Ἡ Ἀρμενία ὑπῆρξε σημαντικὴ κοιτίδα τοῦ Χριστιανισμοῦ κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, οἱ πρῶτοι ποὺ ἔφεραν τὸ χριστιανικὸ μήνυμα στὶς χῶρες του Καυκάσου, ἦταν οἱ ἀπόστολοι Θαδδαῖος καὶ Βαρθολομαῖος. Ἀλλὰ οἱ διωγμοὶ ἐκ μέρους τῶν εἰδωλολατρῶν ἡγεμόνων τῆς περιοχῆς δὲν ἐπέτρεψαν νὰ ἀναπτυχθοῦν ἰδιαίτερα οἱ ἐκεῖ χριστιανικὲς κοινότητες. Αὐτὰ μέχρι τὴν ἐμφάνιση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τὴν προσωνυμία τοῦ Φωτιστῆ τῆς Ἀρμενίας.
Ἔζησε στὰ χρόνια ποὺ αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Διοκλητιανὸς (284-305), ὁ πλέον φανατικὸς καὶ θρησκομανὴς ρωμαῖος αὐτοκράτορας, ὁ μεγαλύτερος διώκτης τῶν Χριστιανῶν. Ἦταν Πάρθος στὴν καταγωγὴ καὶ γόνος ἐπιφανοῦς οἰκογένειας. Ὁ πατέρας του ὀνομάζονταν Ἀνὰκ καὶ ἦταν συγγενὴς τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἀρμενίας Κουσαρώ, ἑνὸς φανατικοῦ εἰδωλολάτρη καὶ σφοδροῦ διώκτη τῶν Χριστιανῶν. Χιλιάδες Χριστιανοὶ συνελήφθησαν, βασανίστηκαν καὶ βρῆκαν τραγικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς δημίους του.