– Γέροντα, μετὰ ἀπὸ μιὰ ἄσχημη συμπεριφορά μου ἔχω τὸν λογισμὸ ὅτι ἡ προσευχή μου δὲν εἶναι εὐάρεστη στὸν Θεό.
– Ἂν ὁ λογισμὸς αὐτὸς προέρχεται ἀπὸ γνήσια ταπείνωση καὶ λές: «παροργίζω τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἄσχημη συμπεριφορά μου», τότε νιώθεις θεία παρηγοριά. Ἂν ὅμως στενοχωριέσαι ἐγωιστικὰ καὶ λές: «πῶς ἔφθασα ἐγὼ σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση;», δὲν δέχεσαι παρηγοριά, γιατὶ «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται»[1]. Δὲν ἀκούει ὁ Θεὸς τὴν προσευχὴ τοῦ ὑπερήφανου, γιατὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι φράχτης.
Γιὰ νὰ εἰσακουσθῆ ἡ προσευχή μας, πρέπει νὰ βγαίνη ἀπὸ «καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην»[2]. [//38] Ὅταν ποῦμε μὲ πολλὴ ταπείνωση: «τέτοιος ποὺ εἶμαι, Θεέ μου, πῶς νὰ μὲ ἀκούσης;», ἀμέσως μᾶς ἀκούει ὁ Καλὸς Θεός.
– Γιατί, Γέροντα, μερικὲς φορὲς ὅταν ἔχω ἕναν πειρασμό, δὲν μπορῶ νὰ προσευχηθῶ;
– Ἂν ἔχης ἕναν πειρασμὸ καὶ δὲν μπορῆς νὰ κάνης προσευχή, νὰ ξέρης ὅτι ὑπάρχει μέσα σου ἐγωισμὸς καὶ κενοδοξία. Ὁ πειρασμὸς παραμένει μέχρι νὰ σιχαθῆ ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του. Μόλις τὸν σιχαθῆ, βοηθάει ὁ Χριστὸς καὶ περνάει ὁ πειρασμός.
– Γέροντα, παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μὲ βοηθήση νὰ ἀπαλλαγῶ ἀπὸ τὴν ἀναίδεια, ἀλλὰ δὲν βλέπω κανένα ἀποτέλεσμα.
– Ὅταν κάποιος ἀγωνίζεται καὶ προσεύχεται καὶ δὲν ὑπάρχη ἀποτέλεσμα, σημαίνει ὅτι ἢ ἐγωισμὸς καὶ ὑπερηφάνεια ὑπάρχει ἢ προδιάθεση ὑπερηφανείας, τὰ ὁποῖα ἐμποδίζουν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργήση διὰ μέσου τῆς προσευχῆς. Ὅ,τι ζητᾶμε στὴν προσευχή, ὁ Καλὸς Θεὸς μᾶς τὸ δίνει, ἂν ἔχουμε ταπείνωση καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας.
– Ὅταν, Γέροντα, παρακαλῶ μὲ πόνο τὸν Θεὸ νὰ μὲ ἀπαλλάξη ἀπὸ μιὰ ἀδυναμία μου κάνοντας καὶ τὸν σχετικὸ ἀγώνα, ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχω ὑπερηφάνεια, δὲν μὲ βοηθάη, τί νὰ κάνω;
– Νὰ ζητήσης προκαταβολικῶς συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεό. Νὰ πῆς: «Θεέ μου, ἔχω ὑπερηφάνεια καὶ ἐμποδίζω τὴν βοήθειά Σου, ἀλλά, Σὲ παρακαλῶ, φώτισέ με νὰ καταλάβω τί πρέπει νὰ κάνω, γιὰ νὰ ξεπεράσω τὴν ἀδυναμία μου». Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ παραδεχθῆς ὅτι ἔχεις ὑπερηφάνεια καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ὑποχωρεῖ ἡ συγκεκριμένη ἀδυναμία, θὰ σὲ πληροφορήση ὁ Θεὸς καὶ ἀπὸ ποῦ ξεκινάει, γιὰ νὰ ἀγωνισθῆς νὰ κόψης τὰ αἴτια.
[//39] – Γέροντα, πῶς πρέπει νὰ νιώθω στὴν προσευχή;
– Νὰ νιώθης ταπεινά, γιὰ νὰ σὲ βοηθάη ὁ Θεός. Ὁ ταπεινὸς δὲν ἔχει δικό του θέλημα· κάνει ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολές Του, ὁπότε καὶ ὁ Θεὸς ἀκούει τὴν προσευχή του καὶ τοῦ δίνει οὐράνιες εὐλογίες. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀκούει τὸν Θεό, τόσο τὸν ἀκούει ὁ Καλὸς Θεός.
________________________________________
[1] Ιακ. 4,6· Α’ Πέτρ. 5,5. Βλ. και Παρ. 3,34.
[2] Ψαλμ. 50,19.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ ΣΤ' «Περὶ προσευχῆς»
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου