Β΄ Κυριακή των Νηστειών - Γρηγορίου του Παλαμά
Φωτός λαμπρόν κήρυκα νυν όντως μέγαν,
Πηγή φάους άδυτον άγει προς φέγγος.
Πηγή φάους άδυτον άγει προς φέγγος.
Ο
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν δεινός θεολόγος και διαπρεπέστατος
ρήτορας και φιλόσοφος. Δεν γνωρίζουμε το χρόνο και τον τόπο της γέννησής
του. (Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, στο αγιολόγιο του, αναφέρει ότι ο Άγιος
Γρηγόριος γεννήθηκε το 1296 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, από τον
Κωνσταντίνο τον Συγκλητικό και την ευσεβέστατη Καλλονή). Ξέρουμε όμως,
ότι κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα μ.Χ. ήταν στην αυτοκρατορική αυλή
της Κωνσταντινούπολης, απ' οπού και αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος χάρη
ησυχότερης ζωής, και αφιερώθηκε στην ηθική του τελειοποίηση και σε
διάφορες μελέτες.
Το 1335 μ.Χ. με τους δύο αποδεικτικούς λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος», ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό, κι ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να ενωθεί μαζί Του. Κατά τα λεγόμενα του Βαρλαάμ, ο Θεός είναι «κλειστός στον εαυτό του» και δεν μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. Επομένως, οι «ησυχαστές», οι μοναχοί δηλαδή εκείνοι που έλεγαν ότι μπορεί ο άνθρωπος, αν έχει καθαρή καρδιά και αν συγκεντρωθεί στην «καρδιακή προσευχή» (το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με»), να ενωθεί με το Θεό και να φωτισθεί και να δει το Άκτιστο φως, ασχέτως της μόρφωσής του, δεν ήταν Ορθόδοξοι αλλά «μεσσαλιανιστές» και «ομφαλόψυχοι». Μετά από αυτές τις τοποθετήσεις του Βαρλαάμ, ο Παλαμάς εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη από όπου και άρχισε τον αγώνα «υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων», δηλ. αυτών που ασκούσαν τον ησυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα και τους ομώνυμους λόγους του. Το ζητούμενο της πάλης αυτής ήταν κυρίως το μεθεκτικόν ή αμέθεκτον της θείας ουσίας. Ο Γρηγόριος, οπλισμένος με μεγάλη πολυμάθεια και ισχυρή κριτική για θέματα αγίων Γραφών, διέκρινε μεταξύ θείας ουσίας αμεθέκτου και θείας ενεργείας μεθεκτής. Και αυτό το στήριξε σύμφωνα με το πνεύμα των Πατέρων και η Εκκλησία επικύρωσε την ερμηνεία του με τέσσερις Συνόδους. Στην τελευταία, που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1351 μ.Χ., ήταν και ο ίδιος ο Παλαμάς. Αλλά ο Γρηγόριος έγραψε πολλά και διάφορα θεολογικά έργα, περίπου 60.
Αργότερα ο Πατριάρχης Ισίδωρος, τον εξέλεξε αρχικά επίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγω όμως των τότε ζητημάτων, αποχώρησε πρόσκαιρα στη Λήμνο. Αλλά κατόπιν ανέλαβε τα καθήκοντα του. Πέθανε το 1360 μ.Χ. και τιμήθηκε αμέσως σαν Άγιος. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος, έγραψε το 1376 μ.Χ. εγκωμιαστικό λόγο στο Γρηγόριο Παλαμά, μαζί και ακολουθία και όρισε την εκκλησιαστική μνήμη του στη Β' Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής.
Το τίμιο σώμα του, μετά από την εκταφή, υπήρξε άφθαρτο, δηλαδή δέν σάπισε, αλλά ευωδίαζε και θαυματουργούσε. Στούς λατίνους όμως, τους υποτελείς του Πάπα, ήταν χονδρό αγκάθι η ενθύμιση του Αγίου και μάλιστα ολόσωμου. Γι αυτό πολλες φορές τον συκοφαντούσαν λέγοντας, πως για τα αμαρτήματά του έμεινε «άλυωτος», δέν δέχθηκε από απέχθεια η γη να τον διαλύσει «στα εξ ων συνετέθη»! Τον 19ο αιώνα μ.Χ. ο ναός του Αγίου καταστράφηκε από φωτιά και το τίμιο σκήνωμά του κάηκε αφήνοντας μόνον τα οστά ανέπαφα!
Τόσο γινάτι κράτησαν οι καθολικοί που όταν τυπώνονταν οι εκκλησιαστικές μας ακολουθίες στην Βενετία - κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας - ο Δόγης έδινε την άδειά του για την έκδοση, μόνον εφόσον δέν υπήρχε σχετική αναφορά στον Αγιο. Έτσι για αρκετά χρόνια που κυκλοφορούσαν τα έντυπα από την Βενετία, η γιορτή του είχε σχεδόν ξεχαστεί. Περί τα μέσα και τέλη του 20ου αιώνα, επανήλθε η μνήμη των ενδόξων αγώνων του και έλαβε την πρέπουσα θέση στον χώρο των Ορθόδοξων ναών.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸ πολύφωνον στόμα τῆς θείας χάριτος, τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων τὴν ἀληθῆ θησαυρόν, ἀνυμνοῦμέν σε πιστῶς Πάτερ Γρηγόριε· τῆς Ἐκκλησίας γὰρ φωστήρ, ἀνεδείχθης φαεινός, καὶ κλέος Θεσσαλονίκης· ἥτις ἐν σοὶ καυχωμένη, λαμπρῶς γεραίρει τοὺς ἀγῶνάς σου.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸ τῆς σοφίας ἱερὸν καὶ θεῖον ὄργανον Θεολογίας τὴν λαμπρὰν συμφώνως σάλπιγγα Ἀνυμνοῦμέν σε Γρηγόριε θεορρῆμον. Ἀλλ’ ὡς νοῦς νοΐ τῷ πρώτῳ παριστάμενος, Πρὸς αὐτὸν τὸν νοῦν ἡμῶν Πάτερ ὁδήγησον, Ἵνα κράζωμεν, χαῖρε κῆρυξ τῆς χάριτος.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Θεσσαλονίκη ἡ περίβλεπτος πόλις, τὴν σὴν ἁγίαν ἑορτάζουσα μνήμην, πρὸς εὐφροσύνην συγκαλεῖται ἅπαντας· ταύτης ποιμενάρχης γάρ, θεοφόρος ἐδείχθης, καὶ σοφὸς διδάσκαλος, Ἐκκλησίας ἁπάσης· χαριστηρίους ὅθεν σοι ᾠδάς, ᾄδομεν πάντες, Γρηγόριε μέγιστε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας λαμπρὸς φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαίροις τοῦ ἀκτίστου, φωτὸς ὄργανον θεῖον, καὶ θεολόγων στόμα, Πάτερ Γρηγόριε.
Το 1335 μ.Χ. με τους δύο αποδεικτικούς λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος», ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαρλαάμ τον Καλαβρό, ο οποίος δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό, κι ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να ενωθεί μαζί Του. Κατά τα λεγόμενα του Βαρλαάμ, ο Θεός είναι «κλειστός στον εαυτό του» και δεν μπορεί να ενωθεί με τους ανθρώπους. Επομένως, οι «ησυχαστές», οι μοναχοί δηλαδή εκείνοι που έλεγαν ότι μπορεί ο άνθρωπος, αν έχει καθαρή καρδιά και αν συγκεντρωθεί στην «καρδιακή προσευχή» (το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με»), να ενωθεί με το Θεό και να φωτισθεί και να δει το Άκτιστο φως, ασχέτως της μόρφωσής του, δεν ήταν Ορθόδοξοι αλλά «μεσσαλιανιστές» και «ομφαλόψυχοι». Μετά από αυτές τις τοποθετήσεις του Βαρλαάμ, ο Παλαμάς εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη από όπου και άρχισε τον αγώνα «υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων», δηλ. αυτών που ασκούσαν τον ησυχασμό, συγγράφοντας μάλιστα και τους ομώνυμους λόγους του. Το ζητούμενο της πάλης αυτής ήταν κυρίως το μεθεκτικόν ή αμέθεκτον της θείας ουσίας. Ο Γρηγόριος, οπλισμένος με μεγάλη πολυμάθεια και ισχυρή κριτική για θέματα αγίων Γραφών, διέκρινε μεταξύ θείας ουσίας αμεθέκτου και θείας ενεργείας μεθεκτής. Και αυτό το στήριξε σύμφωνα με το πνεύμα των Πατέρων και η Εκκλησία επικύρωσε την ερμηνεία του με τέσσερις Συνόδους. Στην τελευταία, που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1351 μ.Χ., ήταν και ο ίδιος ο Παλαμάς. Αλλά ο Γρηγόριος έγραψε πολλά και διάφορα θεολογικά έργα, περίπου 60.
Αργότερα ο Πατριάρχης Ισίδωρος, τον εξέλεξε αρχικά επίσκοπο Θεσσαλονίκης. Λόγω όμως των τότε ζητημάτων, αποχώρησε πρόσκαιρα στη Λήμνο. Αλλά κατόπιν ανέλαβε τα καθήκοντα του. Πέθανε το 1360 μ.Χ. και τιμήθηκε αμέσως σαν Άγιος. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος, έγραψε το 1376 μ.Χ. εγκωμιαστικό λόγο στο Γρηγόριο Παλαμά, μαζί και ακολουθία και όρισε την εκκλησιαστική μνήμη του στη Β' Κυριακή της Μ. Τεσσαρακοστής.
Το τίμιο σώμα του, μετά από την εκταφή, υπήρξε άφθαρτο, δηλαδή δέν σάπισε, αλλά ευωδίαζε και θαυματουργούσε. Στούς λατίνους όμως, τους υποτελείς του Πάπα, ήταν χονδρό αγκάθι η ενθύμιση του Αγίου και μάλιστα ολόσωμου. Γι αυτό πολλες φορές τον συκοφαντούσαν λέγοντας, πως για τα αμαρτήματά του έμεινε «άλυωτος», δέν δέχθηκε από απέχθεια η γη να τον διαλύσει «στα εξ ων συνετέθη»! Τον 19ο αιώνα μ.Χ. ο ναός του Αγίου καταστράφηκε από φωτιά και το τίμιο σκήνωμά του κάηκε αφήνοντας μόνον τα οστά ανέπαφα!
Τόσο γινάτι κράτησαν οι καθολικοί που όταν τυπώνονταν οι εκκλησιαστικές μας ακολουθίες στην Βενετία - κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας - ο Δόγης έδινε την άδειά του για την έκδοση, μόνον εφόσον δέν υπήρχε σχετική αναφορά στον Αγιο. Έτσι για αρκετά χρόνια που κυκλοφορούσαν τα έντυπα από την Βενετία, η γιορτή του είχε σχεδόν ξεχαστεί. Περί τα μέσα και τέλη του 20ου αιώνα, επανήλθε η μνήμη των ενδόξων αγώνων του και έλαβε την πρέπουσα θέση στον χώρο των Ορθόδοξων ναών.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁ φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε θαυματουργέ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸ πολύφωνον στόμα τῆς θείας χάριτος, τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων τὴν ἀληθῆ θησαυρόν, ἀνυμνοῦμέν σε πιστῶς Πάτερ Γρηγόριε· τῆς Ἐκκλησίας γὰρ φωστήρ, ἀνεδείχθης φαεινός, καὶ κλέος Θεσσαλονίκης· ἥτις ἐν σοὶ καυχωμένη, λαμπρῶς γεραίρει τοὺς ἀγῶνάς σου.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸ τῆς σοφίας ἱερὸν καὶ θεῖον ὄργανον Θεολογίας τὴν λαμπρὰν συμφώνως σάλπιγγα Ἀνυμνοῦμέν σε Γρηγόριε θεορρῆμον. Ἀλλ’ ὡς νοῦς νοΐ τῷ πρώτῳ παριστάμενος, Πρὸς αὐτὸν τὸν νοῦν ἡμῶν Πάτερ ὁδήγησον, Ἵνα κράζωμεν, χαῖρε κῆρυξ τῆς χάριτος.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Θεσσαλονίκη ἡ περίβλεπτος πόλις, τὴν σὴν ἁγίαν ἑορτάζουσα μνήμην, πρὸς εὐφροσύνην συγκαλεῖται ἅπαντας· ταύτης ποιμενάρχης γάρ, θεοφόρος ἐδείχθης, καὶ σοφὸς διδάσκαλος, Ἐκκλησίας ἁπάσης· χαριστηρίους ὅθεν σοι ᾠδάς, ᾄδομεν πάντες, Γρηγόριε μέγιστε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας λαμπρὸς φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαίροις τοῦ ἀκτίστου, φωτὸς ὄργανον θεῖον, καὶ θεολόγων στόμα, Πάτερ Γρηγόριε.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες
Eις τον Aγάπιον.
Ἔσπευδεν Ἀγάπιος εἰς μαρτυρίαν.
Θεοῦ γὰρ αὐτὸν ὑπέθαλπεν ἀγάπη.
Eις τον Πλήσιον, Pωμύλον και Tιμόλαον.
Μετὰ τριῶν Πλήσιος ἐκτμηθεὶς ξίφει,
Θεοῦ σὺν αὐτοῖς ἵσταται νῦν πλησίον.
Eις τους δύω Aλεξάνδρους και Διονυσίους.
Ὡς Ἀλεξάνδροις κλῆσις ἐκτομή, στέφος,
Καὶ Διονυσίοις τε κοινὰ ἦν τάδε.
Πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ τμήθη Ἀγάπιος, ἑταῖροι.
Ἔσπευδεν Ἀγάπιος εἰς μαρτυρίαν.
Θεοῦ γὰρ αὐτὸν ὑπέθαλπεν ἀγάπη.
Eις τον Πλήσιον, Pωμύλον και Tιμόλαον.
Μετὰ τριῶν Πλήσιος ἐκτμηθεὶς ξίφει,
Θεοῦ σὺν αὐτοῖς ἵσταται νῦν πλησίον.
Eις τους δύω Aλεξάνδρους και Διονυσίους.
Ὡς Ἀλεξάνδροις κλῆσις ἐκτομή, στέφος,
Καὶ Διονυσίοις τε κοινὰ ἦν τάδε.
Πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ τμήθη Ἀγάπιος, ἑταῖροι.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Γάζα τῆς Φοινίκης, οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδροι ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, οἱ Ἅγιοι Διονύσιοι ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Φοινίκης, ὁ Ἅγιος Πλησίον ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἅγιος Ρωμύλος ἀπὸ τὴ Διόσπολη καὶ ὁ Ἅγιος Τιμόλαος ἀπὸ τὸν Πόντο.
Αὐτοί, ἐνῷ ὑπῆρχε διωγμός, ἀπὸ πόθο γιὰ τὸν Χριστό, ἀφοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια τους, ἀπὸ μόνοι τους προσῆλθαν στὸν ἡγεμόνα τῆς πόλεως τῶν Καισαρέων ποὺ τότε βασάνιζε τοὺς Χριστιανούς. Καὶ ἀφοῦ στάθηκαν ἐνώπιόν του, ὁμολόγησαν τοὺς ἑαυτοὺς τους Χριστιανούς. Ὁ ἡγεμόνας τοὺς παρακάλεσε καὶ τοὺς ἀπείλησε πολλὲς φορές, γιὰ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, ὑποσχόμενος ὅτι θὰ δώσει δῶρα καὶ ἀξιώματα σὲ αὐτούς, ἂν ὑπακούσουν ἢ θὰ τοὺς τιμωρήσει ἂν δὲν ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς πείσει νὰ ἔλθουν πρὸς τὸ θέλημά του καὶ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πατρώα εὐσέβεια, τοὺς βασάνισε σκληρὰ καὶ τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι παρέδωσαν τὶς Ἅγιες ψυχές τους στὸν Κύριο, στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης μεταξὺ τῶν ἐτῶν 284 – 305 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀγάπῃ τοῦ Κτίσαντος, πεπυρσευμένος τὸν νοῦν, χορείαν συνήθροισας, πανευκλεῶν Ἀθλητῶν, Ἀγάπιε ἔνδοξε· ὅθεν σὺν τούτοις Μάρτυς, ἀριστεύσας νομίμως, ξίφει τὸν σὸν αὐχένα, σὺν αὐτοῖς ἀπετμήθης· μεθ’ ὧν ἀεὶ ἐκδυσώπει, δοῦναι ἡμῖν ἄφεσιν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς ἀγαπήσας Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, τῶν ἐπιγείων ἁπάντων ἠλόγησε, Μαρτύρων χορὸς ὁ ὀκτάριθμος, καὶ κεφαλὰς ἐκτεμνόμενοι ἔκραζον· προσδέχου Οἰκτίρμον τοὺς δούλους σου.
Μεγαλυνάριον.
Πόθῳ τετρωμένοι τῷ θεϊκῷ, ἥλασθε προθύμως, πρὸς ἀγῶνας μαρτυρικοὺς, καὶ ἀνδρειοφρόνως, αἰσχύναντες τὸν ὄφιν, τρυγᾶτε Ἀθλοφόροι, καρπὸν ἀθάνατον.
Αὐτοί, ἐνῷ ὑπῆρχε διωγμός, ἀπὸ πόθο γιὰ τὸν Χριστό, ἀφοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια τους, ἀπὸ μόνοι τους προσῆλθαν στὸν ἡγεμόνα τῆς πόλεως τῶν Καισαρέων ποὺ τότε βασάνιζε τοὺς Χριστιανούς. Καὶ ἀφοῦ στάθηκαν ἐνώπιόν του, ὁμολόγησαν τοὺς ἑαυτοὺς τους Χριστιανούς. Ὁ ἡγεμόνας τοὺς παρακάλεσε καὶ τοὺς ἀπείλησε πολλὲς φορές, γιὰ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, ὑποσχόμενος ὅτι θὰ δώσει δῶρα καὶ ἀξιώματα σὲ αὐτούς, ἂν ὑπακούσουν ἢ θὰ τοὺς τιμωρήσει ἂν δὲν ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς πείσει νὰ ἔλθουν πρὸς τὸ θέλημά του καὶ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πατρώα εὐσέβεια, τοὺς βασάνισε σκληρὰ καὶ τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι παρέδωσαν τὶς Ἅγιες ψυχές τους στὸν Κύριο, στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης μεταξὺ τῶν ἐτῶν 284 – 305 μ.Χ.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀγάπῃ τοῦ Κτίσαντος, πεπυρσευμένος τὸν νοῦν, χορείαν συνήθροισας, πανευκλεῶν Ἀθλητῶν, Ἀγάπιε ἔνδοξε· ὅθεν σὺν τούτοις Μάρτυς, ἀριστεύσας νομίμως, ξίφει τὸν σὸν αὐχένα, σὺν αὐτοῖς ἀπετμήθης· μεθ’ ὧν ἀεὶ ἐκδυσώπει, δοῦναι ἡμῖν ἄφεσιν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὡς ἀγαπήσας Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, τῶν ἐπιγείων ἁπάντων ἠλόγησε, Μαρτύρων χορὸς ὁ ὀκτάριθμος, καὶ κεφαλὰς ἐκτεμνόμενοι ἔκραζον· προσδέχου Οἰκτίρμον τοὺς δούλους σου.
Μεγαλυνάριον.
Πόθῳ τετρωμένοι τῷ θεϊκῷ, ἥλασθε προθύμως, πρὸς ἀγῶνας μαρτυρικοὺς, καὶ ἀνδρειοφρόνως, αἰσχύναντες τὸν ὄφιν, τρυγᾶτε Ἀθλοφόροι, καρπὸν ἀθάνατον.
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ὁ Ἀπόστολος Ἐπίσκοπος Βρετανίας
Έπου Aριστόβουλε Παύλω ενθάδε,
Ως αν χορεύσης άμα Παύλω εν πόλω.
Ως αν χορεύσης άμα Παύλω εν πόλω.
Στὸ δυτικὸ ἄκρο τῆς Εὐρώπης, τὴ Βρετανία, ἀπὸ τὸν 5ο αἰώνα π.Χ. κατοικοῦσαν Κέλτες. Ὁ Χριστιανισμὸς ἐδῶ ἔρχεται γιὰ πρώτη φορὰ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀριστόβουλο, ἀδελφὸ τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία τῆς Βρετανίας ἔχει μία μακρὰ ἱστορία καὶ παράδοση. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ἡ παράδοση αὐτὴ εἶναι ἰδιαίτερα ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴν ἑορτολογικὴ τάξη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τὴν αὐστηρότητα τοῦ Αἰγυπτιακοῦ καὶ Παλαιστινιακοῦ μοναχισμοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, πρὸς τοὺς οἰκείους τοῦ ὁποίου ἀποστέλλει ἀσπασμό. Ἦταν ἐκ τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. Κατεστάθη ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ἐπίσκοπος τῆς Μεγάλης Βρετανίας, «τῆς νῦν Ἐγκλιτέρας, Σκωτίας καὶ Ἰβερνίας» καὶ ὑπέστη πολλὰ παθήματα ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ὁ Ἅγιος ἵδρυσε τὴν ἐκεῖ Ἐκκλησία, χειροτόνησε ἱερεῖς καὶ διακόνους, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 31 Ὀκτωβρίου μετὰ τῶν Ἀποστόλων Στάχυος, Ἀπελλῆ, Ἀμπλίου, Οὐρβανοῦ καὶ Ναρκίσσου.
Ἀπολυτίκιο Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελωδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν, Ἀμπλίαν, Ἀπελλῆν, σὺν Ναρκίσσῳ, Οὐρβανὸν καὶ Ἀριοτόβουλον ἅμα ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, πρὸς τοὺς οἰκείους τοῦ ὁποίου ἀποστέλλει ἀσπασμό. Ἦταν ἐκ τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. Κατεστάθη ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Ἐπίσκοπος τῆς Μεγάλης Βρετανίας, «τῆς νῦν Ἐγκλιτέρας, Σκωτίας καὶ Ἰβερνίας» καὶ ὑπέστη πολλὰ παθήματα ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ὁ Ἅγιος ἵδρυσε τὴν ἐκεῖ Ἐκκλησία, χειροτόνησε ἱερεῖς καὶ διακόνους, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει, ἐπίσης, τὴν μνήμη του στὶς 31 Ὀκτωβρίου μετὰ τῶν Ἀποστόλων Στάχυος, Ἀπελλῆ, Ἀμπλίου, Οὐρβανοῦ καὶ Ναρκίσσου.
Ἀπολυτίκιο Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελωδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν, Ἀμπλίαν, Ἀπελλῆν, σὺν Ναρκίσσῳ, Οὐρβανὸν καὶ Ἀριοτόβουλον ἅμα ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Σφακίων
Πρόβατον ώσπερ σφαγιασθείς παμμάκαρ,
Mάνδρα προσήχθης ω Mανουήλ τη άνω.
Mάνδρα προσήχθης ω Mανουήλ τη άνω.
Ο νεομάρτυρας αυτός γεννήθηκε στα Σφακιά της Κρήτης, από γονείς ευσεβείς. Σε μικρή ηλικία αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους, με τη βία εξισλαμίστηκε και στη συνέχεια παρέμεινε στην υπηρεσία τους. Βρήκε όμως την ευκαιρία και δραπέτευσε από το σπίτι των κυρίων του, και πήγε στη Μύκονο, όπου εξομολογήθηκε και ζούσε με χριστιανοπρέπεια.
Εκεί παντρεύτηκε και απόκτησε έξι παιδιά. Επειδή όμως η σύζυγος του πρόδωσε την συζυγική της τιμή, μετακόμισε αυτός με τα έξι παιδιά του σε άλλο σπίτι χωρίς να τη διαπομπεύσει. Αλλ' ο αδελφός της άπιστης συζύγου του, που υπηρετούσε στον Τούρκικο στόλο, κατάγγειλε τον Μανουήλ στον Τούρκο πλοίαρχο ότι, ενώ είχε γίνει μουσουλμάνος επανήλθε στη χριστιανική θρησκεία.
Όταν συνελήφθη από τον Τούρκο πλοίαρχο, ο Μανουήλ με θάρρος ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Μετά από πολλά βασανιστήρια, παραδόθηκε στον Τούρκο Ναύαρχο Κουτζούκ, που βρισκόταν στη Χίο. Αυτός τον ανέκρινε και εξέδωσε θανατική απόφαση. Οπότε οι υπηρέτες του Ναυάρχου, πήραν τον Μανουήλ και τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης, που ονομαζόταν Παλαιά Βρύση. Και ενώ ο μάρτυρας έσκυψε το κεφάλι του, ο δήμιος, που είχε ορισθεί να τον εκτελέσει, δείλιασε, πέταξε το σπαθί και απομακρύνθηκε. Τότε άρπαξε το σπαθί κάποιος υπαξιωματικός, ο οποίος αφού δεν μπόρεσε μετά από πολλά κτυπήματα στο λαιμό του μάρτυρα να τον αποκεφαλίσει, τον έριξε κάτω και τον έσφαξε με τον πιο φρικτό τρόπο σαν πρόβατο.
Όλα αυτά έγιναν στη Χίο, στις 15 Μαρτίου 1792 μ.Χ., ήμερα Δευτέρα και ώρα τέσσερις μ.μ. Το δε τίμιο λείψανο του, οι Τούρκοι, αφού το έδεσαν με ογκόλιθους το έριξαν στη θάλασσα. Χειρόγραφο μαρτύριο του Αγίου αυτού, βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Μονής Ξενοφώντος του Αγίου Όρους.
Εκεί παντρεύτηκε και απόκτησε έξι παιδιά. Επειδή όμως η σύζυγος του πρόδωσε την συζυγική της τιμή, μετακόμισε αυτός με τα έξι παιδιά του σε άλλο σπίτι χωρίς να τη διαπομπεύσει. Αλλ' ο αδελφός της άπιστης συζύγου του, που υπηρετούσε στον Τούρκικο στόλο, κατάγγειλε τον Μανουήλ στον Τούρκο πλοίαρχο ότι, ενώ είχε γίνει μουσουλμάνος επανήλθε στη χριστιανική θρησκεία.
Όταν συνελήφθη από τον Τούρκο πλοίαρχο, ο Μανουήλ με θάρρος ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Μετά από πολλά βασανιστήρια, παραδόθηκε στον Τούρκο Ναύαρχο Κουτζούκ, που βρισκόταν στη Χίο. Αυτός τον ανέκρινε και εξέδωσε θανατική απόφαση. Οπότε οι υπηρέτες του Ναυάρχου, πήραν τον Μανουήλ και τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης, που ονομαζόταν Παλαιά Βρύση. Και ενώ ο μάρτυρας έσκυψε το κεφάλι του, ο δήμιος, που είχε ορισθεί να τον εκτελέσει, δείλιασε, πέταξε το σπαθί και απομακρύνθηκε. Τότε άρπαξε το σπαθί κάποιος υπαξιωματικός, ο οποίος αφού δεν μπόρεσε μετά από πολλά κτυπήματα στο λαιμό του μάρτυρα να τον αποκεφαλίσει, τον έριξε κάτω και τον έσφαξε με τον πιο φρικτό τρόπο σαν πρόβατο.
Όλα αυτά έγιναν στη Χίο, στις 15 Μαρτίου 1792 μ.Χ., ήμερα Δευτέρα και ώρα τέσσερις μ.μ. Το δε τίμιο λείψανο του, οι Τούρκοι, αφού το έδεσαν με ογκόλιθους το έριξαν στη θάλασσα. Χειρόγραφο μαρτύριο του Αγίου αυτού, βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Μονής Ξενοφώντος του Αγίου Όρους.
Ὁ Ἅγιος Νίκανδρος ὁ Μάρτυρας ὁ ἐν Αἰγύπτῳ
Νίκανδρον ἐκδαίρουσιν, ὥσπερ ἀρνίον,
Χεῖρας βαλόντες οἱ μάγειροι τῆς πλάνης.
Χεῖρας βαλόντες οἱ μάγειροι τῆς πλάνης.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Νίκανδρος ἄθλησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοὺ (284 – 305 μ.Χ.) στὴν Αἴγυπτο. Ὁ Ἅγιος εἶχε ἀναλάβει τὸ ἱερὸ ἔργο τῆς περισυλλογῆς τῶν ἄταφων ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων, τὰ ὁποία ἐνταφίαζε κρυφὰ μὲ πολὺ σεβασμό.
Ὅταν, λοιπόν, ἔβλεπε τὰ ἱερὰ λείψανα νὰ εἶναι ριγμένα κατὰ τέτοιο τρόπο καὶ νὰ εἶναι ἀτημέλητα, ἀφοῦ τὴν ἡμέρα δὲν τολμοῦσε νὰ τὰ προσεγγίζει, γιὰ νὰ μὴν συλληφθεῖ, τὰ περισυνέλεγε αὐτὰ τὴ νύχτα ἕνα πρὸς ἕνα. Ὅταν ἕνας εἰδωλολάτρης τὸν εἶδε νυχτερινὴ ὥρα νὰ ἐπιμελεῖται αὐτοῦ τοῦ ἔργου, τὸν διέβαλε στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος τὸν συνέλαβε καὶ τὸν βασάνιζε, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Αὐτὸς ὅμως γιὰ νὰ μὴν Τὸν ἀρνηθεῖ, ἐγκωμίαζε περισσότερο τὸν Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ Δημιουργὸ τοῦ παντός. Ἐξαιτίας αὐτοῦ, ἐπειδὴ προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ ἄρχοντα, δέχθηκε τὸν θάνατο μὲ ξίφος. Καὶ ἔτσι ἀφοῦ τελειώθηκε ὁ βίος του, ἔλαβε αἰώνιο στέφανο. Ἦταν τὸ ἔτος 305 μ.Χ.
Ὅταν, λοιπόν, ἔβλεπε τὰ ἱερὰ λείψανα νὰ εἶναι ριγμένα κατὰ τέτοιο τρόπο καὶ νὰ εἶναι ἀτημέλητα, ἀφοῦ τὴν ἡμέρα δὲν τολμοῦσε νὰ τὰ προσεγγίζει, γιὰ νὰ μὴν συλληφθεῖ, τὰ περισυνέλεγε αὐτὰ τὴ νύχτα ἕνα πρὸς ἕνα. Ὅταν ἕνας εἰδωλολάτρης τὸν εἶδε νυχτερινὴ ὥρα νὰ ἐπιμελεῖται αὐτοῦ τοῦ ἔργου, τὸν διέβαλε στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος τὸν συνέλαβε καὶ τὸν βασάνιζε, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Αὐτὸς ὅμως γιὰ νὰ μὴν Τὸν ἀρνηθεῖ, ἐγκωμίαζε περισσότερο τὸν Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ Δημιουργὸ τοῦ παντός. Ἐξαιτίας αὐτοῦ, ἐπειδὴ προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ ἄρχοντα, δέχθηκε τὸν θάνατο μὲ ξίφος. Καὶ ἔτσι ἀφοῦ τελειώθηκε ὁ βίος του, ἔλαβε αἰώνιο στέφανο. Ἦταν τὸ ἔτος 305 μ.Χ.
Μνήμη Σωτηρίας τῆς νήσου Λευκάδος
Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ διασώθηκε τὸ νησὶ τῆς Λευκάδας ἀπὸ τὸν σεισμὸ τοῦ ἔτους 1938. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Όσιος Αγάπιος ο εν Σκήτη, Κολιτζοϋ
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.
Όσιος Ιωάννης ο εν τω φρέατι
O εν φρέατι ζων Iωάννης κάτω,
Άνω πίνει νυν ζώντος ύδατος φρέαρ.
Άνω πίνει νυν ζώντος ύδατος φρέαρ.
Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε στα χρόνια των διωγμών της Εκκλησίας από τους ειδωλολάτρες. Η ευσεβής μητέρα του, τον πότισε με τα νάματα της χριστιανικής θρησκείας, και αργότερα ο Ιωάννης κατέφυγε στην έρημο όπου αφοσιώθηκε στη μελέτη και την πνευματική άσκηση. Επειδή όμως το μέρος που έμενε ήταν μια μικρή σπηλιά, αναγκάσθηκε ο ευσεβής ερημίτης να χρησιμοποιήσει σαν άσκητήριο, ένα ξεροπήγαδο. Γι' αυτό και έπωνομάστηκε: «Ιωάννης ο εν τω φρέατι». Μετά από καιρό, ήλθαν κι άλλοι στον τόπο εκείνο, όπου έκτισαν μικρά κελιά για τον εαυτό τους. Αλλά ο Ιωάννης, δεν ήθελε πλέον να φύγει από εκείνο το ξεροπήγαδο, που είχε συνδεθεί με τόσα χρόνια της ζωής του. Επικοινωνούσε όμως με τους νεοελθόντες και χρησίμευε ως πολύτιμος σύμβουλος και καθοδηγός τους. Έτσι ώστε η μικρή εκείνη αδελφότητα, καταρτιζόταν και προαγόταν κατά Χριστόν απ' αυτόν. Ο Ιωάννης πέθανε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Παρθένιος ἦταν διάκονος στὸ Διδυμότειχο καὶ μαρτύρησε τὸν 18ο αἰώνα μ.Χ.
Σύναξη των εν τη Λακωνία διαλαμψάντων Αγίων
Την
ημέρα των εγκαινίων του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Σπάρτης, που έγιναν
την 19ην Ιουνίου 1983 μ.Χ., ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης κ.κ.
Ευστάθιος, καθιέρωσε τον κοινό εορτασμό των εν τῃ Λακωνία διαλαμψάντων
Αγίων, ορίσας εορτάσιμον ημέρα, την Β’ Κυριακή των Νηστειών.
Την Ιερά Εικόνα των Λακώνων Αγίων, φιλοξενεί το βόρειο κλίτος του Ναού, το οποίο είναι αφιερωμένο στους Λάκωνες Αγίους.
Στην χορεία των Λακώνων Αγίων, ανήκουν οι:
- Όσιος Νίκων ὁ «Μετανοείτε»
- Άγιος Θεόκλητος Λακεδαιμονίας
- Άγιος Λεόντιος ο εκ Μονεμβασίας
- Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
- Άγιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ ασκήσας
- Άγιος Γρηγόριος ο εκ Μυστρά
- Αγία Υπομονή
- Άγιος Θωμάς ο εν Μαλεώ ασκήσας
- Άγιος Ηλίας ο Νέος
- Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης
Στην χορεία των Λακώνων Αγίων, προστέθηκαν αργότερα και οι εξής:
- Όσιος Σεραπίων ο Σινδόνιος
- Άγιος Πέτρος, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Θεοφάνης, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Οσία Μάρθα Μονεμβασίας
- Άγιος Παύλος, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Θεόδωρος Κυθήρων
- Άγιος Ρωμανός επί την σκλέπαν (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Ισίδωρος Βουχειράς, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Φώτιος Μονεμβασίας, επίσκοπος Κιέβου
- Άγιος Ρωμανός ο νεομάρτυς εκ Δημηνίτσης
- Άγιος Γαλακτίων εξ Αναβρυτής (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Νεόφυτος ο νεομάρτυς, Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Μήτρος ή Δημήτριος ο Πελοποννήσιος
- Άγιος Ιωάννης ο νεομάρτυς εκ Τουρκολέκα
Ἀπολυτίκιον
Ἤχος πλ. α΄. Τὀν Συνάναρχον Λόγον.
Μαργαρίτας τους θείους ἀνευφημήσωμεν, χαριτόπλοκον στέφος τους ἀπαρτίζοντας, ἁγιότητος τῇ αἴγλῃ λαμπρυνόμενον, ᾧ στεφθεῖσα ἡ κλεινή, Λακωνία νῦν βοᾷ τό κάλλος μου και ἡ δόξα∙ ὑμεῖς ἐστε οἱ τῷ φέγγει, τῷ τοῦ Χριστοῦ με καταυγάσαντες.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἤχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Λακώνων Ἁγίων ἀνυμνοῦμεν την φάλαγγα, δι’ὧν δωρεῶν ἀνεκφράστων, ἐνεπλήσθημεν ἅπαντες, τον Νίκωνα, Ἠλίαν, Γεώργιον, Θωμᾶν, Θεόκλητον, Γρηγόριον, Μάξιμον, Λεόντιον σοφούς, Ἰωάννην νεομάρτυρα τον κλεινόν, συμφώνως ἀνακράζοντες. Δόξα τῶ ἐνισχύσαντι ἡμᾶς, δόξα τῶ στεφανώσαντι, δόξα τῶ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τον Συνάναρχον Λόγον
Πεπλησμένοι τοῦ θείου φωτός μακάριοι, τῆς Λακωνίας προστάται καί ὑποφῆται σοφοί, τῇ δυνάμει τοῦ Χριστοῦ λαμπρῶς ἐδείχθητε, Ἀρχιερέων ἡ ὁμάς, καί ὁσίων ἡ πληθύς, καί μάρτυρες ἀθλοφόροι, τά πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων, ἀδιαλείπτως προστατεύοντες.
Την Ιερά Εικόνα των Λακώνων Αγίων, φιλοξενεί το βόρειο κλίτος του Ναού, το οποίο είναι αφιερωμένο στους Λάκωνες Αγίους.
Στην χορεία των Λακώνων Αγίων, ανήκουν οι:
- Όσιος Νίκων ὁ «Μετανοείτε»
- Άγιος Θεόκλητος Λακεδαιμονίας
- Άγιος Λεόντιος ο εκ Μονεμβασίας
- Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
- Άγιος Γεώργιος ο εν Μαλεώ ασκήσας
- Άγιος Γρηγόριος ο εκ Μυστρά
- Αγία Υπομονή
- Άγιος Θωμάς ο εν Μαλεώ ασκήσας
- Άγιος Ηλίας ο Νέος
- Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης
Στην χορεία των Λακώνων Αγίων, προστέθηκαν αργότερα και οι εξής:
- Όσιος Σεραπίων ο Σινδόνιος
- Άγιος Πέτρος, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Θεοφάνης, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Οσία Μάρθα Μονεμβασίας
- Άγιος Παύλος, επίσκοπος Μονεμβασίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Θεόδωρος Κυθήρων
- Άγιος Ρωμανός επί την σκλέπαν (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Ισίδωρος Βουχειράς, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Φώτιος Μονεμβασίας, επίσκοπος Κιέβου
- Άγιος Ρωμανός ο νεομάρτυς εκ Δημηνίτσης
- Άγιος Γαλακτίων εξ Αναβρυτής (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Νεόφυτος ο νεομάρτυς, Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας (Β' Κυρ. Νηστειών)
- Άγιος Μήτρος ή Δημήτριος ο Πελοποννήσιος
- Άγιος Ιωάννης ο νεομάρτυς εκ Τουρκολέκα
Ἀπολυτίκιον
Ἤχος πλ. α΄. Τὀν Συνάναρχον Λόγον.
Μαργαρίτας τους θείους ἀνευφημήσωμεν, χαριτόπλοκον στέφος τους ἀπαρτίζοντας, ἁγιότητος τῇ αἴγλῃ λαμπρυνόμενον, ᾧ στεφθεῖσα ἡ κλεινή, Λακωνία νῦν βοᾷ τό κάλλος μου και ἡ δόξα∙ ὑμεῖς ἐστε οἱ τῷ φέγγει, τῷ τοῦ Χριστοῦ με καταυγάσαντες.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἤχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Λακώνων Ἁγίων ἀνυμνοῦμεν την φάλαγγα, δι’ὧν δωρεῶν ἀνεκφράστων, ἐνεπλήσθημεν ἅπαντες, τον Νίκωνα, Ἠλίαν, Γεώργιον, Θωμᾶν, Θεόκλητον, Γρηγόριον, Μάξιμον, Λεόντιον σοφούς, Ἰωάννην νεομάρτυρα τον κλεινόν, συμφώνως ἀνακράζοντες. Δόξα τῶ ἐνισχύσαντι ἡμᾶς, δόξα τῶ στεφανώσαντι, δόξα τῶ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τον Συνάναρχον Λόγον
Πεπλησμένοι τοῦ θείου φωτός μακάριοι, τῆς Λακωνίας προστάται καί ὑποφῆται σοφοί, τῇ δυνάμει τοῦ Χριστοῦ λαμπρῶς ἐδείχθητε, Ἀρχιερέων ἡ ὁμάς, καί ὁσίων ἡ πληθύς, καί μάρτυρες ἀθλοφόροι, τά πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων, ἀδιαλείπτως προστατεύοντες.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου