Στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοσι ὅμως οἱ Πατέρες πῶς θεολογοῦν; Οἱ Πατέρες πρῶτον ἐπικαλοῦνται τὴν Ἁγία Γραφὴ γιὰ νὰ ὑποστηρίξουν τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπὶ πλέον ὅμως ἐπικαλοῦνται καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν ζώντων θεουμένων, ὅταν ἐμφανισθῇ μία αἵρεσις. Ὅταν ἐμφανίσθηκε ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, οἱ Πατέρες ἐπεκαλέσθησαν καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν θεουμένων ποὺ ζοῦσαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Ἀρειανικῆς διαμάχης. Ἔτσι ἔχομε δύο εἰδῶν ἐπιχειρήματα. Γιὰ νὰ εἶναι ὅμως κάτι Ὀρθόδοξο, πρέπει αὐτὸ τὰ δύο νὰ εἶναι συμβατὰ μεταξύ τους εἴτε νὰ ταυτίζωνται εἴτε νὰ εἶναι ἀλληλοσυμπληρούμενα. Ὄχι ἀλληλοσυγκρουόμενα. Ἡ βασικὴ ἐπιχειρηματολογία πηγάζει ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐπισφράγισις ὅμως τῆς ἐπιχειρηματολογίας αὐτῆς καθὼς καὶ ἡ ἐπιβεβαίωσις τῆς γνησιότητός Της γίνονται πάντοτε βάσει τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῶν Πατέρων καὶ τῶν κεκοιμημένων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς καὶ τῆς ἐμπειρίας των ζώντων Ἁγίων τῆς ἐποχῆς κατὰ τὴν ὁποία ἐμφανίζεται μία αἵρεσις.
Τὸ ἴδιο ὅμως συμβαίνει σὲ κάθε ἐπιστήμη. Π.χ. στὴν Ἀστρονομία, ἂν διαβάσωμε τὰ Κινεζικὰ χειρόγραφα, θὰ δοῦμε ὅτι τὴν 12η Ἰουλίου 1054 ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξις στὸ σύμπαν, τὴν ὁποία οἱ Κινέζοι ἀστρονόμοι μπόρεσαν καὶ κατέγραψαν. Ἐπὶ δύο ἑβδομάδες ἔβλεπαν τὸ φῶς ἀπὸ τὴν ἔκρηξι αὐτή. Ἐδῶ δηλαδὴ ἔχομε ἕνα Κινέζικο σύγγραμμα, τὸ ὁποῖο ἀναφέρει αὐτὸ τὸ γεγονός. Ἐμεῖς σήμερα τὸ διαβάζομε καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε «κουραφέξαλα...»!117 Ὅμως οἱ σημερινοὶ ἀστρονόμοι πιστοποίησαν ὅτι πράγματι συνέβῃ τότε αὐτὴ ἡ ἔκρηξις (μία σουπερνόβα), τὸ δὲ ἀποτέλεσμά της ἦταν ἕνα νεφέλωμα ποὺ τοῦ ἔδωσαν τὸ ὄνομα Crab Nebula. Ἐδῶ δηλαδὴ βλέπομε ὅτι ἔχομε μία κατατεθειμένη γραπτὴ μαρτυρία γιὰ ἕνα φαινόμενο, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀστρονόμων.
Κατὰ παρόμοιο τρόπο ἔχομε κατατεθειμένη στὴν Ἁγία Γραφὴ τὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Πῶς ὅμως θὰ γίνῃ ἡ πιστοποίησις αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους σήμερα; Πῶς θὰ βεβαιωθοῦμε ὅτι τὰ πράγματα εἶναι ἔτσι ὅπως περιγράφονται στὴν Ἁγία Γραφὴ προκειμένου περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ; Ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως αὐτὸ γίνεται βάσει τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας ἐκείνων τῶν ζώντων Ἁγίων σὲ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν νὰ δοῦν τὸν Χριστὸν ἐν δόξῃ καὶ οἱ ὁποῖοι μποροῦν νὰ διαβεβαιώσουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν ἀναφερομένων στὴν Ἁγία Γραφή. Ἐκτὸς δηλαδὴ ἀπὸ τὴν προσωπικὴ ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν ἴδια ἐμπειρία μὲ τοὺς Προφῆτες καὶ τοὺς Ἀποστόλους, ἔχομε ἐπὶ πλέον καὶ τὴν ἐμπειρία των ζώντων Ἁγίων σὲ κάθε ἐποχή. Ἡ παράδοσις τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως βλέπομε νὰ συνεχίζεται ὁλοζώντανη μέχρι τὸ τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καὶ νὰ δεσπόζῃ στὴν συνείδησι τῶν Ὀρθοδόξων118.
Τὸ ἴδιο ὅμως συμβαίνει σὲ κάθε ἐπιστήμη. Π.χ. στὴν Ἀστρονομία, ἂν διαβάσωμε τὰ Κινεζικὰ χειρόγραφα, θὰ δοῦμε ὅτι τὴν 12η Ἰουλίου 1054 ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξις στὸ σύμπαν, τὴν ὁποία οἱ Κινέζοι ἀστρονόμοι μπόρεσαν καὶ κατέγραψαν. Ἐπὶ δύο ἑβδομάδες ἔβλεπαν τὸ φῶς ἀπὸ τὴν ἔκρηξι αὐτή. Ἐδῶ δηλαδὴ ἔχομε ἕνα Κινέζικο σύγγραμμα, τὸ ὁποῖο ἀναφέρει αὐτὸ τὸ γεγονός. Ἐμεῖς σήμερα τὸ διαβάζομε καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε «κουραφέξαλα...»!117 Ὅμως οἱ σημερινοὶ ἀστρονόμοι πιστοποίησαν ὅτι πράγματι συνέβῃ τότε αὐτὴ ἡ ἔκρηξις (μία σουπερνόβα), τὸ δὲ ἀποτέλεσμά της ἦταν ἕνα νεφέλωμα ποὺ τοῦ ἔδωσαν τὸ ὄνομα Crab Nebula. Ἐδῶ δηλαδὴ βλέπομε ὅτι ἔχομε μία κατατεθειμένη γραπτὴ μαρτυρία γιὰ ἕνα φαινόμενο, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀστρονόμων.
Κατὰ παρόμοιο τρόπο ἔχομε κατατεθειμένη στὴν Ἁγία Γραφὴ τὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Πῶς ὅμως θὰ γίνῃ ἡ πιστοποίησις αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους σήμερα; Πῶς θὰ βεβαιωθοῦμε ὅτι τὰ πράγματα εἶναι ἔτσι ὅπως περιγράφονται στὴν Ἁγία Γραφὴ προκειμένου περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ; Ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως αὐτὸ γίνεται βάσει τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας ἐκείνων τῶν ζώντων Ἁγίων σὲ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν νὰ δοῦν τὸν Χριστὸν ἐν δόξῃ καὶ οἱ ὁποῖοι μποροῦν νὰ διαβεβαιώσουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν ἀναφερομένων στὴν Ἁγία Γραφή. Ἐκτὸς δηλαδὴ ἀπὸ τὴν προσωπικὴ ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν ἴδια ἐμπειρία μὲ τοὺς Προφῆτες καὶ τοὺς Ἀποστόλους, ἔχομε ἐπὶ πλέον καὶ τὴν ἐμπειρία των ζώντων Ἁγίων σὲ κάθε ἐποχή. Ἡ παράδοσις τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως βλέπομε νὰ συνεχίζεται ὁλοζώντανη μέχρι τὸ τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καὶ νὰ δεσπόζῃ στὴν συνείδησι τῶν Ὀρθοδόξων118.
Ἔτσι ὑπάρχουν Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι στὸν ἀγῶνα τους ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἐπικαλοῦνται καὶ τὴν προσωπική τους ἐμπειρία, τῆς θεώσεως. Π.χ. ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐπικαλεῖται καὶ τὴν προσωπική του ἐμπειρία στὸν ἀγῶνα του ἐναντίον τῶν Εὐνομιανῶν.
Ἀλλὰ τὸ θέμα εἶναι ἂν καταλαβαίνωμε τὴν σχέσι μεταξὺ τοῦ γραπτοῦ κειμένου τ[hς Ἁγία Γραφῆς καὶ τῆς ὑπαρχούσης σήμερα ἐμπειρίας. Τὸ ἂν βέβαια ἡ σημερινὴ ἐμπειρία εἶναι σωστή, εἶναι ἄλλο θέμα. Θὰ τὸ ἐξετάσωμε αὐτὸ ξεχωριστά.
Τὸ θέμα μας εἶναι τὸ ἴδιο, ὅπως στὴν Ἀστρονομία. Ὑπάρχει ἡ γραπτὴ Ἀστρονομία, ὑπάρχει καὶ ἡ ἔμπρακτος, ἡ ἐμπειρικὴ Ἀστρονομία. Ἡ ἴδια σχέσις ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ τῆς κατατεθειμένης στὰ συγγράμματα Ἀστρονομίας καὶ τῆς Ἀστρονομίας τοῦ σημερινοῦ τηλεσκοπίου, ὑπάρχει καὶ στὴν Ἁγία Γραφή, μεταξὺ ἀφ᾿ ἑνὸς τῆς κατατεθειμένης στὴν Ἁγία Γραφὴ ἐμπειρίας τοῦ δοξασμοῦ τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων ὡς καὶ τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῆς θεώσεως μέσα στὴν Πατερικὴ παράδοση καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου τῆς σημερινῆς ἐμπειρίας των ζώντων Ἁγίων.
Ἄν τώρα ἀγνοήσωμε τὴν ὑπάρχουσα σημερινὴ ἐμπειρία των ζώντων Ἁγίων, εἶναι σὰν νὰ ἀγνοοῦμε τὴν ἐμπειρικὴ Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου καὶ νὰ ἐπαναπαυώμεθα μόνο στὴν κατατεθειμένη στὰ βιβλία Ἀστρονομία. Ποὺ σημαίνει ὅτι, ἂν γιὰ κάποιο λόγο οἱ σημερινοὶ ἀστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο μὲ ὅσα περιγράφουν τὰ βιβλία περὶ Ἀστρονομίας, χωρὶς νὰ ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιβεβαιώσουν μὲ τὴν παρατήρησι διὰ τῶν τηλεσκοπίων τὰ ὅσα ἀναφέρουν αὐτὰ τὰ βιβλία τῆς Ἀστρονομίας, αὐτὴ θὰ εἶναι Ὀρθόδοξη Ἀστρονομία ἢ αἱρετικὴ Ἀστρονομία; Ἀσφαλῶς αἱρετικὴ Ἀστρονομία, δηλαδὴ ὄχι γνήσια. Διότι πὼς θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν γνήσια, ἀφοῦ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιβεβαιωθῇ ἐμπειρικὰ μὲ τὴν παρατήρησι; Ἐξ ἄλλου ποτὲ μία περιγραφὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδώσῃ πλήρως την ζῶσα ἐμπειρία καὶ πραγματικότητα.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει σὲ ὅλες τίς θετικὲς ἐπιστῆμες, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν Θεολογία. Ἡ ζῶσα ἐμπειρία εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐλέγχει τὴν γνησιότητα ἢ μὴ τῆς κατατεθειμένης γραπτῆς ἢ προφορικῆς παραδόσεως.
Ἐρώτησις ἐπ᾿ ἀμφιθεάτρῳ: Δὲν εἶναι ἀρκετὴ ἡ μαρτυρία της Ἁγία Γραφῆς; Γιατί νὰ εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως γιὰ τὴν πιστοποίησι τῆς ἀληθείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἀπάντησις: Διότι μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας κάθονται σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι στὴν Ἑλλάδα καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τίς προϋποθέσεις της. Καὶ ἔχει γίνει ἡ Ἁγία Γραφὴ ἕνα βιβλίο ξεχωριστὸ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάη γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία οὔτε ξέρει οὔτε ἀσχολεῖται μὲ τὸ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα.
Ὡς ἀπόδειξι πᾶρτε τὰ μοντέρνα θεολογικὰ συγγράμματα. Δὲν θὰ βρῆτε πουθενὰ νὰ μιλᾶνε γιὰ τὴν θέωσι καὶ τὸν δοξασμὸ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν. Δηλαδὴ ἔχει ἐξαφανισθῇ ἀπὸ τὴν Ἑρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς στὴν σημερινὴ Ἐλλάδα119 αὐτὴ ἡ Πατερικὴ ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Γιατί;
Ἀλλὰ τὸ θέμα εἶναι ἂν καταλαβαίνωμε τὴν σχέσι μεταξὺ τοῦ γραπτοῦ κειμένου τ[hς Ἁγία Γραφῆς καὶ τῆς ὑπαρχούσης σήμερα ἐμπειρίας. Τὸ ἂν βέβαια ἡ σημερινὴ ἐμπειρία εἶναι σωστή, εἶναι ἄλλο θέμα. Θὰ τὸ ἐξετάσωμε αὐτὸ ξεχωριστά.
Τὸ θέμα μας εἶναι τὸ ἴδιο, ὅπως στὴν Ἀστρονομία. Ὑπάρχει ἡ γραπτὴ Ἀστρονομία, ὑπάρχει καὶ ἡ ἔμπρακτος, ἡ ἐμπειρικὴ Ἀστρονομία. Ἡ ἴδια σχέσις ποὺ ὑπάρχει μεταξὺ τῆς κατατεθειμένης στὰ συγγράμματα Ἀστρονομίας καὶ τῆς Ἀστρονομίας τοῦ σημερινοῦ τηλεσκοπίου, ὑπάρχει καὶ στὴν Ἁγία Γραφή, μεταξὺ ἀφ᾿ ἑνὸς τῆς κατατεθειμένης στὴν Ἁγία Γραφὴ ἐμπειρίας τοῦ δοξασμοῦ τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων ὡς καὶ τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῆς θεώσεως μέσα στὴν Πατερικὴ παράδοση καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου τῆς σημερινῆς ἐμπειρίας των ζώντων Ἁγίων.
Ἄν τώρα ἀγνοήσωμε τὴν ὑπάρχουσα σημερινὴ ἐμπειρία των ζώντων Ἁγίων, εἶναι σὰν νὰ ἀγνοοῦμε τὴν ἐμπειρικὴ Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου καὶ νὰ ἐπαναπαυώμεθα μόνο στὴν κατατεθειμένη στὰ βιβλία Ἀστρονομία. Ποὺ σημαίνει ὅτι, ἂν γιὰ κάποιο λόγο οἱ σημερινοὶ ἀστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο μὲ ὅσα περιγράφουν τὰ βιβλία περὶ Ἀστρονομίας, χωρὶς νὰ ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιβεβαιώσουν μὲ τὴν παρατήρησι διὰ τῶν τηλεσκοπίων τὰ ὅσα ἀναφέρουν αὐτὰ τὰ βιβλία τῆς Ἀστρονομίας, αὐτὴ θὰ εἶναι Ὀρθόδοξη Ἀστρονομία ἢ αἱρετικὴ Ἀστρονομία; Ἀσφαλῶς αἱρετικὴ Ἀστρονομία, δηλαδὴ ὄχι γνήσια. Διότι πὼς θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν γνήσια, ἀφοῦ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιβεβαιωθῇ ἐμπειρικὰ μὲ τὴν παρατήρησι; Ἐξ ἄλλου ποτὲ μία περιγραφὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδώσῃ πλήρως την ζῶσα ἐμπειρία καὶ πραγματικότητα.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει σὲ ὅλες τίς θετικὲς ἐπιστῆμες, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν Θεολογία. Ἡ ζῶσα ἐμπειρία εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐλέγχει τὴν γνησιότητα ἢ μὴ τῆς κατατεθειμένης γραπτῆς ἢ προφορικῆς παραδόσεως.
Ἐρώτησις ἐπ᾿ ἀμφιθεάτρῳ: Δὲν εἶναι ἀρκετὴ ἡ μαρτυρία της Ἁγία Γραφῆς; Γιατί νὰ εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως γιὰ τὴν πιστοποίησι τῆς ἀληθείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἀπάντησις: Διότι μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας κάθονται σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι στὴν Ἑλλάδα καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τίς προϋποθέσεις της. Καὶ ἔχει γίνει ἡ Ἁγία Γραφὴ ἕνα βιβλίο ξεχωριστὸ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάη γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία οὔτε ξέρει οὔτε ἀσχολεῖται μὲ τὸ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα.
Ὡς ἀπόδειξι πᾶρτε τὰ μοντέρνα θεολογικὰ συγγράμματα. Δὲν θὰ βρῆτε πουθενὰ νὰ μιλᾶνε γιὰ τὴν θέωσι καὶ τὸν δοξασμὸ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Προφητῶν. Δηλαδὴ ἔχει ἐξαφανισθῇ ἀπὸ τὴν Ἑρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς στὴν σημερινὴ Ἐλλάδα119 αὐτὴ ἡ Πατερικὴ ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Γιατί;
Διότι οἱ ἰδικοί μας ἑρμηνευτὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόσο πολὺ ἔχουν ἐπηρεασθῇ ἀπὸ τοὺς Ρώσους, τοὺς Προτεστάντες καὶ τοὺς Παπικούς, ὥστε δὲν λαμβάνουν ὑπ᾿ ὄψιν τους τὴν Πατερικὴ μέθοδο ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἔχομε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἔχομε τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἔχομε τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔχομε τὴν Πατερικὴ παράδοσι. Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅμως ἔχομε σήμερα ἀνθρώπους στὴν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀποδέχονται τὴν Παράδοσι ἀπὸ μία τυφλὴ ἀφοσίωσι στὴν Παράδοσι, δηλαδὴ μόνο τυπικά.
Ἐὰν κάποιος δὲν γνωρίζῃ τὰ θεμέλια τῆς Προφητικῆς, τῆς Ἀποστολικῆς καὶ τῆς Πατερικῆς ἐμπειρίας, ποὺ εἶναι καὶ τὰ θεμέλια τῶν δογμάτων, πῶς θὰ μπορέσῃ νὰ ὑποστηρίξῃ τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα χωρὶς νὰ κάνῃ ἀναφορὰ στὶς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων; Μόνο ἀπὸ ὅ,τι ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Ἄν κάνῃ ἀναφορὰ μόνο στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ὄχι στὶς Πατερικὲς ἐμπειρίες, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ἐξηγήσῃ πῶς οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν καὶ θὰ ὑποχρεωθῇ ἔτσι νὰ συμφωνήσῃ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ Πατέρες φιλοσοφοῦσαν (!), ὅταν ἐδογμάτιζαν μὲ βάσι τὰ ἀναφερόμενα στὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅμως ὅτι οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν βάσει τῆς ἐμπειρίας τους τῆς θεώσεως, καὶ ὄχι μετὰ ἀπὸ φιλοσοφικὸ στοχασμὸ ἐπάνω στὰ ἀναφερόμενα στὴν Ἁγία Γραφή.
Ἔτσι ἐμφανίζεται ἡ παράδοξη παράδοσι ὅτι, ὅταν ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοσι, ἡ ὁποία διεσώζετο μέχρι τὸ τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, ὑποχρεώθηκε, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβῃ, νὰ πάρῃ τὸν δρόμο τῶν φιλοσόφων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας (Αὐγουστίνου κλπ.). Ὁ δὲ δρόμος αὐτὸς εἶναι νὰ ἐμφανίζωνται οἱ Πατέρες ὡς φιλόσοφοι πλέον, οἱ ὁποῖοι στοχάζονται φιλοσοφικῶς βάσει τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος, γιὰ νὰ διατυπώσουν τὰ δόγματα, πρᾶγμα ποὺ δὲν εἶναι ἡ περιγραφὴ τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλὰ μία καθαρὴ καρικατούρα.
Ὁπότε ἐξ ἐπόψεως καθαρὰ ἐπιστημονικῆς ἐπιβάλλεται στὸν Ὀρθόδοξο νὰ ξεδιπλώσῃ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας βάσει τῆς Πατερικῆς μεθοδολογίας, γιὰ νὰ μπορέσῃ νὰ καταλάβῃ ποῦ βρισκόμαστε σήμερα. Ἐὰν δὲν τὸ κάνῃ αὐτό, τότε ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μπορεῖ νὰ σταθῇ. Διότι μία τέτοια Ὀρθοδοξία ἐξ ἐπόψεως ἐπιστημονικῆς εἶναι μία καθαρὴ βλακεία120. Καὶ τοῦτο διότι ὅποιος γνωρίζει καλὰ τὴν μοντέρνα φιλοσοφικὴ μέθοδο, τὴν ἐπιστημονικὴ μέθοδο, τὴν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, καθὼς καὶ τὴν ἱστορία τῆς Θεολογίας (μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀσχολοῦνται οἱ ἑτερόδοξοι), θὰ δὴ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ μόνο μὲ στρατιωτικὲς δυνάμεις νὰ σταθῇ καὶ ὅτι δὲν πείθεται κανεὶς σοβαρὸς ἄνθρωπος γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἰσχὺ τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ἔχομε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἔχομε τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἔχομε τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔχομε τὴν Πατερικὴ παράδοσι. Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅμως ἔχομε σήμερα ἀνθρώπους στὴν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀποδέχονται τὴν Παράδοσι ἀπὸ μία τυφλὴ ἀφοσίωσι στὴν Παράδοσι, δηλαδὴ μόνο τυπικά.
Ἐὰν κάποιος δὲν γνωρίζῃ τὰ θεμέλια τῆς Προφητικῆς, τῆς Ἀποστολικῆς καὶ τῆς Πατερικῆς ἐμπειρίας, ποὺ εἶναι καὶ τὰ θεμέλια τῶν δογμάτων, πῶς θὰ μπορέσῃ νὰ ὑποστηρίξῃ τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα χωρὶς νὰ κάνῃ ἀναφορὰ στὶς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων; Μόνο ἀπὸ ὅ,τι ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Ἄν κάνῃ ἀναφορὰ μόνο στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ὄχι στὶς Πατερικὲς ἐμπειρίες, δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ ἐξηγήσῃ πῶς οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν καὶ θὰ ὑποχρεωθῇ ἔτσι νὰ συμφωνήσῃ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ Πατέρες φιλοσοφοῦσαν (!), ὅταν ἐδογμάτιζαν μὲ βάσι τὰ ἀναφερόμενα στὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅμως ὅτι οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν βάσει τῆς ἐμπειρίας τους τῆς θεώσεως, καὶ ὄχι μετὰ ἀπὸ φιλοσοφικὸ στοχασμὸ ἐπάνω στὰ ἀναφερόμενα στὴν Ἁγία Γραφή.
Ἔτσι ἐμφανίζεται ἡ παράδοξη παράδοσι ὅτι, ὅταν ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοσι, ἡ ὁποία διεσώζετο μέχρι τὸ τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, ὑποχρεώθηκε, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβῃ, νὰ πάρῃ τὸν δρόμο τῶν φιλοσόφων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας (Αὐγουστίνου κλπ.). Ὁ δὲ δρόμος αὐτὸς εἶναι νὰ ἐμφανίζωνται οἱ Πατέρες ὡς φιλόσοφοι πλέον, οἱ ὁποῖοι στοχάζονται φιλοσοφικῶς βάσει τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος, γιὰ νὰ διατυπώσουν τὰ δόγματα, πρᾶγμα ποὺ δὲν εἶναι ἡ περιγραφὴ τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλὰ μία καθαρὴ καρικατούρα.
Ὁπότε ἐξ ἐπόψεως καθαρὰ ἐπιστημονικῆς ἐπιβάλλεται στὸν Ὀρθόδοξο νὰ ξεδιπλώσῃ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας βάσει τῆς Πατερικῆς μεθοδολογίας, γιὰ νὰ μπορέσῃ νὰ καταλάβῃ ποῦ βρισκόμαστε σήμερα. Ἐὰν δὲν τὸ κάνῃ αὐτό, τότε ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μπορεῖ νὰ σταθῇ. Διότι μία τέτοια Ὀρθοδοξία ἐξ ἐπόψεως ἐπιστημονικῆς εἶναι μία καθαρὴ βλακεία120. Καὶ τοῦτο διότι ὅποιος γνωρίζει καλὰ τὴν μοντέρνα φιλοσοφικὴ μέθοδο, τὴν ἐπιστημονικὴ μέθοδο, τὴν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, καθὼς καὶ τὴν ἱστορία τῆς Θεολογίας (μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀσχολοῦνται οἱ ἑτερόδοξοι), θὰ δὴ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ μόνο μὲ στρατιωτικὲς δυνάμεις νὰ σταθῇ καὶ ὅτι δὲν πείθεται κανεὶς σοβαρὸς ἄνθρωπος γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἰσχὺ τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Καὶ ὁ πρῶτος, ποὺ δὲν θὰ ἐπειθόμῃν, θὰ ἤμουν ἐγώ. Διότι, ἂν ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν αὐτὴ ποὺ διδάσκουν τὰ Νεοελληνικὰ ἐγχειρίδια, ἐγὼ σήμερα θὰ ἤμουν ἄθεος. Ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία δηλαδὴ ἀποκομμένη ἀπὸ τὰ θεμέλια της, εἶναι μία σκέτη βλακεία. Καὶ ἡ Ἁγία Τριάδα καὶ ἡ Ἐνσάρκωσις κλπ. Διότι τί σημαίνει π.χ. τό «μία οὐσία, τρεῖς ὑποστάσεις»; Ἐὰν αὐτὴ ἡ διατύπωσις εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, δηλαδὴ τῆς Μεταμορφώσεως καὶ τῆς Πεντηκοστῆς, δὲν σημαίνει λογικὰ ἀπολύτως τίποτε.
Μετά, ποιός εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς θεολογίας; Μήπως εἶναι τὸ νὰ ἔχω ἕνα θεῖο δόγμα γιὰ νὰ τὸ βάλω ἐπάνω στὸ ντουλάπι μου καὶ νὰ τὸ προσκυνάω; Ἢ μήπως εἶναι τὸ νὰ ἔχω ἕνα δόγμα γιὰ νὰ κάνω ἠθικολογία;
Τὸ θέμα εἶναι ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπὸ τὴν Πατερικὴ ἄποψι. Δὲν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ νὰ εἶναι φυσιολογικός, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους. Σήμερα τὸ τί εἶναι φυσιολογικὸς ἄνθρωπος, εἶναι κάτι ποὺ κρίνει ὁ καθένας μὲ τὰ ἰδικά του κριτήρια. Ποιός ὅμως εἶναι ὁ πραγματικὰ φυσιολογικός; Ποιός εἶναι ὁ τρελὸς καὶ ποιός δὲν εἶναι; Ὑπάρχουν μερικοὶ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι τόσο πολὺ ἀφύσικοι, ὥστε τοὺς κλείνουν μέσα σὲ τρελλοκομεία, ἐπειδὴ εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιὰ τὸν ἑαυτό τους εἴτε γιὰ τὴν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ πολλοὶ ἄλλοι, ποὺ εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, ποὺ δὲν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στὰ τρελλοκομεία. Πῶς λοιπὸν μποροῦμε νὰ διακρίνωμε ποιός εἶναι νορμὰλ καὶ ποιός δὲν εἶναι νορμάλ;
Ἔρχεται λοιπὸν ἡ Πατερικὴ Θεολογία καὶ λέγει ὅτι κανένας δὲν εἶναι νορμάλ. Καὶ ἐπεξηγεῖ:
Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικὸ συστατικὸ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς στὸν ἄνθρωπο δὲν λειτουργεῖ καθόλου ἢ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιὰ νὰ ἐπαναλειτουργήσῃ αὐτὴ ἡ νοερὰ ἐνέργεια, χρειάζεται νὰ προηγηθῇ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος.
Αὐτὲς τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδὴ ἡ ἀνάγκη θεραπείας καὶ ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο ἡ νοερὰ ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ πρέπει νὰ θεραπευθῇ. Ἡ νοερὰ ἐνέργεια δὲν εἶναι Ὀρθόδοξη. Δηλαδὴ δὲν εἶναι μόνον τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν αὐτὴ ἡ ἀνάγκη, ἀλλὰ ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καὶ ὁ νοῦς αὐτὸς πρέπει νὰ θεραπευθῇ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιὰ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τὴν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ νοὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος πνευματικότης εἶναι μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ εἶναι σχεδιασμένη νὰ περιλάβῃ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Λέγεται Ὀρθόδοξος, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ θεραπευθῇ, ἂν δὲν ἔχῃ ἀσπασθῇ τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα ἄν, δηλαδή, δὲν ἔχῃ Ὀρθόδοξη δογματικὴ συνείδησι. Ἐδῶ ὁ σκοπὸς τοῦ δόγματος δὲν εἶναι νὰ καθυποτάξῃ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἐγκλωβίσῃ μέσα σὲ κάποια θρησκευτικὰ πλαίσια, ἀλλὰ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπο νὰ θεραπευθῇ. Τὸ δόγμα καθ᾿ ἑαυτὸ δὲν ἔχει κανέναν ἄλλο σκοπό, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νὰ ὁδηγήσῃ τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν θεραπεία αὐτή.
Τώρα ποιά εἶναι ἡ δυσκολία τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας; Εἶναι τὸ ὅτι, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἀναγνωρίζουν τὴν ὕπαρξι τοῦ νοὸς σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους121, καθὼς καὶ τὴν ἀνάγκη θεραπείας του, ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία, ἡ μοντέρνα δηλαδὴ Ὀρθοδοξία, δὲν ἀναγνωρίζει αὐτὴν τὴν ἀνάγκη! Ἐὰν δὲν ξανατεθῆ ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τοῦ νοὸς στὰ θεμέλια τῆς μοντέρνας Ὀρθοδοξίας, ἐὰν δὲν ἐπανέλθῃ δηλαδὴ τὸ Πατερικὸ θεμέλιο, τότε δὲν θὰ ἔχωμε ὡς συνέπεια μόνον ὅτι τὸ δόγμα ἀποκόπτεται ἀπὸ τὰ θεμέλια του καὶ γίνεται ἀθεμελίωτο καὶ ἀκατανόητο, ἀλλὰ θὰ ἔχωμε καὶ τὸ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία θὰ ξεφεύγῃ ἀπὸ τὸν κύριο σκοπό της, τὸ κύριο ἔργο της καὶ ἔτσι δὲν θὰ μπορῇ νὰ σταθῇ.
Μετά, ποιός εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς θεολογίας; Μήπως εἶναι τὸ νὰ ἔχω ἕνα θεῖο δόγμα γιὰ νὰ τὸ βάλω ἐπάνω στὸ ντουλάπι μου καὶ νὰ τὸ προσκυνάω; Ἢ μήπως εἶναι τὸ νὰ ἔχω ἕνα δόγμα γιὰ νὰ κάνω ἠθικολογία;
Τὸ θέμα εἶναι ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπὸ τὴν Πατερικὴ ἄποψι. Δὲν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ νὰ εἶναι φυσιολογικός, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς Ἁγίους. Σήμερα τὸ τί εἶναι φυσιολογικὸς ἄνθρωπος, εἶναι κάτι ποὺ κρίνει ὁ καθένας μὲ τὰ ἰδικά του κριτήρια. Ποιός ὅμως εἶναι ὁ πραγματικὰ φυσιολογικός; Ποιός εἶναι ὁ τρελὸς καὶ ποιός δὲν εἶναι; Ὑπάρχουν μερικοὶ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι τόσο πολὺ ἀφύσικοι, ὥστε τοὺς κλείνουν μέσα σὲ τρελλοκομεία, ἐπειδὴ εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιὰ τὸν ἑαυτό τους εἴτε γιὰ τὴν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ πολλοὶ ἄλλοι, ποὺ εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, ποὺ δὲν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στὰ τρελλοκομεία. Πῶς λοιπὸν μποροῦμε νὰ διακρίνωμε ποιός εἶναι νορμὰλ καὶ ποιός δὲν εἶναι νορμάλ;
Ἔρχεται λοιπὸν ἡ Πατερικὴ Θεολογία καὶ λέγει ὅτι κανένας δὲν εἶναι νορμάλ. Καὶ ἐπεξηγεῖ:
Ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικὸ συστατικὸ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς στὸν ἄνθρωπο δὲν λειτουργεῖ καθόλου ἢ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιὰ νὰ ἐπαναλειτουργήσῃ αὐτὴ ἡ νοερὰ ἐνέργεια, χρειάζεται νὰ προηγηθῇ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος.
Αὐτὲς τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδὴ ἡ ἀνάγκη θεραπείας καὶ ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο ἡ νοερὰ ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ πρέπει νὰ θεραπευθῇ. Ἡ νοερὰ ἐνέργεια δὲν εἶναι Ὀρθόδοξη. Δηλαδὴ δὲν εἶναι μόνον τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν αὐτὴ ἡ ἀνάγκη, ἀλλὰ ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καὶ ὁ νοῦς αὐτὸς πρέπει νὰ θεραπευθῇ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιὰ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τὴν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ νοὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος πνευματικότης εἶναι μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ εἶναι σχεδιασμένη νὰ περιλάβῃ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Λέγεται Ὀρθόδοξος, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ θεραπευθῇ, ἂν δὲν ἔχῃ ἀσπασθῇ τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα ἄν, δηλαδή, δὲν ἔχῃ Ὀρθόδοξη δογματικὴ συνείδησι. Ἐδῶ ὁ σκοπὸς τοῦ δόγματος δὲν εἶναι νὰ καθυποτάξῃ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἐγκλωβίσῃ μέσα σὲ κάποια θρησκευτικὰ πλαίσια, ἀλλὰ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπο νὰ θεραπευθῇ. Τὸ δόγμα καθ᾿ ἑαυτὸ δὲν ἔχει κανέναν ἄλλο σκοπό, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ νὰ ὁδηγήσῃ τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν θεραπεία αὐτή.
Τώρα ποιά εἶναι ἡ δυσκολία τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας; Εἶναι τὸ ὅτι, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἀναγνωρίζουν τὴν ὕπαρξι τοῦ νοὸς σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους121, καθὼς καὶ τὴν ἀνάγκη θεραπείας του, ἡ Νεοελληνικὴ Θεολογία, ἡ μοντέρνα δηλαδὴ Ὀρθοδοξία, δὲν ἀναγνωρίζει αὐτὴν τὴν ἀνάγκη! Ἐὰν δὲν ξανατεθῆ ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τοῦ νοὸς στὰ θεμέλια τῆς μοντέρνας Ὀρθοδοξίας, ἐὰν δὲν ἐπανέλθῃ δηλαδὴ τὸ Πατερικὸ θεμέλιο, τότε δὲν θὰ ἔχωμε ὡς συνέπεια μόνον ὅτι τὸ δόγμα ἀποκόπτεται ἀπὸ τὰ θεμέλια του καὶ γίνεται ἀθεμελίωτο καὶ ἀκατανόητο, ἀλλὰ θὰ ἔχωμε καὶ τὸ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία θὰ ξεφεύγῃ ἀπὸ τὸν κύριο σκοπό της, τὸ κύριο ἔργο της καὶ ἔτσι δὲν θὰ μπορῇ νὰ σταθῇ.
Θὰ εἶναι σὰν ἕνας οὐρανοξύστης, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ κάθεται ἐπάνω σε θεμέλια, ἀλλὰ ἐπάνω σε ἕνα σύννεφο. Ἄν ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος δὴ μία τέτοια εἰκόνα, τί θὰ πῇ; Θὰ πῇ: ὅτι αὐτὸ εἶναι μία βλακεία! Καὶ ἂν θὰ ὑπάρξουν μερικοὶ ποὺ θὰ πιστέψουν ὅτι εἶναι δυνατὸν ἕνας οὐρανοξύστης νὰ κάθεται ἐπάνω σε ἕνα σύννεφο, αὐτοὶ δὲν θὰ εἶναι βλᾶκες; Τί ἄλλο μπορεῖ νὰ εἶναι δηλαδή; Ἔτσι λοιπόν, ἂν ξεκόψῃς τὸ δόγμα ἀπὸ τὸ θεμέλιο του, καταντᾷ νὰ εἶναι ἀκατανόητο ἐξ ἐπόψεως προελεύσεως.
Ὁπότε τί κάνουν τώρα οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι; Ἔβγαλαν τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἀπὸ τὰ θεμέλια τῶν δογμάτων καὶ στὴν θέσι της ἔβαλαν τὴν Ἁγία Γραφή. Βέβαια μέσα της ἡ Ἁγία Γραφὴ περιγράφει τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Λέγει δηλαδὴ ὅτι ἐδοξάσθῃ ὁ τάδε καὶ ὁ τάδε. Καὶ ναὶ μὲν στὴν Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρεται ὅτι ὅλοι οἱ Προφῆτες εἶδαν τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὅμως δὲν ὑπάρχῃ ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τότε ὁ καθένας ἀρχίζει νὰ ἑρμηνεύῃ ἐκεῖνα ποὺ ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφὴ κατὰ τὴν φαντασία του.
Διαβάζει π.χ. κάποιος ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνελήφθῃ στὸν οὐρανὸ μέσα σὲ νεφέλη. Ἀπὸ τὴν μία μεριά, ἂν εἶναι ἕνας σκεπτόμενος ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἔχει σχέσι μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως οὔτε ἔχει ἀκούσει τίποτε σχετικό, ἅμα διαβάσῃ κάτι τέτοιο, θὰ γελάσῃ. Θὰ πῇ δηλαδή: Πὼς εἶναι δυνατὸν ἕνας ἄνθρωπος νὰ κάθεται ἐπάνω σε σύννεφο; Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἂν εἶναι ἕνας δεισιδαίμων Ὀρθόδοξος, θὰ πῇ: Ἄ, ἔκανε καὶ αὐτὸ τὸ θαῦμα ὁ Χριστούλης μας! Κάθησε ἐπάνω σε σύννεφο καὶ ἀνέβηκε στὸν οὐρανό. Καὶ θὰ τὸ πιστεύῃ αὐτό. Ἕνας ἄλλος πάλι ἴσως νομίσει ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ τὴν Ἀνάληψί Του ἄρχισε νὰ ἀνυψώνεται ἐπάνω σε ἕνα σύννεφο, ὅπως ἀνεβαίνει ἕνα ἀσσανσέρ!
Κατὰ τοὺς Πατέρες ὅμως αὐτὴ ἡ νεφέλη δὲν εἶναι μία κτιστὴ νεφέλη, ἕνα σύνολο δηλαδὴ ὑδρατμῶν. Ἡ νεφέλη αὐτὴ εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ. Στὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ λέγεται καὶ νεφέλη καὶ φῶς καὶ πῦρ. Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρῃ γιὰ στήλη πυρὸς ἢ στήλη νεφέλης, ἡ ὁποία ἐπροπορεύετο τῶν Ἰσραηλιτῶν στὴν ἔρημο, καὶ τὰ δύο εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα. Εἶναι δηλαδὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ὁ Χριστὸς δὲν ἀνελήφθῃ μέσα ἢ ἐπάνω σὲ σύννεφο ὑδρατμῶν οὔτε ἀνέβαινε στὸν οὐρανὸ σὰν μὲ ἀσσανσέρ, ἀλλ᾿ ἀνελήφθῃ ἐν δόξῃ, ὅπως λέγει καὶ τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως. Δηλαδή, ὁ Χριστὸς ἁπλῶς ἐξαφανίσθηκε μέσα σὲ ἄκτιστη δόξα μπροστὰ στὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων.
Μὲ τὴν ἀποκοπὴ λοιπὸν τῶν δογμάτων ἀπὸ τὰ θεμέλια τούς, τὰ δόγματα μένουν ἀστήρικτα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σήμερα122 στὴν Ἑλλάδα ἡ Ἐκκλησία περνάει μία κρίσι123. Γιατί; Διότι μετὰ τὸν πόλεμο τοῦ '40 πῆγαν τὰ Ἑλληνόπουλα στὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα τοῦ Νεοελληνισμοῦ καὶ ἐκεῖ ἔμαθαν τοὺς εὐσεβισμούς, ἔμαθαν τὴν νέα ἑρμηνεία της Ἁγία Γραφῆς Προτεσταντικοῦ τύπου, τὴν νέα ἑρμηνεία τῶν δογμάτων, τὴν νέα Ὀρθοδοξία κλπ... καὶ γέμισαν ἀπὸ ἠθικολογία καὶ πουριτανισμό. Καὶ βέβαια αὐτὰ τὰ ἔμαθαν ὡς συνθήματα. Καὶ ποιός ξέρει πόσοι ἀπὸ σᾶς περάσατε ἀπὸ τέτοια Κατηχητικὰ σχολεῖα. Γεμᾶτα συνθήματα καὶ τραγουδάκια. Μὲ τραγούδια δηλαδὴ «Ὦ Χριστέ μας, ὦ Χριστέ μας...», τοὺς ἔμαθαν Ὀρθοδοξία.
Ὁπότε τί κάνουν τώρα οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι; Ἔβγαλαν τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἀπὸ τὰ θεμέλια τῶν δογμάτων καὶ στὴν θέσι της ἔβαλαν τὴν Ἁγία Γραφή. Βέβαια μέσα της ἡ Ἁγία Γραφὴ περιγράφει τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τῶν Προφητῶν καὶ τῶν Ἀποστόλων. Λέγει δηλαδὴ ὅτι ἐδοξάσθῃ ὁ τάδε καὶ ὁ τάδε. Καὶ ναὶ μὲν στὴν Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρεται ὅτι ὅλοι οἱ Προφῆτες εἶδαν τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὅμως δὲν ὑπάρχῃ ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τότε ὁ καθένας ἀρχίζει νὰ ἑρμηνεύῃ ἐκεῖνα ποὺ ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφὴ κατὰ τὴν φαντασία του.
Διαβάζει π.χ. κάποιος ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνελήφθῃ στὸν οὐρανὸ μέσα σὲ νεφέλη. Ἀπὸ τὴν μία μεριά, ἂν εἶναι ἕνας σκεπτόμενος ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἔχει σχέσι μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως οὔτε ἔχει ἀκούσει τίποτε σχετικό, ἅμα διαβάσῃ κάτι τέτοιο, θὰ γελάσῃ. Θὰ πῇ δηλαδή: Πὼς εἶναι δυνατὸν ἕνας ἄνθρωπος νὰ κάθεται ἐπάνω σε σύννεφο; Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, ἂν εἶναι ἕνας δεισιδαίμων Ὀρθόδοξος, θὰ πῇ: Ἄ, ἔκανε καὶ αὐτὸ τὸ θαῦμα ὁ Χριστούλης μας! Κάθησε ἐπάνω σε σύννεφο καὶ ἀνέβηκε στὸν οὐρανό. Καὶ θὰ τὸ πιστεύῃ αὐτό. Ἕνας ἄλλος πάλι ἴσως νομίσει ὅτι ὁ Χριστὸς κατὰ τὴν Ἀνάληψί Του ἄρχισε νὰ ἀνυψώνεται ἐπάνω σε ἕνα σύννεφο, ὅπως ἀνεβαίνει ἕνα ἀσσανσέρ!
Κατὰ τοὺς Πατέρες ὅμως αὐτὴ ἡ νεφέλη δὲν εἶναι μία κτιστὴ νεφέλη, ἕνα σύνολο δηλαδὴ ὑδρατμῶν. Ἡ νεφέλη αὐτὴ εἶναι ἡ ἄκτιστη δόξα τοῦ Θεοῦ. Στὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ λέγεται καὶ νεφέλη καὶ φῶς καὶ πῦρ. Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρῃ γιὰ στήλη πυρὸς ἢ στήλη νεφέλης, ἡ ὁποία ἐπροπορεύετο τῶν Ἰσραηλιτῶν στὴν ἔρημο, καὶ τὰ δύο εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα. Εἶναι δηλαδὴ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ὁ Χριστὸς δὲν ἀνελήφθῃ μέσα ἢ ἐπάνω σὲ σύννεφο ὑδρατμῶν οὔτε ἀνέβαινε στὸν οὐρανὸ σὰν μὲ ἀσσανσέρ, ἀλλ᾿ ἀνελήφθῃ ἐν δόξῃ, ὅπως λέγει καὶ τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως. Δηλαδή, ὁ Χριστὸς ἁπλῶς ἐξαφανίσθηκε μέσα σὲ ἄκτιστη δόξα μπροστὰ στὰ μάτια τῶν Ἀποστόλων.
Μὲ τὴν ἀποκοπὴ λοιπὸν τῶν δογμάτων ἀπὸ τὰ θεμέλια τούς, τὰ δόγματα μένουν ἀστήρικτα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ σήμερα122 στὴν Ἑλλάδα ἡ Ἐκκλησία περνάει μία κρίσι123. Γιατί; Διότι μετὰ τὸν πόλεμο τοῦ '40 πῆγαν τὰ Ἑλληνόπουλα στὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα τοῦ Νεοελληνισμοῦ καὶ ἐκεῖ ἔμαθαν τοὺς εὐσεβισμούς, ἔμαθαν τὴν νέα ἑρμηνεία της Ἁγία Γραφῆς Προτεσταντικοῦ τύπου, τὴν νέα ἑρμηνεία τῶν δογμάτων, τὴν νέα Ὀρθοδοξία κλπ... καὶ γέμισαν ἀπὸ ἠθικολογία καὶ πουριτανισμό. Καὶ βέβαια αὐτὰ τὰ ἔμαθαν ὡς συνθήματα. Καὶ ποιός ξέρει πόσοι ἀπὸ σᾶς περάσατε ἀπὸ τέτοια Κατηχητικὰ σχολεῖα. Γεμᾶτα συνθήματα καὶ τραγουδάκια. Μὲ τραγούδια δηλαδὴ «Ὦ Χριστέ μας, ὦ Χριστέ μας...», τοὺς ἔμαθαν Ὀρθοδοξία.
Μετὰ τί συνέβῃ; Ὅσοι πῆγαν σὲ τέτοια Κατηχητικὰ σχολεῖα τί ἔπαθαν; Κλονίστηκε ἡ πίστις τους, διότι δὲν εἶχε θεμέλιο καὶ τοὺς ἔμεινε ὁ πουριτανισμός. Γι᾿ αὐτὸ ἔχομε σήμερα στὴν Ἑλλάδα ἠθικιστὲς πολιτικούς, ποὺ κάνουν δηλαδὴ ἠθικολογία. Αὐτοὶ οἱ πολιτικοὶ ἀντὶ νὰ χρησιμοποιήσουν τὸν Νόμο ὡς κριτήριο ἐννόμου τάξεως, χρησιμοποιοῦν ἠθικὰ κριτήρια γιὰ τὴν ἀξιολόγησι τῆς συμπεριφορᾶς τῶν πολιτῶν (το καλὸς καί το κακὸς δηλαδή). Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴν Ἑλλάδα σήμερα, κινδυνεύει ἡ Δημοκρατία. Ἐπειδὴ ταυτίζουν τὸν Νόμο μὲ τὴν ἠθική, ὁπότε δὲν μπορεῖ νὰ ἔχῃ κανεὶς Δημοκρατία, ἀφοῦ δὲν μπορῇ νὰ ἀνεχθῇ τοὺς «κακούς».
Ἔτσι τώρα, ποὺ εἶναι κλονισμένη ἡ πίστις σ᾿ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, πῶς θὰ γίνουν Ὀρθόδοξοι; Σᾶς διαβεβαιῶ ὅτι σήμερα μὲ τὴν ἐλεύθερη διακίνησι τῶν ἰδεῶν, ποὺ ὑπάρχει, αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία τοῦ Νεοελληνισμοῦ θὰ θαφτῇ. Τὸ ἐὰν θαφτῇ ἀπὸ ὑλιστικὴ ἰδεολογία (Μαρξισμό, Ὑπαρξισμό, Ἀθεϊσμὸ κλπ.) ἢ ἐὰν θαφτῇ ἀπὸ τὴν ἀναβίωσι τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, εἶναι ἄλλο θέμα. Τὸ σίγουρο πάντως εἶναι ὅτι θὰ θαφτῇ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβιώσῃ. Ἴσως ἀναζωογονηθῇ ἡ Πατερικὴ παράδοσις καὶ αὐτὴ θάψῃ αὐτὴν τὴν ψευτοορθοδοξία. Ἀλλά, ἐὰν δὲν τὴν θάψῃ ἡ Πατερικὴ παράδοσις, θὰ τὴν θάψῃ σίγουρα ἡ μοντέρνα ἐπιστημονικὴ σκέψις. Καὶ τοῦτο διότι δὲν μπορεῖ νὰ σταθῇ σήμερα μία ἑρμηνεία της Ἁγία Γραφῆς, ἡ ὁποία δὲν συνδέεται μὲ τὴν θεολογικὴ μέθοδο τῆς Ἁγία Γραφῆς.
Ἡ δὲ θεολογικὴ μέθοδος τῆς Ἁγίας Γραφῆς στηρίζεται στὴν ἐμπειρία τοῦ δοξασμοῦ καὶ τῆς θεώσεως. Ποῦ τὸ ξέρομε αὐτό; Διαβάστε τὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη. Θὰ δῆτε ἐκεῖ πόσο συχνὰ ἀναφέρεται ὅτι ἐδοξάσθῃ ἕνας Προφήτης, δηλαδὴ ὅτι εἶδε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶδε τὸν Ἄγγελο τῆς δόξης, εἶδε τὸν Θεὸ κλπ. Tὸ ἴδιο πρᾶγμα συμβαίνει καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη. Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, δηλαδὴ μία περιγραφὴ τῶν ἀποκαλύψεων τοῦ Χριστοῦ πρὸ καὶ μετὰ τὴν Ἐνσάρκωσι. Τὸ ἂν κάνωμε τώρα σωστὴ ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα. Δηλαδὴ πῶς ξέρομε ὅτι μία ἀποκάλυψις τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ μία ἐμπειρία θεώσεως ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἁγία Γραφή, εἶναι ἀληθινή; Πῶς διακρίνομε, ἐὰν ἕνας, ποὺ λέγει ὅτι εἶδε τὸν Θεό, εἶναι προφήτης ἢ ψευδοπροφήτης; Ὁ ἀληθινός, ὁ γνήσιος προφήτης, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει φθάσει σὲ θέωσι κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Kατ᾿ ἀντιδιαστολὴν ὁ ψευδοπροφήτης εἶναι ἐκεῖνος ποὺ λέγει ὅτι ἔχει φθάσει σὲ θέωσι, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχῃ φθάσει σὲ θέωσι.
Τὰ περὶ δημιουργίας τοῦ κόσμου ξέρει ὅποιος ἔχει φθάσει στὴν θέωσι, διότι σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάστασι βλέπει τὰ ἐκ τοῦ Πατρὸς καί τα ἐκ τοῦ μὴ ὄντος. Δηλαδὴ βλέπει ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸ μὴ ὅν, ἀλλὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν βούλησι τοῦ Θεοῦ· βλέπει ἐπίσης ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸν Θεόν. Αὐτὰ δὲ τὰ τελευταῖα εἶναι τὰ τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἡ οὐσία, ἡ φυσικὴ ἐνέργεια τῆς οὐσίας, τὸ κράτος, ἡ βασιλεία, ἡ δόξα, ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ πολλαπλασιάζεται ἀπολλαπλασιάστως στοὺς πολλοὺς κλπ. Ὅ,τι προέρχεται καὶ ὑπάρχει ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ ὄχι ἀπὸ τὸ μὴ ὅν, εἶναι ἄκτιστο, ἐνῶ ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὸ μὴ ὅν εἶναι κτιστό.
Βάσει αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως ἐγράφησαν ὅσα ἐγράφησαν περὶ τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου στὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν τὰ πῆρε αὐτὰ ποὺ λέγει «ἀπὸ τὸν οὐρανό», δὲν ἐγράφησαν οὐρανοκατέβατα δηλαδή, οὔτε ἡ Ἁγία Γραφὴ ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅπως λένε οἱ Μουσουλμᾶνοι ὅτι ἦλθε τὸ Κοράνιο, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν ὅτι τὸ Κοράνιο εἶναι ἄκτιστο. Οὔτε εἶναι ἡ Ἁγία Γραφὴ μία νοησιαρχικὴ ἀποκάλυψις. Ἀποκομμένη δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει γιὰ ἐμπειρίες Προφητῶν καὶ Ἀποστόλων, μιλάει γιὰ δοξασμό, μιλάει γιὰ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁπότε βλέπομε ὅτι μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει μία παράδοσις πρὸ τῆς ἐμφανίσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ τὴν συγγραφὴ τῆς Πεντατεύχου ἀπὸ τὸν Μωϋσέα. Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἐμφανίζεται σὲ κάποια συγκεκριμένη στιγμὴ μέσα στὴν ἱστορία. Ὁ πυρῆνας ὅμως τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὑπάρχει πρὶν τὴν ἐμφάνισί της ὡς γραπτοῦ κειμένου. Ποιός ὅμως εἶναι αὐτὸς ὁ πυρῆνας; Εἶναι ἡ κοινωνία τῶν Πατριαρχῶν καὶ τῶν Προφητῶν μετὰ τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ὁ κεντρικὸς ἄξονας τῆς Βιβλικῆς παραδόσεως δὲν εἶναι τὸ βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλὰ οἱ ἐμπειρίες θεώσεως τῶν Πατριαρχῶν καὶ τῶν Προφητῶν. Ἡ Ἁγία Γραφὴ τότε τί κάνει; Ἁπλῶς καταθέτει γραπτῶς τὴν περιγραφὴ αὐτῶν τῶν ἐμπειριῶν, οἱ ὁποῖες ὅμως οὐσιαστικὰ δὲν μποροῦν νὰ περιγραφοῦν, διότι εἶναι στὴν κυριολεξία ἀπερίγραπτες, ἀφοῦ εἶναι ὑπεράνω τῆς λογικῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ἔχει ὡς σκοπὸ νὰ περιγράψῃ τὸν Θεό, διότι ὁ Θεὸς εἶναι ἀπερίγραπτος. Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἔχει σκοπὸ νὰ ὁδηγήσῃ τὸν ἄνθρωπο σὲ ἕνωσι μὲ τὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἡ γλῶσσα τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι συμβολική, ὅταν μιλάη γιὰ τὸν Θεό. Διότι ὁ Προφήτης ἀναγκάζεται νὰ χρησιμοποιήσῃ νοήματα, σχήματα καὶ εἰκόνες παρμένες ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἐμπειρία γιὰ νὰ περιγράψῃ τὸ ἄκτιστο, ποὺ εἶναι ἀπερίγραπτο.
__________________________
Σημειώσεις:
117. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης στὸν προφορικό του λόγο κυρίως, ὅπως ἐδῶ, χρησιμοποιεῖ μερικὲς φορὲς λέξεις τίς ὁποῖες τὸ γλωσσικὸ αἰσθητήριο τοῦ μέσου πεπαιδευμένου συγχρόνου Ἕλληνος θὰ ἀπέρριπτε. Ἡ ἐξήγησις εἶναι ὅτι ὁ π. Ἰωάννης μεγάλωσε καὶ ἀνδρώθηκε στὶς Η.Π.Α., ὁπότε δὲν εἶχε τὴν αἴσθηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ποὺ ἔχει ἕνας γηγενὴς Ἕλληνας.
118. Αὐτὴ ἡ παράδοσις συνεχίζεται μέχρι σήμερα στὰ πρόσωπα τῶν σημερινῶν ζώντων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας.
119. Τὸ ἔτος 1983.
120. Βλ. ὑποσ. 117.
121. Αὐτὸ μαρτυροῦν οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, στὶς ὁποῖες φαίνεται καθαρὰ ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ νοὸς εἶναι μία θεραπεία ποὺ ἀφορᾷ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
122. Τὸ ἔτος 1983.
123. Ἡ ὁποία δυστυχῶς συνεχίζεται μέχρι τῶν ἡμερῶν μας.
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου