'Αγιος Ιάκωβος Τσαλίκης
Πρέπει
να ‘ταν μετά το 1981-82, όταν κάποια φορά ερχόμενος από την Γερμανία,
τότε που είχα την δοκιμασία των ματιών μου, επισκέφθηκα τον π. Γρηγόριο
στο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως, για να τον ενημερώσω σχετικά και να
πάρω και την ευχή του.
Ήταν
κάποιο μεσοβδόμαδο απόγευμα. Μετά από όσα συζητήσαμε, μου είπε: «Να
σηκωθής, π. Αργύριε, και να πας στον π. Ιάκωβο, που είναι στο Μοναστήρι
του Οσίου Δαυΐδ στην Εύβοια, γιατί είναι άγιος άνθρωπος, και να τον
παρακαλέσης για το θέμα σου».
Αφού επέστρεψα στην Θεσσαλονίκη και έμαθα
τα σχετικά των δρομολογίων, την άλλη μέρα το πρωί έφυγα για την Χαλκίδα.
Ο
π. Παύλος, τότε Ιεροκήρυκας Χαλκίδος και νυν Μητροπολίτης Σιατίστης, με
ανυπόκριτη χαρά με πήρε με το αυτοκίνητό του και με ένα οδήγημα γρήγορο
και προσεκτικό, αλλά και με συζήτηση που έδειχνε ότι αγαπούσε το
Μοναστήρι και σεβόταν τον π. Ιάκωβο ως άνθρωπο του Θεού, φθάσαμε στο
Μοναστήρι.
Είχαν
τελειώσει μάλλον την εσπερινή ακολουθία τους και κάθονταν, ο Γέροντας, ο
π. Κύριλλος και ο π. Σεραφείμ, στο απέναντι της εκκλησίας μικρό
«κουζινάκι» τους.
Ο
π. Παύλος με σύστησε και είπε τον λόγο της επισκέψεώς μου. Τότε ο π.
Ιάκωβος σηκώθηκε αμέσως, με εμφανές ενδιαφέρον και, αφού με πήρε μαζί
του, μου είπε: «Πατέρα Αργύριε, πάμε να προσκυνήσωμε τον όσιο Δαυΐδ
μας».
Μπήκε πρώτος στην εκκλησία και τον ακολούθησα. Για μια στιγμή
σήκωσε τα χέρια του ψηλά και προχωρώντας σιγά, έλεγε: «Άγιέ μου Δαυΐδ, ο
π. Αργύριος ήρθε από την Θεσσαλονίκη να σε προσκυνήση και να σε
παρακαλέση για τα ματάκια του· άγιέ μου Δαυΐδ, ξέρεις πού είναι η
Θεσσαλονίκη; ου! πολύ μακριά· από ‘κει ήρθε γι’ αυτόν τον λόγο».
Και
προχωρούσε και έλεγε γι’ αυτό το «μακριά» και για το ότι δεν ήξερε ο
Άγιος πού είναι η Θεσσαλονίκη, έλεγε και άλλα, αλλά εγώ έμεινα σ’ αυτό
και σαν να τα ‘χασα και δεν θυμάμαι άλλα.
Πήγαμε
μπροστά στην εικόνα του Αγίου που είναι στο τέμπλο, και μετά από τον π.
Ιάκωβο προσκύνησα και εγώ, και ύστερα προσκυνήσαμε και την αγία Κάρα
του οσίου Δαυΐδ και με σταύρωσε με αυτήν.
Αφού τακτοποίησε στην θέση της
την αγία Κάρα, άρχισε να μου λέγη διάφορα· ότι αγαπούσε από μικρό παιδί
την εκκλησία και πήγαινε τακτικά, πάντα με την προτροπή και την παιδεία
που του είχαν δώσει η μητέρα του και η γιαγιά του.
Μου
είπε από ό,τι θυμάμαι: «Εμένα, π. Αργύριέ μου, με συγχωρείτε, μου άρεσε
να πηγαίνω στην εκκλησία από μικρός. Όταν πήγα στον στρατό και έβλεπα
στον δρόμο ράσο και ήμουν με άλλους μαζί, επειδή κορόϊδευαν οι άλλοι, αν
πήγαινα να πάρω ευχή, πήγαινα κρυφά πίσω από τον παπά και με διάκριση
προσπαθούσα να φιλήσω το ράσο του και έτσι έπαιρνα ευχή και χαιρόμουνα.
Εγώ, π. Αργύριέ μου, με συγχωρείτε, ντρεπόμουνα πολύ και δεν έκανα
παρέες με τους συναδέλφους μου που ήθελαν να πηγαίνουν εδώ και εκεί.
Φαντάσου, π. Αργύριέ μου, με συγχωρείτε, μεγάλος ήμουν και πίστευα ακόμη
ότι το παιδί γεννιέται από την μύτη της μητέρας του. Έλεγε η μητέρα
μου, Θεός σχωρέστην:
«Να, Γιακωβάκι μου, φύσηξε μια φορά την μυτούλα της
η μητέρα σου και έπεσες εσύ από το ρουθούνι της, σαν ένα ρεβυθάκι και
αυτό σιγά-σιγά μεγάλωσε και έγινες ο Γιακωβάκης μου»· και το πίστευα·
τόσο αθώος ήμουνα. Δεν ήξερα από αυτά τα πράγματα».
Εκείνη
την ώρα, σκέφθηκα κάτι και είπα μέσα μου:
«Φαίνεται πως ο Γέροντας
είναι Μικρασιάτης, γιατί το ίδιο περίπου μου έλεγε και μένα η γιαγιά μου
όταν ήμουν μικρός»· και χάρηκα ακόμα πιο πολύ. Μου είπε στο τέλος,
«Εγώ, π. Αργύριέ μου, με συγχωρείτε, θα κάνω προσευχή για να κάνη ο
άγιος Δαυΐδ αυτό που πρέπει». Τον ευχαρίστησα, του ‘βαλα μετάνοια και
πήρα την ευχή του και μαζί με τον π. Παύλο ανεχώρησα από το Μοναστήρι.
Μετά
από αυτή μου την επίσκεψη στο Μοναστήρι του Οσίου Δαυΐδ, πηγαίναμε
πολλές φορές με την ενορία, δύο-τρεις φορές τον χρόνο, αλλά και με την
οικογένεια. Μια φορά φιλοξενηθήκαμε για τρεις-τέσσερις ημέρες.
Έτσι
λειτουργούμασταν, προσκυνούσαμε την Τιμία Κάρα του οσίου Δαυΐδ,
διδασκόμασταν από όσα έλεγε και από όσα βλέπαμε στο πρόσωπο του π.
Ιακώβου, παίρναμε την ευχή του, αλλά και την αγάπη των δύο τότε πατέρων
που θυσιάζονταν για να προσφέρουν φιλοξενία, με όντως αγάπη που γινόταν
με πολλή θυσία, και γεμάτοι από ευλογίες και την Χάρη του Αγίου
επιστρέφαμε.
Μαρτυρία π. Αργυρίου Γαβριηλίδου, από την Θεσσαλονίκη
Από το βιβλίο: «Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)». Γ’. Μαρτυρίες, σελ. 266. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» 2016.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου