ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ [:Ματθ. 1,21]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ο ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΩΤΗΡ;»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 20-12-1987]
(Β187)
Τὸ μήνυμα, ἀγαπητοί μου, τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ πρὸς τὸν ἀποροῦντα Ἰωσὴφ περὶ τῆς Μαρίας τῆς μνηστῆς του ἦτο: «Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν ἁγίου. Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».
Τὸ μήνυμα αὐτό, ἀγαπητοί μου, τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ πρὸς τὸν Ἰωσὴφ ἦταν θεμελιακό. «Αὐτὸς», λέγει, «σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Σώσει». Θὰ εἶναι Σωτῆρας. «Σώσει». Ἤ, ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἄγγελος εἶπε στοὺς ποιμένας, ὅπως μᾶς περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ὅτι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ». Σωτήρ! Καὶ ἐτέχθῃ αὐτὸς ὁ Σωτὴρ σήμερον.
Βέβαια, τὸ θέμα τοῦ σωτῆρος δὲν ἦταν ἄγνωστο εἰς τὸν κόσμο τὸν ἀρχαῖον. Αὐτὸς οὗτος ὁ αὐτοκράτωρ ἐλέγετο «σωτήρ». Ἀλλὰ κατὰ πόσο βεβαίως ὁ αὐτοκράτωρ ἦταν σωτῆρας, μόλις καὶ ἀνάγκη νὰ τὸ ποῦμε· ἐφόσον γνωρίζομε ἀπὸ τὴν Ἱστορία ὅτι βασικὰ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ σταθοῦν σωτῆρες, πολὺ δὲ παραπάνω αὐτοκράτορες καὶ δὴ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες, οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ ἐξουσιασταὶ τῶν ζωῶν τῶν ὑπηκόων των. Τί εἴδους λοιπὸν σωτῆρες μποροῦσαν νὰ ὑπάρχουν; Ἐντούτοις, κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ἔπαιρναν καὶ τὴν προσωνυμία πλάϊ στὸ ὄνομά τους, καὶ τὴν προσωνυμία «σωτήρ». Ὅπως καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς Αἰγύπτου, οἱ Πτολεμαῖοι· ἔπαιρναν πλάϊ τους καὶ τὴν προσωνυμία «σωτήρ».
Ὅμως, ὅταν ὁ ἄγγελος εἶπε γι᾿ Αὐτὸν τὸν Σωτῆρα ποὺ θά ᾿ρθει στὸν κόσμον, αὐτὸς ὁ Σωτὴρ ἦταν μοναδικός. Ἦταν ἰδιάζων Σωτήρ. Ὄχι ὅπως ἀκριβῶς θὰ πίστευαν ἢ θὰ ἐνόμιζαν οἱ ἄνθρωποι. Ἢ ἀκόμη, ἄνθρωποι ποὺ θὰ ἀπαιτοῦσαν ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ τοὺς προσφωνοῦν ὡς σωτῆρες.
Ἀλλὰ ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Σωτῆρας, τί σημαίνει σωτῆρας; Σημαίνει ὅτι εἶναι κομιστὴς μιᾶς σωτηρίας. Ἀλλὰ τί σημαίνει αὐτὴ ἡ σωτηρία; Σήμερα γιὰ τοὺς πάρα πολλοὺς Χριστιανοὺς μας κατὰ δυστυχίαν, σωτηρία σημαίνει κάλυψις ὑλικῶν ἀναγκῶν. Ὅπως καὶ ὑπάρχει ἡ κοινοτάτη ἔκφρασις, ὅταν λέμε ὅτι «πῆρα μεγάλο μισθὸ καὶ σώθηκα». Ἢ «μπῆκα σὲ μία θέση καὶ πληρώνομαι καὶ σώθηκα». Ἢ ἀκόμα ὅτι «ὁ τάδε γιατρὸς ἢ ἡ ἐπιστήμη μὲ ἔσωσε». Ἢ ὅ,τι ἄλλες τέτοιες ἐκφράσεις γύρω ἀπὸ τίς ἀνάγκες τίς βιολογικές μας, τίς ὑλικές μας ἀνάγκες, μποροῦμε νὰ λέμε μὲ κάποια εὐκολία ὅτι «ἔχομε σωθεῖ». Ἢ ἀκόμη πρὸς πρόσωπα, νὰ τὰ λέμε ὅτι εἶναι οἱ σωτῆρες μας. Ὅτι «αὐτὸς εἶναι ὁ σωτῆρας μου».
Βέβαια, ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ὅρος εἶναι καταχρηστικός, ὅτι καταχρηστικὰ μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ὅλοι αὐτοὶ εἶναι σωτῆρες μας καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἄλλα πράγματα εἶναι ἡ σωτηρία μας, ἔ, δὲν θὰ εἶχε καὶ πάρα πολλὴ σημασία. Ἐὰν ὅμως ξεχωρίζαμε τὴν πραγματικὴ σωτηρία, ἀλλὰ ὅμως, ἀλλὰ ὅμως δὲν ξεχωρίζουμε, καὶ τὸ δυστύχημα εἶναι ὅτι τὸν Χριστὸν κάποτε τὸν βάζομε πιὸ κάτω ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς σωτῆρες μας. Διότι ἂν ποῦμε ὅτι «ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Σωτῆρας τοῦ σώματός σου», «καὶ αὐτὸς ἐστίν», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «ὁ σωτὴρ τοῦ σώματος», «καὶ αὐτὸς εἶναι», λέγει, «ὁ σωτὴρ τοῦ σώματος» , ὁ Χριστός, ἀλλὰ ἐγὼ ποτὲ δὲν θὰ θεωροῦσα μέσα μου ὅτι μπορεῖ νὰ εἶναι σωτῆρας μου ὁ Χριστός, ὅσο ὁ γιατρός, ἄρα τότε δὲν εἶναι μία ἁπλὴ καταχρηστικὴ ἔκφρασις· εἶναι μία πεποίθησις. Γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο θὰ πρέπει νὰ βγοῦμε ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀντίληψιν.
Γιορτάζομε σὲ λίγες μέρες τὸ γεγονὸς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ὡς τί; Ὡς Σωτῆρος. Διότι ὅπως σᾶς εἶπα, αὐτὸ ἀνηγγέλθῃ ἀπὸ τὸν οὐρανόν, ὅτι εἶναι Σωτήρ. Ἄν θέλετε ἀκόμη καὶ τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς» τὸ ὁποῖον προκαθορίστηκε, ὁ ἄγγελος εἶπε στὸν Ἰωσήφ: «Καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν». Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς μεταφράζεται «Σωτὴρ» ἑλληνικά. Ὅ,τι θὰ λέγαμε σήμερα «ὁ Σωτήρης», νὰ τὸ πῶ στὴν ἁπλοελληνική. Ὁ Σωτήριος, ὁ Σωτήρης. Αὐτὸ θὰ πεῖ Ἰησοῦς. Αὐτὸς ὁ Ὁποῖος σώζει. Συνεπῶς θὰ πρέπει νὰ δοῦμε πιὰ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τὸν ἀληθινὸ Σωτῆρα.
Ἀλλὰ πῶς θὰ Τὸν δοῦμε; Πῶς θὰ μποροῦμε νὰ διακρίνουμε ὅτι πράγματι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Σωτῆρας; Καταρχάς, ὁ Χριστὸς δίδει ἀπάντηση σὲ ὅλα τὰ μεταφυσικὰ προβλήματα. Ὄχι «δίδει ἀπάντηση»· εἶναι ἡ ἀπάντησις. Εἶναι καὶ τὰ δυό. Διότι ποιός θὰ μποροῦσε νὰ γνωρίζει ποιό εἶναι τὸ νόημα τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου, ἤ, ἂν θέλετε, αὐτὸς οὗτος ὁ ἄνθρωπος; Ξέρετε ὅτι ἔξω ἀπὸ τὸν Θεό, ἔξω ἀπὸ τὴ μαρτυρία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δὲν γνωρίζομε τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ παλεύει ἡ φιλοσοφία καὶ ἡ Ἐπιστήμη ἐν τινι μέτρῳ, νὰ ἀνακαλύψουν καὶ νὰ βροῦν τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἔχομε ἐκφράσεις, φιλότιμες ἴσως, τῆς σοφίας, ὅπως καὶ ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, «νά, ὁ ἄνθρωπος». Κάποτε, λέγεται γιὰ τὸν Ἀριστοτέλη, ποὺ πῆρε ἕναν μαδημένο κόκκορα καὶ εἶπε: «Νά, ὁ ἄνθρωπος!». Δηλαδή; Δηλαδὴ ὅτι εἶναι μιὰ ὕπαρξις ποὺ ἔχει δύο ποδάρια καὶ δύο χέρια. Ὡραία ἀπάντησις, θὰ μοῦ πεῖτε, ἔ; Ὡραία ἀπάντησις... Πάντως εἶναι ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γνωρίσει ὁ ἄνθρωπος ποιός εἶναι ὁ ἑαυτός του, ἐὰν δὲν τοῦ ἀπεκαλύπτετο ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Καί, ἀποκαλυπτομένης τῆς ἀληθείας περὶ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος ἀναφέρεται πλέον, ἀνάγεται εἰς αὐτὸν τὸν οὐρανόν. Γίνεται παιδὶ τοῦ Θεοῦ κατὰ χάριν. Μπαίνει μέσα στὴ θεία δόξα.
Ἐρωτῶ, σᾶς παρακαλῶ: Ποιός θὰ μοῦ τὸ πεῖ αὐτό; Ὑπάρχει..., τί ὑπάρχει μετὰ θάνατον; Γιατί νὰ ὑπάρχει κάτι μετὰ θάνατον, κι αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει, τί εἶναι; Ἡ ψυχή; Ὑπάρχει ψυχή; Ἔχομε φθάσει στὸ σημεῖο, ἀπὸ τὸν περασμένο ἤδη αἰῶνα, ποὺ ξεκίνησε ἡ ἐπιστήμη τῆς Ψυχολογίας, νὰ μιλᾶμε γιὰ ψυχολογία χωρὶς ψυχή. Δὲν δεχόμεθα πνευματικὴ ψυχή. Ἐννοεῖται, οἱ γιατροὶ ἐκεῖνοι, οἱ Ψυχολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἔχονται ὑλιστικῶν ἀντιλήψεων. Δὲν γνωρίζομε... ἔχει ὁ ἄνθρωπος ψυχή, δὲν ἔχει; Μὴν τὸ πάρετε ὅτι εἶναι αὐτονόητο. Δὲν εἶναι καθόλου αὐτονόητο. Ὁ Κύριος θὰ μᾶς ἀπαντήσει σὲ αὐτό. «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;»· κ.ὅ.κ. Καὶ τοῦ λέγει τοῦ ληστοῦ: «Σὲ βεβαιώνω, σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου...».... Ποῦ; Ἕνας ποὺ πεθαίνει, ἐκεῖ τελειώνει; Ποῦ; Θὰ εἶσαι μαζί μου; Στὸν τάφον;
Ἀντιλαμβάνεστε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ Χριστὸς δίδει τὴν ἀπάντηση σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ μεγάλα ἀγωνιώδη μεταφυσικὰ προβλήματα. Ὄχι «δίδει τὴν ἀπάντηση». Εἶναι ἡ ἀπάντησις. Διότι ἂν ὁ Χριστὸς δὲν σημείωνε τὸν μεγάλον σταθμὸν τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του καὶ τοὺς ἐπιμέρους σταθμοὺς τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του, ὅπως εἶναι ἡ Σταύρωσις, ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ἀνάληψις, δὲν θὰ μπορούσαμε ποτὲ νὰ βαδίσομε τὸν δρόμον αὐτοῦ τοῦ μεγάλου προορισμοῦ μας ποὺ εἶναι ὁ οὐρανός. Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἔρχεται νὰ ἀπαντήσει σὲ ὅλα αὐτά. Μάλιστα ὁ Ἴδιος εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ Ζωή». Εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ Ἀνάστασις». Εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀλήθεια». Εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀνάπαυσις». Ὅταν εἶπε: «Δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Πῶς «ἐγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς»; Γιατί Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀνάπαυσις. Προηγουμένως ποὺ κάναμε τὸ μνημόσυνον, ποὺ λέγει ἐκεῖ: «Σὺ εἶσαι ἡ ἀνάπαυσις καὶ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάστασις». Ναί! Προσέξτε. Δὲν ἦρθε νὰ πεῖ: «Ἦρθα νὰ σᾶς πῶ τὴν ἀλήθεια, ἦρθα νὰ σᾶς πῶ νὰ κατακτήσετε τὴ ζωή σας, ἦρθα νὰ σᾶς πῶ νὰ βρεῖτε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον θὰ ἀναπαυθεῖτε». Ὄχι. «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ζωή, Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια, Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάστασις». Θυμηθεῖτε τί εἶπε στὶς ἀδελφές τοῦ Λαζάρου ὁ Κύριος. «Δὲν πιστεύεις ὅτι ὁ ἀδελφός σου θὰ ἀναστηθεῖ;». «Ξέρω», λέει, «Κύριε, ὅτι κάποτε, στὸ τέλος τῆς Ἱστορίας, θὰ γίνει ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν». «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάστασις», λέει ὁ Κύριος. «Κι ἀφοῦ ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάστασις, ὅποιος ἐνσωματοῦται σὲ μένα, θὰ ἀναστηθεῖ εἰς ζωὴν αἰώνιον».
Ἀντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, Ποιό εἶναι τὸ πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ; Μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τοὺς σωτῆρες αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης ἢ τοὺς ὅποιους ἄλλους τῆς Ἱστορίας σωτῆρες, ποὺ ὑπόσχονται τὴν σωτηρία καὶ ἐπαγγέλλονται τὴν σωτηρίαν εἰς τοὺς ἀνθρώπους; Φτώχεια, ἀλήθεια, φτώχεια ποὺ ὑπάρχει, ὅταν στὸν ἄνθρωπο ἀποδίδεται ἕνας τέτοιος τίτλος, ποὺ ἀνήκει μόνον εἰς τὸν Χριστόν.
Ἀλλὰ ἀκόμη ὁ Χριστὸς εἶναι Σωτὴρ γιατί διαλύει τὴν ἐνοχήν. Εἴδατε τί εἴπει ὁ ἄγγελος εἰς τὸν Ἰωσήφ; «Αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Αὐτὸς θὰ σώσει τὸν λαό Του, ἀπὸ τίς ἁμαρτίες του». Δηλαδή; Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ἀργότερα ὁ Κύριος: «Ἐὰν δὲν πιστεύσετε ὅτι Ἐγὼ εἶμαι... -Τί;- θὰ πεθάνετε στὶς ἁμαρτίες σας». «Ἐγὼ εἶμαι». Τί; «Ὁ Κύριος. Ἐκεῖνος ποὺ συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες». Συνεπῶς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ πραγματικὰ συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες. Ὅταν λέμε «συγχωρεῖ» σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὰ γιὰ τὸν Θεὸ ὅρασις ἁμαρτιῶν. «Μακάριοι», λέει, «ὧν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι καὶ ὧν ἐπεκαλύφθησαν αἱ ἁμαρτίαι». «Ἐπικαλύπτω»: σκεπάζω. Ἄν βάλω σὲ μία πληγὴ ἕναν ἐπίδεσμο, ἡ πληγὴ δὲν φαίνεται. Ἀλλὰ γιὰ τὸν Θεό, κάθε κτίσις εἶναι γυμνὴ καὶ τετραχηλισμένη. Πῶς λοιπὸν ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἔβλεπε τί ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν ἐπίδεσμον; Ὅταν, λοιπόν, λέγει ὅτι στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναι σκεπασμένες οἱ ἁμαρτίες, σημαίνει ὅτι δὲν τίς βλέπει. Ἀλλά... δὲν τίς βλέπει, σημαίνει δὲν ὑπάρχουν πιά. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς ὅλα τὰ βλέπει. Δὲν ὑπάρχουν διαχωριστικὰ σώματα ποὺ νὰ κρύπτουν ἕνα ἀντικείμενο ἀπὸ τὰ μάτια, τὴν ὅραση τοῦ Θεοῦ. Ἄρα δὲν ὑπάρχει ἐνοχή. Τὸ συλλάβατε αὐτό; Γνωρίζετε παρακαλῶ ὅτι ὁ πυρὴν ὅλων τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων εἶναι ἡ ἐνοχή; Τὸ γνωρίζετε αὐτό; Ἐκεῖνα ἀπὸ ὅλα ποὺ πάσχει ὁ ἄνθρωπος καὶ δὲν λέω μόνο τίς ποικίλες ἀρρώστιες ἀλλὰ λέγω τίς ψυχολογικές, τίς ψυχικὲς ἀρρώστιες, καὶ ἐντοπίζω τὸ θέμα, εἶναι γιὰ ὅλα ἀλλὰ μένω σ᾿ αὐτὸ ἰδιαίτερα, ξέρετε ὅτι ὁ πυρῆνας ὅλων αὐτῶν τῶν ἀσθενειῶν τῶν ψυχικῶν, εἶναι ἡ ἐνοχή; Δὲν τὸ λέγω ἐγώ. Τὸ λέγει ἡ Ψυχολογία. Ἄν λοιπὸν τὴν ἐνοχή, μὲ κάποιο τρόπο τὴν ἐξαλείψουμε, δὲν θὰ ἔχομε προβλήματα ψυχολογικά. Ἢ ἀρρώστιες ψυχικές.
Πῶς ὅμως θὰ ἐξαλειφθεῖ ἡ ἐνοχή, ἀφοῦ ἡ ἐνοχή, εἴτε τὸ θέλομε εἴτε δὲν τὸ θέλομε, ἔχει μίαν μεταφυσικὴν διάστασιν; Δὲν εἶναι δυνατὸν λοιπὸν ποτὲ νὰ μπορέσομε νὰ τὴν ἐξαλείψουμε παρὰ μόνον ἐὰν τὴν ἐξαλείψει ὁ Θεός. Καὶ ὁ Θεὸς ἔρχεται δι᾿ ἐκείνου τοῦ φιλανθρωποτάτου μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως. Γιὰ νὰ δώσει ἄφεση ἁμαρτιῶν. Μὲ τόσο εὔκολο τρόπο. Ἀρκεῖ νὰ ὑπάρξει ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἀνθρώπου ἕνα «μετανοῶ», ἕνα ἐκ καρδίας «μετανοῶ». Καὶ «μετανοῶ» θὰ πεῖ ἀλλάζω νοοτροπία. Μετά-νοῶ. Ἀλλάζω τρόπον σκέψεως. Ἀλλάζω τρόπον ζωῆς. Πλέον δὲν ξαναγυρίζω σὲ ὅ,τι παλιό. Νὰ γιατί λοιπὸν εἶναι τόσο φιλάνθρωπον μυστήριον τὸ μυστήριον τῆς Ἐξομολογήσεως. Διότι δημιουργεῖ τὴν ἐξάλειψιν τῶν ἁμαρτιῶν, τὸ σβήσιμο τῶν ἁμαρτιῶν. Αὐτὸ κάνει τὸν Χριστόν, Σωτῆρα. Ἦρθε προχθὲς κάποιος νεαρός, ὁ ὁποῖος ἄρχισε νὰ χάνει τὴν πίστη του στὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ λέγω: «Ἄχ, καημένο παιδί, μοῦ ἔδεσες τὰ χέρια· διότι μόνο ἂν πιστεύεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ ἐνηνθρώπησε, θὰ μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει τὸ μυστήριον τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου. Τώρα λὲς καὶ ἐπιμένεις καὶ μάλιστα, ἐντόνως ἐπιμένεις ὅτι δὲν πιστεύεις ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός. Λυποῦμαι. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σοῦ δοθεῖ ἄφεσις ἁμαρτιῶν». Ἀπῆλθε... Αὐτὸ εἶναι... Ἔφυγε. Ἔτσι, ὅπως ἦρθε, ἔφυγε... Δὲν ὑπάρχει ἄφεσις ἁμαρτιῶν ἂν δὲν πιστέψεις. Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, ἔρχεται ὁ Χριστὸς καὶ διαλύει τὴν ἐνοχήν, τὴν πηγὴ καὶ τὸ κέντρον καὶ τὴν ἀφετηρία ὅλων τῶν ψυχολογικῶν, σᾶς εἶπα, προβλημάτων καὶ ψυχικῶν ἀσθενειῶν.
Ἀκόμη ὁ Χριστὸς εἶναι Σωτὴρ τοῦ σώματος κατὰ ὀντολογικὸν τρόπον. Τὸ σκεφθήκατε αὐτό; Ὅπως λέει, σᾶς εἶπα προηγουμένως, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Καὶ Αὐτὸς ἐστὶν σωτὴρ τοῦ σώματος». Πῶς εἶναι σωτὴρ τοῦ σώματος; Σημαίνει αὐτὸ τὸ ταλαίπωρο σῶμα, ποὺ εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, διότι δὲν πῆρε ὁ Χριστὸς τὴν εἰκόνα μας, ἀλλὰ πήραμε ἐμεῖς τὴν δική Του εἰκόνα, δὲν ἔγινε ἄνθρωπος κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλὰ ὁ Ἀδὰμ ἔγινε κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἔστω κι ἂν ὁ Ἀδὰμ ὁ παλιὸς ἱστορικὰ προηγεῖται. Ἔστω καὶ ἂν ἔχομε αὐτὸ τὸ μεθύστερον σχῆμα. Ὅμως προηγεῖται ὁ Χριστός, ὡς μοντέλο. Αὐτὸ τὸ σχῆμα ποὺ λέγεται «ἄνθρωπος», αὐτὸ τὸ σχῆμα ἦταν ἐνόψει νὰ γίνει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ κάνει, κατὰ τὴν εἰκόνα Του καὶ κατὰ τὴν ἰδέα Του, τὸν Ἀδάμ. Καὶ ὅταν θὰ γεννηθεῖ τὸ πρῶτο παιδὶ τοῦ Ἀδάμ, θὰ εἶναι κατὰ τὴν εἰκόνα καὶ κατὰ τὴν ἰδέα τοῦ πατέρα του, τοῦ Ἀδάμ. Ὥστε λοιπὸν τὸ ἀνθρώπινο σῶμα εἶναι κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ σῶμα ἡ ἁμαρτία τὸ κατήντησε εἰς τὸν θάνατον, εἰς τὸν τάφον. Καὶ γίνεται ἐξ ὧν συντίθεται. Δηλαδὴ χῶμα. Διαλύεται. Συνεπῶς αὐτὸ τὸ σῶμα δὲν δύναται νὰ μείνει ἀνορθωμένο καὶ συντεθειμένον. Ἀλλὰ μία τῶν ἡμερῶν θὰ γίνει διάλυσις ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ συνετέθῃ. Ποιός θὰ ἐπανοικοδομήσει αὐτὸ τὸ σῶμα; Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἔρχεται ἡ καινούρια γενεὰ καὶ ἐπανοικοδομεῖται τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ἐγώ, ἐπὶ παραδείγματι, δίνω τὴν ὕπαρξή μου, δίνω τὴν οὐσία μου νὰ γίνει ἕνα καινούριο παιδί, ἕνας καινούριος ἄνθρωπος. Αὐτὸς εἶναι ἐγώ; Αὐτὸς δὲν εἶμαι ἐγώ. Ἀλλὰ αὐτὸς εἶναι μία καινούρια ὕπαρξις. Ἔδωσα τὰ ὑλικὰ ἐκεῖνα ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ δομηθεῖ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος. Ἐγὼ ὅμως, πηγαίνω εἰς τὴν φθοράν.
Γιὰ μένα ἡ σωτηρία πῶς νοεῖται; Ὄχι ὅτι ἀναστήνομαι ἐγὼ ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ παιδιοῦ μου. Κι ἐκεῖνο τό... βέβαια συναισθηματικὸ εἶναι, δὲν βαριέστε, ἄντε, ἂς τὸ πάρομε κι ἔτσι, ἀλλὰ ἀνόητο, ἂν φθάνομε νὰ μαλώνομε, νὰ δώσω τὸ ὄνομά μου στὸ ἐγγόνι μου γιὰ νά... μείνω. Ποῦ νὰ μείνεις, φτωχὲ ἄνθρωπε! Θὰ ὀνομάσεις τὸν ἐγγονό σου Ἀθανάσιον; Ἔ, πόσοι ἄλλοι Ἀθανάσιοι ὑπάρχουν καὶ τί βγῆκε ἀπ᾿ αὐτό; Ὕστερα, δὲν εἶσαι ἐσὺ ὁ ἐγγονός σου. Ἐσὺ εἶσαι ἀνεπανάληπτος ὕπαρξις, ἀνεπανάληπτος προσωπικότης. Γιὰ σένα ὁ Χριστὸς πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι Σωτῆρας; Μὲ τὸ νὰ σοῦ ἀναστήσει αὐτὸ τὸ σῶμα τὸ δικό σου. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶναι Σωτήρ, ὀντολογικὰ Σωτήρ. Ἔρχεται νὰ ἀναστήσει αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξή μου. Ἐγὼ εἶμαι ἄλλος, τὸ παιδί μου εἶναι ἄλλο καὶ ὁ ἐγγονός μου εἶναι ἄλλο. Εἴμεθα τρία πρόσωπα. Τέσσερα, ἑκατό, ἕνα ἑκατομμύριο. Ἀλλὰ ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει ἔχομε τὴν ἀτομικήν, τὴν προσωπικὴν σωτηρία καὶ ὄχι τὴν γενικήν, τὴν ὀνομαστικήν, θὰ λέγαμε, σωτηρίαν. Ὄχι. Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τὸν προσωπικό του σωτῆρα, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὅλοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, εὐσεβεῖς καὶ ἀσεβεῖς, θὰ ἀναστηθοῦμε.
Ὥστε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ὀντολογικὸς Σωτήρ. Δυνάμει τίνος; Δυνάμει τῆς Ἀναστάσεώς Του. Δὲν εἶναι λόγια. Εἶναι πραγματικότητα. Ὅπως ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἀνεστήθῃ, ἀφοῦ ἀπέθανε, παίρνοντας τὴ δική μου φύσιν τὴν θνητήν, καὶ τώρα τῆς δίδει ζωήν, δυνάμει αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἐγὼ θὰ ἀναστηθῶ.
Ἐὰν λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἡ ἀνθρωπότητα δεχθεῖ ἔτσι τὸν Χριστόν, τότε καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἀγαθά, στὰ ὁποῖα δίνομε διαστάσεις σωτηρίας, μποροῦμε νὰ τὰ ἔχομε. Λέμε «τὸ ψωμί μου, σωτηρία, τὸ ἐπάγγελμά μου, σωτηρία...».... Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθά, τὰ δίδει ὁ Θεός, ἐφόσον ὅμως ἔχομε τοποθετηθεῖ σωστά, τὸ τί εἶναι σωτηρία. Αὐτὲς τίς μέρες θὰ γιορτάσομε τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Πῶς θὰ γιορταστεῖ; Μὲ ἕνα χριστουγεννιάτικο δένδρον; Μὲ ἕνα πλούσιο τραπέζι; Μὲ διακοπές; Μὲ χρήματα; Μὲ διασκεδάσεις; Μὲ χορούς; Ἄν θέλετε ἀκόμη, καὶ μὲ πορνεῖες καὶ ἁμαρτίες ποικίλες; Θὰ πάει νὰ βρεῖ ὁ ἄλλος τὴ φιλενάδα του νὰ κάνει Χριστούγεννα. Τί ὀξύμωρα πράγματα! Τί ἀντιφατικὰ πράγματα! Θὰ πάει νὰ βρεῖ τὴ φιλενάδα του, γιὰ νὰ κάνει Χριστούγεννα... Ἀντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, πῶς ὁ κόσμος γιορτάζει; Ἁπλῶς παίρνει τὴν ἀφορμὴ μιᾶς διακοπῆς, τίποτε ἄλλο. Κατὰ τὰ ἄλλα; Δὲν ἔχει οὐδεμίαν γνῶσιν περὶ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Δηλαδὴ περὶ τοῦ γεγονότος τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ἄς ἀφήσομε λοιπὸν αὐτὲς τίς ἀντιλήψεις. Ὅσο γιὰ τὰ νόμιμα ἐκεῖνα, «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» ποὺ λέμε εἰς τὴν Κυριακὴν προσευχήν, αὐτὰ θὰ μᾶς δοθοῦν. Ἀρκεῖ νὰ βάλομε κορυφαῖο γεγονὸς τὸν Σωτῆρα Χριστόν. Λέγει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη: «Ἐὰν μὲ ἀκούσετε, θὰ φᾶτε τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς». Θὰ τὸ μετατρέπαμε λιγάκι καὶ θὰ λέγαμε: «Ἐὰν κατὰ κάποιον τρόπον, ἐννοήσετε τὸ νόημα τῶν γεγονότων, τῶν ἑορτῶν ποὺ εἶναι πίσω ἀπὸ αὐτὲς κάποια γεγονότα, τότε τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς θὰ φᾶτε». Ἀλλὰ ἐὰν ἐννοήσετε. Μὴ λοιπὸν εἰδωλολοποιοῦμε τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Μὴ εἰδωλοποιοῦμε τὸ σῶμα μας, τὴν ὑγεία μας, τὰ ἀγαθά μας καὶ νὰ νομίζομε ὅτι αὐτὰ εἶναι οἱ σωτῆρες μας. Σωτῆρας μας εἶναι μόνος ὁ Χριστὸς καὶ μόνος Αὐτός.
Λέει ἕνα τροπάριο τῶν ἡμερῶν: «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός». Εἶναι τόσο χαριτωμένο! Μάλιστα ὅλη ἡ ὑμνολογία τῶν ἡμερῶν, ὅπως καὶ ὅλου τοῦ ἔτους ἡ ὑμνολογία, εἶναι χαριτωμένη. Εἶναι τόσο χαριτωμένη! Εἶναι τόσο ἀνθρώπινη! Εἶναι τόσο συναισθηματική! Εἶναι τόσο ποιητική! Πού, ἂν κανεὶς ξαναγυρίσει καὶ γίνει ἕνα παιδὶ στὴν καρδιά, ἀλλά μὲ σώας τὰς φρένας καὶ πλήρεις, δηλαδὴ μὲ σοφὸ μυαλό, τότε χαίρεται αὐτὲς τίς ἐκφράσεις. «Δεῦτε ἴδωμεν,πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός». «Ἐλᾶτε, πιστοί, νὰ δοῦμε ποῦ ἐγεννήθῃ ὁ Χριστός». Σκεφτεῖτε μία ὁμάδα μικρῶν παιδιῶν, ποὺ λέει τὸ ἕνα στὸ ἄλλο: «Ἐλᾶτε, παιδιά, νὰ δοῦμε ποῦ εἶναι ὁ κρυμμένος θησαυρός». Μὲ ἐκεῖνο τὸ γνωστὸ παιχνίδι. «Ἐλᾶτε παιδιά...».... Μόνο ἅμα εἶναι κανεὶς παιδὶ μπορεῖ νὰ νιώσει αὐτὴ τὴ φράση: «Ἐλᾶτε παιδιά». Καὶ μὲ ὅλη ἐκείνη τὴν εὐχαρίστηση ποὺ νιώθει τὸ κάθε παιδί, ἅμα τοῦ πεῖ τὸ ἄλλο: «Πᾶμε νὰ δοῦμε...».... Τί νὰ δοῦμε; Ἔτσι, γι᾿ αὐτό σᾶς εἶπα, ἔχει τόσο αἴσθημα ἡ ὑμνολογία μας. Ἔ, «δεῦτε», λοιπόν, «ἴδωμεν,πιστοί», «ἐλᾶτε πιστοὶ νὰ δοῦμε, ποῦ ἐγεννήθῃ ὁ Χριστός».
Ἀλήθεια, νὰ μάθομε δηλαδὴ μὲ ἄλλα λόγια, ποιό εἶναι τὸ νόημα τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ποῦ ἐγεννήθῃ ὁ Χριστός; Στὴν Βηθλεέμ; Αὐτὸ ἔγινε ἐφάπαξ. Ἄν πάω στὴ Βηθλεὲμ καὶ προσκυνήσω τοῦτες τίς μέρες, θὰ ἐκπληρώσω αὐτὸ τὸ «Δεῦτε ἴδωμεν,πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός»; Κι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ πᾶνε, θὰ λέγαμε, στὸν τόπον ἐκεῖνον, δὲν θὰ τὸ μάθουν αὐτό; Δὲν θὰ γνωρίσουν ποτὲ τίποτε; Ὄχι, ἀγαπητοί. Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι οἱ προσκυνηταί, χωρὶς βέβαια νὰ προσβάλω τὴν ἔννοια τῆς προσκυνήσεως, οἱ ὁποῖοι πηγαίνουν, ἀλλὰ μένουν πάντως ἀνύποπτοι, στὸ ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ἔτσι, εἴτε πάω εἴτε δὲν πάω, τὸ θέμα εἶναι... πρέπει νὰ μάθω ποῦ ἐγεννήθῃ ὁ Χριστός.
Καὶ ὁ Χριστὸς ἐγεννήθῃ, ἀγαπητοί μου..., ποῦ ἐγεννήθῃ; Ἐφάπαξ στὴ Βηθλεέμ. Ἀλλὰ πάντοτε μέσα στὴν κάθε ἀνθρώπινη καρδιά. Δὲν εἶναι σχῆμα λόγου. Δὲν εἶναι ποιητικὸ σχῆμα, νὰ ποῦμε ὅτι γεννιέται ὁ Χριστὸς μέσα στὴν καρδιά. Εἶναι μία πραγματικότητα. Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς γεννήθηκε σὲ μία φάτνη, σὲ ἕνα παχνί, δηλαδὴ ζώων, καὶ ὅτι ἡ καρδιὰ γίνεται ἕνα παχνί, δὲν εἶναι ἕνα σχῆμα λόγου. Εἶναι μία μεταφορά. Ἄν τὸ θέλετε, τὸ πρῶτο, δὲν ἔχει καὶ πολλὴ ἀξία καὶ σημασία, τὸ ὅτι ἐγεννήθῃ σὲ ἕνα παχνί. Ἐδῶ ἔχει σημασία. Ἄν ὁ Χριστὸς γεννηθεῖ μέσα στὴ δική μου τὴν καρδιά. Καὶ τὴν κάνει παχνί Του. Μὲ ἄλλα λόγια, πραγματικὰ νὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστὸς μέσα στὴν καρδιά μου. Καὶ γεννιέται μὲ τὴ γνώση, μὲ τὴν κατανόηση τὴ θεολογική. Γεννιέται ἀκόμη μὲ τὸ νὰ ἔρθει νὰ μείνει μέσα μου μὲ τὴν Ἐνανθρώπησή Του την πλήρη· τὸ σῶμα Του καὶ τὸ αἷμα Του. Γιατί, τί σημαίνει ὅτι ἀνεκλήθῃ σὲ μία φάτνη; Σημαίνει ὅτι ἐκεῖ τοποθετήθηκε. Ὅταν λοιπὸν κοινωνῷ, τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι τοποθετῶ τὸν Σωτῆρα μου Χριστὸ μέσα μου. Γιὰ νὰ μὲ κάνει αἰώνιον, νὰ μὲ κάνει ἀθάνατον, νὰ μοῦ διαλύσει τὴν ἐνοχή. Νὰ μοῦ ἀπαντήσει σὲ ὅλα τὰ ἀγωνιώδη προβλήματα τῆς ὑπάρξεως καὶ τοῦ προορισμοῦ μου.
Αὐτὸς εἶναι ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσμου. Αὐτοῦ τὴν Γέννησιν, τὴν Ἐνανθρώπηση γιορτάζομε, ἀγαπητοί μου, τοῦτες τίς μέρες. Γι᾿ αὐτὸ ἂς συλλάβομε τὸ νόημα τοῦ μεγάλου αὐτοῦ γεγονότος. Καὶ συλλαμβάνοντες τὸ νόημα αὐτό, τότε μποροῦμε νὰ γιορτάζομε τὸ γεγονὸς σὰν τὸ πιὸ μεγάλο καὶ κεντρικότερο τῆς Ἱστορίας.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 379.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου