Άλλοτε πάλι, καθώς ο άγιος πήγαινε στα πατριαρχεία, τον πλησιάζει
ένας ευγενής, που είχε καταντήσει σε έσχατη φτώχεια, γιατί κλέφτες του
είχαν αρπάξει όλα του τα υπάρχοντα.
Πρόσταξε λοιπόν να του δώσουν ελεημοσύνη, για την ξαφνική εκείνη πτώχευση, δεκαπέντε λίτρες χρυσάφι.
Ο άνθρωπος όμως που πήρε τη σχετική εντολή – θες από δική του παρακοή, θες από υποκίνηση των υπαλλήλων της Εκκλησίας, επειδή δεν είχαν απομείνει πολλά χρήματα και ο μέγας Ιωάννης δεν φρόντιζε να μαζεύει θησαυρούς -, έδωσε πέντε μόνο λίτρες στο φτωχό.