Θαῦμα Ἁγίας Εὐφημίας τῆς Μεγαλομάρτυρος
Eις την Eυφημίαν.
Δίκαζε μάρτυς τοῖς ὅροις, καὶ κειμένη,
Κυροῦσα πίστιν, ἧς ἐνήθλησας πόθῳ.
Eις την Σύνοδον.
Θεού Λόγου σάρκωσιν αψευδεστάτην,
O φάσμα φάσκων Eυτυχής καθηρέθη.
Θέσκελον ἑνδεκάτῃ Ὅρον ἐμπεδοῖ Εὐφημίη.
Δίκαζε μάρτυς τοῖς ὅροις, καὶ κειμένη,
Κυροῦσα πίστιν, ἧς ἐνήθλησας πόθῳ.
Eις την Σύνοδον.
Θεού Λόγου σάρκωσιν αψευδεστάτην,
O φάσμα φάσκων Eυτυχής καθηρέθη.
Θέσκελον ἑνδεκάτῃ Ὅρον ἐμπεδοῖ Εὐφημίη.
Ἦταν χριστιανὴ παρθένος, ποὺ μὲ τὸ αἷμά της σφράγισε τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν αὐταπάρνησή της καταντρόπιασε τοὺς ἰσχυροὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες.
Ἡ Εὐφημία καταγόταν ἀπὸ τὴ Χαλκηδόνα καὶ οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Φιλόφρων καὶ Θεοδοσιανή. Μόρφωσαν τὴν κόρη τους σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Εὐφημία ἀπὸ πολὺ νωρὶς διακρίθηκε γιὰ τὸν ἅγιο ζῆλο της, τὸ σεμνὸ ἦθος καὶ τὴ φιλανθρωπία της. Ἦταν ὡραῖα στὸ σῶμα, καὶ πολλοὶ εἰδωλολάτρες νέοι περίμεναν ἔστω ἕνα ἐνθαρρυντικὸ χαμόγελό της. Ἀλλὰ ἡ σεμνὴ παρθένος διατηροῦσε ἀκηλίδωτη τὴν ἁγνότητά της καὶ εἶχε ἀφοσιωμένη τὴν καρδιά της στὸν Θεό, στὴν περιποίηση τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν ἀπροστάτευτων ὀρφανῶν.
Ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διατάχθηκε σκληρὸς διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Εὐφημία συνελήφθη καὶ ὁμολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανή. Τότε ὁ κριτής, ὑπολογίζοντας στὴν ἀδύνατη γυναικεία φύση της, τὴν καταδίκασε σὲ θάνατο μὲ βασανιστήρια. Ὅμως ἡ Εὐφημία ἀναδείχθηκε πολὺ ἰσχυρότερη τῶν βασανιστῶν της καὶ ὑπέμεινε τὰ βασανιστήρια μὲ θαυμαστὴ καρτερία. Στὸ τέλος τὴν ἔριξαν τροφὴ στὰ θηρία.
Δίδαξε ἔτσι μὲ τὸ παράδειγμά της, πὼς μπορεῖ οἱ χριστιανοὶ νὰ φαίνονται στὸν κόσμο ἀδύνατοι, ἀλλὰ «τὰ ἀσθενῆ του κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἶνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά». Δηλαδή, τοὺς κατὰ κόσμον ἀδυνάτους ἐξέλεξε ὁ Θεός, γιὰ νὰ καταντροπιάσει ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἰσχυρὴ κοσμικὴ ἐπιρροή.
Ὅμως, αὐτὴν τὴν ἡμέρα, γίνεται ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἁγία Εὐφημία, ὅταν, κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μαρκιανοῦ καὶ τῆς Πουλχερίας, συντάχθηκαν δυὸ τόμοι ποὺ περιεῖχαν τὸν ὅρο τῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα (451) καὶ ἦταν ἕνας τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἕνας τῶν Μονοφυσιτῶν. Γιὰ νὰ πάψει λοιπὸν ἡ ἔριδα μεταξὺ τῶν δυὸ πλευρῶν, ἀποφασίστηκε νὰ τεθοῦν καὶ οἱ δυὸ τόμοι μέσα στὴ λάρνακα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, γιὰ νὰ φανεῖ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δυὸ θὰ δεχθεῖ ἡ Ἁγία. Μετὰ τὴν ἀποσφράγιση τῆς λάρνακας, βρέθηκε ὁ μὲν τῶν αἱρετικῶν τόμος στὰ πόδια τῆς Ἁγίας πεταμένος, ὁ δὲ τῶν ὀρθοδόξων στὸ στῆθος της.
(Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ κυρίως μνήμη τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας Εὐφημίας τελεῖται στὶς 16 Σεπτεμβρίου).
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Λίαν εὔφρανας, τοὺς Ὀρθοδόξους, καὶ κατῄσχυνας, τοὺς κακοδόξους, Εὐφημία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· τῆς γὰρ Τετάρτης Συνόδου ἐκύρωσας, ἃ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’.
Ἀγῶνας ἐν ἀθλήσει, ἀγῶνας ἐν τῇ πίστει κατεβάλου θερμῶς, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Νυμφίου σου. Ἀλλὰ καὶ νῦν, ὡς τὰς αἱρέσεις, καὶ ἐχθρῶν τὸ φρύαγμα, ἐν τοῖς ποσὶ τῶν βασιλέων ἡμῶν ὑποταγῆναι πρέσβευε, διὰ τῆς Θεοτόκου, ἡ ὑπὸ ἑξακοσίων τριάκοντα, θεοφόρων Πατέρων, τὸν Ὅρον λαβοῦσα, καὶ φυλάττουσα πανεύφημε.
Μεγαλυνάριον.
Πίστιν βεβαιοῦσα τὴν ἀληθῆ, δι’ ἣν Εὐφημία, σφαγιάζῃ ἀθλητικῶς, ἐν ἀγκάλαις φέρεις, τὸν Τόμον τῶν Πατέρων, ποσὶ δὲ ἀπορρίπτεις, τὸν τῆς αἱρέσεως.
Ἡ Εὐφημία καταγόταν ἀπὸ τὴ Χαλκηδόνα καὶ οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Φιλόφρων καὶ Θεοδοσιανή. Μόρφωσαν τὴν κόρη τους σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Εὐφημία ἀπὸ πολὺ νωρὶς διακρίθηκε γιὰ τὸν ἅγιο ζῆλο της, τὸ σεμνὸ ἦθος καὶ τὴ φιλανθρωπία της. Ἦταν ὡραῖα στὸ σῶμα, καὶ πολλοὶ εἰδωλολάτρες νέοι περίμεναν ἔστω ἕνα ἐνθαρρυντικὸ χαμόγελό της. Ἀλλὰ ἡ σεμνὴ παρθένος διατηροῦσε ἀκηλίδωτη τὴν ἁγνότητά της καὶ εἶχε ἀφοσιωμένη τὴν καρδιά της στὸν Θεό, στὴν περιποίηση τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν ἀπροστάτευτων ὀρφανῶν.
Ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διατάχθηκε σκληρὸς διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Εὐφημία συνελήφθη καὶ ὁμολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανή. Τότε ὁ κριτής, ὑπολογίζοντας στὴν ἀδύνατη γυναικεία φύση της, τὴν καταδίκασε σὲ θάνατο μὲ βασανιστήρια. Ὅμως ἡ Εὐφημία ἀναδείχθηκε πολὺ ἰσχυρότερη τῶν βασανιστῶν της καὶ ὑπέμεινε τὰ βασανιστήρια μὲ θαυμαστὴ καρτερία. Στὸ τέλος τὴν ἔριξαν τροφὴ στὰ θηρία.
Δίδαξε ἔτσι μὲ τὸ παράδειγμά της, πὼς μπορεῖ οἱ χριστιανοὶ νὰ φαίνονται στὸν κόσμο ἀδύνατοι, ἀλλὰ «τὰ ἀσθενῆ του κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἶνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά». Δηλαδή, τοὺς κατὰ κόσμον ἀδυνάτους ἐξέλεξε ὁ Θεός, γιὰ νὰ καταντροπιάσει ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἰσχυρὴ κοσμικὴ ἐπιρροή.
Ὅμως, αὐτὴν τὴν ἡμέρα, γίνεται ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἁγία Εὐφημία, ὅταν, κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μαρκιανοῦ καὶ τῆς Πουλχερίας, συντάχθηκαν δυὸ τόμοι ποὺ περιεῖχαν τὸν ὅρο τῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα (451) καὶ ἦταν ἕνας τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἕνας τῶν Μονοφυσιτῶν. Γιὰ νὰ πάψει λοιπὸν ἡ ἔριδα μεταξὺ τῶν δυὸ πλευρῶν, ἀποφασίστηκε νὰ τεθοῦν καὶ οἱ δυὸ τόμοι μέσα στὴ λάρνακα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, γιὰ νὰ φανεῖ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δυὸ θὰ δεχθεῖ ἡ Ἁγία. Μετὰ τὴν ἀποσφράγιση τῆς λάρνακας, βρέθηκε ὁ μὲν τῶν αἱρετικῶν τόμος στὰ πόδια τῆς Ἁγίας πεταμένος, ὁ δὲ τῶν ὀρθοδόξων στὸ στῆθος της.
(Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ κυρίως μνήμη τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας Εὐφημίας τελεῖται στὶς 16 Σεπτεμβρίου).
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Λίαν εὔφρανας, τοὺς Ὀρθοδόξους, καὶ κατῄσχυνας, τοὺς κακοδόξους, Εὐφημία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· τῆς γὰρ Τετάρτης Συνόδου ἐκύρωσας, ἃ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος β’.
Ἀγῶνας ἐν ἀθλήσει, ἀγῶνας ἐν τῇ πίστει κατεβάλου θερμῶς, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Νυμφίου σου. Ἀλλὰ καὶ νῦν, ὡς τὰς αἱρέσεις, καὶ ἐχθρῶν τὸ φρύαγμα, ἐν τοῖς ποσὶ τῶν βασιλέων ἡμῶν ὑποταγῆναι πρέσβευε, διὰ τῆς Θεοτόκου, ἡ ὑπὸ ἑξακοσίων τριάκοντα, θεοφόρων Πατέρων, τὸν Ὅρον λαβοῦσα, καὶ φυλάττουσα πανεύφημε.
Μεγαλυνάριον.
Πίστιν βεβαιοῦσα τὴν ἀληθῆ, δι’ ἣν Εὐφημία, σφαγιάζῃ ἀθλητικῶς, ἐν ἀγκάλαις φέρεις, τὸν Τόμον τῶν Πατέρων, ποσὶ δὲ ἀπορρίπτεις, τὸν τῆς αἱρέσεως.
Ἡ Ἁγία Ὄλγα ἡ Ἰσαπόστολος ἡ βασίλισσα
Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἦταν βασίλισσα τῆς Ρωσίας καὶ διὰ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος μετονομάσθηκε Ἑλένη, τὸ ἔτος 957.
Δύσκολα μπορεῖ νὰ περιγράψει κανεὶς τὶς ἄοκνες προσπάθειές της γιὰ τὴ χριστιανικὴ διαφώτιση τοῦ Ρώσικου λαοῦ. Ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ Ρώσοι τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἁγία αὐτή, ὅταν ᾖλθε μὲ τὴν ἀκολουθία της κάποτε στὸ Βυζάντιο, ἔτυχε θερμῆς ὑποδοχῆς γιὰ τοὺς ἀγῶνες της ὑπὲρ τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Πάνω στὸν ἀγῶνα αὐτό, παρέδωσε τὴν τελευταία της πνοὴ τὴν 11η Ἰουλίου 969.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὸ φέγγος τῆς πίστεως, εἰσδεδεγμένη λαμπρῶς, πρὸς γνῶσιν σωτήριον, τὸν σὸν λαὸν ἀσφαλῶς, ὡδήγησας ἔνδοξε. Ὅθεν ὡς ἀπαρχήν σε, τῷ σῷ ἔθνει ἁγίαν, μέλπομεν εὐσέβειας, Ἰσαπόστολε Ὄλγα· Χριστὸς γὰρ ὃν ἠγάπησας, ἀξίως σε ἐδόξασε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Έπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἠὼς πολύφωτος, τῆς εὐσεβείας, τῷ σῷ ἔθνει δέδειξε, Ὄλγα θεόφρον βασιλίς, Εὐαγγελίου τὴν ἔλλαμψιν, ἐν τῇ ψυχῇ σου δεχθεῖσαι πανεύφημε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἰσαπόστολε τοῦ Χριστοῦ, θεόληπτε Ὄλγα, βασιλίδων ἡ καλλονή· χαίροις τῆς Ῥωσίας, λαμπὰς τηλαυγεστάτη, τὸ φῶς τῆς εὐσεβείας, ἡ ἀπαυγάζουσα.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁ Νέος Ὁσιομάρτυρας ἀπὸ τὰ Βρύουλλα ἢ Βουρλά
Τὸν Σταυρὸν αἴρων Νεκτάριος Κυρίου,
Πλάνην πατάσσει τῶν ἀπίστων γενναίως.
Νέκταρ τῆς ζωῆς τῆς ἀθανάτου πίνεις
Νεκτάριε ἔνδοξε τχεῤῥὼς ἀθλήσας.
Ἐνδεκάτῃ Νεκταρίοιο κέρσαν δειρὴν ἄνδρες δεινοί.
Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ Βρύουλλα ἢ Βουρλὰ τῆς Ἐφέσου καὶ ὀνομαζόταν Νικόλαος. Ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ 17 ἐτῶν μπῆκε μὲ μισθὸ στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἀγά.
Μαζὶ μὲ ἄλλους ἕξι νέους χριστιανούς, ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἐξισλαμίστηκε, διότι πίστεψαν ὅτι οἱ γονεῖς τους πέθαναν ἀπὸ κάποια ἐπιδημία.
Ὅταν ὅμως ὁ Νικόλαος γύρισε στὰ Βουρλά, πληροφορήθηκε ὅτι ἡ μητέρα του ζοῦσε καὶ ἔτρεξε μὲ χαρὰ κοντά της. Ἡ εὐσεβὴς μητέρα, ὅταν εἶδε μὲ τούρκικα ροῦχα τὸν γιό της, τὸν ἔδιωξε λέγοντάς του ὅτι, ἐγὼ δὲν γέννησα Τοῦρκο ἀλλὰ Νικόλαο Χριστιανό. Τότε ὁ Νικόλαος κατάλαβε τὸ ἁμάρτημά του καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα ταξίδι στὴ Σμύρνη, Βλαχὶα καὶ πάλι στὴ Σμύρνη, ἐξομολογήθηκε σ’ ἕναν Ἁγιορείτη μοναχό, καὶ μὲ τὴν εὐλογία του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ κατέληξε στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας, κοντὰ στὸν πατριώτη του μοναχὸ Χατζῆ Στέφανο, ὅπου ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νεκτάριος.
Ἀλλὰ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου ἔκαιγε μέσα στὴν καρδιά του. Ἔτσι μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ πνευματικοῦ του ἔφυγε νὰ μαρτυρήσει, μὲ τὴ συνοδεία τοῦ ὁσιοτάτου χειραγωγοῦ του, Στεφάνου. Ὅταν ἔφτασαν στὴν πατρίδα τους τὰ Βουρλά, ὁ Νεκτάριος παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ καὶ ἀφοῦ ἔριξε τὸ φέσι του κατὰ γῆς εἶπε: «Πάρτε τὰ σημάδια τῆς πίστης σας, ἐγὼ χριστιανὸς Νικόλαος γεννήθηκα καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω».
Παρὰ τὶς ὅλες κολακεῖες καὶ τὰ βασανιστήρια, ὁ Νεκτάριος ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 11 Ἰουλίου 1820.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βρυούλλων ἀγλάϊσμα, καὶ ἀντιλήπτωρ θερμός, ἐδείχθης Νεκτάριε, ὡς Ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἐσχάτοις ἐν ἔτεσι· σὺ γὰρ καλῶς ἀσκήσας, ἐν τῷ ὄρει τοῦ Ἄθω, ἤθλησας θεοφρόνως, καὶ καθεῖλες τὸν ὄφιν· διὸ σὲ Ὁσιομάρτυς, πόθω γεραίρομεν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ θεῖον νέκταρ, τῇ ἐν τῷ Ἄθῳ ἐναρέτῳ ζωῇ σου, ἐν τῇ ψυχῇ δεξάμενος Νεκτάριε, ἔδραμες πρὸς ἄθλησιν, στερροτάτῃ καρδίᾳ καὶ Χριστὸν ἐδόξασας, τοῖς σεπτοῖς σου ἀγῶσι, καὶ παρ’ αὐτοῦ ἀξίως δοξασθείς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, πρεσβεύεις ἑκάστοτε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ Βρυούλλων θεῖος βλαστός, ὁ νέκταρ πηγάζων, ταῖς καρδίαις τῶν εὐσεβῶν, ἀγάπης τῆς θείας, τῶν πόθῳ σε τιμώντων, σοφὲ Ὁσιομάρτυς, θεῖε Νεκτάριε.
Ὁ Ἅγιος Κινδέος ὁ Πρεσβύτερος
Oυκ άξιόν τι καύσεως όλως έχων,
Σωθείς πυρός τέθνηκας ούτω Kινδέε.
Σωθείς πυρός τέθνηκας ούτω Kινδέε.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν κωμόπολη Ταλμενία τῆς Παμφυλίας Σίδης (290 μ.Χ.), καὶ ἐργαζόταν μὲ πολλὴ δραστηριότητα, γιὰ τὴν ἐπέκταση τῆς χριστιανικῆς πίστης.
Γι’ αὐτό, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Στρατόνικο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ. Στὸ δρόμο ὅμως γιὰ τὴν ἐκτέλεση τῆς ποινῆς, αὐτὸς ποὺ κρατοῦσε τὰ ξύλα γιὰ τὴ φωτιά, ξαφνικὰ ἀρρώστησε καὶ ἔπεσε κάτω. Τότε, ὁ ἐπικεφαλὴς τοῦ ἀποσπάσματος, διέταξε κάποιον ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες νὰ σηκώσει καὶ νὰ μεταφέρει τὰ ξύλα. Ἀλλὰ ὁ γενναῖος χριστιανὸς μάρτυρας, παρακάλεσε νὰ βάλλουν στοὺς δικούς του ὤμους τὰ ξύλα, καὶ νὰ μεταφέρει αὐτὸς τὰ ὑλικά τοῦ μαρτυρίου του.
Τὴν ἴδια γενναιότητα ἐπέδειξε ὁ ἅγιος Κινδέος καὶ στὴν φωτιά. Ἐνῷ τὸν εἶχαν πάνω στὰ ξύλα, καὶ πρὶν οἱ φλόγες τὸν καλύψουν, δίδασκε τοὺς παρευρισκομένους μὲ ἱερὸ ἐνθουσιασμὸ καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ προσέλθουν στὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ.
Τέλος, ἐνῷ παρέδιδε τὴν ψυχή του καιόμενος μέσα στὶς φλόγες, κέρδιζε ἄλλη μεγάλη νίκη. Ὁ ἱερέας τῶν εἰδώλων, ἔκπληκτος μπροστὰ σὲ τέτοιο θάνατο, πίστεψε στὸν Χριστὸ μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκά του. Γιὰ ν’ ἀποδειχθεῖ ἀκόμα μιὰ φορὰ τὸ ἀκατάβλητο τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας, ὅταν αὐτὴ κηρύττεται μὲ αὐταπάρνηση.
Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ ἐν τὴ Μάνδρᾳ
Eκ γης απελθών εντρυφά τερπνοίς Λέων,
Ων είχεν εν γη τας απορροίας πάλαι.
Ων είχεν εν γη τας απορροίας πάλαι.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς ὁ Μάρτυρας
Yπήρξε θήκη Mαρκιανέ σος φάρυγξ,
Xωρούσα την μάχαιραν, ην κατεκρίθης.
Xωρούσα την μάχαιραν, ην κατεκρίθης.
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν μὲ μαχαῖρι. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ἅγιος Μαρτυροκλής ὁ Μάρτυρας
O Mαρτυροκλής Mαρτύρων εύρε κλέος,
Mάρτυς φανείς άριστος εκ τοξευμάτων.
Mάρτυς φανείς άριστος εκ τοξευμάτων.
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν μὲ ἐκτοξευμένα βέλη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Όσιος Νικόδημος ο Βατοπεδινός
Πώς αγέραστον καταλίπω τοις λόγοις;
Tον Nικόδημον, ω γέρας νήψις νόου;
Θεωρίᾳ καὶ πράξει νικητὴς ὤφθης,
Κατ’ ἐχθροῦ Νικόδημε, τοῦ παμβεβήλου.
Πῶς ἀγέραστον καταλίπω τοῖς λόγοις,
Τὸν Νικόδημον ᾧ γερας νῆψις νόου;
Tον Nικόδημον, ω γέρας νήψις νόου;
Θεωρίᾳ καὶ πράξει νικητὴς ὤφθης,
Κατ’ ἐχθροῦ Νικόδημε, τοῦ παμβεβήλου.
Πῶς ἀγέραστον καταλίπω τοῖς λόγοις,
Τὸν Νικόδημον ᾧ γερας νῆψις νόου;
Ο
Όσιος Νικόδημος, κατά κόσμο Νικηφόρος, ασκήτευε σε κελλί κοντά στη μονή
Βατοπαιδίου στις αρχές του 14ου μ.Χ. αιώνα. Προήρχετο από το όρος του
Αυξεντίου, που βρισκόταν κοντά στη Χαλκηδόνα της Μικράς Ασίας και
αποτελούσε περίφημο μοναστικό κέντρο από τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Λόγω
επιδρομών των Τούρκων ήλθε στο Άγιον Όρος και εγκαταστάθηκε πλησίον της
μονής Βατοπαιδίου. Εκεί τον βρήκε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (βλέπε 14 Νοεμβρίου)
ασκούμενο και λόγω της μεγάλης του αρετής θέλησε να του υποταχθεί.
Πληροφορίες σχετικές μας δίνει ο Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (βλέπε 11 Οκτωβρίου)
στην εξαίσια βιογραφία του: Ο άγιος Γρηγόριος «παρά τη του Βατοπεδίου
γενόμενος λαύρα Νικοδήμω φοιτά τω γενναίω, ανδρί θαυμαστώ κατά τε πράξιν
και θεωρίαν, ως οι Άθω παροικούντες πλην ολίγων είσασι πάντες, κατά μεν
τον Αυξεντίου βουνόν, ος απαντικρύ Βυζαντίου προς ανατολάς εν
Χρυσουπόλει πέραν προς τω άκρω κείται της Προποντίδος, πρότερον πάσαν
αρετής οδόν ησκηκότι προς άκρον, εν τη του Βατοπεδίου δ΄ ες ύστερον
γενομένω και τους αυτούς της αρετής άθλους μετά της σης σπουδής και της
προθυμίας επί πλείστον διηνυκότι, ένθα δη και του θαυμαστού και μακαρίου
μακαρίως διά Χριστόν τετύχηκε τέλους. Τούτω τοίνυν καλώς ο καλός εκεί
Γρηγόριος προσελθών αυτού πού σκηνουμένω καθ’΄ησυχίαν και κείρεται παρ’
αυτού και προς υποταγήν εαυτόν τελείαν εκδίδωσιν».
Ευρισκόμενος πλησίον του θεοφόρου αυτού Γέροντος ο Άγιος Γρηγόριος είχε τελεία υπακοή και υποταγή, συνεχή νηστεία και αγρυπνία, ακατάπαυστη προσευχή, θερμή θεοτοκοφιλία, αγιοφάνειες και υψηλές πνευματικές καταστάσεις, στις όποιες τον οδηγούσε και διατηρούσε ο θεωρητικός και διακριτικός όσιος Νικόδημος. Κατά την περίοδο αυτή κατόπιν παρουσίας του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου του υποδείχθηκε να επαναλαμβάνει στην προσευχή του· «Φώτισόν μου το σκότος».
Ολοι οι βιογράφοι του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά αναφέρονται στον Γέροντα του όσιο Νικόδημο και τον ονομάζουν: «γενναίον και θαυμαστόν Μοναχόν κατά πράξιν και θεωρίαν, γνωστόν εις ολόκληρον το Άγιον Όρος διά την αρετήν του». «Πολύ γνωστόν σε όλους τους αγιορείτας. ο Νικόδημος ζούσε ησυχαστικά και ήταν μεγάλος Γέροντας». Πηγή όλων των πληροφοριών είναι ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος.
Κατά τον άγιο Φιλόθεο· «Τρίτος ενιαυτώς τω Γρηγορίω μετά την αποταγήν ην και Νικόδημος ο καθηγητής και πατήρ πλήρης ημερών των τε Θεών ομού γεγονώς και των ανθρωπίνων ευκλεώς και μακαρίως όντως εξεδήμει προς Κύριον». Έμεινε λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος παρά τον όσιο Νικόδημο επί μία τριετία (1319 - 1322 μ.Χ.).
Η μνήμη του οσίου Νικοδήμου τιμάται στις 11 Ιουλίου. Ακολουθία εποίησε ο υμνογράφος Χαραλάμπης Μπούσιας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Νικηφόρους ἀγῶνας κατὰ τοῦ δράκοντος, ἀσκητικῇ πολιτείᾳ ἐν τοῖς ὁρίοις σοφέ, τῆς Μονῆς Βατοπεδίου πόθῳ ἤγαγες, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, χρηματίσας πρὸς μονάς, Νικόδημε αἰωνίους, μεταβέβηκας ἱκετεύειν, Χριστὸν ὑπὲρ τῶν σὲ τιμώντων φαιδρῶς.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ὡς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον, καὶ θείας γνώσεως ἀσύλητον θησαύρισμα, ἀνυμνοῦμέν σε ἀγλάϊσμα μοναζόντων, ἀλλ’ ὡς γνώμων ἀκριβέστατος ἀσκήσεως, καθοδήγησον ἡμᾶς πρὸς βίον ἄληκτον, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Πάτερ Νικόδημε.
Ὁ Οἶκος
Ἄριστος ὑφηγήτωρ, εὐσεβείας ἐπώφθης, Νικόδημε Ὁσίων φαιδρότης, νικηφόρους ἀγῶνας γὰρ σύ, διεξάγων κατὰ τοῦ δεινοῦ ὄφεως, τὸν νοῦν κακῶν ἐκάθηρας, διό σοι ἐκβοῶμεν ταῦτα·
Χαῖρε, λειμὼν διδαγμάτων θεῖος·
χαῖρε, ψυχῶν κλονουμένων τεῖχος.
Χαῖρε, φοιτητῶν σου κανὼν ἀπλανέστατος·
χαῖρε, ἀρετῶν ῥοδεών εὐωδέστατος.
Χαῖρε, στόμα θεοκίνητον, κατευφραῖνον μοναστάς·
χαῖρε, ὄμμα γαληνότατον, τὸ οἰκτίρον ἀσκητάς.
Χαῖρε, ὅτι ἐκλάμπεις φωτισμοῦ θείου χάριν·
χαῖρε, ὅτι εκλύεις τοῦ δολίου τὴν μῆνιν.
Χαῖρε, ὑλκὰς ἠθῶν τῆς σεμνότητος·
χαῖρε, λαμπὰς ἀῤῥήτου φαιδρότητος.
Χαῖρε, φωτὸς τοῦ ἀκτίστου ὁ μύστης·
χαῖρε, παντὸς εὐσεβοῦς ὁ προστάτης.
Χαῖρε, Πάτερ Νικόδημε.
Ἕτερον Ὁ Οἶκος
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Δεδεγμένος τῆς χάριτος θεῖον φῶς, καὶ σοφίαν τὴν κρείττω πεπλουτηκώς, διέλαμψας Ὅσιε, ἐν τῷ Ἄθῳ Νικόδημε, καὶ διδασκάλων ὤφθης, φωστὴρ φαεινότατος, καταπυρσεύσας πάσας, ἀζύγων τὰς φάλαγγας, γνώσεως ἀκτῖσι, τοῦ φωτὸς τοῦ ἀκτίστου, δι’ οὗ καὶ ἠμαύρωσας, τὴν ἀπάτην τοῦ ὄφεως, ἀσκουμένων ακρώρεια, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις μονοτρόπων φῶς τηλαυγές, χαίροις διδασκάλων, θεοπνεύστων ὑπογραμμέ, χαίροις ὁ κοσμήσας, Μονὴν Βατοπεδίου, ἀγῶσι θεαρέστοις μάκαρ Νικόδημε.
Ευρισκόμενος πλησίον του θεοφόρου αυτού Γέροντος ο Άγιος Γρηγόριος είχε τελεία υπακοή και υποταγή, συνεχή νηστεία και αγρυπνία, ακατάπαυστη προσευχή, θερμή θεοτοκοφιλία, αγιοφάνειες και υψηλές πνευματικές καταστάσεις, στις όποιες τον οδηγούσε και διατηρούσε ο θεωρητικός και διακριτικός όσιος Νικόδημος. Κατά την περίοδο αυτή κατόπιν παρουσίας του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου του υποδείχθηκε να επαναλαμβάνει στην προσευχή του· «Φώτισόν μου το σκότος».
Ολοι οι βιογράφοι του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά αναφέρονται στον Γέροντα του όσιο Νικόδημο και τον ονομάζουν: «γενναίον και θαυμαστόν Μοναχόν κατά πράξιν και θεωρίαν, γνωστόν εις ολόκληρον το Άγιον Όρος διά την αρετήν του». «Πολύ γνωστόν σε όλους τους αγιορείτας. ο Νικόδημος ζούσε ησυχαστικά και ήταν μεγάλος Γέροντας». Πηγή όλων των πληροφοριών είναι ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος.
Κατά τον άγιο Φιλόθεο· «Τρίτος ενιαυτώς τω Γρηγορίω μετά την αποταγήν ην και Νικόδημος ο καθηγητής και πατήρ πλήρης ημερών των τε Θεών ομού γεγονώς και των ανθρωπίνων ευκλεώς και μακαρίως όντως εξεδήμει προς Κύριον». Έμεινε λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος παρά τον όσιο Νικόδημο επί μία τριετία (1319 - 1322 μ.Χ.).
Η μνήμη του οσίου Νικοδήμου τιμάται στις 11 Ιουλίου. Ακολουθία εποίησε ο υμνογράφος Χαραλάμπης Μπούσιας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Νικηφόρους ἀγῶνας κατὰ τοῦ δράκοντος, ἀσκητικῇ πολιτείᾳ ἐν τοῖς ὁρίοις σοφέ, τῆς Μονῆς Βατοπεδίου πόθῳ ἤγαγες, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, χρηματίσας πρὸς μονάς, Νικόδημε αἰωνίους, μεταβέβηκας ἱκετεύειν, Χριστὸν ὑπὲρ τῶν σὲ τιμώντων φαιδρῶς.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ὡς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον, καὶ θείας γνώσεως ἀσύλητον θησαύρισμα, ἀνυμνοῦμέν σε ἀγλάϊσμα μοναζόντων, ἀλλ’ ὡς γνώμων ἀκριβέστατος ἀσκήσεως, καθοδήγησον ἡμᾶς πρὸς βίον ἄληκτον, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Πάτερ Νικόδημε.
Ὁ Οἶκος
Ἄριστος ὑφηγήτωρ, εὐσεβείας ἐπώφθης, Νικόδημε Ὁσίων φαιδρότης, νικηφόρους ἀγῶνας γὰρ σύ, διεξάγων κατὰ τοῦ δεινοῦ ὄφεως, τὸν νοῦν κακῶν ἐκάθηρας, διό σοι ἐκβοῶμεν ταῦτα·
Χαῖρε, λειμὼν διδαγμάτων θεῖος·
χαῖρε, ψυχῶν κλονουμένων τεῖχος.
Χαῖρε, φοιτητῶν σου κανὼν ἀπλανέστατος·
χαῖρε, ἀρετῶν ῥοδεών εὐωδέστατος.
Χαῖρε, στόμα θεοκίνητον, κατευφραῖνον μοναστάς·
χαῖρε, ὄμμα γαληνότατον, τὸ οἰκτίρον ἀσκητάς.
Χαῖρε, ὅτι ἐκλάμπεις φωτισμοῦ θείου χάριν·
χαῖρε, ὅτι εκλύεις τοῦ δολίου τὴν μῆνιν.
Χαῖρε, ὑλκὰς ἠθῶν τῆς σεμνότητος·
χαῖρε, λαμπὰς ἀῤῥήτου φαιδρότητος.
Χαῖρε, φωτὸς τοῦ ἀκτίστου ὁ μύστης·
χαῖρε, παντὸς εὐσεβοῦς ὁ προστάτης.
Χαῖρε, Πάτερ Νικόδημε.
Ἕτερον Ὁ Οἶκος
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Δεδεγμένος τῆς χάριτος θεῖον φῶς, καὶ σοφίαν τὴν κρείττω πεπλουτηκώς, διέλαμψας Ὅσιε, ἐν τῷ Ἄθῳ Νικόδημε, καὶ διδασκάλων ὤφθης, φωστὴρ φαεινότατος, καταπυρσεύσας πάσας, ἀζύγων τὰς φάλαγγας, γνώσεως ἀκτῖσι, τοῦ φωτὸς τοῦ ἀκτίστου, δι’ οὗ καὶ ἠμαύρωσας, τὴν ἀπάτην τοῦ ὄφεως, ἀσκουμένων ακρώρεια, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις μονοτρόπων φῶς τηλαυγές, χαίροις διδασκάλων, θεοπνεύστων ὑπογραμμέ, χαίροις ὁ κοσμήσας, Μονὴν Βατοπεδίου, ἀγῶσι θεαρέστοις μάκαρ Νικόδημε.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας ἀπὸ τὸ Ἐλβασᾶν
Ὁ Νικόδημος ῥάβδον ἐν χερσὶν φέρων,
Πλάνην πατάσσει Ἀγαρηνῶν ἀνόμων.
Πλάνην πατάσσει Ἀγαρηνῶν ἀνόμων.
Ὁ νέος αὐτὸς Ὁσιομάρτυρας καταγόταν ἀπὸ τὸ Ἐλβασᾶν τῆς Ἠπείρου καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς.
Ὅταν μεγάλωσε στὴν ἡλικία, παντρεύτηκε χριστιανὴ γυναῖκα καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Παρακινήθηκε ὅμως ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἔγινε μωαμεθανός. Κατόπιν βίαια περιέτεμε καὶ τὰ παιδιά του, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, ποὺ οἱ χριστιανοὶ κρυφὰ φυγάδευσαν στὸ Ἅγιο Ὄρος.
Ὅταν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ βρεῖ τὸ παιδί του καὶ νὰ τὸ ἐξισλαμίσει, μετανόησε, ἐπανῆλθε στὸν Χριστιανισμὸ καὶ παρέμεινε ἐκεῖ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια. Κατόπιν ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νικόδημος. Τὸν κατέλαβε ὅμως ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου, γι' αὐτὸ καὶ προετοιμάστηκε μὲ ἄσκηση, νηστεία καὶ πολλὴ προσευχή. Κατόπιν πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ Ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη καὶ μὲ δάκρυα χαρὰς ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος.
Μὲ νηστεία καὶ ἐγκράτεια σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πορείας του, ἔφθασε στὸ Ἐλβασᾶν. Ἐκεῖ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν πασά. Ἀπέρριψε ὅλες τὶς κολακεῖες τῶν Τούρκων καὶ μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τότε παραδόθηκε στὸ ἀγριεμένο πλῆθος, ποὺ γιὰ τρεῖς ἡμέρες τὸν βασάνιζαν ἀνελέητα.
Κατόπιν ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ὅπου μετὰ ἀπὸ προσευχὴ ποὺ ἔκανε, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 11 Ἰουλίου 1722.
Οἱ χριστιανοὶ τὸ μαρτυρικό του σῶμα τὸ ἔθαψαν στὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου, ὅπου σώζεται μέχρι σήμερα, θαυματουργεί
καὶ εὐωδιάζει. Μέρος τῶν λειψάνων του φυλάγεται καὶ στὴ σκήτη τῆς Ἁγίας
Ἄννης, ὅπου ὑπάρχει καὶ χειρόγραφη ἀκολουθία του. Νεώτερη ἀκολουθία
συνέθεσε ὁ ἱερομόναχος Ἰωάννης Δανιηλίδης καὶ ἄλλοι.
Όσιος Κύριλλος ο Νέος ο εν Πάρω
Ο Όσιος Κύριλλος ο Νέος, γεννήθηκε στην Μάρπησσα της Πάρου το 1748 μ.Χ. και είχε το επώνυμο Παπαδόπουλος. Νέος μετέβη στο Άγιον Όρος και έγινε
μαθητής της Βατοπαιδινής Αθωνιάδος Σχολής. Διδάσκαλο του είχε το
συντοπίτη του όσιο Αθανάσιο τον Πάριο (βλέπε 24 Ιουνίου)
από τον οποίο «αντέγραψε και εφάρμοσε ισόβια τον πύρινο ζήλο και την
ασταμάτητη, ακαταπόνητη δράση για τη δόξα του Παντοκράτορα».
Ο σχολάρχης της Αθωνιάδος άρχιμ. Νικηφόρος Μικραγιαννανίτης αναφέρει ότι «κατά. την εποχή του Παρίου η Αθωνιάς γνώρισε λαμπρές ήμερες και μαθητές του πρόκοψαν στην αρετή όπως ο Νεομάρτυρας άγιος Αθανάσιος Κουλακιώτης (βλέπε 8 Σεπτεμβρίου) και ο κτίτορας της Μονής του Μεγάλου Δένδρου στην Πάρο όσιος Κύριλλος Παπαδόπουλος». Στο Άγιον Όρος παρέμεινε ως μοναχός αρκετό χρόνο διδασκόμενος τα «ιερά γράμματα», αλλά και τη θύραθεν σοφία και συνδέθηκε με το αναγεννητικό κίνημα των ιεροπρεπών κολλυβάδων και τους κυρίους εκπροσώπους του. Μεταξύ αυτών ήταν και οι αυτάδελφοι Ιερόθεος και Φιλόθεος Γεωργίου, που κατόπιν μετέβησαν στην Πάρο και έγιναν νέοι κτίτορες και ανακαινιστές της ιεράς μονής Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας. Κατά την παραμονή του στο Άγιον Όρος «η συναναστροφή του με τους οσίους γέροντες και ο πόθος του για αύξηση της αρετής τον ανέδειξαν διαπρεπή πατέρα, του οποίου η αρετή και η παιδεία δεν συγκρινόταν με κανενός άλλου συγχρόνου του Αγιορείτου ασκητού».
Μετά την αναχώρηση του από το Άγιον Όρος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τις αρετές του και τις γνώσεις του τον διορίζει «γενικόν ιεροκήρυκα Αιγαίου». Κατέστη διαπρύσιος κήρυκας του θείου λόγου και «όπου επήγαινε έστηνε, καθώς ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ένα μεγαλόσταυρο και μ’ αυτόν για σύμβολο και λάβαρο εκφωνούσε πύρινους λόγους». Τα φλογερά του και συνεχή κηρύγματα ήταν λίαν εποικοδομητικά αλλά και διακριτικά ελεγκτικά. Κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως και των ιδιαιτέρων συζητήσεων ήταν αρκετά φιλόστοργος, παραμυθητικός κι ενισχυτικός.
Το 1811 μ.Χ. συναντάται ως ιεροκήρυκας και εξομολόγος στην Αττική. Γράφει σχετικά ένας ευεργετηθείς νέος για τη συνέχιση των σπουδών του: «Διέβη εκείθεν ο Ιεροκήρυξ Κύριλλος εκ Πάρου, τον όποιον η κοινή φήμη ωνόμαζεν ασκητήν, επειδή εξήλθεν εκ του όρους του Άθωνος, όπου πριν εμόναζε και περιήρχετο τας νήσους του Αιγαίου Πελάγους και τα χωρία της Ελλάδος κηρύττων τον λόγον του Θεού και εξομολογών τους προσερχομένους προς αυτόν προς τον σκοπόν τούτον». Το 1823 μ.Χ. βαπτίζει Οθωμανίδα στην Πάρο.
Ο σπουδαίος αυτός ιεραπόστολος και λίγο γνωστός και ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως έφθασε κηρύττοντας μέχρι την Καισάρεια της Καππαδοκίας και το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Ο όσιος Κύριλλος διέπρεψε και ως «Ιδανικός παιδαγωγός, εξομολόγος και πνευματικός καθοδηγητής. Ιδιαίτερα με τη θεία λατρεία και τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας δυνάμωνε, παρηγορούσε, στερέωνε, και έκανε καταληπτή σ’ όλους την ένσαρκο οικονομία του ακαταλήπτου Λόγου του Θεού. Η παρρησία του μπροστά στους ισχυρούς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άνδρες ήταν τόση, που δε δίσταζε να τους ελέγχει, ως άλλος Πρόδρομος και Ηλιού, για τυχόν αταξίες και αδικίες, παρ΄ όλο που αυτή ή συμπεριφορά του κόστισε πολύ. Απειλήθηκε, υπέστη κακώσεις και πολλές απόπειρες δολοφονίας από τους αλλοπίστους».
Η παραμονή και παρουσία του στην Πάρο δημιούργησε επιρροή στους ευσεβείς κατοίκους της, θερμό φιλομόναχο πνεύμα και αναγέννηση στον μοναχισμό του νησιού. Κατά τη διαμονή του στη μονή του Αγίου Αντωνίου Μάρπησσας τον επισκέφθηκαν ο όσιος Αρσένιος μετά του Γέροντος του Δανιήλ, όπως αναφέρει ο όσιος Φιλόθεος Ζερβάκος: «Ήλθον εις Πάρον μόνον με τα ράσα που εφόρουν φεύγοντες την κατ’ αυτών επιδρομήν του Δράμαλη, τους έστειλεν ο Ηγούμενος Φιλόθεος εις την μονήν του Αγίου Αντωνίου κειμένην εν Μαρπίσση προς τον εκεί διαμένοντα διάσημον Ιεραπόστολον Εθνοκήρυκα Κύριλλον Παπαδόπουλον όστις ησύχαζεν εκεί με τινάς αδελφούς Αγιορείτας εκ των λεγομένων Κολλυβάδων οίτινες είχον καταφύγει εκεί προς ησυχίαν».
Ο όσιος Κύριλλος υπήρξε ανακαινιστής της μονής των καλογραιών Χριστού Δάσους Πάρου· «εις πάσαν χρείαν αυτής επαρκών, πνευματικός πατήρ συμβουλεύων, συντρέχων, βοηθών, παραμυθούμενος. Ιδιαιτέρως δε συνδεδεμένος προς τους εν τη Μονή Λογγοβάρδας γέροντας Φιλόθεον και Ιερόθεον και διά πάσης τιμής και αγάπης αυτούς περιέπων ανέθηκεν εις τον πρώτον να συντάξη τον Κανονισμόν της Μονής Καλογραιών». Υπήρξεν επίσης ανακαινιστής της ιεράς μονής Αγίου Γεωργίου Λαγκάδα και ο μεσολαβητής για την αναβίωση της μονής Λογγοβάρδας και της μονής Φανερωμένης Νάξου.
Ο όσιος Κύριλλος πλουτίσθηκε από το χάρισμα της προοράσεως και της θαυματουργίας. Σταύρωσε φίδι και νεκρώθηκε, έθεσε το ράσο του στη θάλασσα και ταξίδευσε και κτύπησε τον βράχο στην άνυδρη μονή του Αγίου Γεωργίου κι εξήλθε αγίασμα που τρέχει μέχρι σήμερα. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 11 Ιουλίου 1833 μ.Χ. στη μονή του Αγίου Γεωργίου, της οποίας υπήρξε ανακαινιστής και ηγούμενος κι εκεί ετάφη. Η τιμία κάρα του σώζεται στη μονή του Αγίου Γεωργίου. Η μνήμη του τελείται στις 11 Ιουλίου.
Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Βατοπαιδινό Συναξάρι - Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007
Ο σχολάρχης της Αθωνιάδος άρχιμ. Νικηφόρος Μικραγιαννανίτης αναφέρει ότι «κατά. την εποχή του Παρίου η Αθωνιάς γνώρισε λαμπρές ήμερες και μαθητές του πρόκοψαν στην αρετή όπως ο Νεομάρτυρας άγιος Αθανάσιος Κουλακιώτης (βλέπε 8 Σεπτεμβρίου) και ο κτίτορας της Μονής του Μεγάλου Δένδρου στην Πάρο όσιος Κύριλλος Παπαδόπουλος». Στο Άγιον Όρος παρέμεινε ως μοναχός αρκετό χρόνο διδασκόμενος τα «ιερά γράμματα», αλλά και τη θύραθεν σοφία και συνδέθηκε με το αναγεννητικό κίνημα των ιεροπρεπών κολλυβάδων και τους κυρίους εκπροσώπους του. Μεταξύ αυτών ήταν και οι αυτάδελφοι Ιερόθεος και Φιλόθεος Γεωργίου, που κατόπιν μετέβησαν στην Πάρο και έγιναν νέοι κτίτορες και ανακαινιστές της ιεράς μονής Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας. Κατά την παραμονή του στο Άγιον Όρος «η συναναστροφή του με τους οσίους γέροντες και ο πόθος του για αύξηση της αρετής τον ανέδειξαν διαπρεπή πατέρα, του οποίου η αρετή και η παιδεία δεν συγκρινόταν με κανενός άλλου συγχρόνου του Αγιορείτου ασκητού».
Μετά την αναχώρηση του από το Άγιον Όρος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τις αρετές του και τις γνώσεις του τον διορίζει «γενικόν ιεροκήρυκα Αιγαίου». Κατέστη διαπρύσιος κήρυκας του θείου λόγου και «όπου επήγαινε έστηνε, καθώς ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ένα μεγαλόσταυρο και μ’ αυτόν για σύμβολο και λάβαρο εκφωνούσε πύρινους λόγους». Τα φλογερά του και συνεχή κηρύγματα ήταν λίαν εποικοδομητικά αλλά και διακριτικά ελεγκτικά. Κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως και των ιδιαιτέρων συζητήσεων ήταν αρκετά φιλόστοργος, παραμυθητικός κι ενισχυτικός.
Το 1811 μ.Χ. συναντάται ως ιεροκήρυκας και εξομολόγος στην Αττική. Γράφει σχετικά ένας ευεργετηθείς νέος για τη συνέχιση των σπουδών του: «Διέβη εκείθεν ο Ιεροκήρυξ Κύριλλος εκ Πάρου, τον όποιον η κοινή φήμη ωνόμαζεν ασκητήν, επειδή εξήλθεν εκ του όρους του Άθωνος, όπου πριν εμόναζε και περιήρχετο τας νήσους του Αιγαίου Πελάγους και τα χωρία της Ελλάδος κηρύττων τον λόγον του Θεού και εξομολογών τους προσερχομένους προς αυτόν προς τον σκοπόν τούτον». Το 1823 μ.Χ. βαπτίζει Οθωμανίδα στην Πάρο.
Ο σπουδαίος αυτός ιεραπόστολος και λίγο γνωστός και ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως έφθασε κηρύττοντας μέχρι την Καισάρεια της Καππαδοκίας και το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Ο όσιος Κύριλλος διέπρεψε και ως «Ιδανικός παιδαγωγός, εξομολόγος και πνευματικός καθοδηγητής. Ιδιαίτερα με τη θεία λατρεία και τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας δυνάμωνε, παρηγορούσε, στερέωνε, και έκανε καταληπτή σ’ όλους την ένσαρκο οικονομία του ακαταλήπτου Λόγου του Θεού. Η παρρησία του μπροστά στους ισχυρούς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άνδρες ήταν τόση, που δε δίσταζε να τους ελέγχει, ως άλλος Πρόδρομος και Ηλιού, για τυχόν αταξίες και αδικίες, παρ΄ όλο που αυτή ή συμπεριφορά του κόστισε πολύ. Απειλήθηκε, υπέστη κακώσεις και πολλές απόπειρες δολοφονίας από τους αλλοπίστους».
Η παραμονή και παρουσία του στην Πάρο δημιούργησε επιρροή στους ευσεβείς κατοίκους της, θερμό φιλομόναχο πνεύμα και αναγέννηση στον μοναχισμό του νησιού. Κατά τη διαμονή του στη μονή του Αγίου Αντωνίου Μάρπησσας τον επισκέφθηκαν ο όσιος Αρσένιος μετά του Γέροντος του Δανιήλ, όπως αναφέρει ο όσιος Φιλόθεος Ζερβάκος: «Ήλθον εις Πάρον μόνον με τα ράσα που εφόρουν φεύγοντες την κατ’ αυτών επιδρομήν του Δράμαλη, τους έστειλεν ο Ηγούμενος Φιλόθεος εις την μονήν του Αγίου Αντωνίου κειμένην εν Μαρπίσση προς τον εκεί διαμένοντα διάσημον Ιεραπόστολον Εθνοκήρυκα Κύριλλον Παπαδόπουλον όστις ησύχαζεν εκεί με τινάς αδελφούς Αγιορείτας εκ των λεγομένων Κολλυβάδων οίτινες είχον καταφύγει εκεί προς ησυχίαν».
Ο όσιος Κύριλλος υπήρξε ανακαινιστής της μονής των καλογραιών Χριστού Δάσους Πάρου· «εις πάσαν χρείαν αυτής επαρκών, πνευματικός πατήρ συμβουλεύων, συντρέχων, βοηθών, παραμυθούμενος. Ιδιαιτέρως δε συνδεδεμένος προς τους εν τη Μονή Λογγοβάρδας γέροντας Φιλόθεον και Ιερόθεον και διά πάσης τιμής και αγάπης αυτούς περιέπων ανέθηκεν εις τον πρώτον να συντάξη τον Κανονισμόν της Μονής Καλογραιών». Υπήρξεν επίσης ανακαινιστής της ιεράς μονής Αγίου Γεωργίου Λαγκάδα και ο μεσολαβητής για την αναβίωση της μονής Λογγοβάρδας και της μονής Φανερωμένης Νάξου.
Ο όσιος Κύριλλος πλουτίσθηκε από το χάρισμα της προοράσεως και της θαυματουργίας. Σταύρωσε φίδι και νεκρώθηκε, έθεσε το ράσο του στη θάλασσα και ταξίδευσε και κτύπησε τον βράχο στην άνυδρη μονή του Αγίου Γεωργίου κι εξήλθε αγίασμα που τρέχει μέχρι σήμερα. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 11 Ιουλίου 1833 μ.Χ. στη μονή του Αγίου Γεωργίου, της οποίας υπήρξε ανακαινιστής και ηγούμενος κι εκεί ετάφη. Η τιμία κάρα του σώζεται στη μονή του Αγίου Γεωργίου. Η μνήμη του τελείται στις 11 Ιουλίου.
Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Βατοπαιδινό Συναξάρι - Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναγράφεται τὴν ἡμέρα αὐτὴ στὸν ὑπ' ἀριθμ. 402 Coislin φ. 166 Κώδικα τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης Παρισίων ὡς ἑξῆς: «Τὴ αὕτη ἡμέρα Ἀρσενίου Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας σφαγή».
«Πᾶνος»
Διαβάζουμε στον βίο της Ἁγίας Εὐφημίας τῆς Μεγαλομάρτυρος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Διοκλητιανός κήρυξε διωγμό κατά των Χριστιανών. Κατά την εορτή του θεού Άρη ζήτησε όλοι οι κάτοικοι να προσέλθουν στη γιορτή.
Όσoι δεν θα προσέρχονταν θα τιμωρούνταν με φοβερά κολαστήρια.
Οι χριστιανοί κρύφτηκαν άλλοι σε σπίτια και άλλοι στις ερημιές. Ή Αγία Ευφημία ήταν επικεφαλής μιας τέτοιας ομάδας στηρίζοντας τούς πιστούς με το φλογερό της λόγο.
Τελικά συνελήφθη η Αγία μαζί με σαράντα εννιά άλλα άτομα. Όταν ο Πρίσκος ζήτησε νά θυσιάσουν στο είδωλο του Άρη και οι πενήντα συληφθέντες αρνήθηκαν με παρρησία.
Αυτό έκανε και ο Άγιος Πολύκαρπος και μας λέει ότι είναι εντολή του Κυρίου:
Όταν σας διώχνουν θα φεύγετε, όταν σας κυνηγούν θα κρύβεστε.
ΉΡΘΕ Η ΏΡΑ ΝΑ ΣΥΛΛΗΦΘΕΊΤΕ, ΤΌΤΕ ΘΑ ΟΜΟΛΟΓΉΣΕΙΣ.
Να μην έχουμε καύχηση και υπερηφάνεια. Δεν πρέπει να καυχιόμαστε, γιατί από λιοντάρια θα γίνουμε οι πιο δειλοί.
Όσο για το θαύμα της Αγίας που διαβάζουμε:
Όταν, λίγο αργότερα, άνοιξαν τη θήκη βρήκαν τον Τόμο των Ορθοδόξωv στα χέρια της ενώ αυτό των αιρετικών Μονοφυσιτών στα πόδια της. Έτσι η Μεγαλομάρτυς Ευφημία με το έξαίσιο αυτό θαύμα επικύρωσε και υπέγραψε τον ορθόδοξο Τόμο διασαλπίζοντας το Χριστολογικό δόγμα περί των δύο φύσεων του Χριστού στα πέρατα της οικουμένης αποδεικνύοντας την διδασκαλία του Ευτύχη και των οπαδών του Μονοφυσιτών πλάνη.
Δυστυχώς ο Πατριάρχης εθελοτυφλεί, αρνείται να δει αυτό το θαύμα!!
Και δέχεται τον τόμο των αιρετικών Μονοφυσιτών πού βρέθηκε στα πόδια της Αγίας Ευφημίας της Μεγαλομάρτυρος. Ως ίσο με των Ορθοδόξων.