ΜΕΡΟΣ 2ον
Tοῦ
κ. Γεωργίου Θ. Μηλίτση, διδασκάλου
Οἱ φίλοι του
Ὁ
μακαριστός ποιμένας τοῦ Πλατάνου ἔχοντας ταπεινό φρόνημα προσπάθησε, γιά νά ἀναπληρώσει
τίς ἐλλείψεις του νά συνδεθεῖ μέ πνευματικά πρόσωπα, ἀπό τά ὁποῖα πολλά
διδάχθηκε καί ὠφελήθηκε.
Συχνά,
ὅπως ἔλεγε, «πεταγόνταν» στά Μετέωρα ὄχι μόνον, γιά νά ρουφήξει τό πνευματικό
νέκταρ, σάν ἄλλη φίλεργος μέλισσα, ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν πατέρων πού ἀσκοῦνταν ἐκεῖ,
ἀλλά καί γιά νά ἐξομολογηθεῖ.
Πάνω
στό βράχο τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου, τό Μεγάλο Μετέωρο, γνώρισε μιά μεγάλη μοναστική
μορφή τῶν ἡμερῶν μας, τόν π. Αἰμιλιανό, πού ἦταν ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Ὁ π. Αἰμιλιανός
ἀπό τήν πρώτη τους συνομιλία κατάλαβε ὅτι μπροστά του ἔχει ὄχι ἕνα συνηθισμένο
κληρικό, ἀλλά ἕνα ἁγιασμένο ποιμένα τῆς ᾽Ορθόδοξης Ἐκκλησίας μας, πού πρέπει νά
ἀποτελέσει πρότυπο γιά τούς ἄλλους κληρικούς καί μοναχούς.
Διαβάζουμε: «Ὁ σεβάσμιος λευῒτης ἀποτελοῦσε πρόσωπο ἀξιοσέβαστο καί ἱερό γιά τόν Γέροντα Αἰμιλιανό ἀλλά καί γιά τήν ἀδελφότητα τοῦ Μεγάλου Μετεώρου καί κατόπιν τῆς Σιμωνόπετρας καί τῆς ᾽Ορμύλιας.
Τόν νεαρό ἱερομόναχο Αἰμιλιανό ἐντυπωσίασε βαθύτατα ἡ εὐλάβεια τοῦ παπά-Δημήτρη πρός τούς Ταξιάρχες, προστάτες ἁγίους τοῦ χωριοῦ του, ἡ ἁπλότητα, ἡ οἰκείωσή του πρός τά «ἱερῶς τελούμενα», ἡ ἄσκηση καί ἡ ταπείνωσή του.
Ὅταν μετά ἀπό λίγο αὐτός ὁ ἐνάρετος ἱερέας ἄρχισε νά ἐξομολογεῖται στόν Γέροντα, διατηρῶντας αὐτόν τόν πνευματικό δεσμό μέχρι τό ὁσιακό του τέλος, ἀποκάλυψε σέ ἐκεῖνον τά ἐσώτατα τῶν νηπτικῶν, προσευχητικῶν καί λατρευτικῶν βιωμάτων του.
Ἡ ζωή του, ὅπως γράφει ὁ π. Αἰμιλιανός γι᾽ αὐτόν, ἦταν μία χειραγωγία ἀπό τήν Θεία Χάρη, ὥστε νά ἀναδεικνύεται ὄργανο ἔκφρασης τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. (Κατηχήσεις Τόμος 1ος)».
Διαβάζουμε: «Ὁ σεβάσμιος λευῒτης ἀποτελοῦσε πρόσωπο ἀξιοσέβαστο καί ἱερό γιά τόν Γέροντα Αἰμιλιανό ἀλλά καί γιά τήν ἀδελφότητα τοῦ Μεγάλου Μετεώρου καί κατόπιν τῆς Σιμωνόπετρας καί τῆς ᾽Ορμύλιας.
Τόν νεαρό ἱερομόναχο Αἰμιλιανό ἐντυπωσίασε βαθύτατα ἡ εὐλάβεια τοῦ παπά-Δημήτρη πρός τούς Ταξιάρχες, προστάτες ἁγίους τοῦ χωριοῦ του, ἡ ἁπλότητα, ἡ οἰκείωσή του πρός τά «ἱερῶς τελούμενα», ἡ ἄσκηση καί ἡ ταπείνωσή του.
Ὅταν μετά ἀπό λίγο αὐτός ὁ ἐνάρετος ἱερέας ἄρχισε νά ἐξομολογεῖται στόν Γέροντα, διατηρῶντας αὐτόν τόν πνευματικό δεσμό μέχρι τό ὁσιακό του τέλος, ἀποκάλυψε σέ ἐκεῖνον τά ἐσώτατα τῶν νηπτικῶν, προσευχητικῶν καί λατρευτικῶν βιωμάτων του.
Ἡ ζωή του, ὅπως γράφει ὁ π. Αἰμιλιανός γι᾽ αὐτόν, ἦταν μία χειραγωγία ἀπό τήν Θεία Χάρη, ὥστε νά ἀναδεικνύεται ὄργανο ἔκφρασης τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. (Κατηχήσεις Τόμος 1ος)».
Ἐκτός
ἀπό τόν π. Αἰμιλιανό ὁ π. Δημήτρης συνδέθηκε καί μέ ἄλλες ἁγιασμένες μορφές τῶν
ἡμερῶν μας, ὅπως: μέ τόν π. Φιλόθεο Ζερβάκο, ἡγούμενο τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς
Λογγοβάρδας Πάρου, μέ τόν π. Γεώργιο Καψάνη, μέ τόν π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτη, μέ
τόν γέροντα τῆς Πάτμου π. Ἀμφιλόχιο Μακρή καί μέ τό Σέρβο Ὅσιο ᾽Ιουστῖνο
Πόποβιτς (μέσω τῶν πνευματικῶν του τέκνων π. Ἀθανασίου καί π. Ἀμφιλοχίου).
Οὐράνιαι ἐμπειρίαι καί ἐπεμβάσεις
Ὅπως
ἀποκάλυψαν δικά του πρόσωπα μετά τήν κοίμησή του, εἶδε στή ζωή του ἐπεμβάσεις
τοῦ Θεοῦ, τῶν ἁγίων Ταξιαρχῶν καί ἄλλων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Σημειώνουμε
μερικά ἀπό αὐτά πού ἀναφέρονται. ῞Ενα βράδυ ἐνῶ ἀναπαυόταν στό φτωχό σπίτι του ἦλθε
ἕνας γέροντας καί τόν ξύπνησε, λέγοντάς του: «σήκω, παιδί μου, γρήγορα, τό
σπίτι θά πέσει». Ξανά, δεύτερη φορά, τόν ξύπνησε. Καί στό τέλος, τόν ξύπνησε
κανονικά. Βγαίνουν ἀπό τό σπίτι κι ἀμέσως τό σπίτι ἔπεσε! Ὁ γέροντας ἦταν ὁ ἅγιος
Νικόλαος. ῾Υπάρχει στό χωριό ναός ἀφιερωμένος στόν ἅγιο Νικόλαο. Αὐτός ἦρθε καί
τόν προστάτευσε.
Τήν
περίοδο τοῦ ἐμφυλίου πολέμου πέρασε πολλές δοκιμασίες. Ὁ παπα-Δημήτρης ἐπειδή ὁμολογοῦσε
τήν πίστη του καί μιλοῦσε γιά τήν ἀξία τῆς οἰκογένειας καί τῆς πατρίδας τόν ἔβαλαν
στό στόχαστρο, τόν ἀπείλησαν, τόν ἀποκήρυξαν καί πολλές φορές ἀποπειράθηκαν νά
τόν σκοτώσουν κι ὅλο σωζόταν.
Γράφει
ὁ ἴδιος: «Ὅταν στίς 20 ᾽Οκτωβρίου 1945, Κυριακή πρωί, κτύπησα τήν καμπάνα, μᾶς
περιεκύκλωσεν ἀντάρτικος στρατός. Στό χωριό μας ἦταν ὁμάδα ἐθνική καί γι᾽ αὐτό ἤθελαν
νά μᾶς ἐξοντώσουν. Ἄρχισαν νά ρίχνουν πυρά τους γιά φοβερισμό.
Ἐγώ μόλις εἶχα μπεῖ στήν Ἐκκλησία, ἔκαμα τόν σταυρό μου, παρεκάλεσα τόν ἅγιο Νικόλαο καί φεύγω. Ἐκεῖνοι ἀπό τό φυλάκιο ρίξανε ἄφθονες σφαῖρες μέ τό πυροβόλο, καμία τους δέν μέ ἐκτύπησε. Ἀκολούθησα ἕνα ρέμα, τά ἀμπέλια καί ἔχασαν τά ἴχνη μου.
Ἐπήγαινα πρός τό χωριό Βασιλική πού εἶχε ἐθνικό στρατό καί ὁμάδα, γιά νά φυλαχθῶ. Κοντά στά σύνορα τῶν δύο χωριῶν, Ριζώματος – Βασιλικῆς μέ ἔφτασαν. Εἶχαν διατάξει 10 ἱππεῖς καί μέ τόν ἀρχηγό νά μέ πιάσουν. Μέ κυνηγοῦσαν, ἔβριζαν καί ἔρριχναν μέ τά Στέν, χωρίς νά μποροῦν νά μέ φονεύσουν.
Οἱ σφαῖρες τρύπαγαν τά ράσα. Μέ πλησίασαν καί μέ περιεκύκλωσαν στά 50 μέτρα γύρω – γύρω, φωνάζοντας: κερατά, τράγο, ποῦ θά πᾶς; (μέ ἔβριζαν ἐλεεινά). Ἐγώ εὑρισκόμενος ἐν μέσῳ κινδύνου, ἐσήκωσα τά χέρια πρός τόν οὐρανό καί ἐφώναξα ἀπό τό βάθος τῆς ψυχῆς: Μιχαήλ Ἀρχιστράτηγε, σῶσε με, κινδυνεύω.
Ὤ τοῦ θαύματος! Σάν ἀστραπή παρουσιάσθη ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ εἰς τόν ἀρχηγό. Εἶδα ἕνα νέο μέ σπαθί, πού ἔκοψε τά σχοινιά ἀπό τήν σέλα τοῦ ἀλόγου, τόν ἔρριξε κάτω καί τόν ἔσπασε τήν σπονδυλική στήλη. Οἱ ὑπόλοιποι ἔμειναν ἀκίνητοι, ὡσάν νά τούς εἶχε κτυπήσει ἠλεκτρισμός. Ἀκούω μιά φωνή, ἦταν τοῦ ἀρχηγοῦ τους, νά λέγει:
Ἔχεις ὅριο ζωῆς καί ὑψηλούς προστάτας. Εὐχαριστῶ, τούς ἀπήντησα. Τούς συγχώρησα καί τούς εὐχήθηκα ὁ Θεός νά τούς φωτίσει, νά μετανοήσουν καί νά γίνουν καλοί ἄνθρωποι. Νά λέτε τήν ἀλήθεια, τούς εἶπα, γιά νά ἔχετε τόν Θεό βοήθεια καί ἔφυγα σιγά-σιγά γιά τόν προορισμό μου».
Ἐγώ μόλις εἶχα μπεῖ στήν Ἐκκλησία, ἔκαμα τόν σταυρό μου, παρεκάλεσα τόν ἅγιο Νικόλαο καί φεύγω. Ἐκεῖνοι ἀπό τό φυλάκιο ρίξανε ἄφθονες σφαῖρες μέ τό πυροβόλο, καμία τους δέν μέ ἐκτύπησε. Ἀκολούθησα ἕνα ρέμα, τά ἀμπέλια καί ἔχασαν τά ἴχνη μου.
Ἐπήγαινα πρός τό χωριό Βασιλική πού εἶχε ἐθνικό στρατό καί ὁμάδα, γιά νά φυλαχθῶ. Κοντά στά σύνορα τῶν δύο χωριῶν, Ριζώματος – Βασιλικῆς μέ ἔφτασαν. Εἶχαν διατάξει 10 ἱππεῖς καί μέ τόν ἀρχηγό νά μέ πιάσουν. Μέ κυνηγοῦσαν, ἔβριζαν καί ἔρριχναν μέ τά Στέν, χωρίς νά μποροῦν νά μέ φονεύσουν.
Οἱ σφαῖρες τρύπαγαν τά ράσα. Μέ πλησίασαν καί μέ περιεκύκλωσαν στά 50 μέτρα γύρω – γύρω, φωνάζοντας: κερατά, τράγο, ποῦ θά πᾶς; (μέ ἔβριζαν ἐλεεινά). Ἐγώ εὑρισκόμενος ἐν μέσῳ κινδύνου, ἐσήκωσα τά χέρια πρός τόν οὐρανό καί ἐφώναξα ἀπό τό βάθος τῆς ψυχῆς: Μιχαήλ Ἀρχιστράτηγε, σῶσε με, κινδυνεύω.
Ὤ τοῦ θαύματος! Σάν ἀστραπή παρουσιάσθη ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ εἰς τόν ἀρχηγό. Εἶδα ἕνα νέο μέ σπαθί, πού ἔκοψε τά σχοινιά ἀπό τήν σέλα τοῦ ἀλόγου, τόν ἔρριξε κάτω καί τόν ἔσπασε τήν σπονδυλική στήλη. Οἱ ὑπόλοιποι ἔμειναν ἀκίνητοι, ὡσάν νά τούς εἶχε κτυπήσει ἠλεκτρισμός. Ἀκούω μιά φωνή, ἦταν τοῦ ἀρχηγοῦ τους, νά λέγει:
Ἔχεις ὅριο ζωῆς καί ὑψηλούς προστάτας. Εὐχαριστῶ, τούς ἀπήντησα. Τούς συγχώρησα καί τούς εὐχήθηκα ὁ Θεός νά τούς φωτίσει, νά μετανοήσουν καί νά γίνουν καλοί ἄνθρωποι. Νά λέτε τήν ἀλήθεια, τούς εἶπα, γιά νά ἔχετε τόν Θεό βοήθεια καί ἔφυγα σιγά-σιγά γιά τόν προορισμό μου».
Διηγοῦνταν:
-Τήν 18η Αὐγούστου 1959 ἐνῶ λειτουργοῦσα στούς Ταξιάρχες στίς 4 τά ξημερώματα,
μόλις πλησίασα τήν Ὡραία Πύλη, βλέπω στό ἀριστερό μέρος ἕνα εὔμορφο παιδάκι νά
μέ ἀκολουθεῖ. Αὐτό ἀργότερα χάθηκε σά σκιά καί ἀκούστηκε ἕνας κρότος πάνω ἀπό
τήν κανδήλα τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νά σείεται μέχρι τό τέλος τῆς
Λειτουργίας.
-Τήν
1η ᾽Ιουνίου 1963 λειτούργησα στήν ἱερά μονή τῆς ῾Αγίας Τριάδος Μετεώρων. Κατά
τήν ὥρα τοῦ χερουβικοῦ ἡ ῾Αγία Τράπεζα ἔβγαλε ἄρωμα, γιατί ἐκεῖ ἦταν κι ἕνα
μικρό κουτάκι μέ λείψανα ῾Αγίων. Ἔβγαινε ὡς ἕνας μικρός στῦλος καπνοῦ, πού εὐωδίαζε
ὅλος ὁ ναός. ῏Ηταν κατανυκτική ἡ λειτουργία, δέν περιγράφεται. Ναί, ἡ Θρησκεία
μας φωνάζει ὅτι εἶναι ζωντανή.
῞Ενα
ἀπόγευμα περνοῦσα ἀπό τήν πλατεῖα τοῦ χωριοῦ καί πήγαινα στό σπίτι μου. Βλέπω
στό καφενεῖο πολλούς ἄνδρες, ἄλλοι πίνανε κρασί, ἄλλοι χαρτοπαίζανε. Οἱ
δαίμονες ἦταν γύρω – γύρω πάνω στά κεφάλια τους, σ᾽ ἕνα μάλιστα ἦταν σάν ἀρκούδα.
Τελειώνουμε
μέ τό ἀκόλουθο γεγονός: ῞Ενα βράδυ ἔκανε τούς χαιρετισμούς τῆς Παναγίας στήν ἐκκλησία
τῶν Ταξιαρχῶν. Ἐνῶ στέκονταν μπροστά στήν Ὡραία Πύλη κοίταζε πρός τήν εἰκόνα τῆς
Παναγίας τοῦ τέμπλου καί ἔψαλε τό «Θεοτόκε Παρθένε …» παρουσιάστηκε μία
γυναίκα, ἡ ὁποία τόν ἔπιασε ἀπό τό χέρι καί τόν γύρισε ἀκριβῶς ἀπέναντι ἀπό τήν
Ὡραία Πύλη, ὅπου βρίσκεται τοιχογραφημένη ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί ἐξαφανίσθηκε.
Αὐτό τό ἐξήγησε ὅτι ἦταν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ γιά τό Οὐράνιο Δεῖπνο, πού τοῦ ἑτοίμαζε.
Ἀπὸ τὰς πατρικάς του νουθεσίας
Ὁ
ἁγνός Λειτουργός τοῦ ῾Υψίστου θεωροῦσε ὑποχρέωσή του νά συμβουλεύει καί νά
νουθετεῖ τά πνευματικά του παιδιά καθὼς καί τόν κάθε πιστό πού ζητοῦσε τή
συμβουλή του.
Πάντα θυμῶνταν αὐτά πού τοῦ εἶπε ὁ Ἐπίσκοπος κατά τήν ὥρα τῆς χειροτονίας του: «Ὁ πρεσβύτερος, ὅπως καί ὁ ἐπίσκοπος, ὀφείλει νά μή ἀμελεῖ ποτέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά κατηχεῖ τόν λαό τοῦ Θεοῦ καί νά διαγγέλλει τό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου».
Πάντα θυμῶνταν αὐτά πού τοῦ εἶπε ὁ Ἐπίσκοπος κατά τήν ὥρα τῆς χειροτονίας του: «Ὁ πρεσβύτερος, ὅπως καί ὁ ἐπίσκοπος, ὀφείλει νά μή ἀμελεῖ ποτέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά κατηχεῖ τόν λαό τοῦ Θεοῦ καί νά διαγγέλλει τό πρόσταγμα τοῦ Κυρίου».
Ἐνθυμούμενος
τήν ὑποχρέωσή του αὐτή δέν ἔπαψε μέχρις πού ἔκλεισε τά μάτια του νά νουθετεῖ εὐκαίρως
ἀκαίρως τά πνευματικά του παιδιά.
Ἀπό
τίς πατρικές νουθεσίες του σημειώνουμε μερικές. Συμβούλευε: «Ὁ ἐχθρός μας ὁ
διάβολος πάντοτε μᾶς πολεμᾶ. Πιό πολύ ὅταν δέν τοῦ κάνουμε τὰ χατήρια. Τότε ἀπό
τήν κακία του βρίσκει χίλιους τρόπους νά μᾶς πειράξει.
-῞Ενα
βράδυ πού γύριζα στό σπίτι μέ χιόνι μοῦ παρουσιάστηκε ἕνας διάβολος σά χοῖρος.
Διαλύθηκε ὅμως σάν καπνός, μόλις ἔκανα τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κάποτε πάλι ὅταν
λειτουργοῦσα, ἀκούω ἔξω νά θορυβοῦν. Βγαίνω καί βλέπω ὅτι χτίζανε πολυκατοικία.
Ἄλλος εἶχε μυστρί, ἄλλος φτυάρι. κλπ. τούς σταύρωσα καί ἐξαφανίστηκαν τά πάντα. Ἄλλοτε πάλι, παιδιά μου, γύριζα ἀπ᾽ τό χωράφι καί περνῶντας ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου βλέπω ἕνα σατανᾶ ξαπλωμένο.
Τόν ρωτῶ, «τί κανείς ἐδῶ»; Καί μοῦ ἀπαντᾶ:« «Ἐγώ κάθομαι ἐδῶ γιά νά μή ἀφήνω κανένα νά κάνει τόν σταυρό του». Μεγάλη ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Πάντοτε νά τόν ἔχετε ἐπάνω σας, σᾶς ἀσφαλίζει καί σᾶς σώζει.
Ἄλλος εἶχε μυστρί, ἄλλος φτυάρι. κλπ. τούς σταύρωσα καί ἐξαφανίστηκαν τά πάντα. Ἄλλοτε πάλι, παιδιά μου, γύριζα ἀπ᾽ τό χωράφι καί περνῶντας ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου βλέπω ἕνα σατανᾶ ξαπλωμένο.
Τόν ρωτῶ, «τί κανείς ἐδῶ»; Καί μοῦ ἀπαντᾶ:« «Ἐγώ κάθομαι ἐδῶ γιά νά μή ἀφήνω κανένα νά κάνει τόν σταυρό του». Μεγάλη ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Πάντοτε νά τόν ἔχετε ἐπάνω σας, σᾶς ἀσφαλίζει καί σᾶς σώζει.
-Μιά
φορά ἦταν καλοκαίρι, μέ καλέσανε νά κηδεύσω ἕναν ἄνδρα στό χωριό Κούρσοβο (῾Ελληνόκαστρο).
Ὅταν γύρισα στό χωριό μου στό δρόμο οἱ σατανάδες μέ πετροβολοῦσαν. Θέλανε νά μέ
σκοτώσουν. Ἄρχισα νά λέγω τούς Χαιρετισμούς καί διαλύθηκαν σάν καπνός.
Δέν πρέπει ποτέ νά ξεχνοῦμε τί δύναμη ἔχεις, ὅταν λές τούς χαιρετισμούς. Οἱ χαιρετισμοί ὄχι μόνον φυγαδεύουν τούς δαίμονες πού ἔρχονται νά μᾶς πειράξουν, ἀλλά μᾶς βάζουν κάτω ἀπό τήν προστασία τῆς Παναγίας, πού πολύ τίς ἀρέσουν.
Δέν πρέπει ποτέ νά ξεχνοῦμε τί δύναμη ἔχεις, ὅταν λές τούς χαιρετισμούς. Οἱ χαιρετισμοί ὄχι μόνον φυγαδεύουν τούς δαίμονες πού ἔρχονται νά μᾶς πειράξουν, ἀλλά μᾶς βάζουν κάτω ἀπό τήν προστασία τῆς Παναγίας, πού πολύ τίς ἀρέσουν.
Τέλος
ἔλεγε: «Οὔτε τρίχα δέν πέφτει ἀπό τόν ἄνθρωπο πού τόν προστατεύει ὁ Θεός. Κι’ ὅταν
ἐπιτρέψει κάτι γιά νά φανεῖ ἡ πίστη του, ἠ ὑπομονή του, τό μεγαλεῖο τῆς ἀρετῆς του,
θά τοῦ δώσει καί τά μέσα νά τό ξεπεράσει: τήν ὑπομονή, τήν μακροθυμία, τήν ἀγάπη,
τά πνευματικά ὅπλα, πού οἱ Γέροντες ἔχουν σέ πλεονασμό κι ἔτσι ξεπερνοῦν καί
τήν μεγαλύτερη δοκιμασία καί θλίψη».
Ὁ
μακαριστός π. Δημήτριος συμβούλευε τά νεαρά ζευγάρια λέγοντάς τα: «Μάθετε ἀπό
τήν πρώτη νύκτα τοῦ γάμου σας νά κάνετε μαζί τήν πρώτη προσευχή, τό πρῶτο ἀπόδειπνο.
Καί ἀφοῦ τελειώσει τό ἀπόδειπνο νά κάνετε μία μετάνοια ὁ ἕνας στόν ἄλλον καί νά
ζητήσετε συγγνώμη. Αὐτό νά γίνεται ἔστω κι ἄν δέν ἔχετε διαφωνία.
Νά τό κάνετε αὐτό ὑποχρεωτικά, γιατί ἔτσι θά μάθετε νά ζητᾶτε ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο συγγνώμη. Διότι, ὅταν θά ἔρθει τό πρόβλημα, κι ὅταν πλέον θά ἔρθει ὁ ἴδιος ὁ διάβολος, γιά νά γεμίσει τόν νοῦ μέ τίς δικές του ἀναρίθμητες πληροφορίες, τίς ἀλλοτριωμένες πληροφορίες, τότε βλέποντας τούς δύο συζύγους νά κάνουν μετάνοια καί νά ὑπακούουν ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἐπειδή δέν μπορεῖ νά σταθεῖ σέ μιά τέτοια ταπεινοφροσύνη, ἀσφαλῶς θά φύγει.
Ὁ διάβολος σιχαίνεται τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ταπεινοφροσύνη κι ἔχουν αὐτό τό φρόνημα τῶν μετανοιῶν. Πραγματικά, μιά τέτοια κατάσταση, ὅταν ἀπό τήν ἀρχή λειτουργήσει, μπορεῖ νά διαφυλάξει τόν νοῦ, τόν ἡγεμόνα νοῦ καί τῶν δύο ἀνθρώπων ἀπό τήν παραπληροφόρηση, ὥστε νά μή κατέβουν οἱ πληροφορίες στήν συνέχεια στήν καρδιά καί πλέον τραυματίσουν τήν ἀγάπη».
Νά τό κάνετε αὐτό ὑποχρεωτικά, γιατί ἔτσι θά μάθετε νά ζητᾶτε ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο συγγνώμη. Διότι, ὅταν θά ἔρθει τό πρόβλημα, κι ὅταν πλέον θά ἔρθει ὁ ἴδιος ὁ διάβολος, γιά νά γεμίσει τόν νοῦ μέ τίς δικές του ἀναρίθμητες πληροφορίες, τίς ἀλλοτριωμένες πληροφορίες, τότε βλέποντας τούς δύο συζύγους νά κάνουν μετάνοια καί νά ὑπακούουν ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἐπειδή δέν μπορεῖ νά σταθεῖ σέ μιά τέτοια ταπεινοφροσύνη, ἀσφαλῶς θά φύγει.
Ὁ διάβολος σιχαίνεται τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ταπεινοφροσύνη κι ἔχουν αὐτό τό φρόνημα τῶν μετανοιῶν. Πραγματικά, μιά τέτοια κατάσταση, ὅταν ἀπό τήν ἀρχή λειτουργήσει, μπορεῖ νά διαφυλάξει τόν νοῦ, τόν ἡγεμόνα νοῦ καί τῶν δύο ἀνθρώπων ἀπό τήν παραπληροφόρηση, ὥστε νά μή κατέβουν οἱ πληροφορίες στήν συνέχεια στήν καρδιά καί πλέον τραυματίσουν τήν ἀγάπη».
Οἱ ἄλλοι δι᾽ αὐτόν
Τόν
παπα-Δημήτρη τόν σέβονταν ὅλοι οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι πού τόν γνώρισαν. Ὅλοι
τους μετά τήν κοίμησή του κάτι εἶχαν νά προσθέσουν. Ἀπό τά ὅσα γράφτηκαν ἤ εἰπώθηκαν
ἐμεῖς ἐλάχιστα θά μεταφέρουμε ἐδῶ.
Ὁ
Προηγούμενος τῆς Σιμωνόπετρας μακαριστός Αἰμιλιανός ἔγραψε: «Καί ὁ ὕπνος τοῦ
σώματός του καί ἡ νῆψις τῆς ψυχῆς του καί ἡ μύησις τῶν ὀφθαλμῶν του καί ὁ λόγος
του καί ἡ σιωπή του ἦσαν στοιχεῖα καί μέσα ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεόν καί τούς
φίλους τοῦ Θεοῦ. Ἔζη συνηρμοσμένος ἐν τῷ μυστικῷ σώματι τῆς Ἐκκλησίας, ἔζη τήν
Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τά φαινόμενα θεωρῶν, τά ἀόρατα κατανοῶν».
Ἄλλος
σημειώνει: «Ἡ ζωή του ἦταν Εὐχαριστιακή. Ὅπου κι ἄν ἦταν εἶχε ἀναφορά στό Θεό.
Στό χωράφι, στό βουνό παντοῦ ἔψαλλε καί Τόν εὐχαριστοῦσε ἀδιαλείπτως. Εὕρισκε
τό ἀπερίγραπτο, τή χαρά τοῦ Θεοῦ, τήν εὐλογία Κυρίου. Ἐρχόταν, δηλαδή, στήν
μακαρία κατάνυξη, στό χαροποιό πένθος, γιά τό ὁποῖο ὁμιλοῦν οἱ Πατέρες.
Φυσικά, ὁ Γέροντας εἶχε δικό του τρόπο μέ τόν ὁποῖο βίωνε τά τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀμέτοχοι αὐτῶν τῶν καταστάσεων καί πολλές φορές οὔτε κἄν τά πιάνουμε, σάν νἆναι μία ξένη γλῶσσα. Μέ συνέπεια εὐαρέστησε τό Θεό. Καί τοῦτο μέ τήν ἄμεμπτο καί καθαρή κατά Χριστό πολιτεία του».
Φυσικά, ὁ Γέροντας εἶχε δικό του τρόπο μέ τόν ὁποῖο βίωνε τά τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀμέτοχοι αὐτῶν τῶν καταστάσεων καί πολλές φορές οὔτε κἄν τά πιάνουμε, σάν νἆναι μία ξένη γλῶσσα. Μέ συνέπεια εὐαρέστησε τό Θεό. Καί τοῦτο μέ τήν ἄμεμπτο καί καθαρή κατά Χριστό πολιτεία του».
Κάποιος
ἄλλος σημειώνει: «ἦταν μέσα σ᾽ ὅλα, ἀλλά οὐσιαστικά ζοῦσε ἔξω ἀπ᾽ ὅλα.
῏Ηταν
ἀσκητής στόν κόσμο, ἔχοντας ἀπόλυτη ἄνεση, μέ τό Θεό, μέ τούς Ταξιάρχες καί
τούς ῾Αγίους. Μιά φορά ὅταν πέρασε ἀβρόχοις ποσί ἕνα πλημμυρισμένο ποτάμι, (γιά
νά σωθεῖ ἔτσι ἀπό ἐχθρούς) πολύ ἁπλά εἶπε: -Ἔ ! τόν τσακώσαμε τόν Γιώργη, τόν
πιάσαμε τόν Εὐεργέτη».
Τέλος
ἄλλος δηλώνει: « …Ὁ παπα-Δημήτρης εἶχε τό χάρισμα τῆς ζώσης πίστεως, τό χάρισμα
τῆς ὑπομονῆς, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ἀγάπης καί ἔφερνε ἀποτελέσματα. Ὅταν πάρεις
τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μέσα σου εἶναι σάν νά παίρνεις τήν μητέρα ὅλων τῶν ἀρετῶν,
γεγονός πού δέν τό εἶχαν οἱ μεγαλύτεροι ὅλου τοῦ κόσμου σοφοί».
Οἱ
ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ πού γνώρισαν τόν π. Δημήτριο τόν θεωροῦσαν ὡς σύγχρονο ζῶντα ἅγιο.
Εἰς τά χέρια τοῦ ἀγωνοθέτου Κυρίου
μας
Σέ
ὅλη του τήν ἐπίγεια ζωή ὁ παπα-Δημήτρης ἐκτός ἀπό τή φτώχεια καί τήν ἀνέχεια εἶχε
σά σύντροφό του τίς ποικίλες δοκιμασίες καί ἀσθένειες. Ἔχουν ἀπόλυτη ἐφαρμογή
στό πρόσωπό του τά λόγια τῆς Γραφῆς: «Ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτούς,
καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας …..» (Σοφ. Σολ. γ´).
Τόν
Φεβρουάριο τοῦ 1970 μετά ἀπό διάγνωση καρκίνου ὑπεβλήθηκε σέ ἐγχείριση στό
νοσοκομεῖο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. «Θαῦμα μεγάλο καί ζωντανό ἔγινε, γράφει σέ ἐπιστολή
του: -Οἱ ἰατροί τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μοῦ τό ἀνήγγειλαν καθαρά τό πικρό φιρμάνι.
Ἐγώ δόξαζα τό Θεό, πού μοῦ ἔδωκε αὐτό τό μεγάλο δῶρο, τόν καρκίνο, γιά νά μέ δοκιμάσει. Ἡ ἐγχείριση κράτησε 5 ὧρες. Τίς ἑπόμενες ἡμέρες εἶχα μία διάθεση πού μοῦ ἐρχόταν νά κατέβω ἀπό τό κρεββάτι. Δέν αἰσθανόμουν τίποτα.
Τό βράδυ, πού ἔμεινα μόνος, ἦλθαν δύο ἄγνωστοι καί μέ φύλαγαν καί μέ ἀνακούφιζαν. Χαρά Θεοῦ καί εὐλογία Θεοῦ ἐκεῖνο τό βράδυ, πού δέ μπορῶ νά περιγράψω. Ὅλοι θαύμασαν πῶς ἔζησα».
Ἐγώ δόξαζα τό Θεό, πού μοῦ ἔδωκε αὐτό τό μεγάλο δῶρο, τόν καρκίνο, γιά νά μέ δοκιμάσει. Ἡ ἐγχείριση κράτησε 5 ὧρες. Τίς ἑπόμενες ἡμέρες εἶχα μία διάθεση πού μοῦ ἐρχόταν νά κατέβω ἀπό τό κρεββάτι. Δέν αἰσθανόμουν τίποτα.
Τό βράδυ, πού ἔμεινα μόνος, ἦλθαν δύο ἄγνωστοι καί μέ φύλαγαν καί μέ ἀνακούφιζαν. Χαρά Θεοῦ καί εὐλογία Θεοῦ ἐκεῖνο τό βράδυ, πού δέ μπορῶ νά περιγράψω. Ὅλοι θαύμασαν πῶς ἔζησα».
Ἀφοῦ
πῆρε τό ἐξιτήριο ἀπό τό νοσοκομεῖο ἐπέστρεψε στό χωριό του, ἔχοντας τήν ὑγεία
του ἰδιαίτερα εὔθραυστη.
Τό
1973 νοσηλεύθηκε στό νοσοκομεῖο «Ἀλεξάνδρα» γιά «ἀνώτερες σπουδές», ὅπως ἔλεγε
χαριτολογώντας. Ὁ Θεός προετοίμαζε τό δοῦλο του.
Στίς 29 Ἰανουαρίου 1975, μετά ἀπό πολύμηνους φρικτούς πόνους «ἐξήχθη εἰς ἀναψυχήν, συναντήσας τό Φῶς τῆς ζωῆς». Ὁ Δημιουργός του τήν ἡμέρα αὐτή δέχθηκε στά χέρια Του τήν ἁγιασμένη του ψυχή, γιά νά τῆς ἀπονείμει τόν τῆς «δικαιοσύνης στέφανο» (Β´ Τιμ. δ´).
Πρίν ἀναχωρήσει γιά τίς σκηνές τῶν δικαίων ἔλεγε: -Ὅταν βρῶ ἐκεῖ θέσιν, τότε θά ἔρχομαι καί θά σᾶς βοηθῶ. Ἄμ, πῶς! Θά ξεχάσω τά πνευματικά μου παιδιά;
Στίς 29 Ἰανουαρίου 1975, μετά ἀπό πολύμηνους φρικτούς πόνους «ἐξήχθη εἰς ἀναψυχήν, συναντήσας τό Φῶς τῆς ζωῆς». Ὁ Δημιουργός του τήν ἡμέρα αὐτή δέχθηκε στά χέρια Του τήν ἁγιασμένη του ψυχή, γιά νά τῆς ἀπονείμει τόν τῆς «δικαιοσύνης στέφανο» (Β´ Τιμ. δ´).
Πρίν ἀναχωρήσει γιά τίς σκηνές τῶν δικαίων ἔλεγε: -Ὅταν βρῶ ἐκεῖ θέσιν, τότε θά ἔρχομαι καί θά σᾶς βοηθῶ. Ἄμ, πῶς! Θά ξεχάσω τά πνευματικά μου παιδιά;
Τώρα
ἡ ψυχή τοῦ ἁγίου αὐτοῦ κληρικοῦ συναγάλλεται μετά τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἁγίων
στόν Παράδεισο καί πρεσβεύει γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν ὅσων τόν ἐπικαλοῦνται.
Ἄς
ἔχουμε τήν εὐχή του καί τίς πρεσβεῖες του.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου