Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

Λάμπρος Σκόντζος: «Φῶς ἐκ φωτός ἔλαμψε τῷ κόσμῳ Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν»

(Θεολογικὴ μονογραφία στὰ νοήματα τῆς ἑορτῆς τῶν Φώτων)
 
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
 
Τὰ Θεοφάνεια, ἡ Ἑορτὴ τῶν Φώτων, εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς κορυφαῖες δεσποτικὲς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία ἐνέχει τεράστια σωτηριολογικὴ σημασία. Ὁ Κύριός μας καὶ Λυτρωτής μας Χριστός, ὁ «ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον» καταδέχεται νὰ κατέβῃ στὰ ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου νὰ λάβῃ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, νὰ χριστῇ ἐπίσημα καὶ δημόσια ὁ Μεσσίας καὶ νὰ γνωστοποιηθῇ ὅτι ἦρθε «τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλ. 4,4) γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας, ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ διαβόλου καὶ ὁ ἔρεβος τῆς ἁμαρτίας. Ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, τὸ «φῶς τὸ ἀληθινὸν ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν. 1,9), ὁ Θεὸς τοῦ φωτός, τὸ Φῶς ἐκ τοῦ Φωτός, καθ᾿ ὅτι «ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία» (Α' Ἰωάν. 1,5), ὅπως μᾶς διαβεβαιώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.
 
Ἂν ὁ Θεὸς εἶναι τὸ φῶς, ἡ πηγὴ τοῦ φωτισμοῦ, ὁ θλιβερὸς ἀντίδικός Του, ὁ διάβολος ταυτίζεται μὲ τὸ σκότος, μὲ τὴν ἀπουσία τοῦ φωτὸς καὶ γιὰ τοῦτο ἀποκαλεῖται «ἄρχοντας τοῦ σκότους» ἀφοῦ βασίλειό του ἔχει τὸν ἀνήλιο Ἅδη. Ὅπως ὁ ἴδιος εἶναι ὅλος σκοτεινός, τὸ ἴδιο σκοτεινὰ εἶναι καὶ τὰ ἔργα του. Παρακινούμενος ἀπὸ ἄμετρο μῖσος καὶ φθόνο κατὰ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος προορίζονταν γιὰ τὴν κατὰ χάριν θέωση, τὸν παράσυρε στὴν ἀνταρσία κατὰ τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁδήγησε στὴν πτώση καὶ τὸν κατέστησε ὑποκείμενο στὴν ἁμαρτία, ἡ ὁποία γεννᾷ τὴ φθορὰ καὶ ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὸ θάνατο, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γέν.  2,17). 
 
Ἀπὸ τότε ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ τέκνο τοῦ φωτός, ὁ ὁποῖος ἀντικατόπτριζε στὴν ὕπαρξή του τὸ φῶς καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, μεταστράφηκε σὲ σκοτεινὸ ὄν, χάνοντας τὴ φωτεινότητα τῆς φύσεώς του καὶ γινόμενος δοῦλος τοῦ διαβόλου, ἐντολέας καὶ ἐκτελεστὴς τῶν σκοτεινῶν ἔργων του. Ὁλόκληρη ἡ γῆ εἶχε γίνει ἕνα ἀπέραντο ἔρεβος, ὅπου βασίλευε τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία γεννᾷ τὴν ἀσέβεια, ἡ ἀσέβεια τὴν ἀνομία, ἡ ἀνομία τὴν ἔχθρα καὶ ἡ ἔχθρα τὸ μῖσος τοὺς πολέμους, τὴν ἀντιπαλότητα, μεταβάλλοντας τὴν κοινωνία σὲ ἀγελαία ζωώδη κατάσταση. Προσεκτικὴ μελέτη τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ἰδιαίτερα τῆς προχριστιανικῆς, ἀποδεικνύει περίτρανα τὸ τραγικὸ πρόσωπο τῆς κοινωνίας, μιᾶς κοινωνίας ἀνάξιας γιὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα.
 
Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῶν ἄμετρων οἰκτιρμῶν δὲν ἄφησε τὸ πλάσμα Του στὸ ἔρεβος τῆς καταστροφῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνῃ ξανὰ τὸν ἄνθρωπο ἀντάξιο τῆς ἀξίας του. Νὰ τὸν κάμῃ καὶ πάλι φωτεινό. Ἔτσι «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσε ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. 1,16), γιὰ νὰ δώσῃ τὴ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ἀπελευθερωθῇ ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ διαβόλου, νὰ καθαριστῇ ἀπὸ τοὺς ρίπους τῆς ἁμαρτίας, νὰ φωτιστῇ καὶ νὰ γίνῃ «υἱὸς καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ» (Γαλ. 4,4).

Καταδέχτηκε ὁ φιλάνθρωπος Λυτρωτής μας νὰ ἀπεκδυθῇ τὴ θεία δόξα Του γιὰ χάρη τῆς σωτηρίας μας. «Συγκαταβαίνων ὁ Σωτὴρ τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν», «Σῶσαι βουλόμενος τὸν πλανηθέντα ἄνθρωπον, οὐκ ἀπηξίωσας δούλου μορφὴν ἐνδύσασθαι», γιὰ νὰ σώσῃ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἦρθε σὲ ἕναν κόσμο γνόφου, ἀνατέλλοντας «τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως». Ὁ Ἴδιος διαβεβαίωσε πώς, «Ἐγὼ φῶς εἰς τὸν κόσμον ἐλήλυθα, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἐν τῇ σκοτίᾳ μὴ μείνη» (Ἰωάν. 12,46), ἀφοῦ ὡς τὸν ἐρχομὸ Του βασίλευε πυκνὸ σκοτάδι ἀγνωσίας. «Ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει φῶς εἶδεν μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιὰ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοὶς» (Ματθ. 4,16), ἀναφέρει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς καὶ στὴν μεγάλη ἑορτὴ ψάλλουμε: «ἐπεφάνης ἐν τῷ κόσμῳ, ὁ τὸν κόσμον ποιήσας, ἵνα φωτίσης τοὺς ἐν σκότει καθημένους» (τροπ. ἑσπερινοῦ).
 
Ὁ ἐπίσημος καὶ δυναμικὸς φωτισμὸς τοῦ κόσμου ἄρχισε μὲ τὴν Βάπτισή Του στὰ νάματα τοῦ Ἰορδάνη, ἀφοῦ τὸ κοσμοσωτήριο αὐτὸ γεγονός, ἡ πρώτη δημόσια ἐμφάνισή του, ἀποτελεῖ τὴν ἀπαρχὴ τοῦ τριετοῦς ἐπὶ γῆς ἔργου Του. Ἡ φανέρωση τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη σημαίνει τὴ διαβεβαίωσή Του, γιὰ τὸν φωτισμὸ καὶ τὸν ἐξαγιασμὸ τοῦ κόσμου. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει μὲ κάθε λαμπρότητα τὴν μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων καὶ μάλιστα τὴν ὀνομάζει Ἑορτὴ τῶν Φώτων, ἀφοῦ τὴν ἡμέρα αὐτὴ «φῶς ἐκ φωτὸς ἔλαμψε τῷ κόσμῳ Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν ὁ ἐπιφανὴς Θεός». Τὸ δὲ ἅγιο Βάπτισμα, τὸ ὁποῖο προεικονίστηκε στὸ Βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ, ὀνομάζεται φώτισμα καὶ οἱ βαπτισμένοι νεοφώτιστοι. Μάλιστα, στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος ψάλουμε τὸ «χιτῶνα μοι παράσχου φωτεινόν», γιὰ νὰ δηλωθῇ ἡ ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσή μας στὴν Ἱερὴ Κολυμβήθρα.
 
Ὁ βαπτισμένος ἄνθρωπος ντύνεται τὸ Χριστὸ (Γαλ. 3,27), γίνεται φωτεινὸς καὶ καλεῖται νὰ διατηρήσῃ αὐτὴ τὴ φωτεινότητα σὲ ὅλη τὴ ζωή του, κι᾿ ἀκόμα, καλεῖται νὰ ἀντικατοπτρίζῃ τὴν φωτεινότητά του στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥστε «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσι ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσουσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος παραγγέλλει: «ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,9) καὶ προτρέπει: «ἔγειρε ὁ καθεύδων καὶ ἀνάστα ἐκ νεκρῶν καὶ ἐπιφαύσει σοι ὁ Χριστὸς» (Ἐφ. 5,14). Ἀσφαλῶς αὐτὴ ἡ φωτεινότητα εἶναι ἀσύγκριτα περιορισμένη σὲ σχέση μὲ τὴν λαμπρότητα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἐπέκεινα τοῦ βιολογικοῦ μας θανάτου αἰώνια ζωή, ἐφόσον ἀξιωθοῦμε νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς θείας δόξας. 
 
Ἐκεῖ «οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσι ὡς φωστῆρες». Ἡ οὐράνια πόλη τῆς ἀτέρμονης θείας βασιλείας, «οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου οὐδὲ τῆς σελήνης ἵνα φαίνωσιν αὐτή, ἡ γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς τὸ ἀρνίον καὶ περιπατήσουσιν τὰ ἔθνη διὰ τοῦ φωτὸς αὐτῆς καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς φέρουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν αὐτῶν εἰς αὐτήν, καὶ οἱ πυλῶνες αὐτῆς οὐ μὴ κλεισθῶσιν ἡμέρας, νὺξ γὰρ οὐκ ἔσται ἐκεῖ, καὶ οἴσουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν τῶν ἐθνῶν εἰς αὐτὴν» (Ἀποκ. 21,23-26). Μόνο ποὺ ἡ ὁλοφώτεινη αὐτὴ πόλη εἶναι προορισμένη γιὰ τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ. Διότι «οὐ μὴ εἰσέλθη εἰς αὐτὴν πᾶν κοινὸν καὶ ὁ ποιῶν βδέλυγμα καὶ ψεῦδος, εἰ μὴ οἱ γεγραμμένοι ἐν τῷ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου» (Ἀποκ. 21,27).
 
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς φωτιστὴς τοῦ κόσμου. Οἱ πάμπολλοι καὶ ποικίλοι ἄνθρωποι τῆς ἱστορίας, οἱ ὁποῖοι ἀποπειράθηκαν νὰ φωτίσουν τὸν ἐρεβώδη κόσμο, ἀποδείχτηκαν τραγικὰ ἀναποτελεσματικοί, ἀφοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν» (Α' Κορ. 1,21). Ἐλάχιστα ὠφέλησε ἡ σοφία τὸν κόσμο, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ Χριστό, ὁ ὁποῖος τὸν μεταμόρφωσε. Μόνον Αὐτὸς τόλμησε νὰ διακηρύξῃ: «Ἐγὼ εἰμὶ τὸ φῶς τὸ κόσμου» (Ἰωάν. 8,12) καὶ ἔτσι «τὸ ἀληθινὸν φῶς ἐπεφάνη καὶ πάσι τὸν φωτισμὸν δωρεῖται» (τροπ. αἴνων), καταδεικνύοντας τοὺς σοφοὺς τοῦ κόσμου ὡς πυγολαμπῖδες.
 
Ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ ἡ τραγικὴ πλευρὰ τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος δυστυχῶς, στὴν συντριπτική του πλειοψηφία, «ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α' Ἰωάν. 5,19), δὲν ἀποδέχτηκε τὸν φωτισμὸ τοῦ Λυτρωτῆ Χριστοῦ. Ἂν καὶ πέρασαν εἴκοσι αἰῶνες ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ τοῦ νοητοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης, ὑπάρχουν ἀκόμα θλιβερὰ ἀπόσκια τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς σατανικῆς κυριαρχίας. Ἰδιαίτερα στὶς τραγικὲς καὶ ἀποκαλυπτικὲς ἡμέρες μας ἡ πνευματικὴ συσκότιση τῆς ἀνθρωπότητας εἶναι ἐμφανής, διότι οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ξεστρατισμένοι ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ, «ἠγάπησαν μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς, ἢν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα» (Ἰωάν. 3,19). Θλιβερὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ὀλέθριας ἐπιλογῆς εἶναι τὸ ἀνεξήγητο μῖσος καὶ ἡ ἀποστροφὴ πρὸς τὸν Μεγάλο, τὸν Μοναδικὸ εὐεργέτη τῆς ἀνθρωπότητας, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. 
 
Ὅμως ὅσο ὁ κόσμος μένει θεληματικὰ μακριὰ ἀπὸ τὸ φῶς Του θὰ διαιωνίζεται καὶ ἡ κακοδαιμονία του. Ὁ νεοφανὴς ἅγιος τῆς ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὁμολογητής, Λουκᾶς ὁ Ἰατρός, Ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως καὶ Κριμαίας ἔγραψε: «Τὸ φῶς τῆς γνώσεως τὸ ὁποῖο ἔλαμψε στὸν ἐθνικὸ κόσμο μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία εἶναι ταυτόχρονα τὸ ἐπουράνιο φῶς τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ ποὺ φανερώνει τὶς σημαντικότερες ἰδιότητες τῆς οὐσίας Του, οἱ ὁποῖες εἶναι τὸ θεῖο φῶς καὶ ἡ ὑπερτέλεια ἀγάπη. Μὲ τὴν λαμπροφόρα διδασκαλία Του, τὴν ὁποία πάντα ἐπιβεβαίωνε μὲ τὰ θαύματα, καὶ μὲ τὶς ἐντολὲς Του ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔδειξε ὅτι εἶναι ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, καὶ μὲ τὸ θάνατό Του πάνω στὸ φρικτὸ σταυρὸ φανέρωσε ὅτι εἶναι καὶ ἀπέραντη θεία ἀγάπη».
 
Εὐδόκησε λοιπὸν ὁ Θεὸς νὰ κάνῃ τὴν θαυμαστὴ ἐμφάνισή Του στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσῃ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρίᾳ μας καὶ νὰ μᾶς στείλῃ τοὺς ἐκθαμβωτικοὺς φωτισμοὺς Του. Νὰ μᾶς βεβαιώσῃ ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ δὲν ἦταν ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, ἕνας περιπλανώμενος ραββῖνος, ἀλλὰ ὁ Υἱὸς Του ὁ ἀγαπητός, ὁ Ὁποῖος ἦρθε στὸν κόσμο, ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀναζητήσῃ καὶ νὰ σώσῃ τὸ παραστρατημένο καὶ ἀπολωλὸς πλάσμα Του. Νὰ διαλύσῃ τὰ πυκνὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ ὅλων τῶν δεισιδαιμονιῶν. Ὁ μέγας προφήτης Ἰωάννης Τὸν κατέδειξε ὡς τὸν «Ἀμνὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 1,29). 
 
Ἀνάγγειλε στὰ συγκεντρωμένα καὶ ἔκπληκτα ἀπὸ τὴ θεοφάνεια πλήθη, ὅτι ἔφτασε ἡ πολυπόθητη μεσσιανικὴ ἐποχή, ἐπαληθεύτηκαν οἱ θεόπνευστοι προφῆτες. Ἡ ἀνθρωπότητα «ἄλλαξε σελίδα», ἄρχισε τὸ τέλος γιὰ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου. «Ἐπεφάνη ὁ Σωτήρ, ἡ χάρις ἡ ἀλήθεια ἐν ρείθροις τοῦ Ἰορδάνου καὶ τοὺς ἐν σκότει καὶ σκιὰ θανάτου καθεύδοντας ἐφώτισε» ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τῆς μεγάλης ἑορτῆς, διότι «ἦλθεν ἐφάνη, τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον». Ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης διέλυσε τὰ ἐρέβη τῆς ἁμαρτίας, ὥστε τώρα, ὅποιος ἔχει ἀνοιχτὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του, μπορεῖ νὰ βαδίζῃ μὲ ἀσφάλεια τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἂς ἀνοίξουμε καὶ ἐμεῖς τὰ ψυχικά μας μάτια καὶ ἂς ἀτενίσουμε τὸ ἀνέσπερο «Φῶς ἐκ Φωτὸς» γιὰ νὰ φωτιστοῦμε!
 
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου