(Θεολογικὸ σχόλιο στὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων)
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ἡ τελευταία Κυριακὴ τῆς ἱερῆς περιόδου του Πεντηκοσταρίου εἶναι ἀφιερωμένη στοῦ Ἁγίους Πάντες. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, κλείνοντας τὴν ἑορτολογικὴ περίοδο τῶν κινητῶν ἑορτῶν τοῦ ἔτους, προβάλλει καὶ τιμᾶ ὅλους τοὺς ἁγίους της, γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, ὅλων τῶν ἐποχῶν, θέλοντας νὰ μᾶς ὑπενθυμίσῃ ὅτι ὁ στόχος μας θὰ πρέπῃ νὰ εἶναι ἡ ἁγιότητα, διότι θὰ πρέπῃ ἡ ἐπίγεια ζωή μας νὰ εἶναι μιὰ πορεία ἀγῶνα ἀπόταξης τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ ἀπόκτησης ἀρετῶν. Ἡ μακρὰ πνευματική μας πορεία καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῶν κινητῶν ἑορτῶν, ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ὡς τὸ Ἅγιο Πάσχα καὶ ὡς τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων εἶναι μιὰ νοητὴ διαδρομὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας πρὸς τὴν τελείωσή μας. Ἡ ἱερὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου σημαίνει τὴν συνειδητοποίηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας καὶ τὴν πορεία μας πρὸς τὸ θεῖο πρόσωπο τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ. Ἡ ἱερὴ περίοδος τοῦ Πεντηκοσταρίου, τῆς ἀναστάσιμης περιόδου, σηματοδοτεῖ τὴν συνάντησή μας μὲ τὸν ἀναστάντα Χριστὸ καὶ τὴν μετοχὴ στὶς σωτήριες δωρεές Του. Ὁ Σωτῆρας μας Χριστὸς μᾶς καλεῖ νὰ γίνουμε ἅγιοι, νὰ ξεχωρίσουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὸν πτωτικὸ κόσμο, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸ Χριστὸ ὀντολογικά, νὰ γίνουμε σύσσωμοι μὲ Αὐτόν, κύτταρο τὸ μυστικοῦ Του Σώματος, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν ὕψιστη δωρεὰ τῆς σωτηρίας. Ἡ σωτηρία μας συνίσταται στὴν ὀργανικὴ ἕνωσή μας μὲ Αὐτόν. Ὁ Χριστὸς σώζει τὸ Σῶμα Του, ὅλα τὰ κύτταρά Του καὶ μαζὶ θὰ σώσῃ καὶ ἐμᾶς, ἂν γίνουμε κύτταρο σ’ αὐτό.
Ἅγιος σημαίνει ξεχωριστός, ἄμεμπτος, κάτοχος ἄκρας ἠθικῆς καθαρότητας καὶ ὑπέρτατου ψυχικοῦ μεγαλείου. Ἴσως παράγεται ἀπὸ τὸ ἀρχαιοελληνικὸ ρῆμα ἄζω, ποὺ σημαίνει φοβᾶμαι, σέβομαι, τιμῶ. Ἅγιος, μὲ τὴν ἀπόλυτη σημασία τοῦ ὅρου εἶναι μόνο ὁ Θεός, καθότι ἡ ἁγιότητα εἶναι βασικὴ ἰδιότητα τῆς Θεότητας. Σύμφωνα μὲ τὸ μεγαλειῶδες ὅραμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα, μυριάδες ἀγγελικὲς δυνάμεις ὑμνοῦν ἀκατάπαυστα τὴ θεία μεγαλειότητα μὲ τὸ γνωστὸ τρισάγιο ὕμνο: «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαὼθ» (Ἠσ. 6,3). Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διαβεβαίωσε τοὺς Ἰσραηλῖτες: «Ἅγιος (εἰμὶ) ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν» (Ἔξ. 19,2) γιὰ νὰ ἀντιδιασταλῇ ἀπὸ τοὺς ψεύτικους καὶ ἀνήθικους «θεοὺς» τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν, οἱ ὁποῖοι ἦταν ταυτισμένοι μὲ τὴν κακία καὶ τὴν ἀνηθικότητα, καὶ ὠθοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους σὲ αὐτὴ τὴν τραγικότητα, ὅτι «πάντες οἱ θεοί των δαιμόνια» (Ψαλμ. 95,5).
Ὁ ἅγιος Θεὸς δημιούργησε τὸν ἀόρατο καὶ ὁρατὸ κόσμο ἀπὸ ἀγάπη, νὰ ἀντικατοπτρίζῃ τὴ δική Του ἁγιότητα. Τὰ δύο νοήμονα πλάσματά Του, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἄνθρωποι, δημιουργήθηκαν, μέσα στὴν προσωπική τους ἐλευθερία, νὰ ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ ὑπάρχουν ὡς ἅγιοι, μὲ τὴ σχετικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου. Δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο, νὰ εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς ὁρατῆς δημιουργίας Του, κατ’ «εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή» Του (Γέν. 1,26), ἤτοι: πρόσωπο ἐλεύθερο νὰ ἔχῃ τὴν ἐπιλογὴ καὶ τὴ δυνατότητα νὰ γίνῃ ὅμοιός Του, ἅγιος, ξεχωριστός. Δυστυχῶς, τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως ματαίωσε αὐτὴ τὴν προοπτική, διότι ἡ ἐθελούσια ὑποταγὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, ἀλλοίωσε καὶ ἀτόνησε κάθε δυνατότητα νὰ πραγματοποιηθῇ ὁ ὑψηλὸς στόχος τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς κατὰ χάριν θεώσεώς του. Μὲ τὴν πτώση του, ὁ ἄνθρωπος, ἔδωσε ἐξουσία στὸν «ἀνθρωποκτόνο ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰωάν. 8,9), στὸ Σατανᾶ, νὰ ἀσκῇ ὁλοκληρωτικὴ ἐπιρροὴ σ’ αὐτόν, ὥστε νὰ μὴν μπορῇ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Ἔχασε, ὅπως διδάσκουν οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες, τὰ ἀρχέγονα δῶρα τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀθωότητας, μὲ τραγικὴ συνέπεια τὴν ἀπώλεια τῆς ἁγιότητας, τὴν ὁποία εἶχαν οἱ πρωτόπλαστοι πρὶν τὴν πτώση τους στὴ Ἐδὲμ καὶ ἡ ὁποία πήγαζε ἀπὸ τὴν ἀέναη προσωπικὴ κοινωνία τους μὲ τὸ Θεό. Ἀπὸ πρόσωπα, δηλαδὴ ἐλεύθερα ὄντα, μεταβλήθηκαν σὲ ἐγωκεντρικὰ ἄτομα, ὅπως διαφαίνεται στὸ 3ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου περιγράφεται μὲ δραματικὸ τρόπο ἡ κατοπινὴ τραγωδία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Στὸ ἑξῆς ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία θὰ εἶναι ἐξιστόρηση ἀτέρμονων καὶ φρικωδῶν πτώσεων. Ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ὄντως γεμάτη ἀπὸ φρικαλεότητες, δυστυχία καὶ πόνο, συμβάντα ἀπόλυτα ἀσύμβατα γιὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα.
Ὅμως ὁ Θεὸς τῆς ἄμετρης ἀγάπης (Α΄ Ιωάν. 4.16) καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ ἀγαπᾶ τὸ ἀποστατημένο πλάσμα Του. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μᾶς βεβαιώνει ὅτι «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16) καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Θεὸς «τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο ἀλλὰ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτὸν» (Ρώ.8,32), δὲ λυπήθηκε νὰ ταπεινώσῃ τὸν Υἱό του τὸν μονογενῆ, ἀποστέλλοντάς τον στὸν κόσμο, κάνοντας τὸν ὅμοιο μὲ τὸ πλάσμα Του, γιὰ τὴν ἀπολύτρωσή μας. Ἔλαβε Ἐκεῖνος τὴν τραυματισμένη καὶ ἐξαχρειωμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία φύση μας, τὴν καθάρισε καὶ τὴν ἁγίασε στὸ θεανδρικὸ Του πρόσωπο καὶ τὴν ἕνωσε παντοτινὰ μαζί Του. Μὲ τὸ ἐπὶ γῆς ἀπολυτρωτικὸ Του ἔργο ἔδωσε ξανὰ τὴ δυνατότητα τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς σωτηρίας στὸν ἄνθρωπο. Ἵδρυσε τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία, νὰ εἶναι τὸ πνευματικὸ θεραπευτήριο γιὰ κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο, ὅπου μπορεῖ νὰ καθαριστῇ ἀπὸ τοὺς ρίπους τῆς ἁμαρτίας, νὰ ἁγιαστῇ, νὰ σωθῇ, νὰ θεωθῇ. Νὰ εἶναι τὸ θεϊκὸ ἐργαστήριο, τὸ ὁποῖο θὰ μεταποιῇ τὸν κάθε ἄνθρωπο σὲ ἅγιο, «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πλὴρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ.4,11-13), ὅμοιο μὲ τὸ Ἐκεῖνον, ἅγιο, ξεχωρισμένο ἀπὸ τὸν φρικώδη πτωτικὸ κόσμο τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ὁ Θεός μᾶς προσκαλεῖ διὰ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου νὰ γίνουμε ἅγιοι, ὅπως εἶναι ἅγιος καὶ ὁ Ἐκεῖνος «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιὸς εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1,16), διότι ἡ ἁγιότητα εἶναι προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας, ἄλλωστε, ἁγιότητα καὶ σωτηρία εἶναι ταυτόσημες ἔννοιες. Μέσα στὴν Ἐκκλησία, διὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως στὸ Σωτῆρα Χριστό, διὰ τῶν ἁγίων Μυστηρίων καὶ τοῦ προσωπικοῦ μας ἀγῶνα, ἁγιαζόμαστε καὶ σωζόμαστε.
Χωρὶς κανέναν περιορισμό, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι προσκεκλημένοι νὰ γίνουν ἅγιοι, νὰ ξεχωρίσουν ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός μας διὰ τῆς παραβολῆς τοῦ μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14.16-24), μᾶς διαβεβαίωσε πὼς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν θέση στὴ βασιλεία Του, ἐκτὸς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ ἀρνηθοῦν τὴν πρόκλησή Του.
Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, στὴ δισχιλιόχρονη ἱστορική της πορεία, ἀπόδειξε περίτρανα ὅτι πέτυχε τοῦ σκοποῦ της, ἀναδεικνύοντας νέφη ἁγίων. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ νοητὴ μήτρα ἡ ὁποία ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς καθιστᾶ ἁγίους. Ἀπὸ τὶς πρῶτες στιγμὲς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσία της, ἄρχισε νὰ ἀναδεικνύῃ ἁγίους. Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ὁμολογητές, Ἐγκρατευτές, Πατέρες καὶ διδάσκαλοι, Ὅσιοι, Ἀσκητὲς καὶ μυριάδες ἀγωνιζόμενες ψυχές, στολίζουν τὸ νοητὸ λειμωνάριο τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι τὰ πολύφωτα ἀστέρια, τὰ ὁποῖα λαμπρύνουν τὸ νοητὸ οὐράνιο στερέωμα καὶ φωτίζουν τὸν κόσμο, ἀντικατοπτρίζοντας τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Χριστοῦ στὸν ἀσέληνο κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Ἀναδεικνύονται, χωρὶς περιορισμούς, ἀπὸ ἐθνικές, φυλετικές, κοινωνικές, ἐπαγγελματικὲς διαφορές, οὔτε ἀπὸ φῦλο, ἡλικία, μόρφωση, διανοητικὴ κατάσταση, χρονικὴ περίοδο καὶ τόπο. Ἡ ἀδιάκοπη ἐμφάνιση καὶ ἀνάδειξη ἁγίων εἶναι τὸ μεγάλο καὶ ἐπαναλαμβανόμενο θαῦμα στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὴν θριαμβευτικὴ πραγματοποίηση τοὺς σκοποῦ της, νὰ ἁγιάζῃ καὶ νὰ σώζῃ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο.
Οἱ ἅγιοι, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, εἶναι ἀδιάσειστη ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μαζὶ μᾶς ἐν «πάσαις ταῖς ἡμέραις τῆς ζωῆς ἡμῶν ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20), ὅπως διαβεβαίωσε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους Του, λίγο πρὶν τὴν Ἀνάληψή Του. Εἶναι τὰ ζωντανὰ καὶ εὔρωστα κύτταρα τοῦ ἁγίου Σώματός Του, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας Του, τὰ ὁποῖα φανερώνουν τὴν ἀέναη παρουσία τοῦ Κυρίου στὸν κόσμο. Διὰ τῶν ἁγίων ὁ Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἐβρ.13,8), πάντοτε παρὼν στὴν ἱστορικὴ πορεία τοῦ κόσμου. Ὁ νεοφανὴς ἅγιος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας Ἰουστῖνος Πόποβιτς μᾶς βεβαιώνει πὼς ὁ κάθε ἅγιος εἶναι ἡ ἐπανάληψη τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, «... ἀκριβέστερα, εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ παρατεινομένη μὲ τοὺς ἁγίους· ἡ ζωὴ τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος γι᾽ αὐτὸ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ καὶ μεταδώσει («παραδώσει») ὡς ἄνθρωπος τὴν θεία ζωή Του· γιὰ νὰ ἁγιάσῃ καὶ ἀπαθανατίσει καὶ αἰωνοποιήσει μὲ τὴ ζωήν Του ὡς Θεός, τὴ δική μας ἀνθρώπινη ζωὴ στὴ γῆ» (Ι. Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος).
Τὸ μεγάλο θαῦμα καὶ ἡ συνεχὴς ἀναδημιουργία στὴν Ἐκκλησία ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὸ γεγονός, ὅτι μαζὶ μὲ τὰ εὔρωστα κύτταρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τοὺς ἁγίους, ὑπάρχουν καὶ τὰ ἀσθενῆ, τὰ ὁποῖα, μὲ τὴ δική τους θέληση καὶ τὴν θεία χάρη ἀναρρώνουν, ὑγιαίνουν καὶ καθίστανται εὔρωστα. Εἶναι οἱ μετανοοῦντες ἁμαρτωλοί, τῶν ὁποίων θεραπεύεται ἡ ἀσθενοῦσα ὕπαρξή τους, μεταποιούμενοι σὲ ἅγιοι. «Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μιὰ ἐλὶτ ἡ ἕνα κλὰμπ καθαρῶν ἡ ἁγίων, εἶναι ἕνα σῶμα μεταποιουμένων ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται νὰ γίνουν καλύτεροι», τονίζει εὔστοχα σύγχρονος Ἐπίσκοπος (http://archive.romfea.gr/diafora-ekklisiastika/14791-peiraios-klamp-katharon)!
Παρενθετικὰ νὰ ἐπισημάνουμε πὼς ἁγίους καθιστᾶ μόνο ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξη, ἡ ἀληθινὴ καὶ μοναδικὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διότι μόνο σὲ αὐτὴ λειτουργεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ποτὲ στὰ σχίσματα, τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, ὅπου μπορεῖ νὰ ἀναδεικνύονται καλοὶ ἄνθρωποι, ὅμως ποτὲ δὲν καθίστανται ἅγιοι! Ἡ ἔννοια τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου δὲν ταυτίζεται πάντα μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἁγίου, διότι «καλὸς ἄνθρωπος» εἶναι σχῆμα κοσμικό, τὸ ὁποῖο συχνὰ δὲν εἶναι ἀπαλλαγμένο ἀπὸ ἐγωκεντρικὰ στοιχεῖα. Ἀντίθετα ὁ ἅγιος εἶναι ἕνας συνεχῶς μετανοῶν ἄνθρωπος, ἐθελουσίως ταπεινωμένος γιὰ τὴν ἀμαρτωλότητά του καὶ ἐπιποθῶντας, ἀγωνιζόμενος, γιὰ τὴν κάθαρση, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ σωτηρία του.
Οἱ θεούμενοι ἅγιοι εἶναι (πρέπει νὰ εἶναι) οἱ ὁδοδεῖκτες μας. Μὲ τὴν ὀρθὴ πίστη τους, τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν προσωπικό τους ἀγῶνα, νίκησαν τὸ κακὸ καὶ μεταποίησαν τὴν πτωτική τους φύση. Γι’ αὐτὸ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία φρόντισε νὰ καταγράψῃ καὶ νὰ διασώσῃ τοὺς βίους τους, γιὰ νὰ εἶναι γιὰ κάθε πιστό, στοὺς αἰῶνες, τὰ λαμπρὰ παραδείγματα τῆς ἁγίας ζωῆς, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε, ἂν θέλουμε καὶ ἐμεῖς νὰ ἁγιασθοῦμε καὶ νὰ σωθοῦμε. Νὰ εἶναι ἡ πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ βίοι τῶν ἁγίων εἶναι ἕνα ἰδιαίτερο καὶ θαυμαστὸ κεφάλαιο στὴν χριστιανικὴ γραμματεία. Πρόκειται γιὰ τὰ Ἱερὰ Συναξάρια, τὰ ὁποῖα ἐξιστοροῦν τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων, τὴν πίστη τους, τὴ μετάνοιά τους, τὸν ἀγῶνα τους κατὰ τοῦ κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν τους, τὴν ὁμολογία τους, τὰ μαρτύριά τους καὶ τὴν ἐν Χριστῷ τελείωσή τους. Ἡ ἁγιότητά τους δὲν περιορίζεται σὲ κάποιο χρονικὴ στιγμὴ τῆς ζωῆς τους, ἀλλὰ φανερώνεται στὴν ὅλη τὴ βιωτή τους, ἀκόμα καὶ στὶς πτώσεις τους, τὶς ὁποῖες διόρθωναν μὲ τὴν μεταμέλειά τους. Τὰ ἱερὰ Συναξάρια συμβάλλουν καθοριστικὰ στὴν ποιμαντικὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας, προβάλλοντας τοὺς ἁγίους ὡς φωτεινὰ καὶ ζωντανὰ παραδείγματα στοὺς πιστούς.
Μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν Βίων τῶν Ἁγίων, λαμβάνουμε μεγάλη πνευματικὴ ὠφέλεια, καθ’ ὅτι οἱ ἅγιοι καθίστανται οἱ ἀκούραστοι δάσκαλοι καὶ παιδαγωγοί μας, οἱ ὁποῖοι μᾶς καθοδηγοῦν στὴν πίστη, στὴν εὐσέβεια καὶ στὴν ἀρετή. Μελετῶντας τοὺς Βίους τῶν Ἁγίων, στερεωνόμαστε στὴν πίστη καὶ στὴν ὁμολογία, ἐνθαρρυνόμαστε στὸν ἀγῶνα μας κατὰ τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἐνδυναμωνόμαστε στὶς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ, ὁπλιζόμαστε μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα, ὅτι ὁ τελικὸς νικητὴς κατὰ τοῦ διαβόλου, τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας θὰ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Σωτῆρας καὶ Λυτρωτής μας, ὁ «τῆς πίστεως ἀρχηγὸς καὶ τελειωτὴς Ἰησοῦς...» (Ἑβρ. 12, 2).
Ἡ ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πάντων μᾶς ὑποδεικνύει καὶ τὸ δικό μας ὑπέρτατο πνευματικὸ συμφέρον, νὰ βάλλουμε ὡς στόχο μας τὴν ἁγιότητα. Νὰ θεωρήσουμε τὸν πρόσκαιρο ἐπίγειο βίο μας ὡς εὐκαιρία προετοιμασίας γιὰ τὰ αἰώνια. Ὡς πρόγευση τῆς οὐράνιας Βασιλείας. Ὡς νοητὸ στάδιο ψυχοσωματικοῦ ἀγῶνα κατὰ τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας, προσμένοντες τὸν «τῆς δικαιοσύνης στέφανον» (Β΄, Τιμ. 4,8).
Σὲ αὐτὸν τὸν «καλὸν ἀγῶνα» μποροῦμε νὰ ἔχουμε ὡς ἄοκνους ἀρωγοὺς τοὺς ἁγίους μας, μελετῶντας τὰ ἱερὰ Συναξάριά τους, γινόμενοι ἀέναοι κοινωνοί τους διὰ τῆς μελέτης τοῦ βίου τους, γιὰ νὰ μπορέσουμε, στοὺς τραγικοὺς καὶ ἀποκαλυπτικοὺς καιροὺς ποὺ ζοῦμε, μὲ τὶς φρικτὲς προκλήσεις, καὶ τὶς δόλιες παγίδες τοῦ πονηροῦ, νὰ ξεχωρίσουμε ἀπὸ τὸν πτωτικὸ κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Νὰ ὁπλιστοῦμε μὲ τὴν «πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. 6,11,13) καθότι οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἐξιστόρηση τοῦ νοητοῦ πολέμου πρὸς «τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ. 6,12). Νὰ κατορθώσουμε νὰ μοιάσουμε στὸν Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή μας Χριστό, μιμούμενοι τοὺς ἁγίους μας! Ἡ ζωή μας μπορεῖ νὰ ἀποκτήσῃ πραγματικὸ νόημα, «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» (Ἐφ. 3.18), «σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ» (Κολ. 3,3) καὶ διὰ τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο «συναντιλαμβάνεται ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν· ... ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις· ... (καὶ) κατὰ Θεὸν ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἁγίων» (Ρωμ. 8,26-27)!
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου