ΣΤΗΝ ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ [ομιλία 2η]
Όπου και απόδειξη ότι, αν και το κατ᾽ αυτήν θειότατο φως είναι άκτιστο, όμως δεν είναι ουσία του Θεού.
Ο Προφήτης Ησαΐας προείπε για το ευαγγέλιο ότι «λόγον συντετμημένον Κύριος ποιήσει ἐν τῇ οἰκουμένῃ ὅλῃ(: λόγο συντετμημένο θα δώσει ο Κύριος σε ολόκληρη την οικουμένη)» [Ησ. 10, 23]. «Συντετμημένος λόγος» είναι εκείνος που μέσα σε λίγες λέξεις περικλείει πλούσιο νόημα. Ας επανεξετάσουμε, λοιπόν, σήμερα όσα έχουμε εκθέσει κι ας προσθέσουμε όσα υπολείπονται, για να εμφορηθούμε ακόμη περισσότερο από τα εναποκείμενα άφθαρτα νοήματα και ολόκληροι να καταληφθούμε από τα θεία.
«Καὶ μεθ᾿ ἡμέρας ἓξ παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ᾿ ἰδίαν· καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς(:Ύστερα από έξι ημέρες ο Ιησούς πήρε μαζί Του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του και τους ανέβασε σε ένα ψηλό βουνό, ιδιαιτέρως μόνο αυτούς. Και εκεί μεταμορφώθηκε μπροστά τους˙ και έγινε το πρόσωπό Του λαμπρό σαν τον ήλιο, και τα ενδύματά Του λευκά σαν το φως)» [Ματθ. 17, 1-2].
Ιδού τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, σήμερα ημέρα σωτηρίας, αδελφοί, ημέρα θεία, νέα και αΐδιος, που δεν μετρείται με διαστήματα, δεν αυξομειώνεται, δεν διακόπτεται από νύκτα· διότι είναι η ημέρα του Ήλιου της δικαιοσύνης, «ο οποίος δεν υφίσταται αλλοίωση ή σκιά ένεκα μετατροπής» [ βλ. Ιακ. 1, 17: «Πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων, παρ᾿ ᾧ οὐκ ἔνι παραλλαγὴ ἢ τροπῆς ἀποσκίασμα(:Κάθε καλό που δίνεται στους ανθρώπους και κάθε τέλειο δώρο προέρχεται από τον ουρανό και κατεβαίνει από τον Θεό, ο Οποίος είναι ο Δημιουργός των ουράνιων φωτεινών σωμάτων και η ύψιστη και μοναδική πηγή κάθε φωτισμού, φυσικού ή πνευματικού. Σ’ Αυτόν δεν υπάρχει καμία αλλοίωση και μεταβολή σαν αυτές που γίνονται στη σελήνη ή συντελούνται από τη διαδοχή της νύχτας και της ημέρας. Αλλά ούτε και σκιά υπάρχει σαν εκείνη που δημιουργείται από την περιστροφή και τη μετακίνηση των άστρων και των ουράνιων σωμάτων)»]. Αυτός, αφ᾽ ότου φιλανθρώπως έλαμψε σε μας με ευδοκία του Πατρός και συνεργία του Αγίου Πνεύματος και μας εξήγαγε από το σκοτάδι στο θαυμαστό Του φως, συνεχίζει για πάντα να λάμπει πάνω από τα κεφάλια μας ως άδυτος ήλιος.
Επειδή, λοιπόν, είναι δικαιοσύνης και αλήθειας ήλιος, δεν ανέχεται να φέγγει και να γνωρίζεται από αυτούς που μετέρχονται το ψεύδος ή υψώνουν την αδικία με λόγια ή την επιδεικνύουν με έργα. Αλλά εμφανίζεται και γίνεται πιστευτός από τους εργάτες της δικαιοσύνης και τους εραστές της αλήθειας και αυτούς ευφραίνει με τις λάμψεις Του. Αυτό είναι που λέει η Γραφή: «Φῶς ἀνέτειλε τῷ δικαίῳ καὶ τοῖς εὐθέσι τῇ καρδίᾳ εὐφροσύνη(:Φως Θεού ανέτειλε και ανατέλλει για τον δίκαιο με την Ενανθρώπηση του Κυρίου και ευφροσύνη σε όσους είναι ευθείς και ειλικρινείς στην καρδιά)» [Ψαλμ. 96, 12]. Γι᾽ αυτό και ο ψαλμωδός προφήτης άδει προς τον Θεό: «Θαβὼρ καὶ Ἑρμὼν ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀγαλλιάσονται (:Το καταπράσινο από φυτείες Θαβώρ και το χιονοσκεπές Ερμών στο άκουσμα του ονόματός Σου ανασκιρτούν αγαλλόμενα και Σένα ως ποιητή τους επευφημούν)»[Ψαλμ. 88, 13], προαναγγέλλοντας την ευφροσύνη που προκλήθηκε αργότερα στο όρος από την έλλαμψη εκείνη σ᾽ αυτούς που την είδαν.
Ο δε Ησαΐας λέει: «Λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίας, διάλυε στραγγαλιὰς βιαίων συναλλαγμάτων, ἀπόστελλε τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει καὶ πᾶσαν συγγραφὴν ἄδικον διάσπα(:Λύνε κάθε δεσμό άδικο, διάλυε τις διεστραμμένες συμφωνίες αναγκαστικών και υπό το κράτος βίας συναφθέντων συναλλαγμάτων, απόστελλε ελευθέρους τους συντετριμμένους από αδικίες και συμφορές και σχίσε κάθε γραμμάτιο άδικο)» [Ησ. 58, 6]. Και κατόπιν: «Τότε ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου, καὶ τὰ ἰάματά σου ταχὺ ἀνατελεῖ, καὶ προπορεύσεται ἔμπροσθέν σου ἡ δικαιοσύνη σου, καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ περιστελεῖ σε(:Τότε θα ξεχυθεί σαν το πρωινό της αυγής το φως της προστασίας σου από τον Θεό και θα ανατείλουν γρήγορα οι θεραπείες των ασθενειών σου και θα προπορεύεται μπροστά σου η αρετή σου· η δε δόξα του Θεού θα σε περιβάλλει πάντοτε)» [Ησ. 58, 8].
Και πάλι: «Ἐὰν ἀφέλῃς ἀπὸ σοῦ σύνδεσμον καὶ χειροτονίαν καὶ ῥῆμα γογγυσμοῦ καὶ δῷς πεινῶντι τὸν ἄρτον ἐκ ψυχῆς σου καὶ ψυχὴν τεταπεινωμένην ἐμπλήσῃς, τότε ἀνατελεῖ ἐν τῷ σκότει τὸ φῶς σου, καὶ τὸ σκότος σου ὡς μεσημβρία(:Εάν αφαιρέσεις από εσένα κάθε άδικη καταπίεση και κίνηση της χειρός χλευαστική και καταδικαστική και λόγο γογγυσμού και εάν δώσεις σε εκείνον που πεινάει τον άρτο με όλη την προθυμία της ψυχής σου και χορτάσεις ψυχή, η οποία έχει ταπεινωθεί από τις στερήσεις, τότε μέσα στο σκοτάδι της θλίψεώς σου θα ανατείλει το φως της ευτυχίας σου και της θείας προστασίας σου και το σκοτάδι της αθλιότητάς σου θα μεταβληθεί και θα λάμψει σαν φως μεσημεριανό)» [Ησ. 58, 9]. Πράγματι, τους καθιστά κι αυτούς άλλους ήλιους, πάνω στους οποίους ο ήλιος αυτός θα λάμψει απλέτως: «Τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν(:Τότε οι δίκαιοι θα δοξαστούν και θα λάμψουν σαν τον ήλιο στη Βασιλεία του ουράνιου πατέρα τους)» [Ματθ. 13, 43].
Ας αποβάλουμε, λοιπόν, αδελφοί, τα έργα του σκότους, κι ας εργαζόμαστε τα έργα του φωτός, ώστε όχι μόνο να βαδίσουμε ευσχημόνως σαν σε τέτοια ημέρα, αλλά και ημέρας υιοί να γίνουμε. Και ας ανεβούμε στο όρος, όπου ο Χριστός έλαμψε, για να δούμε τι συνέβη εκεί. Ή μάλλον, εάν είμαστε όπως πρέπει και έχουμε γίνει άξιοι τέτοιας ημέρας, ο ίδιος ο Λόγος του Θεού θα μας ανεβάσει στον κατάλληλο καιρό. Τώρα όμως, παρακαλώ, εντείνετε και ανυψώστε τους οφθαλμούς της διάνοιας προς το φως του ευαγγελικού κηρύγματος, έως ότου μεταμορφωθείτε με την ανακαίνιση του νου σας και έτσι αποκτώντας την θεία αίγλη από ψηλά, να γίνετε σύμμορφοι με το ομοίωμα της δόξας του Κυρίου [βλ. Φιλιπ. 3, 21: «Ὃς μετασχηματίσει τὸ σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸ σύμμορφον τῷ σώματι τῆς δόξης αὐτοῦ κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ δύνασθαι αὐτὸν καὶ ὑποτάξαι αὐτῷ τὰ πάντα(:Αυτός ο Κύριος και Σωτήρας μας θα δώσει νέα ένδοξη μορφή στο σώμα της μικρότητος και ταπεινότητός μας, που είναι τώρα φθαρτό και υπόκειται σε πόνους και ασθένειες. Θα το μεταμορφώσει, για να γίνει όμοιο με το δοξασμένο σώμα Του και να αποκτήσει την ίδια ένδοξη και άφθαρτη μορφή με εκείνο. Και αυτή τη μεταμόρφωση θα την κάνει με την πανίσχυρη ενέργειά Του, με την οποία μπορεί και να υποτάξει τα πάντα στον εαυτό Του)»], του Οποίου το πρόσωπο επάνω στο όρος έλαμψε σήμερα σαν τον ήλιο [«καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος»].
Τι σημαίνει «ὡς ὁ ἥλιος»; Κάποτε το ηλιακό φως δεν υπήρχε σαν σε σκεύος στον δίσκο τούτο. Το μεν φως είναι πρωτογεννημένο, τον δε δίσκο την τετάρτη ημέρα δημιούργησε ο Κτίστης των πάντων, ανάβοντας σ᾽ αυτόν το φως και κάνοντάς τον άστρο που φέρνει την ημέρα και συγχρόνως φαίνεται την ημέρα. Κατά τον ίδιο τρόπο και το φως της θεότητας κάποτε δεν βρισκόταν σαν σε σκεύος στο σώμα του Χριστού. Εκείνο μεν είναι πριν από κάθε αρχή και δίχως αρχή. Τούτο δε το πρόσλημμα, το οποίο έλαβε από μας ο Υιός του Θεού, δημιουργήθηκε για χάρη μας στους ύστερους χρόνους, λαμβάνοντας εντός Του το πλήρωμα της θεότητας. Έτσι εμφανίστηκε φωστήρας θεοποιός και συνάμα θεοφεγγής. Έτσι έλαμψε το πρόσωπο του Χριστού όπως ο ήλιος, τα δε ιμάτιά Του έγιναν λευκά όπως το φως. Ο δε Μάρκος λέει: «Καὶ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο στίλβοντα, λευκὰ λίαν ὡς χιών, οἷα γναφεὺς ἐπὶ τῆς γῆς οὐ δύναται οὕτω λευκᾶναι(:Και τα ενδύματά Του έγιναν αστραφτερά, λευκά πολύ σαν το χιόνι, τέτοια που ένας τεχνίτης έμπειρος στις βαφές των υφασμάτων εδώ στη γη δεν μπορεί να τα λευκάνει έτσι)» [Μαρκ. 9, 3].
Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, με το ίδιο φως και το προσκυνητό εκείνο σώμα του Χριστού και τα ιμάτια, αλλ᾽ όχι εξίσου. Διότι το μεν πρόσωπό Του σαν τον ήλιο έλαμψε, τα δε ιμάτια, εφόσον άγγιζαν το σώμα Του, έγιναν φωτεινά. Και έδειξε με αυτό ποιες είναι οι στολές της δόξας, που θα ενδυθούν κατά τον μέλλοντα αιώνα όσοι πλησίασαν τον Θεό, και ποια είναι τα ενδύματα της αναμαρτησίας, τα οποία όταν απέβαλε ο Αδάμ λόγω της παραβάσεως, φαινόταν γυμνός και αισθανόταν ντροπή. Ο μεν θεσπέσιος Λουκάς λέει: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ προσεύχεσθαι αὐτὸν τὸ εἶδος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἕτερον καὶ ὁ ἱματισμὸς αὐτοῦ λευκὸς ἐξαστράπτων(:Κι ενώ προσευχόταν, η εξωτερική μορφή του προσώπου Του έγινε διαφορετική, καθώς έλαμψε σαν τον ήλιο, και η ενδυμασία Του έγινε λευκή και λαμπρή σαν αστραπή)»[Λουκά 9,29], βλέποντας ότι όλα τα εκεί τελούμενα δεν έχουν κάτι αντίστοιχο να συγκριθούν. Ο δε Μάρκος εικονίζει μεν τα ιμάτια, λέγοντας όμως ότι είναι στιλπνά και λευκά σαν χιόνι, έδειξε και αυτός ότι οι εικόνες και τα παραδείγματα υστερούν έναντι της θέας των ιματίων εκείνων. Διότι το χιόνι είναι μεν λευκό, αλλά όχι στιλπνό. Έχει πάντα ανώμαλη επιφάνεια, εφόσον όλο αποτελείται από μικρές φυσαλίδες λόγω της μίξεως του ενυπάρχοντος σ᾽ αυτό αέρα. Όταν, δηλαδή, το σύννεφο δεν έχει ακόμη συσταθεί τελείως και δεν μπορεί να αποβάλει τον ενυπάρχοντα αέρα, πήζει από την σφοδρότητα του ψύχους και έτσι κατέρχεται γεμάτο αέρα, λευκό και ανώμαλο, όπως περίπου ο αφρός.
Επειδή, λοιπόν, δεν αρκούσε το λευκό του χιονιού, για να παραστήσει την τερπνότητα της θέας εκείνης, συμπεριλήφθηκε και το στιλπνό, δείχνοντας και με αυτά ο ευαγγελιστής την υπερφυή φύση του φωτός εκείνου, με το οποίο τα ιμάτια εκείνα έγιναν στιλπνά και λευκά. Πράγματι, δεν είναι ιδιότητα του φωτός να καθιστά λευκά και στιλπνά αυτά που φωτίζει, αλλά να δείχνει το χρώμα τους. Αντιθέτως, εκείνο, καθώς φαίνεται, τα αποκάλυψε ή μάλλον τα αλλοίωσε, πράγμα που δεν συνιστά ιδιότητα αισθητού φωτός. Το δε ακόμη παραδοξότερο, ότι και όταν τα αλλοίωσε, τα διατήρησε πάλι αναλλοίωτα, όπως φάνηκε λίγο αργότερα. Πώς να τα ενεργεί αυτά φως γνώριμο σε μας; Γι᾽ αυτό ο ευαγγελιστής θέλοντας να δείξει υπερφυή όχι μόνο την υπεροχική λαμπρότητα και ομορφιά του προσώπου του Κυρίου, αλλά και την ωραιότητα των ενδυμάτων, παραμέρισε με τρόπο την φυσική ωραιότητα, συνάπτοντας την στιλπνότητα με το λευκό του χιονιού. Επειδή όμως και η τέχνη μαζί με την φύση επινοεί το ωραίο, θέτοντας εκείνη την ομορφιά πάνω από τεχνητούς ωραϊσμούς, αναφέρει: «Οἷα γναφεὺς ἐπὶ τῆς γῆς οὐ δύναται οὕτω λευκᾶναι(:Τέτοια που ένας τεχνίτης έμπειρος στις βαφές των υφασμάτων εδώ στη γη δεν μπορεί να τα λευκάνει έτσι)».
Αλλά όμως ο προαιώνιος Λόγος, που σαρκώθηκε για μας, η Ενυπόστατη Σοφία του Πατρός, φέρει οπωσδήποτε μέσα Του και τον λόγο του ευαγγελικού κηρύγματος· του οποίου το γράμμα είναι σαν ενδυμασία· λευκό και σαφές, συνάμα δε στιλπνό και λαμπρό και σαν μαργαριτάρι, μάλλον δε θεοπρεπές και ένθεο γι᾽ αυτούς που βλέπουν πνευματικά τα του Πνεύματος και ερμηνεύουν θεοπρεπώς τις λέξεις των κειμένων και δείχνουν ότι τα λόγια του ευαγγελικού κηρύγματος είναι τέτοια, που γναφέας επάνω στην γη, δηλαδή σοφός του κόσμου τούτου, δεν μπορεί να διασαφήσει. Και τι λέω «να διασαφήσει»; Δεν μπορεί να τα κατανοήσει, ούτε όταν τα εξηγεί άλλος. Διότι, καθώς λέει ο απόστολος: «Ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται(:Ο φυσικός όμως και μη αναγεννημένος άνθρωπος δεν δέχεται εκείνα που διδάσκει το Πνεύμα του Θεού, διότι αυτά του φαίνονται κουταμάρες και δεν έχει την πνευματική δύναμη και αντίληψη να τα γνωρίσει· διότι αυτά εξετάζονται και διακρίνονται πνευματικώς και με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος)» [Α’ Κορ. 2, 14]. Γι᾽ αυτό και εσφαλμένως θεωρεί αισθητές τις ασύλληπτες και θείες και πνευματικές ελλάμψεις, «ἃ μὴ ἑώρακεν ἐμβατεύων, εἰκῆ φυσιούμενος ὑπὸ τοῦ νοὸς τῆς σαρκὸς αὐτοῦ(:εισχωρεί δήθεν και εμβαθύνει σε πράγματα που δεν έχει δει. Αυτός χωρίς πραγματική βάση καυχιέται και υπερηφανεύεται, καθώς παρασύρεται απ’ τους λογισμούς του νου του, ο οποίος είναι υποδουλωμένος στην αμαρτία)» [Κολ. 2, 18].
Αλλ᾽ ο Πέτρος, που ο νους του φωτίσθηκε από την θεσπέσια εκείνη θέα και ανυψώθηκε προς θείο έρωτα και πόθο μεγαλύτερο, μη θέλοντας πλέον να αποχωρισθεί το φως εκείνο, «Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι (:Είναι ωραία να μείνουμε εδώ)», έλεγε στον Κύριο, «Εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν ᾿Ηλίᾳ (:Αν θέλεις, ας κάνουμε εδώ τρεις σκηνές˙ μία για σένα και μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία)», μη γνωρίζοντας τι λέει. Διότι, βέβαια, δεν είχε φθάσει ο καιρός της αποκαταστάσεως. Όταν έλθει ο καιρός, δεν θα χρειασθούμε σκηνές χειροποίητες. Πέρα από αυτό, δεν έπρεπε να εξισώνει τον Δεσπότη με τους δούλους με την ομοιότητα των σκηνών. Ο μεν Χριστός ως Υιός γνήσιος στους κόλπους του Πατρός βρίσκεται, οι δε προφήτες ως υιοί γνήσιοι του Αβραάμ στους κόλπους του Αβραάμ, όπως πρέπει θα κατοικήσουν.
Καθώς, λοιπόν, ο Πέτρος στην άγνοιά του έλεγε αυτά, «ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς (: ιδού, ξαφνικά μια νεφέλη γεμάτη φως τούς σκέπασε)»[Ματθ.17,5], διακόπτοντας τους λόγους του Πέτρου και δείχνοντας ποια είναι η σκηνή που αρμόζει στον Χριστό. Τι ήταν, όμως, αυτή η νεφέλη και πώς, ενώ ήταν φωτεινή, τους επισκίασε; Μήπως είναι αυτή το απρόσιτο φως, στο οποίο ο Θεός κατοικεί, το φως που ενδύεται σαν ιμάτιο; Διότι λέει: «Ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ(:Αυτός που καθιστά τα σύννεφα άμαξά Του)» [103, 3] και «καὶ ἔθετο σκότος ἀποκρυφὴν αὐτοῦ · κύκλῳ αὐτοῦ ἡ σκηνὴ αὐτοῦ, σκοτεινὸν ὕδωρ ἐν νεφέλαις ἀέρων (:σε σκοτάδι μυστηρίου κρύφτηκε το απροσπέλαστο μεγαλείο Του. Τριγύρω Του εξαπλώθηκε η σκηνή Του, όχι από υφάσματα και δέρματα, όπως οι ανθρώπινες σκηνές, αλλά από σκοτεινά σύννεφα γεμάτα νερό, που υψώνονται μετέωρα στον αέρα και μεταφέρονται από τους ανέμους)» [Ψαλμ. 17, 12], ενώ ο Απόστολος λέει: «Ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον(:Ο μόνος που έχει απ’ τον εαυτό Του ζωή αθάνατη και προαιώνια και κατοικεί σε φως το οποίο κανείς δεν μπορεί να πλησιάσει. Αυτόν δεν Τον είδε κανένας από τους ανθρώπους, ούτε μπορεί να Τον δει)» [Α’ Τιμ. 6, 16]. Ώστε το ίδιο είναι εδώ και φως και σκότος, που επισκιάζει από ασύγκριτη λαμπρότητα.
Αλλά και αυτό, που λίγο πριν είδαν τα μάτια των αποστόλων, χαρακτηρίζεται ως απρόσιτο από τους ιερούς θεολόγους: «Σήμερον γάρ φωτός ἀπροσίτου ἄβυσσος· σήμερον αἴγλης θείας χύσις ἀπεριόριστος ἐν Θαβὼρ τῷ ὄρει τοῖς Ἀποστόλοις αὐγάζεται(:Σήμερα είναι φωτός απροσίτου άβυσσος. Σήμερα φωτίζει τους αποστόλους απεριόριστη έκχυση θείας αίγλης στο Θαβώρ)»[Ιω. Δαμασκηνού, Εἰς τὴν Μεταμόρφωσιν 2, PG96,545B] . Και ο μέγας Διονύσιος [:o Aρεοπαγίτης] αποκαλώντας «γνόφο» το απρόσιτο φως, όπου λέγεται ότι κατοικεί ο Θεός λέει ότι «ἐν τούτῳ γίνεται πᾶς ὁ Θεὸν γνῶναι καὶ ἰδεῖν ἀξιούμενος (:σ᾽ αυτόν τον γνόφο εισέρχεται όποιος αξιώνεται να γνωρίσει και να δει τον Θεό)». Επομένως το ίδιο φως ήταν αυτό που πρωτύτερα έβλεπαν να λάμπει από το πρόσωπο του Κυρίου οι απόστολοι και η φωτεινή νεφέλη που κατόπιν επισκίασε. Αλλά στην αρχή επειδή έλαμπε μετριότερα, επέτρεπε την όραση. Όταν όμως διαχύθηκε με πολύ μεγαλύτερη ένταση, ήταν γι᾽ αυτούς αόρατο λόγω της ασύγκριτης λαμπρότητας. Και έτσι επισκίασε την πηγή του θείου και αενάου φωτός, τον ήλιο της δικαιοσύνης Χριστό. Άλλωστε, και στον αισθητό ήλιο το ίδιο φως και την όραση παρέχει μέσω της ακτίνας και αφαιρεί πάλι την όραση, όταν κατάματα τον κοιτάξει κανείς, διότι η λαμπρότητά του είναι υπεράνω της δυνατότητας των οφθαλμών μας.
Αλλ᾽ ο μεν αισθητός ήλιος φαίνεται όπως είναι εκ φύσεως και όχι όπως θέλει, ούτε μόνο σε όποιους θέλει. Ο δε Ήλιος της αλήθειας και της δικαιοσύνης Χριστός, έχοντας όχι μόνο φύση και φυσική λαμπρότητα και δόξα, αλλά και θέληση ανάλογη, φωτίζει προνοητικώς και σωτήρια μόνο όσους θέλει και όσο θέλει. Έτσι θέλησε και φάνηκε σαν ήλιος ενώπιον των αποστόλων και μάλιστα όχι από μεγάλη απόσταση. Έπειτα έλαμψε πιο έντονα κατά την θέλησή Του και από την ασύγκριτη φωτεινότητα έγινε αόρατος στα μάτια των αποστόλων, σαν να εισήλθε σε φωτεινή νεφέλη.
Αλλά και φωνή ακούσθηκε από την νεφέλη: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα(:Αυτός είναι ο Υιός μου, που εξαιρετικά Τον αγαπώ και στον Οποίο ευαρεστήθηκα. Να υπακούτε σε Αυτόν)». Όταν ο Κύριος βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη, ανοίχθηκαν οι ουρανοί και η ίδια ακούσθηκε φωνή από την δόξα εκείνη ασφαλώς, την οποία δόξα και ο Στέφανος αργότερα ενατένισε, όταν άνοιξαν γι᾽ αυτόν οι ουρανοί και καταλήφθηκε από τον Πνεύμα το Άγιο. Τώρα ακούσθηκε από την νεφέλη, που επισκίασε τον Ιησού. Επομένως είναι αυτή η ίδια η υπερουράνια δόξα του Θεού. Πώς, λοιπόν, είναι αισθητό φως το υπερουράνιο;
Δίδαξε δε η από την νεφέλη φωνή του Πατρός, ότι όλα εκείνα τα προ της ελεύσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, οι νομοθεσίες, οι υιοθεσίες, ήταν ατελή και δεν έγιναν, ούτε τελέσθηκαν σύμφωνα με προηγούμενο θέλημα του Θεού, αλλά παραχωρήθηκαν για την μέλλουσα αυτή του Κυρίου παρουσία και επιφάνεια. Αυτός, λοιπόν, είναι Εκείνος, στον Οποίο ευδοκεί και αναπαύεται και ευαρεστείται τέλεια ο Πατήρ, όπως σε Υιό αγαπητό. Γι᾽ αυτό και παραγγέλλει Αυτόν να ακούμε και σ᾽ Αυτόν να πειθαρχούμε. Και όταν λέει: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης, ὅτι πλατεῖα ἐστὶ καὶ εὐρύχωρος ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, στενὴ δὲ καὶ τεθλιμμένη ἐστὶν ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν(:Μην αποθαρρυνθείτε από τις δυσκολίες που στην αρχή θα σας παρουσιάσει η εφαρμογή του χρυσού αυτού νόμου και κανόνα. Προσπαθήστε να μπείτε στον δρόμο της αρετής από τη στενή πύλη, απαρνούμενοι την αμαρτωλή ζωή σας. Χρειάζεται, όμως, γι’ αυτό επίπονη προσπάθεια· διότι είναι πλατιά η θύρα και ευρύχωρος ο δρόμος που αποπλανά και παρασύρει στην αιώνια απώλεια της κολάσεως˙ και πολλοί είναι εκείνοι που εισέρχονται σε αυτήν, καθώς με ευκολία μεγάλη και χωρίς τον παραμικρό αγώνα μπαίνει κανείς εδώ. Ο δρόμος της αμαρτίας είναι ευρύχωρος)» [Maτθ.7,13], Αυτόν να ακούτε. Κι όταν λέει πως το φως αυτό είναι Βασιλεία του Θεού, Αυτόν να ακούτε, σ᾽ Αυτόν να πιστεύετε και τέτοιου φωτός να καθιστάτε αξίους τους εαυτούς σας.
Όταν, λοιπόν, φάνηκε η φωτεινή νεφέλη και ήχησε από την νεφέλη η πατρική φωνή, έπεσαν, λέει, με το πρόσωπο στη γη οι μαθητές· όχι εξαιτίας της φωνής, αφού και άλλοτε πολλές φορές ακούσθηκε, όχι μόνο στον Ιορδάνη, αλλά και στα Ιεροσόλυμα όταν πλησίαζε το σωτήριο πάθος. Πράγματι, όταν ο Κύριος είπε: «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα· ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω(:”Πάτερ, οτιδήποτε κι αν πρόκειται να πάθω, φέρε Εσύ σε αίσιο τέλος το έργο της σωτηρίας και απολυτρώσεως των ανθρώπων και δόξασε έτσι το όνομά Σου”. Τότε ήλθε ως απάντηση στην επίκληση αυτή του Ιησού μια φωνή από τον ουρανό που έλεγε: “Το όνομά μου το δόξασα με τη δράση Σου μέχρι τώρα ανάμεσα στον Ισραήλ, και θα το δοξάσω και πάλι με το ένδοξο Πάθος Σου και την Ανάστασή Σου και με την εξάπλωση του Ευαγγελίου στα έθνη”)» [Ιω. 12, 28], και όλος μεν ο όχλος άκουσε, αλλά κανείς από αυτούς δεν έπεσε. Εδώ όμως όχι μόνο φωνή, αλλά και φως απεριόριστο συνάμα φάνηκε. Ευλόγως, λοιπόν, κατάλαβαν οι θεοφόροι Πατέρες ότι γι᾽ αυτόν τον λόγο έπεσαν πρηνείς οι μαθητές, όχι για την φωνή, αλλά για το παράξενο και υπερφυές φως. Διότι και πριν φθάσει η φωνή ήσαν φοβισμένοι, όπως λέει ο Μάρκος, σαφώς από την θεοφάνεια εκείνη.
Όμως, όταν με όλα αυτά αποδεικνύεται ότι το Φως εκείνο είναι θείο και υπερφυές και άκτιστο, τι παθαίνουν πάλι αυτοί που επιδίδονται με υπερβολικό ζήλο στην θύραθεν και σαρκική παιδεία και δεν μπορούν να γνωρίσουν τα του Πνεύματος; Κατρακυλούν σε άλλο γκρεμό. Δεν το ονομάζουν θεία δόξα, ούτε βασιλεία Θεού, ούτε κάλλος, ούτε χάρη, ούτε λαμπρότητα, όπως από τον Θεό και τους θεολόγους διδαχθήκαμε, αλλά ισχυρίζονται ότι τούτο είναι η ουσία του Θεού, το οποίο προηγουμένως έλεγαν ότι είναι αισθητό και κτιστό.
Ο δε Κύριος στα ευαγγέλια λέει πως τούτη η δόξα δεν είναι κοινή μόνο σ᾽ Αυτόν και τον Πατέρα, αλλά και στους αγίους αγγέλους, καθώς γράφει ο θεσπέσιος Λουκάς: «Ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους, τοῦτον ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ τοῦ πατρὸς καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων(:Θα χάσει, λοιπόν, την ψυχή του εκείνος που δεν θα υποστεί για μένα τις θυσίες αυτές. Διότι οποιοσδήποτε, επηρεασμένος από τις περιφρονήσεις και τους χλευασμούς των ανθρώπων του κόσμου, ντραπεί εμένα και τη διδασκαλία μου, θα τον ντραπεί κι αυτόν και θα τον αποκηρύξει και ο υιός του ανθρώπου, όταν έλθει με τη δόξα Του ως Θεάνθρωπος Κριτής, αλλά και με τη δόξα του Πατρός Του και των αγίων αγγέλων που θα Τον συνοδεύουν ευλαβικά και θα Τον υπηρετούν)» [Λουκ. 9, 26]. Αυτοί, λοιπόν, που ισχυρίζονται πως η δόξα αυτή είναι ουσία, θα δεχθούν ότι αυτή είναι κοινή ουσία του Θεού και των αγγέλων, πράγμα που αποτελεί εσχάτη ασέβεια.
Μάλιστα, όχι μόνο οι άγγελοι, αλλά και οι άγιοι μεταξύ των ανθρώπων μετέχουν σ᾽ αυτή την δόξα και βασιλεία. Αλλ᾽ ο μεν Πατήρ και ο Υιός μαζί με το θείο Πνεύμα έχουν φυσική τούτη την δόξα και βασιλεία, οι δε άγιοι άγγελοι και άνθρωποι την αποκτούν κατά χάρη, δεχόμενοι από εκεί την έλλαμψη. Άλλωστε και ο Μωυσής και ο Ηλίας, που εμφανίσθηκαν μαζί Του σ᾽ αυτή την δόξα, αυτό ακριβώς μας παρέστησαν. Ο δε Μωυσής φάνηκε κοινωνός της θεϊκής δόξας όχι μόνο τώρα επάνω στο Θαβώρ, αλλά και τότε που το πρόσωπό του δοξάσθηκε τόσο, ώστε να μην μπορούν οι Ισμαηλίτες να το αντικρύσουν. Τούτο δηλώνει και αυτός που λέει ότι ο Μωυσής δέχθηκε στο θνητό πρόσωπό του την αθάνατη δόξα του Πατρός[Συμεών του Μεταφραστού, Περὶ ἐλευθερίας νοός, 21, PG34, 956,ABC]. Καθώς και εκείνος που, όταν ο Ευνόμιος χαρακτήριζε αμετάδοτη προς τον Υιό την δόξα του Παντοκράτορα, τον αντέκρουσε λέγοντας ότι «δεν θα ανεχόμουν τέτοιο λόγο, ακόμη κι αν αναφερόταν στον Μωυσή».
Κοινή, λοιπόν, και μία είναι η δόξα και η βασιλεία και η λαμπρότητα του Θεού και των αγίων Του. Γι᾽ αυτό και ο ψαλμωδός προφήτης ψάλλει: «Καὶ ἔστω ἡ λαμπρότης Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐφ᾿ ἡμᾶς(:Ας είναι πάνω μας λαμπρή η δόξα της εύνοιας, της χάριτος και της καλοσύνης του Κυρίου και Θεού μας)» [Ψαλμ. 89, 17]. Αλλά κανείς μέχρι τώρα δεν τόλμησε να πει ότι είναι μία και κοινή η ουσία του Θεού και των αγίων. Και βέβαια κοινή φάνηκε τελευταία επάνω στο όρος η θεία λαμπρότητα της θεότητας του Λόγου και της ανθρώπινης σάρκας. Ότι είναι, όμως, κοινή η ουσία της θεότητας και της σάρκας, θα το έλεγαν ο Ευτυχής και ο Διόσκορος και όχι αυτοί που θέλουν να είναι ευσεβείς. Και την μεν δόξα αυτή και λαμπρότητα, όπως και τώρα την είδαν οι συνοδοιπόροι του Ιησού, όλοι θα την αντικρύσουν, όταν ο Κύριος φανεί να λάμπει από ανατολή έως δύση. Κανείς όμως δεν στάθηκε στην υπόσταση και ουσία του Θεού και είδε ή περιέγραψε την θεία φύση[Ιερ.23,18: «Ὃτι τίς ἔστη ἐν ὑποστήματι Κυρίου καὶ εἶδε τὸν λόγον αὐτοῦ; Τίς ἠνωτίσατο καὶ ἤκουσεν;(:Αλλά ποιος από τους ψευδοπροφήτες αυτούς πλησίασε και στάθηκε με άγιο φόβο και ειλικρίνεια μπροστά στον δικαιοκρίτη Κύριο, αναμένοντας θεία ενέργεια, και αξιώθηκε να δεχθεί φωτισμό και να γνωρίσει τον λόγο Του; Ποιος από αυτούς έβαλε αυτί, πρόσεξε και άκουσε τον λόγο του Θεού; Κανείς!)»]. Και το μεν θείο τούτο φως δίδεται με μέτρο και επιδέχεται το μάλλον και ήττον μεριζόμενο δίχως να διαιρείται, κατά την αξία αυτών που το δέχονται. Η απόδειξη είναι κοντά. Το μεν πρόσωπο του Κυρίου έλαμψε πιο πολύ απ᾽ τον ήλιο, τα δε ιμάτια έγιναν λαμπρά και λευκά σαν χιόνι. Και ο Μωυσής και ο Ηλίας στην ίδια θεάθηκαν δόξα, αλλά κανείς τους δεν άστραψε τότε σαν ήλιος. Και οι ίδιοι οι μαθητές μέρος του φωτός εκείνου είδαν, μέρος δεν μπόρεσαν να ατενίσουν.
Έτσι, λοιπόν, μετρείται και μερίζεται, δίχως να διαιρείται, το Φως εκείνο και επιδέχεται αυξομείωση. Και ένα μέρος Αυτού γνωρίζεται τώρα, ένα μέρος αργότερα. Γι᾽ αυτό και ο θεηγόρος Παύλος λέει: «Ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν(:Θα καταργηθούν όλα αυτά στην άλλη ζωή. Διότι τώρα ένα μέρος της γνώσεως κατέχουμε και ένα μέρος της αλήθειας προφητεύουμε. Στη ζωή αυτή η γνώση μας είναι προορισμένη και οι προφήτες ένα μέρος μόνο των μυστηρίων της θείας σοφίας μας αποκαλύπτουν)» [Α’ Κορ. 13, 9]. Όμως τελείως αμέριστη και ακατάληπτη είναι η ουσία του Θεού και καμιά ουσία δεν επιδέχεται αυξομειώσεις.
Κατά τα άλλα, είναι γνώρισμα των καταραμένων Μεσσαλιανών το να νομίζουν ότι η ουσία του Θεού γίνεται ορατή στους κατ᾽ αυτούς αξίους. Εμείς, όμως, ανατρέποντας και τους παλαιούς και τους σύγχρονους κακοδόξους και πιστεύοντας, καθώς διδαχθήκαμε, ότι οι άγιοι βλέπουν και κοινωνούν όχι την ουσία του Θεού, αλλά βασιλεία και δόξα και λαμπρότητα και φως απόρρητο και θεία χάρη, ας οδεύσουμε προς την λάμψη του φωτός της χάριτος, για να γνωρίσουμε και να θεωρήσουμε τρίφωτη Θεότητα, που ακτινοβολεί ενιαία απόρρητη αίγλη από μία τρισυπόστατη φύση. Και τα μάτια του νου ας ανυψώσουμε προς τον Λόγο, που είναι τώρα με το σώμα Του εγκατεστημένος πάνω από τις ουράνιες αψίδες. Αυτός, θεοπρεπώς καθήμενος στα δεξιά της μεγαλωσύνης, σαν από μακρινό τόπο μας στέλνει αυτό το μήνυμα: «Όποιος θέλει να παραστεί σ᾽ αυτή την δόξα, ας μιμείται κατά το δυνατόν και ας πορεύεται την οδό και την πολιτεία, την οποία υπέδειξα με τον επίγειο βίο μου».
Ας παρατηρούμε, λοιπόν, με τους εσωτερικούς οφθαλμούς το μέγα τούτο θέαμα, την φύση μας να ζει αιωνίως με το άυλο πυρ της θεότητος. Και αφού αποβάλουμε τους δερμάτινους χιτώνες, τους οποίους φορέσαμε εξαιτίας της παραβάσεως, τα γεώδη και σαρκικά φρονήματα, ας σταθούμε σε γη αγία, αναδεικνύοντας ο καθένας την δική του γη αγία δια της αρετής και της ανατάσεως προς τον Θεό, ώστε να έχουμε παρρησία, όταν έρχεται ο Θεός μέσα σε φως, και προστρέχοντας να φωτισθούμε και φωτιζόμενοι να ζήσουμε αιωνίως μαζί Του προς δόξα της τρισήλιας και μοναρχικοτάτης λαμπρότητας, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες ΚΑ΄- ΜΒ΄, ομιλία ΛΕ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1985, τόμος 10, σελίδες 383-407.
- Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
- Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
- Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
- Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
- https://www.saint.gr/bible.aspx
- Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
- http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
- http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου