Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

Ἅγιος Παΐσιος: Ἡ ὑπερηφάνεια εἰσχωρεῖ παντοῦ



– Γέροντα, πιὸ πολὺ μὲ βοηθάει νὰ ἔχω λίγη δυσκολία, ὅταν κάνω τὰ πνευματικά μου καθήκοντα. Μπορεῖ ὅμως νὰ ἔχη καὶ αὐτὸ ὑπερηφάνεια;

– Ἔ, ἂν δὲν προσέξη κανείς, καὶ ξαπλωμένος νὰ εἶναι καὶ νὰ μὴν κάνη τίποτε, πάλι μπορεῖ νὰ ὑπερηφανεύεται. Τὸ τραῖνο ἐκτροχιάζεται καὶ ἀπὸ τὰ ἀριστερὰ καὶ ἀπὸ τὰ δεξιά. Ὁ διάβολος καὶ ἀπὸ ᾿δῶ καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ μᾶς πιάνει. 

Μὲ ρωτοῦν μερικοί: «Τί νὰ προσέξω, γιὰ νὰ μὴν πέφτω στὴν ὑπερηφάνεια;». Εἶναι σὰν νὰ λένε: «Ἀπὸ ποῦ κινδυνεύω νὰ πέσω; ἀπὸ ᾿δῶ ἢ ἀπὸ ᾿κεῖ;». 

Καὶ ἀπὸ ᾿δῶ καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ μπορεῖ νὰ πέσης, καὶ ἀπὸ ἀριστερὰ καὶ ἀπὸ δεξιά, καὶ ἀπὸ τὴν σκάλα καὶ ἀπὸ τὴν καρέκλα καὶ ἀπὸ τὸ σκαμνί. Κάθε στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση χρειάζεται προσοχή, γιατὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἰσχωρεῖ παντοῦ.

– Μπορεῖ, Γέροντα, κάποιος νὰ μὴν ἔχη τίποτε καὶ νὰ ὑπερηφανεύεται;

– Καμμιὰ φορὰ αὐτὸς μπορεῖ νὰ ἔχη περισσότερη ὑπερηφάνεια. Ὅταν ἤμουν στὴν Μονὴ Στομίου[1], στὴν Ἤπειρο, εἶχα μάθει γιὰ ἕναν γέρο τσομπάνο ὅτι ἦταν τελείως ἐγκαταλελειμμένος. 

Δὲν εἶχε κάνει οἰκογένεια καὶ γύριζε ἐδῶ κι ἐκεῖ. Τελικὰ τὸν συμμάζεψε ἕνας ἄλλος τσομπάνος καὶ τὸν ἔβαλε σὲ μιὰ καλύβα, ὅπου εἶχε τὰ κλαδιὰ γιὰ τὶς κατσίκες. Δὲν τὸν ἄφηνε νὰ ἀνάβη οὔτε φωτιά, γιὰ νὰ ζεσταθῆ, γιατὶ φοβόταν μὴν πιάσουν φωτιὰ τὰ κλαδιά. 

Ἐκεῖ μέσα στὸ κρύο, σὲ μιὰ γωνιὰ εἶχε δύο σανίδες γιὰ κρεββάτι κι ἕνα στρῶμα. Ὅταν τὸ ἔμαθα, πῆγα νὰ τὸν δῶ. Ἦταν χάλια. 

Εἶπα μετὰ σὲ μιὰ φτωχὴ γυναίκα: «Πόσα θέλεις, γιὰ νὰ τὸν πλένης λίγο;». 
«Τίποτε, μοῦ λέει, μόνον τὸ σαπούνι νὰ μοῦ δίνης». 

Μιὰ μέρα ποὺ εἶχα πάει, ἦταν μεσημέρι καὶ ἔτρωγε. Μόλις τέλειωσε τὸ φαγητό, μὲ κοιτάζει, γυρίζει τὸ πιάτο ἀνάποδα καὶ λέει μὲ μιὰ ἱκανοποίηση: 

«Αὐτὸ θὰ πῆ μελό[2], καλόγερε, αὐτὸ θὰ πῆ μελό! Ἔχει σκυλιά, γατιὰ ἐδῶ». 

Δηλαδὴ τὸ ὅτι γύρισε ἀνάποδα τὸ πιάτο, γιὰ νὰ μὴν τὸ γλείφουν τὰ γατιὰ καὶ τὰ σκυλιά, τὸ θεώρησε κατόρθωμα. Λὲς καὶ ἀνέβηκε στὸ διάστημα. Νά, ὑπερηφάνεια! Τὰ χάλια του εἶχε, καὶ ὅμως τί ὑπερηφάνεια εἶχε!

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καὶ άρετές»
______________________________

[1] Ὁ Γέροντας μόνασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Στομίου Κονίτσης ἀπὸ τὸ 1958 μέχρι τὸ 1962.
[2] Μελό: Μυαλό.
«Πᾶνος»

1 σχόλιο:

  1. Διηγούνταν κάποτε ένας μεγάλος Αββάς.
    Είχα βρεθεί σε μία σύναξη Γερόντων, και εκεί που καθόμουν, είδα να έρχονται δύο δαίμονες, ο ένας της κενοδοξίας, και ο άλλος της υπερηφάνειας, και να κάθεται ο ένας δεξιά μου, και ο άλλος αριστερά μου.
    Και μου προέτρεπε ο δαίμονας της κενοδοξίας που καθόταν δεξιά μου, να πω για κάποιο μεγάλο όραμα που έζησα στην έρημο.

    Τότε θυμήθηκα τον 69ο ψαλμό που διαβάζουμε στο απόδειπνο και είπα:
    Αποστροφήτωσαν εις τα οπίσω, και κατασχυνθήτωσαν οι βουλόμενοί μοι κακά.
    Αμέσως εξαφανίστηκε ο δαίμων της κενοδοξίας,
    Τότε ο δαίμων της υπερηφάνειας που καθόταν αριστερά, μου φωνάζει: Εύγε, Εύγε, είσαι μεγάλος ασκητής πού σιώπησες και δεν ομίλησες.
    Τότε είπα τον επόμενο στίχο του ψαλμού:
    Αποστροφήτωσαν παραυτίκα αισχυνόμενοί, οι λέγοντες μοι. Εύγε Εύγε.

    Όπως και να ρίξεις αυτόν τον τρίβολο (της υπερηφάνειας) ο άκανθος του είναι πάντα όρθιος.
    Νηστεύεις, σε επαινεί
    Δεν νηστεύεις, πάλι σε επαινεί ότι το κάνεις από ταπείνωση για τους αδερφούς.
    Στην προσευχή, έρχεται η έπαρση.
    Στην ελεημοσύνη, η ανθρωπαρέσκεια.
    Όποια Αρετή κι αν αποκτήσουμε, έρχεται ο διάβολος και ρίχνει το δηλητήριο του.

    Μόνο ο πόνος ωφελεί τον άνθρωπο, τον Αγϊάζι χωρίς να τον υπερηφανεύει.
    Όπως το άροτρο οργώνει τη γη, έτσι και ο πόνος οργώνει την καρδιά του ανθρώπου, την κάνει μαλακή και γόνιμη.
    Δεν σε ρωτάει πόσο πόνο αντέχεις, και πόσες ώρες αντέχεις, είναι αμείλικτος.

    Ενώ οτιδήποτε άλλο γίνεται με την θέλησή μας,
    Στην προσευχή, είμαι κουρασμένος θα προσευχηθώ λίγο ή καθόλου.
    Στη νηστεία, θα νηστέψω όσο αντέχω.
    Στην ελεημοσύνη, θα δώσω όσο θέλω
    Και ούτω καθεξής για όλα.

    Ο ΠΌΝΟΣ ΕΊΝΑΙ ΘΕΊΟ ΔΏΡΟ, ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΉ, ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΣΏΜΑ.
    (Οι επιστήμονες λένε αν δεν υπήρχε ο πόνος στο σώμα μας, θα αυτοκαταστρεφομασταν. Θα κόβαμε ψωμί μαζί με δάχτυλα, θα ακουμπούσαμε το μάτι της ηλεκτρικής κουζίνας και δεν θα παίρναμε χαμπάρι.
    Θα σάπιζε το δόντι μας, και ούτω καθεξής).

    "Εκείνος που φανερώνει τα καλά του έργα και τα κάνει γνωστά στον κόσμο, μοιάζει με τον σποριά που ρίχνει τον σπόρο στην επιφάνεια της γης και έρχονται τα πτηνά του ουρανού και τον τρώνε. Ενώ εκείνος πού κρύβει την άσκησή του, όπως βάζει ο σποριάς τον σπόρο μέσα στης γης τα αυλάκια, αυτός ακριβώς θα έχει άφθονη συγκομιδή".

    ΑπάντησηΔιαγραφή