκπληρώνουμε". Αλλά, δεν είναι έτσι. Πρόκειται για μια υπερβολικά υποτιμητική αντίληψη για την εξομολόγηση. Η εξομολόγηση μοιάζει με κάτι το οποίο μου διηγήθηκε μια Ρωσίδα γιαγιάκα, η οποία πρόσεχε τον μικρό της εγγονό. Για κάποιες αταξίες του τον χτύπησε στα χέρια, κι αυτός πήγε στη γωνία και έκλαιγε με πίκρα. Δεν του έδινε σημασία πια και συνέχιζε τη δουλειά της. Όμως, μετά από λίγο, ο εγγονός την πλησιάζει και της λέει: "Γιαγιά, εμένα εδώ με χτύπησαν και εδώ με πονάει". Η γιαγιά συγκινήθηκε τόσο πολύ, με αυτή του την έκκληση, που άρχισε να κλαίει και η ίδια. Ο παιδικός τρόπος είχε νικήσει τη γιαγιά.
Της ανοίχτηκε. Λοιπόν, η εξομολόγηση-μετάνοια είναι ένα άνοιγμα του εαυτού σου ενώπιον του Θεού. Όπως εκείνα τα λόγια του ψαλμού που έγιναν ειρμός: "Την δέησιν εκχεώ πρός Κύριον" … Σαν να έχεις μια κανάτα βρώμικο νερό και απλά το χύνεις μπροστά στον Θεό… "και Αυτώ απαγγελώ μου τάς θλίψεις, ότι κακών η ψυχή μου επλήσθη και η ζωή μου τώ Άδη προσήγγισε". Ο άνθρωπος εδώ νιώθει ότι έπεσε μέχρι το βάθος του Άδου, όπως ο Ιωνάς στο κήτος, και τώρα ανοίγει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού.
Στην αληθινή μετάνοια όλα είναι φανερά και η αμαρτία φαίνεται ξεκάθαρα. Ένας ερημίτης, που ζούσε στο Άγιο Όρος, στα βράχια, όπου δεν υπήρχε τίποτα, κατέβηκε στο μοναστήρι για να εξομολογηθεί και, όταν ο πνευματικός τον ρώτησε, σε τι θέλει να εξομολογηθεί, απάντησε: "Στην ψυχή έχω μεγάλη αμαρτία. Φυλάω σε μια κανάτα κάτι παξιμαδάκια και το ποντίκι έρχεται και τα τρώει. Γογγύζω για το ποντίκι". Μετά σιώπησε για λίγο και συμπλήρωσε: "Αυτό το ποντίκι πραγματικά μου κάνει ζημιά, αλλά θυμώνω μαζί του παραπάνω από τη ζημιά που μου κάνει".
Η εξομολόγηση ως συνέχεια της μετάνοιας είναι πραγματική αυτοαποκάλυψη του ανθρώπου. Ναι, είμαστε αμαρτωλοί, γι’ αυτό και φανερώνουμε τις πληγές μας, τις αρρώστιες μας, τις αμαρτίες μας. Ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του σε κατάσταση απόγνωσης και αδιεξόδου. Όμως, η αλήθεια είναι ότι δε βλέπει μόνο τον εαυτό του, αλλά, όπως έλεγε ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας: βάλε την αμαρτία σου μπροστά σου και κοίτα τον Θεό από την πέρα πλευρά των αμαρτιών. Μέσα από τις αμαρτίες κοίτα τον Θεό! Τότε η αμαρτία δε θα αντέξει το συναγωνισμό στη συνάντηση με τον Θεό. Ο Θεός όλα τα νικά: τι είναι η αμαρτία; Τίποτα! Ένα τίποτα μπροστά στον Θεό. Είναι, όμως, μπροστά στον Θεό! Αλλά η αμαρτία η ίδια για μένα είναι γκρεμός, καταστροφή, Άδης. Όπως λέει ο Ψαλμωδός Δαυίδ: "Ἐκ βαθέων ἐκέκραξά σοι, Κύριε - εκ βυθού ανάγαγε, τήν ζωήν μου". Η ψυχή μας διψά για τον Θεό, όπως το ελάφι στην έρημο διψά για τρεχούμενο νερό.
Όπως ένιωσε ο Άγιος Αυγουστίνος: πουθενά η καρδιά του ανθρώπου δε θα ησυχάσει, παρά μόνο στον Θεό. Όταν συμβαίνει κάτι στο παιδί, τρέχει και ψάχνει τη μητέρα του, και κανέναν άλλον, και τίποτα άλλο δε θέλει, εκτός από τη μητέρα του, και μόλις πέσει στην αγκαλιά της μητέρας του, ηρεμεί.
Γι’ αυτό, το Ευαγγέλιο είναι ακριβώς το βιβλίο των βασικών σχέσεων: εκεί γίνεται λόγος για το παιδί, για τον πατέρα, για τον γιό, για το σπίτι, για την οικογένεια. Το Ευαγγέλιο δεν είναι θεωρία, δεν είναι φιλοσοφία, αλλά η έκφραση των υπαρξιακών σχέσεων – των δικών μας μεταξύ μας και των δικών μας με τον Θεό.
Λοιπόν, η εξομολόγηση είναι η αποκάλυψη της αληθείας για τον εαυτό μας. Δεν πρέπει να διαβάλλουμε τον εαυτό μας, δηλαδή να τον μαλώνουμε παραπάνω από ό, τι έχουμε αμαρτήσει στην πραγματικότητα. Όμως, δεν πρέπει και να αποκρύβουμε. Όταν κρυβόμαστε, δείχνουμε ότι δεν έχουμε ειλικρινή αγάπη προς τον Θεό. Η Βίβλος είναι η καταγεγραμμένη ζωντανή εμπειρία, βγαλμένη από την πραγματικότητα. Πολλά παρουσιάζονται στη Βίβλο, υπάρχουν πολλές αμαρτίες, και αποστασία από τον Θεό, και Θεομαχία, όμως, σε όλο αυτό δε θα βρείτε μόνο ένα – την ανειλικρίνεια. Εκεί δεν υπάρχει τομέας της ζωής όπου να μην υπάρχει ο Θεός. Πρέπει να ξέρουμε, έλεγε ο πατήρ Ιουστίνος, όπως ήξεραν οι άγιοι προφήτες, ότι στον άνθρωπο υπάρχει πολύ κακό, και ότι ο κόσμος χάνεται στην κακία. Ωστόσο, υπάρχει σωτηρία ακριβώς για αυτόν τον κόσμο και ακριβώς για αυτόν τον άνθρωπο. Σε αυτό έγκειται η χαρά μας! Υπάρχει η δυνατότητα της σωτηρίας και υπάρχει ο πραγματικός Σωτήρας.
Ο πατήρ Ιουστίνος το έδειξε μια φορά με ένα παράδειγμα (αγαπούσε πολύ τον προφήτη Ηλία και τον προφήτη Ιωάννη τον Βαπτιστή!). Κατά τα λεγόμενά του, ο Πρόδρομος ήταν ο πιο δυστυχής άνθρωπος στον κόσμο, αφού ακόμα ως παιδί έφυγε με τη μητέρα του για την έρημο, και όταν η μητέρα πέθανε, έμεινε εκεί και ο Θεός τον προστάτευε με Αγγέλους. Λοιπόν, ζούσε στην καθαρή έρημο, με καθαρό ουρανό, με καθαρές πέτρες, με καθαρή βροχή και δε γνώριζε από αμαρτία. Ζούσε ως ενσώματος Άγγελος του Θεού. Όμως, όταν συμπλήρωσε τα 30 χρόνια, ο Θεός του λέει: πήγαινε στον Ιορδάνη για να βαπτίζεις τους ανθρώπους. Και τότε έρχονται άνθρωποι σε αυτόν και αρχίζουν να εξομολογούνται… ρίχνουν πάνω στον Πρόδρομο τις αμαρτίες τους που γίνονται λόφος… βουνό… Και ο Πρόδρομος δεν μπορεί να αντέξει αυτές τις αμαρτίες. Ξέρετε, τι αμαρτίες έχουν και κουβαλάνε μέσα τους οι άνθρωποι! Και ο Πρόδρομος αρχίζει να νιώθει απόγνωση: "Κύριε, ώστε αυτός είναι ο άνθρωπος που Εσύ είχες δημιουργήσει; Και αυτός είναι ο καρπός των χεριών Σου;" Ο Πρόδρομος άρχισε να πνίγεται. Και οι μάζες συνεχίζουν να έρχονται για να εξομολογηθούν – πόσες αμαρτίες ακόμα πρέπει να συσσωρευτούν; Και όταν ο Πρόδρομος δεν μπορεί πλέον να αντέξει, ξαφνικά ο Θεός του λέει: "Ιδού, ο Αμνός του Θεού, ανάμεσα σε αυτούς τους αμαρτωλούς: Ένας που παίρνει πάνω Του τις αμαρτίες όλων αυτών και όλου του κόσμου". Και εδώ, ο πιο δυστυχής άνθρωπος γίνεται ο πιο ευτυχισμένος. Δόξα Σοι, Κύριε! Άρα, υπάρχει σωτηρία από αυτές τις αμαρτίες και από όλες τις αμαρτίες.
Υπάρχει ο Σωτήρας! Το ποια μετάνοια βίωσε ο Πρόδρομος εκεί, ο πατήρ Ιουστίνος το εκφράζει, βεβαίως, με βάση τη δική του εμπειρία. Και πράγματι, μπορώ να πω από τη δική μου μικρή εμπειρία δίπλα στον πατέρα Ιουστίνο. Ήταν άνθρωπος που ζούσε σαν τον Πρόδρομο: αγνός, μεγάλος ασκητής και συνέπασχε, σαν τον Μητροπολίτη Αντώνιο (Χραποβίτσκιϊ), συνέπασχε με τους αμαρτωλούς, συνέπασχε με κάθε άνθρωπο, με όλη την κτήση, και γι’ αυτό ο Θεός του έδωσε το μεγάλο χάρισμα των δακρύων. Και δεν ήταν κάτι το ξένο σε μας. Τα ανθρώπινα δάκρυα είναι πάντοτε οικεία στον καθένα μας. Δίπλα στον άνθρωπο που ειλικρινά μετανοεί, μπορούμε να νιώσουμε ότι και σε μας χρειάζεται η μετάνοια, ότι τα δάκρυα είναι το φυσικό νερό, πολύτιμο σαν το αίμα, είναι νέο χριστιανικό αίμα, νέο βάπτισμα, όπως έλεγαν οι πατέρες. Μέσα από τα δάκρυα ανανεώνουμε το νερό της Βάπτισης που γίνεται ζεστό, γεμάτο χάρη.
Και σε μια τέτοια μετάνοια προκύπτει και η νηστεία.
Ο Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης, στο βιβλίο του «Η εν Χριστώ ζωή μου», γράφει ότι, όταν ο άνθρωπος μισεί, το βλέμμα του ενοχλεί τον άλλον ακόμα και όταν περπατάει. Από την αμαρτία δεν υποφέρει μόνο ο ίδιος ο άνθρωπος, αλλά υποφέρουν τα πάντα γύρω του, ακόμα και η φύση. Όταν ο άνθρωπος αρχίζει να μετανοεί και να νηστεύει, τότε και αυτό αντανακλάται πάνω σε ό, τι τον περιβάλλει.
Επιτρέψτε μου μια παρέκβαση: αν η σύγχρονη ανθρωπότητα νήστευε περισσότερο, δε θα είχαμε τόσα οικολογικά προβλήματα. Η σχέση του ανθρώπου με την φύση δεν έχει εγκράτεια, δεν είναι ασκητική. Είναι βάναυση, βίαιη. Ο άνθρωπος, πλέον, είναι εκμεταλλευτής ή κατακτητής. Ο Μαρξ αυτό δίδασκε: πρέπει απλά να ριχτούμε πάνω στη φύση και να τη χρησιμοποιούμε, να κατακτήσουμε τους νόμους της και να αναπαράγουμε. Αυτή θα είναι η "ιστορία" κτλ. Τέτοια σχέση είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ανθρώπινη.
Οι άγιοι πατέρες ασκητές έλεγαν ότι δεν είμαστε σαρκοκτόνοι, είμαστε παθοκτόνοι. Η νηστεία δεν είναι μάχη εναντίον της σάρκας, ως κτήσης του Θεού. Και ο Χριστός είναι σάρκα, και η Μετάληψή Του επίσης σάρκα. Όμως, η μάχη πρέπει να γίνεται ενάντια στη διαστροφή της σάρκας. Ο καθένας μας μπορεί να συνειδητοποιήσει και να νιώσει ότι, αν ο άνθρωπος δεν είναι εγκρατής, το σώμα του, τότε, γίνεται δούλος της τροφής ή του ποτού ή άλλων απολαύσεων. Το πράγμα αρχίζει και εξουσιάζει τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος το πράγμα.
Η πτώση του Αδάμ αυτό ήταν: δεν ήθελε να συγκρατήσει τον εαυτό του. Όταν έφαγε τον καρπό, δεν απόκτησε κάτι καινούργιο. Η εντολή δεν ήταν ότι απαγορεύεται να φάει αυτόν τον καρπό, λες και είχε κάτι το επικίνδυνο, αλλά να μάθει να πειθαρχεί τον εαυτό του, για να τον βάλει στο δρόμο της άσκησης. Εδώ έγκειται η άσκηση της ελευθερίας και η άσκηση της αγάπης. Κανένας, εκτός από τον άνθρωπο, δεν μπορεί να τα κάνει, και γι’ αυτό έχει κάλεσμα για να τα κάνει. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι ασκητής, για να μετέχει στην ελευθερία και την αγάπη του Θεού.
Για παράδειγμα, ο αθλητής, ο ποδοσφαιριστής, πρέπει να είναι ασκητής. Δεν μπορεί να πίνει, να τρώει και να κάνει ό, τι θέλει και να είναι και καλός αθλητής. Δεν μπορεί. Είναι "φως φανάρι".
Ο χριστιανός δε, ακόμα πιο πολύ, πρέπει να ημερεύει το σώμα του για να τον υπηρετεί (στα ελληνικά να λειτουργεί), δηλαδή για να είναι σε "λειτουργία". Και "λειτουργία" σημαίνει πλήρης, κανονική κοινή λειτουργία, κοινή ενέργεια. Όταν μιλάμε για Θεία Λειτουργία, εννοούμε υπηρεσία των ανθρώπων στον Θεό, όμως, η κοινή σημασία της λέξης είναι η κανονική λειτουργία όλων αυτών που έχουν δοθεί στον άνθρωπο.
Γι’ αυτό, ο χριστιανός που μετανοεί, επιστρατεύει και τη νηστεία. Για αυτό πρέπει να νηστεύουμε και όχι για να το εκτελούμε ως χρέος μας ή ακόμα, όπως νομίζουν μερικοί, για να πάρουμε από τον Θεό το έπαθλο, το στεφάνι. Οι μισθοφόροι μπορούν να σκέφτονται έτσι, αλλά όχι τα τέκνα. Ο Χριστός, όταν πήγε για θυσιαστεί για μας, δεν έψαχνε έπαθλο από τον Θεό. Πήγε από αγάπη. Όπως λέει ο Μητροπολίτης Φιλάρετος, από αγάπη προς τον Θεό Πατέρα σταυρώθηκε ο Υιός· από αγάπη του Υιού προς εμάς σταυρώθηκε, και από αγάπη του Αγίου Πνεύματος νίκησε το θάνατο με τη Σταύρωσή Του. Μόνο με αγάπη μπορεί να το καταλάβει κανείς.
Στην οικογένεια ή στη φιλία, όταν υπάρχει αγάπη είναι πολύ εύκολο να αρνηθείς κάτι για τον άλλον, είναι φυσική επιθυμία να μοιραστείς με τον άλλον.
Σε αυτό έγκειται και η σωστή προσέγγιση της νηστείας.
Εκτός από αυτό, η νηστεία μας βοηθάει να διορθώσουμε τη κατεστραμμένη ανθρώπινη φύση, να επαναφέρουμε την πρέπουσα τάξη που έδωσε ο Θεός. Αυτό σημαίνει να τρεφόμαστε, πρώτα από όλα, με το λόγο του Θεού και μετά με ψωμί. Το ψωμί, αναμφίβολα, είναι αναγκαίο. Χωρίς το ψωμί δεν μπορούμε να ζήσουμε. Όμως, το ψωμί έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Όπως ο Χριστός απάντησε στον διάβολο που Τον πείραζε στην έρημο: "Οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ". "Επί παντί ρήματι" σημαίνει να ζει κανείς επικοινωνώντας με τον Θεό.
Θυμάμαι έναν Ρώσο, που ήταν βιβλιοθηκάριος στη σχολή μας[2], με πολλά δεινά. Κρατούνταν για τέσσερα χρόνια στο Νταχάου. Αυτός δέχτηκε και ανάθρεψε ένα Σέρβο ορφανό και μετά τον πάντρεψε. Η γυναίκα του έδιωξε τον γέρο από το σπίτι. Ο γέρος μετά πέθανε πολύ φτωχός. Αυτός διηγούταν ότι στο Νταχάου από το πρόσωπο μπορούσες να καταλάβεις ποιος έχει ζωντανή επικοινωνία με τον Θεό. Εκεί δεν υπήρχε υποκρισία. Μου είπε, παρεμπιπτόντως, ότι κατά τη γνώμη του, ο Μπερντιάγιεβ δεν είχε ποτέ ζωντανή επικοινωνία με τον Θεό. Βεβαίως, ο Μπερντιάγιεβ υπήρξε τραγική φιγούρα, με πολλά δεινά, μάρτυρας κατά κάποιον τρόπο, και δεν μπορούμε εύκολα να τον απορρίπτουμε. Αλλά ήταν πολύ επιβλητικός. Όχι μόνο δεν ήξερε από ταπείνωση αλλά την επέπληττε κιόλας.
Συνεχίζεται
_________________________________
[2] Εννοείται η Θεολογική Σχολή της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στο Βελιγράδι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου