Ἡ περίοδος τῆς εἰκονομαχίας (726-842) ὑπῆρξε μιὰ ἀπὸ τίς πλέον δύσκολες ἐποχὲς γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας, ὅπου ἀμφισβητήθηκε ἡ παραδεδομένη ὀρθόδοξη πίστη καὶ καταδιώχτηκαν οἱ ὀρθόδοξοι. Μέσα ἀπὸ τὸν ἀγῶνα, γιὰ τὴν προάσπιση τῆς σώζουσας πίστης τῆς Ἐκκλησίας ἀναδείχτηκαν μεγάλες μορφὲς ὁμολογητῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ὄρθωσαν τὸ ἀνάστημά τους στὴν παντοδύναμη αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία, ἡ ὁποία ἐξέφραζε, ὑποστήριζε καὶ ἐπέβαλλε διὰ τῆς βίας, τὴν αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας. Ἀδιαφορῶντας γιὰ τίς διώξεις, τὰ βασανιστήρια καὶ τὸ θάνατο, προάσπισαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἔσωσαν τὴν ἀλήθεια. Ἕνας ἀπὸ τοὺς πολυπληθεῖς ὁμολογητὲς αὐτῆς τῆς ταραγμένης περιόδου ὑπῆρξε καὶ ὁ ἅγιος Αἰμιλιανὸς Ἐπίσκοπος Κυζίκου τῆς Μ. Ἀσίας.
Καταγόταν ἀπὸ τὴ Βασιλεύουσα. Ἀπὸ μικρὸς θέλγονταν ἀπὸ ζῆλο νὰ ἀκολουθήσῃ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ νὰ ὑπηρετήσῃ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σπούδασε στίς ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀπέκτησε σοβαρὴ μόρφωση. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε ἐντάχτηκε στὴ μοναχικὴ ἀδελφότητα, ποὺ εἶχε ἱδρύσει στὸ στενό τοῦ Βοσπόρου ὁ ἅγιος Ταράσιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὁμολογητής. Ἐκεῖ διέπρεψε μὲ τὴν εὐσέβειά του, τὴν προσήλωσή τους στὴν Ὀρθοδοξία καὶ τίς ἱερὲς παραδόσεις καὶ τὴν ἀρετή του. Ἔχαιρε μεγάλης ἐκτιμήσεως ἀπὸ ὅλους.
Στὰ 787 κοιμήθηκε ὁ Μητροπολίτης Κυζίκου τῆς Μ. Ἀσίας Νικόλαος καὶ ὁ πιστὸς κλῆρος καὶ λαὸς ἀνέδειξαν διάδοχό του τὸν Αἰμιλιανό. Παρὰ τίς ἀντιρρήσεις του, ὅπως ὅλων τῶν μεγάλων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι συναισθάνονταν τὸ ἀσήκωτο βάρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, δέχτηκε.
Ἡ ἐπισκοπική του διακονία ὑπῆρξε ὑποδειγματικὴ καὶ θεάρεστη. Ὁ ἴδιος ἀναδείχτηκε πιστὸς οἰκονόμος τῆς χάριτος καὶ τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Ἐργάστηκε μὲ ζῆλο γιὰ τὴν πνευματικὴ ἐξύψωση τοῦ ποιμνίου του καὶ ἄσκησε ἕνα τεράστιο φιλανθρωπικὸ ἔργο. Χιλιάδες ἀναξιοπαθοῦντες ἔβρισκαν κοντά του ἀγάπη, στήριξη καὶ θαλπωρή. Αὐτὸ τὸν ἔκανε πολὺ ἀγαπητὸ στὴν ἐπισκοπική του περιφέρεια.
Ἡ εἰκονομαχικὴ ἔριδα φάνηκε νὰ εἶχε σβήση, μὲ τὴν σύγκληση τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787), ἡ ὁποία καταδίκασε τὴν αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας καὶ θριάμβευσε ἡ ὀρθόδοξη πίστη. Ἀλλὰ τὸ 815, ὁ αὐτοκράτορας Λέων Ε' ὁ Ἀρμένιος (813-820), ἀνανέωσε τὴν εἰκονομαχικὴ πολιτικὴ τῶν εἰκονομάχων προκατόχων του αὐτοκρατόρων καὶ ἐξέδωσε διάταγμα νὰ ἀφαιρεθοῦν ἀπὸ τοὺς ναοὺς οἱ Ἱερὲς Εἰκόνες καὶ νὰ ἀπομονωθοῦν οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς τιμητικῆς τους προσκύνησης. Εἶχε τὴν πλανεμένη γνώμη ὅτι ἡ πολεμικὴ κατὰ τῶν Εἰκόνων ἔφερε εὐημερία στὸ κράτος καὶ ἐπιτυχίες στὸ στράτευμα. Ἀπαίτησε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Νικηφόρο Α' (806-815) νὰ ὑποστηρίξῃ τὴν εἰκονομαχική του πολιτική. Ὁ Νικηφόρος ἐκδήλωσε φανερὰ καὶ δυναμικὰ τὴν ἀντίθεσή του στὴν ἐκκλησιαστικὴ πολιτικὴ τοῦ Λέοντος. Παρέλαβε τοὺς ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους: Θεοφύλακτο Νικομηδείας, Αἰμιλιανὸ Κυζίκου, Εὐθύμιο Σάρδεων, Εὐδόξιο Ἀμορίου, Μιχαὴλ Συνάδων καὶ Ἰωσὴφ Θεσσαλονίκης, πῆγαν στὸ παλάτι, προκειμένου νὰ ἐλέγξουν τὸν ἀσεβῆ αὐτοκράτορα καὶ νὰ προσπαθήσουν νὰ τὸν συνεφέρουν στὴν Ὀρθοδοξία. Ὁ Νικηφόρος, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ὁμολογητὲς Ἐπισκόπους ἔδειξαν ἀσυνήθιστη παρρησίᾳ καὶ θάρρος ἐνώπιον τοῦ σκληροῦ Λέοντος καὶ ἀρνήθηκαν νὰ συγκατατεθοῦν στὴν εἰκονομαχική του πολιτική.
Ὁ Λέων θύμωσε ὑπέρμετρα καὶ ζήτησε τὴν καθαίρεση τοῦ Νικηφόρου, ἀνεβάζοντας πραξικοπηματικὰ στὸ θρόνο τὸν Θεόδοτο, ὁ ὁποῖος συμφωνοῦσε μαζί του. Ὁ νέος Πατριάρχης συγκάλεσε Σύνοδο στὴν Ἁγία Σοφία, γιὰ νὰ κηρύξῃ ἄκυρες τίς ἀποφάσεις τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ νὰ ἐκδώσει ἀποφάσεις ὑπὲρ τῆς καταργήσεως τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων. Ἔτσι ἄρχισε μιὰ νέα σφοδρὴ περίοδος διωγμῶν
κατὰ τῶν ὀρθοδόξων. Οἱ ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι καθαιρέθηκαν, διαπομπεύτηκαν καὶ ἐξορίστηκαν.
κατὰ τῶν ὀρθοδόξων. Οἱ ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι καθαιρέθηκαν, διαπομπεύτηκαν καὶ ἐξορίστηκαν.
Σὲ αὐτὴ τὴν ληστρικὴ Σύνοδο, συμμετεῖχαν καὶ πολλοὶ ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ Αἰμιλιανὸς Κυζίκου, ὅπου διατράνωσαν τὴν πίστη τους στὴν Ὀρθοδοξία. Ὁ Αἰμιλιανὸς μίλησε μὲ θάρρος καὶ παρρησίᾳ καὶ κατάγγειλε μὲ τὸν πλέον κατηγορηματικὸ τρόπο τὴν πολιτικὴ τοῦ αὐτοκράτορα, ἡ ὁποία ἦταν ἀντίθετη μὲ τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁμολόγησε μὲ σθένος τὸ μεγαλεῖο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀπέδειξε τὴν ὀρθότητα τῆς τιμητικῆς προσκύνησης τῶν Σεπτῶν Εἰκόνων.
Ἡ θαρραλέα ὁμολογία τοῦ Αἰμιλιανοῦ προκάλεσε σάλο καὶ προκάλεσε τὴ μήνη τοῦ ἀσεβοῦς εἰκονομάχου αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔδωσε διαταγὴ νὰ ἐκθρονισθῇ, νὰ καθαιρεθῇ καὶ νὰ ἐξορισθῇ. Ὁ γενναῖος ἱεράρχης, μὲ τὸ θυσιαστικό του φρόνημα ἀντιμετώπισε μὲ καρτερία καὶ ἀνεξικακία τίς διώξεις. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ ὀδυρμὸ ψυχῆς ἀποχαιρέτησε τὸ ἀγαπημένο του ποίμνιο καὶ πῆρε τὸ δρόμο τῆς ἐξορίας.
Οἱ ταλαιπωρίες καὶ ἡ θλίψεις κατέβαλαν τὸ ἀσθενικὸ σαρκίο του. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὴν ἐξορία καὶ κατατάχτηκε στοὺς ἁγίους ὁμολογητὲς Πατέρες. Τὴν πρώτη ἀσματικὴ ἀκολουθία του καὶ δεῖ τὸν κανόνα, ποίησε ὁ σύγχρονός του ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ἀλλὰ τὸ 1876 ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης Κυζίκου Αἰμιλιανὸς ἐξέδωσε συμπληρωμένη τὴν ἀσματική του ἀκολουθία. Ἰδιαιτέρως τιμᾶται στὴν κοινότητα Καλλιμασία τῆς Χίου, μὲ λαμπρότητα κατ᾿ ἔτος. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 8 Αὐγούστου.
Ὁ ἅγιος ὁμολογητὴς Αἰμιλιανὸς ἀποτελεῖ (πρέπει νὰ ἀποτελῇ) λαμπρὸ παράδειγμα ἀληθινοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος ἀψήφησε τὰ θέλγητρα, τίς δόξες καὶ τίς ἀνέσεις τοῦ κόσμου καὶ προτίμησε τὸ δύσκολο δρόμο τῆς συνέπειας καὶ τοῦ καθήκοντος. Τίμησε τὴν Ἱερὰ Παρακαταθήκη, ποὺ τοῦ ἐμπιστεύτηκε ἡ Ἐκκλησία καὶ ἔδωσε τὸν καλὸ ἀγῶνα γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς μόνης σώζουσας ὀρθόδοξης πίστης. Ἔμεινε ἑδραῖος καὶ ἀμετακίνητος στὴν ἀμώμητη χριστιανικὴ πίστη, ὅπως τὴ δίδαξε ὁ Χριστός, κήρυξαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ παρέλαβε ἡ Ἐκκλησία. Ἔγινε στῦλος τῆς ἀλήθειας καὶ ἔνθεος ζηλωτὴς τῶν ἱερῶν παραδόσεων, σκεῦος ἐκλογῆς καὶ κρηπῖδα ὁμολογίας. Δὲν λύγισε μπροστὰ στὶς ἀπειλὲς τῆς πανίσχυρης κοσμικῆς ἐξουσίας καὶ δὲ δείλιασε ἀπὸ τίς φοβερὲς συνέπειες γιὰ τὴν ἐμμονή του στὴν Ὀρθοδοξία.
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου