Ἡ ζωή καί οἱ ἀγῶνες τοῦ Γέροντος π. Κλεόπα Ἡλίε
91. 'Ο π. Κλεόπας ἐγνώριζε ἀπό πρίν τό τέλος του, τό ὁποῖον καί
περίμενε. Μία φορά εἶπε: «Πώ, πώ, τί ὡραῖο καί μεγάλο σταυρό ἔχω στό
κεφάλι μου!» Πράγματι ἐκεῖνες τίς ἡμέρες, πρό τοῦ θανάτου του, εἶχε
κατασκευασθῆ ἕνα προσκυνητάρι μέ τόν σταυρό στήν μέση, στά ρουμανικά
λέγεται Τρωῒτσα, τό ὁποῖον τοποθετήθηκε στό μέσον τοῦ Κοιμητηρίου τῆς
Μονῆς. Στήν θέσι πού μπῆκε ὁ Σταυρός ἀνοίχθηκε δίπλα ὁ τάφος τοῦ π.
Κλεόπα. ῎Αλλη φορά, πρίν νά κατασκευασθῆ ἡ Τρωῒτσα, ὁ Γέροντας ἔλεγε τί
θά εἶναι γραμμένο ἐπάνω σ' αὐτήν. 'Αλλά κανείς δέν γνώριζε ἀπό τότε γιά
ποιόν ὁμιλεῖ.
92. Πρίν ἀπό τήν κοίμησί του, ἕνας 'Αδελφός τῆς Μονῆς εὑρῆκε στούς κήπους μία μηλιά, ἡ ὁποία εἶχε φροῦτα πολύ νόστιμα. Γι' αὐτό τά ὠνόμαζε: «Μῆλα ἀπό τόν κῆπο τοῦ παραδείσου». ῎Ηθελε νά πάη καί μερικά καί στόν π. Κλεόπα, ἀλλά ἐντρέπετο. ῞Ομως ὁ π. Κλεόπας ἐγνώριζε τούς λογισμούς του καί τοῦ εἶπε: «Φέρε καί δός μου τώρα, διότι τοῦ χρόνου δέν θά μπορέσεις νά μοῦ φέρης.»
93. Στίς 3 Νοεμβρλίου 1998 ὁ π. Κλεόπας ἔλεγε στούς μαθητάς του: «Οἱ ἡμέρες μου εἶναι μετρημένες στά δάκτυλα! Σέ λίγο θά μοῦ ψάλλετε τό: «Αἰωνία ἡ μνήμη». Σᾶς παρακαλῶ νά μέ μνημονεύετε στίς προσευχές σας!
94. 'Ο βοηθός μοναχός τοῦ π. Κλεόπα μᾶς διηγεῖται καί αὐτά: «Τήν Πέμπτη τό βράδυ πρός Παρασκευή καί τήν Παρασκευή πρός Σάββατο, λίγες ἡμέρες δηλαδή, πρίν ἀπό τήν κοίμησί του, κοιμήθηκα κοντά του μέσα στό κελλί του, κοντά του. ῞Ολη τήν νύκτα δέν ἐκοιμᾶτο, ἀλλά ἐβίαζε τόν ἑαυτό του νά διαβάζη προσευχές, ἀλλά δέν ἠμποροῦσε διότι ἦτο κουρασμένος καί ἐξαντλημένος. Μέ τόν νοῦ προσευχόταν καί μέ τό χέρι κινοῦσε τό κομποσχοίνι του, ἐνῶ τά μάτια του δέν ἠμποροῦσε νά τά ἔχη ἀνοικτά γιά νά διαβάση τά βιβλία. 'Εξάπλωνε ὀλίγο, κατόπιν σηκωνόταν καί μ' αὐτό τόν τρόπο ἀγωνιζόταν ὅλη τήν νύκτα».
95. Πολλοί Χριστιανοί μᾶς γράφουν μετά τήν κοίμησι τοῦ π. Κλεόπα καί μᾶς λέγουν ὅτι αἰσθάνονται τήν βοήθεια τῶν προσευχῶν του. Μία Χριστιανή ἔλεγε ὅτι μία συγγένισσά της ἦτο πολύ ἄρρωστη καί ἀπελπισμένη. 'Αλλά ὅταν εἶπε:«Πάτερ Κλεόπα, βοήθησέ με» ἐγέμισε ἀπό μία χαρά καί εἰρήνη ἡ ψυχή της, ὥστε δέν ἐπιθυμοῦσε οὔτε τήν ὑγεία της, οὔτε τίποτε ἄλλο, ἀλλά ὑπομονή γιά νά ὑποφέρη μέ χαρά τόν σταυρό τῆς ἀσθενείας της.
96. Μία Χριστιανή ἀπό τήν Κωνστάντζα ἦλθε στήν Συχαστρία ἕνα μῆνα πρίν ἀπό τήν ὁσιακή κοίμησι τοῦ Πατρός. ῏Ητο πολύ γνώριμη μέ τόν Γέροντα. Αὐτή μᾶς ἔλεγε ἀργότερα: «῏Ηλθα στό κελλί τοῦ π. Κλεόπα, στίς 29 'Οκτωβρίου 1998 νά τοῦ ζητήσω λόγο ψυχικῆς ὠφελείας κι ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «'Αδελφή μου, ὅταν πάλι θά ἔλθης στήν Συχαστρία, νά ἔλθης ἐκεῖ ψηλά στόν Σταυρό τοῦ Κοιμητηρίου καί νά μοῦ εἰπῆς κάθε τί πού θέλεις. Καί, ἄν τό ἐπιτρέψη ὁ Θεός, ἐγώ θά σ' ἀκούσω καί θά σέ βοηθήσω».
97. 'Ο ὑποτακτικός καί βοηθός τοῦ Γέροντος Κλεόπα μᾶς ὁμολογεῖ τά ἑξῆς: «Πολλοί, πού ἐνθυμοῦνται καί παρακαλοῦν τόν π. Κλεόπα, γεμίζει ἡ ψυχή τους ἀπό κουράγιο καί ζῆλο γιά νά βαδίσουν περαιτέρω τήν ζωή τοῦ Κυρίου. Εἰρήνη, χαρά καί πνεῦμα τῆς χάριτος τοῦ Πατρός αἰσθάνονται πολλοί ἀπ' αὐτούς πού μπαίνουν στό κελλί του, ἀκόμη καί λαϊκοί. Αὐτό τό αἰσθάνονται καί τώρα πού τό κελλί του εἶναι ἄδειο. Μέχρι πρό ἑνός ἔτους ὁ Γέροντας τούς ἐμοίραζε λόγια πνευματικά, ἐνῶ ἀπό τώρα τούς μοιράζει χάρι πνευματική στίν καρδιές τους».
98. Μία Χριστιανή, γνώριμη τοῦ π. Κλεόπα ἦλθε τό ῞Αγιο Πάσχα στήν Συχαστρία, ἀλλά δέν ἐπέρασε ἀπό τό κελλί τοῦ Γέροντος, σκεπτομένη ὅτι δέν ἔχει νόημα νά περάση ἀπ' ἐκεῖ, ἀφ'ὅσον ἐκεῖνος ἀπέθανε. 'Αλλά, ὅταν ἐπῆγε νά κοιμηθῆ στό ἀρχονταρίκι, πρίν ἀπό τήν 'Ακολουθία τῆς 'Αναστάσεως, εἶδε ἔνα ὄνειρο. Εἶδε ὅτι εὑρέθηκε μπροστά ἀπό τό κελλί τοῦ π. Κλεόπα, ἐνῶ σκεπτόταν ὅτι αὐτός ἀπέθανε. Ξαφνικά ὁ Πατήρ ἐμφανίσθηκε στό κατώφλι τῆς πόρτας της καί τῆς εἶπε:
-῎Αϊντε, ἔλα μέσα! Γιατί δέν μπαίνεις;
-Μά, πάτερ, δέν εἶσθε πεθαμένος; 'Ερώτησε ἐκείνη.
-'Εσύ δέν βλέπεις ὅτι εἶμαι ζωντανός; Τῆς ἀπάντησε ἐκεῖνος.
Τήν δεύτερη ἡμέρα, μετά τήν 'Ανάστασι, ἡ γυναῖκα αὐτή ἐπῆγε στό κελλί τοῦ π. Κλεόπα καί ἐπροσκύνησε τίς ἱερές Εἰκόνες, πιστεύοντας ἀδίστακτα ὅτι αὐτός εἶναι ζωντανός καί προσεύχεται γιά ὅλους, ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται στίς προσευχές τους.
92. Πρίν ἀπό τήν κοίμησί του, ἕνας 'Αδελφός τῆς Μονῆς εὑρῆκε στούς κήπους μία μηλιά, ἡ ὁποία εἶχε φροῦτα πολύ νόστιμα. Γι' αὐτό τά ὠνόμαζε: «Μῆλα ἀπό τόν κῆπο τοῦ παραδείσου». ῎Ηθελε νά πάη καί μερικά καί στόν π. Κλεόπα, ἀλλά ἐντρέπετο. ῞Ομως ὁ π. Κλεόπας ἐγνώριζε τούς λογισμούς του καί τοῦ εἶπε: «Φέρε καί δός μου τώρα, διότι τοῦ χρόνου δέν θά μπορέσεις νά μοῦ φέρης.»
93. Στίς 3 Νοεμβρλίου 1998 ὁ π. Κλεόπας ἔλεγε στούς μαθητάς του: «Οἱ ἡμέρες μου εἶναι μετρημένες στά δάκτυλα! Σέ λίγο θά μοῦ ψάλλετε τό: «Αἰωνία ἡ μνήμη». Σᾶς παρακαλῶ νά μέ μνημονεύετε στίς προσευχές σας!
94. 'Ο βοηθός μοναχός τοῦ π. Κλεόπα μᾶς διηγεῖται καί αὐτά: «Τήν Πέμπτη τό βράδυ πρός Παρασκευή καί τήν Παρασκευή πρός Σάββατο, λίγες ἡμέρες δηλαδή, πρίν ἀπό τήν κοίμησί του, κοιμήθηκα κοντά του μέσα στό κελλί του, κοντά του. ῞Ολη τήν νύκτα δέν ἐκοιμᾶτο, ἀλλά ἐβίαζε τόν ἑαυτό του νά διαβάζη προσευχές, ἀλλά δέν ἠμποροῦσε διότι ἦτο κουρασμένος καί ἐξαντλημένος. Μέ τόν νοῦ προσευχόταν καί μέ τό χέρι κινοῦσε τό κομποσχοίνι του, ἐνῶ τά μάτια του δέν ἠμποροῦσε νά τά ἔχη ἀνοικτά γιά νά διαβάση τά βιβλία. 'Εξάπλωνε ὀλίγο, κατόπιν σηκωνόταν καί μ' αὐτό τόν τρόπο ἀγωνιζόταν ὅλη τήν νύκτα».
95. Πολλοί Χριστιανοί μᾶς γράφουν μετά τήν κοίμησι τοῦ π. Κλεόπα καί μᾶς λέγουν ὅτι αἰσθάνονται τήν βοήθεια τῶν προσευχῶν του. Μία Χριστιανή ἔλεγε ὅτι μία συγγένισσά της ἦτο πολύ ἄρρωστη καί ἀπελπισμένη. 'Αλλά ὅταν εἶπε:«Πάτερ Κλεόπα, βοήθησέ με» ἐγέμισε ἀπό μία χαρά καί εἰρήνη ἡ ψυχή της, ὥστε δέν ἐπιθυμοῦσε οὔτε τήν ὑγεία της, οὔτε τίποτε ἄλλο, ἀλλά ὑπομονή γιά νά ὑποφέρη μέ χαρά τόν σταυρό τῆς ἀσθενείας της.
96. Μία Χριστιανή ἀπό τήν Κωνστάντζα ἦλθε στήν Συχαστρία ἕνα μῆνα πρίν ἀπό τήν ὁσιακή κοίμησι τοῦ Πατρός. ῏Ητο πολύ γνώριμη μέ τόν Γέροντα. Αὐτή μᾶς ἔλεγε ἀργότερα: «῏Ηλθα στό κελλί τοῦ π. Κλεόπα, στίς 29 'Οκτωβρίου 1998 νά τοῦ ζητήσω λόγο ψυχικῆς ὠφελείας κι ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «'Αδελφή μου, ὅταν πάλι θά ἔλθης στήν Συχαστρία, νά ἔλθης ἐκεῖ ψηλά στόν Σταυρό τοῦ Κοιμητηρίου καί νά μοῦ εἰπῆς κάθε τί πού θέλεις. Καί, ἄν τό ἐπιτρέψη ὁ Θεός, ἐγώ θά σ' ἀκούσω καί θά σέ βοηθήσω».
97. 'Ο ὑποτακτικός καί βοηθός τοῦ Γέροντος Κλεόπα μᾶς ὁμολογεῖ τά ἑξῆς: «Πολλοί, πού ἐνθυμοῦνται καί παρακαλοῦν τόν π. Κλεόπα, γεμίζει ἡ ψυχή τους ἀπό κουράγιο καί ζῆλο γιά νά βαδίσουν περαιτέρω τήν ζωή τοῦ Κυρίου. Εἰρήνη, χαρά καί πνεῦμα τῆς χάριτος τοῦ Πατρός αἰσθάνονται πολλοί ἀπ' αὐτούς πού μπαίνουν στό κελλί του, ἀκόμη καί λαϊκοί. Αὐτό τό αἰσθάνονται καί τώρα πού τό κελλί του εἶναι ἄδειο. Μέχρι πρό ἑνός ἔτους ὁ Γέροντας τούς ἐμοίραζε λόγια πνευματικά, ἐνῶ ἀπό τώρα τούς μοιράζει χάρι πνευματική στίν καρδιές τους».
98. Μία Χριστιανή, γνώριμη τοῦ π. Κλεόπα ἦλθε τό ῞Αγιο Πάσχα στήν Συχαστρία, ἀλλά δέν ἐπέρασε ἀπό τό κελλί τοῦ Γέροντος, σκεπτομένη ὅτι δέν ἔχει νόημα νά περάση ἀπ' ἐκεῖ, ἀφ'ὅσον ἐκεῖνος ἀπέθανε. 'Αλλά, ὅταν ἐπῆγε νά κοιμηθῆ στό ἀρχονταρίκι, πρίν ἀπό τήν 'Ακολουθία τῆς 'Αναστάσεως, εἶδε ἔνα ὄνειρο. Εἶδε ὅτι εὑρέθηκε μπροστά ἀπό τό κελλί τοῦ π. Κλεόπα, ἐνῶ σκεπτόταν ὅτι αὐτός ἀπέθανε. Ξαφνικά ὁ Πατήρ ἐμφανίσθηκε στό κατώφλι τῆς πόρτας της καί τῆς εἶπε:
-῎Αϊντε, ἔλα μέσα! Γιατί δέν μπαίνεις;
-Μά, πάτερ, δέν εἶσθε πεθαμένος; 'Ερώτησε ἐκείνη.
-'Εσύ δέν βλέπεις ὅτι εἶμαι ζωντανός; Τῆς ἀπάντησε ἐκεῖνος.
Τήν δεύτερη ἡμέρα, μετά τήν 'Ανάστασι, ἡ γυναῖκα αὐτή ἐπῆγε στό κελλί τοῦ π. Κλεόπα καί ἐπροσκύνησε τίς ἱερές Εἰκόνες, πιστεύοντας ἀδίστακτα ὅτι αὐτός εἶναι ζωντανός καί προσεύχεται γιά ὅλους, ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται στίς προσευχές τους.
Μετάφρασις-ἐπιμέλεια ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
____________________________
Ὅλες οἱ ἀναρτήσεις τοῦ π. Κλεόπα Ἠλίε ΕΔΩ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου