Ο
όσιος Ιωάννης, που στο άγιο Βάπτισμα είχε λάβει το όνομα Ηλίας, έμεινε
ορφανός και τον μεγάλωσε η γιαγιά του, που για να τον μορφώσει
εγκατέλειψε την πρόθεσή της να γίνει μοναχή. Όταν αυτή εκοιμήθη, ανέλαβε
τον Ηλία ο θείος του που είχε πολυμελή οικογένεια, μέσα στην οποία
δοκίμασε την μιζέρια και την κακομεταχείριση.
Ανήμερα
του Πάσχα, κάποτε που οι χωριανοί πήγαν σύμφωνα με το έθιμο στο
κοιμητήριο για να τιμήσουν τους νεκρούς τους, εκεί που ο Ηλίας έκλαιγε
δίπλα στο φρέσκο ακόμη μνήμα της γιαγιάς του, άκουσε αίφνης μια φωνή
ανάμεσα στους ήχους της καμπάνας να του λέει: «Μην κλαις, είμαι μαζί
σου. Χριστός ανέστη!»
Το
παιδί αναπήδησε τρομαγμένο, ψάχνοντας από που είχε έρθει η φωνή αυτή
και είδε να βγαίνει από το ιερό βήμα της εκκλησίας ο αναστημένος Χριστός
που του χαμογελούσε.