Ὁ Αἴσωπος καὶ ... : «Ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ ἐρήμῳ»!
Μῦθος τοῦ Αἰσώπου: «Ὁ ὁδοιπόρος καὶ ἡ Ἀλήθεια»
Ὁδοιπορῶν τις ἐν ἐρήμῳ εἷρε γυναῖκα μόνην κατηφῆ ἑστῶσαν, καί φησιν αὐτῇ· «Τίς εἶ»; Ἡ δὲ ἔφη· «Ἀλήθεια». «Καὶ διὰ ποίαν αἰτίαν τὴν πόλιν ἀφεῖσα τὴν ἐρημίαν οἰκεῖς»; Ἡ δὲ εἶπεν· «Ὅτι τοῖς πάλαι καιροῖς παρ’ ὀλίγοις ἦν τὸ ψεῦδος· νῦν δὲ εἰς πάντας ἀνθρώπους ἐστίν, ἐάν τι ἀκούειν καὶ λέγειν θέλῃς».
Ὅτι κάκιστος βίος καὶ πονηρὸς τοῖς ἀνθρώποις ἐστίν, ὅτε τὸ ψεῦδος προκρίνεται τῆς ἀληθείας.
Νεοελληνικὴ ἀπόδοση: Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ περπατοῦσε στὴν ἐρημιά, συνάντησε μιὰ γυναῖκα, ποὺ στεκόταν μόνη της καὶ μὲ κατσουφιασμένη ὄψη. Τὴν χαιρέτησε καὶ τὴ ρώτησε ποιὰ εἶναι.
Ἐκείνη εἶπε: «Εἶμαι ἡ Ἀλήθεια». «Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο ἄφησες τὴν πόλη καὶ κατοικεῖς μόνη σου στὴν ἐρημιά;». «Διότι παλιότερα τὸ ψέμα βρισκόταν σὲ λίγους μόνο. Τώρα ἔχει καταλάβει τὶς ψυχὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Καί, ἂν θέλεις νὰ ἀνταλλάξεις λόγο μὲ ὁποιονδήποτε, θὰ δεῖς ὅτι ὅλοι ἔχουνε μέσα τους τὴν ψευτιά. Γι᾿ αὐτὸ μὲ βλέπεις λυπημένη νὰ κατοικῶ στὶς ἐρημιές, ἀφοῦ δὲν μὲ ἀφήνουνε νὰ πλησιάσω ὅπου κατοικοῦν ἄνθρωποι».
Ἐπιμύθιο: Ὅλος ὁ βίος τῶν ἀνθρώπων γίνεται πάρα πολὺ κακός, πανοῦργος καὶ ἐλεεινός, ὅταν τὸ ψέμα προτιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια.
✶✶✶
Γιὰ τὸν Αἴσωπο καὶ τὸν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς, ἐξορία τῆς Ἀλήθειας στὴν ἐρημιὰ σημαίνει τὴν ἄρνηση νὰ τὴν δεχτεῖ ὡς κανόνα στὴν ζωή του. Εἶναι ὁ παραμερισμὸς ἢ ἀκόμη καὶ ὁ πλήρης ἐξοβελισμὸς τῆς ἀπὸ τὸ «εἶναι», ἀπὸ τὴν συνείδηση, κατὰ συνέπεια καὶ ἀπὸ τὴν πρακτικὴ τῆς καθημερινότητας τῆς ζωῆς καὶ ἡ προτίμηση τοῦ ψεύδους. Ὅταν φεύγει ἡ Ἀλήθεια ἀπὸ τὴν καρδιά, ὅπου εἶναι ἡ φυσική της θέση, ὁδηγεῖται στὴν ἐρημιὰ ὁπωσδήποτε ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ καὶ ὄχι ἡ Ἀλήθεια! Δηλαδή, «παροπλίζεται» ἡ Ἀλήθεια στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πρᾶγμα ἀφύσικο γιὰ ἕνα λογικὸ πλάσμα, ποὺ θέλει νὰ λέγεται ἄνθρωπος. Ἔτσι, μὲ τὴν ἀπουσία της, ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται αὐτὸς στὴν ἐρημιά, στὸ σκοτάδι τῆς ψεύτικης ζωῆς!
Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα, καθὼς τὴν βλέπουμε στὸν μῦθο, μὲ τὴν προσωποποίηση ποὺ συνηθίζει νὰ κάνει ὁ Αἴσωπος. Βάζει στὸ στόμα τῆς Ἀλήθειας τὸ παράπονο τῆς ἐγκατάλειψής της ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ μιλᾶ γιὰ λογαριασμὸ τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου! Ἐξάλλου, αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὸ ἐπιμύθιο, πὼς ἡ Ἀλήθεια δὲν ἔχει ἀνάγκη τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη τὴν Ἀλήθεια!
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες καὶ κατέχει πᾶσαν τὴν Ἀλήθεια, «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ιω. 14,6) ἐρημιὰ εἶναι τὸ νὰ κόψουν τὰ παιδιά της τὸν δεσμὸ τοὺς μ᾿ αὐτήν, νὰ μὴν θέλουν ἢ νὰ μὴν μποροῦν νὰ τὴν γνωρίσουν. Γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὰ «οὐαὶ» τοῦ Χριστοῦ κατὰ τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων: «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Ματθ. 23,38). Οἶκος ὀνομάζεται τὸ Γένος τῶν Ἰουδαίων, ἡ Ἱερουσαλὴμ καὶ ἰδιαιτέρως ὁ ναός. Ὅμως, ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι καὶ ὁ κάθε χριστιανός.
Καὶ ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, πὼς ἔρημος ἐδῶ σημαίνει τὴν ἀπουσία τῆς θείας βοήθειας, τὴν ἐγκατάλειψη τῆς θείας χάριτος: «γυμνὸς τῆς παρ᾿ ἐμοῦ βοηθείας», λέει. Τὴν ἴδια ἑρμηνεία δίνει καὶ ὁ Ζιγαβηνός: «Ἔρημος τῆς ἐνοικούσης αὐτῷ θείας χάριτος».
Ἐπίσης ὁ Μέγας Βασίλειος: «Διὰ τοῦτο οὐκέτι προφῆται παρ᾿ αὐτοῖς, οὐκέτι χάρις, ἀλλὰ γέγονε χέρσον καὶ καταπάτημα».
Στὸ κατὰ Λουκᾶ, στὸ τέλος τοῦ 13ου κεφαλαίου, λέει πάλι ὁ Χριστὸς πρὸς τοὺς Φαρισαίους: «ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Λουκ. 13,35). Μεταξὺ τῶν ἄλλων γράφει ὁ Τρεμπέλας : «Ὅταν ὁ Χριστὸς φύγει καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ κάποιο μέρος, ὅσο καλὰ ἐπιμελημένο, ἑτοιμασμένο καὶ πολυσύχναστο κι ἂν εἶναι, μεταβάλλεται σὲ ἔρημο».
Ναί, μένουμε μακριά τῆς Ἀληθείας οἱ ἄνθρωποι, στὴν πνευματικὴ ἐρημιά. Ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση, ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας καί, ὅταν αὐτή πλήττεται καὶ διώκεται, κρατοῦμε κλειστὰ τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς μας καὶ δὲν ἔχουμε πνευματικὸ κουράγιο νὰ ἐγείρουμε ἔργο καὶ λόγο ἀντιρρήσεως. Εἶναι ἡ ἀπομόνωση ἀπὸ τὴν οὐσία τῆς πνευματικῆς παρακαταθήκης. Ὁ «ἀνησυχητικὸς» ἐφησυχασμός, ἡ ἡσυχία μέχρι ἀνησυχίας. Κάτι, ποὺ δυστυχῶς συμβαίνει στοὺς σημερινοὺς χαλεποὺς καιρούς, καθὼς δὲν λειτουργεῖ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν συναλίζεται ἐν τῇ Ἀληθείᾳ. (συναλίζομαι = ἔρχομαι ὁμοῦ· στὸ ἴδιο μέρος, μαζί, συγχρόνως, ἐγγύς, ἐν συνόλῳ).
Ὁ Τρεμπέλας στὰ σχόλιά του, στὸν στίχο (Πραξ. 1,4) : «καὶ συναλιζόμενος (ὁ Χριστὸς) παρήγγειλεν αὐτοῖς (τοῖς Ἀποστόλοις) ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου», γράφει γιὰ τὸ ρῆμα συναλίζομαι: «Τὸ ρῆμα ἐκφράζει τὴν στενὴ κοινωνία τοῦ Ἰησοῦ μετὰ τῶν ἀποστόλων του πρὸς ἐπιτέλεση ἑνὸς σώματος, σύμφωνα μέ τὴν ἀρχικὴ σημασία τοῦ ρήματος συναλίζεσθαι, ποὺ σημαίνει τὸ νὰ γίνει κάποιος ἕνα μὲ κάποιον ἄλλο, ἀλλὰ συγχρόνως ἡ ἕνωση αὐτὴ ἐπιβεβαιωνόταν μὲ τὴν συμμετοχὴ στὴν ἴδια τροφὴ καὶ στὸ ἴδιο τραπέζι».
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔρημος: Ἡ ἀπομόνωση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια. Σήμερα, ποὺ στένεψαν τὰ πράγματα καὶ ὁ βιασμὸς τῆς Ἀλήθειας εἶναι ἐμφανὴς καὶ ἄκρατος, ὁ λαὸς τελεῖ ἐν ἀγνοίᾳ καὶ τὸ ἔργο τῆς προδοσίας, κάθε μορφῆς προδοσίας, καθίσταται εὔκολο. Διότι καὶ ὁ σύνδεσμος μεταξὺ τῶν μελῶν, πλὴν κάποιων ἐξαιρέσεων, εἶναι χαλαρὸς ἕως ἀνύπαρκτος. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέγα σημερινὸ κακό. Διαπράττεται ἔγκλημα κατὰ τῆς Ἀλήθειας καὶ τὸ σῶμα ἀπομονωμένο καὶ ἀποξενωμένο ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, καὶ πάντως ἀδυνατῶντας νὰ ἀντιδράσει, καθεύδει.
Μεγάλος ἀγῶνας, μὲ πολλὴ ἀγωνία, δίνεται ἀπὸ μεμονωμένα ἄτομα ἢ καὶ ὀρθόδοξους φορεῖς καὶ καλῶς, κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά, ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἐχθροί, συντονισμένοι κάτω ἀπὸ διάφορα ὀργανωμένα σύνολα, ἐκφράζουν τὸν ἕνα ἐχθρό, ποὺ λέγεται κόσμος. Ὁ κόσμος φέρει τὸ φρόνημα τοῦ ἀρχηγοῦ του, τοῦ διαβόλου, ἐξ οὗ καὶ κοσμοκράτορας.
Ὅμως, αὐτὴ ἡ τακτικὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει οὐσιαστικὸ καὶ μακροπρόθεσμο ἀποτέλεσμα, διότι φυλάσσονται μὲν τὰ ὅρια, ἀλλὰ μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἀνάγκη νὰ στραφεῖ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς ποιμαντικῆς καὶ κατηχητικῆς διακονίας, στὴν δημιουργία γνήσιου ὀρθόδοξου πνευματικοῦ ὑποστρώματος, πατερικοῦ φρονήματος, στὴν ψυχὴ συνόλου τοῦ λαοῦ. Νὰ μὴν παραμελεῖται δὲ ἡ κηδεμονία του καὶ τὸ «συναλίζεσθαι», διότι εἶναι σὰν νὰ φυτεύεται ἕνα δέντρο, τὸ ὁποῖο θὰ δώσει μόνο φύλλα καὶ ὄχι καρπούς.
Γιὰ παράδειγμα, εἶναι ἀπορίας ἄξιον αὐτὸ ποὺ συμβαίνει σὲ πολλὲς Μητροπόλεις. Τὸ ὅτι μέσα σὲ μιὰ μητροπολιτικὴ Περιφέρεια παραμένουν ἀδρανεῖς καὶ «ἀνεκμετάλλευτοι» δεκάδες θεολόγοι καθηγητές, ἀλλὰ καὶ λόγιοι κληρικοὶ καὶ δὲν προσκαλοῦνται ἢ προσκαλούμενοι δὲν δέχονται τὶς προσκλήσεις ἀπὸ τοὺς οἰκείους Μητροπολῖτες γιὰ προσφορὰ καὶ συνεργασία στὸν ἀγρὸ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως καὶ τὸ νὰ διαμαρτύρεται ὁ λαὸς συνεχῶς ἐπὶ τῶν ἀποφάσεων τῆς ποιμαίνουσας Ἐκκλησίας, χωρὶς τὸν συνυπολογισμό των δικῶν του εὐθυνῶν, χωρὶς ἐπίγνωση τῆς δικῆς του πνευματικῆς κατάστασης, πολλὲς φορὲς δὲν εἶναι φρόνιμο καὶ δίκαιο. Διότι, ἐπὶ παραδείγματι, ἐν τῇ παρούσῃ περιστάσει τῆς ἐξάπλωσης τοῦ λοιμοῦ, ἂν ὑπῆρχε ἱκανὸς ἀριθμὸς ἱερέων, θὰ κωλυόταν ἕως ἀδιεξόδου ἡ τέλεση τῶν Μυστηρίων καὶ ἱεροπραξιῶν;
Μᾶλλον, ὄχι. Ἀφοῦ θὰ ὑπῆρχαν πολλοὶ ἱερεῖς, θὰ ἀναλάμβαναν λατρευτικὰ καθήκοντα, μὲ τὴν κατάλληλη κατανομή τοῦ ἀριθμοῦ τῶν πιστῶν σὲ κατάλληλους χώρους, θὰ διευκόλυνε δὲ αὐτὸ καὶ τὴν ἱεραρχία καὶ τὴν πρακτικὴ τῶν ἀποφάσεων τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας. Θυμᾶμαι τὸν π. Αὐγουστῖνο Καντιώτη, ποὺ συχνὰ στὰ κηρύγματά του ἐπέμενε στὸ θέμα αὐτό, καυτηριάζοντας τὴν νοοτροπία κυρίως τῶν ἀγωνιζομένων χριστιανῶν γονέων, σχετικὰ μὲ τὴν ἐπιλογὴ τοῦ ἐπαγγέλματος τῶν παιδιῶν τους.
Ἔλεγε χαρακτηριστικά, ρωτῶντας καὶ ἀπαντῶντας ὁ ἴδιος: «Τί θὰ γίνει τὸ παιδί σου;». «Ἀξιωματικός!». «Τί θὰ γίνει τὸ παιδί σου;». «Μηχανικός, καθηγητής!». «Παπᾶς; Δὲν θὰ γίνει παπᾶς;». «Όοοχι παπᾶς! Όοοχι παπᾶς! ». Καὶ τὸ ἐπαναλάμβανε αὐτὸ δυὸ τρεῖς φορὲς μὲ πάθος καὶ ἱερὴ ἀγανάκτηση!
Εἴμαστε ὑπεύθυνοι καὶ ἐμεῖς γιὰ ὅσα συμβαίνουν σήμερα. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὰ φάρμακα, τὰ μηχανήματα, τοὺς τρόπους καὶ τὰ μέσα της θεραπείας τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, ἀλλὰ στερεῖται ἱκανοῦ ἰατρικοῦ καὶ νοσηλευτικοῦ προσωπικοῦ, γιὰ τὴν πλήρη καὶ ὀρθὴ χρήση τους. Καὶ ἔρχεται πρὸ ἀδιεξόδου! Ποιὸς φταίει; Μόνο οἱ δεσποτᾶδες;
Ἴσως, σήμερα, μᾶς ἀκούγονται ξένες οἱ πνευματικὲς καταστάσεις τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ μᾶς προκαλοῦν ἀπορία καὶ δέος οἱ ἐμπειρίες, ἀλλὰ καὶ οἱ προτροπὲς γιὰ ἑνότητα καὶ καλλιέργεια κοινοῦ φιλοχρίστου φρονήματος, τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ ἡ πραγματικὴ δύναμη ἐναντίον τοῦ κάθε κακοῦ:
α). «Τοῦ δὲ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πραξ. 4,32).
β). «ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» (Πραξ. 2,1).
γ). «Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Ἅ' Κορ. 1,10)
δ). «τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες» (Ρῷ. 12,16)
ἔ). «ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν»(Ρωμ. 15,15)
στ). «πληρώσατέ μου τὴν χαράν, ἵνα τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες» (Φιλιπ. 2,2)
ζ). «πλὴν εἰς ὃ ἐφθάσαμεν, τῷ αὐτῷ στοιχεῖν κανόνι, τὸ αὐτὸ φρονεῖν» (Φιλιπ. 3,16)
η). «Εὐοδίαν παρακαλῶ καὶ Συντύχην παρακαλῶ τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν Κυρίῳ» (Φιλιπ. 4,2)
Ἄν ὁ λαὸς εἶναι πεπαιδευμένος στὴν ἁγία Πίστη, θὰ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἐπέλθει πνευματικὴ σύγχυση καὶ ἅλωση στὰ ἱερὰ τῆς πίστεως. Διότι οἱ ποιμένες θὰ νιώθουν ἀσφαλῶς τὸ αἴσθημα τῆς γνήσιας πατρότητας καὶ ὁμοφροσύνης καὶ τῆς στήριξης ἀπὸ τὸν λαό, στὶς δύσκολες ἀποφάσεις, ἀλλὰ καὶ ἀντιστρόφως, πολὺ δυσκολότερα θὰ θρασύνονται, ἀλίμονο, οἱ ἴδιοι καὶ θὰ κηρύττουν αἵρεση (δὲς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως γιὰ Παπισμό, πατριάρχης Ἀλεξανδρείας γιὰ Κοπτικὴ «ἐκκλησία, κλπ.»).
Γι᾿ αὐτὸ ἀπαιτεῖται ἡ καλλιέργεια τῆς καλῆς ἀνησυχίας στὸ πλήρωμα, μὲ ὅπλο τὴν γνώση. Τὴν μελέτη τοῦ βίου καὶ τῆς πολιτείας τῶν Πατέρων, ποὺ ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ τὴν μεταλαμπάδευση τοῦ ὁμολογιακοῦ καὶ μαρτυρικοῦ φρονήματός τους. Τὴν συχνὴ συμμετοχὴ στὴν θεία λατρεία καὶ στὰ μυστήρια. Διότι, μόνο ἔτσι θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ παρακολουθεῖ καὶ νὰ διακρίνει τὶς ὁποιεσδήποτε ἀποκλίσεις ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια καί, χάριτι Θεοῦ, νὰ ἐγείρεται πρὸς ἀγῶνες.
Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ἡ περιουσία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅταν αὐτὴ θίγεται, προσβάλλεται, ἀπειλεῖται, δὲν ἔχουν καμιὰ δικαιολογία τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας νὰ μένουν ἀπαθῆ. Εἶναι περιουσία ὅλων τῶν μελῶν «ἐξ ἀδιαιρέτου». Ὅπως ὅταν πλήττεται καὶ ἀπειλεῖται ἡ ὑλικὴ περιουσία μιᾶς οἰκογένειας, ἐγείρονται ὅλα τὰ μέλη καὶ πρῶτος ὁ πατέρας, ἔτσι καὶ ὅταν προσβάλλεται ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐγείρεται ὁ λαὸς ἐν σώματι, μὲ μπροστάρηδες τοὺς ποιμένες.
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία βάλλεται μὲ τὸν πιὸ δαιμονικὸ τρόπο, ἀδυνατεῖ δὲ νὰ συμπαρασταθεῖ ὡς ζῶσα ἡ δύναμη αὐτή, ποὺ λέγεται λαὸς τοῦ Θεοῦ, στοὺς ὑγιῶς ἀνθισταμένους, καὶ ὁ Οἰκουμενισμὸς μαζὶ μὲ ὅλα τὰ παρακλάδια τῆς Νέας Τάξης ἁλωνίζει ἀνεμπόδιστος. Οὐδεὶς δὲ ἐξ ἡμῶν ἄμοιρος εὐθυνῶν, τῶν δεσποζόντων ὑπερεπιβεβαρημένων!
Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 17-3-2020
«Πᾶνος»
Αγαπητέ Δάσκαλε ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΎΜΕ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ σοφός αίσωπος μας είπε:
Εκείνη είπε: «Είμαι η Αλήθεια». «Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο άφησες τὴν πόλη καὶ κατοικείς μόνη σου στὴν ερημιά;». «Διότι παλιότερα τὸ ψέμα βρισκόταν σὲ λίγους μόνο. Τώρα έχει καταλάβει τὶς ψυχὲς όλων τών ανθρώπων.
Και ο μακαριστός πατήρ Αθανάσιος Μυτιληναίος μας είπε:
Η ΕΚΚΛΗΣΊΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΎ ΞΕΚΊΝΗΣΕ ΑΠΌ ΤΙΣ ΚΑΤΑΚΌΜΒΕΣ, ΚΑΙ ΠΆΛΙ ΕΚΕΊ ΘΑ ΚΑΤΑΛΉΞΕΙ.
Όμως εμείς οι Χριστιανοί θα πρέπει να χαιρόμαστε, γιατί τότε θα γνωρίζουμε ότι Ο ΚΎΡΙΟΣ ΕΓΓΎΣ.