Σάββατο 1 Απριλίου 2023

Μυργιώτης Παναγιώτης: Ἁγία Μαρία Αἰγύπτια - Παράδειγμα μετανοίας καὶ ὑπερνικήσεως τῶν πειρασμῶν. Ἐλπίδα γιὰ ὅλους τοὺς πεπτωκότας ἀνθρώπους.


 
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία διανύουσα περίοδο νηστείας προβάλλει στοὺς πιστοὺς παραδείγματα πρὸς μίμηση. Ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων, μὲ τὸ τέλος τῆς ἑκατόχρονης καὶ πλέον διαμάχης, ἡ μνήμη τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἡ προσκύνηση τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς κλίμακος καὶ ἡ μνήμη τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας τιμῶνται τίς Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Μᾶς προετοιμάζει, μὲ σοφὸ τρόπο, ἡ ἐκκλησία γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου, τὴν Σταύρωση τὴν ἀτιμωτικὴ καὶ τὴν τριήμερο ἔγερση. Τὸν θρίαμβο τῆς Ζωῆς ἐπὶ τοῦ θανάτου, τοῦ Φωτὸς ἐπὶ τοῦ σκότους.
 
Στὸ παρὸν κείμενο θὰ μᾶς ἀπασχολήσει ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγύπτια. Ἡ μνήμη της τιμᾷται τὴν 1η Ἀπριλίου κάθε ἔτους καὶ ἐπίσης τὴν πέμπτη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν. Γιὰ νὰ τιμᾷται ἡ μνήμη της δυὸ φορές τὸ χρόνο κάτι τὸ ἰδιαίτερο θὰ ἔχει καὶ κάποιο μήνυμα θὰ θέλει νὰ ἐκπέμψει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Καὶ μάλιστα στὴν περίοδο τῆς νηστείας, στὴν πορεία μας πρὸς τὸ Πάσχα.
 
Ἄς δοῦμε δι᾿ ὀλίγων τὸν βίο ἐπὶ τῆς γῆς τῆς Ὁσίας Μαρίας. Γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ. Ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 12 χρόνων ἀπώλεσε τὴν παρθενίαν καὶ ἐπιδίδετο σὲ ζωὴ φιλήδονο καὶ σαρκική. Δὲν πόρνευε γιὰ νὰ συγκεντρώσει πλοῦτο ἀλλὰ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὴ φιλήδονο καὶ ἁμαρτωλὴ σάρκα. Δὲν ἦταν πλούσια καὶ γιὰ νὰ ἐξοικονομήσει τὰ ἀναγκαῖα πρὸς τὸ ζεῖν δούλευε χειρωνακτικὰ γνέθοντας. Πολλοὺς παρέσυρε σὲ πράξεις ἀκολασίας καὶ διαφθορᾶς. Ὅπως ἀπεκάλυψε ἡ ἴδια στὸν Ἀββᾶ Ζωσιμὰ «εἶχε ἀκόρεστη ἐπιθυμία καὶ ἀκατάσχετο ἔρωτα νὰ κυλιέται στὸν βόρβορο ποὺ ἦταν ἡ ζωή της καὶ σκεπτόταν ἔτσι ντροπιάζοντας τὴν ἀνθρώπινη φύση».
 
Ἐξ αἰτίας τῆς ἄσωτης καὶ ἁμαρτωλῆς ζωῆς της ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει μιὰ ὁμάδα ἀνθρώπων ποὺ θὰ πήγαιναν νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρό. Ἡ ἴδια δὲν ἤθελε νὰ πάει γιὰ προσκύνηση ἀλλὰ νὰ βρεῖ προθύμους ἄνδρες νὰ ἱκανοποιήσει τὴν σάρκα της. Ἡ ἴδια ἀποκάλυψε ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ της δὲν ὑπῆρχε εἶδος ἀσέλγειας ἀπὸ ὅσα λέγονται καὶ δὲν λέγονται, τοῦ ὁποίου δὲν ἔγινε διδάσκαλος σὲ ἐκείνους τοὺς ταλαίπωρους ταξιδιῶτες. Στὴν πόλη ὅταν ἔφθασαν  περιφερόταν στοὺς δρόμους «ψυχὰς νέων ἀγρεύουσα».
 
Τὸ ταξίδι αὐτὸ ἔγινε ἡ αἰτία ἡ Μαρία νὰ ἐγκαταλείψει τὸν ἔκλυτο βίο καὶ νὰ ἀφοσιωθεῖ στὸν Θεό. Ἡ μεταστροφὴ ἔγινε μὲ θαυμαστὸ τρόπο. Ἡ Μαρία πῆγε νὰ ἁλιεύσει ἄνδρες πρὸς ἀκολασία καὶ ὁ Θεὸς ἁλίευσε τὴν Μαρία, ἡ ὁποία δὲν σώθηκε, μόνο, ἀλλὰ ἁγίασε.
 
Ὅταν ἡ Μαρία ἐπιχείρησε νὰ μπεῖ στὸν ναό, ὅπως οἱ ἄλλοι συνταξιδιῶτες, δὲν τὰ κατάφερε. Οἱ ἄλλοι μπαίνανε ἀλλὰ τὴν ἴδια ἐμπόδιζε μιὰ ἀόρατη δύναμη. Δὲν μποροῦσε νὰ προχωρήσει ὅσο καὶ νὰ προσπαθοῦσε. Τὸ ταξίδι τῆς σωτηρίας, τώρα, ἀρχίζει. «Ἄρχισα τότε νὰ κλαίω, νὰ ὀδύρομαι καὶ νὰ κτυπῶ τὸ στῆθος μου, βγάζοντας στεναγμοὺς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μου. Ἐνῶ δὲ ἔκλαια, εἶδα πάνω ἀπὸ τὸ τόπο ποὺ στεκόμουνα, τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας Θεοτόκου, καὶ εἶπα σ᾿ αὐτήν: «Παρθένα Δέσποινα, γνωρίζω ὅτι δὲν εἶμαι ἄξια νὰ βλέπω τὴν ἁγία εἰκόνα Σένα τῆς Ἀειπάρθενης, Σένα τῆς Ἁγνῆς, Σένα τῆς ὁποίας τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ εἶναι καθαρὴ καὶ ἀμόλυντη, ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ εἶναι δίκαιο νὰ μὲ μισεῖς καὶ νὰ μ᾿ ἀποστρέφεσαι τὴν ἄσωτη. Ἐπειδὴ ὅμως, καθὼς ἄκουσα, γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο, ὁ Θεὸς ποὺ Τὸν γέννησες, ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ καλέσει σὲ μετάνοια τοὺς ἁμαρτωλούς, βοήθα με, ποὺ εἶμαι μόνη καὶ δὲν ἔχω κανένα νὰ μοῦ συμπαρασταθεῖ. Διάταξε νὰ ἐπιτραπεῖ καὶ σέ μὲ ἡ εἴσοδος στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ δῶ τὸ ἅγιο Ξύλο, πάνω στὸ ὁποῖο ἔδωσε τὸ αἷμα του ὁ Γιός σου γιὰ τὴ δική μου σωτηρία. Διάταξε, ν᾿ ἀνοίξει καὶ γιά μὲ ἡ πόρτα τῆς Θείας προσκύνησης τοῦ Σταυροῦ καὶ βάζω στὸ Γιό σου, σὰν ἐγγυήτρια ἀξιόχρεη, Σένα. Γιατί πλέον δὲν πρόκειται νὰ λερώσω τὸ σῶμα μου μ᾿ ὁποιαδήποτε αἰσχρὴ πράξη, ἀλλὰ ὅταν δῶ τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Γιοῦ σου, θ᾿ ἀποστραφῶ ἀμέσως τὸν κόσμο καὶ ὅλα τὰ κοσμικὰ καὶ ὅταν βγῶ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία θὰ πάω ὅπου Ἐσύ, σὰν ἐγγυήτρια τῆς σωτηρίας μου, θὰ μὲ ὁδηγήσεις».
 
Μετὰ μπῆκε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ Τίμιο Ξύλο. Βγῆκε ἔξω  καὶ εὐχαρίστησε τὴν Παναγιά. «Τότε ἀκούστηκε μιὰ φωνὴ ἀπὸ μακριὰ ποὺ φώναζε: «Ἐὰν περάσεις τὸν Ἰορδάνη θὰ βρεῖς καλὴ ἀνάπαυση». «Ἐγὼ τότε ἄκουσα αὐτὴ τὴ φωνή, πίστεψα ὅτι σὲ μένα ἀπευθυνόταν καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια φώναξα: «Δέσποινα, Δέσποινα, μὴν μὲ ἐγκαταλείπεις». «Ὅταν δὲ φώναξα αὐτά, βγῆκα ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας καὶ ἄρχισα ἀμέσως νὰ περπατῶ».
 
Ἔπειτα, ἀγόρασε 3 ψωμιὰ καὶ ξεκίνησε τὴν πορεία γιὰ τὴν ἔρημο περνῶντας ἀπὸ τὸ μοναστήρι τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου ὅπου μετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Στὴν ἔρημο ἔζησε 17 ὁλόκληρα χρόνια μὲ τοὺς λογισμοὺς  νὰ τὴν προτρέπουν στὴν προηγούμενη ζωή τους μὲ τὰ ποτά, τὰ φαγητὰ καὶ τὰ πορνικὰ ἄσματα. Ὅταν οἱ πειρασμοὶ καὶ λογισμοὶ τὴν πολεμοῦσαν ἔπεφτε στὴ γῆ καὶ τὴν ἔλουζε μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ δὲν σηκωνόταν «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοι ἐδίωξεν». Συνεχῶς προσευχόταν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο τὴν ὁποία εἶχε ἐγγυήτρια τῆς ζωῆς τῆς μετανοίας. Τὰ ροῦχα σχίστηκαν ἀπὸ τὴν πολυκαιρία καὶ τίς δύσκολες καιρικὲς συνθῆκες καὶ παρέμεινε γυμνή, ὑποφέροντας τὸν καύσωνα καὶ τὸ ψῦχος τῆς ἐρήμου.
 
Μὲ τὸν ἀγῶνα της καὶ μέ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπαλλάχτηκε ἀπὸ τοὺς σαρκικοὺς καὶ ἄλλους ἁμαρτωλοὺς λογισμοὺς καὶ ἔφθασε  σὲ ὑψηλὸ σημεῖο πνευματικῆς προόδου, τέτοιας ποὺ ὁ Θεός τῆς χάρισε τὸ προορατικὸ χάρισμα. Τὸ σῶμα τρεφόταν μέ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα», ἀναφέρει ἡ ἴδια. Αὐτὸ συμβαίνει μὲ πολλοὺς Ἁγίους νὰ ἀναστέλλονται οἱ λειτουργίες τοῦ σώματος.
 
Τὴν περίοδο ἐκείνη στὴν ἔρημο αὐτὴ ζοῦσε καὶ ὁ ἱερομόναχος Ζωσιμᾶς (ἡ μνήμη του τιμᾷται στὶς 4 Ἀπριλίου), ἄνθρωπος μὲ ὑψηλὴ πνευματικότητα. Τοῦ ἦλθε ὁ λογισμὸς ὅτι δὲν ὑπάρχει μοναχὸς ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ὠφελήσει. Ὁ Θεὸς τὸν ἀπάντησε ὅτι ὑπάρχει καὶ τοῦ ὑπέδειξε νὰ πάει στὸ μοναστήρι τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Ὁ Ζωσιμᾶς ὑπάκουσε καὶ διὰ μέσου τοῦ μοναστηριοῦ αὐτοῦ βρέθηκε στὴν ἔρημο. Ἀφοῦ ἔλαβε ἐλάχιστες τροφές, βγῆκε ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ πορεύθηκε στὴν ἔρημο, ἔχοντας τὴν ἐπιθυμία νὰ εἰσέλθει ὅσο μποροῦσε πιὸ βαθειὰ σὲ αὐτή, μὲ τὴν ἐλπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ἀσκητὴ ποὺ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ φθάσει σὲ αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε. Πορευόταν προσευχόμενος καὶ τρώγοντας ἐλάχιστα. Κοιμόταν δὲ ὅπου εὑρισκόταν.
 
Μετὰ ἀπὸ πορεία εἴκοσι ἡμερῶν κάθισε νὰ ξεκουραστεῖ. Καὶ τότε ἔγινε μάρτυρας θαυμαστοῦ γεγονότος. Εἶδε στὸ βάθος κάτι ποὺ ἔμοιαζε μὲ σκιά. Μετὰ κατάλαβε ὅτι ἦταν ἄνθρωπος γυμνὸς μὲ ἄσπρα μαλλιά. Ἦταν ἡ Ἁγία Μαρία. Ὁ Ζωσιμᾶς τὴν εἶδε προσευχόμενη χωρὶς νὰ ἀκούει τὰ λόγια της. Κάποια στιγμὴ βλέπει τὴν προσευχόμενη Μαρία νὰ εἶναι αἰωρούμενη καὶ νὰ μὴ πατᾷ στὴ γῆ. Προσπαθεῖ ὁ Ἀββᾶς νὰ τὴν πλησιάσει  ἀλλὰ ἐκείνη ἀπομακρύνεται. Ὁ Ζωσιμᾶς συνεχίζει νὰ προσπαθεῖ. Ὅταν κουρασμένος, μετὰ ἀπὸ πολλὴ ἀγῶνα, κάθεται νὰ ξεκουραστεῖ σὲ κάποιο ρέμα ἐκείνη τὸν ἀποκαλεῖ μὲ τὸ ὄνομά του. Παραξενεύεται καὶ συγχρόνως τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι γυναῖκα γυμνὴ καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ τῆς δώσει ἱμάτιο γιὰ νὰ καλύψει τὴ σωματική της γύμνια. Ὁ Ζωσιμᾶς κάνει τὸ ζητούμενο καὶ ξαφνικὰ βρίσκονται καὶ οἱ δυὸ στὸ ἔδαφος ζητῶντας ὁ ἕνας τὴν εὐλογία τοῦ ἄλλου. Ὁ Ἀββᾶς δέχτηκε τίς εὐλογίες της, γιατί ἀναγνώρισε ὅτι ἡ χάρη τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι θέμα ἀξιωμάτων. Ἡ Ἁγία ἀντιλήφθηκε τοὺς λογισμοὺς τοῦ Ζωσιμᾶ καὶ τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι γυναῖκα ἁμαρτωλὴ ποὺ  περιστοιχίστηκε ἀπὸ τὸ  Ἅγιο Βάπτισμα καὶ εἶναι ἀπὸ χῶμα καὶ στάχτη καὶ ὄχι ἄϋλο πνεῦμα.
 
Κατὰ τὴν συνάντηση αὐτὴ ἡ ἁγία ἀπεκάλυψε ὅλη τὴ ζωή της. Ἐπίσης, τὸν παρεκάλεσε νὰ πάει τὴ Μεγάλη Πέμπτη τῆς ἑπόμενης χρονιᾶς σὲ προκαθορισμένο σημεῖο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ γιὰ νὰ τὴν κοινωνήσει τῶν ἀχράντων μυστηρίων μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια μετανοίας ποὺ μεταμόρφωσε τὴν ὕπαρξή της. Ὁ Ζωσιμᾶς ἀκούει τὴν διήγηση τῆς Ἁγίας καὶ δάκρυα τρέχουν ἀπὸ τὰ μάτια του καὶ εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ συναντήσει τὴν Ἁγία αὐτὴ μορφὴ ποὺ πρὶν ἦταν δέσμια τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ τοῦ διαβόλου. Βρῆκε ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὠφελήθηκε καὶ μάλιστα πάρα πολύ.
 
Ὁ Ζωσιμᾶς ἀναχώρησε, πῆγε στὸ μοναστήρι καὶ δὲν ἀπεκάλυψε σὲ κανέναν τὰ ὅσα ἔζησε στὴν ἔρημο, κατὰ τὴ συνήθεια τοῦ μοναστηριοῦ. Στεναχωριόταν γιατί ὁ χρόνος δὲν κυλοῦσε γρήγορα καὶ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἀξιώσει νὰ δεῖ τὸ «ποθούμενον πρόσωπο».
 
Ἡ ποθητὴ ἡμέρα τῆς Μεγάλης Πέμπτης ἔφθασε καὶ ὁ Ζωσιμᾶς ἔβαλε σὲ ἕνα ποτήρι τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, πῆρε λίγους χουρμᾶδες καὶ βρεγμένη φακὴ καὶ ἔφθασε στὸ προκαθορισμένο σημεῖο. Ἡ Ἁγία δὲν ἐμφανιζόταν καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται στὸν Θεό. Ξαφνικὰ ἐμφανίζεται στὴν ἀντίπερα ὄχθη. Ἀρχίζει νὰ ἀνησυχεῖ μὲ ποιό τρόπο θὰ περάσει τὸ ποτάμι. Αἴφνης βλέπει τὴν Ἁγία νὰ κάνει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ νὰ περπατᾷ πάνω στὰ νερά. Τοῦ ζήτησε νὰ ἀπαγγείλει το Σύμβουλο τῆς Πίστεως καί τό «Πάτερ ἡμῶν» καὶ μετέλαβε τῶν ζωοποιῶν μυστηρίων. Ἔπειτα ὕψωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανό, ἀναστέναξε μὲ δάκρυα καὶ εἶπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου». Τὸν παρεκάλεσε νὰ πάει καὶ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ τὴν ἴδια ἡμέρα στὸν χείμαρρο ποὺ τὴ συνάντησε τὴν πρώτη φορά.
 
Τὸ ἑπόμενο ἔτος ὁ ἀββᾶς ἔφθασε μὲ λαχτάρα στὸ συγκεκριμένο σημεῖο. Ἡ ἁγία δὲν φαινόταν πουθενά. Ἄρχισε νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ νὰ δεῖ τὸν κρυμμένο θησαυρό. Προσευχόμενος καὶ βαδίζοντας ὁ Θεὸς τὸν ὁδηγεῖ καὶ βρίσκει «κεκειμένην τὴν ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρῆκε καὶ δική της γραφή ὁ Ἀββᾶς λέγουσα «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπῳ τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ᾿ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Τὴν βρῆκε δηλαδὴ νεκρή, κείμενη στὴν γῆ, μὲ τὰ χέρια σταυρωμένα καὶ βλέποντας πρὸς τὴν ἀνατολή. Συγχρόνως βρῆκε καὶ γραφὴ ποὺ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὴν ἐνταφιάσει. Ἡ Ὁσία κοιμήθηκε τὴν ἴδια ἡμέρα ποὺ κοινώνησε ἀφοῦ διήνυσε σὲ μιὰ ὥρα ἀπόσταση τὴν ὁποία ὁ Ἀββᾶς χρειάστηκε νὰ διανύσει σὲ εἴκοσι ἡμέρες. Ὁ Ἀββᾶς μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ ἀφοῦ ἔψαλλε κατάλληλους ψαλμοὺς καὶ ἔβρεξε μὲ δάκρυα τὰ ἄχραντα πόδια τῆς Ὁσίας ἐπιχείρησε νὰ σκάψει γιὰ τὸ μνῆμα της. Ὁ Ἀββᾶς γεραλέος, τὸ ἔδαφος πάρα πολὺ σκληρό, ἡ ἐργασία κοπιαστική. Ἐκτελῶν τὰ χρέη πρὸς τὴν κοιμωμένη βλέπει λιοντάρι δίπλα στὴν Ὁσία νὰ γλύφει τὰ ἴχνη της. Ὁ Ἀββᾶς δὲν χάνει τὴν ψυχραιμία του καὶ ζητᾷ ἀπὸ τὸ λιοντάρι νὰ ἀνοίξει τὸν τάφο Της. Τὸ λιοντάρι ἐκτελεῖ τὴν ἐπιθυμία τοῦ Ἀββᾶ σκάβοντας μὲ τὰ μπροστινά του πόδια. Καὶ ἄλλο παράδοξο, τὸ ἄλογο λιοντάρι συμπεριφέρεται ὡς λογικὸ ὄν. Ὁ ἐνταφιασμὸς ἔγινε καὶ τὸ λιοντάρι ἀναχώρησε γιὰ τὰ βάθη τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον καὶ ὁ «Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν (εἰς τὸ μοναστήρι), εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν».
 
Ὁ βίος τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ἀναγιγνώσκεται εἰς τὸν Ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Κανόνος ὡς παράδειγμα μετανοίας καὶ ὑπερνικήσεως τοῦ πειρασμοῦ. Ὁ καλὸς Θεὸς ὅταν διαγνώσει, ὡς καρδιογνώστης ὅτι ὑπάρχει ἀπὸ τὴν πλευρά μας ἕνας μικρὸς κόκκος καλῆς πίστεως καὶ διαθέσεως θὰ μᾶς βοηθήσει νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ κακοῦ καὶ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας. Ὁ Κύριος ζητεῖ ἀπό μᾶς νὰ κάνουμε τὸ ἕνα βῆμα καὶ τὰ ὑπόλοιπα 99 θὰ τὰ κάνει ὁ Ἴδιος. Ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Αἰγύπτια ἀπαρνήθηκε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό της ἀπὸ ἕνα σημεῖο θαυμαστό. Σὲ ὅλους μας στέλνει ὁ Θεὸς σημεῖα. Ἡ Ἁγία τὸ ἑρμήνευσε σωστὰ καὶ ὁδηγήθηκε στὴν ἁγιότητα. Ἐμεῖς δεχτήκαμε σημεῖα πῶς τὰ ἑρμηνεύσαμε; Τὰ θεωρήσαμε τυχαῖο γεγονός; Τίποτα δὲν γίνεται τυχαῖα.
 
Νίκησε ἡ Ἁγία τὴ δύναμη τοῦ κακοῦ, τῆς σάρκας καὶ τῆς συνηθείας, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου. Ἀφέθηκε στὰ χέρια τῆς Παναγίας καὶ ἀκολούθησε τίς συμβουλές Της. Δὲν τὰ ἄφησε γιὰ ἀργότερα, ἀλλὰ μὲ τρία ψωμιὰ ὡς ἐφόδιο γιὰ τὴ ζήση της ἀναχώρησε γιὰ τὴν πέρα τοῦ Ἰορδάνη περιοχή, στὴν ἔρημο. Ἀποτελεῖ παράδειγμα γιὰ ὅλους ἡ Ἁγία, ὅπως καὶ ἄλλοι Ἅγιοι γιὰ νὰ ὁδηγηθοῦμε στὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας. Δύσκολη ἡ ἀπόφαση. Δὲν μᾶς τὸ ἐπιτρέπει ὁ ἐγωισμὸς καὶ ἡ ὑπερηφάνεια. Ὁ χαιρέκακος διάβολος μᾶς σιγοψιθυρίζει ἄφησέ το γιὰ ἀργότερα, γλέντα τὴ ζωή, εἶναι ὡραία, ἀπόλαυσε τὴν ἡδονή, ἱκανοποίησε τίς θελήσεις τῆς σάρκας καὶ αὔριο ἔχεις καιρό, μπορεῖς νὰ μετανοήσεις. Ἢ ἀκόμη μπορεῖ νὰ σπέρνει μέσα μας τὴν ἀπογοήτευση καὶ τὴν ἀπελπισία. Ταλαίπωρε, τόσα πολλὰ ποὺ ἔκανες καὶ τόσες πολλὲς ἁμαρτίες ποὺ διέπραξες ὁ Θεὸς δὲν τίς συγχωρεῖ. Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ μετανοήσεις, δὲν σὲ σώζει ὁ Θεός. Ἡ Ἀλήθεια εἶναι διαφορετική. Ὁ Θεός μᾶς περιμένει καὶ θέλει ὅλοι νὰ ὁδηγηθοῦμε στὴ σωτηρία,  στὸν παράδεισο καὶ στὴν κατὰ χάρη θέωση. Ἡ παραβολὴ  τοῦ Ἀσώτου, ὁ βίος τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας αὐτὰ νοηματοδοτοῦν καὶ λένε. Ὁ Θεὸς περιμένει νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ σωθοῦμε. Στὴν καλὴ ἢ στὴν κακή  μας πρόθεση ἐξαρτᾷται. Δηλαδὴ ἀπὸ ἐμᾶς.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τὴ χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης φωτοφανῆς λαμπηδῶν, τῶν παθῶν τὸν σκοτασμὸν λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ὡς ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾶ τῷ ἱερῷ, ὠράθης ἐν τὴ ἐρήμω, Μαρία «Ὅσιε Μῆτερ» μεθ᾿ οὐ δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ'.

Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθῃ τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, ὁσία Μαρία τὸ πνεῦμά σου.

Κοντάκιον
Ἦχος γ'. ἡ Παρθένος σήμερον.
 
Ἡ πορνείαις πρότερον, μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη σήμερον, τῇ μετανοίᾳ ἐδείχθης, Ἀγγέλων τὴν πολιτείαν ἐπιποθοῦσα, δαίμονας, Σταυροῦ τῷ ὄπλῳ καταπατοῦσα, διὰ τοῦτο βασιλείας, ἐφάνης νύμφη Μαρία πάνσεμνε.



Μυργιώτης  Παναγιώτης
Μαθηματικός


__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου