Μας
εδιηγείτο o Θείος Παφνούτιος, ο μαθητής του Αγίου Μακαρίου, ότι μιά
ημέρα ευρισκόμενος ο Μέγας Μακάριος, στο προαύλιο του κελλιού του, και
προσευχόμενος προς Κύριον, μιά λύκαινα επήρε το κουτάβι της, πού ήταν
τυφλό και το έφερε στον Άγιον Μακάριον.
Εν συνεχεία, στάθηκε και κτύπησε
την πόρτα με το κεφάλι της, άνοιξε, μπήκε και έριξε το κουτάβι της
εμπρός εις τα πόδια του Αγίου.
Ο
Όσιος Μακάριος παίρνοντας το κουτάβι και φτύνοντας εις τα μάτια του,
έκαμεν ευθύς προσευχή, άνοιξαν τα μάτια του ζώου και έτσι υγιές το επήρε
η μητέρα του και έφυγε.
Την
άλλη μέρα, έφερε ένα μεγάλο δέρμα προβάτου στον Άγιο Μακάριο και
βλέποντας το δέρμα ο Άγιος, ερώτησε την λύκαινα: «Πούθε το πήρες; Μήπως
έφαγες το πρόβατο κανενός; Εκείνο πού είναι από αδικία, εγώ δεν το
δέχομαι από σένα».