Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2023

Για τους ασκητές των έσχατων καιρών


Στις 27 Ιουλίου του 1980, εκδήμησε εις Κύριον ένας δημοφιλής πνευματικός και ασκητής, ο μεγαλόσχημος Ηγούμενος Σάββας (κατά κόσμον Νικόλαος Οσταπένκο). Ο πατήρ Σάββας υπήρξε πνευματικός του Αρχιμανδρίτη Ραφαήλ. Τη συνάντηση με αυτόν ο πατήρ Ραφαήλ την θεωρούσε ως «το πιο σπουδαίο γεγονός της ζωής του».

Ο Κύριος αξίωσε τον πατέρα Ραφαήλ να γνωρίσει και άλλους γέροντες και ανθρώπους υψηλής πνευματικής ζωής, τόσο στη Γεωργία, όσο και στη Ρωσία. Στο βιβλίο του «Στο δρόμο από το χρόνο στην αιωνιότητα» μιλάει για αυτούς. Απευθύναμε στον πατέρα Ραφαήλ την εξής ερώτηση: ποιος από αυτούς θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα στους σύγχρονους χριστιανούς;

Στο Ψαλτήρι βρίσκουμε τα ακόλουθα λόγια: «Παρέστη ἡ Βασίλισσα ἐκ δεξιῶν Σου ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ (πολύχρωμους) περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». Σύμφωνα με την πατερική ερμηνεία, η Βασίλισσα είναι η Εκκλησία, οι πολύχρωμοι ιματισμοί είναι τα διάφορα είδη διακονίας, και το «περιβεβλημένη» σημαίνει ότι αυτή λάμπει από την ομορφιά του Αγίου Πνεύματος. Η χάρη είναι μια, αλλά εκδηλώνεται με διαφορετικές ενέργειες και με διαφορετικά χαρίσματα. Οι ασκητές των καιρών μας, για τους οποίους γράφω στα απομνημονεύματά μου, ήταν ενιαίοι ως προς το κυριότερο: την ακλόνητη αφοσίωσή τους στην Ορθοδοξία, την αυτοδιάθεσή τους στους ανθρώπους, τη θυσία και τη συνεχή προσπάθειά τους να αποκτήσουν και να διαφυλάξουν στην καρδιά τους τη Θεία Χάρη ως το πιο μεγάλο θησαυρό. Όμως, ο καθένας από αυτούς είχε δικά του ιδιαίτερα χαρίσματα, τη δική του ιδιαιτερότητα, γι΄αυτό, μου είναι δύσκολο να τους συγκρίνω και να απαντήσω ποιον από αυτούς θεωρώ καλύτερο παράδειγμα για τους χριστιανούς των καιρών μας.

O Μητροπολίτης Ζηνόβιος (κατά κόσμον Ζαχαρίας Μαζούγκα) δεν είχε ούτε θεολογική ούτε κοσμική μόρφωση. Ωστόσο, διακρινόταν για τη βαθιά σοφία, την οποία απέκτησε μέσα από την μοναστηριακή υπακοή και την ησυχία. Πολλοί ιεράρχες από άλλες Τοπικές Εκκλησίες απευθύνονταν σε αυτόν, ως καθοδηγητή και γέροντά τους, για πνευματική βοήθεια, προσευχητική υποστήριξη και συμβουλή. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το πνευματικό ύψος και η αγιότητά του ήταν εμφανή, όπως το φως αναμμένου φωτιστικού. Ως μοναχός ακολουθούσε ασκητικό τρόπο ζωής από πολύ νεαρή ηλικία και παρέμεινε ασκητής μέχρι το θάνατό του, χωρίς να αλλάξει, μετά την αρχιερατική χειροτονία, τον εκτενή προσευχητικό του κανόνα, τον οποίο τελούσε ως επί το πλείστον νύχτα. Στη συνέχεια ήταν παρών σχεδόν πάντα στις Λειτουργίες που τελούνταν καθημερινά στον Ιερό Ναό του Αγίου Αλέξανδρου Νέβσκιϊ. Ο Σεβασμιώτατος Ζηνόβιος καθόλη τη διάρκεια της ζωής του έπασχε από μη επουλωτικές πληγές στα πόδια, τις οποίες είχε αποκτήσει σε νεαρή ηλικία σε εξορίες και φυλακές, σε αυτά τα στρατόπεδα θανάτου, και λόγω του πόνου περνούσε πολλές νύχτες άυπνος, κάτι που το έκρυβε από τους άλλους. 

Ο Σεβασμιώτατος ήταν γεννημένος ιεράρχης. Το παρουσιαστικό του ενέπνεε σεβασμό ακόμα και στους άπιστους. Το πνευματικό του μεγαλείο, όμως, συνυφαίνονταν με μια βαθιά ταπείνωση και απλότητα. Τις ιερές ακολουθίες τις τελούσε πάντοτε με μεγαλοπρέπεια και ευπρέπεια. Ήταν καταπληκτικό και το βλέμμα του. Τα μάτια του, καθαρά σαν το κρύσταλλο, αντανακλούσαν τη διαύγεια της ψυχής του. Ταυτόχρονα, όμως, το βλέμμα του ήταν διαπεραστικό, άλλοτε αυστηρό, πιο συχνά, όμως, συμπονετικό και θλιμμένο, λες και έβλεπε το βάθος της ανθρώπινης καρδιάς. Ο Σεβασμιώτατος Ζηνόβιος διακρινόταν για την ελεημοσύνη του: προσέφερε κρυφά σε πολλούς ελεημοσύνη, κάτι που έγινε γνωστό ιδιαίτερα μετά το θάνατό του. Άνθρωποι διηγούνταν ότι τους στήριζε οικονομικά στις δύσκολες καταστάσεις, χωρίς να τον έχουν παρακαλέσει, λες και καταλάβαινε πνευματικά τις ανάγκες τους. Η ελεημοσύνη του είχε τους αποδέκτες όχι μόνο τους ζωντανούς, αλλά και τους κεκοιμημένους. Στη Λειτουργία έβγαζε για πολλή ώρα μερίδες για τους κεκοιμημένους, σαν να ήθελε να ταΐσει εκατοντάδες πεινασμένους που είχαν συγκεντρωθεί στο κατώφλι του ναού. Δε διάβαζε τα δίπτυχα. Γνώριζε τα ονόματα από στήθους και τα φύλαγε στη μνήμη του, ακριβέστερα στην καρδιά του. Την ώρα αυτή μου φαινόταν ότι η προσευχή του μητροπολίτη βγάζει τις ψυχές των κεκοιμημένων από την κόλαση και τους επαναφέρει από το θάνατο στη ζωή.

Άνθρωποι, όπως ο Μητροπολίτης Ζηνόβιος, ήταν δώρο Θεού για τους καιρούς μας, όπως ήταν ο Δίκαιος Ιωάννης της Κρονστάνδης για την εποχή που τα φαντάσματα των επερχόμενων δεινών κρέμονταν πάνω από τη γη και οι θύελλες της επανάστασης άρχιζαν να ταλανίζουν τη Ρωσική Αυτοκρατορία. Ο Σεβασμιώτατος Ζηνόβιος είχε σταλεί στους σύγχρονούς μας να μας υπενθυμίζει ότι στον χριστιανισμό η κύρια δύναμη είναι η χάρη του Θεού: όπου αυτή δεν υπάρχει, εκεί όλες οι γνώσεις και τα ταλέντα δεν έχουν ισχύ, ενώ εκεί που υπάρχει η πίστη γίνεται ζωοποιός και νικηφόρος.

Θα ήθελα να αναφερθώ σε έναν μεγάλο ασκητή, τον μεγαλόσχημο Ηγούμενο Σάββα (κατά κόσμον Νικόλαο Οσταπένκο). Η ζωή του ήταν μια διαρκής προσευχή, η καρδιά του είχε ενωθεί, λες και έγινε ένα με το όνομα του Θεού. Δίδασκε την προσευχή του Ιησού – αυτό το πύρινο έργο – σε όλους όσοι έρχονταν σε αυτόν για συμβουλή και εξομολόγηση. Στο γέροντα με εκπληκτικό τρόπο συμβίωναν χαρά και θλίψη. Ήταν πάντα χαρούμενος, σαν να έλαμπε από εσωτερικό πνευματικό πυρ και με αυτό ζέσταινε άλλους. Ταυτόχρονα, όμως, θλιβόταν βαθιά για τις αμαρτίες των ανθρώπων, που είχαν ξεχάσει το κυριότερο: την αιώνια ζωή και τη σωτηρία της ψυχής εν Θεώ, και είχαν ανταλλάξει τη χάρη με το επίγειο χώμα. Η προσευχή του για όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα για τα πνευματικά του τέκνα, έμοιαζε με προσωπική μετάνοια, λες και τις αμαρτίες δεν τις είχαν κάνει οι άλλοι, αλλά αυτός ο ίδιος.

Πολλοί διηγούνταν ότι, όταν πλησίαζαν τις πόρτες του κελιού του πατέρα Σάββα, τους έπιανε ένα μυστικιστικό δέος, προσμονή για κάτι μυστικό και ασυνήθιστο και μαζί με αυτό φόβος ότι δεν είχαν ετοιμαστεί για αυτήν την συνάντηση. Μερικοί ομολογούσαν ότι σκοτεινές δυνάμεις εκείνη την ώρα έκραζαν σιωπηλά: «Φύγετε τρέχοντας από δω όπου θέλετε, κάντε ό, τι θέλετε, αλλά κρατηθείτε μακριά από αυτό το μέρος».

Όταν λειτουργούσε ο πατήρ Σάββας, οι άνθρωποι ένιωθαν όχι μόνο πνευματικά αλλά και φυσικά την ενέργεια της χάριτος. Όταν ένας άνθρωπος επικοινωνούσε με τον πατέρα Σάββα, τον καταλάμβανε μια αίσθηση βαθιάς ηρεμίας και ησυχίας. Όλα τα προβλήματα και οι αμφιβολίες εξαφανίζονταν και στην καρδιά κυριαρχούσε ειρήνη, λες και τα αιτήματα είχαν ήδη εκπληρωθεί. Στη διάρκεια της ιερής ακολουθίας διάχυτη ήταν η αίσθηση ότι με κάθε προσευχητική εκφώνηση του πατέρα Σάββα ο άγγελος φύλακας του ιερού προφέρει σιωπηλά το «Αμήν».

Μια φορά είδα τον Σεβασμιώτατο Ζηνόβιο και τον Ηγούμενο Σάββα να συνομιλούν στα δεξιά του ιερού στον Ιερό Ναό του Αγίου Αλέξανδρου Νέβσκιϊ. Στα πρόσωπά τους έπεφταν και γλιστρούσαν φωτεινές λάμψεις, ασυνήθιστα λευκές, σαν ακτίνα από το όρος Θαβώρ, που περνώντας μέσα στο χώρο και στους αιώνες, τους φώτιζε με το κάλλος της.

Με αγάπη θυμάμαι τον Αρχιμανδρίτη Παρθένιο, ο οποίος από μικρός είχε επιλέξει την μοναχική οδό, πέρασε τα σκαλιά της μοναστηριακής υπακοής και ερημικής ζωής, για να αποκτήσει την εμπειρία της πάλης με τις δαιμονικές δυνάμεις και τα πάθη. Ήταν ομολογητής της πίστης στην πιο δύσκολη εποχή των αιματηρών διωγμών εναντίον της Εκκλησίας, τότε που οι πιστοί υπέστησαν ανήκουστη στην ιστορία δίωξη και γενοκτονία. Θέλω να τονίσω την πραότητά του στην επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Αντιμετώπιζε τα πνευματικά του τέκνα με την ταπείνωση, με την οποία τα πνευματικά τέκνα έπρεπε να αντιμετωπίζουν τον καθοδηγητή τους. Στην εποχή μας, εποχή της αλαζονείας και της κενοδοξίας, η πραότητά του προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη και, θα έλεγα, θαυμασμό. Η ζωή του ήταν σιωπηλό μάθημα για τους ανθρώπους, με τους οποίους συναναστρέφονταν. Πολλοί από αυτούς, αν όχι άμεσα, αλλά σίγουρα χρόνια μετά τον θάνατό του, συνειδητοποίησαν αυτά τα μαθήματα και κατάλαβαν το μεγαλείο της πραότητάς του και της ταπείνωσής του. 

Ο Αρχιμανδρίτης Παρθένιος απέπνεε ευωδία ησυχίας, λες και έφερε στην ψυχή του την ησυχία της ερήμου, όπου πέρασε πολλά χρόνια. Με πραότητα υπέμενε τις αδικίες και τις προσβολές, σιωπηλά δεχόταν επιθέσεις ακόμα και από κοντινούς ανθρώπους, μέσω των οποίων ο δαίμονας ήθελε να τον βγάλει από την κατάσταση της προσευχής, να του προκαλέσει οργή και αγανάκτηση, να καταστρέψει αυτό που είχε αποκτήσει με κόπο πολλών χρόνων. Τον έβλεπα ως αμνό, που περιτριγυριζόταν από λύκους που δεν μπορούσαν, όμως, να τον ακουμπήσουν. Η ταπείνωση είναι πάντα νικηφόρος: κάνοντας παραχωρήσεις εξωτερικά, κερδίζει την πνευματική μάχη.

 
Ο αγώνας του Αγίου Γαβριήλ (κατά κόσμον Γκοντέρτζι Ουργκεμπάτζε) έμοιαζε με αγώνα αρχαίων σαλών που επέπλητταν τις αμαρτίες των βασιλιάδων και τις αδικίες των δικαστών. Έλεγε άφοβα την αλήθεια, αυτό που τόσο πολύ φοβάται και μισεί ο κόσμος που ψάχνει απολαύσεις στα πάθη και στις αμαρτίες. Μπορούσε να επιπλήξει ευθέως τον πιο υψηλόβαθμο αξιωματούχο, λες και έπιανε λιοντάρι από τη χαίτη του, χωρίς να σκέφτεται ότι μπορεί να τον κάνει εχθρό του.

Στην εποχή μας που αποκαλείται νέα εποχή, ο άνθρωπος ορίζεται από έθιμα και νόμους αυτού του θεόμαχου κόσμου. Η διπλή ταυτότητα γίνεται χαρακτηριστικό γνώρισμα των σύγχρονων ανθρώπων, και το χειρότερο όλων, και σημαντικής μερίδας χριστιανών. Το ψέμα άρχισε να εκλαμβάνεται ως σοφία, η αδιαφορία προς το κακό και η ανοχή στην ακολασία ως φιλανθρωπία, η συνεχής ηθοποιία και απόκρυψη των σκέψεων με επιτηδευμένες λέξεις εκλαμβάνεται ως ηθική και κουλτούρα επικοινωνίας. Η νέα μόδα της σύγχρονης εποχής είναι λατρεία του άσχημου και του ξεδιάντροπου. Σε αυτό συμμετέχουν ακόμα και κάθε άλλο παρά χαζοί άνθρωποι, κάτω από το φόβο μήπως, σε περίπτωση που αντιστέκονται σε αυτά, θεωρηθούν στα μάτια του κόσμου σκοταδιστές, φανατικοί και αδαείς που έμειναν πίσω από τον αιώνα τους, λες και άργησαν να πάρουν το τρένο της προόδου. Ο εγωισμός και ο πραγματισμός γίνονται φιλοσοφία ζωής και αυτή φαίνεται ότι έχει διεισδύσει σε όλη την ατμόσφαιρα της γης, την οποία αναπνέει η ανθρωπότητα. Μάσκες περιβάλλουν τον άνθρωπο παντού, από τη γέννηση μέχρι το θάνατο. Ο δρόμος της ζωής του περνάει από «πινακοθήκη» αμαρτιών και ασθενειών, εικόνες και σπόρους των οποίων κουβαλάει στην καρδιά του.

Ο Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ, αν και βρισκόταν στον κόσμο, φαινόταν ελεύθερος από τον κόσμο. Απέρριψε την κυριαρχία του, όπως σκίζουν τον κολλώδη ιστό της αράχνης. Ανέλαβε τον αγώνα της σαλότητας, λες και είχε αφιερωθεί σε πνευματικό ιπποτισμό, και ο κόσμος αποχώρησε από αυτόν. Πρέπει να πούμε ότι επέπληττε τις ασθένειες των ανθρώπων μπροστά στα μάτια τους, συχνά με απότομο τρόπο, χτυπούσε με τις λέξεις, λες και χτυπούσε με μαχαίρι, απειλώντας με κατάρα του Θεού όσους δεν ήθελαν να διορθωθούν. Ωστόσο, πίσω από την πλάτη τους δεν κατέκρινε κανέναν, εκτός από τον εαυτό του. Αναλάμβανε αμαρτίες, τις οποίες δεν είχε κάνει και ασθένειες τις οποίες δεν είχε.

Όσοι εξομολογούνταν στον πατέρα Γαβριήλ, διηγούνταν ότι ήταν πολύ εύκολο να του αποκαλύπτουν την αμαρτία, ακόμα και τις πιο επαίσχυντες πτώσεις: η καρδιά από μόνη της άνοιγε μπροστά του. Οι άνθρωποι έφευγαν από αυτόν με ανακούφιση και χαρά, λες και πέταξαν το βαρύ φορτίο που πίεζε τους ώμους. Ο λαός ένιωθε από διαίσθηση την πνευματική δύναμη και το θάρρος αυτού του ασκητή μπροστά στον Θεό. Αμέσως μετά το θάνατό του, πριν ακόμα την αγιοκατάταξή του, άρχισε να γίνεται προσκύνημα στον τάφο του.

Σέβομαι πολύ τον πνευματικό της Μονής «Γκλίνσκαγια Πούστιν», τον πατέρα Σεραφείμ (κατά κόσμον Ιβάν Ρομάντσεβ). Σε αυτόν τον γέροντα συνδυάζονταν αυστηρότητα και ελεημοσύνη, ψυχική τρυφερότητα και πνευματική στιβαρότητα. Μπορούσε να παρηγορεί το θλιμμένο με λίγες μόνο λέξεις, να σηκώνει τον πεπτωκότα και σαν να εμφυσούσε μέσα του νέες δυνάμεις, να ταπεινώνει τον υπερήφανο, να τονίζει τις κρυφές λακούβες που βρίσκονται στον πνευματικό δρόμο του ανθρώπου και να εξηγεί λεπτομερώς πώς να τις ανακαλύπτει και να τις παρακάμπτει. Είχε παρατηρηθεί ότι η ανυπακοή στον πατέρα Σεραφείμ από την πλευρά των πνευματικών του τέκνων επέστρεφαν σε αυτούς με δεινά και ηθικές πτώσεις. Η επικοινωνία με τον ασκητή δεν είναι μόνο χαρά και παρηγοριά, αλλά και ευθύνη: μοιάζει με επικοινωνία με τη φωτιά που φωτίζει και θερμαίνει, που όμως από απροσεξία και αμέλεια μπορεί να προκαλέσει πυρκαγιά και να κάψει.  

Στους καιρούς μας δε βλέπω ασκητές που να μοιάζουν με αυτούς για τους οποίους έγραψα. Δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Πιθανόν, υπάρχουν και συνεχίζουν τον αγώνα των πατέρων τους, αλλά κρυφά. Απλώς δεν τους βλέπω, μπορεί, βέβαια, και να μην τους ψάχνω. Οι γέροντες για τους οποίους έγραψα, τελείωσαν την επίγεια ζωή, αλλά πνευματικά παραμένουν μαζί μας. Είναι παραδείγματα για τους σύγχρονους ανθρώπους, αλλά για μένα, πρώτα από όλα, αποτελούν επίπληξη για τη ράθυμη ζωή μου: είχα πρόσβαση στο θησαυροφυλάκιο, αλλά δεν πήρα τίποτα από κει και έμεινα φτωχός.

Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ (Καρέλιν)
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου