Τρίτη 30 Αυγούστου 2022

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ & ΛΗΡΩΔΙΑΙ (3) - Χριστὸς καί Θεοτόκος Ἕλληνες ἢ ὁ βρεφοκτόνος Ἡρώδης;

 

Τὸ Πρῶτο μέρος ΕΔΩ Τὸ δεύτερο μέρος ΕΔΩ
 
Ἀναγκάζομαι νὰ κάνω μία παρένθεση εἰς τὰ παρατιθέμενα περὶ Παλαιᾶς Διαθήκης (ΠΔ), ἐξ αἰτίας ἀντιδράσεων καὶ σχολίων, εἰς κάποιον ἱστολόγιον.

Δὲν παρενόησα αἴφνης μὲ τὸ θέμα τῆς ΠΔ, ἐπειδὴ κάποιοι τὴν θεωροῦν παρελθοντολογικὸν θέμα. Ἀγνοοῦν παντελῶς τὴν αἰτία καὶ τὸν κίνδυνον τῶν αἱρέσεων. Ἡ Α' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (ἀλλὰ καὶ ἡ Β') ἀνέφερε εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως: «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν...» ἀποτυπώνουσα καὶ θεσμοθετοῦσα τὴν Ἀρχιερατικὴν προσευχὴν τοῦ Κυρίου «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν, καθὼς Σύ, Πάτερ, ἐν Εμοὶ κἀγὼ ἐν Σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν Ημῖν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι Σύ Με ἀπέστειλας» (Ἰω. ιζ' 21). Γιὰ νὰ πραγματωθεῖ (ἴσως ἡ λέξις δὲν ἀποδίδει τὴν ἀπαιτούμενην ἔννοια, ἀναφερόμενη εἰς ὑλικά-πράγματα, ἐνῶ τὸ ζητούμενον Ἕν εἶναι κυρίως ψυχοπνευματικὸν καὶ ἐν τέλει ἀποκλειστικῶς ψυχικόν) τὸ Ἕν, ἀπαιτεῖται κοινὸ σκεπτικό-λογικόν-ἰδεολογία καὶ αὐτὸ μόνον ἀπὸ τὸν Δημιουργὸν παρέχεται.

Ἐπειδὴ εἶναι ἀρκετὰ δυσκολοαντιλήψιμον τὸ θέμα (τὸ ὁποῖον εἶχα τὴν "τύχη" νὰ γνωρίσω κατὰ τὸ ἀνθρώπινον) θὰ προσπαθήσω νὰ τὸ θέσω μὲ ἕνα κοινότατο παράδειγμα :

Γνωρίζονται δυὸ ἑτερόφυλα ἄτομα (γιὰ "διαφορετικὰ" εἶμαι τελείως ἀναρμόδιος...) καὶ ἀποφασίζουν νὰ «ἑνώσουν» τίς ζωές τους ἐπειδὴ βρίσκουν κάποια κοινὰ σημεῖα. Πιθανότατα τὸ μόνον κοινὸ νὰ εἶναι ἡ σεξουαλικὴ ἕλξις ἀλλὰ μπορεῖ νὰ συντρέχουν κι ἄλλα λ.χ. πολιτισμικὴ ἐνασχόλησις, ἀθλητικὰ ἐνδιαφέροντα, ἐπιχειρηματικοὶ στόχοι ἢ καὶ διαδικτυακὴ προβολή. Εἰς τὴν πορείαν ἀντιλαμβάνονται ὅτι «δὲν τὰ βρίσκουν» καὶ χωρίζουν ἢ ἡ σχέσις καρκινοβατεῖ ἐπὶ μακρόν. Τί ἔφταιξε; Ἁπλῶς τὰ κοινὰ σημεῖα δὲν κάλυπταν ὅλο τὸ εὗρος τῆς ζωῆς. Ἡ συνηθέστερη ἀντιμετώπισις δέ, εἶναι ὁ καθεὶς νὰ προσπαθεῖ νὰ ἐπιβάλει τὸ δικό του σκεπτικό-λογικόν-ἰδεολογία εἰς τὸ ἕτερον ἥμισυ. Ὑπάρχει κάποιος, ὁ ὁποῖος δὲν τὸ βίωσε;

Ἄν λοιπὸν δύο ἄτομα, μὲ τίς ἀνθρώπινές τους νοητικὲς δυνατότητες, ἀποτυγχάνουν τὸ «Ἓν» γιὰ ἕνα κλάσμα ἐπίγειας ζωῆς, πῶς εἶναι δυνατὸν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μαζὶ νὰ ἐπιτύχουν τὸ «αἰώνιον Ἓν» μὲ τὰ ἴδια ἐφόδια, ὅταν μὲ τοὺς περισσοτέρους νὰ μὴν ἔχουν τὸ παραμικρὸν σημεῖον ἐπαφῆς;

Ἐδῶ ἔρχεται ὁ Χριστὸς καὶ διδάσκει «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. ιε' 5). Τὸ «λογικὸν» θὰ τὸ πάρετε ἀπὸ Ἐμένα, τὸν Δημιουργόν. Στὴν πραγματικότητα δὲν θὰ τὸ πάρετε γιατί σᾶς τὸ ἔχω «φυτέψει» ἐξ ἄκρας συλλήψεως, ἀλλὰ τὸ μολύνατε μὲ τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα (σημ. Οἱ μὴ ἀποδεχόμενοι τὴν ΠΔ ἀπὸ ποῦ ἕλκουν τὴν γνῶσιν περὶ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος; - ἂς ἀπαντήσουν!). Κι ὅταν πάλι τὸ μολύνατε, ἦρθα πάλιν νὰ τὸ ἀνακαινίσω μὲ τὸ Ὀρθόδοξον Βάπτισμα! Ἀλλὰ καὶ συνεχίζοντες νὰ τὸ μολύνετε, πάλιν σᾶς δίνω τὴν εὐκαιρία νὰ τὸ καθαρίσω μὲ τὸ μυστήριον τῆς Μετανοίας-Ἐξομολογήσεως.

Ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ, ἴσως ἀδοκίμως, νὰ ἀναφέρομαι εἰς τὸ προαναφερθὲν «σκεπτικό-λογικόν-ἰδεολογία» τοῦ ἀνθρώπου, ὡς «λογισμικόν» του. Δὲν εἶναι τυχαία ἡ χρῆσις τοῦ ὅρου ἐπειδὴ πρόσφατα κάποιοι «σατανιστές» (πχ. Harari) ἀνεφέρθησαν εἰς «χακάρισμα» τοῦ λογισμικοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ νὰ τὸ ἀναφέρει αὐτός, ἀπὸ τὸν «ἀφέντη» του τὸ ἔμαθε κι αὐτὸς γνωρίζει πολὺ καλῶς.

Ὅταν ὁμιλοῦμε περὶ διαστάσεως κοσμικῆς λογικῆς καὶ Θεϊκῆς Ἀληθείας, πολλοὶ θεωροῦν ὅτι ὑπάρχουν δυὸ διαφορετικὲς λογικές. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ἀδύνατον ἐντὸς τοῦ Σύμπαντος, τὸ ὁποῖον ὅλον καταλαμβάνεται ὑπὸ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει μόνον ἡ Θεϊκὴ Ἀλήθεια, αὐτὴ ἡ ὁποία θέτει τὸ ἀνθρώπινον «λογισμικόν», τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου μόνον κι ὄχι τὸ πνεῦμα. Ἡ ψυχὴ (ἡ καρδία-ὄχι ὑλικὰ) εἶναι ἂς ποῦμε τὸ router μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Δημιουργόν του. Εἰς τὸ πνεῦμα καὶ τὸ σῶμα ὁ Θεὸς παρέχει χαρίσματα καὶ ἀδυναμίες, τὰ ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος διαχειριζόμενος (ἢ μᾶλλον "διαψυχιζόμενος") ὀφείλει νὰ χρησιμοποιήσει (χαρίσματα) καὶ ὑπερνικήσει (ἀδυναμίες) ὥστε νὰ ἐπιτύχει τὴν θέωσιν, τὸ Ἓν μὲ τὸν Χριστόν. Εἰς τὸν ἀγῶνα αὐτὸν δημιουργοῦνται «ἄρρωστοι» λογισμοί, οἱ ὁποῖοι μολύνουν τὸ ἀρχικὸ λογισμικό του. Ὡς παράδειγμα δεῖτε το μὲ ἕναν ὁλοκαίνουργιον ὑπολογιστήν, εἰς τὸν ὁποῖον εἰσέρχονται ἰοὶ καὶ μολύνεται.

Δυὸ εἶναι οἱ κύριοι αἴτιοι τοῦ ψυχικοῦ μολυσμοῦ. Τὸ ΕΓΩ μας καὶ ὁ διάολος. Πρακτικῶς εἶναι μόνον τὸ ΕΓΩ μας, ἀφοῦ ὁ διάολος χρησιμοποιεῖ τὸ ΕΓΩ, ὥστε νὰ μολύνει τὸ λογισμικό μας. Ἕνα μικρὸ παράδειγμα :

Ἔρχεται ὁ διάολος στὸν Ἄρειον καὶ τοῦ λέει (μὲ πονηρὸν λογισμόν, ὄχι «φάτσα μὲ φάτσα»): «ἐσὺ Ἄρειε, ποὺ γνωρίζεις τόσο καλὰ τίς Γραφές, δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀφήνεις νὰ ζοῦν στὴν πλάνη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀλλὰ νὰ τοὺς ἐξηγήσεις ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι κτίσμα τοῦ Πατρός». Τόσον ἁπλόν! Ὁ δὲ Ἄρειος, «δάγκωσε τὸ τυράκι» τῆς ὑπερηφανείας, πιάστηκε στὴν φάκα καὶ κατακρημνίσθηκε πνευματικῶς, ὅπως πάμπολλοι πνευματικῶς ἐκλεκτοὶ ἐκκλησιαστικοὶ ἄνδρες (διαβάστε τόσα παραδείγματα ἀπὸ τὸ γεροντικόν). Τὸ δὲ χειρότερον ἦταν ὅτι παρέσυρε εἰς τὴν πτῶσιν του πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους. Ἄν θέλετε ἕνα ἀκόμα ἐναργέστερο παράδειγμα, δεῖτε τὴν πτῶσιν τοῦ λαμπροτέρου ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἑωσφόρου.

Πὼς ἀντιμετωπίζεται ἡ μόλυνσις τοῦ λογισμικοῦ τοῦ ἀνθρώπου; Μὰ φυσικὰ προσπίπτοντες εἰς τὸν Κύριον καὶ ζητοῦντες τὴν Ἀλήθειάν Του, την καθολικὴν Ἀλήθειαν, τὴν ἤδη φυτευμένην εἰς τὴν ψυχήν μας ἀλλὰ ἐπικαλυμμένη μὲ τόνους μάκας μιαροῦ λογισμοῦ. Εἴμαστε σὰν τοὺς ὑπολογιστές, οἱ ὁποῖοι βρίθουν κακόβουλων ἰῶν, συνηθέστατε δὲ ἀπευθυνόμενοι γιὰ τὸν καθαρισμὸν εἰς τοὺς κατασκευαστὲς τῶν ἰῶν! Ἴδια κι ἀπαράλλακτα, ὅπως μὲ τὰ κοβιντο-ἐμβόλια!!! Ἀπόδειξις τοῦ τρόπου καταφυγῆς εἰς τὴν Θείαν Ἀλήθειαν καὶ τῆς ἀποτελεσματικότητος αὐτῆς, ἀποτελοῦν μία πλειάδα ζώντων γερόντων (καὶ κατόπιν ἁγίων ἐν τῷ Οὐρανῷ), οἱ ὁποῖοι ἂν καὶ παντελῶς ἀγράμματοι κοσμικῶς, ἔλαβαν πληροφόρησιν ἐκ Θεοῦ γιὰ θέματα, τὰ ὁποῖα ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ ἀδυνατοῦσε νὰ ἀπαντήσει.

Οἱ αἱρέσεις λοιπόν, ἀπετέλεσαν πάντοτε τὸν ψυχικὸν μολυσμὸν τοῦ ἀνθρώπινου λογισμικοῦ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀδυνατεῖ νὰ «πραγματώσει» τὸ «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» καὶ νὰ ἐκπέσει τοῦ Θεϊκοῦ του προορισμοῦ, ὅπως ὁ Ἑωσφόρος ἐξέπεσεν. Διὰ τοῦτο ἡ Ζ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διεκήρυξεν :

«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν καὶ τοὺς Αὐτοῦ ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν ναοῖς, ἐν εἰκονίσμασι... Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».

Εἰδικῶς διὰ τὸ «οἱ Προφῆται ὡς εἶδον», ρωτῶ εὐθέως τοὺς ἀμφισβητίες τῆς ΠΔ, ποῦ ἀλλοῦ εἶδαν προφήτην εἰς τὴν Καινὴ Διαθήκην, πέραν τοῦ Προδρόμου Ἰωάννη; Διότι ἡ θεσμοθέτησις τῆς Συνόδου ὁμιλεῖ γιὰ πολλοὺς καὶ ὄχι γιὰ ἕναν, τὸν ὁποῖον καὶ συγκεκριμένως θὰ ὀνομάτιζε! Κυρίως ὅμως ἡ Σύνοδος ὀνοματίζει σαφῶς καὶ κατηγορηματικῶς τίς πηγὲς τῆς Γνώσεως καὶ οὐδαμοῦ ἀναφέρει «τὸ ΕΓΩ μου ὡς μοῦ ἔδειξεν ἢ ὁ Λιακοπουλοτουλιάτος ὡς μὲ παραμύθιασε».

Αὐτὸ τὸ ὁποῖον διακηρύσσει ἡ Ζ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶναι ὅτι ἡ Πίστις εἶναι ἕνα ἑνιαῖον ὀργανικὸν σύνολον, παραδομένον ἀπὸ τὸν Δημιουργὸν (ἐξ Οὖ καὶ Θεόπνευστον) καὶ δὲν μπορεῖ ὁ καθεὶς νὰ ἐπιλέγει menu ala carte, ἀλλὰ θὰ ἀκολουθήσει ὅλο τὸ σύνολον, ἂν θέλει νὰ ἀκολουθήσει τὸν Κύριον. Ὁ Κύριος εἶπεν «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Μᾶρκ. η'34). «Ὅστις θέλει», εἶπε, δὲν ἀνάγκασε κανέναν, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀκολουθήσεις ἀπαρνεῖσαι τὸ ΕΓΩ σου, τὴν πηγὴ τῶν μιαρῶν λογισμῶν καὶ τῆς μολύνσεως τοῦ θεϊκοῦ μας λογισμικοῦ. Ὁ ἴδιος πάλιν ὁ Κύριος εἶπε : «Οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω, (Πάτερ), ἀλλ᾿ ὡς Σὺ» (Ματθ. κς΄39). Καὶ θὰ πεῖ ὁ καθένας μας τὸ πῶς θέλει τὸ menu; (σχετικὸν www.triklopodia.gr/κυανουσ-οὐρανοσ-νά-ἐπιλεξουμε-τον-θεο/). Φάε ὅλο τὸ φαί σου παιδάκι μου νὰ μεγαλώσεις. Ἔτσι λένε οἱ μάνες στὰ μωρά, ἔτσι καὶ ὁ Πατὴρ στὰ πνευματικὰ βρέφη!
 
Δὲν εἶναι τυχαῖον, ὅτι κορυφαῖοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι ἀμύνθηκαν τῶν αἱρέσεων καὶ τοῦ μολυσμοῦ τῆς Πίστεως, ὅπως μᾶς παρεδόθῃ ἐξ Οὐρανοῦ. Μέγας Ἀθανάσιος, Μέγας Βασίλειος, Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος, Μέγας Φώτιος, Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, Ἅγιος Μᾶρκος Εὐγενικὸς καὶ τόσοι ἄλλοι. Δὲν εἶναι τυχαῖοι οἱ πλήρως ἀπαξιωτικοὶ χαρακτηρισμοί, οἱ ὁποῖοι κοσμικῶς μπορεῖ νὰ ἐφαίνοντο σκαιῶς ὑβριστικοί, ἀλλὰ τοὺς χρησιμοποίησαν αὐτοὶ οἱ ἅγιοι πατέρες, ὥστε νὰ καταδείξουν τὴν ἐντελῶς διαβολικὴ προαίρεσιν τῶν αἱρετικῶν. Πόσοι καὶ πόσοι δὲν ἔχουν κακοχαρακτηρίσει τὸν Ἅγιον Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸν γιὰ τὸ «τὸν πάπα νὰ καταρᾶσθε», ἀναρωτώμενοι πῶς ὁ ἅγιος καταρᾷται ἀλλὰ δὲν ἀναρωτοῦνται πῶς ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος ἀπεκάλεσε «υἱοὺς τοῦ διαβόλου»«γεννήματα ἐχιδνῶν» τοὺς φαρισαίους, τοὺς αἱρετικοὺς δηλαδὴ ποὺ διέστρεφαν τὸν παραδομένον Θεῖον Νόμον εἰς τὸν Μωυσῆ καὶ τοὺς Προφῆτες. Ἄς δοῦμε ἐπίσης τί ἀναφέρει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος (Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, ὁμιλία XVI, β. MPG 57,241) γιὰ τοὺς ἀναφερομένους εἰς τὴν ΠΔ, ὡς προϊὸν τοῦ διαβόλου.

Ὁ τιτὰν τῆς Ὀρθοδοξίας Ἅγιος Μᾶρκος Εὐγενικός, ὁ δαπρύσιος πολέμιος τοῦ παπισμοῦ, αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖον ὁ πάπας εἶπε : «Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν», ἔγραψε λίγο πρὶν τὴν κοίμησίν του : «Οὔτε στὴν κηδεία μου οὔτε στὰ μνημόσυνά μου θὰ πατήσει ὁποιοσδήποτε ὑπέγραψε τὴν ἕνωσιν μὲ τοὺς καθολικοὺς» καὶ «Σὲ κανέναν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ παρουσιάζει ἄλλην πίστιν ἀπὸ τὴν Πίστιν, ποὺ ὅρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες» καὶ «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας Διδάσκαλοι, πᾶσαι Σύνοδοι, πᾶσαι Θεῖαι Γραφαί, φεύγειν τοὺς ἐτερόφρονας παραινοῦσιν καί της αὐτῶν κοινωνίας διίστασθαι» καὶ «Κανεὶς δὲν ἐξουσιάζει τὴν πίστη μας, οὔτε βασιλιᾶς, οὔτε ἀρχιερέας, οὔτε ψευδοσύνοδος, οὔτε κανένας ἄλλος παρὰ μόνον ὁ Θεὸς».

Μόνον ἕνας, αὐτὸς ἀντιτάχθηκε, ἀποδεικνύων ὅτι τὸ ὀρθὸν δὲν εἶναι μὲ τοὺς πολλοὺς ἀλλὰ ἐκ Θεοῦ. Ἄλλωστε καὶ ὁ Σωκράτης εἶχε διδάξει νὰ μὴν ἀκολουθοῦμε τὴν γνώμην τῶν πολλῶν ἀλλὰ τῶν «ἐπαϊόντων». Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ἀσφαλῶς εἶχε Θεϊκὴν φώτισιν, τὴν ὁποίαν στεροῦμαι ἐγὼ ἀλλὰ τοποθετοῦμαι ὁμοίως, καθαρῶς μὲ κοσμικὴν ἐπιστημονικὴν ἀντίληψιν τῆς δομήσεως τῆς γνώσεως καὶ ἂς διαφωνοῦν μαζί μου οἱ «μολυσμένοι» λοιμωξιολόγοι. Διότι ἀκριβῶς ἡ ἴδια κατάστασις εἶναι, ἁπλὰ εἰς κοσμικὸν ἐπίπεδον.

Ἀναφέρομαι εἰς τὸν χαρακτηρισμὸν «διαβολικὸν» ἢ πιθανὸν καὶ «σατανισμένον», τὸν ὁποῖον μπορεῖ νὰ ἀπηύθυνα ἢ νὰ ἀπευθύνω σὲ κάποιους αἱρετικοὺς ἢ φιλοαιρετικούς. Ἡ λέξις «διάβολος» προκύπτει ἀπὸ τὴν «διαβολή», τὴν συνήθη τακτικὴν τοῦ διαβόλου. Ἡ διαβολὴ εἶναι ἡ διαστροφὴ ἰδέας ἢ καταστάσεως, ἡ ἄρνησις αὐτῆς. Ἡ διαβολεμένη ἔννοια (ἡ διεστραμμένη δηλαδή, ὄχι ἡ ἐνέργεια τῆς διαβολῆς) δὲν εἶναι ὑπαρκτή, ὅπως ἡ ἀρχικὴ ἔννοια. Νὰ τὸ διευκρινίσω, πρὸς ἄρσιν παρεξηγήσεων: ἕνας «καλὸς» ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θὰ διαβληθεῖ ὡς «κακός», εἶναι ὑπαρκτὸς ὡς καλὸς ἀλλὰ ἀνύπαρκτος ὡς κακός. Ἀκριβῶς καὶ ὁ διάβολος χαρακτηρίζεται ὡς ὁ ΜΗ ΩΝ (ὁ μὴ ὑπαρκτός), ἐν ἀντιθέσει μὲ τὸν Χριστὸν (ΩΝ - ὁ ὑπάρχων)
 
Τὸ φῶς ὑπάρχει, τὸ σκοτάδι δὲν ὑπάρχει ἁπλὰ θεωρεῖται σκοτάδι λόγῳ ἀπουσίας τοῦ φωτός. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε διαβολισμένοι, λόγῳ διεστραμμένου λογισμικοῦ, ἁπλὰ διαφέρουμε εἰς τὸ ποσοστὸν διαβολισμοῦ, τὸ ὁποῖον μόνον ὁ Θεὸς γνωρίζει. Ἡ προσπάθεια λοιπὸν ἑνὸς ἑκάστου εἶναι ἡ καθαρισμὸς τοῦ διεστραμμένου λογισμικοῦ, μέχρις τῆς πλήρους ἀποκαταστάσεως. Ἀσφαλῶς κανεὶς δὲν θὰ τὸ πετύχει παρὰ μόνον μὲ τὴν Θείαν βοήθειαν καὶ κατὰ τὴν καλήν του προαίρεσιν, τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς ἐκτιμᾷ. Ὅμως ὅταν κάποιος ἐπιμένει εἰς τὸν διαβολισμόν του, νὰ ἀναμένει τὴν Θείαν Βοήθειαν μόνον ὡς σκληρότερες κοσμικὲς δοκιμασίες, ὥστε νὰ μαλακώσει ἡ καρδία του καὶ «συνέλθει». «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ἰακ. δ' 6) καὶ δὲν ὑπάρχει πλέον ὑπερήφανος ἀπὸ τὸν ἐπιμένοντα εἰς τό («τροφοδοτούμενο» ἀπὸ τὸν πονηρὸν) ΕΓΩ του. 
 
Γενικῶς ἂν τὸ δοῦμε μὲ Μαθηματικὴ Λογικήν, κάθε τί ἐκ Θεοῦ εἶναι ἀληθὲς (ὑπαρκτό - αὐτό, τὸ ὁποῖον εἰς τοὺς ὑπολογιστὲς συμβολίζεται μὲ 1 - διέρχεται ρεῦμα) ἐνῶ ὅτι χαρακτηρίζει ὁ διάβολος εἶναι ἄρνησις τοῦ θεϊκοῦ (ἀνύπαρκτο δηλαδή - συμβολίζεται μὲ 0 - δὲν διέρχεται ρεῦμα) κι ἁπλὰ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΖΩΗΝ. Μπορεῖ τώρα νὰ μὴν τὸ βλέπει (λόγῳ τῆς μακροθυμίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ΑΠΕΙΡΩΝ παρεχομένων του εὐκαιριῶν πρὸς συμμόρφωσιν) ἀλλὰ θὰ τὸ νοιώσει μὲ τὸ τέλος τῶν εὐκαιριῶν (=βιοτή).

Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀνέφερα, ὥστε νὰ τεκμηριώσω ὅτι ἡ ἄρνησις τῆς ΠΔ συνιστᾷ τρομακτικὴν αἵρεσιν. Ὅπως ἤδη ἀνέφερα, συνιστᾷ ἄρνησιν τῆς ἰδιότητος τοῦ Χριστοῦ ὡς Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου; Ἀπὸ ποὺ τεκμαίρεται ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Προφητευόμενος Μεσσίας; Ἀπὸ ποὺ προκύπτει τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα, αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖον προσπαθοῦμε νὰ ἐπανορθώσομεν; Εἶναι αὐτό, τὸ ὁποῖον κατὰ κόρον ἔχει γραφεῖ ἀπὸ εἰδικοὺς «ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἑρμηνεύει τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἡ δὲ Καινὴ ἐπαληθεύει τὴν Παλαιά». Κυρίως ὅμως ἡ ΠΔ εἶναι ἕνα ὑποσύνολον τῆς Θεϊκῆς παραδόσεως καὶ ἡ ἀπόρριψις αὐτῆς ὁμοιάζει μὲ τὴν ἀφαίρεσιν ἑνὸς σημαντικότατου ἐξαρτήματος κάποιου μηχανήματος ἢ κάποιου ὑποσυστήματος ἀπὸ ὑπολογιστικὸ σύστημα (ἁπλὰ δὲν θὰ λειτουργοῦν).

Γι᾿ αὐτὸ νὰ μὴν παρεξηγοῦνται κάποιοι γιὰ τίς ἐπισημάνσεις, οἱ ὁποῖοι πιθανὸν νὰ μάχονται τὸν οἰκουμενισμὸν ἢ τὸν παπισμόν, ὡς ἄκρως ἐπικινδύνους αἱρέσεις (καὶ ὄντως εἶναι) ἀλλὰ παραγνωρίζουν τὴν ἄρνησιν τῆς ΠΔ, ἡ ὁποία εἶναι βόμβα εἰς τὰ θεμέλια τῆς Πίστεως. Οὔτε νὰ τοὺς παρασύρει ἡ φράγκικη συνήθεια τοῦ «δῆθεν καθωσπρεπισμοῦ», ὅταν ἐκτρεπόμαστε εἰς ὕβριν καὶ ἄρνησιν τοῦ Δημιουργοῦ. Εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑβρίζουμε τὸν Θεὸν ἀλλὰ νὰ νοιαζόμαστε ἂν θὰ παρεξηγηθεῖ ὁ ἄλλος. Συμβαίνουν δὲ καταστάσεις ἄκρως φαιδρές. Παράδειγμα: γνώρισα κάποιους μὲ τὸ παλαιὸν ἡμερολόγιον, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν τοὺς «νεοημερολογῖτες» «στραβούς» (δηλαδὴ αἱρετικούς-διαβολισμένους, ὅπως ἀνέλυσα προηγουμένως), ὡς ἀρνούμενους κάποιο (δῆθεν) δόγμα τῆς Πίστεως, ἐνῶ οἱ ἴδιοι ἀρνοῦνται τὴν ΠΔ, τὸν ἴδιον τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν λόγον ἐνανθρωπήσεώς του, κάτι τὸ ὁποῖον δὲν τόλμησε ποτὲ κανεὶς θεόπνευστος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ ἄλλα λόγια «διΰλιζαν τὸν κώνωπα καὶ κατάπιναν τὴν κάμηλον». ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ:

ΧΩΡΙΣ ΠΔ, ΠΩΣ ΣΥΜΠΕΡΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕΣΣΙΑΣ;

(συνεχίζεται μὲ ἑπόμενον ἄρθρον)

Κυανούς Ουρανός

________________________________
Πολυτονισμὸς καὶ ἐπιμέλεια
κειμένου ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου