– Γέροντα, γιατί νυστάζω, ὅταν προσεύχωμαι;
– Δὲν ζῆς ἔντονα. Ἄφησες χαλαρὸ τὸν ἑαυτό σου καὶ τώρα πᾶς σπρώχνοντας. Ἂν ἔχης ἀγωνία γιὰ ἕνα θέμα ποὺ σὲ ἀπασχολεῖ, μπορεῖς νὰ κοιμηθῆς;
Βλέπεις, κάποιος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸν εὐεργέτη του μπορεῖ νὰ μὴν κοιμηθῆ μιὰ βραδιά, γιὰ νὰ κάνη προσευχὴ γι’ αὐτόν.
Μετὰ ὅμως πρέπει νὰ σκεφθῆ: «Καλά, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ μὲ εὐεργέτησε, ἀγρύπνησα· γιὰ τὸν Θεό, ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μένα, νὰ μὴν ἀγρυπνήσω, γιὰ νὰ Τὸν εὐχαριστήσω;».
Βλέπεις, κάποιος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸν εὐεργέτη του μπορεῖ νὰ μὴν κοιμηθῆ μιὰ βραδιά, γιὰ νὰ κάνη προσευχὴ γι’ αὐτόν.
Μετὰ ὅμως πρέπει νὰ σκεφθῆ: «Καλά, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ μὲ εὐεργέτησε, ἀγρύπνησα· γιὰ τὸν Θεό, ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μένα, νὰ μὴν ἀγρυπνήσω, γιὰ νὰ Τὸν εὐχαριστήσω;».
– Ναί, καμμιὰ φορὰ ἡ ὑπνηλία προέρχεται καὶ ἀπὸ ἐξάντληση, ἀπὸ ὑπόταση ἢ ὑποθερμία κ.λπ. Νὰ βρίσκη κανεὶς τὴν αἰτία καὶ νὰ ἐνεργῆ ἀνάλογα.
– Γέροντα, πῶς συμβαίνει, ἐνῶ προσεύχεται κανεὶς μὲ πόνο γιὰ κάτι, νὰ τὸν παίρνη ὁ ὕπνος;
– Ἂν πραγματικὰ ὑπάρχη πόνος γιὰ ἕνα θέμα, τότε δὲν τὸν πιάνει ὑπνηλία τὸν ἄνθρωπο. Χρειάζεται ὅμως νὰ βιάση καὶ λίγο τὸν ἑαυτό του. Ἂν εἶναι στὸ κελλί, νὰ ρίξη λίγο νερὸ στὸ πρόσωπο, γιὰ νὰ φύγη ὁ ὕπνος.
– Στὶς ἀγρυπνίες νυστάζω πολύ· τί νὰ κάνω;
– Νὰ τὸν τσακίζης τὸν ὕπνο. Στὴν ἐκκλησία, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος ἠρεμεῖ ψυχικὰ καὶ κουράζεται σωματικά, νυστάζει. Ἀλλά, ὅταν ἐπιμείνης νὰ μὴ σὲ πάρη ὁ ὕπνος, τότε ὁ ὕπνος τσακίζεται καὶ φεύγει.
Βέβαια ὕστερα ἀπὸ μιὰ-δυὸ ὧρες πάλι νυστάζεις, κι ἐκεῖνος ὁ ὕπνος εἶναι βαρὺς καὶ πιὸ δύσκολα τὸν διώχνεις· μὲ τὴν ἐπιμονὴ ὅμως τσακίζεται καὶ αὐτός. Ἂν φύγη ἡ πρώτη καὶ ἡ δεύτερη ἁμαξοστοιχία τοῦ ὕπνου, πάει μετὰ ὁ ὕπνος, ἔφυγε.
Βέβαια ὕστερα ἀπὸ μιὰ-δυὸ ὧρες πάλι νυστάζεις, κι ἐκεῖνος ὁ ὕπνος εἶναι βαρὺς καὶ πιὸ δύσκολα τὸν διώχνεις· μὲ τὴν ἐπιμονὴ ὅμως τσακίζεται καὶ αὐτός. Ἂν φύγη ἡ πρώτη καὶ ἡ δεύτερη ἁμαξοστοιχία τοῦ ὕπνου, πάει μετὰ ὁ ὕπνος, ἔφυγε.
– Γέροντα, μπορεῖ σὲ μιὰ ἀγρυπνία καὶ δύο ὧρες νὰ προσπαθῶ νὰ διώξω τὸν ὕπνο.
– Γιατί δὲν τὸν στέλνεις στὰ νοσοκομεῖα, στὰ ψυχιατρεῖα; «Θεέ μου, νὰ λές, δῶσε τὸν ὕπνο σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ κοιμηθοῦν, εἴτε γιατὶ πονοῦν εἴτε γιατὶ εἶναι τεντωμένα τὰ νεῦρα τους».
Νὰ κάνης τὸν ὕπνο χάπι καὶ νὰ τὸν στέλνης μὲ τὴν προσευχὴ σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ κοιμηθοῦν καὶ ταλαιπωροῦνται οἱ καημένοι, κι ἐσὺ μέρα-νύχτα νὰ δοξάζης τὸν Θεό.
Νὰ κάνης τὸν ὕπνο χάπι καὶ νὰ τὸν στέλνης μὲ τὴν προσευχὴ σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ κοιμηθοῦν καὶ ταλαιπωροῦνται οἱ καημένοι, κι ἐσὺ μέρα-νύχτα νὰ δοξάζης τὸν Θεό.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου