Μιὰ κατηγορία ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ οἱ Ἀνάργυροι καὶ Ἰαματικοί, οἱ ὁποῖοι ἀνάλωσαν τὴ ζωή τους στὴν ἀνακούφιση τῶν πασχόντων καὶ ἐνδεῶν ἀνθρώπων. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε καὶ ὁ ἅγιος Σαμψὼν ὁ Ξενοδόχος.
Γεννήθηκε στὴ Ρώμη τὸ 511 ἀπὸ πλούσιους γονεῖς. Ἕλκε δὲ τὴν καταγωγή του ἀπὸ βασιλικὴ γενιά. Ἦταν ἀπόγονος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Οἱ γονεῖς του ἦταν πιστοὶ ἄνθρωποι καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸν μεγάλωσαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Χάρις στὴν οἰκονομική τους εὐμάρεια ἔδωσαν στὸ γιό τους σπουδαία μόρφωση. Σπούδασε πολλὲς ἐπιστῆμες, ἀλλὰ μία τὸν κατέκτησε, ἡ ἰατρική. Κι᾿ αὐτὸ διότι θὰ τοῦ ἔδινε τὴν δυνατότητα νὰ ἀσκεῖ τὴν ἀγάπη του στοὺς συνανθρώπους του, τοὺς ὁποίους θεωροῦσε ὡς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ἀποφοίτησε ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἰατροῦ, ὄχι γιὰ βιοπορισμὸ ἢ γιὰ πλουτισμό, ἀλλὰ ὡς προσφορὰ στὸν πάσχοντα ἄνθρωπο δωρεάν. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ διευκρινίσουμε πὼς γιὰ τοὺς ἀρχαίους λαοὺς καὶ ἰδιαίτερα τοὺς Ρωμαίους, τὸ ἰατρικὸ ἐπάγγελμα, θεωροῦνταν παρακατιανὸ καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ ἀσκοῦσαν κυρίως οἱ δοῦλοι καὶ οἱ πληβεῖοι, οἱ φτωχοὶ καὶ ἄσημοι. Ἡ ἰατρικὴ ἀναδείχτηκε ὡς ὑψηλὸ λειτούργημα ἀπὸ τὸ Χριστιανισμό. Μιὰ πληθώρα ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξαν ὀνομαστοὶ γιατροὶ καὶ θεράπευαν τοὺς πάσχοντες δωρεὰν καὶ γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζονταν Ἀνάργυροι.
Ὁ Σαμψὼν ἐκτὸς ἀπὸ τὴν καλὴ γνώση τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης ἔλαβε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ θαυματουργῇ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ἁγίου ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Χιλιάδες ἐνδεεῖς ἄνθρωποι ἔτρεχαν σ᾿ αὐτὸν νὰ θεραπευτοῦν καὶ νὰ ἐλεηθοῦν.
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του ἔνοιωσε ὥριμος νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸ φιλανθρωπικό του ἔργο. Μοίρασε τὴ μεγάλη πατρική του περιουσία στοὺς φτωχούς, ὥστε πλῆθος ἀναξιοπαθούντων νὰ ἀνακουφιστοῦν, νὰ βροῦν τροφὴ καὶ στέγη. Ἡ φήμη τοῦ φιλάνθρωπου γιατροῦ Σαμψὼν βγῆκε καὶ ἔξω ἀπὸ τὴ Ρώμη. Ἀκόμα καὶ ἀπὸ μακρινὰ σημεῖα τῆς Ἰταλίας ἔφταναν στὴ Ρώμη γιὰ νὰ βροῦν γιατρειὰ καὶ ἐλεημοσύνη ἀπὸ ἐκεῖνον.
Ὅμως ἡ μεγάλη κοσμοσυρροὴ τὸν ἐνοχλοῦσε, ὅπως καὶ ἡ φήμη, ἀπὸ ταπείνωση. Δὲ θεωροῦσε ὅτι ἔκανε κάτι σπουδαῖο, ἀλλὰ τὸ χριστιανικό του καθῆκον, τὸ ὁποῖο εἶναι καθῆκον κάθε χριστιανοῦ. Ἤθελε νὰ εἶναι ἀφανὴς καὶ ἄσημος καὶ νὰ μὴν ἐπαινεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Γι᾿ αὐτὸ ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴ Ρώμη καὶ νὰ πάει στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ συνεχίσει ἐκεῖ τὸ φιλανθρωπικό του ἔργο.
Ὅταν ἔφτασε στὴ Βασιλεύουσα ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποιο σπίτι, ἀνάμεσα στοὺς ναοὺς τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ Ἁγίας Εἰρήνης, τὸ ὁποῖο μετέβαλε σὲ νοσοκομεῖο, μὲ ὅσα χρήματα τοῦ εἶχαν ἀπομείνει καὶ ἄρχισε νὰ ἐπιτελεῖ τὸ θεάρεστο ἔργο του. Παράλληλα ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση, στὴν προσευχὴ καὶ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τὴν ἡμέρα ἀσκοῦσε δωρεὰν τὴν ἰατρικὴ καὶ τὸ βράδυ ἀφιέρωνε στὸ δικό του πνευματικὸ ἀγῶνα. Τὸ σπίτι του τὸ εἶχε μεταβάλλει σὲ ἄμισθο ἰατρεῖο. Ἡ φήμη του ὡς Ἀνάργυρος ἰατρὸς διαδόθηκε σὲ ὅλη τὴ Βασιλεύουσα καὶ γιὰ τοῦτο χιλιάδες ἀσθενεῖς ἔτρεχαν ἐκεῖ γιὰ νὰ βροῦν θεραπεία καὶ νὰ πάρουν ψυχικὴ δύναμη ἀπὸ αὐτόν. Μοίραζε ἀφειδῶς στοὺς φτωχοὺς καὶ πεινασμένους τῆς πόλεως ὅ,τι ἄφηναν προαιρετικὰ οἱ θεραπευμένοι.
Ἡ φήμη του ἔφτασε καὶ στοὺς ἄρχοντες τῆς Βασιλεύουσας. Ὁ Πατριάρχης Μηνᾶς (536-552) κάλεσε τὸν Σαμψὼν νὰ τὸν γνωρίσει καὶ νὰ τὸν ἐπαινέσει γιὰ τὸ σπουδαῖο καὶ θεάρεστο ἔργο του. Βλέποντας τὰ σπάνια χαρίσματά του καὶ τὴ βαθειὰ πίστη του στὸ Θεό, τοῦ πρότεινε νὰ γίνει κληρικός. Ὁ Σαμψὼν ὑπάκουσε καὶ ἔγινε ἱερέας στὴν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν.
Ἡ εἴσοδός του στὸν κλῆρο τοῦ ἔδωσε ἀκόμα περισσότερο ζῆλο γιὰ τὸν καλό του ἀγῶνα καὶ τὴν προσφορά του στοὺς συνανθρώπους του. Παράλληλα μὲ τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα συνέχιζε νὰ ἀσκῇ τὴν ἰατρική του διακονία ἐντελῶς δωρεάν. Πλῆθος ἀσθενῶν συνέρρεαν στὸ ἵδρυμά του γιὰ νὰ λάβουν σωματικὴ καὶ ψυχικὴ θεραπεία.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἰουστινιανὸς (527-565), ὁ ὁποῖος κάποτε ἀρρώστησε ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια. Ζήτησε διάσημους γιατροὺς ἀπὸ ὅλη τὴν αὐτοκρατορία νὰ τὸν θεραπεύσουν. Ὅμως δὲν κατάφεραν τίποτε καὶ ὁ αὐτοκράτορας στράφηκε στὸ Θεό. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ ὁλόθερμη προσευχὴ παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τὸν γιατρέψει. Κάποιο βράδυ εἶδε στὸν ὕπνο του διάφορους γιατρούς. Ἕνας ἀπὸ αὐτούς τοῦ ὑπέδειξε ἕναν ταπεινὸ καὶ σεμνὸ νέο ἰατρό, ὁ ὁποῖος, μόνος αὐτός, μποροῦσε νὰ τὸν θεραπεύση. Ὅταν ξύπνησε ἔδωσε διαταγὴ νὰ παρουσιαστοῦν μπροστά του ὅλοι οἱ γιατροὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Δὲν ἔμοιαζε ὅμως κανένας μὲ ἐκεῖνον ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ὄνειρό του καὶ γι᾿ αὐτὸ λυπήθηκε πολύ. Ἄρχισε νὰ τὸν ἀναζητᾷ σὲ ὅλη τὴν πόλη. Κάποιος γιατρὸς τὸν πληροφόρησε γιὰ τὸν Σαμψὼν καὶ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύει στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Διέταξε νὰ τὸν φέρουν μπροστά του. Ὅταν τὸν ἀντίκρυσε, τὸν ἀναγνώρισε ἀμέσως, ἦταν ὀλόϊδιος μὲ τὸν νεαρὸ γιατρὸ τοῦ ὀνείρου του. Ὁ ἅγιος γιατρὸς προσευχήθηκε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του, ὁ Θεὸς ἄκουσε τίς ἱκεσίες του καὶ θεράπευσε τὸν ἀσθενῆ αὐτοκράτορα.
Ὁ Ἰουστινιανὸς ἀπὸ εὐγνωμοσύνη θέλησε νὰ τοῦ δώσει χρήματα. Ὁ ταπεινὸς καὶ ἀφιλοχρήματος Σαμψῶν δὲν τὰ δέχτηκε, ἀλλὰ τὸν συμβούλεψε νὰ κτίσει μεγάλο νοσοκομεῖο γιὰ τὴ θεραπεία καὶ ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν ἀσθενῶν. Ἐκεῖνος δέχτηκε τὴν πρότασή του καὶ ἀνακαίνισε ἕναν μεγαλοπρεπῆ ξενῶνα, ποὺ εἶχε καταστραφεῖ ἀπὸ τὴν πυρκαγιὰ τοῦ 532 καὶ ὀργάνωσε σ᾿ αὐτὸ νοσοκομεῖο, δίνοντας τὴν ὀνομασία: «Σαμψὼν ὁ ξενοδόχος». Ὁ ἅγιος ὑπηρέτησε γιὰ πολλὰ χρόνια στὸ πρότυπο αὐτὸ εὐαγὲς ἵδρυμα, εὐεργετῶντας χιλιάδες ἀνθρώπους. Τὸ ἵδρυμα αὐτὸ ἐπέζησε 600 χρόνια προσφέροντας ἀνεκτίμητο φιλανθρωπικὸ ἔργο.
Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ σὲ βαθὺ γῆρας καὶ τὸ ἱερό του λείψανο τοποθετήθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα Μωκίου. Ἀξιώθηκε καὶ μετὰ τὴν κοίμηση του νὰ εὐεργετεῖ τοὺς πάσχοντες, θαυματουργῶντας. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 27 Ἰουνίου.
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου