Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος: ΑΠΡΟΫΠΟΘΕΤΗ Η΄ ΕΜΠΡΟΫΠΟΘΕΤΗ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ;



Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος                                                                                        05-12-2019

Σέ ἱερατική σύναξη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σικάγου, πού πραγματοποιήθηκε στίς 18-11-2019, ὁ οἰκείος Μητροπολίτης Ναθαναήλ, σύμφωνα μέ πληροφορίες, ἔδωσε ἐντολή στούς ἱερεῖς νά μήν ἐμποδίζουν κανέναν ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, ἀλλά νά τήν προσφέρουν, χωρίς νά ἀνακοινώνουν κανένα περιορισμό, καί εἰδικά νά μήν ἀναφέρουν τίποτα περί «ἁμαρτιῶν» καί «ἁμαρτωλῶν»[1].


Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ὅτι, κατά τήν ἄποψη τοῦ Μητροπολίτου Σικάγου, ἡ Θεία Κοινωνία πρέπει νά ἐντελῶς ἀπροϋπόθετη, δηλ. νά μποροῦν οἱ πιστοί νά μετέχουν τῆς Θείας Κοινωνίας, χωρίς νά τηροῦν καμμία ἀπολύτως προϋπόθεση.


Τίθεται, λοιπόν, τό ἐρώτημα : Ἡ μετοχή στήν Θεία Κοινωνία εἶναι ἀπροϋπόθετη, χωρίς προϋποθέσεις, ἤ ἐμπροϋπόθετη, δηλ. μέ προϋποθέσεις; Τό ἐρώτημα ἔχει ἤδη ἀπαντηθεῖ καί τό ζήτημα εἶναι ἤδη λυμένο, ἐδῶ καί χιλιάδες χρόνια, ἀφοῦ σύμπασα ἡ χορεία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὑπέρ τῆς ἐμπροϋπόθετης Θείας Κοινωνίας. 


1.      Προϋποθέσεις μετοχῆς στήν Θεία Κοινωνία

Συνοψίζοντας, μποροῦμε λίαν ἐπιγραμματικῶς νά παραθέσουμε τίς κυριώτερες προϋποθέσεις τῆς μετοχῆς τοῦ πιστοῦ στήν Θεία Κοινωνία. α) Ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν σέ ὀρθόδοξο καί ἔμπειρο πνευματικό πατέρα, β) Εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ γιά μετάληψη τῆς Θείας Κοινωνίας, γ) Νηστεία (σωματική καί πνευματική), δ) Καθαρή συνείδηση, ε) Προσευχή, στ) Ἀκράδαντη πίστη ὅτι μεταλαμβάνουμε τό Τίμιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ζ) Αὐτοεξέταση - Αὐτοσυγκέντρωση, η)  Συγχωρητικότητα, θ) Συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν, ἀδυναμιῶν καί τῆς ἀναξιότητός μας, ι) Εὐπρεπής ἐνδυμασία, ια) Μετάβαση στόν Ναό ἀπό τήν ἀρχή τοῦ Ὄρθρου, ιβ) Ἀνάγνωση τῆς ἀκολουθίας πρό τῆς Θείας Μεταλήψεως καί τῆς Εὐχαριστίας μετά τήν Θεία Μετάληψη, ιγ) Ἀποχή σεξουαλικῆς ἐπαφῆς τοῦ ἀνδρογύνου τρεῖς ἡμέρες πρίν τήν Θεία Κοινωνία. 


Ἐπίσης, δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνοῦν ἄνθρωποι, πού ἔχουν προγαμιαῖες σχέσεις (πορνεία), ἐξωσυζυγικές σχέσεις (μοιχεία), παρά φύσιν σχέσεις (ὁμοφυλοφιλία), ἤ ἔχουν τελέσει πολιτικό γάμο ἤ ἔχουν συνάψει σύμφωνο ἐλευθέρας συμβιώσεως ἤ ἔχουν τό πάθος τοῦ καπνίσματος, διότι τό τσιγάρο, κατά τούς Ἁγίους Πατέρες, εἶναι τό θυμίαμα τοῦ διαβόλου καί ἀποτελεῖ πορνεία τοῦ στόματος. Μόνο ὅταν μετανοήσουν, ἐξομολογηθοῦν καί ἐπανέλθουν στήν κανονικότητα, μποροῦν νά λάβουν τήν Θεία Κοινωνία.




Παραλλήλως, δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνοῦν οἱ γυναῖκες, ὅταν βρίσκονται σέ περίοδο ἀδιαθεσίας (καταμήνια-περίοδος-ἔμμηνος ρύση). Ὅταν παρέλθει αὐτή ἡ περίοδος, μποροῦν νά λάβουν τήν Θεία Κοινωνία, τηρώντας βεβαίως καί τίς ὑπόλοιπες προϋποθέσεις. Ἐπίσης, δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνοῦν οἱ γυναῖκες, πού πρόσφατα ἔχουν προχωρήσει σέ ἔκτρωση, διότι εἶναι φόνος.


Τέλος, εἶναι αὐτονόητο ὅτι τήν Θεία Κοινωνία τήν λαμβάνουν ἀποκλειστικά καί μόνον ὅσοι εἶναι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, βαπτισμένοι μέ το Ὀρθόδοξο Βάπτισμα. Ἀπαγορεύεται αὐστηρῶς νά μεταλαμβάνουν οἱ αἱρετικοί (Παπικοί, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες), οἱ ἀλλόθρησκοι (Μουσουλμάνοι, Ἑβραῖοι, ὀπαδοί παραθρησκειῶν καί σεκτῶν, Μασόνοι), ἐξαιτίας τῆς μή κοινῆς πίστεως, καί οἱ σχισματικοί.


2.      Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος

Ἀπόστολος Παῦλος στήν Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολή λέγει : «Ὅς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου. Δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. Διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄρρωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί. Εἰ γὰρ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα· κρινόμενοι δὲ ὑπὸ τοῦ Κυρίου παιδευόμεθα, ἵνα μὴ σὺν τῷ κόσμῳ κατακριθῶμεν»[2].


3. Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης

Γιά τό θέμα, πού μᾶς ἀπασχολεῖ, ἔχουν γράψει πάρα πολλοί Πατέρες. Ἀπό αὐτούς ἐμεῖς ἐπιλέγουμε τόν Ὅσιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη. Στό βιβλίο «Περί τῆς Συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων» γράφει : «Πρέπει νά ἐσθίουμε αὐτόν τόν πνευματικό ἄρτο, ὄχι χωρίς προετοιμασία, ἐπειδή ὁ Θεός μας ὀνομάζεται φωτιά, ἡ ὁποία κατακαίει.  Καί αὐτούς, πού τρώγουν τό Δεσποτικό Σῶμα καί πίνουν τό Ἄχραντο Αἷμα μέ καθαρή συνείδηση καί μέ ἐξομολόγηση ἀληθινή, τούς καθαρίζει, τούς λαμπρύνει καί τούς ἁγιάζει. Ἀλλοίμονο, ὅμως, σ’ ἐκείνους, πού ἀναξίως κοινωνοῦν ἀνεξομολόγητοι, διότι κατακαίει καί καταφθείρει ἡ Ἁγία Κοινωνία τίς ψυχές καί τά σώματά τους, καθώς ἔπαθε καί ἐκεῖνος, πού εἰσῆλθε στούς γάμους, ὅπως λέγει τό Εὐαγγέλιο[3], χωρίς νά ἔχει ἔνδυμα γάμου, δηλ. ἔργα καί καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας.


Ὅσοι πάλι ἀκοῦν τά σατανικά ἄσματα, τίς μωρολογίες καί τίς φλυαρίες καί ἄλλα τέτοια γελοιώδη, δέν εἶναι ἄξιοι νά ἀκοῦν τον λόγο τοῦ Θεοῦ. Καθώς καί ὅσοι ζοῦν μέ ἁμαρτίες, δέν μποροῦν νά μεταλάβουν καί νά ἀπολαύσουν τήν ἀθάνατη ζωή, ἡ ὁποία προξενεῖται ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, διότι θανατώνονται οἱ ψυχικές τους δυνάμεις ἀπό τό κέντρο τῆς ἁμαρτίας

Διότι, καθώς τά μέλη τοῦ ἀνθρώπου, ὅσο εἶναι δεκτικά τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, δέχονται καί τήν ζωή ἀπό τήν ψυχή, ἐάν ὅμως σαπίσει ἤ ξεραθεῖ κάποιο μέλος, δέν δέχεται πλέον τήν ζωή, διότι ἡ ζωτική δύναμη δέν διαβαίνει στά νεκρά μέλη, ἔτσι καί ἡ ψυχή ζεῖ μέν ὅσο δέχεται ἀπό τόν Θεό τήν ζωτική δύναμη, ἀφοῦ δέ ἁμαρτήσει καί γίνει ἀνεπίδεκτος τῆς ζωτικῆς δυνάμεως, τότε ἀποθνήσκει ἡ ταλαίπωρη ψυχή μέ θάνατο ψυχικό, μετά δέ ἀπό καιρό ἀποθνήσκει καί τό σῶμα, καί χάνεται ὁ ἄθλιος ἄνθρωπος μέσα στήν αἰώνια κόλαση»[4].


Σέ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ Ὅσιος Πατήρ : «Πρίν μεταλάβει κάποιος, πρέπει νά κάνει τήν πρέπουσα προετοιμασία˙ δηλ. ἐξομολογεῖται στόν Πνευματικό, συντρίβεται, διορθώνεται, κατανύγεται, ἀποκτᾶ προσοχή στόν ἑαυτό του, φυλάσσεται ἀπό τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς, ὅσο εἶναι δυνατόν, καί ἀπό κάθε  ἄλλη κακία»[5].  


Ὁ Ἁγιορείτης Ὅσιος Νικόδημος στό βιβλίο του «Ἀόρατος Πόλεμος»[6] ἀφιερώνει πέντε κεφάλαια γιά τό πανάγιο μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἀπό τά ὁποία παραθέτουμε κάποια ἀποσπάσματα, πού ἀφοροῦν τό θέμα μας.


«Ἐπειδὴ αὐτὸ τὸ μυστήριο, ποὺ εἶναι τὸ πιὸ ἅγιο, καὶ αὐτὸ τὸ ὅπλο, μᾶλλον αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ μυστήριο αὐτό, μπορεῖ νὰ πραγματοποιεῖται μὲ δυὸ τρόπους, δηλαδὴ νὰ τὸ δέχεται κανεὶς μυστηριακά, δηλαδὴ μὲ εὐλάβεια, πολὺ συχνὰ καὶ ὅσες φορὲς μπορέσει, (ἂν βέβαια δὲν ἔχει κάποιο ἐμπόδιο ἀπὸ τὸν Πνευματικό) μὲ τὴν ἀπαραίτητη προετοιμασία, δηλαδή, συντριβή, ἐξομολόγηση, ἱκανοποίηση καὶ τὴν νηστεία, ποὺ εἶναι σύμφωνα μὲ τὴν δύναμή του· καὶ πρέπει κανεὶς νὰ τὸ λαμβάνει πνευματικὰ καὶ νοερὰ κάθε ὥρα καὶ κάθε στιγμή, γι᾿ αὐτὸ καὶ σὺ μὴν σταματήσεις νὰ τὸ λαμβάνεις μὲ τὸν δεύτερο τρόπο πολλὲς φορές, καὶ ὅταν μπορεῖς»[7].


Σέ ἄλλο σημεῖο λέγει : «Σὲ διάφορες περιπτώσεις μποροῦμε νὰ πλησιάζουμε σὲ αὐτὸ τὸ θειότατο μυστήριο, τὸ ὁποῖο, γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε πρέπει νὰ κάνουμε διάφορα πράγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι διαιρεμένα σὲ τρεῖς περιόδους : Πρὶν ἀπὸ τὴν Μετάληψη, τὸν καιρὸ τῆς Μεταλήψεως καὶ μετὰ τὴν Μετάληψη. 



Πρὶν ἀπὸ τὴν Μετάληψη πρέπει νὰ καθαρισθοῦμε μὲ τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τόσο τῆς θανάσιμης ὅσο καὶ τῆς μὴ θανάσιμης ἁμαρτίας, ποὺ κάναμε, καὶ νὰ φυλάξουμε τὸν Κανόνα, ποὺ θὰ μᾶς δώσει ὁ Πνευματικός. Καὶ μὲ τὴν διάθεση ὅλης μας τῆς καρδιᾶς νὰ δοθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή, μὲ ὅλη μας τὴν ἰσχὺ καὶ μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις μας στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ σὲ ὅ,τι τοῦ ἀρέσει. 

Ἐπειδὴ καὶ ὁ ἴδιος σὲ αὐτὸ τὸ μυστήριο μᾶς δίνει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὴν Θεότητα καὶ μὲ τὶς ἀξιομισθίες του. Καὶ σκεπτόμενοι ὅτι τὸ δῶρο μας, συγκρίνοντάς το μὲ τὸ δικό του, εἶναι λίγο καὶ σχεδὸν μηδαμινό, πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε νὰ ἔχουμε τόσο μεγάλο δῶρο, ὅσο ποτὲ δὲν τοῦ πρόσφεραν ὅλα τὰ κτίσματα, ἀνθρώπινα καὶ οὐράνια, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὸ δώσουμε στὴν θεία του Μεγαλειότητα.


Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, ὅταν θέλεις νὰ δεχθεῖς τὸ Μυστήριο αὐτό, γιὰ νὰ καταστραφοῦν καὶ οἱ δικοί του καὶ οἱ δικοί σου ἐχθροί, προτοῦ νὰ μεταλάβεις, ἄρχισε ἀπὸ τὸ ἑσπέρας ἢ καὶ νωρίτερα νὰ σκέπτεσαι πόσο ἐπιθυμεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ τοῦ δώσῃς ἐσὺ τόπο στὴν καρδιά σου μὲ τὸ Μυστήριο αὐτό, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ μαζί σου καὶ νὰ σὲ βοηθήσει νὰ νικήσεις κάθε σου πάθος»[8].


 Ἀλλοῦ ἐπισημαίνει : «Τὸ πρωΐ πάλι, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία, ρίξε νοερὰ ἕνα σύντομο βλέμμα μέσα σου στὰ σφάλματα, ποὺ ἔκανες ἀπὸ τὸν καιρό, ποὺ μετέλαβες μέχρι τότε, ὅσα ἔκανες μὲ τόση ἀφοβία σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχε Θεὸς νὰ σὲ βλέπει καὶ νὰ σὲ κρίνει, οὔτε νὰ ὑπέφερε γιὰ σένα τόσα πάθη ἐπάνω στὸν σταυρό»[9].
 

 Παραλλήλως τονίζει : «Αὐτὸ μόνον ζητεῖ ἀπὸ ἐσένα ὁ Θεός : α´) νὰ πονέσει ἡ καρδιά σου γιὰ τὴν λύπη ποὺ τοῦ προξένησες, β´) νὰ μισήσεις περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο τὴν ἁμαρτία, μικρὴ καὶ μεγάλη, γ´) νὰ προσφέρεις ὅλο σου τὸν ἑαυτὸ σὲ αὐτὸν καὶ νὰ δοθεῖς μὲ διάθεση καὶ καρδιακὴ ἀγάπη πάντοτε καὶ γιὰ κάθε πρᾶγμα στὸ θέλημά του καὶ στὴν ὑποταγή του, δ´) νὰ ἐλπίζεις καὶ νὰ ἔχεις σταθερὴ πίστη ὅτι αὐτὸς θὰ σὲ συγχωρέσει, θὰ σὲ καθαρίσει καὶ θὰ σὲ φυλάξει ἀπὸ ὅλους σου τοὺς ἐχθρούς»[10].


Τέλος, συμβουλεύει καί τά ἑξῆς : «Γιὰ νὰ ἑτοιμασθεῖς, λοιπόν, γιὰ τὴν νοερὴ αὐτὴ κοινωνία, κάνε ὡς ἑξῆς: Στρέψε τὸ νοῦ σου στὸν Θεὸ καὶ βλέποντας μὲ ἕνα σύντομο βλέμμα ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὶς ἁμαρτίες σου καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸν Θεό, λυπήσου γιὰ τὴν βλάβη ποὺ τοῦ προξένησες καὶ μὲ κάθε ταπείνωση καὶ πίστη παρακάλεσέ τον νὰ καταδεχθεῖ νὰ ἔλθει στὴν ταπεινή σου ψυχὴ μὲ νέα χάρη γιὰ νὰ τὴν ἰατρεύσει καὶ νὰ τὴν δυναμώσῃ κατὰ τῶν ἐχθρῶν»[11].




Ἐπίλογος

Ἀπό τίς παρατεθεῖσες μαρτυρίες ἐξάγεται τό συμπέρασμα ὅτι ἡ διατυπωθεῖσα ἄποψη τοῦ Μητροπολίτου Σικάγου περί ἀπροϋπόθετης ἤ «ἀνοιχτῆς» Θείας Κοινωνίας εἶναι ἀντορθόδοξη, ἀντιπατερική, μεταπατερική, οἰκουμενιστική καί γι'αὐτό μή ἀποδεκτή. Οἱ Ὀρθόδοξοι, ἄν θέλουμε νά  ἔχουμε ἐλπίδα σωτηρίας, ὀφείλουμε νά ἀκολουθοῦμε πιστά τούς ἁγίους Πατέρες καί ὄχι τίς διάφορες καινοφανεῖς καί νεωτεριστικές ἀπόψεις, ἀκόμη κι ἄν αὐτές διατυπώνονται ἀπό χείλη ἀνωτάτων ἐκκλησιαστικῶν καί διοικητικῶν προσώπων.



[2] Α΄ Κορ. 11, 27-32.

[3] Ματθ. 22, 11-12.

[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Περί τῆς Συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων, ἐκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα 1991, σσ. 44-45.

[5] Ὅ. π., σ. 82.


[7] Τοῦ ἰδίου, Ἀόρατος Πόλεμος, ἐκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα 2003, σ. 222.

[8] Ὅ. π., σσ. 222-223.      

[9] Ὅ. π., σ. 224.      

[10] Ὅ. π., σ. 230.      


[11] Ὅ. π., σ. 234-235.    

«Πᾶνος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου