Ο
Γέρο-Γεώργιος απέκτησε αρκετούς μαθητές, οι οποίοι τον μιμήθηκαν στον
τρόπο της ζωής του. Περπατούσαν και αυτοί ξυπόλυτοι, διάβαζαν το
Ψαλτήριο ημέρα και νύχτα και προσεύχονταν για τους φτωχούς και
δυστυχισμένους ανθρώπους.
Μνημονεύουμε εδώ τον Γέρο-Μιχάλη από το
Μπρούστουρι, τον Ιωάννη Αποστόλου από το χωριό Μπουχούσι, τον μοναχό
Αθανάσιο Παβαλούκα από το μοναστήρι Νεάμτς, ο οποίος περπατούσε
ξυπόλυτος και κοιμόταν στο σκαμνί.
Επίσης
είναι ο πρωτοσύγκελλος Ιωσήφ Κρατσιούν από το μοναστήρι Νεάμτς και ο
αρχιμανδρίτης π. Ιωαννίκιος Μορόϊ, ηγούμενος της μονής Συχαστρία, ο
οποίος ουδέποτε φόρεσε παπούτσια και κάλτσες, παρά μόνο τσαρούχια. Είχε
επίσης και ικανό αριθμό γυναικών, μερικές από τις οποίες έστειλε να
μονάσουν στα μοναστήρια Βαράτεκ και Αγαπία, κατά την επιθυμία τους.
Μετέβαινε
και ο ίδιος στα μοναστήρια αυτά. Επισκεπτόταν τους μαθητές του, τους
εμψύχωνε στον αγώνα τους και τους συμβούλευε τα αναγκαία για τη σωτηρία
τους. Όλοι αυτοί αγαπούσαν τη νηστεία, τις μετάνοιες, την άσκηση, την
ανάγνωση του Ψαλτηρίου και την ευχή του Ιησού.
Κάποτε ο νεαρός Δημήτριος Τροφίν, μαθητής του, του είπε:
– Γέρο-Γεώργιε, αποφάσισα να πάω στο μοναστήρι. Πού με συμβουλεύεις να πάω; Εγώ θα επιθυμούσα να πάω στο Άγιον Όρος.
– Αγαπητέ
μου, μη πηγαίνεις στο Άγιον Όρος. Μπορείς και εδώ να γίνεις καλός
μοναχός. Πήγαινε στη σκήτη Συχαστρία. (Τότε η Συχαστρία υπαγόταν στη
μονή Νεάμτς.) Εκεί είναι ένας καλός ηγούμενος με αγωνιστές μοναχούς.
Έτσι,
σύμφωνα με την εντολή του, πήγε στη Συχαστρία, όπου ηγούμενος τότε ήταν
ένας μαθητής του, ο π. Ιωαννίκιος Μορόϊ. Αυτό συνέβη το 1911.
Ο
Γέρο-Γεώργιος πήγαινε συχνά στη Συχαστρία. Οι αδελφοί έβγαιναν να τον
προϋπαντήσουν και του ζητούσαν πνευματικές συμβουλές, διότι τον
θεωρούσαν ως ένα εκλεκτό σκεύος του Θεού.
Και ο ταπεινός Γέροντας έκλινε
το κεφάλι του κάτω, ζητούσε την ευλογία του ηγουμένου και τους
παρηγορούσε με τα χαριτωμένα λόγια και τις εμπειρίες του. Κι εδώ
κρατούσε το ίδιο τυπικό των προσευχών του.
Ενίοτε ανέβαινε στο βουνό
Τατσιούνε, απ’ όπου έβλεπε όλο τον ορίζοντα και εκεί προσευχόταν μόνος
του ολόκληρη την ημέρα. Σ’ ένα μέρος αυτού του βουνού έσκαψε μία
λακκούβα και έμπαινε μέσα.
Δεν ήθελε να τον βλέπει κανείς, αλλά και για
περισσότερη αυτοσυγκέντρωση, διότι το θαυμαστό τοπίο του διασκόρπιζε τον
νου στην προσπάθειά του να προσευχηθεί. Αυτή η λακκούβα φαίνεται μέχρι
σήμερα. Το βράδυ κατέβαινε και συνομιλούσε με τον ηγούμενο, και του
έλεγε:
– Σήμερα ήμουν στον ουρανό! Σήμερα ήμουν στον ουρανό! Και κανείς δεν καταλάβαινε την σημασία των θαυμαστών λόγων του.
Κάποτε
ανέβηκε στη σκήτη Σύχλα με πολλούς Πατέρες από τη Συχαστρία. Εκείνος
πήγαινε μπροστά λέγοντας μυστικά την ευχή του Ιησού. Ξαφνικά σκόνταψε
και κόντεψε να πέσει κάτω. Τότε στράφηκε στους μοναχούς και τους είπε:
– Βλέπετε
τι μου συνέβη; Άφησα λίγο την προσευχή και η Χάρη του Θεού αμέσως με
άφησε. Κατέβηκα με την σκέψη μου εδώ στα γήινα και κινδύνεψα να πέσω.
Γι’ αυτό ο νους πρέπει πάντοτε να είναι στον Θεό. Και όλα τα καλά έργα
πρέπει να συνοδεύονται με την αθώα και ειρηνική προσευχή…
Κάποτε συνομίλησε με τον μαθητή του ηγούμενο π. Ιωαννίκιο και του είπε:
– Μη
χαίρεσαι διότι ήλθες εδώ στη Συχαστρία, γιατί έχεις να περάσεις ένα
μεγάλο πειρασμό. Και ο προφητικός αυτός λόγος του εκπληρώθηκε ακριβώς.
Επίσης
μετέβαινε και στο μοναστήρι Νεάμτς, όπου οι Πατέρες με επικεφαλής τον
ηγούμενο, επίσκοπο Νάρκισσο Γκρετσουλέσκου, τον υποδέχονταν με ευλάβεια
και τιμή. Ο Γέροντας πράος και ταπεινός ζητούσε τις ευλογίες του αγίου
Επισκόπου και του φιλούσε τα πόδια.
Κάποτε
επισκέφθηκε τρεις παλιούς μαθητές του, αδελφούς κατά σάρκα, μοναχούς
στη μονή Νεάμτς, τον Βενιαμίν, τον Παμβώ και τον Δαμασκηνό, οι οποίοι
ήσαν τσοπάνηδες. Του είπαν ταραγμένοι:
– Γέρο-Γεώργιε, εμείς σήμερα αναχωρούμε από εδώ, διότι σκανδαλιζόμαστε.
– Γιατί, αγαπητοί μου;
– Δεν
υπάρχει σωτηρία εδώ. Είδαμε τον τάδε να κάνει το τάδε αμάρτημα, τον
άλλον να λέει τα τάδε λόγια, τον άλλον να φωνάζει και να βρίζει, τον
άλλον να ειρωνεύεται τον αδελφό του…
Τότε ο Γέροντας με πολλή πραότητα τους είπε αποφασιστικά:
– Μη το κάνετε αυτό! Καθένας θα απολογηθεί για τις πράξεις του. Γιατί εσείς βλέπετε και κρίνετε τις πράξεις των άλλων;
Οι αδελφοί κατάλαβαν το λάθος τους και ησύχασαν φροντίζοντας μόνο για τη σωτηρία τους.
Αρκετοί
από τους ηλικιωμένους γέροντες του χωριού του μας διηγήθηκαν και ένα
θαυμαστό περιστατικό που συνέβη στον Γέρο-Γεώργιο. Κάποτε ο Παππούς ήταν
στην πόλη Πασκάνι. Θέλησε με το τραίνο να πάει στην πόλη Ρόμαν.
Μπήκε
στο τραίνο, αλλά δεν αγόρασε εισιτήριο, διότι δεν είχε χρήματα. Ο
ελεγκτής των εισιτηρίων, ο οποίος δεν τον γνώριζε, του είπε στην πρώτη
στάση του τραίνου να κατέβη. Οι άλλοι άνθρωποι του έλεγαν να τον
κρατήσει, διότι είναι άγιος άνθρωπος, αλλά ο υπάλληλος του τραίνου δεν
τους άκουσε.
Έτσι στην πρώτη στάση ο Παππούς κατέβηκε και βάδιζε το
δρομάκι δίπλα στην σιδηροδρομική γραμμή λέγοντας:
– Αγαπητοί μου, να μένετε με τον Θεό και τη Μητέρα του Κυρίου μας!
Όταν
όμως θέλησε να ξεκινήσει το τραίνο, δεν μπορούσε καθόλου να κινηθεί.
Κοίταξαν τη μηχανή, μα δεν υπήρχε καμία βλάβη. Άλλαξαν την ατμομηχανή
του, αντικατέστησαν τον μηχανοδηγό. Τίποτε. Το τραίνο δεν ξεκινούσε.
Όλοι απορούσαν.
Ένας από τους υπαλλήλους του τραίνου τους είπε:
– Το τραίνο δεν ξεκινά, διότι κατεβάσατε τον Γέρο-Γεώργιο κάτω.
Τον κάλεσαν πίσω. Ανέβηκε ο Παππούς και το τραίνο ξεκίνησε μόνο του, χωρίς κάποια επέμβαση του οδηγού.
Από
το βιβλίο: Μητροπολίτου Κραγιόβας Νέστορος, αρχιμ. π. Ιωαννίκιου
Μπαλάν, πρωτ. π. Κωνσταντίνου Γαλερίου, Ιεροσολύμας μοναχής, «Αγιασμένες
μορφές της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας». Μετάφραση – επιμέλεια υπό
αδελφών Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους Άθω, 2002 (αποσπάσματα).
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου