Φαίνεται, ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ὅτι δημιουργεῖται «παράδοση» ἐκκλησιολογικοῦ πόνου καὶ στὸ σῶμα τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν τοῦ Περιστερίου ἀπὸ τὴν Ἱ. Μητρόπολη, ἀπὸ «ἐπισκόπους» της, σὲ κρίσιμες περιστάσεις – φάσεις τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως (παράδειγμα) στὴν ἐποχὴ τοῦ Σεραφειμικοῦ καθεστῶτος καὶ σήμερα, ἐπὶ Ἱερωνύμου Β΄.
Ἂν ἀνατρέξουμε στὸ Σεραφειμικὸ καθεστώς, ὁ τότε Μητροπολίτης Περιστερίου Ἀλέξανδρος Καντώνης, ὁ «ναυαγήσας οἰκτρῶς εἰς τὴν ὑπέροχον καὶ Ἀποστολικὴν ἕδραν τῆς Μητροπόλεως Φιλίππων» (κατὰ τὸν Μητροπολίτην Ἐλευθερουπόλεως κ. Ἀμβρόσιον), ὁ «ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου» (κατὰ τοὺς «Ἀθωνικοὺς Διαλόγους»), εἶχε δημιουργήσῃ κρίση ἠθική, πνευματική, στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν μὲ τὶς δηλώσεις τοῦ περὶ Καζαντζάκη∙ δηλώσεις ἐνδεικτικῆς φθορᾶς, ποὺ οἱ ἀκούοντες εὔκολα ὁδηγοῦνται σὲ ἐξελισσόμενη δια-φθορά, σὲ χαλαρότητα τῶν πνευματικῶν ἀντιστάσεων ἔναντι τῆς ἁμαρτίας. Οἱ δηλώσεις του λειτούργησαν ὡς κάλεσμα συμπυκνωμένης ἀποστασίας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιαστικὴ Λογικὴ∙ εἶπε σχετικὰ στὸν «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ»: «Πολλοὶ εἶπαν τὸν Καζαντζάκη ἄθεο, ἄπιστο, ἀφορισμένο. Ἀλλὰ αὐτὰ δὲν τὰ εἶπε ἡ Ἐκκλησία. Τὰ εἶπαν ὁρισμένα πρόσωπα ποὺ ὅπως σὲ κάθε κοινωνία, εἶναι καὶ θερμόαιμα καὶ ὑπερβολικὰ συντηρητικά, ποὺ δὲν θὰ πῶ μόνον στενοκέφαλα, ἀλλὰ καὶ διεστραμμένα».