Πέμπτη 11 Ιουλίου 2024

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΠΕΜΠΤΗ 11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2024


Θαῦμα Ἁγίας Εὐφημίας τῆς Μεγαλομάρτυρος
 
 
Eις την Eυφημίαν.
Δίκαζε μάρτυς τοῖς ὅροις, καὶ κειμένη,
Κυροῦσα πίστιν, ἧς ἐνήθλησας πόθῳ.

Eις την Σύνοδον.
Θεού Λόγου σάρκωσιν αψευδεστάτην,
O φάσμα φάσκων Eυτυχής καθηρέθη.

Θέσκελον ἑνδεκάτῃ Ὅρον ἐμπεδοῖ Εὐφημίη.
 
 
Ἦταν χριστιανὴ παρθένος, ποὺ μὲ τὸ αἷμά της σφράγισε τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν αὐταπάρνησή της καταντρόπιασε τοὺς ἰσχυροὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες.

Ἡ Εὐφημία καταγόταν ἀπὸ τὴ Χαλκηδόνα καὶ οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Φιλόφρων καὶ Θεοδοσιανή. Μόρφωσαν τὴν κόρη τους σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Εὐφημία ἀπὸ πολὺ νωρὶς διακρίθηκε γιὰ τὸν ἅγιο ζῆλο της, τὸ σεμνὸ ἦθος καὶ τὴ φιλανθρωπία της. Ἦταν ὡραῖα στὸ σῶμα, καὶ πολλοὶ εἰδωλολάτρες νέοι περίμεναν ἔστω ἕνα ἐνθαρρυντικὸ χαμόγελό της. Ἀλλὰ ἡ σεμνὴ παρθένος διατηροῦσε ἀκηλίδωτη τὴν ἁγνότητά της καὶ εἶχε ἀφοσιωμένη τὴν καρδιά της στὸν Θεό, στὴν περιποίηση τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν ἀπροστάτευτων ὀρφανῶν.

Ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοὺ διατάχθηκε σκληρὸς διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Εὐφημία συνελήφθη καὶ ὁμολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανή. Τότε ὁ κριτής, ὑπολογίζοντας στὴν ἀδύνατη γυναικεία φύση της, τὴν καταδίκασε σὲ θάνατο μὲ βασανιστήρια. Ὅμως ἡ Εὐφημία ἀναδείχθηκε πολὺ ἰσχυρότερη τῶν βασανιστῶν της καὶ ὑπέμεινε τὰ βασανιστήρια μὲ θαυμαστὴ καρτερία. Στὸ τέλος τὴν ἔριξαν τροφὴ στὰ θηρία.

Δίδαξε ἔτσι μὲ τὸ παράδειγμά της, πὼς μπορεῖ οἱ χριστιανοὶ νὰ φαίνονται στὸν κόσμο ἀδύνατοι, ἀλλὰ «τὰ ἀσθενῆ του κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἶνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά». Δηλαδή, τοὺς κατὰ κόσμον ἀδυνάτους ἐξέλεξε ὁ Θεός, γιὰ νὰ καταντροπιάσει ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἰσχυρὴ κοσμικὴ ἐπιρροή.

Ὅμως, αὐτὴν τὴν ἡμέρα, γίνεται ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἁγία Εὐφημία, ὅταν, κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μαρκιανοῦ καὶ τῆς Πουλχερίας, συντάχθηκαν δυὸ τόμοι ποὺ περιεῖχαν τὸν ὅρο τῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα (451) καὶ ἦταν ἕνας τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἕνας τῶν Μονοφυσιτῶν. Γιὰ νὰ πάψει λοιπὸν ἡ ἔριδα μεταξὺ τῶν δυὸ πλευρῶν, ἀποφασίστηκε νὰ τεθοῦν καὶ οἱ δυὸ τόμοι μέσα στὴ λάρνακα τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, γιὰ νὰ φανεῖ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δυὸ θὰ δεχθεῖ ἡ Ἁγία. Μετὰ τὴν ἀποσφράγιση τῆς λάρνακας, βρέθηκε ὁ μὲν τῶν αἱρετικῶν τόμος στὰ πόδια τῆς Ἁγίας πεταμένος, ὁ δὲ τῶν ὀρθοδόξων στὸ στῆθος της.
(Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ κυρίως μνήμη τοῦ μαρτυρίου τῆς Ἁγίας Εὐφημίας τελεῖται στὶς 16 Σεπτεμβρίου).

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Λίαν εὔφρανας, τοὺς Ὀρθοδόξους, καὶ κατῄσχυνας, τοὺς κακοδόξους, Εὐφημία Χριστοῦ καλλιπάρθενε· τῆς γὰρ Τετάρτης Συνόδου ἐκύρωσας, ἃ οἱ Πατέρες καλῶς ἐδογμάτισαν. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος β’.
Ἀγῶνας ἐν ἀθλήσει, ἀγῶνας ἐν τῇ πίστει κατεβάλου θερμῶς, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Νυμφίου σου. Ἀλλὰ καὶ νῦν, ὡς τὰς αἱρέσεις, καὶ ἐχθρῶν τὸ φρύαγμα, ἐν τοῖς ποσὶ τῶν βασιλέων ἡμῶν ὑποταγῆναι πρέσβευε, διὰ τῆς Θεοτόκου, ἡ ὑπὸ ἑξακοσίων τριάκοντα, θεοφόρων Πατέρων, τὸν Ὅρον λαβοῦσα, καὶ φυλάττουσα πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον.
Πίστιν βεβαιοῦσα τὴν ἀληθῆ, δι’ ἣν Εὐφημία, σφαγιάζῃ ἀθλητικῶς, ἐν ἀγκάλαις φέρεις, τὸν Τόμον τῶν Πατέρων, ποσὶ δὲ ἀπορρίπτεις, τὸν τῆς αἱρέσεως.
 
 
Ἡ Ἁγία Ὄλγα ἡ Ἰσαπόστολος ἡ βασίλισσα
 
 
Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἦταν βασίλισσα τῆς Ρωσίας καὶ διὰ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος μετονομάσθηκε Ἑλένη, τὸ ἔτος 957.

Δύσκολα μπορεῖ νὰ περιγράψει κανεὶς τὶς ἄοκνες προσπάθειές της γιὰ τὴ χριστιανικὴ διαφώτιση τοῦ Ρώσικου λαοῦ. Ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ Ρώσοι τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Ἁγία αὐτή, ὅταν ᾖλθε μὲ τὴν ἀκολουθία της κάποτε στὸ Βυζάντιο, ἔτυχε θερμῆς ὑποδοχῆς γιὰ τοὺς ἀγῶνες της ὑπὲρ τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Πάνω στὸν ἀγῶνα αὐτό, παρέδωσε τὴν τελευταία της πνοὴ τὴν 11η Ἰουλίου 969.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὸ φέγγος τῆς πίστεως, εἰσδεδεγμένη λαμπρῶς, πρὸς γνῶσιν σωτήριον, τὸν σὸν λαὸν ἀσφαλῶς, ὡδήγησας ἔνδοξε. Ὅθεν ὡς ἀπαρχήν σε, τῷ σῷ ἔθνει ἁγίαν, μέλπομεν εὐσέβειας, Ἰσαπόστολε Ὄλγα· Χριστὸς γὰρ ὃν ἠγάπησας, ἀξίως σε ἐδόξασε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Έπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἠὼς πολύφωτος, τῆς εὐσεβείας, τῷ σῷ ἔθνει δέδειξε, Ὄλγα θεόφρον βασιλίς, Εὐαγγελίου τὴν ἔλλαμψιν, ἐν τῇ ψυχῇ σου δεχθεῖσαι πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἰσαπόστολε τοῦ Χριστοῦ, θεόληπτε Ὄλγα, βασιλίδων ἡ καλλονή· χαίροις τῆς Ῥωσίας, λαμπὰς τηλαυγεστάτη, τὸ φῶς τῆς εὐσεβείας, ἡ ἀπαυγάζουσα.
 
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁ Νέος Ὁσιομάρτυρας ἀπὸ τὰ Βρύουλλα ἢ Βουρλά
 
 
Τὸν Σταυρὸν αἴρων Νεκτάριος Κυρίου,
Πλάνην πατάσσει τῶν ἀπίστων γενναίως.

Νέκταρ τῆς ζωῆς τῆς ἀθανάτου πίνεις
Νεκτάριε ἔνδοξε τχεῤῥὼς ἀθλήσας.
Ἐνδεκάτῃ Νεκταρίοιο κέρσαν δειρὴν ἄνδρες δεινοί.

Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ Βρύουλλα ἢ Βουρλὰ τῆς Ἐφέσου καὶ ὀνομαζόταν Νικόλαος. Ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ 17 ἐτῶν μπῆκε μὲ μισθὸ στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἀγά.

Μαζὶ μὲ ἄλλους ἕξι νέους χριστιανούς, ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἐξισλαμίστηκε, διότι πίστεψαν ὅτι οἱ γονεῖς τους πέθαναν ἀπὸ κάποια ἐπιδημία.

Ὅταν ὅμως ὁ Νικόλαος γύρισε στὰ Βουρλά, πληροφορήθηκε ὅτι ἡ μητέρα του ζοῦσε καὶ ἔτρεξε μὲ χαρὰ κοντά της. Ἡ εὐσεβὴς μητέρα, ὅταν εἶδε μὲ τούρκικα ροῦχα τὸν γιό της, τὸν ἔδιωξε λέγοντάς του ὅτι, ἐγὼ δὲν γέννησα Τοῦρκο ἀλλὰ Νικόλαο Χριστιανό. Τότε ὁ Νικόλαος κατάλαβε τὸ ἁμάρτημά του καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα ταξίδι στὴ Σμύρνη, Βλαχὶα καὶ πάλι στὴ Σμύρνη, ἐξομολογήθηκε σ’ ἕναν Ἁγιορείτη μοναχό, καὶ μὲ τὴν εὐλογία του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ κατέληξε στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας, κοντὰ στὸν πατριώτη του μοναχὸ Χατζῆ Στέφανο, ὅπου ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νεκτάριος.

Ἀλλὰ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου ἔκαιγε μέσα στὴν καρδιά του. Ἔτσι μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ πνευματικοῦ του ἔφυγε νὰ μαρτυρήσει, μὲ τὴ συνοδεία τοῦ ὁσιοτάτου χειραγωγοῦ του, Στεφάνου. Ὅταν ἔφτασαν στὴν πατρίδα τους τὰ Βουρλά, ὁ Νεκτάριος παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ καὶ ἀφοῦ ἔριξε τὸ φέσι του κατὰ γῆς εἶπε: «Πάρτε τὰ σημάδια τῆς πίστης σας, ἐγὼ χριστιανὸς Νικόλαος γεννήθηκα καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω».
Παρὰ τὶς ὅλες κολακεῖες καὶ τὰ βασανιστήρια, ὁ Νεκτάριος ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 11 Ἰουλίου 1820.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βρυούλλων ἀγλάϊσμα, καὶ ἀντιλήπτωρ θερμός, ἐδείχθης Νεκτάριε, ὡς Ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἐσχάτοις ἐν ἔτεσι· σὺ γὰρ καλῶς ἀσκήσας, ἐν τῷ ὄρει τοῦ Ἄθω, ἤθλησας θεοφρόνως, καὶ καθεῖλες τὸν ὄφιν· διὸ σὲ Ὁσιομάρτυς, πόθω γεραίρομεν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ θεῖον νέκταρ, τῇ ἐν τῷ Ἄθῳ ἐναρέτῳ ζωῇ σου, ἐν τῇ ψυχῇ δεξάμενος Νεκτάριε, ἔδραμες πρὸς ἄθλησιν, στερροτάτῃ καρδίᾳ καὶ Χριστὸν ἐδόξασας, τοῖς σεπτοῖς σου ἀγῶσι, καὶ παρ’ αὐτοῦ ἀξίως δοξασθείς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, πρεσβεύεις ἑκάστοτε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ Βρυούλλων θεῖος βλαστός, ὁ νέκταρ πηγάζων, ταῖς καρδίαις τῶν εὐσεβῶν, ἀγάπης τῆς θείας, τῶν πόθῳ σε τιμώντων, σοφὲ Ὁσιομάρτυς, θεῖε Νεκτάριε.
 
 
Ὁ Ἅγιος Κινδέος ὁ Πρεσβύτερος
 
Oυκ άξιόν τι καύσεως όλως έχων,
Σωθείς πυρός τέθνηκας ούτω Kινδέε. 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν κωμόπολη Ταλμενία τῆς Παμφυλίας Σίδης (290 μ.Χ.), καὶ ἐργαζόταν μὲ πολλὴ δραστηριότητα, γιὰ τὴν ἐπέκταση τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Γι’ αὐτό, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Στρατόνικο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ. Στὸ δρόμο ὅμως γιὰ τὴν ἐκτέλεση τῆς ποινῆς, αὐτὸς ποὺ κρατοῦσε τὰ ξύλα γιὰ τὴ φωτιά, ξαφνικὰ ἀρρώστησε καὶ ἔπεσε κάτω. Τότε, ὁ ἐπικεφαλὴς τοῦ ἀποσπάσματος, διέταξε κάποιον ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες νὰ σηκώσει καὶ νὰ μεταφέρει τὰ ξύλα. Ἀλλὰ ὁ γενναῖος χριστιανὸς μάρτυρας, παρακάλεσε νὰ βάλλουν στοὺς δικούς του ὤμους τὰ ξύλα, καὶ νὰ μεταφέρει αὐτὸς τὰ ὑλικά τοῦ μαρτυρίου του.

Τὴν ἴδια γενναιότητα ἐπέδειξε ὁ ἅγιος Κινδέος καὶ στὴν φωτιά. Ἐνῷ τὸν εἶχαν πάνω στὰ ξύλα, καὶ πρὶν οἱ φλόγες τὸν καλύψουν, δίδασκε τοὺς παρευρισκομένους μὲ ἱερὸ ἐνθουσιασμὸ καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ προσέλθουν στὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ.
Τέλος, ἐνῷ παρέδιδε τὴν ψυχή του καιόμενος μέσα στὶς φλόγες, κέρδιζε ἄλλη μεγάλη νίκη. Ὁ ἱερέας τῶν εἰδώλων, ἔκπληκτος μπροστὰ σὲ τέτοιο θάνατο, πίστεψε στὸν Χριστὸ μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκά του. Γιὰ ν’ ἀποδειχθεῖ ἀκόμα μιὰ φορὰ τὸ ἀκατάβλητο τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας, ὅταν αὐτὴ κηρύττεται μὲ αὐταπάρνηση.
 
 
 
Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ ἐν τὴ Μάνδρᾳ 
 
Eκ γης απελθών εντρυφά τερπνοίς Λέων,
Ων είχεν εν γη τας απορροίας πάλαι.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
 
 
Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς ὁ Μάρτυρας 
 
Yπήρξε θήκη Mαρκιανέ σος φάρυγξ,
Xωρούσα την μάχαιραν, ην κατεκρίθης.

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν μὲ μαχαῖρι. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
 
 
Ὁ Ἅγιος Μαρτυροκλής ὁ Μάρτυρας
 
 
O Mαρτυροκλής Mαρτύρων εύρε κλέος,
Mάρτυς φανείς άριστος εκ τοξευμάτων.
 
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν μὲ ἐκτοξευμένα βέλη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου. 
 
Όσιος Νικόδημος ο Βατοπεδινός
 
 
Πώς αγέραστον καταλίπω τοις λόγοις;
Tον Nικόδημον, ω γέρας νήψις νόου;

Θεωρίᾳ καὶ πράξει νικητὴς ὤφθης,
Κατ’ ἐχθροῦ Νικόδημε, τοῦ παμβεβήλου.
Πῶς ἀγέραστον καταλίπω τοῖς λόγοις,
Τὸν Νικόδημον ᾧ γερας νῆψις νόου;
 
Ο Όσιος Νικόδημος, κατά κόσμο Νικηφόρος, ασκήτευε σε κελλί κοντά στη μονή Βατοπαιδίου στις αρχές του 14ου μ.Χ. αιώνα. Προήρχετο από το όρος του Αυξεντίου, που βρισκόταν κοντά στη Χαλκηδόνα της Μικράς Ασίας και αποτελούσε περίφημο μοναστικό κέντρο από τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Λόγω επιδρομών των Τούρκων ήλθε στο Άγιον Όρος και εγκαταστάθηκε πλησίον της μονής Βατοπαιδίου. Εκεί τον βρήκε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (βλέπε 14 Νοεμβρίου) ασκούμενο και λόγω της μεγάλης του αρετής θέλησε να του υποταχθεί. Πληροφορίες σχετικές μας δίνει ο Άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος (βλέπε 11 Οκτωβρίου) στην εξαίσια βιογραφία του: Ο άγιος Γρηγόριος «παρά τη του Βατοπεδίου γενόμενος λαύρα Νικοδήμω φοιτά τω γενναίω, ανδρί θαυμαστώ κατά τε πράξιν και θεωρίαν, ως οι Άθω παροικούντες πλην ολίγων είσασι πάντες, κατά μεν τον Αυξεντίου βουνόν, ος απαντικρύ Βυζαντίου προς ανατολάς εν Χρυσουπόλει πέραν προς τω άκρω κείται της Προποντίδος, πρότερον πάσαν αρετής οδόν ησκηκότι προς άκρον, εν τη του Βατοπεδίου δ΄ ες ύστερον γενομένω και τους αυτούς της αρετής άθλους μετά της σης σπουδής και της προθυμίας επί πλείστον διηνυκότι, ένθα δη και του θαυμαστού και μακαρίου μακαρίως διά Χριστόν τετύχηκε τέλους. Τούτω τοίνυν καλώς ο καλός εκεί Γρηγόριος προσελθών αυτού πού σκηνουμένω καθ’΄ησυχίαν και κείρεται παρ’ αυτού και προς υποταγήν εαυτόν τελείαν εκδίδωσιν».

Ευρισκόμενος πλησίον του θεοφόρου αυτού Γέροντος ο Άγιος Γρηγόριος είχε τελεία υπακοή και υποταγή, συνεχή νηστεία και αγρυπνία, ακατάπαυστη προσευχή, θερμή θεοτοκοφιλία, αγιοφάνειες και υψηλές πνευματικές καταστάσεις, στις όποιες τον οδηγούσε και διατηρούσε ο θεωρητικός και διακριτικός όσιος Νικόδημος. Κατά την περίοδο αυτή κατόπιν παρουσίας του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου του υποδείχθηκε να επαναλαμβάνει στην προσευχή του· «Φώτισόν μου το σκότος».

Ολοι οι βιογράφοι του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά αναφέρονται στον Γέροντα του όσιο Νικόδημο και τον ονομάζουν: «γενναίον και θαυμαστόν Μοναχόν κατά πράξιν και θεωρίαν, γνωστόν εις ολόκληρον το Άγιον Όρος διά την αρετήν του». «Πολύ γνωστόν σε όλους τους αγιορείτας. ο Νικόδημος ζούσε ησυχαστικά και ήταν μεγάλος Γέροντας». Πηγή όλων των πληροφοριών είναι ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος.

Κατά τον άγιο Φιλόθεο· «Τρίτος ενιαυτώς τω Γρηγορίω μετά την αποταγήν ην και Νικόδημος ο καθηγητής και πατήρ πλήρης ημερών των τε Θεών ομού γεγονώς και των ανθρωπίνων ευκλεώς και μακαρίως όντως εξεδήμει προς Κύριον». Έμεινε λοιπόν ο άγιος Γρηγόριος παρά τον όσιο Νικόδημο επί μία τριετία (1319 - 1322 μ.Χ.).

Η μνήμη του οσίου Νικοδήμου τιμάται στις 11 Ιουλίου. Ακολουθία εποίησε ο υμνογράφος Χαραλάμπης Μπούσιας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Νικηφόρους ἀγῶνας κατὰ τοῦ δράκοντος, ἀσκητικῇ πολιτείᾳ ἐν τοῖς ὁρίοις σοφέ, τῆς Μονῆς Βατοπεδίου πόθῳ ἤγαγες, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, χρηματίσας πρὸς μονάς, Νικόδημε αἰωνίους, μεταβέβηκας ἱκετεύειν, Χριστὸν ὑπὲρ τῶν σὲ τιμώντων φαιδρῶς.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ὡς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον, καὶ θείας γνώσεως ἀσύλητον θησαύρισμα, ἀνυμνοῦμέν σε ἀγλάϊσμα μοναζόντων, ἀλλ’ ὡς γνώμων ἀκριβέστατος ἀσκήσεως, καθοδήγησον ἡμᾶς πρὸς βίον ἄληκτον, τοὺς κραυγάζοντας· Χαῖρε Πάτερ Νικόδημε.

Ὁ Οἶκος
Ἄριστος ὑφηγήτωρ, εὐσεβείας ἐπώφθης, Νικόδημε Ὁσίων φαιδρότης, νικηφόρους ἀγῶνας γὰρ σύ, διεξάγων κατὰ τοῦ δεινοῦ ὄφεως, τὸν νοῦν κακῶν ἐκάθηρας, διό σοι ἐκβοῶμεν ταῦτα·

Χαῖρε, λειμὼν διδαγμάτων θεῖος·
χαῖρε, ψυχῶν κλονουμένων τεῖχος.
Χαῖρε, φοιτητῶν σου κανὼν ἀπλανέστατος·
χαῖρε, ἀρετῶν ῥοδεών εὐωδέστατος.
Χαῖρε, στόμα θεοκίνητον, κατευφραῖνον μοναστάς·
χαῖρε, ὄμμα γαληνότατον, τὸ οἰκτίρον ἀσκητάς.
Χαῖρε, ὅτι ἐκλάμπεις φωτισμοῦ θείου χάριν·
χαῖρε, ὅτι εκλύεις τοῦ δολίου τὴν μῆνιν.
Χαῖρε, ὑλκὰς ἠθῶν τῆς σεμνότητος·
χαῖρε, λαμπὰς ἀῤῥήτου φαιδρότητος.
Χαῖρε, φωτὸς τοῦ ἀκτίστου ὁ μύστης·
χαῖρε, παντὸς εὐσεβοῦς ὁ προστάτης.
Χαῖρε, Πάτερ Νικόδημε.

Ἕτερον Ὁ Οἶκος
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Δεδεγμένος τῆς χάριτος θεῖον φῶς, καὶ σοφίαν τὴν κρείττω πεπλουτηκώς, διέλαμψας Ὅσιε, ἐν τῷ Ἄθῳ Νικόδημε, καὶ διδασκάλων ὤφθης, φωστὴρ φαεινότατος, καταπυρσεύσας πάσας, ἀζύγων τὰς φάλαγγας, γνώσεως ἀκτῖσι, τοῦ φωτὸς τοῦ ἀκτίστου, δι’ οὗ καὶ ἠμαύρωσας, τὴν ἀπάτην τοῦ ὄφεως, ἀσκουμένων ακρώρεια, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις μονοτρόπων φῶς τηλαυγές, χαίροις διδασκάλων, θεοπνεύστων ὑπογραμμέ, χαίροις ὁ κοσμήσας, Μονὴν Βατοπεδίου, ἀγῶσι θεαρέστοις μάκαρ Νικόδημε. 
 
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας ἀπὸ τὸ Ἐλβασᾶν
 
 
Ὁ Νικόδημος ῥάβδον ἐν χερσὶν φέρων,
Πλάνην πατάσσει Ἀγαρηνῶν ἀνόμων.

Ὁ νέος αὐτὸς Ὁσιομάρτυρας καταγόταν ἀπὸ τὸ Ἐλβασᾶν τῆς Ἠπείρου καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς.

Ὅταν μεγάλωσε στὴν ἡλικία, παντρεύτηκε χριστιανὴ γυναῖκα καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Παρακινήθηκε ὅμως ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἔγινε μωαμεθανός. Κατόπιν βίαια περιέτεμε καὶ τὰ παιδιά του, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, ποὺ οἱ χριστιανοὶ κρυφὰ φυγάδευσαν στὸ Ἅγιο Ὄρος.

Ὅταν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ βρεῖ τὸ παιδί του καὶ νὰ τὸ ἐξισλαμίσει, μετανόησε, ἐπανῆλθε στὸν Χριστιανισμὸ καὶ παρέμεινε ἐκεῖ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια. Κατόπιν ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Νικόδημος. Τὸν κατέλαβε ὅμως ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου, γι' αὐτὸ καὶ προετοιμάστηκε μὲ ἄσκηση, νηστεία καὶ πολλὴ προσευχή. Κατόπιν πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ Ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη καὶ μὲ δάκρυα χαρὰς ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος.

Μὲ νηστεία καὶ ἐγκράτεια σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πορείας του, ἔφθασε στὸ Ἐλβασᾶν. Ἐκεῖ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν πασά. Ἀπέρριψε ὅλες τὶς κολακεῖες τῶν Τούρκων καὶ μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τότε παραδόθηκε στὸ ἀγριεμένο πλῆθος, ποὺ γιὰ τρεῖς ἡμέρες τὸν βασάνιζαν ἀνελέητα.
Κατόπιν ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ὅπου μετὰ ἀπὸ προσευχὴ ποὺ ἔκανε, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 11 Ἰουλίου 1722.
 
 
Οἱ χριστιανοὶ τὸ μαρτυρικό του σῶμα τὸ ἔθαψαν στὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου, ὅπου σώζεται μέχρι σήμερα, θαυματουργεί καὶ εὐωδιάζει. Μέρος τῶν λειψάνων του φυλάγεται καὶ στὴ σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, ὅπου ὑπάρχει καὶ χειρόγραφη ἀκολουθία του. Νεώτερη ἀκολουθία συνέθεσε ὁ ἱερομόναχος Ἰωάννης Δανιηλίδης καὶ ἄλλοι. 
 
Όσιος Κύριλλος ο Νέος ο εν Πάρω
 
  
Ο Όσιος Κύριλλος ο Νέος, γεννήθηκε στην Μάρπησσα της Πάρου το 1748 μ.Χ. και είχε το επώνυμο Παπαδόπουλος. Νέος μετέβη στο Άγιον Όρος και έγινε μαθητής της Βατοπαιδινής Αθωνιάδος Σχολής. Διδάσκαλο του είχε το συντοπίτη του όσιο Αθανάσιο τον Πάριο (βλέπε 24 Ιουνίου) από τον οποίο «αντέγραψε και εφάρμοσε ισόβια τον πύρινο ζήλο και την ασταμάτητη, ακαταπόνητη δράση για τη δόξα του Παντοκράτορα».

Ο σχολάρχης της Αθωνιάδος άρχιμ. Νικηφόρος Μικραγιαννανίτης αναφέρει ότι «κατά. την εποχή του Παρίου η Αθωνιάς γνώρισε λαμπρές ήμερες και μαθητές του πρόκοψαν στην αρετή όπως ο Νεομάρτυρας άγιος Αθανάσιος Κουλακιώτης (βλέπε 8 Σεπτεμβρίου) και ο κτίτορας της Μονής του Μεγάλου Δένδρου στην Πάρο όσιος Κύριλλος Παπαδόπουλος». Στο Άγιον Όρος παρέμεινε ως μοναχός αρκετό χρόνο διδασκόμενος τα «ιερά γράμματα», αλλά και τη θύραθεν σοφία και συνδέθηκε με το αναγεννητικό κίνημα των ιεροπρεπών κολλυβάδων και τους κυρίους εκπροσώπους του. Μεταξύ αυτών ήταν και οι αυτάδελφοι Ιερόθεος και Φιλόθεος Γεωργίου, που κατόπιν μετέβησαν στην Πάρο και έγιναν νέοι κτίτορες και ανακαινιστές της ιεράς μονής Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας. Κατά την παραμονή του στο Άγιον Όρος «η συναναστροφή του με τους οσίους γέροντες και ο πόθος του για αύξηση της αρετής τον ανέδειξαν διαπρεπή πατέρα, του οποίου η αρετή και η παιδεία δεν συγκρινόταν με κανενός άλλου συγχρόνου του Αγιορείτου ασκητού».

Μετά την αναχώρηση του από το Άγιον Όρος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τις αρετές του και τις γνώσεις του τον διορίζει «γενικόν ιεροκήρυκα Αιγαίου». Κατέστη διαπρύσιος κήρυκας του θείου λόγου και «όπου επήγαινε έστηνε, καθώς ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ένα μεγαλόσταυρο και μ’ αυτόν για σύμβολο και λάβαρο εκφωνούσε πύρινους λόγους». Τα φλογερά του και συνεχή κηρύγματα ήταν λίαν εποικοδομητικά αλλά και διακριτικά ελεγκτικά. Κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως και των ιδιαιτέρων συζητήσεων ήταν αρκετά φιλόστοργος, παραμυθητικός κι ενισχυτικός.

Το 1811 μ.Χ. συναντάται ως ιεροκήρυκας και εξομολόγος στην Αττική. Γράφει σχετικά ένας ευεργετηθείς νέος για τη συνέχιση των σπουδών του: «Διέβη εκείθεν ο Ιεροκήρυξ Κύριλλος εκ Πάρου, τον όποιον η κοινή φήμη ωνόμαζεν ασκητήν, επειδή εξήλθεν εκ του όρους του Άθωνος, όπου πριν εμόναζε και περιήρχετο τας νήσους του Αιγαίου Πελάγους και τα χωρία της Ελλάδος κηρύττων τον λόγον του Θεού και εξομολογών τους προσερχομένους προς αυτόν προς τον σκοπόν τούτον». Το 1823 μ.Χ. βαπτίζει Οθωμανίδα στην Πάρο.

Ο σπουδαίος αυτός ιεραπόστολος και λίγο γνωστός και ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως έφθασε κηρύττοντας μέχρι την Καισάρεια της Καππαδοκίας και το Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Ο όσιος Κύριλλος διέπρεψε και ως «Ιδανικός παιδαγωγός, εξομολόγος και πνευματικός καθοδηγητής. Ιδιαίτερα με τη θεία λατρεία και τα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας δυνάμωνε, παρηγορούσε, στερέωνε, και έκανε καταληπτή σ’ όλους την ένσαρκο οικονομία του ακαταλήπτου Λόγου του Θεού. Η παρρησία του μπροστά στους ισχυρούς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άνδρες ήταν τόση, που δε δίσταζε να τους ελέγχει, ως άλλος Πρόδρομος και Ηλιού, για τυχόν αταξίες και αδικίες, παρ΄ όλο που αυτή ή συμπεριφορά του κόστισε πολύ. Απειλήθηκε, υπέστη κακώσεις και πολλές απόπειρες δολοφονίας από τους αλλοπίστους».

Η παραμονή και παρουσία του στην Πάρο δημιούργησε επιρροή στους ευσεβείς κατοίκους της, θερμό φιλομόναχο πνεύμα και αναγέννηση στον μοναχισμό του νησιού. Κατά τη διαμονή του στη μονή του Αγίου Αντωνίου Μάρπησσας τον επισκέφθηκαν ο όσιος Αρσένιος μετά του Γέροντος του Δανιήλ, όπως αναφέρει ο όσιος Φιλόθεος Ζερβάκος: «Ήλθον εις Πάρον μόνον με τα ράσα που εφόρουν φεύγοντες την κατ’ αυτών επιδρομήν του Δράμαλη, τους έστειλεν ο Ηγούμενος Φιλόθεος εις την μονήν του Αγίου Αντωνίου κειμένην εν Μαρπίσση προς τον εκεί διαμένοντα διάσημον Ιεραπόστολον Εθνοκήρυκα Κύριλλον Παπαδόπουλον όστις ησύχαζεν εκεί με τινάς αδελφούς Αγιορείτας εκ των λεγομένων Κολλυβάδων οίτινες είχον καταφύγει εκεί προς ησυχίαν».

Ο όσιος Κύριλλος υπήρξε ανακαινιστής της μονής των καλογραιών Χριστού Δάσους Πάρου· «εις πάσαν χρείαν αυτής επαρκών, πνευματικός πατήρ συμβουλεύων, συντρέχων, βοηθών, παραμυθούμενος. Ιδιαιτέρως δε συνδεδεμένος προς τους εν τη Μονή Λογγοβάρδας γέροντας Φιλόθεον και Ιερόθεον και διά πάσης τιμής και αγάπης αυτούς περιέπων ανέθηκεν εις τον πρώτον να συντάξη τον Κανονισμόν της Μονής Καλογραιών». Υπήρξεν επίσης ανακαινιστής της ιεράς μονής Αγίου Γεωργίου Λαγκάδα και ο μεσολαβητής για την αναβίωση της μονής Λογγοβάρδας και της μονής Φανερωμένης Νάξου.

Ο όσιος Κύριλλος πλουτίσθηκε από το χάρισμα της προοράσεως και της θαυματουργίας. Σταύρωσε φίδι και νεκρώθηκε, έθεσε το ράσο του στη θάλασσα και ταξίδευσε και κτύπησε τον βράχο στην άνυδρη μονή του Αγίου Γεωργίου κι εξήλθε αγίασμα που τρέχει μέχρι σήμερα. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 11 Ιουλίου 1833 μ.Χ. στη μονή του Αγίου Γεωργίου, της οποίας υπήρξε ανακαινιστής και ηγούμενος κι εκεί ετάφη. Η τιμία κάρα του σώζεται στη μονή του Αγίου Γεωργίου. Η μνήμη του τελείται στις 11 Ιουλίου.

Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Βατοπαιδινό Συναξάρι - Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007 
 
 Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ
 

Σωφρόνιε μάκαρ Φωτὶ τῷ Ἀπλέτῳ·
ζῶν τοῦ Σωτῆρος ἡμᾶς ζώωσον πάντας.
Πνεύματι Θείῳ εὐχαῖς σου μετανοίας,
ὁδοὺς δίδαξον τοὺς ἀεί σε τιμῶντας·
δὸς δὲ πτωχείᾳ πνεύματος ἕπεσθαί σοι·
ἀκολουθεῖν σοι ἅμα ὡς ἠκολούθεις·
Χριστῷ ἁγίοις καὶ μόνῃ Θεοτόκῳ,
πρὸς Παραδείσου πατρίδα Σιὼν Ἄνω·
κατάργει πάσας δ’ ἀναστροφὰς ματαίας,
ἡμᾶς στοιχειῶν φόβῳ θείας Σοφίας
καὶ δὸς φιλοσοφεῖν, ἀγαπᾶν Σωτῆρα,
ὡς ἐνετείλατο ἡμῖν Εὐεργέτης·
Οὗτος ὁ Ὤν καὶ Ἦν καὶ ὁ Ἐρχόμενος·
Ἄχρονος, Προαιώνιος, Ἀπέραντος,
Ἀκατάληπτος, Οὗ γνώρισμα Οὐσίας,
τὸ ὑπὲρ παντὸς κεῖσθαι τοῦ γνωρίσματος
κτίσει Αὐτοῦ, ἐκ μὴ ὄντων παραχθείσῃ,
Αὐτοῦ τῇ Δυνάμει Ἀπείρῳ καὶ Οὔσῃ.

Ο Όσιος Σωφρόνιος (κατά κόσμον Σεργκέι Σεμιόνοβιτς Σάχαρωφ, ρωσικά: Сергей Семёнович Сахаров‎; 22 Σεπτεμβρίου 1896 μ.Χ. – 11 Ιουλίου 1993 μ.Χ.) ήταν Ρώσος Ορθόδοξος Ιερομόναχος που ξεκίνησε τη μοναχική του ζωή στο Άγιο Όρος, στη Ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονος και θεωρείται από την ορθόδοξη παράδοση ως ένας από τους χαρισματικότερους μοναχούς του 20ου αιώνα.

Γεννήθηκε στη Μόσχα και ήταν το δεύτερο παιδί μιας 9μελούς οικογένειας. Το κοσμικό όνομά του ήταν Σέργιος, ενώ έδειχνε από μικρός ιδιαίτερη θεολογική κλίση. Στην αρχή ασχολήθηκε με την ζωγραφική, ενώ ασχολήθηκε και με τον Βουδισμό και τον Ινδουισμό. Όταν απογοητεύτηκε από τη φιλοσοφία των Ανατολικών θρησκειών, στράφηκε προς το Χριστιανισμό και πιο συγκεκριμένα την Ορθοδοξία. Σε ηλικία 25 ετών μετακινήθηκε στη Γαλλία, προσπαθώντας να βρει εργασία ως ζωγράφος. Στη Γαλλία κατάφερε να γίνει δεκτός στους καλλιτεχνικούς κύκλους, όμως τελικά στράφηκε προς το χριστιανισμό με περισσότερο ζήλο αφού ούτε αυτό τον γέμιζε όπως ο ίδιος αργότερα ομολόγησε και έτσι στράφηκε σε ηλικία 29 ετών στη θεολογία, εισαγόμενος στο Ορθόδοξο Θεολογικό Ινστιτούτο στο Παρίσι.

Με το πέρας των σπουδών έλαβε την απόφαση να μονάσει. Έτσι εγκαταστάθηκε στη Ρωσική Μονή του Αγίου Παντελεήμονος στο Άγιο Όρος, το 1925 μ.Χ. 4 έτη αργότερα γνώρισε τον Άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη (βλέπε 24 Σεπτεμβρίου), ο οποίος έγινε ο πνευματικός καθοδηγητής του. Στη συνέχεια αναχώρησε για τα Καρούλια του Αγίου Όρους το 1938 μ.Χ., που ασκήτεψε αυστηρά. Το 1948 μ.Χ. έφυγε από το Άγιο Όρος ώστε να χειρουργηθεί στη Γαλλία ενώ εξέδωσε σε βιβλίο το βίο του Αγίου Σιλουανού, που εν τω μεταξύ πέθανε. Στη συνέχεια εξέδωσε και άλλα βιβλία το «Περί προσευχής», το «Άσκηση και Θεωρία» και «Η ζωή Του ζωή μου». Την ίδια εποχή επισκέφτηκε και τη Μόσχα μετά από πολλά χρόνια και έκτοτε είχε πιο στενούς δεσμούς με την πόλη. Το 1963 μ.Χ. εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και ίδρυσε μια χριστιανική αδελφότητα, χτίζοντας παράλληλα και ένα μοναστήρι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο στο Έσσεξ το οποίο υπήχθη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1965 μ.Χ.

Εκεί έμεινε μέχρι που κοιμήθηκε το 1993 μ.Χ. σε ηλικία 97 ετών.

Στις 27 Νοεμβρίου 2019 μ.Χ. συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και αποφάσισε την κατάταξη του Οσίου Σωφρονίου του Έσσεξ στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:

«Τήν Τετάρτην, 27ην τ. μ. Νοεμβρίου 2019, συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρείαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τάς προγραμματισθείσας δι᾿ ἕν τριήμερον ἐργασίας αὐτῆς.

Μετά τήν ἀνάγνωσιν τῶν Πρακτικῶν προγενομένων συνεδριῶν, ἤρξατο ἡ θεώρησις τῶν ἀναγεγραμμένων ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει θεμάτων.

Εἰδικώτερον, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος, ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τούς ἐγνωσμένης ὁσιακῆς βιοτῆς καί πολιτείας Ἱερομόναχον Ἱερώνυμον Σιμωνοπετρίτην, Καθηγούμενον χρηματίσαντα τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾶς Βασιλικῆς, Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, καί ἀκολούθως Οἰκονόμον καί Πνευματικόν τοῦ Μετοχίου Ἀναλήψεως Βύρωνος Ἀττικῆς, καί Ἀρχιμανδρίτην Σωφρόνιον Σαχάρωφ, Καθηγούμενον χρηματίσαντα καί κτίτορα τῆς ἐν Ἔσσεξ Ἀγγλίας Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου.

Περαιτέρω, προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος ἐξελέγησαν παμψηφεί ὡς Βοηθοί Αὐτοῦ Ἐπίσκοποι οἱ Ἡγούμενοι τῶν ἐν Κρήτῃ Ἱερῶν Πατριαρχικῶν καί Σταυροπηγιακῶν Μονῶν α) Κυρίας τῶν Ἀγγέλων Γουβερνέτου κ. Εἰρηναῖος Βερυκάκης ὑπό τόν τίτλον Εὐμενείας καί β) Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων κ. Δαμασκηνός Λιονάκης ὑπό τόν τίτλον Δορυλαίου.

Αἱ χειροτονίαι αὐτῶν θά τελεσθῶσιν ἐν Φαναρίῳ, τοῦ μέν ἐψηφισμένου Εὐμενείας τῇ 8ῃ Δεκεμβρίου, τοῦ δέ ἐψηφισμένου Δορυλαίου τῇ 15ῃ Δεκεμβρίου ἐ.ἔ..

Ὡσαύτως, προτάσει τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς καί ἐκ τοῦ ὑπ᾿ αὐτῆς καταρτισθέντος τριπροσώπου ἐξελέγη ἐπίσης ὁμοφώνως ὡς Βοηθός τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου καί ὑπό τόν τίτλον Ἀμισοῦ ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. κ. Ἰωακείμ Κοτσώνης, βυζαντινολόγος καί Διευθυντής τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας»

Για τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, γράφει ο Αρχιμ. Ζαχαρίας:

«....την τρίτη ή την τέταρτη μέρα μετά το θάνατο του π. Σωφρονίου ήρθε μια οικογένεια με ένα παιδί δεκατριών χρονών. Είχε όγκο στον εγκέφαλο κι η εγχείρηση του ήταν καθορισμένη για την επόμενη μέρα. Ο πάτερ Τύχων ο Σιμωνοπετρίτης ήλθε και μου είπε: «Αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ λυπημένοι ήρθαν και δεν βρήκαν τον πάτερ Σωφρόνιο. Γιατί δεν διαβάζεις μερικές προσευχές για το παιδί»; Του είπα: «ας πάμε μαζί. Έλα και κάνε μου τον αναγνώστη. Θα διαβάσουμε μερικές προσευχές στο άλλο παρεκκλήσι». Πήγαμε και διαβάσαμε τις προσευχές για το παιδί και στο τέλος ο πάτερ Τύχων είπε: «Ξέρεις, γιατί δεν περνάτε το παιδί κάτω από το φέρετρο του πάτερ Σωφρονίου; Θα θεραπευθεί. Χάνουμε το χρόνο μας διαβάζοντας προσευχές». Του απάντησα ότι δεν μπορούσα να το κάνω αυτό, διότι ο κόσμος μπορούσε να πει ότι μόλις έχει πεθάνει και ήδη προσπαθούμε να προωθήσουμε την αγιοποίηση του.

«Να το κάνεις εσύ», του είπα. «Είσαι Αγιορείτης μοναχός. Δεν θα πει κανένας τίποτε». Πήρε το αγόρι από το χέρι και το πέρασε κάτω από το φέρετρο. Την επομένη έκαναν εγχείρηση στο παιδί και δεν βρήκαν τίποτε. Έκλεισαν το κρανίο και είπαν: «Λανθασμένη διάγνωση. Θα ήταν πιθανώς φλόγωση». Έτυχε το παιδί να συνοδεύεται από ένα γιατρό από την Ελλάδα, πού είχε τις πλάκες ακτίνων Χ πού έδειχναν τον όγκο, πού τους είπε: «Ξέρετε καλά τί σημαίνει αυτή η «λανθασμένη διάγνωση»». Το παιδί μεγάλωσε. Τώρα είναι 27 χρονών και είναι πολύ καλά.»

Λόγοι του Οσίου Σωφρονίου του Έσσεξ

«Ήμουν στο Παρίσι, τα είχα όλα, ζούσα με τον καλλιτεχνικό κόσμο του Παρισιού και συμμετείχα σε όλες τις εκδηλώσεις. Όμως τίποτα δεν μου έδινε χαρά και ανακούφιση. Μετά από κάθε εκδήλωση του καλλιτεχνικού κόσμου, είχα μέσα μου κενό και αγωνία. Ο λογισμός μου, μου έλεγε πως κάτι πρέπει να κάμω, για να φύγω από το αδιέξοδο, που με συνείχε. Όμως δεν έβρισκα λύση. Ένα βράδυ, μετά από μία διασκέδαση, ανέβαινα στο σπίτι μου με σκυμμένο το κεφάλι και αργό βήμα. Έλεγα πως αυτή η ζωή είναι βάναυση, είναι ανιαρή. Τότε σκέφτηκα να γίνω μοναχός, όμως πού και πώς δεν είχα ιδέα. Ήμουν Ρώσος εμιγκρέ-πρόσφυγας στη Γαλλία. Εκεί υπήρχαν πολλοί Ρώσοι, οι οποίοι ίδρυσαν το Θεολογικό Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου.... Στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, όλοι μιλούσαν για Θεό, αλλά Θεό δεν είδα, ενώ όταν πήγα στο Άγιο Όρος, κανείς δεν μιλούσε για Θεό και όλα έδειχναν τον Θεό».

ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΣΤΟ ΕΣΣΕΞ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ

Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου στην περιοχή Έσσεξ της Ανατολικής Αγγλίας ιδρύθηκε το 1959 μ.Χ. από τον Όσιο Σωφρόνιο Σαχάρωφ. Είναι ένα μοναστήρι που αποτελεί πόλο έλξης για όλους τους ανά την οικουμένη Ορθόδοξους πιστούς και όχι μόνο.

Βρίσκεται στην περιοχή Tolleshunt Knights του Maldon στο Essex της Αγγλίας, κοντά στο Λονδίνο. Στο μοναστήρι υπάρχουν γύρω στις 15-20 μοναχές και ένας μικρότερος αριθμός μοναχών. Η Ιερά Μονή στο Έσσεξ οφείλει την σύστασή της στον γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ο οποίος ξεκίνησε τη μοναστική του ζωή από το Άγιον Όρος. Μετά από την αναχώρησή του από εκεί και την εγκατάστασή του στο Παρίσι, απεφάσισε να μείνει σε ένα ρώσικο γηροκομείο βοηθώντας τον εκεί Ιερέα. Το 1958 μ.Χ., ο γέροντας Σωφρόνιος απέκτησε μια συνοδεία έξι ατόμων που ποθούσαν να γίνουν και αυτοί μοναχοί και αποφασίζουν να αναχωρήσουν για το Έσσεξ. Την άνοιξη του 1959 μ.Χ., η νεοσύστατη μοναστική αδελφότητα του Τιμίου Προδρόμου συγκροτείται εκεί. Το μοναστήρι ανήκει απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο από το 1965 μ.Χ.

Η μονή έχει καταφέρει να προσελκύει Ορθοδόξους μοναχούς και μοναχές, αλλά και δόκιμους και λαϊκούς από όλες τις εθνικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, αποδεικνύοντας έτσι στην πράξη ότι η Ορθοδοξία είναι η πραγματικά «η μία Καθολική, Αποστολική και Οικουμενική» Εκκλησία. Η χαρακτηριστική και ίσως μοναδική ιδιαιτερότητα του μοναστηριού αυτού είναι το γεγονός ότι εκεί μονάζουν μοναχοί και μοναχές. Εκείνοι που δεν γνωρίζουν καλά την παράδοση της Εκκλησίας χαρακτηρίζουν το μοναστήρι «μικτό». Όμως, η σωστή ορολογία είναι «διπλό».

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α´. Τοὺς τρεῖς Μεγίστους Φωστῆρας.
Φιλοσοφίᾳ ἁγίᾳ τῆς Ἐκκλησίας Σωφρόνιε, καὶ τῇ πολιτείᾳ Σωτῆρος, Ἁγίων Πάντων συνείχεσο˙ ἀνατολῶν ἐμβιβασθεὶς πρὸς τὴν Δύσιν, θείᾳ νεύσει δίδως, Μοναχισμοῦ χρηστότητα θεοΰφαντον˙ ταῖς λάμψεσιν ἀστράπτων Θείου Παρακλήτου διέλυσας, ψηλαφητὸν σκότος ᾅδου, παντὶ ἐν κόσμῳ εὐχόμενος˙ νοῦν κεκρατηκὼς ἐν τῷ ᾅδῃ φαιδρῶς, καὶ Χριστοῦ ἀλήκτως ἐχόμενος, πατρὶ Σιλουανῷ σου, ὁμοῦ ἡμᾶς σωθῆναι εὔχεσθε.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Ἄθω ἡγίασαι, μάκαρ Σωφρόνιε, γῇ ἀσιάτιδι, Φῶς καὶ ἐξέχεας, καὶ τὴν Εὐρώπην πολλαχῶς, λαμπρύνεις καὶ μεγαλύνεις˙ σὺν μικρῷ ποιμνίῳ σου, πάντας λύκους ἐπάταξας, Σέλας τὸ Τρισήλιον, τοῦ Θεοῦ πᾶσιν ἔφανας, καὶ δὸς τῆς μετανοίας τοὺς θρήνους, ἡμῖν Χριστῷ ἀνάγων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Θεολόγος πέφηνας, θείου Φωτὸς καὶ ἀκτίστου, πλήρης ὤν τῆς Χάριτος, ἄνωθεν Πνεύματος μόνου, πρέσβευε, φιλοσοφίας σου ἐχομένους, τρόποις δέ, Χριστομιμήτοις σου ἑπομένους· ὦ Σωφρόνιε σωθῆναι, ἐλέει πάντως, τοῦ Παντοκράτορος.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Σωφρόνιε ἱκανῶν, πάντας μετανοίᾳ, ταπεινώσει καὶ προσευχαῖς, βίῳ θεαρέστῳ, ἀκόπως καὶ προστρέχειν, Χριστῷ, καὶ ἀκωλύτως, Αὐτῷ συνέχεσθαι.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Σωφρόνιε τηλαυγής, φάρος Ὀρθοδόξων, ναυσιπλόων ὠκεανοῖς, θλίψεων δεικνύων, ἐν πλοίῳ Ἐκκλησίας, ταχεῖαν πλεῦσιν πέρας, πρὸς τὸ Ἀπέραντον.

Ὁ Οἶκος
Τὶς ἐκδιηγήσεται Σωφρονίου ἄθλους τοῦ ἐσχάτως διαλάμψαντος Πνεύματι, καὶ βιώσαντος Χάριτι Παύλου Ἀποστόλου ρήματα· Χριστῷ συνεσταύρωμαι, ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός, εἴπερ τὸ ζῆν Χριστῷ μόνῳ, ἔστι ζωὴ καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος, καὶ ἡμῖν ἐχαρίσθη πάσχειν ὑπὲρ Χριστοῦ· οὐ μόνον τὸ εἰς Χριστὸν πιστεύειν· διὸ τιμᾶν Σωφρόνιον χρέος καὶ ὄφλημα Χριστιανῶν ἐστίν, ὁπηνίκα βίον τούτου πᾶς ὁρᾷ, βίβλους τούτου πᾶς οἶδε, λόγους ἤκουσε τούτου Ὀρθόδοξος πληθὺς Ἑώας καὶ Δυσμῶν, Νότου καὶ Βορρᾶ, Ἄθω καὶ ἐσμὸς ἐθνῶν ἁπάντων καὶ λαῶν· μετανοίας κῆρυξ γέγονε, ζωγράφων ἑλκυστὴρ πρὸς θείαν βιοτήν, Μοναχῶν φωταγωγός, ἱερέων καὶ ποιμένων ὁδηγός, φιλοσόφων θεολόγων ἑνοποιὸς πρὸς Χριστοῦ Σοφίαν καὶ Βασιλείαν· τῆς δὲ ταπεινώσεως Σωτῆρος ἄκρας κενωτικῆς μέχρις ᾅδου ἦν μιμητής, ὁμοῦ Σιλουανῷ αὐτοῦ γυμναστῇ καὶ Ἄθω Ὁσίοις, Εὐρώπης πάλαι Ἁγίοις καὶ ρωσικῆς γῆς πολλοῖς καταργοῦσιν Ἀσίας σκότη καὶ ἄγουσι Σιὼν Ἄνω ἀσφαλῶς· πρὸς οὕς πάντες εἴπωμεν· Σωφρόνιε πάτερ πρέσβευε σὺν τοῖς Ἁγίοις πᾶσιν, ἡμᾶς σωθῆναι, ἐλέει πάντως τοῦ Παντοκράτορος.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν.
Σωφρόνιε λαμπάς, τοῦ Χριστοῦ ἐν Ἑώᾳ, καὶ Δύσει χαρωπὴ καὶ φωταύγεια Ἄθω, Μονῇ Παντελεήμονος, ἀθλοφόρου ἡγίασαι, καὶ ἀπόκρημνα, ἐρημητήρια ἔχεις, ὡς δακρύων σου, τῶν πενθηρῶν ἀποδείξεις· ἡμᾶς δ’ εὔχου σώζεσθαι.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν.
Ἐζωγράφεις τεχνικῶς, ἀλλ’ ἐνεπνεύσθης θεϊκῶς, ἠλλοτρίωσαι σαφῶς, ἐκ τῶν ματαίων κοσμικῶν, καὶ δαιμονίων ἀπάτης τῆς φερομένης, Ἀσίας Ἰνδιῶν, καὶ διεχώρισας, τὸ Φῶς Χριστοῦ ὁρῶν, ἐκτρίβων κλέπτοντας, πολλοὺς καὶ πλάνους δολίους, Χριστοῦ τῷ πόθῳ ἐχόμενος· ᾯ εὔχου σώζειν ἡμᾶς ἐσχάτους, ὦ Σωφρόνιε ἄριστε.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον.
Μετενόεις φερέπονε ἀληθῶς, ἐλειτούργεις ἀξίως καὶ συνεχῶς, Σωφρόνιε Ἄθωνι, ἱερεῦ τελειότατε, δαιμόνων πάντα λύων, σαθρὰ μηχανήματα, καὶ τὰς νηστείας ἔχων, ὡς ἔδεσμα ἥδιστον, καὶ τὰς ἀγρυπνίας, ἐν συνθήκαις ἀγρίαις, κρατῶν νοῦν εἰς τάρταρα, τὰ τοῦ ᾅδου ἐχόμενος, τοῦ Χριστοῦ καὶ δεόμενος· ὅθεν καὶ ποιμένα καλόν, σὲ δεικνύει πάντας προστατεύοντα, Θεὸς ᾯ εὔχου σωθῆναι, τοὺς πιστῶς τιμῶντάς σε.

Έτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Πειρασμῶν τῶν ἀγρίων τὰς προσβολάς, ὑπομένων Σωφρόνιε καρτερῶς, δαιμόνων τὰ πλήγματα, ταῖς νυξὶ καθυπέμεινας, καὶ ἐν ἡμέραις κόπους, οὕς ἔτλης φερέπονε, ἐργασιῶν ποικίλων Μονῆς τίς ἂν ἔγνωκεν; ὅθεν ἀναβάσεις Θείῳ Πνεύματι ἔσχες, καρδίᾳ καὶ οἴκησιν, τοῦ Θεοῦ τὴν παμπόθητον, ἐν ψυχῇ σου ἀλλ’ αἴτησαι· πάντας Μοναχοὺς συστοιχεῖν, καὶ ἐν κόσμῳ πάντας τοῖς ἀγῶσί σου, καὶ μετὰ πόθου προστρέχειν, Χριστῷ διασώζοντι.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος πλ. β΄.
Φῶς ἄκτιστον, Ἐνέργειαν καὶ Δόξαν καὶ Ἔλλαμψιν Θεοῦ ἔδειξας Σωφρόνιε, ὥσπερ πολλοὶ τῶν Ἁγίων, ὧν πολίτευμα ἔσχηκας καὶ ἀπόλιδας Μοναχοὺς ἐμόρφωσας δωρεὰν καὶ πᾶσι λαοῖς θύρας μετανοίας εὐκόλους ἠνέῳξας, ἐξάγων πολλοὺς φυλακῶν σκοτεινῶν δαιμονίων παθῶν καὶ πικρῶν ἀνομιῶν· ἔρχου ἡμῖν πάτερ μετὰ Σιλουανοῦ πατρός σου θαυμαστοῦ καὶ μετὰ Ἁγίων πολλῶν Ἀνατολῶν καὶ Δυσμῶν νουθετῶν ἡμᾶς πενθεῖν, κακοπαθεῖν καὶ πάσχειν ὑπὲρ Χριστοῦ καὶ δαίμονας ἐκτρίβειν πολλαχῶς καὶ μὴ δειλιᾶν Χριστῷ συσταυροῦσθαι καὶ Ἀναστάσεως Χάριν προσδοκᾶν, Χριστῷ ἡμᾶς συνεχομένους καὶ Ἁγίοις Πᾶσι φιλιουμένους, μεθ’ ὧν εὔχου ᾅδου λυτρωθῆναι καὶ πολίτας οὐρανῶν γενηθῆναι ἡμᾶς εἰς τοὺς αἰῶνας.


Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας
 
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναγράφεται τὴν ἡμέρα αὐτὴ στὸν ὑπ' ἀριθμ. 402 Coislin φ. 166 Κώδικα τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης Παρισίων ὡς ἑξῆς: «Τὴ αὕτη ἡμέρα Ἀρσενίου Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας σφαγή».
 
«Πᾶνος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου