ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Τὸ σταυρικὸ Πάθος καὶ ὁ θάνατος τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ τὰ αἰώνια δεσμὰ τοῦ ἅδη. Ὁ φρικτὸς Γολγοθᾶς εἶναι τὸ κύριο σημεῖο ἀναφορᾶς, πάνω στὸν ὁποῖο συνήφθη ἡ νέα διαθήκη μεταξὺ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ «ἐσφαγμένου Ἀρνίου» (Ἀποκ. 12,11), τοῦ μόνου «ἀμώμου ἱερείου» (Α΄ Πέτρ. 1,19), τοῦ Χριστοῦ. «Διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστιν, ὅπως, θανάτου γενομένου εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰωνίου κληρονομίας» (Ἑβρ. 9,15-17) Ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, στηριζόμενη στὴν Ἁγία Γραφή, διδάσκει ἀπερίφραστα πὼς «οὐδενὶ ἄλλῳ ἐστι ἡ σωτηρία», παρὰ διά τοῦ «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς» θυσιασθέντος Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἐπιμένουμε στὴν διὰ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου ἀπολυτρώσεως ὀρθόδοξη διδασκαλία, διότι ὑπάρχουν καὶ οἱ κακόδοξες πλάνες, οἱ ὁποῖες εἴτε τὴν ἀμφισβητοῦν, εἴτε τὴν παραχαράσσουν, μὲ ἀποτέλεσμα τὴ μείωση τῆς ἀξίας της. Ἄλλωστε εἶναι γνωστὸ πὼς τὸ θεμελιῶδες κεφάλαιο περὶ σωτηρίας τῆς Ἐκκλησίας μας δέχτηκε τὰ περισσότερα πυρὰ ἀπὸ τοὺς ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικούς.
Στοὺς σύγχρονους χαλεποὺς καιροὺς τῆς ἀφάνταστης πνευματικῆς σύγχυσης καὶ κατάπτωσης, καθὼς καὶ τοῦ πρωτοφανοῦς ἀμοραλισμοῦ, εἶναι ἀνάγκη νὰ προβάλλουμε ἐπιτακτικὰ τὸ Πρόσωπο τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ ὡς τὸν μοναδικὸ καὶ διαχρονικὸ σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ τὴ σταυρικὴ Του θυσία, ὡς τὸ μοναδικὸ μέσον τῆς ἀπολυτρώσεως. Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ καταδειχτοῦν ὅλοι οἱ σύγχρονοι «σωτῆρες» καὶ «χριστοὶ» ὡς ἀπατεῶνες, ὡς «ἀντίχριστοι» (Α΄ Ἰωάν. 2,18) σύμφωνα μὲ τὸν Θεολόγο τῆς ἀγάπης, οἱ ὁποῖοι ἔρχονται ἀντὶ Ἐκείνου γιὰ νὰ σφετεριστοῦν τὸ σωτήριο ἔργο Του.
Τὸ πρῶτο ποὺ ἀμφισβητεῖται εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ, ὑπὸ τὴν ἰσχυρὴ ἐπίδραση τῶν δοξασιῶν τῆς λεγομένης «Νέας Ὑδροχοϊκῆς Ἐποχῆς», τοῦ ἐφιαλτικοῦ αὐτοῦ πλέγματος πλανῶν, ποὺ τείνει νὰ κατακτήσῃ ὅλο τὸν κόσμο. Ἐφόσον δὲν ὑφίσταται ἁμαρτία ἡ ἔννοια τοῦ σωτῆρα καθίσταται παράλογη καὶ ἄρα ἀπορριπτέα. Ὁ σύγχρονος «νεοεποχίτης» ἄνθρωπος, γεμᾶτος ἑωσφορικὸ ἑσμό, καταπατᾶ ὅλες τὶς προαιώνιες ἔννοιες περὶ κακοῦ καὶ ἁμαρτίας καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀρνεῖται νὰ δεχτῇ σωτῆρα καὶ σωτηρία. Εἶναι βεβαίως περιττὸ νὰ ἐπισημάνουμε πὼς στὸ γεγονὸς αὐτὸ στηρίζεται καὶ τὸ πολυπρόσωπο δρᾶμα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Ὁ αὐτονομημένος ἀπὸ τὸ Θεὸ ἄνθρωπος μοιάζει μὲ δένδρο φθινοπωρινὸ ἄκαρπο «δὶς ἀποθανόντα» (Ἰούδα 12)
Ἐμεῖς οἱ πιστοὶ τοῦ Χριστοῦ ὁμολογοῦμε (ὀφείλουμε νὰ ὁμολογοῦμε) κατ’ ἰδίαν καὶ δημόσια μὲ παρρησία, ὅτι ἐν Αὐτῷ «ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμὲν» (Πράξ. 17,28). Ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ λυτρωτής μας, διότι δεχόμαστε ὅτι ὑπάρχει κακὸ καὶ ἁμαρτία. Καταδεικνύουμε ὡς ἐφευρέτη του τὸν διάβολο, τοῦ ὁποίου ἀέναο ἔργο εἶναι νὰ ἀντιστρατεύεται τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὠθῇ τὸ κορυφαῖο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ στὴν ἀπώλεια. Ἡ διαχρονικὴ κακοδαιμονία τοῦ κόσμου εἶναι ἀδύνατο νὰ κατανοηθῇ χωρὶς τὴν εἰσβολὴ τοῦ παρείσακτου κακοῦ σὲ αὐτόν.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ αἰώνιος Θεὸς Λόγος, ὁ Ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ ἐπιτελέσῃ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ὡς ἀποκορύφωμα τοῦ ἐπὶ γῆς ἔργου Του ὑπῆρξε τὸ ἑκούσιο πάθος, ἡ σταυρικὴ θυσία καὶ ὁ φυσίζωος θάνατός Του. Βεβαίως ἀπόκρυφο μυστήριο καλύπτει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο συντελέστηκε ἡ σωτηρία μας. Μιὰ ἀμυδρὴ εἰκόνα δίνουν οἱ θυσιαστικὲς ἱερατικὲς πράξεις τοῦ προχριστιανικοῦ ἀνθρώπου, οἱ ὁποῖες ἔδιναν τὴν ψευδαίσθηση μιᾶς ἀφηρημένης προσκαίρου λυτρώσεως. Τὸ πολύτιμο καὶ τόσο ἀπαραίτητου γιὰ τὴ ζωὴ αἷμα τοῦ θυσιαζομένου ἀνθρώπου ἢ ζώου ἦταν τὸ πολυτιμότερο δῶρο γιὰ τὴ λυτρωτικὴ συνδιαλλαγὴ μὲ τὴ θεότητα. Μέσα στὴν πνευματικὴ παραζάλη του ὁ ἄνθρωπος ἐφεῦρε αὐτὸν τὸν μακάβριο τρόπο νὰ νοιώσῃ ἐξιλέωση. Μηδὲ ἀκόμα καὶ αὐτὴ ἡ μωσαϊκὴ θρησκεία δὲν ἔμεινε ἔξω ἀπὸ αὐτὴ τὴν πρακτική.
Ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, ἔφερε τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ καὶ διάλυσε τὴ ζοφερὴ ἀχλὴ τῆς πλάνης. Ἐγκαινίασε ἕνα νέο τρόπο συνδιαλλαγῆς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ ἔθεσε στὸ περιθώριο ὅλες τὶς δεισιδαίμονες καὶ ἀναποτελεσματικὲς πρακτικὲς τοῦ ἐφιαλτικοῦ προχριστιανικοῦ παρελθόντος. Κατάργησε ἔτσι καὶ τὶς θυσίες, τὶς ὁποῖες ἀντικατέστησε μὲ τὴ δική Του ἀποτελεσματικὴ σταυρικὴ θυσία, ἡ ὁποία τελέσθηκε ἅπαξ καὶ ἰσχύει παντοτινά. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει πὼς ὁ Χριστὸς «μίαν ὑπὲρ ἡμῶν προσενέγκας θυσίαν εἰς τὸ διηνεκές... μιὰ γὰρ προσφορὰ τετελείωκεν εἰς τὸ διηνεκὲς τοὺς ἁγιαζομένους» (Ἑβρ. 10,14-15). Κάνει σαφῆ διάκριση μεταξὺ τῆς αἰώνιας καὶ μοναδικῆς ἱεροσύνης τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὑπέρτατης θυσίας Του, καὶ τῆς ἱεροσύνης καὶ τῶν θυσιῶν τοῦ παρελθόντος: «Χριστὸς δὲ παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ ἀχειροποιήτου, τοὺτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὐράμενος ... τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν» (Ἑβρ. 9,11-14).
Ὁ Χριστὸς λειτούργησε ταυτόχρονα ὡς ἱερεὺς καὶ ὡς ἱερεῖο. Αὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία, διότι ὁ Μέγας Ἀρχιερεὺς Χριστὸς δὲ μοιάζει μὲ τοὺς ἱερεῖς τοῦ κόσμου «τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος» (Ἑβρ. 7,26). Ἀλλὰ καὶ ὡς ἱερεῖο ὑπῆρξε τὸ ἀπόλυτα ἄμωμο σφαχτό, ὅπως τὸ ἤθελε ὁ Θεὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ θυσία Του ἔγινε εὐάρεστη στὸ Θεὸ «ὀσμὴ εὐωδίας, θυσία δεκτή, εὐάρεστος τῷ Θεῷ» (Φιλιπ. 4,18) καὶ συντελέστηκε ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου «ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. Πολλῷ οὗν δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ... εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ» (Ρωμ. 5,8-10).
Ὁ ὅρος ἀπολύτρωση σημαίνει τὴν καταβολὴ λύτρων γιὰ τὴν ἐξαγορά μας. Φυσικὰ τὰ πολύτιμα λύτρα ἦταν τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ὅμως τίθεται τὸ ἐρώτημα σὲ ποιόν καταβλήθηκαν τὰ λύτρα, δηλαδὴ ποιός πληρώθηκε γιὰ νὰ ἀπελευθερωθῇ ὁ ἄνθρωπος; Κάποιοι ἀποφάνθηκαν ὅτι καταβλήθηκαν στὸ Θεό. Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἦταν ὁ δυνάστης καὶ δεσμώτης τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης ὁ ἀπόλυτα αὐτάρκης Θεὸς δὲν ἔχει τὴν ἀνάγκη νὰ λάβῃ ὁτιδήποτε ἀπὸ κανέναν. Κάποιοι αἱρετικοὶ εἶπαν ὅτι τὰ λύτρα ἀποδόθηκαν στὸ διάβολο, ποὺ ἦταν ὁ πραγματικὸς δυνάστης τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως εἶναι δυνατὸν τὸ ἀπόλυτα ἄμωμο καὶ τίμιο αἷμα τοῦ Χριστοῦ νὰ πέσῃ στὰ χέρια τοῦ ἀπόλυτα βέβηλου διαβόλου;
Τὴν ἀπάντηση δίνει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἡ ὑπέρτατη θυσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι πέρα ἀπὸ κάθε νομικίστικη ἔννοια. Ἡ ἔννοια τοῦ λυτρωτῆ καὶ τῶν λύτρων στὴ βιβλικὴ θεολογία δὲν ἔχει τὴν ἴδια σημασία μὲ τὴν πρακτικὴ ἀγοραπωλησίας ἀνθρώπων. Ἐδῶ λυτρωτὴς σημαίνει σωτῆρας ἄνευ ἀνταλλάγματος καὶ λύτρα σημαίνει σωτηρία χωρὶς πληρωμή.
Ὅμως πρέπει νὰ διευκρινιστῇ γιατί ἦταν ἀναγκαῖος ὁ διὰ σταυροῦ θάνατος τοῦ Κυρίου γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Δὲ χωράει ἀμφιβολία πὼς ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο σκάνδαλο ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ ἡ ἔσχατη μωρία. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἔφερε ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Παρ᾿ ὅλο ὅτι ὁ ἴδιος ἦταν ἀναμάρτητος καὶ ἔφερε ὡς ἄνθρωπος μόνο τὰ λεγόμενα ἀδιάβλητα πάθη, ἐν τούτοις μετεῖχε τῆς πτωτικῆς καὶ ἁμαρτωλῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἐπάνω στὸ σταυρὸ θανατώθηκε ὡς ἄνθρωπος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὸ πρόσωπό Του θανατώθηκε ἡ παλαιὰ πτωτικὴ ἀνθρώπινη φύση. Γι’ αὐτὸ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος πὼς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πραγματικὴ σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, καὶ μὲ τὴ νοητὴ τῶν πιστῶν, ἔχουμε θανάτωση τῆς πτωτικῆς μας φύσεως: «οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. 5,26).
ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἐπάνω στὸ σταυρὸ θανατώθηκε ὡς ἄνθρωπος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὸ πρόσωπό Του θανατώθηκε ἡ παλαιὰ πτωτικὴ ἀνθρώπινη φύση. Γι’ αὐτὸ ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος πὼς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πραγματικὴ σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, καὶ μὲ τὴ νοητὴ τῶν πιστῶν, ἔχουμε θανάτωση τῆς πτωτικῆς μας φύσεως: «οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. 5,26).
Μὲ τὴν ἔνδοξη ἀνάστασή Του ὁ Χριστὸς ἀνάστησε ἕνα νέο ὑπερτέλειο ἀφθαρτοποιημένο σῶμα. Δηλαδὴ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ἀνάστασή Του ἔγινε ἀφορμὴ νὰ δημιουργηθῇ νέα ἀνθρώπινη φύση. Τὸ ἀναστημένο σῶμα τοῦ Κυρίου εἶναι μὲν τὸ ἴδιο μὲ αὐτὸ ποὺ ἦταν τυλιγμένο μὲ τὰ ἐντάφια σπάργανα, ἀλλὰ μὴ ἀναγνωρίσιμο ἀπὸ τοὺς μαθητὲς καὶ τὶς μαθήτριές Του καὶ μὴ ὑποκείμενο στοὺς φυσικοὺς νόμους! Τὸ ἴδιο θὰ εἶναι καὶ τὸ δικό μας σῶμα μετὰ τὴν ἀπὸ τῶν νεκρῶν ἀνάστασή μας. Ὁ θάνατος εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ τὴν ὀντολογικὴ ἀλλαγὴ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Μέχρι τὴ σταυρικὴ Του θυσία ὁ Χριστὸς μετεῖχε Ἐκεῖνος στὴν παλαιὰ πτωτικὴ ἀνθρώπινη φύση (χωρὶς ἁμαρτία), μετὰ τὸ θάνατό Του καὶ τὴν Ἀνάστασή Του, μετέχουν οἱ πιστοὶ στὴ νέα θεόμορφη φύση Ἐκείνου! Ὁρισμένοι αἱρετικοί, ἀλλὰ καὶ κάποιοι ὀρθόδοξοι πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς δὲ μετεῖχε τῆς δικῆς μας πτωτικῆς φύσεως καὶ πὼς μὲ τὴ σάρκωσή Του δημιούργησε ἄλλη φύση. Αὐτὸ εἶναι τραγικὸ λάθος, διότι ἂν ὁ Χριστὸς δὲν προσέλαβε τὴ δική μας φύση, τότε πῶς τὴν ἔσωσε; Ἡ ἀναδημιουργία ἐν τῆς Χριστῷ ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἡ μεταμόρφωση αὐτῆς τῆς ἴδιας πτωτικῆς μας φύσεως.
Ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου ἦταν ἐπίσης ἀπαραίτητος γιὰ τὴν ἧττα τοῦ θανάτου. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἑκούσια παρακοή του ἔδωσε ἐξουσία στὸ διάβολο νὰ τὸν θανατώνῃ καὶ νὰ τὸν κατακρατῇ αἰώνια στὸν Ἅδη (Γέν. 3 κεφ.). Ὅλοι οἱ μέτοχοι τῆς ἀδαμιαίας φύσεως ἦταν καταδικασμένοι νὰ ὑπόκεινται στὸν φοβερὸ νόμο τοῦ θανάτου καὶ τοῦ Ἅδου. «ὅσοι γὰρ ἐξ ἔργων νόμου εἰσίν, ὑπὸ κατάραν εἰσὶ» (Γαλ. 3,10) Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς μέτοχος καὶ αὐτὸς τῆς ἀδαμιαίας φύσεως δέχτηκε νὰ ἀκολουθήσῃ τὸν ἄτεγκτο νόμο τοῦ θανάτου, ὡς κοινὸς θνητὸς κατέβηκε στὸ ὑποχθόνιο καὶ σκοτεινὸ δεσμωτήριο τῶν ἀπ’ αἰῶνος ψυχῶν. Ὡς Θεὸς καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου, ὅμως συνέχισε καὶ ἐκεῖ τὸ ἀπολυτρωτικὸ Του ἔργο. Ἀνήγγειλε στὰ ἐκεῖ πνεύματα τὸ εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. Παράλληλα ὅμως ὁ θάνατος τοῦ Σωτῆρος ἐπέφερε φοβερὸ πλῆγμα στὸ σκοτεινὸ βασίλειο τοῦ Ἅδη. Ὁ ἀπόλυτα ἀναμάρτητος Θεὸς δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ κρατηθῇ ἐκεῖ. Οἱ αἰώνιοι καὶ ἀκατάλυτοι νόμοι τοῦ θανάτου καὶ τοῦ Ἅδη καταλύθηκαν καὶ ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε παίρνοντας μαζὶ Του ὅλα τὰ πνεύματα ποὺ εἶχαν πιστέψει στὸ σωτήριο κήρυγμά Του. Αὐτὸς «παρεδόθη διὰ τὰ παραπτώματα ἡμῶν καὶ ἠγέρθη διὰ τὴν δικαίωσιν ἡμῶν» (Ρωμ. 4,25)
Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Κυρίου μας εἶναι ἡ ἔσχατη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο (Ἰωάν. 3,16, Γαλ. 2,20. Ἐφεσ. 5,2), γι’ αὐτὸ καὶ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πολυτίμητο σύμβολο τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ ὁποῖο μᾶς θυμίζει τὸ θάνατο, ποὺ γεννᾶ ἡ ἁμαρτία καὶ τὴν αἰώνια ζωὴ ποὺ χαρίζει ὁ Ἐσταυρωμένος Λυτρωτής μας. «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὐ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται καγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6,14) τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἡ ἀκένωτη πηγὴ ἁγιασμοῦ γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα στοὺς αἰῶνες καὶ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου μας ἔγινε αἰτία τῆς αἰώνιας ζωῆς μας. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπέστη τὸ πάθος γιὰ χάρη τῆς σωτηρίας μας, γράφει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου, «Αὐτὸς ἱερεῖον, Αὐτὸς θυσιαστήριον, Αὐτὸς Θεός, Αὐτὸς ἄνθρωπος, Αὐτὸς βασιλεύς, Αὐτὸς Ἀρχιερεύς, Αὐτὸς πρόβατον, Αὐτὸς ἀρνίον, τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσιν ὑπὲρ ἡμῶν γενόμενος» (Ἐπιφ. Κατὰ αἱρ. 55,4 Ε.Π., 41,980). Ἔγινε κατὰ πάντα ὅμοιος τοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα καὶ ὑπήκοος τοῦ θανάτου (Φιλιπ. 2,9), ὥστε, κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιο, «συνὼν διὰ τοῦ ὁμοίου τοῖς πᾶσιν ὁ ἄφθαρτος τοῦ Θεοῦ Υἱός, εἰκότως τοὺς πάντες ἐνέδυσεν ἀφθαρσίαν ἐν τῇ περὶ τῆς ἀναστάσεως ἐπαγγελία» (Ε.Π. 25,112). Γίναμε κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας «σύμμορφοι τῆς δόξης Αὐτοῦ καὶ συμβασιλεύσομεν Αὐτῷ» (Ε.Π. 74,568). Γιὰ τοὺς πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ τὰ ἀποκρουστικὰ ταφικὰ μνήματα μεταβλήθηκαν σὲ κλῖνες ἀναπαύσεως, διότι ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ μετέβαλλε τὸν αἰώνιο θάνατο σὲ ἕναν μακρὺ ἀναπαυτικὸ τοῦ σώματος ὕπνο. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας δὲν ὑπάρχουν νεκροταφεῖα, ἀλλὰ κοιμητήρια, ὅπου οἱ πιστοὶ ἀναμένουν τὴν εὐλογημένη καὶ ἔνδοξη ὥρα τῆς κοινῆς ἀναστάσεως ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους (Ἰωάν. 5,28).
Γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι πιστοὶ τοῦ Χριστοῦ μας τιμοῦμε περισσῶς καὶ προσκυνοῦμε μὲ ἄκρα εὐλάβεια τὸ θεῖο πάθος Του. Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Παρασκευὴ εἶναι γιὰ μᾶς ἡμέρα θλίψεως καὶ περισυλλογῆς, διότι ὡς ἄνθρωποι ἔχουμε καὶ τὴ δική μας εὐθύνη γιὰ τὰ Ἄχραντα Πάθη καὶ τὸ Σταυρικὸ Θάνατο τοῦ Σωτῆρος μας. Τὴ θλίψη μας ὅμως γιὰ τὴ φρικτὴ θεοκτονία μετριάζει ἡ πίστη μας στὸν ἀπολυτρωτικὸ χαρακτῆρα τοῦ Θείου Πάθους, διότι ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ θάνατος τοῦ Λυτρωτῆ μας θανάτωσε διὰ παντὸς τὸ δικό μας θάνατο, ἀναβοῶντας μὲ ἄκρατο ἐνθουσιασμὸ καὶ χαρὰ μαζὶ μὲ τὸν ὑμνογράφο τῶν θεσπέσιων Ἐγκωμίων τοῦ Ἐπιταφίου Θρήνου, «Θάνατον θανάτῳ, σὺ θανατοῖς Θεέ μου»!
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου