Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

Παναγιώτης Μυργιώτης: Ἱερομάρτυς Ἅγιος Σεραφεὶμ ἐπίσκοπος Φαναρίου, τὸ κλέος τῶν Ἀγράφων.


 
Ἅγιος Σεραφεὶμ ὁ ἱερομάρτυς, ἐπίσκοπος Φαναρίου, ἀγωνιστὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ πατριώτης ὑπέρμαχος τῆς ἐλευθερίας τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων. Γεννήθηκε κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα, δὲν γνωρίζουμε τὴν ἀκριβὴ ἡμερομηνία, εἰς τὸ χωριὸ Μπεζούλα του ν. Καρδίτσης. Γεννήθηκε σὲ οἰκογένεια θεοσεβῆ καὶ διαπαιδαγωγήθηκε «ἐν νουθεσίᾳ Κυρίου». Διδάχθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του Σωφρόνιο καὶ Μαρία νὰ ἀγαπᾶ τὰ πνευματικὰ καὶ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀπεχθάνεται τὶς δόξες, τὶς τιμὲς καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἀπολαύσεις. Τὸ βαπτιστικό του ὄνομα ἦτο Σωτήριος. Ἔτρεφε μεγάλη εὐλάβεια στοὺς ἱερεῖς καὶ ἦτο ὑπάκουος στοὺς γονεῖς του καὶ στοὺς συγχωριανούς του. Οἱ γονεῖς του τὸν ἔστειλαν καὶ ἔμαθε τὰ θεῖα γράμματα στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος πλησίον τοῦ χωρίου του. Διακρίθηκε στὴν σχολικὴ ζωὴ ὄντας εὐφυὴς καὶ ἐπιμελής. 

Ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια, ἀφοῦ ἡ φλόγα τοῦ μοναχισμοῦ του πύρωνε τὴν καρδιά. Περιῆλθε τὰ μοναστήρια τῶν Ἀγράφων καὶ ἀποφάσισε νὰ μονάσει στὸ μοναστήρι τὸ ἐπονομαζόμενο «Κορώνα» καὶ «Κρυερὰ Βρύσις». Ἐκεῖ, κοντὰ σὲ ἐνάρετους καὶ ἀσκητικοὺς μοναχοὺς ἄρχισε ἕναν ἀγῶνα σκληρὸ μιμούμενος καὶ παραδειγματιζόμενος ἀπὸ τὶς ἀρετές τῶν συμμοναστῶν του. Γρήγορα ἐκάρη μοναχός, λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Σεραφείμ. Μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη ὅλων χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ἀργότερα ἱερέας. Συνέχισε μὲ ζῆλο τὴν ἀγγελικὴ ζωή. 

Μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καὶ Νεοχωρίου κοιμήθηκε. Διάδοχός του ἐκλέχθηκε ὁμόφωνα ὁ Ἅγιος. Ἀποδεχόμενος τὸ βαρὺ φορτίο τῆς ἀρχιεροσύνης μὲ ζῆλο καὶ ἐπιμονὴ ποίμαινε τὸ ποίμνιό του χωρὶς νὰ λογαριάζει κόπους καὶ θυσίες. Εἶχε τὴν αἴσθηση ὅτι ἦταν δοῦλος ἀνάξιος καὶ θεωροῦσε ὅτι δὲν ἔπραττε ἔργα θεάρεστα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἀξιώσει τοῦ μαρτυρίου. 

Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ μαρτυρίου, ὅπως ζητοῦσε. Ἰδοὺ πώς. Τὸ ἔτος 1601 ὁ μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος συγκέντρωσε ἀριθμὸ ἀνθρώπων καὶ κήρυξε ἐπανάσταση κατὰ τῶν Τούρκων. Ἡ προσπάθεια ἀπέτυχε. Ὁ Διονύσιος συνελήφθηκε καὶ φονεύτηκε. Ὁ Ἅγιος δὲν εἶχε πολλὲς ἐπαφὲς μαζί του. Μὲ τὸ ταραγμένο κλίμα τῶν ἡμερῶν, λόγῳ τῶν γεγονότων, ὁ Ἅγιος πῆγε στὸ Φανάρι γιὰ νὰ μοιράσει στοὺς ἀγᾶδες τὰ συνήθη δῶρα. Οἱ Τοῦρκοι ἀγᾶδες φθονοῦσαν καὶ ζήλευαν τὸν Ἅγιο γιὰ τὸ ἔργο του καὶ ζητοῦσαν ἀφορμὴ νὰ τὸν φονεύσουν ἢ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Βλέποντάς τον οἱ ἀγᾶδες ἔλεγαν μεταξύ τους: «Καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τὸν Διονύσιο ἦταν». Ἀκούγοντας ὁ Ἅγιος ἐρωτᾶ γιὰ ποιόν ἀναφέρονται. Τότε οἱ ἀγᾶδες μὲ θυμό του λέγουν: «Πῶς τολμᾶς καὶ ἐμφανίζεσαι μπροστά μας;, Θὰ λάβεις αὐτὸ τὸ ὁποῖο σοῦ πρέπει ἐκτός, ἂν θελήσεις νὰ ἀφήσεις τὴν πίστη σου». 

Ὁ Ἅγιος τὰ ἄκουσε ψύχραιμος. Μέσα του ξυπνᾶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀπαντᾶ: «Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ τὸ γνωρίζουν καὶ ἐσεῖς τὸ ὁμολογεῖτε ὅτι εἶμαι ἀμέτοχος καὶ γιὰ κανένα λόγο δὲν θὰ ἀφήσω τὸν γλυκύτατο Ἰησοῦ καὶ νὰ συνταχθῶ μὲ τὸν διάβολο. Ἐλπίζω ἀπὸ τὸν Δεσπότη μου νὰ τύχω περισσότερης τιμῆς καὶ τὴν δική σας τιμὴ δὲν καταδέχομαι». 

Ἀκούσαντες αὐτὰ οἱ ἀγᾶδες ἐξαγριώθηκαν καὶ βιαίως τὸν ἔφεραν στὸν ἡγεμόνα ζητῶντας νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴ ζωὴ μὲ κακὸ θάνατο. Ὁ ἡγεμόνας ἄρχισε μὲ ἤρεμο τρόπο νὰ προσπαθεῖ νὰ καλοπιάσει τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν πείσει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Προσποιεῖται ὅτι λυπᾶται νὰ τὸν θανατώσει γιατί τὸν βλέπει ὡς ἄνθρωπο καλό, ὁ ὁποῖος παρασύρθηκε ἀπὸ τὸν κακὸ Διονύσιο. Ὁ Ἅγιος ἀπαντᾶ: τὸ γνωρίζεις ὅτι εἶμαι ἀναίτιος ἀλλὰ ἐγὼ τὴν πίστη μου δὲν θέλω νὰ ἀρνηθῶ, οὔτε νὰ χωριστῶ ἀπὸ τὸν γλυκύτατό μου Δεσπότη καὶ Θεόν. Χίλιους θανάτους νὰ λάβω γιὰ τὸ ὄνομά του τὸ Ἅγιο, θὰ εἶναι χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Ὁ ἡγεμόνας μόλις ἄκουσε αὐτὰ διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν, νὰ τεμαχίσουν τὴν μύτη του καὶ νὰ τὸν βάλουν στὴν φυλακὴ χωρὶς νερὸ καὶ τροφή, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ καμφθεῖ τὸ γενναῖο φρόνημα τοῦ Σεραφείμ. Μάταια. Στὴν φυλακὴ ὁ Ἅγιος δόξαζε καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τοῦ δώσει δύναμη νὰ ἀντέξει τὰ βάσανα. 

Ὁ ἡγεμόνας ζήτησε καὶ ἔφεραν τὸν Ἅγιο ἐνώπιόν του καὶ προσποιούμενος τὸν καλὸ καὶ τὸν φίλο τὸν ρωτᾶ ἂν ἄλλαξε γνώμη καὶ τὸν συμβουλεύει, ὡς φίλος, νὰ ἀλλάξει πίστη. Ἀτάραχος ἀπαντᾶ ὁ Σεραφείμ: «Ἔπρεπε νὰ μὴ σοῦ δώσω καμμιὰ ἀπάντηση, γιατί λέγεις ὅτι εἶσαι φίλος καὶ μοῦ δίνεις ἀσεβῆ συμβουλὴ νὰ ἀφήσω τὸν Ποιητὴ καὶ Πλάστη Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ πιστεύσω σὲ ἕναν ψεύτη προφήτη καὶ ἀσεβῆ ἄνθρωπο. Δὲν πρόλαβε ὁ Ἅγιος νὰ τελειώσει τὸν λόγο καὶ ὁ ἡγεμόνας δίνει ἐντολὴ βασανισμοῦ του, νὰ τανύσουν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, νὰ βάλουν ἐπάνω στὴν κοιλιὰ βαριὰ πέτρα καὶ νὰ ἀρχίζουν νὰ ξεσχίζουν τὴν σάρκα του. Ὁ Ἅγιος ἔχαιρε γιὰ τὸ πάθος τὸ ὁποῖο ζοῦσε ἐξ αἰτίας τῆς πίστης του. 

Ὁ ἡγεμόνας δὲν ἄντεχε νὰ βλέπει τὸν Ἅγιο νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ καὶ διέταξε νὰ τὸν παλουκώσουν καὶ νὰ πεθάνει μὲ αὐτὸ τὸν φρικτὸ θάνατο. Στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου μιὰ ἀράπισσα ἔβριζε χυδαία τὸν Χριστὸ καὶ τὸν Ἅγιο, ὁποῖος μιμούμενος τὸν Χριστό, συγχωροῦσε τὴν γυναῖκα. 

Ἡ Ἁγία ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη του τὴν 4η Δεκεμβρίου (ἡμέρα τῆς κοιμήσεως). Εἰς τὴν Ἱ. Μονὴ Κορώνης λιτανεύεται ἡ κάρα του τὴν τελευταία Κυριακὴ τοῦ Σεπτεμβρίου. Εἰς τὴν Καρδίτσα, τῆς ὁποίας εἶναι πολιοῦχος, τὴν Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων.


Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου