Φωτ. ἀρχείο Θωμᾶ Στ.Γκίνη.
Ὁ Παπᾶ -Γιάννης ἀπὸ τὰς Σέρρας, ὁ ἁπλὸς καὶ ταπεινὸς ὁ ὀλιγογράμματος καὶ πρᾶος, ὁ ἡσύχιος καὶ σοφὸς κατὰ Θεὸν ...Πενῆντα τρία ὁλόκληρα χρόνια διακόνησε, συμπόνεσε, παρηγόρησε, ἔκλαψε μετὰ κλαιόντων καὶ χάρηκε μὲ τὶς χαρὲς κάθε ἀδελφοῦ του -συγχωριανοῦ του, στὸν τόπο τῶν γονιῶν καὶ τῶν παππούδων του, τὸν βουνήσιο τὸν ἐλατοστολισμένο ποὺ δὲν τὸν ἀποχωρίστηκε σχεδὸν ποτὲ του ...
Ἀκόμα καὶ στὰ βαθιὰ γεράματα ὅταν τοῦ ᾿λεγαν τὰ παιδιά του νὰ τὸν πάρουν ἔστω γιὰ λίγο καιρὸ νὰ ξεχειμωνιάσει στὴν μεγάλη τὴν πρωτεύουσα ἐκεῖνος τοὺς ἀπαντοῦσε: -Καὶ νὰ λείψω τὴν Κυριακὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μου; Καὶ μόνο κτητικότητα δὲν φανέρωνε ἐκεῖνο του μου, μὰ ὅλη του τὴν στοργὴ καὶ τὴν ἔννοια γιὰ τὸν λατρευτό του οἶκο, ποὺ τὸν φρόντισε καὶ τὸν παρέδωσε στολίδι οὐράνιο στὸν νέο ἐφημέριο ποὺ ἦρθε καὶ ἐγκαταστάθηκε μὲ τὴν οἰκογένειά του στὸ χωρίο τους.
...Νὰ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο καὶ τὴν Ἐκκλησία μας! τοῦ εἶπε μόνο καὶ σώπασε συγκινημένος ἐκείνη τὴν πρώτη καὶ τελευταία Κυριακὴ ποὺ λειτούργησαν μαζὶ ...Δὲν θέλησε νὰ μπλέκεται στὰ πόδια του. Μόνο μιὰ γωνιὰ στὸ ἱερό, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ἁγία πρόθεση ἤθελε, νὰ κάθεται ἐκεῖ μὲ κλειστὰ τὰ μάτια καὶ νὰ νιώθει τὰ θροΐσματα τὰ Ἀγγελικά, νὰ ὀσφραίνεται τὶς εὐωδίες ποὺ ἀνέβαιναν στὸν Θόλο τοῦ κόσμου ... Τὸν καρτέραγαν οἱ ἐπίτροποι, ὄρθρου βαθέος νὰ ἀργοσύρει τὰ βήματά του ὡς τὸ δεξὶ κλίτος, νὰ ἀσπαστεῖ τὸν Ἀρχηγὸ Μιχαὴλ τὸ ταξιαρχούδι του καὶ ἔπειτα ἀπὸ λίγο νὰ κλίνει εὐλαβικὰ τὸν γέρικο κορμό του στὴν Τράπεζα, τὸ μνημεῖο τὸ κενὸ τῆς Ἀναστάσεως...
-Παπᾶ -Γιάννη τὴν εὐχούλα σου!
Περνοῦσαν ὅλοι μετὰ τὴν ἀπόλυση ἀπὸ κοντά του καὶ μὲ αὐτὰ τὰ ἀνυπόκριτα λόγια τοῦ ἔδιναν τὰ πολυτίμητα βραβεῖα τῆς καρδιᾶς τους, εὐχαριστῶντας τὸν γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ τοὺς ἔδειξε ὄχι μὲ τὰ λόγια του μὰ μὲ τὴν ζωή του τὴν παραδομένη στὸ θέλημα τοῦ ἐν ὑψίστοις Πατρός...
Τὴν ἡμέρα τῆς κοίμησής του ὅλοι τὸ ἴδιο τοῦ εἶπαν δίνοντάς του τὸν τελευταῖο ἀσπασμὸ στὰ χέρια του, ποὺ εὐλογῶντας ἀγκάλιαζαν τὸ ἀσημωμένο εὐαγγέλιο...
-Παπᾶ -Γιάννη τὴν εὐχούλα σου!
Περνοῦσαν ὅλοι μετὰ τὴν ἀπόλυση ἀπὸ κοντά του καὶ μὲ αὐτὰ τὰ ἀνυπόκριτα λόγια τοῦ ἔδιναν τὰ πολυτίμητα βραβεῖα τῆς καρδιᾶς τους, εὐχαριστῶντας τὸν γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ τοὺς ἔδειξε ὄχι μὲ τὰ λόγια του μὰ μὲ τὴν ζωή του τὴν παραδομένη στὸ θέλημα τοῦ ἐν ὑψίστοις Πατρός...
Τὴν ἡμέρα τῆς κοίμησής του ὅλοι τὸ ἴδιο τοῦ εἶπαν δίνοντάς του τὸν τελευταῖο ἀσπασμὸ στὰ χέρια του, ποὺ εὐλογῶντας ἀγκάλιαζαν τὸ ἀσημωμένο εὐαγγέλιο...
Τρεῖς μέρες πέρασαν ...Τρεῖς μέρες ποὺ ὅλο τὸ χωριὸ προσευχόταν ὅπως τοὺς εἶχε διδάξει ὁ παππούλης τους ...Δὲν ξέχασαν ὅτι ἐκεῖνος δὲν ἄφησε κανέναν λησμονημένο ...Ἀμέτρητα σαρανταλείτουργα γιὰ ψυχοῦλες, καὶ μνημόσυνο ἀτελεύτητο Εἰδικὰ στὶς πρῶτες σαράντα μέρες ...Βοήθεια λαχταρᾶνε! Ἔτσι τοὺς ἔλεγε ...Μήν τοὺς ξεχνᾶμε ποτέ! Ἔχουν μεγάλο ἀγῶνα! Ἀπὸ ἐμᾶς περιμένουν! Ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι τοῦ ἀνταπόδιδαν τὸ ἐλάχιστο ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ δίχως ἀντάλλαγμα καὶ βαρυγκόμια τοὺς χάρισε σὲ ὅλη του τὴν Χριστοφόρα ζωή...
Στὸ τριμέρι του γέμισε καὶ πάλι ἡ Ἐκκλησιά! Καὶ ἔπειτα ὅλοι πάνω ἀπ τὸ μνῆμα του ...σέ ἕνα μακρὺ τρισάγιο ποὺ ᾿μοιαζε μὲ νεκρώσιμη!
Στὸ σπίτι σιωπηλὲς ἡ Ἄννα καὶ ἡ Γεωργία οἱ γειτόνισσες, ἑτοίμαζαν τοὺς καφέδες καὶ τὸ κέρασμα γιὰ ὅλους. Ὁ Γιαννάκης τὸ μικρότερο παπαδογγόνι ἦταν μαζί τους...Κοιμόταν τὸ πρωὶ καὶ τὸν ἄφησαν πίσω νὰ μὴν τὸν ξυπνήσουν... Τριγύριζε καὶ κεῖνος καὶ ἀναρωτιόταν ποὺ πῆγαν ὅλοι...
-Στὴν ἐκκλησία στὸν παπποῦ πῆγαν τοῦ εἶπα ... Ὅπου νὰ ᾿ναι θὰ ᾿ρθουν...
-Καὶ μένα γιατί δὲν μὲ πῆραν μαζί; παραπονέθηκε ψευτοκαλαίγοντας ἐκεῖνος...
Ἀφοῦ ἔχει ἥλιο σήμερα, δὲν βρέχει... Καί ἀφοῦ ὁ παπποῦς πέθανε! Τὸν εἶδα ποὺ κοιμόταν στὴν Ἐκκλησία!
- Καλά -καλὰ τοῦ εἶπαν μέσα στή φούρια τους οἱ γυναῖκες ...Γιαννάκη γιὰ πήγαινε κάτω νὰ δεῖς ποιὸς χτυπάει χαρά μου ...Μήπως ἄρχισαν νὰ ἔρχονται!
Κατέβηκε ὁ μικρούλης τὴν σκάλα καὶ κοντοστάθηκε πρὶν τὴν πόρτα...
-Παπποῦ!!! Τί κάνεις ἐσὺ ἐδῶ; Δὲν πέθανες;
-Γιαννάκη μου νὰ ἔχεις τὴν εὐχή μου!
-Δὲν πέθανες παπποῦ; Ρώτησε ξανὰ ὁ μικρὸς μὲ τὴν μακάρια ἀθωότητά του, μὲ τὴν παιδική του ἀφέλει ... Ἀφοῦ σὲ εἶδα προχθές! Γιατί στάζουν παπποῦ τὰ ροῦχα σου;... Λιακάδα ἔχει σήμερα! δὲν βρέχει... Σέ κατάβρεξε κανείς;
Τὰ ράσα τοῦ παπα-Γιάννη, τὸ καλιμαύχι του, τὸ πετραχήλι του, τὰ γένια του, τὸ πρόσωπό του, ἔσταζαν συνέχεια... Στὰ πόδια του μιὰ μικρὴ λιμνούλα ἄρχισε νὰ σχηματίζεται...
-Δὲν εἶναι νερὸ αὐτὸ παιδάκι μου! Εἶναι ἱδρῶτας! Πὲς σὲ ὅλους παιδί μου τώρα ποὺ θὰ ᾿ρθουν, πὼς τοὺς εὐχαριστῶ πάρα πολύ! Τώρα λυτρώθηκα, τώρα γλίτωσα μετὰ ἀπὸ τρεῖς ὁλόκληρες μέρες ποὺ τυραννήθηκα! Ἱδρῶτας εἶναι παιδὶ μου ἀπὸ τὴν ἀγωνία μου, μήπως καὶ δὲν τὰ καταφέρει ἡ ψυχή μου νὰ ἀνέβει! Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ! Νὰ τὸ πεῖς σὲ ὅλους αὐτό!
Σὰν φῶς ποὺ ἔσβησε χάθηκε ἀπὸ μπροστά του...
Ὁ Γιάννης τὸ παπαδογγόνι, ἕξι χρονῶ τότε, μεγάλος ἄντρας σήμερα δὲν ξέχασε ποτέ του ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔσκυψαν στὴν λιμνούλα τῆς ἀγωνίας καὶ ἔφεραν ἔπειτα τὸ δάχτυλό τους στὸ στόμα...
Γεύτηκαν τὴν ἁλμύρα τῆς καρτερίας τοῦ Παραδείσου, κατανόησαν τὸν ἀγῶνα τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἐκ τοῦ σώματος, ἤλπισαν μὲ ἄληστο τρόπο στὴν ἀληθινὴ ζωὴ...
Θυμᾶται ἀκόμη τοὺς περισσότερους ποὺ τότε μονολογοῦσαν:
-Ἄν δυσκολεύτηκε καὶ ὁ Παππούλης μας, τότε πόσο πολὺ πρέπει νὰ προσπαθήσουμε ἐμεῖς! Πόσο πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε ἀπὸ ἐδῶ...
Παπᾶ - Γιάννη πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν!
Νώντας Σκοπετέας
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐκπομπὴ μὲ τίτλο: Ἀπὸ ἐμᾶς περιμένουν...
Διασκευασμένη σὲ διήγημα ἀληθινὴ Ἱστορία ἀπὸ προφορικὴ διήγηση
Γέροντος Νίκωνος Ἁγιορείτου Νεοσκητιώτου
(ὁμιλία : ἡ ζωὴ μετὰ τὴν ζωὴ)
__________________
Σχόλιο Πᾶνος: Εὐχαριστοῦμε πολὺ τὸν ἀγαπητὸν μας φίλο καὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφὸ Νώντα Σκοπετέα, γιὰ τὴν πολὺ συγκινητικὴ καὶ ἀληθινὴ, συνάμα καὶ διδακτικὴ ἱστορία ποὺ μᾶς ἔστειλε!
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου