Γράφει ὁ Σάββας Ἠλιάδης
Δὲν λησμονεῖται εὔκολα λόγος ἀντιευαγγελικός, ὅταν μάλιστα ἐκφέρεται ἀπὸ στόμα ἱεράρχου τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀνάγκη νὰ κατατροπωθεῖ, νὰ ἐξαλειφθεῖ ἀπὸ τὴν μνήμη τοῦ λαοῦ, διότι φθείρει τὸ φρόνημά του καὶ τὸν ἀφήνει ἔκθετο στὸν κίνδυνο τῆς πλάνης.
Μιὰ ἀπάντηση στὸν Μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως, ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἰάκωβο Τσαλίκη καὶ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γι᾿ αὐτὰ τὰ γνωστὰ καὶ ἀσεβῆ ποὺ ξεστόμισε δημοσίως:
«... Ἐγὼ θὰ πῶ αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Ἐκκλησία, δηλ. τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν. Θὰ ἀφουγκραστῶ τοὺς χριστιανοὺς τί λένε, ποιὸ θεωροῦν σωστό. Ἀκόμα καὶ ἂν αὐτὸ ποὺ οἱ χριστιανοὶ μας θεωροῦν σωστό, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἐγὼ θὰ ὑπερασπιστῶ αὐτὸ ποὺ λένε οἱ χριστιανοί μας, γιατί οἱ Χριστιανοὶ μας ἔφτιαξαν τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν ἔφτιαξε τὸ Εὐαγγέλιο τὴν Ἐκκλησία»!!!
Μιὰ ἀπάντηση στὸν Μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως, ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἰάκωβο Τσαλίκη καὶ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γι᾿ αὐτὰ τὰ γνωστὰ καὶ ἀσεβῆ ποὺ ξεστόμισε δημοσίως:
«... Ἐγὼ θὰ πῶ αὐτὸ ποὺ λέει ἡ Ἐκκλησία, δηλ. τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν. Θὰ ἀφουγκραστῶ τοὺς χριστιανοὺς τί λένε, ποιὸ θεωροῦν σωστό. Ἀκόμα καὶ ἂν αὐτὸ ποὺ οἱ χριστιανοὶ μας θεωροῦν σωστό, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἐγὼ θὰ ὑπερασπιστῶ αὐτὸ ποὺ λένε οἱ χριστιανοί μας, γιατί οἱ Χριστιανοὶ μας ἔφτιαξαν τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν ἔφτιαξε τὸ Εὐαγγέλιο τὴν Ἐκκλησία»!!!
«Λύχνος τοῖς ποσὶ μου ὁ νόμος σου καὶ φῶς ταῖς τρίβοις μου». (Ψαλμ. 118, 105), λέει ὁ ψαλμωδός. Σαφῶς ὁμολογεῖ ὁ ψαλμωδός, ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος Ἰάκωβος Τσαλίκης συμβουλεύει: «Ὁ ἄνθρωπος ἀκολουθεῖ τὸν Θεό, ὅταν ἐκτελεῖ τὶς ἐντολὲς Του, ὅταν μελετᾶ καὶ ἐφαρμόζει τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ ἡμέρα καὶ νύκτα. Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον μελετᾶ ὁ Χριστιανός, γίνεται σ᾿ αὐτὸν φῶς στὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή». Ἐρώτηση: Ποιὸς εἶναι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, εἶ μὴ τὸ Εὐαγγέλιο;
Τὸ πνεῦμα τῆς μεταπατερικότητας, τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ τοῦ ἀπεχθοῦς καὶ ἀνάρμοστου γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ λαϊκισμοῦ ὅμως, τὰ ὁποῖα ἔχουν καταλάβει τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ πολλῶν πνευματικῶν ταγῶν καὶ πανεπιστημιακῶν δασκάλων, ἔχει ἀλλοιώσει τὸ φρόνημα τῶν σπουδαζόντων κυρίως τὴν ἀκαδημαϊκὴ θεολογία καὶ διαμορφώνει πλέον στελέχη ἕτοιμα, ἐν πάσῃ περιστάσει καὶ περιπτώσει, νὰ αὐτονομηθοῦν ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων καὶ νὰ ἐπιβάλουν τὴν δική τους αντιπαραδοσιακή «λογικὴ» καὶ νὰ δείξουν συμπεριφορά, σὰν αὐτὴν τοῦ ὡς ἄνω ἱεράρχη.
Τὸ πνεῦμα τῆς μεταπατερικότητας, τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ τοῦ ἀπεχθοῦς καὶ ἀνάρμοστου γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ λαϊκισμοῦ ὅμως, τὰ ὁποῖα ἔχουν καταλάβει τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ πολλῶν πνευματικῶν ταγῶν καὶ πανεπιστημιακῶν δασκάλων, ἔχει ἀλλοιώσει τὸ φρόνημα τῶν σπουδαζόντων κυρίως τὴν ἀκαδημαϊκὴ θεολογία καὶ διαμορφώνει πλέον στελέχη ἕτοιμα, ἐν πάσῃ περιστάσει καὶ περιπτώσει, νὰ αὐτονομηθοῦν ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων καὶ νὰ ἐπιβάλουν τὴν δική τους αντιπαραδοσιακή «λογικὴ» καὶ νὰ δείξουν συμπεριφορά, σὰν αὐτὴν τοῦ ὡς ἄνω ἱεράρχη.
Συνεχίζοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στὸ βιβλίο τοῦ «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ
ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ», (ΜΕΛΕΤΗ ΚΓ'), τὰ περὶ ὑποδείγματος ὑπακοῆς ποὺ ἔδειξε ὁ
Χριστὸς στοὺς γονεῖς του, ἀναφέρεται καὶ στὴν ὑπακοὴ πρὸς τὸν
πνευματικὸ πατέρα, κάνοντας διάκριση ἀνάμεσα στὸ θέλημα καὶ στὸ φρόνημα:
«Καθώς, πολλοὶ ὑποτακτικοί, ναί, κόβουν τὸ θέλημά τους καὶ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ γέροντά τους, ἀλλὰ δὲν κόβουν τὸ φρόνημά τους καὶ μάλιστα, ἂν εἶναι λογιότατοι. Ἀλλὰ ἔχουν πάντα μιὰ τέτοια ἰδέα ριζωμένη βαθιὰ μέσα στήν καρδιά τους, ὅτι ἐκεῖνο ποὺ αὐτοὶ σκέφτονται καὶ πιστεύουν γιὰ κάθε πρᾶγμα, εἶναι καλύτερο καὶ πιὸ φρόνιμο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ πιστεύει καὶ σκέφτεται ὁ γέροντάς τους. Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ φρονήματος, πολλὲς φορὲς φτάνουν στὸ σημεῖο νὰ μὴν κόβουν οὔτε τὸ θέλημά τους».
Καὶ ἐπειδὴ ὁ λόγος τοῦ πνευματικοῦ εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, φέρνει ὡς παράδειγμα τὴν Ἱστορία τοῦ Σαούλ, ὁ ὁποῖος ἔκανε παρακοὴ στὸν «Γέροντά του», στὸν Προφήτη Σαμουήλ, διὰ τοῦ ὁποίου μιλοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἔτσι ἐξέπεσε τῆς εὔνοιας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Σαμουήλ.
Θὰ ἀνατρέξουμε στὸ βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Α' Βασιλειῶν καὶ στὸ 15ο κεφάλαιο.
Ὁ Προφήτης Σαμουήλ, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἔχρισε βασιλιᾶ τῶν Ἰσραηλιτῶν τὸν Σαούλ. Ἐπίσης, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, τὸν ἔστειλε νὰ πάει καὶ νὰ πολεμήσει τοὺς Ἀμαληκίτες, τοὺς χειρότερους ἐχθροὺς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ νὰ τοὺς ἐξολοθρεύσει παντελῶς καὶ νὰ μὴν ἀφήσει τίποτε ζωντανό, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους.
«Καθώς, πολλοὶ ὑποτακτικοί, ναί, κόβουν τὸ θέλημά τους καὶ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ γέροντά τους, ἀλλὰ δὲν κόβουν τὸ φρόνημά τους καὶ μάλιστα, ἂν εἶναι λογιότατοι. Ἀλλὰ ἔχουν πάντα μιὰ τέτοια ἰδέα ριζωμένη βαθιὰ μέσα στήν καρδιά τους, ὅτι ἐκεῖνο ποὺ αὐτοὶ σκέφτονται καὶ πιστεύουν γιὰ κάθε πρᾶγμα, εἶναι καλύτερο καὶ πιὸ φρόνιμο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ πιστεύει καὶ σκέφτεται ὁ γέροντάς τους. Ἐξαιτίας αὐτοῦ τοῦ φρονήματος, πολλὲς φορὲς φτάνουν στὸ σημεῖο νὰ μὴν κόβουν οὔτε τὸ θέλημά τους».
Καὶ ἐπειδὴ ὁ λόγος τοῦ πνευματικοῦ εἶναι λόγος τοῦ Θεοῦ, φέρνει ὡς παράδειγμα τὴν Ἱστορία τοῦ Σαούλ, ὁ ὁποῖος ἔκανε παρακοὴ στὸν «Γέροντά του», στὸν Προφήτη Σαμουήλ, διὰ τοῦ ὁποίου μιλοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἔτσι ἐξέπεσε τῆς εὔνοιας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Σαμουήλ.
Θὰ ἀνατρέξουμε στὸ βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Α' Βασιλειῶν καὶ στὸ 15ο κεφάλαιο.
Ὁ Προφήτης Σαμουήλ, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ἔχρισε βασιλιᾶ τῶν Ἰσραηλιτῶν τὸν Σαούλ. Ἐπίσης, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, τὸν ἔστειλε νὰ πάει καὶ νὰ πολεμήσει τοὺς Ἀμαληκίτες, τοὺς χειρότερους ἐχθροὺς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ νὰ τοὺς ἐξολοθρεύσει παντελῶς καὶ νὰ μὴν ἀφήσει τίποτε ζωντανό, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους.
Πράγματι, πῆγε ὁ Σαούλ, πολέμησε καὶ κατανίκησε τοὺς Ἀμαληκίτες. Ὅμως, δὲν ἔκανε ὑπακοὴ στὴν προσταγὴ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς διὰ στόματος Σαμουήλ. Αὐτὸς καὶ οἱ πολεμιστές του κράτησαν ζωντανὸ τὸν βασιλιᾶ τους Ἀγάγ καὶ δὲν κατέστρεψαν τὰ ἐκλεκτὰ ἀπὸ τὰ πρόβατά του, ἀπὸ τὰ βόδια του, ἀπὸ τὰ φαγητά του, τοὺς ἀμπελῶνες του καὶ γενικῶς ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἐκλεκτὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχε.
Δὲν θέλησαν νὰ τὰ καταστρέψουν, ὅπως ὁ Θεός τους εἶχε διατάξει, ἀλλὰ κατέστρεψαν κάθε τί μηδαμινὸ καὶ εὐτελές. Τότε ὁ Θεὸς ἔστειλε τὸν Σαμουήλ, νὰ τὸν ἐλέγξει. Πῆγε ὁ Σαμουήλ καὶ εἶδε τὸν Σαούλ μὲ τὸν λαὸ νὰ κάνουν θυσίες μὲ αὐτὰ τὰ ἐκλεκτὰ λάφυρα ποὺ πῆραν ἀπὸ τοὺς Ἀμαληκίτες.
Ὅταν ἔφτασε κοντὰ ὁ Σαμουήλ, ὁ Σαούλ τὸν χαιρέτησε εἰρηνικὰ καὶ τοῦ εἶπε πὼς ὅλα ὅσα τοῦ διέταξε ὁ Θεὸς τὰ τήρησε.
Ἀκολούθησε δὲ ὁ ἑξῆς διάλογος:
Σαμουήλ: Tὶ εἶναι αὐτὰ τὰ βελάσματα προβάτων, ποὺ φθάνουν στὰ αὐτιά μου καὶ τί σημαίνουν οἱ μυκηθμοὶ αὐτοὶ τῶν βοδιῶν, ποὺ ἀκούω;
Σαούλ: Αὐτὰ προέρχονται ἀπὸ τοὺς Ἀμαληκίτες. Εἶναι δὲ τὰ καλύτερα ἀπὸ τὰ πρόβατά τους καὶ ἀπὸ τὰ βόδια τους, τὰ ὁποῖα ὁ λαὸς δὲν ἐξολόθρευσε, γιὰ νὰ τὰ προσφέρει θυσία στὸν Κύριο καὶ Θεό, ὅλα δὲ τὰ ἄλλα τὰ κατέστρεψα.
Σαμουήλ: Ἄσε αὐτὲς τὶς δικαιολογίες. Θὰ σοῦ ἀναγγείλω ὅσα μοῦ εἶπε ὁ Θεὸς κατὰ τὴν νύκτα αὐτή.
Σαούλ: Πὲς μου τα!
Σαμουήλ: Ἐσὺ δὲν ἤσουνα πολὺ μικρὸς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἔγινες βασιλιᾶς καὶ πῆρες στὰ χέρια σου τὸ σκῆπτρο τῶν φυλῶν τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, τότε ποὺ ὁ Θεὸς σὲ ἔχρισε βασιλιᾶ τοῦ λαοῦ του; Ὁ Θεὸς σὲ ὁδήγησε στὸν δρόμο ἐκεῖνο τῆς καταστροφῆς τῶν Ἀμαληκιτῶν καὶ σοῦ εἶπε: «Πήγαινε, ἐξολόθρευσε αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἁμάρτησαν ἀπέναντί μου, δηλαδή, τοὺς Ἀμαληκίτες. Θὰ πολεμήσεις, μέχρις ὅτου ὁλοκληρώσεις τὴν καταστροφή τους». Γιατί δὲν ἄκουσες τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ὅρμησες καὶ ἅπλωσες τὰ χέρια σου στὰ λάφυρα καὶ ἔτσι διέπραξες τὴν μεγάλη αὐτὴ παράβαση ἐνώπιον τοῦ Κυρίου;
Σαούλ: Ὑπάκουσα στὴν φωνὴ τοῦ λαοῦ. Πορεύτηκα στὸν δρόμο, στὸν ὁποῖο μὲ εἶχε στείλει ὁ Κύριος καὶ ἔφερα ζωντανὸ τὸν βασιλιᾶ τῶν Ἀμαληκιτῶν, τὸν Ἀγάγ, ἀλλὰ τοὺς Ἀμαληκίτες τοὺς ἐξολόθρευσα. Ὁ λαὸς πῆρε ἀπὸ τὰ καλύτερα ἀπὸ τὰ ἀναθεματισμένα λάφυρα, πρόβατα καὶ βόδια, γιὰ νὰ τὰ θυσιάσει αὐτὰ στὸν Κύριο, στὰ Γάλγαλα.
Σαμουήλ: Νομίζεις ὅτι εἶναι προτιμότερα γιὰ τὸν Κύριο τὰ ὁλοκαυτώματα καὶ οἱ ἄλλες θυσίες, ἀπὸ τὸ νὰ ὑπακούει κανεὶς στὶς ἐντολές του; Ἡ ὑπακοὴ στὴν ἐντολή του εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ κάθε θυσία καὶ ἡ προσεκτικὴ ἀκρόαση τοῦ θελήματός του εἶναι προτιμότερη καὶ ἀπὸ τὸ λίπος τῶν κριαριῶν. Εἶναι δὲ ἁμαρτία, μοιάζει μὲ εἰδωλολατρικὴ θυσία καὶ φέρνει ὀδύνη καὶ πόνο ἡ προσφορὰ θυσιῶν χωρὶς ὑπακοὴ στὸ θεῖο θέλημα. Ἐπειδὴ δὲ καταφρόνησες τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου, γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ ἀποδοκιμάσει ὁ Κύριος, ὥστε νὰ μὴ εἶσαι πλέον βασιλιᾶς στοὺς Ἰσραηλῖτες.
Σαούλ: Ἁμάρτησα, διότι δὲν ὑπάκουσα στὸν λόγο τοῦ Κυρίου καὶ τὸν λόγο τὸν δικό σου, διότι φοβήθηκα τὸν λαὸ καὶ ἄκουσα τὴν φωνή του. Τώρα συγχώρεσέ με, καὶ σβῆσε τὸ ἁμάρτημά μου καὶ ἔλα πάλι μαζί μου καὶ θὰ λατρεύσω τὸν Κύριο, τὸν Θεό σου.
Σαμουήλ: Δὲν θὰ εἶμαι πλέον μαζί σου, διότι καταφρόνησες τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ ἐξουθενώσει ὁ Κύριος, ὥστε νὰ μὴν εἶσαι πλέον βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ...
Τὸ ἴδιο τὸ Εὐαγγέλιο, λοιπόν, διαψεύδει καὶ θέτει πρὸ τῶν εὐθυνῶν του τὸν κάθε ἐπιπόλαιο καὶ ἐπικίνδυνο ἐργάτη ἢ ἀρχιεργάτη του!
Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 10-1-2020
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου