Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 27 Απριλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ [:Ιω. 20,19-31] Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου «ΠΙΣΤΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ» [7-5-2000] (Β413)

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ[:Ιω.20,19-31]

    Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου

                                 με θέμα:

                    «ΠΙΣΤΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ»

                                [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 7-5-2000] 

(Β413)                                     

     Οφείλομε χάριτες, αγαπητοί μου, εις τον Απόστολον του Χριστού, Θωμάν, γιατί χάρις σε μια δική του φυσική δυσπιστία, η θεία πρόνοια επεφύλαξε άλλη μια βαρυσήμαντη μαρτυρία για την Ανάστασιν του Χριστού.

       Είναι γνωστή η περιπέτεια του Θωμά. Ο Θωμάς απεγοητεύθη μετά την καταδίκη του Διδασκάλου σε θάνατον. Έτσι, απεχωρίσθη από τον όμιλο των συμμαθητών του και απεχώρησε. Ίσως πήγε σπίτι του. Βαρύ πράγμα η απογοήτευσις και η διάψευσις των ελπίδων. Γιατί μετά τον θάνατον του Ιησού, όλα τέλειωσαν, όλα έσβησαν. Γι’ αυτόν, εννοείται. Κάθε άνθρωπος μπορεί να απογοητευθεί, όλοι μας. Δεν υπάρχει άνθρωπος που κάποια στιγμή δεν μπορεί να τον καταλάβει η απογοήτευση. Και όπως λέγεται, ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Αλλά η ελπίδα στον Θωμά ήδη είχε και αυτή πεθάνει. Σ΄αυτούς τους τύπους που η ελπίδα πεθαίνει, είναι σαν να έχει πεθάνει και ο Θεός…

      Η είδησις όμως ότι ο Ιησούς ανεστήθη, διέτρεξε όλη την χώρα. Αστραπιαία σε όλη τη χώρα. Ο Θωμάς, βέβαια, την άκουσε την είδηση της Αναστάσεως, αλλά δεν την επίστευσε. Ωστόσο έκανε τον κόπο να επιστρέψει εις το υπερώον που ήσαν οι συμμαθηταί του να δει τι κάνουν. Τους βρήκε χαρούμενους, πολύ χαρούμενους. Γιατί ζούσαν σαν πραγματικότητα την είδηση ότι ο Διδάσκαλος ανεστήθη. Εκείνος, όμως, έμενε εις την δυσπιστία του. Του έλεγαν οι άλλοι: «ωρκαμεν τν Κριον». «Έχομε δει τον Κύριον». Εκείνος, όμως, αντέτεινε σ’ αυτούς, εκείνο το γνωστόν: «ν μ δω ν τας χερσν ατο τν τπον τν λων, κα βλω τν δκτυλν μου ες τν τπον τν λων, κα βλω τν χερ μου ες τν πλευρν ατο, ο μ πιστεσω».

        Αυτές δε οι επαναλήψεις όπως διετυπώθη ο λόγος του Θωμά, εκείνο το «δω», «βάλω τόν δάκτυλόν μου», ξανά,  «βάλω το χέρι μου», όλα αυτά δείχνουν μία τρανταχτή απιστία εις την Ανάσταση του Χριστού. Δεν επίστευε ούτε τους συμμαθητάς του. Θα του έλεγαν ψέματα; Δεν τους επίστευε. Το κεφάλι του, το μυαλό του, η διάνοιά του, δεν μπορούσε να χωρέσει το γεγονός ότι ο Κύριος ανεστήθη. Μα δεν θυμήθηκε τόσες φορές που ο Κύριος είπε ότι θα σταυρωθεί και θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα;

      Αλλά γιατί αυτό μόνον δια τον Θωμά; Μήπως οι άλλοι μαθηταί το θυμήθηκαν αυτό; Ενώ επανειλημμένως ο Κύριος, μια τελευταία φορά που ανέβαιναν προς τα Ιεροσόλυμα, τους πήρε ιδιαιτέρως και τους είπε: «Ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί, θα υψωθεί, -δηλαδή θα σταυρωθεί-» κ.λπ. κ.λπ. Περίεργο, τον λόγον αυτόν τον θυμήθηκαν ποιοι λέτε; Οι αρχιερείς, οι εχθροί του Ιησού. Γιατί; Πήγαν και είπαν στον Πιλάτο: «Εκείνος ο πλάνος είχε πει ότι την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί. Λοιπόν, επίτρεψε να ασφαλιστεί το μνημείον, να σφραγισθεί, να φυλαχθεί από στρατιώτες» κ.λπ. Αυτοί το θυμήθηκαν. Και μάλιστα έκαναν και σχόλιο επάνω σ’ αυτό. «Για να μη γίνει», λέει, « σχάτη πλάνη -δηλαδή ότι ανεστήθη- χείρων τς πρώτης(:χειρότερη από την πρώτη)». Ποια ήταν η πρώτη πλάνη; Ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας. Αυτοί όλα τα θυμήθηκαν.

     Κάποτε ρώτησαν: «Ποια μάτια είναι εκείνα που βλέπουν καλύτερα; Τα μαύρα; Τα γαλανά μάτια;». Και πήραν την απάντηση: «Τα φθονερά μάτια βλέπουν πάρα πολύ καλά». Εξετάζουν στον εχθρόν, στον φθονούμενον, εξετάζουν κάθε του κίνηση. Εδώ είναι τώρα το σπουδαίο.

     Ωστόσο, ο Απόστολος Θωμάς υπέπιπτε σε δύο βασικά λογικά λάθη· τα οποία πρέπει να έχομε υπόψιν μας, γιατί λίγο πολύ όλοι πέφτομε ή πολλοί, εν τοιαύτη περιπτώσει, πέφτουν σ’ αυτά τα δύο λογικά λάθη. Το πρώτο λογικό λάθος είναι ότι ο Θωμάς νόμιζε ότι πραγματικότης είναι παν ό,τι υποπίπτει εις τας αισθήσεις. «Το είδα; Είναι πραγματικό. Το έπιασα; Είναι πραγματικό. Το άκουσα; Είναι πραγματικό». Εδώ συναντάμε τον ορθολογιστικό τύπο ανθρώπου. Ορθολογιστικόν τύπον. Δεν δέχεται ό,τι δεν περνά από τις πέντε αισθήσεις. «Τότε θα δεχθώ κάτι, όταν το πιάσω, το ακούσω κ.τ.λ.» ό,τι σας είπα. Αυτό πώς λέγεται; Αισθησιοκρατία. Είναι πολλοί οι αισθησιοκράται. Ότι «τίποτα δεν υπάρχει», λέει, «εις την διάνοιαν, παρά μόνον ό,τι πέσει, παρά μόνον ό,τι φθάσει διαμέσου των αισθήσεων». Το έχομε μάθει και στο σχολείο μας αυτό. Και όμως, ακόμη και σ’ αυτόν τον κόσμον του επιστητού, αυτός που είναι γύρω μας, υπάρχουν πραγματικότητες που δεν περνούν από τις αισθήσεις, προκειμένου να λάβει γνώση ο νους. Δεν περνούν. Θα πούμε ότι αυτές είναι ανύπαρκτες; Είναι φανταστικές; Λοιπόν, θα σας πω έτσι για ένδειξη κάνα δυο τρία πραγματάκια.

     Το άτομον της ύλης, γενικότερα, το ηλεκτρόνιο, αυτά δεν τα έχομε δει. Μη σας κάνει εντύπωση. Το ηλεκτρόνιο δεν το έχομε δει. Μόνο από τη συμπεριφορά του το κρίνομε. Το άτομο δεν το έχομε δει. Το άτομο της ύλης είναι τόσο μικρό. Δεν το έχομε δει. Μόνον από τη συμπεριφορά κρίνομε την ύπαρξη του ατόμου. Και πολύ περισσότερο τα λεγόμενα «υπατομικά στοιχεία». Ακόμη, η ίδια η δομή του ατόμου μας είναι άγνωστη. Απόδειξις; Υπάρχουν διάφορες θεωρίες γύρω από τη δομή του ατόμου. Οι ακτίνες Χ, λέγω αυτές, γιατί, ε, τουλάχιστον μία φορά θα πήγαμε στον γιατρό να μας ακτινογραφήσει. Είδατε πουθενά εσείς αυτές τις ακτίνες Χ; Κι όμως, έχομε κι άλλες αόρατες ακτίνες, οι λεγόμενες «κοσμικές ακτίνες». Αυτές που έρχονται από τον έξω κόσμο. Φερειπείν από τον ήλιον, όταν είναι στην πλευρά εκείνη -κι αυτό συμβαίνει κάθε ένδεκα χρόνια- που έχομε τις λεγόμενες «κηλίδες», που είναι στον ήλιο. Αυτές προξενούν μία κοσμική ακτινοβολία. Και είναι και αρκετά επικίνδυνη αυτή η κοσμική ακτινοβολία. Ωστόσο, δεν την βλέπομε αυτήν την κοσμικήν ακτινοβολία.

     Ένα ηλεκτρομαγνητικό κύμα, που φθάνει στο ραδιόφωνό μας, το βλέπομε; Ή στην τηλεόρασή μας. Βλέπομε αυτό το κύμα; Ασφαλώς δεν περνάει από τις αισθήσεις μας. Ούτε από τα μάτια μας, ούτε από τα αυτιά μας, ούτε μετά θορύβου έρχεται κ.τ.λ. Εντούτοις, όμως, είναι πραγματικότης αυτό. Διότι την αποκάλυψη της παρουσίας ενός ηλεκτρομαγνητικού κύματος την έχομε δει από το ραδιόφωνο. Τι κάνει το ραδιόφωνο; Αποκαλύπτει εκείνο που δεν πέφτει στις αισθήσεις μας. Το ίδιο και μια εικόνα της τηλεοράσεως. Εάν, λοιπόν, στοιχεία, έτσι απλώς, από τον γνωστό μας κόσμο σας είπα,  ενδεικτικά  αυτά τα παραδείγματα, εάν, λοιπόν, στοιχεία του κόσμου του επιστητού, -αυτόν που τον βλέπομε τον κόσμον, τον ζούμε, είμεθα βυθισμένοι μέσα εις αυτόν τον κόσμον- δεν γίνονται αντιληπτά δια των αισθήσεων, πόσο περισσότερο μία μεταφυσική πραγματικότης; Πόσο περισσότερο;

      Θυμηθείτε, εδώ και πολλά χρόνια πίσω, ο πρώτος αστροναύτης, ο Γκαγκάριν, επήγε… ε, επήγε στο διάστημα. Όταν γύρισε, ξέρετε τι είπε; «Δεν είδα», λέει, «πουθενά τον Θεό!». Τι θα λέγαμε; Θα λέγαμε … αφέλεια που εγγίζει την μωρίαν. Έμεινε παροιμιώδης η περίπτωση. «Δεν είδα», λέγει, «πουθενά τον Θεό»...

      Έχομε όμως και το δεύτερο λογικό λάθος, στο οποίον υπέπεσε ο Απόστολος κι εμείς υποκείμεθα εις αυτήν την πτώσιν. Είναι αυτό που διατύπωσε ο ίδιος ο Θωμάς. «ν μ δω, ο μ πιστεσω». «Εάν δεν δω, δεν θα πιστέψω». Εδώ έχομε, αν το αντιλαμβάνεστε, μια λογική αντίφαση. «Πιστεύω» σημαίνει ότι «δέχομαι κάτι που δεν έχει υποπέσει εις τις αισθήσεις μου».

         Αντίθετα, όταν γνωρίσω κάτι, τότε περιττεύει η πίστις, να το πιστέψω. Γιατί απλούστατα η γνώσις καταργεί την πίστιν. Έχω κλειδιά μέσα στην τσέπη μου. Είναι ένα παράδειγμα που το έχω πει πάμπολλες φορές. Δεν πειράζει να το λέω και το ξαναλέω. Σε σας το έχω πει πολλές φορές. Τα βλέπετε; Όχι. Πιστεύετε ότι έχω κλειδιά στην τσέπη μου; Μπορεί να πει άλλος «Ναι», άλλος να πει «Όχι, δεν πιστεύω». Βγάζω τα κλειδιά από την τσέπη μου και σας τα δείχνω. Τώρα, θέλετε δεν θέλετε, όχι το πιστεύετε, αλλά τώρα το γνωρίζετε. Γιατί απλούστατα η γνώσις καταργεί την πίστιν. Παύω πια να πιστεύω ότι έχετε σεις στην τσέπη σας κλειδιά. Τώρα το γνωρίζω κι εγώ. Γιατί τα βλέπω.

    Εκείνα που γνωρίζομε, σε σχέση με εκείνα που δεν γνωρίζομε, πρέπει να σας πω, είναι ελάχιστα. Ναι, ναι! Αυτό πρέπει να το πάρομε απόφαση, για να είμεθα πραγματισταί. Είναι πάμπολλα πάμπολλα!  Το μεγαλύτερο ποσοστό, το 98, το 99, το 99,1, το 99,9 -ας μην προσδιορίσω- είναι γύρω μας και μέσα μας ένας άγνωστος, άγνωστος κόσμος. Κάτι πάρα πολύ λίγο μπορούμε να γνωρίζομε. Και εφόσον είναι δυνατόν να το γνωρίσομε. Κάτι που ανήκει εις την μεταφυσική, δεν μπορούμε να το γνωρίσομε.

       Λέγει ο Απόστολος Παύλος τα εξής. Είναι στο 13ο κεφάλαιο, στην  Α΄προς Κορινθίους, εκεί που μιλάει για την αγάπη. Λέει: «Βλέπομεν γρ ρτι δι᾿ σόπτρου ν ανίγματι, τότε δ πρόσωπον πρς πρόσωπον». «Βλέπομε», λέει- προσέξτε εδώ- «ν σόπτρ». Μέσω ενός καθρέπτου. Δηλαδή να σας πω, να τοποθετηθώ. Έχω μόνον έναν καθρέπτη εδώ και βλέπω τι γίνεται από πίσω μου. Αυτό θα πει «ν σόπτρ». Και βλέπω αινιγματωδώς. Εάν αυτός ο καθρέπτης είναι κοίλος κ.λπ., θα δω τα αντικείμενα που είναι πίσω μου, όπως είναι πραγματικά; Ή θα τα δω αλλιώτικα, με άλλο σχήμα; «Θα δω», λέει, «τότε, το πρόσωπον, τίνος; Του Χριστού· προσωπικά εγώ, με το δικό μου το πρόσωπο, θα δω Εκείνον». Τώρα; Εν αινίγματι βλέπομε. Εν αινίγματι. Θα έλεγα, με την εικόνα εδώ, αινιγματωδώς βλέπομε τον Χριστό. Και τόσα άλλα πράγματα. Ακόμα, αν θέλετε, και την Θεία Του Πρόνοια. Όσο κι αν είναι φανερή, κι αυτή, κατά κάποιο τρόπο, την βλέπομε αινιγματωδώς.

      Για να μη νομισθεί μόνον ότι ήταν κάτι που το είπε ο Απόστολος Παύλος αυτό, το είχε πει και ο Πλάτων! Είναι γνωστό το «σπήλαιον του Πλάτωνος». Είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό. Επιτρέψατέ μου κάτι να πω. «Ο άνθρωπος», λέει, «μοιάζει σαν να είναι μέσα σε ένα σπήλαιο. Αδυνατεί να γυρίσει το πρόσωπό του προς το άνοιγμα του σπηλαίου. Πάντα βλέπει στο βάθος του σπηλαίου. Αδύνατον να δει προς το άνοιγμα. Τότε», λέγει, «παρελαύνουν έξω από το στόμιον του σπηλαίου, παρελαύνουν τα αντικείμενα. Υπάρχει», λέγει, «μία φωτιά· η οποία ρίπτει τις ακτίνες της επάνω στ’ αντικείμενα, των οποίων αντικειμένων οι σκιές προβάλλονται εις το βάθος του σπηλαίου. Ο άνθρωπος, που πάντα είναι στραμμένος προς το βάθος του σπηλαίου, τι βλέπει; Βλέπει τα αντικείμενα; Όχι. Τι βλέπει; Βλέπει τις σκιές των αντικειμένων». Είναι πάρα πολύ ωραίο και χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Πλάτωνος.

      Στον κόσμον αυτόν, αγαπητοί μου, δεν ξέρομε την φύσιν των όντων. Ό,τι και να πούμε, ό,τι και να κάνομε. Λέμε, φερειπείν, «Αυτό είναι πράσινο». Αν βάλω πράσινα γυαλιά…, βεβαίως το βλέπω πράσινο. Λέμε, «Ένα αντικείμενο είναι κόκκινο». Αν βάλω κόκκινα γυαλιά…- δηλαδή οι αισθήσεις μάς εξαπατούν. Ή, αν θέλετε, δεν επαρκούν, για να μας φανερώσουν όλα τα πράγματα που υπάρχουν.

        Αυτά, λοιπόν, που είπε ο Απόστολος Θωμάς, ήταν κι αυτό ένα λάθος, αυτό που κάνομε κι εμείς καθημερινά. Ξέρετε ότι… -με συγχωρείτε, σήμερα λιγάκι τα πράγματα τα πήρα δεν ξέρω πώς- ένα πρόβλημα είναι το γνωσιολογικό εις την επιστήμη; Ένα πρόβλημα πρακτικώς ε, εφικτόν. Απόλυτα; Αδύνατον. Δηλαδή να μπορούμε να γνωρίσομε τα πράγματα, τα αντικείμενα, στη δομή τους, κ.τ.λ. κ.τ.λ. Πώς βλέπομε; Πώς κρίνομε; Λέγεται «γνωσιολογικόν πρόβλημα». Γιατί δεν μπορούμε εύκολα να προσεγγίσομε το θέμα. Έχομε πολλές μετρήσεις, αν το θέλετε, κάποιοι που ασχολούνται, πολλές μετρήσεις, να βγάλομε κάποια συμπεράσματα κ.τ.λ. κ.τ.λ., να βγάλομε ένα διάγραμμα, αλλά πάντοτε θα υπάρχει το πρόβλημα πώς βλέπομε.

      Υπάρχει, όμως, και η αναγκαιότητα της πίστεως. Υπάρχει. Και τούτο για δύο λόγους. Πρώτος λόγος: Ο νους είναι πεπερασμένος. Και επί των θεμάτων του επιστητού, της Επιστήμης, αλλά πολύ περισσότερο στα μεταφυσικά προβλήματα, στα μεταφυσικά θέματα. Δεν είναι δυνατόν ο νους μας όλα αυτά να τα χωρέσει. Διδασκόμεθα στο σχολείο, επί παραδείγματι, για πράγματα αισθητά και τα αποδεχόμεθα με την πίστη στον διδάσκοντα. Μας κάνει Γεωγραφία, ένα παράδειγμα από την εποχή εκείνη θυμάμαι, τα σχολικά χρόνια. Και μας λέει ο καθηγητής ότι η πρωτεύουσα της Ιαπωνίας είναι το Τόκιο. «Κύριε καθηγητά, δεν το πιστεύω». Και μου λέει: «Πήγαινε στην Ιαπωνία να εξακριβώσεις ότι η πρωτεύουσα της Ιαπωνίας είναι το Τόκιο». Πέστε μου, πόσες χιλιάδες χρόνια πρέπει να ζει ο κάθε άνθρωπος, πηγαίνοντας να διαπιστώνει ανά πάσα στιγμή εκείνα τα οποία διδάσκεται, για να τα εξακριβώσει, γιατί δεν είναι δυνατόν να τα πιστέψει; Ορίστε...

        Όλος ο όγκος της γνώσεως που υπάρχει και που αναφέρεται στην Επιστήμη, στηρίζεται εις την πίστιν. Ναι. Θα με διδάξει ο καθηγητής μου εκείνα τα οποία δεν θα μπορώ να ιδώ. Τα έχουν δει άλλοι, τα έχουν μελετήσει άλλοι, τα έχουν μετρήσει άλλοι. Μόνο ένα μικρό μέρος ανήκει στην πειραματική ή στην εμπειρική μας γνώση. Πολύ μικρό μέρος.

         Δεύτερον, γιατί είναι αναγκαία η πίστις. Η γνώσις καταργεί την ελευθερία. Το σκεφθήκατε αυτό ποτέ; Ενώ η πίστις την περισώζει. Τι; Την ελευθερία; Μάλιστα. Λέμε: «Ένα συν ένα, ίσον δύο». Σας παρακαλώ, μπορείτε να το αρνηθείτε αυτό; Ότι ένα και ένα κάνει δύο; Δεν μπορείτε. Γιατί δεν μπορείτε; Γιατί ένα και ένα κάνει δύο! Ο νους μου έτσι με πληροφορεί. Άρα, λοιπόν, η ελευθερία μου καταργήθηκε σ’ αυτήν την γνώσιν 1+1=; Βάζω ένα ερωτηματικό. Ίσον; Αλλά θα το δεχθώ, είτε το θέλω, είτε δεν το θέλω. Ότι 1+1=2.

    Γράφει ο Θεόφιλος Αντιοχείας… έχει πολύ ωραία πράγματα ο Θεόφιλος Αντιοχείας. Στην πρώτη του επιστολή προς Αυτόλυκον τα εξής: «λλ πιστες; - Γράφει στον Αυτόλυκον-. ταν σται (:Όταν θα είναι), τότε πιστεύσεις θέλων καί μή θέλων(:όταν θα δεις την πραγματικότητα, τότε θα πιστέψεις, είτε το θέλεις, είτε δεν το θέλεις. -Ακούσατε;). Κα πίστις σου ες πιστίαν λογισθήσεται (:και αυτό που πίστεψες μέχρι εκείνη την ώρα, θα λογαριαστεί για σένα ως απιστία) ἐὰν μ νν πιστεύσης (:εάν τώρα δεν πιστεύσεις)». Φερειπείν, μπορείτε να λέτε ότι πιστεύω, όταν σας έδειξα τα κλειδιά που είχα στην τσέπη μου; Τώρα τα βλέπετε. Πάει η πίστις. Δεν υπάρχει.

     Ενώ λέμε: «Ο Θεός είναι Τριαδικός». Τι σημαίνει αυτό; Ένα συν ένα συν ένα, τι; Όχι ίσον τρία. Ίσον ένα. 1+1+1=1. Αυτό τώρα είναι για μια στιγμή ανάποδο στο μυαλό μου. Είναι αντιλογικό. 1+1+1=1; Αυτό είναι ο Άγιος Τριαδικός Θεός, αγαπητοί μου. Ένας είναι ο Θεός. Τρία τα πρόσωπα. Έτσι αυτό ανήκει στον χώρο της… τον μυστικόν χώρον, τον πνευματικό, τον μεταφυσικόν χώρον. Ώστε, λοιπόν, έχω ανάγκη της πίστεως. Και αν το θέλετε, εκείνα τα οποία λέμε «επιστημονική θεωρία» -θεωρία!- δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα επιστημονικό πιστεύω. Για να ‘ρθει μία άλλη θεωρία, πληρεστέρα ίσως και να απορρίψει την πρώτη. Ή αν θέλετε, να έρθει πλήρης η αλήθεια και τότε δεν χρειάζομαι πια θεωρίες· έχω την επιστημονικήν αλήθειαν. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ θεωρίας επιστημονικής και αληθείας επιστημονικής. Εκεί δε, είναι γνωστό, σ’ αυτές τις θεωρίες, ως επί το πλείστον βρίσκεται το οικοδόμημα όλης της Επιστήμης και της γνώσεως. Εξάλλου, εάν η νόησις και η εμπειρία είναι ένας τρόπος υπάρξεως, αλλά και η πίστις ομοίως είναι και αυτή ένας τρόπος υπάρξεως.

     Αυτά όλα ειπώθηκαν, αγαπητοί, στην αγάπη σας, με την αφορμή του Θωμά, που ήθελε να πληροφορηθεί την Ανάσταση του Χριστού με την βοήθεια των αισθήσεων. «Εάν δεν βάλω το δάχτυλό μου, δεν πιστεύω». Γι΄ αυτό ο Κύριος απήντησε εις τον Θωμά:  « τι ἑώρακς με, πεπστευκας· μακριοι ο μ δντες κα πιστεσαντες». Αυτό, ότι «με είδες, γι'αυτό επίστευσες», ξέρετε τι είναι αυτό; Μία απάντησις επίπληξης. «Α, επειδή με είδες, γι'αυτό το πιστεύεις, ε; Και σε διορθώνω: Να γίνεις πιστός. Και να μην είσαι άπιστος. Μη στηρίζεσαι μόνον εις τις αισθήσεις σου».

     Αλλά ο Θωμάς ήταν, αγαπητοί μου, καλοπροαίρετος άνθρωπος. Εξεπροσώπει εκείνους που δεν δέχονται εύκολα την πίστιν. Αλλά τίθεται το ερώτημα: Για να γίνει ο Θωμάς μαθητής του Χριστού, δεν χρειάστηκε στο ξεκίνημά του την πίστη; Σίγουρα ναι. Πολλοί, σήμερα, Χριστιανοί μας, δεν δέχονται εύκολα την ανάσταση των νεκρών. Ένα άλλο παράδειγμα αυτό. Παρότι πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού. Αν κάνω εδώ ένα δημοψήφισμα θα δείτε ότι είναι πολλοί, οι οποίοι δυσκολεύονται να πιστέψουν στην ανάσταση των νεκρών. Ενώ πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού. Ο Παύλος, με πολλά επιχειρήματα θα καταγράψει εις τους Κορινθίους, που εδέχοντο μεν την Ανάσταση του Χριστού, δεν εδέχοντο, όμως, την ανάσταση των νεκρών. Και θα τους πει: «γνωσίαν Θεο τινς χουσι».  Πού ήταν η αγνωσία; Στην δύναμη του Θεού. «Πρς ντροπν μν λέγω».  «Το λέω για ντροπή σας», λέει ο Παύλος εις τους Κορινθίους.

       Και για να ξαναγυρίσομε στο θέμα του Θωμά, ο Θωμάς ηξιώθη να πει τους μεγάλους εκείνους λόγους: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου»· που είναι ανώτεροι από την ομολογία του Ναθαναήλ. Οι Πατέρες λέγουν ότι τελικά ο Θωμάς… να σας πω, σε κάποια τροπάρια αναφέρεται έτσι, σε άλλα κάποια τροπάρια… χθεσινά, στον Εσπερινό, αλλιώτικα, ο Θωμάς φαίνεται ότι δεν τόλμησε να βάλει το δάχτυλό του εις τον τύπον των ήλων. Ούτε να ψαύσει, να ακουμπήσει το Σώμα του Χριστού, την πληγή στα πλευρά. Όχι. Τρόμαξε ο Θωμάς. Και είπε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».

      Αγαπητοί, «οικονομικά», λένε οι Πατέρες, «έδειξε απιστία ο Θωμάς». Τι θα πει «οικονομικά»; Κατ’ οικονομίαν της Θείας Προνοίας. Ώστε να χαρακτηρίζεται από την Υμνολογία μας «καλή απιστία του Θωμά». Ακούσατε. Υπάρχει κακή και καλή απιστία; Η κακή είναι γνωστή. Αλλά υπάρχει και καλή απιστία; Ναι. Η καλή απιστία του Θωμά. Θα λέγαμε, μάλιστα, ότι του οφείλομε, όπως σας είπα και στην αρχή, ευγνωμοσύνη. Όπως, η απουσία του Θωμά αφήνει σε μας κάποια πρακτικά συμπεράσματα από την συμπεριφορά του. Να τ’ ακούσομε. Να μάθομε. Σε έναν πειρασμό της ζωής να μην ξεκόβομε από τον όμιλο των αδελφών. Όπως το έκανε ο Θωμάς. Και την έπαθε. Να χρησιμοποιούμε την εμπειρία και την πίστη των αδελφών. Σε θέματα, μάλιστα, πνευματικής ζωής. Να μην απομονούμεθα από τους αδελφούς· αδελφούς Χριστιανούς, εννοώ. Γιατί κινδυνεύομε να μας φάει ο λύκος διάβολος. Όπως συνέβη εις τον Ιούδα. Μετενόησε, λέει, μετεμελήθη, αλλά δεν πήγε να ζητήσει συγχώρεση από τον Χριστόν ο Ιούδας. Ή να βρει τους μαθητάς, τους συμμαθητάς του. Δεν πήγε. Και κατέληξε στην αυτοκτονία. Να είμεθα ανακοινωτικοί, όπου και όπως πρέπει. Όλα αυτά μας σώζουν. Και μη λησμονούμε ότι και οι άγιοι με τα λάθη τους μας διδάσκουν. Ευλογητός ο Θεός! Αμήν.

                ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

     και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή

                μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

          ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:

                                   Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
  • https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_832.mp3
«Πᾶνος»

Σάββατο 26 Απριλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ [:Ιω. 20,20-29] Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου «ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ» [8-5-1994] (Β297)

 

  ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ[:Ιω.20,20-29]

    Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου

                                 με θέμα:

                       «ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ»

                                [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 8-5-1994] 

(Β297)

          Μία από τις εμφανίσεις του Αναστάντος Ιησού, αγαπητοί μου, είναι και αυτή, παρόντος του Θωμά· που έλαβε χώραν οκτώ ημέρες μετά την Ανάστασιν του Κυρίου μας. Σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής: «Μεθ᾿ μέρας κτ-εννοείται συμπεριλαμβανομένων των δύο Κυριακών, έτσι γίνεται η αρίθμησις, έξι ενδιάμεσες και δύο Κυριακές, οκτώ- πάλιν σαν σω ο μαθητα ατο κα Θωμς μετ᾿ ατν».

Πέμπτη 17 Απριλίου 2025

ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ [:Α΄ Κορ. 11, 23-32] Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «Ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας» [1-5-1986]


ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ [:Α΄ Κορ. 11, 23-32]

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:

«Ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 1-5-1986]


Σήμερα, Μεγάλη Πέμπτη, ἀγαπητοί μου, εἰς τὸν ἑσπερινόν -διότι ἡ Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου συνδυάζεται μετὰ Ἑσπερινοῦ, ἡ Ἐκκλησία μας παραθέτει τὴν ἀποστολικὴν ἐκείνη περικοπή, ἡ ὁποία ἀναφέρεται εἰς τὴν παράδοσιν τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Διότι ἡ Μεγάλη Πέμπτη εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν παρεδόθη τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Δηλαδὴ τὸ μυστήριον τῆς ἑνώσεως τοῦ Χριστοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων. Διότι πρόκειται περὶ τῆς μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου εἰς τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ γίνεται σύσσωμος, ἕνα σῶμα, καὶ σύναιμος, ἕνα αἷμα μὲ τὸν Χριστόν.

Σημειώνει, λοιπόν, ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή του, στὸ 11ο κεφάλαιον, ὅτι «Ἐγὼ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς ἐν τῇ νὺκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. Ὡσαύτως καὶ τὸ πὸτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. Ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ».

Ἂν ἐπροσέξατε, λέγει: «Ἐγὼ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πρώτης σειρᾶς ἀπόστολος, δὲν παρέλαβε ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, παρ᾿ ὅτι δὲν εἶδε τὸν Κύριον κατὰ τὴν παρουσία Του ἐδῶ εἰς τὸν παρόντα κόσμον· ἀλλὰ παρέλαβε ἀπὸ τὸν Κύριον ἀπ᾿ εὐθείας, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ τότε εἰς τὸν Ἀνανία, ὁ ὁποῖος ἐβάπτισε τὸν Παῦλον: «Ἐγὼ θὰ τοῦ διδάξω ὅ,τι πρέπει νὰ τοῦ πῶ». Συνεπῶς, ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν πῆρε τὴν διδασκαλία ἀπὸ δεύτερο χέρι· διαμέσου, φερειπείν, τῶν ἀποστόλων, ἀλλὰ πῆρε τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο. Συνεπῶς λέγει, πολὺ ὀρθά, «Ἐγὼ παρέλαβα ἀπὸ τὸν Κύριον ἐκεῖνο ποὺ παρέδωσα σὲ σᾶς». Αὐτὴ ἡ παραλαβὴ καὶ ἡ παράδοσις εἶναι ἀκριβῶς ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας. Διότι τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, δυνάμει τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερωσύνης, παραδίδεται διαρκῶς μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία.

Ποιά εἶναι ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου αὐτοῦ; Ἡ οὐσία τοῦ μυστηρίου εἶναι ὅτι «αὐτὸ τὸ κρασὶ μεταβάλλεται σὲ Αἷμα Χριστοῦ καὶ αὐτὸ τὸ ψωμὶ μεταβάλλεται σὲ Σῶμα Χριστοῦ». Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τοῦ μυστηρίου. Δὲν εἶναι τύπος τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Αὐτὸ ποὺ λέγει ἐδῶ «εἰς ἀνάμνησιν»· εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου. Καὶ ὄχι ἁπλῶς ὅτι δύναται αὐτὸ νὰ μοῦ ὑπενθυμίζει ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Δὲν εἶναι σύμβολον, οὔτε τύπος, οὔτε ἐκεῖ κρύπτεται ὁ Χριστός! Ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Χριστός! Διότι, ὁ ἄρτος ὁ καθαγιασθεὶς εἶναι Αὐτὸ τοῦτο τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ· καὶ ὁ οἶνος ὁ καθαγιασθεὶς εἶναι Αὐτὸ τοῦτο τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ!

Ὅπως λέγει στὴν ὁμολογία του ὁ ἅγιος Δωσίθεος Ἱεροσολύμων ὅτι «αὐτὸ τὸ σῶμα ποὺ κοινωνοῦμε καὶ τὸ αἷμα ποὺ πίνουμε, ποὺ κοινωνοῦμε, δὲν εἶναι παρὰ ἐκεῖνο τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα ποὺ πῆρε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο ποὺ ἐσταυρώθη ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανούς. Εἶναι τὸ ἴδιο Σῶμα ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον κάθηται εἰς τὰ δεξιὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός. Εἶναι αὐτὸ τὸ ἴδιο Σῶμα ποὺ θὰ ἔρθῃ νὰ μᾶς κρίνει κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι Αὐτὸς ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός». Οὔτε θυμίζει τὸν Χριστόν. Θὰ τὸ πῶ γιὰ δεύτερη φορά: Οὔτε τύπος εἶναι· οὔτε σύμβολον εἶναι· οὔτε ἐκεῖ κρύπτεται ὁ Χριστὸς· ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς Οὗτος ὁ Χριστός.

Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος δὲν θὰ πρόσεχε στὸ θέμα αὐτό, θὰ εἶχε ἀντὶ τὴν ἕνωση μετὰ τοῦ Χριστοῦ, θὰ εἶχε κρίση καὶ κατάκριση, καταδίκη. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ σημαντικό. Λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τὰ ἑξῆς: «Ὥστε ὃς ἂν ἐσθὶῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πὶνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου». «Ὅποιος», λέγει, «τρώει καὶ πίνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἀναξίως, εἶναι ἔνοχος ἀπέναντι στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου».

Ὁ Ἰούδας, δὲν γνωρίζομε ἐὰν ἐκοινώνησε- οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι δὲν ἐκοινώνησε. Ἀλλὰ ἂν ἐκοινώνησε, ἀπέβη εἰς αὐτὸν κρῖμα καὶ κατάκριμα· καὶ καταδίκη. Γι᾿ αὐτὸ λέμε σὲ ἕνα τροπάριον: «Οὐ φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ' ὡς ὁ Λῃστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ Βασιλεῖᾳ Σου». «Δὲν θὰ Σοῦ δώσω φίλημα ὅπως ὁ Ἰούδας, προδοτικόν. Καὶ τὸ προδοτικὸν φίλημα εἶναι ὅταν Σὲ ἀρνηθῶ». Αὐτὸ κρατήσατέ το. Καὶ ἕνα ἄλλο, ἀπὸ τὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Λέγει ὁ Κύριος: «Ἐσεῖς εἴσαστε καθαροί. Ἀλλὰ ὄχι ὅλοι». Καὶ ὑπενόει τὸν Ἰούδα. Καὶ οἱ καθαροὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη νὰ λουστοῦν, νὰ τοὺς πλύνουμε τὰ πόδια ἢ τὰ χέρια. Εἶναι καθαροί. «Οἱ μαθηταί», λέγει, «ἦσαν καθαροί», εἶπε ὁ Κύριος, «ἀλλὰ ὄχι ὁ Ἰούδας». Οἱ μαθηταὶ δὲν εἶχαν ἁμαρτίες; Εἶχαν ἁμαρτίες. Γιατί ὁ Κύριος τοὺς λέγει «καθαρούς»; Διότι θὰ τοὺς καθαρίσει ἀργότερα Αὐτὸ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ θὰ κοινωνήσουν, ἀλλὰ καὶ ἡ Πεντηκοστή.

Γιατί τοὺς λέγει «καθαρούς»; Καὶ δὲν λέγει «καθαρὸ» τὸν Ἰούδα; Διότι, πρωτίστως καὶ κυρίως, ἀναφέρεται σὲ ἕνα κεντρικὸν σημεῖον· καὶ μετά, ὅλα τὰ ἄλλα ἀποτελοῦν τὴν περιφέρειαν. Αὐτὸ τὸ πρώτιστον καὶ τὸ μέγιστον σημεῖον εἶναι ἡ πίστις του τί εἶναι Αὐτὸ ποὺ κοινωνῶ. Δηλαδὴ ἐὰν εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἢ δὲν εἶναι. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ κεντρικὸν σημεῖον· ποὺ θὰ μὲ κάνει ἢ καθαρὸν ἢ ἀκάθαρτον. Γι᾿ αὐτὸ, ἀκριβῶς, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ δοκιμάζῃ -τὸν ἑαυτόν του νὰ δοκιμάζῃ- ἐὰν δέχεται ὅτι εἶναι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ νὰ μὴν τὸ θεωρῇ Αὐτὸ ὅτι εἶναι κοινὸ ψωμὶ καὶ κοινὸ κρασί. «Ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου». Ἐκεῖνο τὸ «μὴ διακρίνων» ποὺ σημαίνει ὅτι θεωρεῖ ὅτι εἶναι κοινὸ ψωμί. Ἢ τύπος· ἢ σύμβολον. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ κεντρικὸν ἁμάρτημα.

Ὁ Ἰούδας ἐκεῖ ἔπεσε. Δὲν πίστεψε στὸ θεανθρώπινον πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διότι ἂν πίστευε, θὰ ἐτρόμαζε. Καὶ δὲν θὰ πήγαινε νὰ κάνῃ αὐτὴν τὴν ἐνέργεια ποὺ ἔκανε. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ τὸ ἴδιο. Παρ᾿ ὅτι δέχεται ὁ Καϊάφας τοῦ Ποιός εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος χρησιμοποιεῖ τὴν προφητεία τοῦ Δανιήλ, ὅτι «ἒρχεται ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ» - δὲν πιστεύει, τὸ θεωρεῖ βλασφημία αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Χριστός, διαρρηγνύει τὰ ἱμάτιά του. Δὲν ἐγνώριζε Ποιός ἦταν ὁ Χριστός. Ἤ, τοὐλάχιστον, δὲν ἤθελε νὰ γνωρίσῃ.

Γι᾿ αὐτὸ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ἂν ἐγνώριζαν, δὲν θὰ ἐσταύρωναν τὸν Κύριον τῆς δόξης. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἄγνοια αὐτὴ εἶναι ἁμάρτημα. Διότι ὁ Χριστὸς ἦρθε καὶ εἶπε Ποιός εἶναι. Καὶ συνεπῶς, ἡ ἄγνοια αὐτὴ ἰσοδυναμεῖ καὶ ἰσοῦται μὲ ἀπιστία. Δηλαδὴ τὸ κεντρικὸν ἁμάρτημα εἶναι ἡ ἀπιστία. Δηλαδὴ ἐὰν δέχομαι ἢ δὲν δέχομαι ὅτι εἶναι Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Προσέξτε λοιπόν, ἂς προσέξομε πάρα πολύ. Ὅλα τὰ ἄλλα ἀποτελοῦν περιφέρεια. Ἐὰν εἶπα ψέματα, ἐὰν ἐπόρνευσα, ἐὰν ἐμοίχευσα, ἐὰν ἔκλεψα, ἐὰν ἐσκότωσα, ἀναμφισβητήτως ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὴν περιφέρεια τῶν ἁμαρτημάτων, πού, ἀσφαλῶς, δὲν μπορῶ νὰ προσέλθω ἐὰν δὲν ἔχω καθαρίσει τὸν ἑαυτό μου. Ἀναμφισβητήτως. Μόνο ἕνα θὰ σᾶς πῶ καὶ νὰ πάρετε μίαν ἀντίληψιν τοῦ πράγματος. «Μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους ὅτι μέλη ἀλλήλων ἐσμὲν» καὶ ὅτι ἀνήκουμε στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν μπορεῖς, λοιπόν, νὰ ψεύδεσαι. Ἀνήκεις στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. 

Ἕνα ἄλλο: «Ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν· ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. Ἂρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; Μὴ γένοιτο», λέγει στοὺς Κορινθίους ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Διότι γίνομαι κοινωνὸς τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑνοῦμαι μετ᾿ Αὐτοῦ. Πηγαίνω εἰς τὴν πορνείαν, μοιχεία -σαρκικὰ ἁμαρτήματα- ἑνοῦμαι μὲ τὴν ἀνήθικη γυναῖκα. Πῶς, λοιπόν, νὰ καταστήσω τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη ἀνηθίκου γυναικός; «Πῶς γοὖν ποιήσω τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη πόρνης;», λέγει ὁ ἀπόστολος, «μὴ γένοιτο». Βλέπετε, λοιπόν, ὅτι δὲν εἶναι μόνο τὸ θέμα τῆς πίστεως ἢ τῆς ἀπιστίας, εἶναι καὶ τὸ θέμα καὶ τῶν λοιπῶν ἁμαρτημάτων.

Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει τὸ ἑξῆς, ἀγαπητοί μου: «Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἂῤῥωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί». «Γι᾿ αὐτὸ ἀνάμεσά σας ὑπάρχουν ἀδιάθετοι -ὁ ἀσθενὴς εἶναι ὁ ἀδιάθετος- ἄρρωστοι -αὐτοὶ ποὺ ἔχουν βαριὰ ἀρρώστια- καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί». Ἀκοῦστε: «Καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί». «Εἰ γὰρ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα»· κ.τ.λ.

«Καὶ πεθαίνουν ἀρκετοί». Ἀγαπητοί μου, ἐγὼ εἶμαι μάρτυς μερικῶν τέτοιων περιπτώσεων, θανάτου. Εἶναι φοβερό! Νὰ κοινωνήσῃ κανεὶς καὶ νὰ πεθάνῃ ἀμέσως... Διότι δὲν ἔπρεπε νὰ κοινωνήσῃ. Ἔχομε, βέβαια, καὶ δὲν μποροῦμε πάντα νὰ κρίνομε περιπτώσεις ποὺ κανεὶς μπορεῖ νὰ κοινωνήσῃ καὶ νὰ πεθάνῃ ἠρέμως καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβῇ σὲ ἁγίους· ἀναμφισβητήτως. Δὲν εἶναι πάντοτε κανόνας αὐτό. Πλὴν ὅμως, ἔχουμε καὶ τὸν θάνατον. Καὶ εἶναι φοβερό. Σὲ μιὰ περίπτωση ἑνὸς νέου, τοῦ εἶπε ἡ μητέρα του -ἐδῶ, στὸν τόπο μας συνέβη αὐτό, πρὸ μερικῶν ἐτῶν- νὰ κοινωνήσῃ, ἀφοῦ ὁ ἱερεύς του εἶπε νὰ μὴν κοινωνήσῃ. Ἦταν Μεγάλη Πέμπτη. Καὶ ἡ μητέρα λέει: «Ἄντε ἐκεῖ ποὺ θὰ ἀκούσῃς τὸν πνευματικό! Νὰ πᾶς νὰ κοινωνήσῃς!». Μόλις ἐκοινώνησε, ἀγαπητοί μου, γύρισε σπίτι καὶ πέθανε. 25 ἐτῶν νέος... Λοιπόν, ἂς προσέξομε πολύ. Ἐὰν δὲν τό ᾿λεγε ἡ Ἁγία Γραφή, θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν τυχαῖος ὁ θάνατος αὐτός. Δὲν εἶναι ὅμως τυχαῖο πρᾶγμα. Τὸ βεβαιώνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

Λοιπόν, ἂς προσέξουμε. Κοινωνοῦντες τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ γινόμεθα καταγγελεῖς τοῦ θανάτου Του. [-Δυστυχῶς, στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ ἠχητικὴ καταγραφὴ τῆς ὁμιλίας διεκόπη ἀπότομα, ἐπειδὴ ἐνδεχομένως ἡ κασέτα δὲν εἶχε ἄλλο περιθώριο ἀκόμα].
 

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

ἀπομαγνητοφώνηση καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΗ: 

  • https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/megalh_ebdomada/megalh_ebdomada_011.mp3

__________________________________

Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ

«Πᾶνος»