Στέργειν μὲν ἡμᾶς, ὡς ἀκίνδυνον ,
Ράον σιωπὴν· τῷ δὲ Παρθένε,
Ὕμνους ὑφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους,
Ἐργῶδὲς ἐστιν· ἀλλὰ καὶ Μήτηρ σθένος,
Ὅση πέφυκεν, ἡ προαίρεσις δίδου.
Ράον σιωπὴν· τῷ δὲ Παρθένε,
Ὕμνους ὑφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους,
Ἐργῶδὲς ἐστιν· ἀλλὰ καὶ Μήτηρ σθένος,
Ὅση πέφυκεν, ἡ προαίρεσις δίδου.
Γράφει ὁ Νώντας Σκοπετέας
Χριστούγεννα ἔρχονται ξανά. Ἑβδομηνταέξι μέρες μείνανε ἀκόμα. Μετρᾶμε ἀντίστροφα. Στολίζουμε νωρίτερα! Νὰ γιορτάσει ὁ ἄνθρωπος, νὰ ξεχαστῇ καὶ νὰ ξεχάσῃ! Στολίζουμε νωρίτερα, ὅλο καὶ νωρίτερα! Πρῶτα κατεβάζουμε τὸ δέντρο πιὰ ἀπ᾿ τὸ πατάρι καὶ ἔπειτα τὰ χαλιά, τὰ χάλια μας...
Χριστούγεννα ἔρχονται ξανά. Σαράντα μέρες ἀπομένουν! Νὰ ἀνάψουν τὰ φῶτα στὴν πλατεῖα καὶ στοὺς μεγάλους δρόμους! Μὲ κάθε ἐπισημότητα, ἐν καὶ χορῷ, νὰ γίνει μέρα ἡ νύχτα! Νὰ γιορτάσῃ ὁ ἄνθρωπος , νὰ ξεχαστῇ καὶ νὰ ξεχάσῃ! Δώδεκα μέρες καὶ φτάσανε. Νὰ θυμηθῶ νὰ μὴν ξεχάσω τίποτα καὶ κανέναν. Δῶρα γιὰ ὅλους, κατάλογος μὲ καλεσμένους καὶ τὰ ὤνια. Φτάσανε οἱ μέρες οἱ πιὸ γιορτινές. Ὅλα στὴν ἐντέλεια, ὅλα παραμυθένια! Νὰ γιορτάσῃ ὁ ἄνθρωπος, νὰ ξεχαστῇ καὶ νὰ ξεχάσῃ!
Ἔτσι καὶ ἔγινε! Φτάσανε τὰ Χριστούγεννα καὶ φέτος! Ξεχάστηκε ὁ ἄνθρωπος καὶ ξέχασε. Θυμήθηκε νὰ μὴν ξεχάσῃ καὶ ξέχασε νὰ θυμηθῇ! Θυμήθηκε τὶς ἑβδομηνταέξι μέρες καὶ ξέχασε τὰ ἑβδομηνταέξι ἱερὰ βιβλία ἀπὸ Γεννέσεως ἕως Ἀποκαλύψεως, ποὺ κάθε τους λέξη προεικονίζει, προφητεύει, φανερώνει πὼς ὁ Ἐρχόμενος εἶναι ὁ Ἰησοῦς, Ἀνθός τοῦ Ἰεσσαί. Θυμήθηκε νὰ ὑπολογίσῃ τὶς σαράντα μέρες καὶ λησμόνησε ὅλες τὶς καρτεροῦσες ψυχοῦλες ποὺ καὶ φέτος τόσο τὸ πρόσμεναν τὸ σαρανταλείτουργό τους καὶ μιὰ ἀκρίτσα στὸ δισκάρι τὸ ἱερὸ τῆς μνημόνευσης. Θυμήθηκε τὶς δώδεκα μέρες ποὺ μένανε ἀκόμα καὶ ὁλότελα τοῦ διέφυγε πὼς ἡ ἑορτὴ δώδεκα μέρες κρατᾶ, μαζὶ μὲ ὅλα τὰ εὐλογημένα καὶ τὰ παραδομένα ἀπὸ πάππους καὶ γονῆδες ἔθιμα καὶ ὅλες τὶς γιορτάδες μέσα στὴν Ἐκκλησιά, ποὺ τὴν ψυχὴ ἀναπαύουν. Θυμήθηκε τὸν κατάλογο μὲ τοὺς καλεσμένους τὸν γεμᾶτο καὶ ξέχασε τοῦ Κυρίου τὴν προτροπή... «ἐὰν ἀσπάσησθε τοὺς φίλους ὑμῶν μόνον, τί περισσὸν ποιεῖτε;» Θυμήθηκε τὴν κατάσταση μὲ τὶς ἀγορὲς καὶ ὅλα τὰ τακτοποίησε καὶ ὅλα ἕνα –ἕνα τὰ διέγραψε, μὰ ἄφησε γεμάτη τὴ λίστα ποὺ ὁ μισόκαλος ἐπιμελῶς τηρεῖ, μὲ ὅσα βαστᾶνε τὴν ψυχὴ ἀτακτοποίητη.
Θυμήθηκε τὰ ἐγκόσμια μὰ ξέχασε τὰ ὑπερκόσμια!
Θυμήθηκε τὰ ὤνια καὶ ξέχασε τὰ αἰώνια!
Δὲν ξέχασε κανέναν μὰ δὲν θυμήθηκε τὸν Ἕναν...
Ἴσως καὶ νὰ θυμήθηκε τοῖς χείλεσι νὰ Τὸν τιμήσει, ἡ καρδιά του ὅμως πόρρω ἀπέχει ἀπ Αὐτοῦ...
Ἴσως καὶ νὰ θυμήθηκε τοῖς χείλεσι νὰ Τὸν τιμήσει, ἡ καρδιά του ὅμως πόρρω ἀπέχει ἀπ Αὐτοῦ...
Δὲν κατέβηκε ἔλεγε ὁ κυρ-Δημήτρης (σ.σ. Ἱεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος) ὁ Κύριος στὴ γῆ γιὰ νὰ μᾶς γεμίσῃ μὲ γιορτές, γλέντια καὶ πανηγύρια. Δὲν ἔλαβε σάρκα γιὰ νὰ τονώσῃ τὴν ἀγοραστικὴ κίνηση... Δὲν ἦρθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ σὰν ἐργοδότης μὰ σὰν Ζωοδότης!
Φτάσανε καὶ φέτος τὰ Χριστούγεννα! Λίγο καιρὸ πρίν, ἡ Α. μᾶς περίμενε ὅπως πάντα στὴν γνωστή της τροχήλατη θέση. Μὲ δυσκολία σειέται τὸ σῶμα. Ἡ ψυχή της ἀεικίνητη. Κάνει συνεχῶς τὸ δρομολόϊ τοῦ Οὐρανοῦ. Μέρα νύχτα ἁρπάζεται μὲ τὸν πόνο της ἀγκαλιὰ καὶ παίρνει προγεύσεις τοῦ Παραδείσου. Πονεμένη καὶ Χαρούμενη. Ἀληθινὴ ἡ χαρά της. Πόνων εὐφρασία ὅπως τὴν εἶπε ὁ Ἅγιος Νεῖλος.
-Σᾶς περίμενα! Ἔχω κάτι νὰ σᾶς δείξω! Καιρὸ περιμένω νὰ σᾶς τὸ φανερώσω! Εἶναι μιὰ κάρτα Χριστουγέννων ποὺ κάποτε μοῦ στείλανε!
Περιμέναμε νὰ δοῦμε κάτι ἐντυπωσιακό. Μὲ χρώματα καὶ μηνύματα καὶ γράμματα καλλιγραφικὰ καὶ ὅλο νόημα βαθυστόχαστα λόγια. Ξεδίπλωσε ἕνα κιτρινισμένο χαρτί, κομμένο ἄτσαλα, ἀπὸ τετράδιο παλιὸ καὶ ξεχασμένο. Λίγες σειρὲς μὲ συνηθισμένες λέξεις καὶ εὐχές. Οἱ πιὸ ἀνορθόγραφες σειρὲς μὲ κοινότυπα λόγια ποὺ εἶδα ποτέ μου. Οὔτε μιὰ σωστή, οὔτε μιὰ πρωτότυπη καὶ εὐφάνταστη!
Σας εύχομαι ειγία και χαρά με την εικογένια σας και ευτιχισμένι. μετα σεβασμού.
Δ.Μ.
Τοῦτο τὸ μήνυμα ἡ Α, τὸ ᾿χεΙ σὰν φυλαχτὸ κρατημένο χρόνια ὁλάκερα. Δὲν τὸ ἀποχωρίστηκε ποτέ της καὶ ἤθελε τόσο νὰ μᾶς τὸ παρουσιάσῃ! Γιατί ἄραγε; Οἰκονόμησε ὁ Κύριος νὰ νιώσω τούτη τὴν λαχτάρα της! Δὲν εἶχα ἀντικρύσει ξανὰ ὅμοια εὐχετήρια κάρτα! Ξαφνικὰ γίνηκε μπροστά μου τὸ κιτρινισμένο χαρτί, τὸ πιὸ πολύχρωμο μωσαϊκὸ καὶ οἱ ἁπλὲς παράδοξα γραμμένα λέξεις, οἱ πιὸ ἁρμονικὰ τεχνουργημένοι ὕμνοι. Γράφτηκε μὲ ἀγάπη ἀπὸ μιὰ οὐρανοπολίτισσα πιὰ γυναῖκα ποὺ δὲν ξέχασε ποτέ της νὰ θυμηθῇ. Πὼς τὰ Χριστούγεννα σαρκώθηκε ὁ Θεὸς καὶ ἀνέβασε τὸν ἄνθρωπο στὸν Οὐρανό! Πὼς στολισμένη πρέπει νὰ ᾿ναι μονάχα ἡ ψυχή, φωτισμένη ὄχι ἡ πλατεῖα τῆς πόλης μὰ ἡ πλατιὰ καρδιά μας!
Δὲν τὴν ἔνοιαξε νὰ ρωτήσῃ κάποιον διπλανό της γιὰ τὴν ὀρθογραφία καὶ γιὰ κάποια μὲ φτιασίδια πασπαλισμένη εὐχή. Ὄχι γιατί δὲν βρῆκε κάποιον εὔκαιρο, μὰ γιατί ἔτσι εὐλόγησε ὁ Κύριος, μὲ ἀνεξίτηλα γράμματα νὰ γραφτῇ ἡ ταπείνωση καὶ ἕνα μήνυμα νὰ στείλῃ σὲ ὅλους ἐμᾶς τοὺς πολυμέριμνους καὶ φτιασιδωμένους. Δὲν ἀδημονοῦσε ὅλα τὰ ἐφήμερα νὰ ᾿ναι στὴν ἐντέλεια, ἀλησμόνητα καὶ παραμυθένια κεῖνα τὰ μακρινὰ Χριστούγεννα! Ἤθελε μόνο ἡ εὐλογημένη , ἡ ἄδοξη καὶ ἀβαρὴς ἐκείνη ψυχούλα, ὅσο πιὸ γρήγορα νὰ παρηγορήσῃ μὲ τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη της, τὴν δυσκολεμένη της ἀδελφή. Παραμύθι καὶ Παραμυθία. Φῶς Χριστοῦ αἰώνιο καὶ λαμπιόνια ποὺ ἀναβοσβήνουν.
Χριστούγεννα ἔφτασαν ξανά. Λίγες ὧρες μείνανε ἀκόμα. Μετρήσαμε ἀντίστροφα. Στολίσαμε νωρίτερα! Σχίζω μιὰ σελίδα ἀπὸ παλιὸ τετράδιο! Θέλει ἡ ἀνορθόγραφη ψυχή μου νὰ γράψει δυὸ λόγια ποὺ θὰ ἀνακουφίσουν, θὰ δώσουν ἐλπίδα, θὰ ἀνάψουν μιὰ σπίθα στὸ σκοτάδι τῆς μεγάλης πλατείας καὶ τῆς στενῆς καρδιᾶς μου.
Νὰ θυμηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ μὴν ξεχάσω... Ἀλλιῶς θὰ πεταχθῇ τοῦτο τὸ χαρτὶ σὰν κιτρινίσει, σὰν δέντρο κομμένο, σὰν λαμπιόνι καμμένο, σὰν φαγητὸ ξυνισμένο. Νὰ μὴν ξεχάσω νὰ γράψω πάνω του λόγια ἀληθινά! Μὰ πρῶτα νὰ ἀναζητήσω τὴν προαίρεσή μου! Αὐτὴ ποὺ στέλνει δύναμη καὶ θάρρος γιὰ ὁμολογία ἀληθινοῦ Φωτὸς προαιωνίου...
Νώντας Σκοπετέας
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο : Δάκρυ στὸ Ἐγώ
Ἐκδ.Πρόμαχος Ὀρθοδοξίας)
Χριστούγεννα 2016.
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο : Δάκρυ στὸ Ἐγώ
Ἐκδ.Πρόμαχος Ὀρθοδοξίας)
Χριστούγεννα 2016.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου