Στὴν κορυφὴ τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας μας βρίσκεται ὁ Μέγας Ἀντώνιος καὶ γι᾿ αὐτὸ δικαίως ἡ Ἐκκλησία μας τοῦ προσέδωσε τὸν τίτλο τοῦ Μεγάλου, διότι, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, ἀποτέλεσε τὸ πρότυπο τοῦ ὀρθοδόξου μοναχικοῦ ἰδεώδους. Ἄλλωστε ἀποκαλεῖται καὶ ὡς ὁ «καθηγητὴς τῆς ἐρήμου», διότι θεμελίωσε τὸν ὑγιῆ χριστιανικὸ μοναχισμὸ καὶ παραμένει ὁ δάσκαλος τῶν κατοπινῶν μοναχῶν ὡς τὰ σήμερα.
Τὴν βιογραφία του ἔγραψε ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε μαθητὴς καὶ πνευματικό του παιδί. Γεννήθηκε στὴν πόλη Κομὰ τῆς Κάτω Αἰγύπτου, κοντὰ στὴ Μέμφιδα, περὶ τὸ 251 στὰ χρόνια τοῦ παρανοϊκοῦ καὶ θρησκομανῆ ρωμαίου αὐτοκράτορα Δεκίου (249-251), ὁ ὁποῖος εἶχε ἐγείρει τὸν σκληρότερο, ὡς τότε, διωγμὸ ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν. Οἱ γονεῖς του ἦταν πλούσιοι πιστοὶ Χριστιανοί, στοὺς ὁποίους χρωστοῦσε τὴν εὐσέβεια. Γράμματα ἔμαθε λίγα καὶ ἴσως νὰ ἦταν ἐντελῶς ἀγράμματος, ὅμως εἶχε ἀποκτήσει πάμπολλες ἀρετές, οἱ ὁποῖες ἀπέρρεαν ἀπὸ τὴν βαθιὰ χριστιανική του πίστη. Ἀπὸ μικρὸς εἶχε δείξει δείγματα αὐτάρκειας, ἀσκητικότητας καὶ ἐσωστρέφειας, ὥστε διέφερε ἀπὸ τὰ ἄλλα παιδιὰ τῆς πόλεως. Ἀγαπημένη του συνήθεια ἦταν ἀκολουθεῖ τοὺς γονεῖς του στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ παραμένει στὸ ναὸ συμμετέχοντας στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ ἀκούγοντας τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα μὲ προσοχή.