Γράφει ὁ Νώντας Σκοπετέας
Τοὺς συναντᾶ ὁ Χριστός μας συναγμένους στ᾽ὄνομά Του. Δύο χιλιάδες χρόνους τώρα μὲ τὸ πρῶτο φίλημα τῆς Ἄνοιξης στοῦ Καλοκαιριοῦ τὶς Κυριακές, ἀθροίζονται στὴ σκιὰ τῆς πρώτης Ἐκκλησιᾶς τους ποὺ τὴν λούζει αἰώνιο Φῶς ἀνέσπερο … Πίσω ἀπ’ τοῦ ἱεροῦ της τὸν μικρὸ φεγγίτη μὲ πρόσωπα πασίχαρα προσμένουν …
Δύο χιλιάδες χρόνους τώρα ὄρθρου βαθέος μὲ τὰ πουλιὰ νὰ ὑμνολογοῦν καὶ τὰ λουλούδια νὰ μεθᾶνε τὸ δροσερὸ φυσολόημα τὸ πρωινό, τοὺς συναντᾶ ὁ Χριστὸς καὶ τοὺς χαιρετᾶ μ᾽ἐκεῖνα τὰ λόγια ποὺ πιὸ γλυκὰ δὲ θ’ ἀκουστοῦν ξανὰ …
Εἰρήνη ὑμῖν! Κι ἔπειτα ἐκεῖνοι ὅλο λαχτάρα τρέχουν ν᾽ ἀγκαλιάσουν τ’ ἄχραντα πόδια Του. Πρῶτος ὁ ἄπιστος μαθητὴς ποὺ ποτέ του δὲν χρειάστηκε νὰ ξαναψηλαφίσει τὴν ματωμένη ἀλήθεια…
Κι οἱ Μυροφόρες μὲ τὸ μύρο τὸ θεσπέσιο ποὺ δὲν τὸ ξεθύμανε ὁ χρόνος …
Κι ἦταν ἐκεῖ κι ὁ Ἰωσὴφ κι ὁ Νικόδημος κι ὁ πρώην Παράλυτος ποὺ δὲν ξαναξεστόμισε ἀπελπισιᾶς οἰμωγὴ…
Κι ἡ Σαμαρείτισσα μὲ τὰ παιδιά της, τὸν Φωτεινὸ ποὺ σκόρπιζε δικαιοσύνης τὸν ἥλιο, τὸν Ἰωσὴ καὶ τὶς πέντε ἀδερφάδες της πλησίασαν νὰ ξαποστάσουν ἀπὸ τους μακρινοὺς δρόμους τόσων αἰώνων ποὺ ξεδίψασαν ἀμέτρητες ψυχὲς …
Καὶ ἀγκάλιασαν ὅλοι τους ξανὰ τὰ ἄχραντα πόδια Του…Καὶ στάλαζαν πάνω τους μύρο καὶ τὰ καταφιλοῦσαν καὶ στάλαζαν καὶ δάκρυα …Καὶ τὰ πιὸ πολλὰ ἔσταζαν ἀπὸ τὰ ὀρθάνοιχτα μεγάλα μάτια τοῦ πρώην τυφλοῦ ἐκ γενετῆς …
Καὶ ἄκουσαν ξανὰ τὴ φωνή Του νὰ τοὺς ρωτᾶ:
– Πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι εἰς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ;
– Πιστεύουν Κύριε μὰ θέλουν πρῶτα νὰ δοῦν, εἶπε ὁ Θωμᾶς, ὅπως ἐγώ, θυμᾶσαι;
– Πιστεύουν Κύριε μὰ δὲν τολμοῦν νὰ τὸ φωνάξουν ὅπως κάναμε ἐμεῖς, θυμᾶσαι; εἶπαν οἱ γυναῖκες …αἱ περὶ τὴν Μαριάμ.
– Πιστεύουν Κύριε, μὰ ἀπελπίζονται συχνά, ὅπως ἐγώ, θυμᾶσαι; εἶπε ὁ τεθεραπευμένος μηκέτι ἁμαρτάνων.
– Πιστεύουν Κύριε μὰ σκορπᾶνε τὸ ζωντανὸ νερὸ καὶ ὅλο διψοῦν καὶ ψάχνουν παντοῦ γιὰ τὴν πηγή, ὅπως ἐγώ, θυμᾶσαι; εἶπε ἡ Φωτεινὴ ἡσαπόστολος.
– Πιστεύουν Κύριε μὰ ὑπάρχουν πάντα ἐκεῖνοι οἱ ἐχθροί Σου νὰ τοὺς λοιδοροῦν καὶ νὰ τοὺς ἐκβάλουν συνέχεια ἔξω, ὅπως ἐμένα, …θυμᾶσαι; εἶπε ὁ Τυφλὸς τὸ πρότερον…
Καὶ ἔπειτα ἀκούστηκε ἡ γλυκύτατη φωνή Του ξανὰ νὰ λαλεῖ ρήματα αἰώνια … Καὶ ἔκλεισαν ὅλοι τὰ δακρυσμένα ἀπὸ χαρὰ μάτια τους καὶ τὸν ἄκουγαν νὰ λέγει αὐτὰ ποὺ πάντα τους ἔλεγε δύο χιλιάδες χρόνους τώρα …
Πορευθέντες σὲ ὅλον τὸν κόσμο κηρῦξτε τὴν ἀλήθειά μου σὲ ὅλη τὴν κτίση …Αὐτὸς ποὺ πίστεψε καὶ βαπτίσθηκε θὰ σωθεῖ …Αὐτὸς ποὺ θὰ μείνει ἀμετανόητα ἄπιστος θὰ κατακριθεῖ ….Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες …Καὶ αὐτὸς ποὺ θερίζει μισθὸ λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸ εἰς ζωὴν αἰώνιον ἔτσι ὥστε καὶ ὁ σποριὰς τὸ ἴδιο νὰ χαίρεται μὲ ἐκεῖνον…
Καὶ ἔλαβαν χάρη ξανὰ καὶ χαρὰ μεγάλη καὶ ὅταν ἄνοιξαν πάλι τὰ μάτια τους, Ἐκεῖνος εἶχε ἀναληφθεῖ στοὺς Οὐρανοὺς…
Καὶ ἔμειναν ἐκεῖ γιὰ λίγο
ἀκόμα συναγμένοι στὸ ὄνομά Του οἱ πιστοὶ φίλοι Του καὶ ἀδερφοί Του, ποὺ
μέχρι τερμάτων αἰώνων πάντα τοῦτες τὶς μέρες, μετὰ τὸν πρῶτο
θριαμβευτικὸ παιᾶνα, θὰ συνάζονται στὸ ὄνομά Του, ἀντίπερα ἀπ’ ὅλους
τοὺς ἐχθρούς Του, ποὺ διασκορπίζονται καὶ φεύγουν μακριὰ ἀπ’ τοῦ
προσώπου Του, τὸν Παράδεισο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου