ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ
ΠΕΜΠΤΗΣ [:Α΄ Κορ. 11, 23-32]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ
Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 1-5-1986]
Σήμερα, Μεγάλη Πέμπτη, ἀγαπητοί μου, εἰς τὸν ἑσπερινόν -διότι ἡ Λειτουργία τοῦ
Μεγάλου Βασιλείου συνδυάζεται μετὰ Ἑσπερινοῦ, ἡ Ἐκκλησία μας παραθέτει τὴν
ἀποστολικὴν ἐκείνη περικοπή, ἡ ὁποία ἀναφέρεται εἰς τὴν παράδοσιν τοῦ μυστηρίου
τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Διότι ἡ Μεγάλη Πέμπτη εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν
παρεδόθη τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Δηλαδὴ τὸ μυστήριον τῆς ἑνώσεως
τοῦ Χριστοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων. Διότι πρόκειται περὶ τῆς μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου
εἰς τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνεται σύσσωμος, ἕνα
σῶμα, καὶ σύναιμος, ἕνα αἷμα μὲ τὸν Χριστόν.
Σημειώνει, λοιπόν, ὁ
ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του, στὸ 11ο κεφάλαιον,
ὅτι «Ἐγὼ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς ἐν
τῇ νὺκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε· λάβετε
φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν
ἐμὴν ἀνάμνησιν. Ὡσαύτως καὶ τὸ πὸτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ
ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν
πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. Ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ
ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ».
Ἂν ἐπροσέξατε, λέγει: «Ἐγὼ
παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πρώτης σειρᾶς
ἀπόστολος, δὲν παρέλαβε ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, παρ᾿ ὅτι δὲν εἶδε τὸν Κύριον κατὰ
τὴν παρουσία Του ἐδῶ εἰς τὸν παρόντα κόσμον· ἀλλὰ παρέλαβε ἀπὸ τὸν Κύριον ἀπ᾿
εὐθείας, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ τότε εἰς τὸν Ἀνανία, ὁ ὁποῖος ἐβάπτισε
τὸν Παῦλον: «Ἐγὼ θὰ τοῦ διδάξω ὅ,τι πρέπει νὰ τοῦ πῶ». Συνεπῶς, ὁ ἀπόστολος
Παῦλος δὲν πῆρε τὴν διδασκαλία ἀπὸ δεύτερο χέρι· διαμέσου, φερειπείν, τῶν
ἀποστόλων, ἀλλὰ πῆρε τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο. Συνεπῶς
λέγει, πολὺ ὀρθά, «Ἐγὼ παρέλαβα ἀπὸ τὸν Κύριον ἐκεῖνο ποὺ παρέδωσα σὲ σᾶς».
Αὐτὴ ἡ παραλαβὴ καὶ ἡ παράδοσις εἶναι ἀκριβῶς ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας. Διότι
τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, δυνάμει τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης,
παραδίδεται διαρκῶς μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία.
Ποιά εἶναι ἡ οὐσία τοῦ
μυστηρίου αὐτοῦ; Ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου εἶναι ὅτι «αὐτὸ τὸ κρασὶ μεταβάλλεται σὲ
Αἷμα Χριστοῦ καὶ αὐτὸ τὸ ψωμὶ μεταβάλλεται σὲ Σῶμα Χριστοῦ». Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν
οὐσία τοῦ μυστηρίου. Δὲν εἶναι τύπος τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Αὐτὸ
ποὺ λέγει ἐδῶ «εἰς ἀνάμνησιν»· εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου. Καὶ ὄχι
ἁπλῶς ὅτι δύναται αὐτὸ νὰ μοῦ ὑπενθυμίζει ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου
τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Δὲν εἶναι σύμβολον, οὔτε τύπος, οὔτε ἐκεῖ
κρύπτεται ὁ Χριστός! Ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Χριστός! Διότι, ὁ ἄρτος ὁ
καθαγιασθεὶς εἶναι Αὐτὸ τοῦτο τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ· καὶ ὁ οἶνος ὁ καθαγιασθεὶς
εἶναι Αὐτὸ τοῦτο τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ!
Ὅπως λέγει στὴν ὁμολογία
του ὁ ἅγιος Δωσίθεος Ἱεροσολύμων ὅτι «αὐτὸ τὸ σῶμα ποὺ κοινωνοῦμε καὶ τὸ αἷμα
ποὺ πίνουμε, ποὺ κοινωνοῦμε, δὲν εἶναι παρὰ ἐκεῖνο τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα ποὺ πῆρε
ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο ποὺ
ἐσταυρώθη ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἀνελήφθη εἰς
τοὺς οὐρανούς. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον κάθηται εἰς τὰ δεξιὰ τῆς
δόξης τοῦ Πατρός. Εἶναι αὐτὸ τὸ ἴδιο Σῶμα ποὺ θὰ ἔρθῃ νὰ μᾶς κρίνει κατὰ τὴν
Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι Αὐτὸς ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός». Οὔτε θυμίζει τὸν
Χριστόν. Θὰ τὸ πῶ γιὰ δεύτερη φορά: Οὔτε τύπος εἶναι· οὔτε σύμβολον εἶναι· οὔτε
ἐκεῖ κρύπτεται ὁ Χριστὸς· ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Χριστός.
Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς Ἐκεῖνος ὁ
Ὁποῖος δὲν θὰ πρόσεχε στὸ θέμα αὐτό, θὰ εἶχε ἀντὶ τὴν ἕνωση μετὰ τοῦ Χριστοῦ,
θὰ εἶχε κρίση καὶ κατάκριση, καταδίκη. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ σημαντικό. Λέγει
ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τὰ ἑξῆς: «Ὥστε ὃς ἂν ἐσθὶῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πὶνῃ τὸ
ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου».
«Ὅποιος», λέγει, «τρώει καὶ πίνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀναξίως, εἶναι
ἔνοχος ἀπέναντι στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου».
Ὁ Ἰούδας, δὲν γνωρίζομε
ἐὰν ἐκοινώνησε- οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι δὲν ἐκοινώνησε. Ἀλλὰ ἂν ἐκοινώνησε, ἀπέβη
εἰς αὐτὸν κρῖμα καὶ κατάκριμα· καὶ καταδίκη. Γι᾿ αὐτὸ λέμε σὲ ἕνα τροπάριον: «Οὐ
φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ' ὡς ὁ Λῃστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου,
Κύριε, ἐν τῇ Βασιλεῖᾳ Σου». «Δὲν θὰ Σοῦ δώσω φίλημα ὅπως ὁ Ἰούδας, προδοτικόν.
Καὶ τὸ προδοτικὸν φίλημα εἶναι ὅταν Σὲ ἀρνηθῶ». Αὐτὸ κρατήσατέ το. Καὶ ἕνα
ἄλλο, ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Λέγει ὁ Κύριος: «Ἐσεῖς εἴσαστε
καθαροί. Ἀλλὰ ὄχι ὅλοι». Καὶ ὑπενόει τὸν Ἰούδα. Καὶ οἱ καθαροὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη
νὰ λουστοῦν, νὰ τοὺς πλύνουμε τὰ πόδια ἢ τὰ χέρια. Εἶναι καθαροί. «Οἱ μαθηταί»,
λέγει, «ἦσαν καθαροί», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀλλὰ ὄχι ὁ Ἰούδας». Οἱ μαθηταὶ δὲν εἶχαν
ἁμαρτίες; Εἶχαν ἁμαρτίες. Γιατί ὁ Κύριος τοὺς λέγει «καθαρούς»; Διότι θὰ τοὺς
καθαρίσει ἀργότερα Αὐτὸ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ θὰ κοινωνήσουν,
ἀλλὰ καὶ ἡ Πεντηκοστή.
Γιατί τοὺς λέγει
«καθαρούς»; Καὶ δὲν λέγει «καθαρὸ» τὸν Ἰούδα; Διότι, πρωτίστως καὶ κυρίως,
ἀναφέρεται σὲ ἕνα κεντρικὸν σημεῖον· καὶ μετά, ὅλα τὰ ἄλλα ἀποτελοῦν τὴν
περιφέρειαν. Αὐτὸ τὸ πρώτιστον καὶ τὸ μέγιστον σημεῖον εἶναι ἡ πίστις του τί
εἶναι Αὐτὸ ποὺ κοινωνῶ. Δηλαδὴ ἐὰν εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἢ δὲν
εἶναι. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ κεντρικὸν σημεῖον· ποὺ θὰ μὲ κάνει ἢ καθαρὸν ἢ
ἀκάθαρτον. Γι᾿ αὐτὸ, ἀκριβῶς, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ
δοκιμάζῃ -τὸν ἑαυτόν του νὰ δοκιμάζῃ- ἐὰν δέχεται ὅτι εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ
Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ νὰ μὴν τὸ θεωρῇ Αὐτὸ ὅτι εἶναι κοινὸ ψωμὶ καὶ κοινὸ
κρασί. «Ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ
διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου». Ἐκεῖνο τὸ «μὴ διακρίνων» ποὺ σημαίνει ὅτι θεωρεῖ
ὅτι εἶναι κοινὸ ψωμί. Ἢ τύπος· ἢ σύμβολον. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ κεντρικὸν ἁμάρτημα.
Ὁ Ἰούδας ἐκεῖ ἔπεσε. Δὲν
πίστεψε στὸ θεανθρώπινον πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διότι ἂν πίστευε, θὰ
ἐτρόμαζε. Καὶ δὲν θὰ πήγαινε νὰ κάνῃ αὐτὴν τὴν ἐνέργεια ποὺ ἔκανε. Ἀλλὰ καὶ οἱ
ἄρχοντες τοῦ λαοῦ τὸ ἴδιο. Παρ᾿ ὅτι δέχεται ὁ Καϊάφας τοῦ Ποιός εἶναι ὁ
Χριστός, ὁ Ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τὴν προφητεία τοῦ Δανιήλ, ὅτι «ἒρχεται ἐπὶ τῶν
νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ» - δὲν πιστεύει, τὸ θεωρεῖ βλασφημία αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ
Χριστός, διαρρηγνύει τὰ ἱμάτιά του. Δὲν ἐγνώριζε Ποιός ἦταν ὁ Χριστός. Ἤ,
τοὐλάχιστον, δὲν ἤθελε νὰ γνωρίσῃ.
Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος ὅτι ἂν ἐγνώριζαν, δὲν θὰ ἐσταύρωναν τὸν Κύριον τῆς δόξης. Ἀλλὰ καὶ ἡ
ἄγνοια αὐτὴ εἶναι ἁμάρτημα. Διότι ὁ Χριστὸς ἦρθε καὶ εἶπε Ποιός εἶναι. Καὶ συνεπῶς,
ἡ ἄγνοια αὐτὴ ἰσοδυναμεῖ καὶ ἰσοῦται μὲ ἀπιστία. Δηλαδὴ τὸ κεντρικὸν ἁμάρτημα
εἶναι ἡ ἀπιστία. Δηλαδὴ ἐὰν δέχομαι ἢ δὲν δέχομαι ὅτι εἶναι Σῶμα καὶ Αἷμα
Χριστοῦ. Προσέξτε λοιπόν, ἂς προσέξομε πάρα πολύ. Ὅλα τὰ ἄλλα ἀποτελοῦν
περιφέρεια. Ἐὰν εἶπα ψέματα, ἐὰν ἐπόρνευσα, ἐὰν ἐμοίχευσα, ἐὰν ἔκλεψα, ἐὰν
ἐσκότωσα, ἀναμφισβητήτως ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὴν περιφέρεια τῶν ἁμαρτημάτων,
πού, ἀσφαλῶς, δὲν μπορῶ νὰ προσέλθω ἐὰν δὲν ἔχω καθαρίσει τὸν ἑαυτό μου.
Ἀναμφισβητήτως. Μόνο ἕνα θὰ σᾶς πῶ καὶ νὰ πάρετε μίαν ἀντίληψιν τοῦ πράγματος.
«Μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους ὅτι μέλη ἀλλήλων ἐσμὲν» καὶ ὅτι ἀνήκουμε στὸ Σῶμα τοῦ
Χριστοῦ. Δὲν μπορεῖς, λοιπόν, νὰ ψεύδεσαι. Ἀνήκεις στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἕνα ἄλλο: «Ὁ κολλώμενος τῇ
πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν· ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. Ἂρας οὖν τὰ μέλη
τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; Μὴ γένοιτο», λέγει στοὺς Κορινθίους ὁ ἀπόστολος
Παῦλος. Διότι γίνομαι κοινωνὸς τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ
ἑνοῦμαι μετ᾿ Αὐτοῦ. Πηγαίνω εἰς τὴν πορνείαν, μοιχεία -σαρκικὰ ἁμαρτήματα- ἑνοῦμαι
μὲ τὴν ἀνήθικη γυναῖκα. Πῶς, λοιπόν, νὰ καταστήσω τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη
ἀνηθίκου γυναικός; «Πῶς γοὖν ποιήσω τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη πόρνης;», λέγει ὁ
ἀπόστολος, «μὴ γένοιτο». Βλέπετε, λοιπόν, ὅτι δὲν εἶναι μόνο τὸ θέμα τῆς
πίστεως ἢ τῆς ἀπιστίας, εἶναι καὶ τὸ θέμα καὶ τῶν λοιπῶν ἁμαρτημάτων.
Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος
λέει τὸ ἑξῆς, ἀγαπητοί μου: «Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἂῤῥωστοι καὶ
κοιμῶνται ἱκανοί». «Γι᾿ αὐτὸ ἀνάμεσά σας ὑπάρχουν ἀδιάθετοι -ὁ ἀσθενὴς εἶναι ὁ
ἀδιάθετος- ἄρρωστοι -αὐτοὶ ποὺ ἔχουν βαριὰ ἀρρώστια- καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί».
Ἀκοῦστε: «Καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί». «Εἰ γὰρ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν
ἐκρινόμεθα»· κ.τ.λ.
«Καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί».
Ἀγαπητοί μου, ἐγὼ εἶμαι μάρτυς μερικῶν τέτοιων περιπτώσεων, θανάτου. Εἶναι
φοβερό! Νὰ κοινωνήσῃ κανεὶς καὶ νὰ πεθάνῃ ἀμέσως... Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ
κοινωνήσῃ. Ἔχομε, βέβαια, καὶ δὲν μποροῦμε πάντα νὰ κρίνομε περιπτώσεις ποὺ
κανεὶς μπορεῖ νὰ κοινωνήσῃ καὶ νὰ πεθάνῃ ἠρέμως καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβῇ σὲ
ἁγίους· ἀναμφισβητήτως. Δὲν εἶναι πάντοτε κανόνας αὐτό. Πλὴν ὅμως, ἔχουμε καὶ
τὸν θάνατον. Καὶ εἶναι φοβερό. Σὲ μιὰ περίπτωση ἑνὸς νέου, τοῦ εἶπε ἡ μητέρα
του -ἐδῶ, στὸν τόπο μας συνέβη αὐτό, πρὸ μερικῶν ἐτῶν- νὰ κοινωνήσῃ, ἀφοῦ ὁ
ἱερεύς του εἶπε νὰ μὴν κοινωνήσῃ. Ἦταν Μεγάλη Πέμπτη. Καὶ ἡ μητέρα λέει: «Ἄντε
ἐκεῖ ποὺ θὰ ἀκούσῃς τὸν πνευματικό! Νὰ πᾶς νὰ κοινωνήσῃς!». Μόλις ἐκοινώνησε,
ἀγαπητοί μου, γύρισε σπίτι καὶ πέθανε. 25 ἐτῶν νέος... Λοιπόν, ἂς προσέξομε
πολύ. Ἐὰν δὲν τό ᾿λεγε ἡ Ἁγία Γραφή, θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν τυχαῖος ὁ θάνατος αὐτός.
Δὲν εἶναι ὅμως τυχαῖο πρᾶγμα. Τὸ βεβαιώνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Λοιπόν, ἂς προσέξουμε.
Κοινωνοῦντες τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ γινόμεθα καταγγελεῖς τοῦ θανάτου
Του. [-Δυστυχῶς, στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ ἠχητικὴ καταγραφὴ τῆς ὁμιλίας διεκόπη
ἀπότομα, ἐπειδὴ ἐνδεχομένως ἡ κασέτα δὲν εἶχε ἄλλο περιθώριο ἀκόμα].
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ἀπομαγνητοφώνηση καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
- https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/megalh_ebdomada/megalh_ebdomada_011.mp3
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»