Ἡ γλῶσσα κάθε λαοῦ ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς ταυτότητός του. Ἡ γλῶσσα, ἐκτὸς ἀπὸ στοιχεῖο τῆς ταυτότητος, εἶναι καὶ ἐργαλεῖο ἐπικοινωνίας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ γλῶσσα βοηθᾷ στὴν δημιουργία τοῦ πολιτισμοῦ, τοῦ λεγόμενου πνευματικοῦ, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ὑλικὸ (γλυπτική, ζωγραφικὴ κλπ). Γιὰ νὰ μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ συνεννοοῦνται θὰ πρέπει ἡ γλῶσσα νὰ εἶναι ἀκριβής, νὰ περιγράφει μὲ συντομία καὶ ἐπακριβῶς τὸ μήνυμα, τὸ σημαῖνον καὶ τὸ σημαινόμενο νὰ ταυτίζονται. Θὰ πρέπει νὰ εἶναι εὔκολη γιὰ νὰ γίνεται κτῆμα τοῦ λαοῦ, νὰ μποροῦν νὰ τὴ μαθαίνουν ὅλοι.
Στὴν Κίνα π.χ., ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ ἰδεογράμματα γιὰ νὰ παραστήσει λέξεις καὶ ἔννοιες τὰ σύμβολα εἶναι πάρα πολλὰ μὲ ἀποτέλεσμα ἀκόμα καὶ οἱ ἀκαδημαϊκοὶ τῆς χώρας (οἱ θεωρούμενοι ὡς οἱ πιὸ μορφωμένοι) δὲν τὰ γνωρίζουν ὅλα. Δηλαδὴ οἱ πνευματικὲς κορυφές της δὲν μποροῦν νὰ διαβάσουν ὅλα τὰ κείμενα ποὺ ἔχουν γραφεῖ στὴ γλῶσσα τῆς χώρας τους.
Γιὰ τὴν ἀξία τῆς γλώσσας σημειώνει ὁ «δικός μας» Κωνσταντῖνος Τσάτσος, ἀκαδημαϊκός, φιλόσοφος, πρώην Ὑπουργός, πρώην Πρόεδρος Δημοκρατίας καὶ συγγραφέας: «Ὅσο πιὸ προηγμένος εἶναι ὁ πολιτισμὸς ἑνὸς ἔθνους, τόσο πιὸ πλούσιες σὲ προϊστορία, καὶ συνεπῶς καὶ σὲ οὐσία, εἶναι οἱ λέξεις τῆς γλώσσας... Μὲ τὴν γλῶσσα μεταδίδομε λογικοὺς συνειρμοὺς καὶ διεγείρομε συναισθήματα... Κάθε λαὸς ἔχει τὴν γλῶσσα ποὺ τοῦ ἀξίζει. Στὴν γλῶσσα, ὅπως καὶ στὰ τραγούδια του, ἐναποθηκεύεται ὁ πολιτισμός του... εἶναι ὁ πιὸ ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς ἱστορικῆς του συνείδησης καὶ τῆς ἱστορικῆς του συνέχειας.»