Τρίτη 7 Αυγούστου 2018

Παγκοσμιοποίηση και εθνική κυριαρχία



Του Νίκου Ιγγλέση 

Ένας αδυσώπητος πόλεμος διεξάγεται ήδη, σε διεθνές επίπεδο, μεταξύ των δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης (globalization) και των επί μέρους  κοινωνιών, που αντιπροσωπεύονται από τα κράτη-έθνη. 

Το διακύβευμα  της σύγκρουσης είναι ο έλεγχος της κυβέρνησης κάθε κράτους από τις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης ή απ’ αυτές που αντιτίθενται σ’ αυτήν. 

Ο έλεγχος της κρατικής δομής χρησιμοποιείται  προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, δηλαδή, είτε προς την αποδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας είτε προς την ενίσχυσή της.


Η παγκοσμιοποίηση είναι το ανώτατο, μέχρι στιγμής, στάδιο του καπιταλιστικού συστήματος που προωθεί την ολοκλήρωσή του σε πλανητική κλίμακα. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός, όπως πιστεύουν κάποιοι μαρξιστές, αλλά ένα εντελώς νέο και διαφορετικό επίπεδο της εξέλιξης του καπιταλισμού. Ο Β. Ι. Λένιν στο κλασσικό έργο του «Ο ιμπεριαλισμός – ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» που γράφτηκε πριν από 100 χρόνια, το 1916, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, επισημαίνει ότι ο ιμπεριαλισμός έχει πέντε βασικά χαρακτηριστικά:


α) Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου έχει φτάσει σε τέτοια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης ώστε να δημιουργεί μονοπώλια.
β) Η συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό έχει δημιουργήσει μια χρηματιστική ολιγαρχία.
γ) Η εξαγωγή κεφαλαίου αποκτά εξαιρετικά σπουδαία σημασία, σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων.
δ) Η συγκρότηση διεθνών μονοπωλιακών ενώσεων των κεφαλαιοκρατών που μοιράζουν τον κόσμο.
ε) Το εδαφικό μοίρασμα της γης (σ.σ. αποικίες) έχει τελειώσει από τις Μεγάλες Δυνάμεις.



Ο ιμπεριαλισμός από τις αρχές του 19ου αιώνα, βασίστηκε στις μεγάλες και ισχυρές καπιταλιστικές χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Ιαπωνία, ΗΠΑ κλπ) που μοίρασαν τον κόσμο σε σφαίρες πολιτικής και οικονομικής επιρροής, οι οποίες προστατεύονταν με τη στρατιωτική ισχύ αλλά και με δασμολογικά τείχη. Αυτό έγινε είτε μέσω άμεσης εδαφικής κατάκτησης και εποικισμού είτε διαμέσου έμμεσων μεθόδων άσκησης ελέγχου στην πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία άλλων κρατών. 


Οι επισημάνσεις του Λένιν ίσχυαν εντός της σφαίρας επιρροής κάθε αυτοκρατορίας (imperium), εξ’ ου και ιμπεριαλισμός. Οι πόλεμοι και ιδιαίτερα ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, γίνονταν για την επέκταση της επιρροής κάθε ιμπεριαλιστικής δύναμης. Αντίθετα η παγκοσμιοποίηση αποσκοπεί στη δημιουργία μιας ενιαίας διεθνούς αγοράς, χωρίς σύνορα, που θα υπερβαίνει τους κρατικούς διαχωρισμούς και τον οποιοδήποτε εθνικό έλεγχο και προστατευτισμό.  

Γι’ αυτό η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται σε στρατηγική σύγκρουση με τα κράτη – έθνη. 

Συμπέρασμα: Ο ιμπεριαλισμός βασίστηκε σε  ισχυρούς κρατικούς δρώντες, ενώ η παγκοσμιοποίηση αποσκοπεί στην πλήρη αποδυνάμωση, την υπέρβαση ή και τη διάλυση των κρατών.  Όσοι δεν αντιλαμβάνονται τη νέα πραγματικότητα και μένουν εγκλωβισμένοι σε ιδεολογήματα του παρελθόντος αδυνατούν νε ερμηνεύσουν τις εξελίξεις και να παρέμβουν πολιτικά σ’ αυτές.



Οι βασικοί πυλώνες της παγκοσμιοποίησης είναι τρεις:

  1. Η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων. Κανένας φραγμός δεν πρέπει να υπάρχει στην ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου από μια αγορά στην άλλη, από τη μια χώρα στην άλλη, από τη μια ήπειρο στη άλλη. Αυτά τα κεφάλαια που διατρέχουν τον πλανήτη, αναζητώντας επενδυτικές «ευκαιρίες» για να τοποθετηθούν, αποτελούν τις περίφημες «αγορές» που καθορίζουν που θα υπάρξει οικονομική ανάπτυξη και που ύφεση, ποιος λαός θα χρεοκοπήσει και ποιός όχι.

  2. Η ελεύθερη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών. Τα προϊόντα από χώρες χαμηλού, εργατικού, φορολογικού και περιβαλλοντικού, κόστους πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα, χωρίς δασμούς, τέλη και ειδικούς φόρους, καταστρέφοντας έτσι τις εθνικές οικονομίες και τους μικρούς παραγωγούς. Οι πολυεθνικές εταιρείες χτίζουν τα εργοστάσιά τους σε φθηνές χώρες και από εκεί εξάγουν τα προϊόντα τους στον υπόλοιπο κόσμο. Επίσης μπορούν να εκβιάζουν τους εργαζόμενους σε μια χώρα ότι αν δεν αποδεχτούν χαμηλότερες αμοιβές θα μεταφέρουν το ή τα εργοστάσιά τους αλλού.

  3. Η ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων. Οι άνθρωποι πρέπει να απαλλαγούν προοδευτικά από δεσμούς εθνικούς, πολιτιστικούς και θρησκευτικούς, δηλαδή, με ότι τους δένει με τον τόπο τους και να μετακινούνται εκεί όπου τους χρειάζεται το κεφάλαιο. Γι’ αυτό ενθαρρύνονται τα μεταναστευτικά ρεύματα (ανοιχτά σύνορα) προς τις ανεπτυγμένες χώρες, προκειμένου να υπάρχει ένας εφεδρικός στρατός εργαζομένων που θα είναι διατεθειμένος να δουλέψει με χαμηλότερη αμοιβή, συμπιέζοντας έτσι τους μισθούς των ντόπιων εργαζομένων. Παράλληλα, οι μεταναστευτικές ροές μειώνουν την κοινωνική συνοχή στις χώρες υποδοχής, δημιουργώντας πολυπολιτισμικές οντότητες που, λόγω κατακερματισμού, έχουν περιορισμένη δυνατότητα να υπερασπιστούν τα εθνικά συμφέροντα, που δεν είναι πια κοινά για τις διάφορες πληθυσμιακές ομάδες.


Οι πολυεθνικές επιχειρήσεις εξουσιάζουν ήδη εκατομμύρια ανθρώπων που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο το «λαό» τους. Οι πολυεθνικές λαμβάνουν αποφάσεις εθνικής σημασίας για τις επενδύσεις, την παραγωγή και κατανομή των προϊόντων, τις τιμές, τις αμοιβές και την απασχόληση. Παράλληλα οι μεγαλύτερες από αυτές ασκούν και ένα είδος «ιδιωτικής εξωτερικής πολιτικής», συχνά διαφορετικής από αυτή των εθνικών κρατών, στις συναλλαγές τους με άλλες τοπικές κυβερνήσεις, ενώ έχουν εμφανιστεί και περιπτώσεις δημιουργίας «ιδιωτικών στρατών». 

Οι πολυεθνικές αποτελούν υβρίδια νέου είδους κρατών, χωρίς σύνορα, αλλά με μεγάλη ισχύ και δημιουργούν γι’ αυτό και το αναγκαίο ιδεολογικό πλαίσιο. Ο λαός μιας χώρας έχει στην πραγματικότητα δύο κυβερνήσεις. Η πρώτη είναι αυτή που εκλέγει κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια που είναι προσωρινή και αδύναμη. Η δεύτερη και πολύ πιο ισχυρή είναι μόνιμη και αποτελείται από τους εκπροσώπους των πολυεθνικών επιχειρήσεων και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.


Το κύριο εμπόδιο στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης αποτελούν τα κράτη-έθνη με τα θεσμοθετημένα κυριαρχικά συμφέροντά τους. Η προοδευτική αποδυνάμωση των κρατών, η μεταφορά μέρους της κυριαρχίας τους σε υπερεθνικές δομές και ο εγκλωβισμός τους μέσα σε διεθνείς οικονομικές συμφωνίες αποσκοπούν στην προετοιμασία της εγκαθίδρυσης μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Αυτός είναι ο σημερινός φασισμός, ο φασισμός του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων.



Οι πολιτικές της παγκοσμιοποίησης στην ευρωπαϊκή ήπειρο υλοποιούνται από την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. Πολλές βασικές αρμοδιότητες των κυβερνήσεων έχουν, βάσει των ευρωπαϊκών συνθηκών, εκχωρηθεί στην Κομισιόν και στην αδιαφανή γραφειοκρατία των Βρυξελλών, ενώ η νομισματική ανεξαρτησία έχει παραχωρηθεί στην ΕΚΤ. Ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μανουέλ Μπαρόζο σε ομιλία του, το 2014, είχε πει: «Η Ε.Ε. είναι ένα εργαστήρι της παγκοσμιοποίησης». Η Ελλάδα, από το 2010, έγινε ένα από τα πειραματόζωα στο εργαστήρι.


Παράλληλα, μια σειρά διακρατικών συμφωνιών προετοιμάστηκαν ή υπογράφηκαν για να θεσμοθετήσουν τους κανόνες του ελεύθερου – χωρίς δασμούς – εμπορίου και τη νομική προστασία των πολυεθνικών εταιρειών από τις πολιτικές των εθνικών κυβερνήσεων. Βασικές τέτοιες συμφωνίες είναι: Η Συμφωνία Διεθνούς Εμπορίου (NAFTA) μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού. Η Συμφωνία Συνεργασίας των δύο Πλευρών του Ειρηνικού (TTP) μεταξύ των ΗΠΑ, άλλων έντεκα χωρών της Αμερικής και της Ασίας, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας. Η Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία (CETA) μεταξύ της Ε.Ε. και  του Καναδά. 

Η Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Σχέση (TTIP) μεταξύ της Ε.Ε. και ΗΠΑ. Μετά την εκλογή του ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αρνήθηκε να επικυρώσει την TTIP που είχε προετοιμάσει η προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα, απέσυρε τις ΗΠΑ από την TTP, ζήτησε την αναθεώρηση της NAFTA, ενώ άρχισε την επιβολή δασμών σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων με στόχο το δίκαιο εμπόριο. Οι ανταγωνιστές της Αμερικής προχωρούν ήδη σε δασμολογικά αντίποινα. Η Belle Epoque της παγκοσμιοποίησης πνέει τα λοίσθια και οι δυνάμεις που την εκπροσωπούν αισθάνονται το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια τους.



Από τη δεκαετία του ’80 ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός επικράτησε στη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Μετά την κατάρρευση των «κομμουνιστικών» καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, τη διετία 1990-91, η παγκοσμιοποίηση άρχισε να επελαύνει χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Ως ιδεολογικό Μανιφέστο της χρησιμοποίησε  το βιβλίο του αμερικανού καθηγητή Φράνσις Φουκουγιάμα «Το τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος» που εκδόθηκε το1992. 


Την ίδια χρονιά υπογράφηκε η Συνθήκη του Μάαστριχτ που θεσμοθετεί τις αρχές της παγκοσμιοποίησης στην Ευρώπη και εισάγει τις διαδικασίες υιοθέτησης  του ενιαίου νομίσματος, του ευρώ ( τέθηκε σε κυκλοφορία το 2002). Μέσα από τις μετέπειτα συνθήκες, τις οδηγίες και τους κανονισμούς της Ε.Ε. η παγκοσμιοποίηση συμβολαιοποιήθηκε, έγινε το σημερινό ευρωπαϊκό κεκτημένο. Το 2002 ο τότε αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον δήλωσε ότι: «Η παγκοσμιοποίηση είναι το οικονομικό ισοδύναμο της φύσης και ότι είναι το προσδιοριστικό χαρακτηριστικό του κόσμου». 



Το κείμενο αυτό αποτελεί τμήμα του κεφαλαίου «Η Παγκοσμιοποίηση» από το νέο βιβλίο του Νίκου Ιγγλέση «Στρατηγικές επιλογές επιβίωσης του Ελληνισμού» που θα κυκλοφορήσει τον προσεχή Σεπτέμβριο. Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» στις 4-8-18.



[Πηγή]https://kostasxan.blogspot.com/2018/08/blog-post_981.html
«Τριβέλι Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου