Πέμπτη 23 Μαρτίου 2023

Λάμπρος Σκόντζος: Ἅγιος Νεομάρτυς Λουκάς ὁ ἐν Μυτιλήνη μαρτυρήσας


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
 
Στὴ μεγάλη χωρία τῶν ἐνδόξων Νεομαρτύρων συγκαταλέγονται πολλὰ νέα παλληκάρια, τὰ ὁποῖα ἀψήφησαν τὰ νιᾶτα τους, ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸ Χριστὸ καὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ Ἐκεῖνον. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε καὶ ὁ ἅγιος Νεομάρτυς Λουκᾶς ὁ ἐν Μυτιλήνῃ μαρτυρήσας.
 
Γεννήθηκε τὸ 1783 στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης ἀπὸ φτωχοὺς γονεῖς, τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὴ Δομνίστα. Σὲ ἡλικία μόλις ἕξι ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ πάμφτωχη μητέρα του τὸν παρέδωσε σὲ ἕναν γνωστό της ἔμπορο πραματευτή, νὰ ἐργαστεῖ κοντά του, νὰ ἐπιβιώσει καὶ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἐπαγγελματικά. Ὁ ἔμπορος αὐτὸς δέχτηκε τὸ μικρὸ Λουκᾶ καὶ τὸν πῆρε μαζί του στὶς ἐπιχειρήσεις του. Ἀρχικὰ πῆγαν στὴν Ρωσία καὶ ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου διατηροῦσε μεγάλο κατάστημα.
 
Ὁ Λουκᾶς ἔδειξε προθυμία καὶ ἀφοσίωση στὸν καλοκάγαθο ἔμπορο καὶ ἐκεῖνος τὴν ἀγάπη του καὶ τὴ στοργή του στὸ ὀρφανὸ παιδί. Εἶχαν περάσει ἑπτὰ χρόνια κοντά του. Κάποια μέρα ὅμως ὁ Λουκᾶς, ἐνῶ βρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὸ κατάστημά τοῦ ἀφεντικοῦ του, γιὰ ἄγνωστη αἰτία μάλωσε μὲ ἕνα τουρκόπουλο καὶ τὸ κτύπησε. Τὴ σκηνὴ τῆς διένεξης τῶν παιδιῶν εἶδαν καὶ κάποιοι περαστικοὶ Τοῦρκοι. Βλέποντας τὸ ρωμιόπουλο νὰ χειροδικεῖ στὸ τουρκόπουλο, ἀγανάκτησαν, διότι ἡ χειροδικία ὑπόδουλου Ρωμιοῦ σὲ Τοῦρκο θεωροῦνταν μεγάλη ἀτίμωση, ὅρμησαν σὰν ἄγρια θηρία ἐναντίον τοῦ δεκατριάχρονου παιδιοῦ, τὸ ξυλοκόπησαν ἄγρια καὶ ἦταν ἕτοιμοι νὰ τὸ λυντσάρουν.
 
Τὸ ἀπροστάτευτο παιδί, ὅπως ἦταν φυσικό, φοβήθηκε πολὺ καὶ ἄρχισε νὰ παρακαλεῖ τοὺς ἐξαγριωμένους ἀλλόθρησκους Τούρκους νὰ τὸ λυπηθοῦν καὶ νὰ τὸ ἀφήσουν. Ὅταν μάλιστα, ἐκεῖνοι ἐπέμειναν καὶ τὸ κακοποιοῦσαν ἀνελέητα, φώναξε: «Ἀφῆστε με καὶ ἐγὼ θὰ τουρκέψω», ποὺ σημαίνει ὅτι θὰ ἀλλαξοπιστοῦσε καὶ θὰ ἀσπάζονταν τὸ Ἰσλάμ. Ἀκούγοντας ἐκεῖνοι τὴν ὑπόσχεσή του, ἠρέμισαν καὶ ἔπαψαν νὰ τὸν κτυποῦν.
 
Τὴν ἴδια στιγμὴ πέρασε ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο κάποιος ἐπιφανὴς Τοῦρκος ἀγᾶς καὶ ζήτησε νὰ μάθει γιὰ τὸ συμβάν. Ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι τὸ παιδὶ ὑποσχέθηκε νὰ τουρκέψει, τὸ πῆρε μὲ χαρὰ μαζί του στὸ σπίτι του. Ἐκεῖ τοῦ ζήτησε νὰ κρατήσει τὴν ὑπόσχεσή του νὰ ἀλλαξοπιστήσει, νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὴν ἰσλαμικὴ θρησκεία.
 
Στὴν ἀρχὴ ὁ Λουκᾶς δὲν εἶχε συνειδητοποιήσει τὸ κακὸ ποὺ ἔκαμε στὸν ἑαυτό του καὶ τὸν θεωροῦσε τυχερό, ποὺ ξέφυγε τὸν κίνδυνο τοῦ λυντσαρίσματος. Ὅμως γρήγορα κατάλαβε τὸ μεγάλο καὶ μοιραῖο λάθος του νὰ ἀρνηθεῖ τὴν ἀληθινὴ πίστη στὸ Χριστὸ καὶ νὰ ταυτιστεῖ μὲ τοὺς τυράννους του καὶ ἄρχισε νὰ νοιώθει τύψεις καὶ πίκρα. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Τοῦρκος ἀγᾶς καὶ ἡ οἰκογένειά του ἔδειχναν συμπάθεια καὶ ἦταν πολὺ γενναιόδωροι μαζί του, αὐτὸς ἔδειχνε ἀγχωμένος καὶ πικραμένος. Τὰ πλούτη καὶ ἡ καλοπέραση στὸ τούρκικο ἀρχοντικὸ δὲν τοῦ ἔκαναν καμιὰ ἐντύπωση καὶ τὰ περιφρονοῦσε διακριτικά. Εἶχε πάρει τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ φύγει κρυφὰ ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σπίτι.
 
Κατάφερε νὰ στείλει μήνυμα στὸ ἀφεντικό του νὰ βρεῖ τρόπο νὰ τὸν πάρει ἀπὸ τὸ τουρκικὸ σπίτι καὶ νὰ γλυτώσει τὴν περιτομή, μὲ τὴν ὁποία θὰ ὁλοκληρώνονταν ἡ ἐξωμοσία του. Πρὶν ἔρθει ὁ χότζας νὰ τοῦ κάμει περιτομή, τὸ ἀφεντικό του βρῆκε τρόπο ν᾿ ἀπομακρύνει τὸ παιδί. Ἔτρεξε στὸν πρέσβη τῆς Ρωσίας, ὁ ὁποῖος ἦταν φίλος του καὶ τὸν παρακάλεσε μὲ θέρμη νὰ τὸ σώσει, ὁ ὁποῖος ἔστειλε ἄνθρωπο δικό του στὸν ἀγᾶ νὰ τοῦ δώσει τὸ παιδί, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀρνήθηκε, ἐπικαλούμενος τήν ἐθελούσια πρόθεσή του νὰ τὸν ἀκολουθήσει στὸ σπίτι του καὶ νὰ ἐξισλαμισθεῖ. Ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Ρώσου πρέσβη ἔφυγε ἄπραγος καὶ ὁ ἀγᾶς προχώρησε στὴν περιτομὴ τοῦ παιδιοῦ καὶ τὸ ἔδεσε, γιὰ νὰ μὴν φύγει.
 
Ὅμως ὁ μικρὸς Λουκᾶς βρῆκε τὴν εὐκαιρία καὶ δραπέτευσε καὶ πέρασε ἀπέναντι στὸν Γαλατά. Ζήτησε βοήθεια ἀπὸ κάποιους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τοῦ ἔδωσαν χριστιανικὰ ροῦχα, τὸν φυγάδευσαν μὲ καράβι γιὰ τὴ Σμύρνη. Ἀπὸ ἐκεῖ κατέληξε στὴν Θήρα, ὅπου προσβλήθηκε ἀπὸ ἀρρώστια τῶν ματιῶν του. Ἐκεῖ βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπισκεφτεῖ ἕνα πνευματικό, στὸν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε μὲ δάκρυα καὶ ἀναστεναγμοὺς τὸ μεγάλο ἁμάρτημά του νὰ ἀλλαξοπιστήσει.
 
Ὁ συμπονετικὸς πνευματικὸς προσπάθησε νὰ ἠρεμήσει τὸ παιδὶ καὶ νὰ τὸ παρηγορήσει, λέγοντάς του πὼς ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς συγχωρήσει ὅλα μας τὰ ἁμαρτήματα, φτάνει νὰ μετανοιώσουμε γι᾿ αὐτά. Παράλληλα ὁ ἀγαθὸς ἐκεῖνος κληρικὸς κατάλαβε πὼς κινδύνευε νὰ συλληφθεῖ ἀπὸ τοὺς Τούρκους, νὰ κινδυνέψει ἡ ζωή του καὶ ἴσως ἡ πίστη του, φοβούμενος ὅτι μὲ τὰ μαρτύρια θὰ  δείλιαζε καὶ δὲν θὰ ἀπαρνιόταν τὸ Ἰσλάμ. Γι᾿ αὐτὸ τὸν συμβούλεψε νὰ μεταβεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος, γιὰ νὰ εἶναι ἀσφαλὴς καὶ νὰ ἐπιμεληθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του.
 
Ὁ Λουκᾶς δέχτηκε μετέβῃ στὸ Ἅγιο Ὄρος, ὅπου περιπλανήθηκε σὲ διάφορες Μονές, ὅπως τῆς Μεγίστης Λαύρας καὶ τῶν Ἰβήρων, κατέληξε στὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὅπου ἔγινε δεκτὸς καὶ δέχτηκε τὴν ρασοευχή. Κατόπιν περιπλανήθηκε καὶ σὲ ἄλλες Μονὲς καὶ Σκῆτες. Τελικὰ ἔφτασε στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, ὅπου γνωρίστηκε μὲ ἕναν σεβάσμιο πνευματικό, τὸν Βησσαρίωνα, στὸν ὁποῖο ἀποκάλυψε τὴν πτώση του καὶ τοῦ γνώρισε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ὁμολογήσει δημόσια τὴν μεταστροφή του στὸ Χριστό. Ὁ ἔμπειρος Γέροντας δέχτηκε μὲ χαρὰ τὴν μετάνοιά του καὶ ἀφοῦ τὸ ἐπαίνεσε, τοῦ γνώρισε τίς δυσκολίες καὶ τοὺς κινδύνους μιᾶς δημόσιας ἀπάρνησης τοῦ Ἰσλάμ. Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση τὸ Κοράνιο καὶ ἡ ἰσλαμικὴ σαρία, προβλέπουν βαριὲς τιμωρίες καὶ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου. Τοῦ γνώρισε ἐπίσης πὼς ἂν ἐπιμείνει στὴν ἀπόφασή του ἔπρεπε νὰ προετοιμασθεῖ πνευματικὰ γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ μαρτύριο. Ὅταν εἶδε ὁ Γέροντας Βησσαρίων ὅτι ὁ Λουκᾶς ἦταν ἀποφασισμένος, ἀνάλαβε ἐκεῖνος νὰ τὸν προετοιμάσει, ἔγινε ὁ «ἀλλείπτης» του.
 
Μὲ αὐστηρὴ νηστεία, ἀγρυπνία, ἀδιάλειπτη προσευχή, μετάνοιες καὶ Θεῖα Κοινωνία πέρασε  ἀρκετὸς καιρός. Μετὰ ἐκάρῃ μοναχός, στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα, πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ Βησσαρίωνα καὶ ἔφυγε γιὰ τὸ μαρτύριο. Ἀφοῦ περιπλανήθηκε σὲ ἀρκετὰ μέρη, κατέληξε στὴ Μυτιλήνη, στὸ χωριὸ Πάμφυλα. Ἐκεῖ γνώρισε τὸν ἐνάρετο ἐφημέριο τοῦ χωριοῦ Παρθένιο, στὸν ὁποῖο ἐξομολογήθηκε τὴν ἐπιθυμία του νὰ ὁμολογήσει δημόσια τὴν μεταστροφή του στὸ Χριστὸ καὶ νὰ ξεπλύνει μὲ τὸ αἷμα του τὸ κρίμα του. Ὁ Παρθένιος ὑπάκουσε, τέλεσε Εὐχέλαιο, τὸν Κοινώνησε, τὸν ἔντυσε κατάσαρκα μὲ τὸ μοναχικὸ «παραμάντι», μὲ τὸ ἁγιοταφίτικο σάβανο καὶ ἀπὸ πάνω κοσμικὰ ροῦχα, τὸν σταύρωσε μὲ λάδι ἀπὸ τὸν Πανάγιο Τάφο καὶ τοῦ ἔδεσε μέσα στὰ μαλλιὰ ἕνα κομματάκι ἀπὸ τὸ ματωμένο πουκάμισο τοῦ Νεομάρτυρα τῆς Μυτιλήνης Θεοδώρου.
 
Ὁ Λουκᾶς κίνησε γιὰ τὸν Τοῦρκο δικαστή, στὸν ὁποῖο γνώρισε τὴν μεταμέλειά του νὰ γίνει μουσουλμᾶνος. Τοῦ δήλωσε ὅτι ἡ ἀπάρνηση τῆς χριστιανικῆς πίστης ἦταν τὸ μεγάλο λάθος τῆς ζωῆς του, νὰ ἀφήσει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸ ψεῦδος. Τοῦ τόνισε πὼς «Ἐγὼ ὅταν ἤμουν μικρὸ παιδί, δεκατριῶν ἐτῶν, ξεγελάστηκα ἀπὸ ἐσᾶς καὶ ἦρθα στὴ θρησκεία σας, μὴ μπορῶντας νὰ ξεχωρίσω τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὸ ψέμα. Ἔμεινα στὴ θρησκεία σας λίγο καιρὸ ἀλλά, ὅταν ἐνηλικιώθηκα, κατάλαβα ὅτι ἡ θρησκεία σας εἶναι ψεύτικη καὶ αὐτὸς πού τὸν λέτε γιὰ προφήτη εἶναι ἀπατεῶνας καὶ παραμυθᾶς καὶ σᾶς ἐξαπάτησε ὅλους σας καὶ τὸν πιστέψατε. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔμαθα πὼς ἡ θρησκεία σας εἶναι σκοτάδι, τὴν ἀρνοῦμαι μπροστά σας καὶ ὁμολογῶ τὴ χριστιανικὴ πίστη μου, ποὺ εἶναι τὸ ἀληθινὸ φῶς. Πιστεύω καὶ προσκυνῶ τὸν Κύριό μου Ἰησοῦ Χριστό, Θεὸ ἀληθινό».
 
Ὁ δικαστὴς κρύβοντας τὸν θυμό του καὶ τὴν ἀγανάκτησή του, κατέβαλε προσπάθεια νὰ τὸν μεταπείσει, γνωρίζοντάς του τίς συνέπειες, ἂν ἐπέμεινε στὴν ἀπόφασή του: φρικτὰ βασανιστήρια καὶ θάνατος! Κατόπιν τοῦ ἔταξε χρήματα καὶ ἀξιώματα. Ὅμως ὁ γενναῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ ἔδειξε τὴν περιφρόνησή του γιὰ ὅλα αὐτὰ καὶ προτιμᾷ τὸ μαρτύριο. Τότε τὸν ἔστειλε στὸ ναζήρη, τὸν ἔφορο τῶν βακουφίων. Στὸ δρόμο συνάντησαν τὸν μητροπολίτη τῆς περιοχῆς καὶ ὁ Λουκᾶς τοῦ ζήτησε νὰ κάμει δέηση γιὰ νὰ τὸν ἐνδυναμώσει ὁ Θεός. Ἐκεῖνος ἔστειλε γράμματα σὲ ὅλα τὰ χωριὰ νὰ κάνουν παρακλήσεις γιὰ χάρη τοῦ μάρτυρος. Ἔτσι σ᾿ ὅλο τὸ νησὶ γινόταν προσευχὴ γιὰ τὴν ἐνίσχυση τοῦ Μάρτυρα.
 
Ὁ ναζήρης ἔταξε καὶ αὐτὸς στὸ Λουκᾶ χρήματα καὶ ἐξουσίες, τὰ ὁποῖα ὅμως περιφρόνησε καὶ ὁμολόγησε καὶ σ᾿ αὐτὸν τὴν πίστη του στὸ Χριστό. Ἐκεῖνος διέταξε νὰ τὸν κλείσουν στὴ φυλακὴ καὶ νὰ τὸν βασανίσουν φρικτὰ μὲ τὸ «τομπρούκι», τὸ ἐπώδυνο ξύλο στὰ πόδια, προκαλῶντας του ἀφόρητους πόνους. Ὁ Μητροπολίτης ἔστειλε ἄνθρωπο στὴ φυλακὴ καὶ τὸν κοινώνησε καὶ τοῦ ζήτησε νὰ μείνει ἀμετάπειστος στὴν ὁμολογία του.
 
Ἀφοῦ εἶδαν οἱ Τοῦρκοι ὅτι ἦταν μάταιο νὰ τὸν μεταπείσουν, ὁ δικαστὴς ἐξέδωσε διαταγὴ γιὰ τὴν θανάτωσή του. Θάνατος διὰ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως. Ὁ δήμιος τὸν ρώτησε γιὰ τελευταία φορὰ ἂν μετάνοιωσε γιὰ τὴν ἀπόφασή του. Ὁ ἅγιος φώναξε δυνατά: «ὄχι». Τότε τοῦ πέρασε τὴ θηλιὰ καὶ σὲ ἐλάχιστο χρόνο ἡ ψυχή του πέταξε στὰ οὐράνια. Ἦταν 23 Μαρτίου τοῦ 1802. Ὁ Γενναῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ ἦταν μόλις δεκαεννέα ἐτῶν.
 
Τὸ ἱερό του λείψανο ἔμεινε τρεῖς μέρες κρεμασμένο γιὰ παραδειγματισμό. Ἔδειχνε ἠρεμία, σὰν νὰ κοιμᾷται καὶ σκορποῦσε μιὰ ἄρρητη εὐωδία. Ἐπειδὴ ἐρχόταν οἱ χριστιανοὶ νὰ τὸ προσκυνήσουν, τὸ πέταξαν στὴ θάλασσα. Ἀλλὰ τὸ καράβι τσακίστηκε στὰ βράχια, τὸ ἱερὸ σκήνωμα δὲν καταποντίστηκε, βγῆκε στὴν ἀκτὴ καὶ οἱ πιστοὶ τὸ ἔθαψαν μὲ τιμές. Ἡ μνήμη του τιμᾷται στὶς 23 Μαρτίου, τὴν ἡμέρα τοῦ ἡρωικοῦ καὶ ἐνδόξου μαρτυρίου του.

__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου