ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Τὸ μεγάλο καὶ διαρκὲς θαῦμα στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ ἀδιάκοπη ἐμφάνιση ἁγίων. Οὐδέποτε ὑπῆρξε ἐποχή, στὸ δισχιλιόχρονο διάβα τῆς ἱστορίας της, ποὺ νὰ μὴν ὑπῆρχαν ἅγιοι. Οὐδέποτε ἔλειψαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας οἱ ἅγιοι καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μόνιμο θαῦμα στὴ δισχιλιόχρονη ἱστορικὴ Τῆς πορεία. Οἱ ἅγιοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, εἶναι τὰ ὁρατὰ σημεῖα τῆς λυτρωτικῆς ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ Ὁποῖο ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς καθιστᾶ θεοειδεῖς ὑπάρξεις, εἰκόνες καθαρὲς τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, κατὰ χάριν θεουμένους. Οὐδέποτε θὰ ὑπάρξει ἐποχή, ποὺ νὰ μὴν ὑπάρχουν ἅγιοι στὴν Ἐκκλησία. Κάποιος μεγάλος ἀσκητὴς ἔγραψε πὼς ἡ ἀπουσία ἁγίων στὸν κόσμο, θὰ σημάνει καὶ τὸ τέλος του.
Τὸ πλέον παρήγορο καὶ ἐλπιδοφόρο γεγονὸς εἶναι ὅτι καὶ στὴ σύγχρονη ἐποχὴ τῆς γενικῆς ἀποστασίας καὶ τῆς πολυποίκιλης ἀνταρσίας κατὰ τοῦ Θεοῦ, ἀναδεικνύονται θεοφόροι καὶ πνευματοφόροι ἅγιοι, ἐφάμιλλοι τῶν ἁγίων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Κι᾿ αὐτὸ διότι, ὅπως ἔγραψε ὁ ἀπόστολος Παῦλος «οὐ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. 5,20). Ὅπου ὁ διάβολος καλλιεργεῖ τὸ δικό του ἀγρό, μὲ τὰ ζιζάνια, καλλιεργεῖ καὶ ὁ Θεὸς τὸ δικὸ Του ἀγρό, μὲ τὸν ἀγαθὸ σπόρο.
Ἕνας τέτοιος ἀγαθὸς σπόρος ἐμφανίστηκε καὶ καλλιεργήθηκε στὴν ταραγμένη ἐποχή μας. Ἕνας μεγάλων διαστάσεων διάτονας ἀστέρας μεσουράνησε στὸ νοητὸ οὐρανό. Ἕνας ἀληθινὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἀναγεννημένος ἀπὸ τὴ θεία χάρη, σφράγισε μὲ τὴν παρουσία του καὶ τὸ ἔργο του τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν περασμένο αἰῶνα. Πρόκειται γιὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο τὸν θαυματουργό, ἐπίσκοπο Πενταπόλεως τῆς Αἰγύπτου. Ἕνα χαριτόβρυτο σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, στὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίου, διασώθηκε τὸ κατ᾿ εἰκόνα, ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, καὶ δοξάστηκε ὁ Θεός. Μιὰ σύγχρονη πατερικὴ μορφή, ἐφάμιλλη τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Μιὰ τέτοια καθαρὴ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ ἁγιασμένος ἄνθρωπος.
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὑπῆρξε ὁ ἀγαπημένος τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ μισητὸς τοῦ διαβόλου. Ὅποιον ἀγαπᾷ Θεός, μισεῖ ὁ διάβολος! Τὸ μῖσος του ἐκφράζεται σὲ σωματικὲς ταλαιπωρίες. Ἔχοντας ὡς συνεργάτες του, ὡς ὄργανά του, ἐπὶ τῆς γῆς πρόσωπα διεφθαρμένα, παραδομένα στὸν ἀμοραλισμό, τὴν φιλαυτία καὶ τὴν μωροφιλοδοξία, τὰ στρέφει κατὰ ὅσων θέλουν νὰ ζήσουν καὶ νὰ πολιτευτοῦν θεοφιλῶς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διαβεβαίωσε πὼς «πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. 3,12). Ἡ ἐκκλησιαστική μας ἱστορία καὶ τὰ ἡρωικὰ συναξάρια τῶν ἁγίων μας εἶναι οἱ ἀψευδεῖς μάρτυρες τῶν διώξεων μυριάδων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν ὑπάρχει ἅγιος ποὺ νὰ μὴν δοκίμασε τὸ πικρὸ ποτήρι τῶν διώξεων καὶ τῶν δοκιμασιῶν (Ἀπ. Παῦλος, Ἅγιοι Ἀπόστολοι, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, Μ. Ἀθανάσιος, Μάξιμος Ὁμολογητής, Μᾶρκος Εὐγενικός, Μ. Φώτιος, Κοσμᾶς Αἰτωλός, Ἰουστῖνος Πόποβιτς καὶ τόσοι ἄλλοι).
Ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ ἀπέβη καὶ ἀποβαίνει προσωπικὸ μαρτύριο γιὰ τοὺς συνειδητοὺς πιστούς. Ὁ Κύριός μας εἶναι ὁ πρῶτος Μάρτυρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ὁποῖος «περιεποιήσατο (Αὐτὴν) διὰ τοῦ ἰδίου αἵματὸς» Του (Πράξ. 20,28), κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Αὐτὸς πρῶτος συκοφαντήθηκε ἀπὸ τὸ διάβολο καὶ παραδόθηκε στὰ ἐπὶ γῆς ὄργανά του, τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ρωμαίους γιὰ νὰ συκοφαντηθεῖ, νὰ βασανιστεῖ, νὰ σταυρωθεῖ, νὰ πεθάνει ἐπάνω στὸ σταυρό. Οἱ κατοπινοὶ μάρτυρες καὶ ὅλοι οἱ «δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης» (Ματθ. 5,10), εἶναι μάρτυρες καὶ τύποι τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν παθόντος, σταυρωθέντος, ταφέντος καὶ ἀναστάντος Χριστοῦ μας. Ὁ Κύριος προειδοποίησε γι᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση, ὅτι ἡ ζωὴ τῶν ὁμολογητῶν τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του θὰ ἔχει συνέπειες.
Ὁ Χριστὸς τοὺς εἶχε προειδοποιήσει ὅτι ὁ πτωτικὸς κόσμος, ὁ διατελῶν ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ἄρχοντα τοῦ ψεύδους θὰ ἀντιστέκονταν σθεναρὰ στὴν ἀποκαλυμμένη ἀλήθεια καὶ οἱ μάρτυρες αὐτῆς τῆς ἀλήθειας θὰ ὑφίσταντο μαρτύρια γιὰ νὰ μὴ λάμψει ἡ ἀλήθεια καὶ ἀποπεμφθεῖ ὁ πατέρας καὶ ἐφευρέτης τοῦ ψεύδους ἀπὸ τὸν κόσμο. «ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. 10,16) καὶ «εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν... ταῦτα πάντα ποιήσουσι ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου» (Ἰωάν, 15,20). «Ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου» (Ματθ. 10,22). «Παραδώσουσιν γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστηγώσουσιν ὑμᾶς... καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν» (Ματθ.10,16).
Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου ἐπαληθεύτηκαν στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων καὶ βέβαια στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε γνήσιος τύπος τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν παθόντος Χριστοῦ. Ἡ πολυτάραχη ζωὴ του ὑπῆρξε μιὰ ἀτέλειωτη περιπέτεια, μιὰ ἀπίστευτη καταδίωξη, ἕως καὶ αὐτὴ τῆς φυσικῆς του ἐξοντώσεως ἀπὸ τὶς ἐνάντιες δυνάμεις.
Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου ἐπαληθεύτηκαν στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων καὶ βέβαια στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε γνήσιος τύπος τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν παθόντος Χριστοῦ. Ἡ πολυτάραχη ζωὴ του ὑπῆρξε μιὰ ἀτέλειωτη περιπέτεια, μιὰ ἀπίστευτη καταδίωξη, ἕως καὶ αὐτὴ τῆς φυσικῆς του ἐξοντώσεως ἀπὸ τὶς ἐνάντιες δυνάμεις.
Γεννήθηκε τὴν 1η Ὀκτωβρίου 1846 στὴ Σηλυβρία τῆς Θράκης ἀπὸ πολυμελῆ καὶ εὐσεβῆ οἰκογένεια. Ὀνομάζονταν Ἀναστάσιος Κεφαλάς. Πρώτη του ἀρνητικὴ ἐμπειρία ἀπὸ τὴ ζωή, ἡ ἀπόλυτη ἔνδεια, ἡ μεγάλη φτώχεια. Οἱ γονεῖς του πάμφτωχοι δὲν εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ ζήσουν μὲ ἀξιοπρέπεια τὴν πολυμελῆ οἰκογένειά τους. Ὁ πατέρας του Δῆμος Κεφαλὰς ἐργαζόταν περιστασιακὰ ὡς ναυτικός. Τὸ ψωμὶ λιγοστό, τὰ κουρελόρουχα δὲν ἐπαρκοῦσαν γιὰ νὰ καλύψουν τὰ σκελετωμένα μέλη τους. Ἡ δυνατότητα σπουδῶν τῶν παιδιῶν ἀνύπαρκτη. Ἡ μόνη παρηγοριὰ καὶ τὸ στήριγμα τῆς οἰκογένειας ἡ πίστη στὸ Θεὸ καὶ ἡ ἐλπίδα, πὼς Ἐκεῖνος ποὺ τρέφει τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, θὰ φροντίσει καὶ γι᾿ αὐτούς. Ὁ μικρὸς Ἀναστάσης, προικισμένος μὲ ἰδιαίτερη ὀξυδέρκεια καὶ ψυχικὸ δυναμισμὸ βίωνε μὲ καρτερία τὴν οἰκογενειακὴ φτώχεια καὶ χαλύβδωνε τὴν παιδική του ψυχὴ γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς κατοπινὲς μεγάλες περιπέτειες τῆς ζωῆς του. Ἔμαθε ἀπὸ τοὺς ἀγραμμάτους, ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς του νὰ δοξάζουν τὸ Θεὸ γιὰ ὅσα ἔχουν. Ἔκανε βίωμά του τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, καὶ τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α' Τιμ. 6,8).
Ὅταν ἔγινε 13 ἐτῶν, τὸ 1860, ἀναγκάστηκε νὰ ξενιτευτεῖ γιὰ νὰ ζήσει. Ξεκομμένος ἀπὸ τὴν οἰκογενειακή του στέγη καὶ μὴ ἔχοντας καθόλου χρήματα, μὲ μόνο ἐφόδιο τὴν πίστη του στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ξεκίνησε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ ἀναζήτηση ἐργασίας. Ἀλλὰ ἐλλείψει αὐτοκινητοδρόμων καὶ αὐτοκινήτων, ἀναγκάστηκε νὰ ταξιδέψει ἀτμοπλοϊκῶς. Προσπάθησε νὰ ἐπιβιβασθεῖ σὲ κάποιο πλοῖο, ἀλλὰ κατὰ τὸν ἔλεγχο τῶν εἰσιτηρίων τὸν ἀπομάκρυναν, διότι δὲν εἶχε χρήματα γιὰ τὸ ναῦλο. Στάθηκε στὴν προκυμαία καὶ ἔκλαιγε γοερά. Βλέποντάς τον ὁ καπετάνιος τὸν λυπήθηκε καὶ τὸν πῆρε στὸ καράβι. Τελικὰ τὸ εἰσιτήριο τὰ πλήρωσε κάποιος φιλάνθρωπος ἐπιβάτης.
Ἔφτασε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀφοῦ ταλαιπωρήθηκε γιὰ καιρό, πείνασε καὶ κοιμήθηκε στὴν ὕπαιθρο, βρῆκε ἐργασία σὲ ἕνα συσκευαστήριο καπνοῦ, σὲ ἕνα σκοτεινό, βρώμικο καὶ ἀνθυγιεινὸ ὑπόγειο. Ἐκεῖ θὰ δοκιμάσει γιὰ πρώτη φορὰ τὴν ἀνθρώπινη ἐκμετάλλευση καὶ ἀσπλαχνία. Ὁ ἐργοδότης του ἦταν ἕνας βάναυσος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νοιάζονταν μόνο γιὰ τὸ κέρδος τῆς ἐπιχείρησής του καὶ ἀγνοοῦσε ὅτι οἱ ἐργαζόμενοι ἦταν αὐτοὶ ποὺ τοῦ ἔφερναν τὸ κέρδος. Ὁ τίμιος ἱδρῶτας τους καὶ ἡ ἐργατικότητά τους ἔκανε τὴν ἐπιχείρησή του κερδοφόρα. Ἐκμεταλλεύονταν τοὺς ἐργαζομένους καὶ μαζί τους τὸ μικρὸ Θρακιώτη Ἀναστάση, τὸν ὁποῖο ὄχι μόνο ἐκμεταλλεύονταν οἰκονομικὰ καὶ τὸν ἐξουθένωνε ἐργασιακά, ἀλλὰ τοῦ φερόταν μὲ πρωτοφανῆ βαναυσότητα. Τὸν ἔβαζε νὰ ἐργάζεται ἀπὸ τὸ ξημέρωμα ὡς τά μεσάνυχτα. Συχνὰ τὸν ξυλοκοποῦσε ἀλύπητα. Σημάδευε μὲ πληγὲς καὶ μώλωπες τὸ παιδικό του κορμί. Ἡ μόνη του ἀμοιβὴ ἦταν στοιχειώδη τροφὴ καὶ διαμονὴ σὲ κάποιο σκονισμένο πατάρι. Αὐτὸς ὅμως ὑπόμεινε μὲ πρωτοφανῆ καρτερία καὶ ὑπομονὴ τὶς προσβολὲς χωρὶς νὰ διαμαρτύρεται. Ὅταν ἐκεῖνος τὸν ἔβριζε καὶ τὸν ξυλοκοποῦσε αὐτὸς προσευχόταν καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τὸν συγχωρήσει καὶ νὰ τὸν ἔχει καλά. Κι ὄχι μόνο αὐτό, εἶχε ἀκούσει ὅτι οἱ ταλαιπωρίες τῆς ζωῆς δυναμώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀνεξικακία εἶναι ἀρετές, οἱ ὁποῖες προσελκύουν τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Μάλιστα, σκέφτηκε πώς, παρὰ τὴν κοπιώδη καὶ πολύωρη ἐργασία του, γιὰ νὰ ζήσει, ἔπρεπε νὰ ἐργαστεῖ καὶ γιὰ τὸ Θεό, νὰ ὠφελήσει τοὺς συνανθρώπους του. Νὰ κάμει γνωστὴ στοὺς ἀδιάφορους τὴν πίστη ὅτι εἶναι ἀνάγκη νὰ βάλλουν τὸ Χριστὸ στὴν καρδιά τους, νὰ προσελκύσουν τὴ θεία χάρη στὴ ζωή τους γιὰ νὰ προκόψουν. Ἔτσι ἐφεῦρε τὸ ἑξῆς τέχνασμα: ἔβαζε στὶς συσκευασίες τοῦ καπνοῦ χαρτάκια μὲ ρητὰ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Αὐτὴ ἡ ἐνέργεια τοῦ ἔδινε μεγάλη χαρὰ καὶ ἁπάλυνε τὶς κακοπάθειές του. Μετὰ ἀπὸ πολὺ καιρό, κάποια μέρα, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸν ξυλοκοποῦσε ὁ ἐργοδότης του, τὸν εἶδε ἕνας ἀγαθὸς ἔμπορος, τὸν λυπήθηκε καὶ τὸν πῆρε στὸ ἐπιπλοποιεῖο του. Τοῦ ἀνέθεσε κάπως ἄνετη ἐργασία καὶ τοῦ ἄφησε χρόνο ἐλεύθερο νὰ πηγαίνει στὸ σχολεῖο καὶ στὴν Ἐκκλησία. Ἐργάστηκε στὸν καλὸ ἐκεῖνο ἐργοδότη ἑπτὰ χρόνια καὶ τέλειωσε τὸ σχολεῖο.
Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν πῆγε στὴ Χίο νὰ ἐργαστεῖ ὡς δάσκαλος, μένοντας δέκα χρόνια. Ἐκεῖ ἀποφάσισε νὰ γίνει μοναχός. Στὰ 1877 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Νεκτάριος. Τὸν ἴδιο χρόνο ἦρθε στὴν Ἀθήνα γιὰ τὴ συνέχιση τῶν σπουδῶν του. Κατόπιν βρέθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια νὰ ὑπηρετήσει κοντὰ στὸν Πατριάρχη Σωφρόνιο, ὁ ὁποῖος ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν προσωπικότητα τοῦ νεαροῦ διακόνου. Τὸν ἔστειλε ξανὰ στὴν Ἀθήνα νὰ φοιτήσει στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Ὁ Νεκτάριος διέπρεψε καὶ πρώτευσε. Τὸ 1885 ἀναχώρησε ξανὰ γιὰ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ τοῦ ἀνατέθηκαν καθήκοντα πατριαρχικοῦ γραμματέα καὶ ἱεροκήρυκα, ἀναδεικνυόμενος δεινὸς ρήτορας, στὰ χείλη τοῦ ὁποίου κρέμονταν οἱ πολυπληθεῖς ἀκροατές του. Τὸ 1889 ἐκλέχτηκε ἐπίσκοπος Πενταπόλεως Λιβύης.
Ἀλλὰ ὁ διάβολος καραδοκοῦσε νὰ ἀνακόψει τὴ λαμπρὴ ἐκκλησιαστικὴ πορεία τοῦ πολυτάλαντου Νεκταρίου. Τώρα ἄρχισε ὁ μεγάλος πόλεμος ἐναντίον του. Τώρα ἄρχισαν τὰ μεγάλα προβλήματα καὶ οἱ ἄδικες διώξεις του. Τα φυσικὰ προσόντα τοῦ Νεκταρίου, ἡ σπουδαία μόρφωσή του, ἡ ραγδαία ἄνοδος καὶ ἡ μεγάλη ποιμαντικὴ καὶ κοινωνικὴ δράση του, θορύβησε πολλοὺς κληρικοὺς τοῦ Πατριαρχείου, οἱ ὁποῖοι τὸν θεώρησαν ἀπειλὴ γιὰ τὶς φιλοδοξίες τους, ἔχοντας βλέψεις νὰ διαδεχτοῦν τὸν ὑπέργηρο Σωφρόνιο στὸ θρόνο του. «Ἡ προσωπικότητα καὶ ἡ ὅλη δραστηριότητα τοῦ «καλοῦ καὶ ἀγαθοῦ» Νεκταρίου, σημειώνει ὁ καθηγητὴς Σοφ. Δημητρακόπουλος, ἡ σθεναρὴ ἐκ μέρους του προάσπιση τῶν δικαίων τοῦ Πατριαρχείου, ἡ διαφαινόμενη ἐξέλιξή του, προκάλεσαν φθόνο, μῖσος καὶ ἀντιδράσεις». Ἂς σημειωθεῖ ὅτι ὁ παλαίφατος θρόνος τοῦ Ἁγίου Μάρκου βρισκόταν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη σὲ πλήρη κατάπτωση. Κόλακες, ραδιοῦργοι, φιλόδοξοι καὶ διεφθαρμένοι κληρικοὶ πλαισίωσαν τὸ ἱστορικὸ Πατριαρχεῖο, μὲ σκοπὸ νὰ ἱκανοποιήσουν τὶς ἀτομικές τους φιλοδοξίες. Ἡ ἀκεραιότητα τοῦ χαρακτῆρα τοῦ Νεκταρίου ἀποτελοῦσε ἀπειλὴ γιὰ τὶς ἄνομες βλέψεις τους. Ἔβλεπαν μὲ τρόμο τὴν γρήγορη καὶ βεβαία ἀναρρίχηση του στὸν πατριαρχικὸ θρόνο καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔθεσαν πανοῦργο σχέδιο ἐξουδετέρωσής του.
Διέδωσαν φρικτὲς συκοφαντίες ἐναντίον, φροντίζοντας νὰ φτάσουν καὶ ὡς τὸν Πατριάρχη. «Συνασπισμένοι οἱ ἑτερόκλητοι παντοειδεῖς ἐχθροί του, προκειμένου νὰ ἐπιτύχουν ὁ καθένας τα σχέδιά του, τονίζει ὁ καθηγητὴς Σοφ. Δημητρακόπουλος, ἀφοῦ εἶχαν προετοιμάσει τὸ ἔδαφος μὲ τὶς κατὰ καιροὺς εἰσηγήσεις τους, τελικὰ διέβαλαν τὸν Μητροπολίτη Πενταπόλεως Νεκτάριο πρὸς τὸν Πατριάρχη πὼς δῆθεν ξεσηκώνει τὸν λαὸ καὶ ἐπιδιώκει νὰ τὸν ἐκδιώξει ἀπὸ τὸν θρόνο καὶ νὰ ἀνέβει αὐτός». Καὶ συνεχίζει: «Ἀφοῦ οἱ ραδιοῦργοι πρόσθεσαν, ὅπως συμβαίνει σὲ τέτοιες περιπτώσεις, καὶ τοὺς ἀπαραίτητους ὑπαινιγμούς, γιὰ δῆθεν ἠθικὲς παρεκτροπές του». Ὁ γέρος, ἀνήμπορος καὶ πάσχων ἀπὸ μερικὴ ἄνοια Πατριάρχης Σωφρόνιος πείστηκε γιὰ τὶς κατηγορίες καὶ τὸν ἔπαψε ἀπὸ τὰ καθήκοντά του χωρὶς ἀπολογία. Ἦταν 3 Μαΐου 1890. Εἶναι ἡ πρώτη μεγάλη δοκιμασία στὴν πολυτάραχη ζωή του.
Ἐκεῖνος πὼς ἀντέδρασε; Συγχωρῶντας τοὺς συκοφάντες του καὶ χωρὶς νὰ περιμένει νὰ ξεσκεπαστοῦν οἱ συκοφάντες του καὶ διαλάμψει ἡ ἀλήθεια, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Ἀθήνα τὸ καλοκαίρι τοῦ 1890. Ἔδωσε τόπο στὴν ὀργή. Κατάλαβε ὅτι ἡ Αἴγυπτος ἦταν πλέον τόπος ἀφιλόξενος γι᾿ αὐτόν. Ὁ διάβολος βάλθηκε νὰ τὸν καταστρέψει. Στὸ ἀπολυτήριο πατριαρχικὸ γράμμα δὲν ἀναφέρθηκε καμιὰ κατηγορία εἰς βάρος του, ἀλλὰ ἡ φράση: «μὴ δυνηθεῖς νὰ ἐξοικειωθεῖ πρὸς τὸ κλίμα τῆς Αἰγύπτου». Καὶ «δύναται ἐπιτελεῖν τὰ ἀρχιερατικὰ αὐτοῦ καθήκοντα, ὅπου ἂν ἐπέλθη».
Μάταια ζήτησε ἀπὸ τὸν νέο Πατριάρχη Φώτιο, μιὰ ἀμφιλεγόμενη προσωπικότητα, γιὰ τὴν ἀποκατάστασή του. Τὸ 1902 σὲ ἐπιστολὴ του πρὸς τὸν νέο Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Φώτιο ἐξέφρασε τὴν ἀνεξικακία του, τονίζοντας πώς: «Ἡμεῖς ... ἐκ πνεύματος εἰρήνης μὴ εἰσακουσθέντες διαμαρτυρόμενοι ... ὑπετάγημεν τῷ θελήματι αὐτοῦ καὶ ἀνεχωρήσαμεν ἐξ Αἰγύπτου, ἐλπίζοντες εἰς ἀνταπόδοσιν δικαιοσύνης ἐν ἡμέρᾳ ἡ εὐδοκήση ὁ Θεός». Ἰδοὺ ἡ ἄκρα ἀνεξικακία του, ἡ ἁγιότητά του! Ἡ ἐφημερίδα τῆς Ἀλεξάνδρειας «Μεταρρύθμισις» στὶς 22 Ἰουλίου 1890 θεώρησε: «μεγάλην ἠθικὴν ζημίαν τὴν στέρησιν τοῦ συμπαθεστάτου τῶν Ἀρχιερέων καὶ ἀγαθωτάτου καὶ δραστηριοτάτου τῶν κληρικῶν... μεγάλως ἔθλιψε καὶ βαθέως συνεκίνησεν ἡμᾶς, ἡ ἀναχώρισίς του...»! Ἀλλὰ μάταια καὶ ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ΄ ζήτησε τὴν ἀποκατάστασή του. Σὲ τυπικὴ ἐπιστολή του τοῦ ἀπάντησε πὼς «ἡ καθ᾿ ἡμᾶς Ἐκκλησία οὐδὲν ἠδύνατο ἢ δύναται πρᾶξαι»! Ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε πὼς οἱ συκοφάντες του τιμωρήθηκαν ἀπὸ τὸ Θεό, κανένας τους δὲν κατόρθωσε νὰ πάρει τὴ θέση τοῦ Πατριάρχη!
Πίστεψε ὁ συκοφαντημένος καὶ διωγμένος Ἐπίσκοπος πὼς στὴν Ἀθήνα θὰ ἔβρισκε ἡσυχία καὶ δὲν θὰ ἔφταναν ὡς ἐκεῖ τὰ φαρμακερὰ βέλη τῶν συκοφαντῶν του καὶ διωκτῶν του! Ἀλλά γελάστηκε οἰκτρά! Ἔκαμε λάθος, δὲ βρῆκε οὔτε στὸ κλεινὸ ἄστυ τὴν ἐπιθυμητὴ ἠρεμία, ποὺ ἀποζητοῦσε, διότι φρόντισαν οἱ ἄδικοι διῶκτες του καὶ συκοφάντες του νὰ φτάσουν ὡς ἐκεῖ οἱ συκοφαντίες τους, ὥστε νὰ μὴ γίνεται πουθενὰ δεκτὸς γιὰ ἐργασία. Κτυποῦσε πόρτες καὶ ἐκλιπαροῦσε γιὰ μιὰ θέση κατώτερη τοῦ ἀξιώματός του. «Ἐπίσκοπος ὄντας ὁ ἅγιος, γράφει ὁ καθηγητὴς Σ. Δημητρακόπουλος, ζητεῖ, χωρὶς ἴχνος ἐγωισμοῦ ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος ποὺ ἔφερε, μιὰ θέση κατώτερη»! Ὕψιστο παράδειγμα ταπεινοφροσύνης! Ἀλλὰ μάταια, οἱ πόρτες ἦταν ὅλες κλειστὲς καὶ τὸ χειρότερο καὶ ὀδυνηρότερο: Τοῦ παρακρατοῦσαν ἀκόμα καὶ τοὺς μισθούς του καὶ ὡς ἐκ τούτου βίωνε ἔσχατη πενία! Δὲ μποροῦσε νὰ πληρώνει τὸ ἐνοίκιο ἑνὸς μικροῦ δωματίου στὰ Ἐξάρχεια καὶ δὲν εἶχε χρήματα νὰ τραφεῖ! Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, παρὰ τὴ συμπάθεια πρὸς αὐτόν, ἀδυνατοῦσε νὰ τὸν βοηθήσει, λόγῳ τῶν πιέσεων ποὺ δέχονταν ἀπὸ τοὺς συκοφάντες του, οἱ ὁποῖοι διατηροῦσαν ἰσχυρὰ ἐρείσματα στὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ πολιτικὸ κατεστημένο τῶν Ἀθηνῶν.
Ζητοῦσε ἀπεγνωσμένα μιὰ θέση ἱεροκήρυκα σὲ κάποια μητρόπολη, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει τὴν ἔγκριση τοῦ Ὑπουργείου Ἐκκλησιαστικῶν καὶ Δημοσίου Ἐκπαιδεύσεως, τὸ ὁποῖο ἀρνιόταν νὰ τὴ χορηγήσει, μὲ τὸ αἰτιολογικὸ ὅτι δῆθεν δὲν εἶχε τὴν ἑλληνική
ἰθαγένεια! Ὅτι δὲν εἶχε γεννηθεῖ σὲ ἑλληνικὸ ἔδαφος, ἀλλὰ σὲ τουρκοκρατούμενη περιοχή! Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος βεβαίωσε τὴν ἑλληνική του ἰθαγένεια, ἀλλὰ τὸ ὑπουργεῖο κωλυσιεργοῦσε ἀνεξήγητα τὸ διορισμό του. Εὐτυχῶς, ὕστερα ἀπὸ καιρό, μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ Δημάρχου Ἀθηναίων Μιχαὴλ Μελᾶ, πατέρα τοῦ μακεδονομάχου Παύλου Μελᾶ, διευθετήθηκε τὸ πρόβλημα. Κατόρθωσε νὰ διοριστεῖ ἱεροκήρυκας στὴ Χαλκίδα τὸ Μάρτιο τοῦ 1891. Ὁ ἅγιος, περιχαρὴς καὶ δοξάζων τὸ Θεό, ἀναχώρησε γιὰ τὴ Χαλκίδα καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ θέρμη καὶ ζῆλο, ἐπιτελῶντας σπουδαῖο ἱεραποστολικὸ καὶ κηρυγματικὸ ἔργο, κατακτῶντας τὴν ἀγάπη τοῦ εὐσεβοῦς εὐβοϊκοῦ λαοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἐδῶ δυστυχῶς δὲν ἀναπαύτηκε καὶ δὲν βρῆκε ἡσυχία, διότι οἱ ἄσπονδοι ἐχθροί του, ἔστελναν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἀνθρώπους τους νὰ τὸν ἀποδοκιμάζουν κάτω ἀπὸ τὸν ἄμβωνα, φωνασκῶντας: «ἀνάξιος – πόρνος»! Ἐκεῖνος καὶ πάλι λοιδορούμενος σιωποῦσε καὶ συγχωροῦσε, ψελλίζοντας τὸν κυριακὸ λόγο: «οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»! Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀρχιεπίσκοπος Χαλκίδος, δὲν εἶχε τὶς καλλίτερες σχέσεις μαζί του. Φοβούμενος νὰ συγκριθεῖ μαζί του, ὁ πιστὸς λαὸς ἔκανε τὴ σύγκριση, τὸν φθονοῦσε καὶ τοῦ δημιουργοῦσε συνεχῶς προβλήματα. Ἔφτασε κάποτε στὸ σημεῖο νὰ τοῦ ἀπαγορεύσει νὰ ἱερουργεῖ!
ἰθαγένεια! Ὅτι δὲν εἶχε γεννηθεῖ σὲ ἑλληνικὸ ἔδαφος, ἀλλὰ σὲ τουρκοκρατούμενη περιοχή! Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος βεβαίωσε τὴν ἑλληνική του ἰθαγένεια, ἀλλὰ τὸ ὑπουργεῖο κωλυσιεργοῦσε ἀνεξήγητα τὸ διορισμό του. Εὐτυχῶς, ὕστερα ἀπὸ καιρό, μὲ τὴν παρέμβαση τοῦ Δημάρχου Ἀθηναίων Μιχαὴλ Μελᾶ, πατέρα τοῦ μακεδονομάχου Παύλου Μελᾶ, διευθετήθηκε τὸ πρόβλημα. Κατόρθωσε νὰ διοριστεῖ ἱεροκήρυκας στὴ Χαλκίδα τὸ Μάρτιο τοῦ 1891. Ὁ ἅγιος, περιχαρὴς καὶ δοξάζων τὸ Θεό, ἀναχώρησε γιὰ τὴ Χαλκίδα καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ θέρμη καὶ ζῆλο, ἐπιτελῶντας σπουδαῖο ἱεραποστολικὸ καὶ κηρυγματικὸ ἔργο, κατακτῶντας τὴν ἀγάπη τοῦ εὐσεβοῦς εὐβοϊκοῦ λαοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἐδῶ δυστυχῶς δὲν ἀναπαύτηκε καὶ δὲν βρῆκε ἡσυχία, διότι οἱ ἄσπονδοι ἐχθροί του, ἔστελναν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἀνθρώπους τους νὰ τὸν ἀποδοκιμάζουν κάτω ἀπὸ τὸν ἄμβωνα, φωνασκῶντας: «ἀνάξιος – πόρνος»! Ἐκεῖνος καὶ πάλι λοιδορούμενος σιωποῦσε καὶ συγχωροῦσε, ψελλίζοντας τὸν κυριακὸ λόγο: «οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»! Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀρχιεπίσκοπος Χαλκίδος, δὲν εἶχε τὶς καλλίτερες σχέσεις μαζί του. Φοβούμενος νὰ συγκριθεῖ μαζί του, ὁ πιστὸς λαὸς ἔκανε τὴ σύγκριση, τὸν φθονοῦσε καὶ τοῦ δημιουργοῦσε συνεχῶς προβλήματα. Ἔφτασε κάποτε στὸ σημεῖο νὰ τοῦ ἀπαγορεύσει νὰ ἱερουργεῖ!
Δύο χρόνια μετά, ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη οἱ συκοφαντίες ἐναντίον του κατέρρευσαν, ἀποκαλύφτηκαν οἱ ραδιοῦργοι συκοφάντες του καὶ ἀπαλλάχτηκε ἀπὸ ὅλες τὶς κατηγορίες. Ὁ ἐπίσκοπος Χαλκίδος καὶ ὁ λαὸς τῆς περιοχῆς πληροφορήθηκαν μὲ ἀνακούφιση τὴν εἴδηση καὶ ἄρχισαν νὰ ἀποθεώνουν τὸν ἱεροκήρυκά τους. Κήρυττε πιὰ ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ στίγματα τοῦ παρελθόντος. Ἡ φήμη του ξεπέρασε τὴν Εὔβοια καὶ ἔφτασε στὴν Ἀθήνα.
Στὶς 3 Ἰανουαρίου 1894 διορίστηκε διευθυντὴς τῆς Ριζαρίου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς στὴν Ἀθήνα. Τὸ ἔργο του στὴν ὀνομαστὴ σχολὴ ὑπῆρξε μεγάλο καὶ πρωτοπόρο. Κυρίως ἐπικεντρώθηκε στὸν ὀρθόδοξο τρόπο σκέψης, διότι ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ ἡ δυτικὴ θεολογία διείσδυε ἐπικίνδυνα στὸν ὀρθόδοξο ἑλληνικὸ χῶρο. Ἐπιδεικνύει ἀπίστευτα δείγματα λαμπροῦ παραδείγματος στοὺς σπουδαστὲς καὶ στοὺς ἐργαζομένους. Ἐργαζόταν, δίδασκε, μελετοῦσε, ἔγραφε καὶ προσευχόταν ὧρες ἀτέλειωτες. Δὲν δίσταζε νὰ κάνει καὶ τὶς πλέον ταπεινὲς ἐργασίες. Κάποτε χρειάστηκε νὰ πάρει κρυφὰ τὴ θέση τοῦ ἄρρωστου καθαριστῆ τῶν ἀποχωρητηρίων, τὰ ὁποῖα καθάριζε τὶς μεταμεσονύχτιες ὧρες, γιὰ νὰ μὴν ἀντικατασταθεῖ ὁ ἀσθενὴς ὑπάλληλος! Οἱ σπουδαστὲς καὶ οἱ ἐργαζόμενοι τὸν ὑπεραγαποῦσαν. Ἡ δράση του ἐκτείνονταν καὶ ἐκτὸς τῆς σχολῆς. Χιλιάδες ἄνθρωποι εὐεργετοῦνταν ποικιλότροπα ἀπὸ αὐτόν. Ὑπηρέτησε στὴ σχολὴ 14 ἔτη, ὡς τὸ Φεβρουάριο τοῦ 1908, ὅπου καὶ παραιτήθηκε γιὰ λόγους ὑγείας.
Ἀποσύρθηκε στὴν Αἴγινα, σὲ ἕνα ἐγκαταλειμμένο μοναστήρι στὴ θέση Ξάντο, μὲ τέσσερις γυναῖκες – πνευματικά του παιδιὰ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Ἐκεῖ μὲ ἄσκηση, προσευχὴ καὶ νηστεία ἱκανοποιεῖ τὴν παλιά του ἐπιθυμία νὰ ζήσει ὡς μοναχός. Ἀνακαίνισε ἐκ βάθρων τὴν ἐρειπωμένη Μονή, μὲ δικά του χρήματα. Ὑπηρετοῦσε ὡς πνευματικὸς τῆς Μονῆς καὶ ταυτόχρονα διακονοῦσε στὶς πιὸ εὐτελεῖς διακονίες, κύρια ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν ἐπισκευὴ τῶν παντοφλῶν τῶν μοναχῶν! Ταυτόχρονα ἀρχίζουν τὰ σημάδια τῆς ἁγιότητάς του. Θεράπευσε ἕναν ντόπιο δαιμονισμένο, καὶ μὲ τὶς δεήσεις του, ἔβρεξε, ὕστερα ἀπὸ τρία χρόνια ἀνομβρίας στὸ νησί. Ἡ φήμη του μεγάλωνε, πλήθη ἀπὸ ὅλη τὴν Ἑλλάδα ἔτρεχαν στὴν Αἴγινα. Μὲ τὴν προσωπική του ἐργασία μεγάλωσε τοὺς χώρους τῆς Μονῆς καὶ παράλληλα φρόντισε γιὰ τὴ νομικὴ ἀναγνώρισή της.
Ἀλλὰ ὁ μισόκαλλος διάβολος λυσσομανοῦσε καὶ μηχανεύονταν τὴν καταστροφή του. Πάσχιζε νὰ ματαιώσει τὸ μεγάλο πνευματικὸ ἔργο τοῦ ἁγίου, τὸ ὁποῖο ἔβλεπε νὰ ἐπιτελεῖται καὶ νὰ καρποφορεῖ στὸν ἁγιασμένο ἐκεῖνο αἰγινίτικο τόπο. Παρότρυνε κακεντρεχεῖς κληρικοὺς καὶ συμβούλους τοῦ τότε μητροπολίτη Ἀθηνῶν Θεόκλητου,
νὰ ἀρνεῖται πεισματικὰ καὶ χωρὶς σοβαρὴ αἰτιολογία, νὰ ἀναγνωρίσει νομικὰ τὴ Μονὴ τῆς Αἴγινας. Παρὰ τὶς παρακλήσεις, τὶς παραστάσεις καὶ τὶς ἐπισκέψεις του στὴν ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, δὲν κατόρθωσε νὰ πάρει τὴν ἀναγνώριση, ὅσο ζοῦσε καὶ ἡ Μονὴ λειτουργοῦσε ἄτυπα, σχεδὸν παράνομα. Δὲν ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴ Μονή του νόμιμη ὡς τὸ θάνατό του, γεγονὸς τὸ ὁποῖο τὸν λυποῦσε ἀφόρητα! Οἱ ἀπανωτὲς ἐπιστολὲς του πρὸς τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ κατέληγαν στὸν κάλαθο τῶν ἀπορριμμάτων! Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ ἐπιστολή του στὶς 20 Ἰουνίου 1913 πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θεόκλητο, στὸν ὁποῖο ἀπευθύνει θερμὴ παράκληση καὶ κάνει δραματικὴ ἔκκληση γιὰ τὴν ἀναγνώριση τῆς Μονῆς. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοκλήτου ἦρθε μετὰ ἀπὸ τρεῖς μῆνες, μὲ τὴν ὁποία, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ἀντὶ γιὰ τὴν ποθούμενη ἄδεια, τὸν καλοῦσε σὲ ἀπολογία, διότι εἶχε τολμήσει νὰ συστήσει μοναχικὴ ἀδελφότητα, χωρὶς τὴν ἐπίσημη ἔγκριση! Ὁ ἅγιος αἰσθάνθηκε ἀπέραντη πικρία καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ἀπολογηθεῖ, νὰ ὑπερασπίσει τὸν ἑαυτό του γιὰ τὸ ὑποτιθέμενο παράπτωμά του!
νὰ ἀρνεῖται πεισματικὰ καὶ χωρὶς σοβαρὴ αἰτιολογία, νὰ ἀναγνωρίσει νομικὰ τὴ Μονὴ τῆς Αἴγινας. Παρὰ τὶς παρακλήσεις, τὶς παραστάσεις καὶ τὶς ἐπισκέψεις του στὴν ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, δὲν κατόρθωσε νὰ πάρει τὴν ἀναγνώριση, ὅσο ζοῦσε καὶ ἡ Μονὴ λειτουργοῦσε ἄτυπα, σχεδὸν παράνομα. Δὲν ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴ Μονή του νόμιμη ὡς τὸ θάνατό του, γεγονὸς τὸ ὁποῖο τὸν λυποῦσε ἀφόρητα! Οἱ ἀπανωτὲς ἐπιστολὲς του πρὸς τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ κατέληγαν στὸν κάλαθο τῶν ἀπορριμμάτων! Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ ἐπιστολή του στὶς 20 Ἰουνίου 1913 πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θεόκλητο, στὸν ὁποῖο ἀπευθύνει θερμὴ παράκληση καὶ κάνει δραματικὴ ἔκκληση γιὰ τὴν ἀναγνώριση τῆς Μονῆς. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοκλήτου ἦρθε μετὰ ἀπὸ τρεῖς μῆνες, μὲ τὴν ὁποία, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ἀντὶ γιὰ τὴν ποθούμενη ἄδεια, τὸν καλοῦσε σὲ ἀπολογία, διότι εἶχε τολμήσει νὰ συστήσει μοναχικὴ ἀδελφότητα, χωρὶς τὴν ἐπίσημη ἔγκριση! Ὁ ἅγιος αἰσθάνθηκε ἀπέραντη πικρία καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ἀπολογηθεῖ, νὰ ὑπερασπίσει τὸν ἑαυτό του γιὰ τὸ ὑποτιθέμενο παράπτωμά του!
Μετὰ τὴν ἐκθρόνιση τοῦ Θεοκλήτου, ἡ ὁποία ἀκολούθησε τὰ δραματικὰ γεγονότα τοῦ γνωστοῦ ἀναθέματος τοῦ Βενιζέλου (Δεκέμβριος 1916), ἀνῆλθε στὸ μητροπολιτικὸ θρόνο τῶν Ἀθηνῶν ὁ Μελέτιος Μεταξάκης, ὁ γνωστὸς νεωτεριστὴς Ἱεράρχης. Ὁ ἀγαθὸς Νεκτάριος πίστεψε πὼς ὁ νέος Μητροπολίτης θὰ παραχωροῦσε τὴ σχετικὴ νομικὴ ἀναγνώριση τῆς Μονῆς του. Ὅμως δυστυχῶς διαψεύστηκαν καὶ πάλι οἱ προσδοκίες του. Ὁ ἱεράρχης, ἐκεῖνος διαπνέονταν ἀπὸ ἀντιμοναχικὸ πνεῦμα, τοῦ ἀρνήθηκε κατηγορηματικὰ τὴν ἀναγνώριση τῆς Μονῆς καὶ μάλιστα τὸν συμβούλεψε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ Μονὴ καὶ νὰ ἔρθει στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ ἐπιτελέσει κοινωνικὸ ἔργο, διότι ὁ μοναχισμός, ὅπως ἔλεγε, ἦταν ἀναχρονιστικὸς καὶ ξοφλημένος θεσμός! Μάλιστα ὁ μοιραῖος ἐκεῖνος Ἀρχιεπίσκοπος φρόντισε νὰ μεταβεῖ στὴν Αἴγινα γιὰ νὰ πείσει τὸν ἅγιο νὰ ἐγκαταλείψει τὴν προσπάθειά του νὰ συστήσει μοναχικὴ ἀδελφότητα στὸ νησί! Μαζί του ἦταν καὶ ὁ 33χρονος διάκονός του, ὁ Ἀθηναγόρας Σπύρου, ὁ μετέπειτα Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης! Εἶπε χαρακτηριστικὰ στὸν φιλομόναχο ἅγιο Νεκτάριο, δείχνοντάς του τὰ ἐρειπωμένα ἐκκλησάκια τῆς περιοχῆς: «Νεκτάριε, μετ᾿ ὀλίγα χρόνια, ὅπως βλέπεις αὐτὰ τὰ ἐρείπια, ἔτσι θὰ καταντήσει καὶ τὸ δικό σου μοναστήρι, διὰ τὸ ὁποῖον ἀδίκως κοπιάζεις» καὶ ὁ ἅγιος ἀπάντησε: «Ἀδελφὲ καὶ συλλειτουργέ, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ καταντήσει, ὡς σὺ λέγεις, τὸ μοναστήρι μου, ἀλλὰ καὶ ἄλλα τοιαῦτα, θέλουσι συντόμως ἀνεγερθεῖ ἐν τῇ νήσῳ ταύτη, πρὸς δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι ἡμῶν Θεοῦ»! Ὁ ἅγιος δικαιώθηκε καὶ ὁ μοιραῖος ἱεράρχης διαψεύστηκε, ἀφοῦ ἡ Μονή του ἀναδείχθηκε σὲ πανελληνίου καὶ παγκοσμίου φήμης πνευματικὸ κέντρο καὶ προσκύνημα!
Ἀλλά, μετ᾿ ὀλίγον, ἔρχεται καὶ νέα, μεγάλη καὶ σφοδρὴ δοκιμασία γιὰ τὸν 72χρονο πιά, ταλαιπωρημένο καὶ ἀποστεωμένο Νεκτάριο. Ζοῦσε στὴν Αἴγινα μιὰ ξένη γυναῖκα, ἡ ὁποία πωλοῦσε κεριὰ σὲ προσκυνητὲς πέριξ τῆς Μονῆς γιὰ νὰ ζήσει. Γιὰ τοῦτο τὴν ἀποκαλοῦσαν «κεροῦ». Τὸ ὄνομά της ἦταν Εἰρήνη Φραγκουδάκη. Εἶχε μιὰ κόρη τὴ Μαρία, τὴν ὁποία σκόπευσε νὰ παντρέψει μὲ ἕναν αἰγινίτη. Ἀλλὰ ἐκείνη ἤθελε νὰ γίνει μοναχὴ καὶ παρὰ τὶς ἀντιδράσεις τῆς μητέρας της, ἐντάχτηκε στὴν ἀδελφότητα τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Ἡ μητέρα της ἀντιτάχτηκε μὲ σφοδρότητα στὴν ἀπόφασή της καὶ προσπαθοῦσε μὲ κάθε τρόπο νὰ τὴν ἐπαναφέρει, χωρὶς ἀποτέλεσμα. Τότε συνέλαβε ἕνα σατανικὸ σχέδιο, νὰ συκοφαντήσει τὸν πνευματικό της πατέρα, τὸ Νεκτάριο. Τὸ μῖσος της τὴν ὁδήγησε στὴν εἰσαγγελία Πειραιῶς, ὅπου κατάγγειλε τὸν ἅγιο Νεκτάριο ὅτι ἀποπλάνησε τὴν κόρη της καὶ εἶχε μαζί της σεξουαλικὲς σχέσεις καὶ εἶχε κάνει καὶ παιδιὰ μαζί της τὰ ὁποῖα ἔριχνε σὲ πηγάδι! Ὅτι μοναδικός του σκοπὸς ἦταν νὰ τὴν πάρει στὸ Μοναστήρι γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖ τὶς ὀρέξεις του!
Δικαστικὸς ἀνακριτής, χωρὶς νὰ ἐξετάσει καλῶς τὶς καταγγελίες, μετέβη στὸ Μοναστήρι γιὰ νὰ ἀνακρίνει τὸν ἅγιο. Παρασυρμένος ἀπὸ μιὰ ἀνεξήγητη ἀπέχθεια πρὸς αὐτὸν καὶ χωρὶς νὰ σεβαστεῖ οὔτε τὸ ἐπισκοπικό του ἀξίωμα, οὔτε τὴν ἡλικία του, οὔτε τὸ τεκμήριο τῆς ἀθωότητας τοῦ κατηγορημένου, τοῦ συμπεριφέρθηκε μὲ πρωτοφανῆ βαναυσότητα, ἀπειλές, ὕβρεις καὶ χειρονομίες. Ὁ ἅγιος τὸν ἀντιμετώπισε μὲ ἠρεμία. Ὅση ὥρα ὁ μαινόμενος δικαστικὸς τὸν ἔβριζε καὶ τὸν ἀπειλοῦσε, αὐτὸς προσευχόταν μυστικά, παρακαλῶντας τὸ Θεὸ νὰ συγχωρήσει τοὺς συκοφάντες του, τὸν ἄδικο δικαστὴ καὶ νὰ ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια. Ἀρνιόταν νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ τὸ μόνο ποὺ εἶπε ἦταν: «Ὁ Θεὸς γνωρίζει ἂν ὅλα ὅσα λέγεις εἶναι ἀληθῆ. Ὑπὲρ ἐμαυτοῦ οὐκ ἀπολογήσομαι»! Μάταια προσπαθοῦσαν ἡ ἡγουμένη, οἱ ἀδελφὲς τῆς Μονῆς καὶ οἱ παριστάμενοι νὰ τὸν πείσουν νὰ ἀπολογηθεῖ γιὰ τὴν ἀθωότητά του. «Αὐτά σᾶς διδάσκω τόσο καιρό; τοὺς εἶπε. Ὑπὲρ ἐμαυτοῦ οὐκ ἀπολογήσομαι. Προσευχηθεῖτε ὑπὲρ τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ. Διαβλέπω ἐπ᾿ αὐτοῦ βάσανον. Προσευχηθεῖτε παρακαλῶ. Καὶ δι᾿ αὐτὸν ἐσταυρώθη ὁ Κύριος». (Χονδροπούλου, «Ὁ Ἅγιος τοῦ αἰῶνα», Ἀθῆναι 2003,
Στὴν ὑπόθεση ἀναμείχτηκε καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Μελέτιος Μεταξάκης, ὁ ὁποῖος πῆρε ἄκρως ἀρνητικὴ θέση κατὰ τοῦ ἁγίου. Τοῦ συμπεριφέρθηκε μὲ ἰδιαίτερη σκληρότητα. Μάλιστα μετέβη ὁ ἴδιος στὴν Αἴγινα, στὶς 9 Ἀπριλίου 1919, γιὰ νὰ ἐξετάσει τὸν ἅγιο. Ὅμως δὲν προχώρησε σὲ κυρώσεις, περιμένοντας τὶς ἀποφάσεις τῶν δικαστικῶν ἀρχῶν.
Ἡ δικαίωση δὲν ἄργησε νὰ ἔρθει. Ἡ κοπέλα ἐξετάστηκε ἀπὸ τὸν γυναικολόγο ἰατρὸ καὶ καθηγητὴ τῆς μαιευτικῆς καὶ γυναικολογίας τοῦ Παν. Ἀθηνῶν Νικόλαο Πετσάλη, ἡ ὁποία βρέθηκε ἄφθορη, παρθένα! Ὁ ἅγιος ἀπαλλάχτηκε πανηγυρικά. Ἡ συκοφάντης «κεροῦ» καταδικάστηκε καὶ ἐξορίστηκε καὶ μετανοήσασα ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ σὲ ἄλλο Μοναστήρι τῆς Αἴγινας, μαζὶ μὲ τὴν κόρη της, παίρνοντας τὸ ὄνομα Ξένη. Ὁ δὲ δικαστικὸς εἶχε ἄσχημο τέλος: ἀσθένησε βαρύτατα ἀπὸ γάγγραινα καὶ πέθανε στὸ νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός», παρὰ τὴ συγχώρηση ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν ἅγιο, ὅπως εἶχε προβλέψει ἐκεῖνος!
Ἀλλὰ οἱ περιπέτειες δὲν σταμάτησαν ἐκεῖ. Ἔμελλε νὰ εἶναι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἐπώδυνο, ὅπως ἦταν ὁλόκληρη ἡ ζωή του. Ἡ ὑγεία του ἐπιδεινώνονταν συνεχῶς. Οἱ περιπέτειες τῆς πολυκύμαντης ζωῆς του τοῦ ἐπιφύλασσαν ἕνα ἐπίπονο τέλος. Τὸ 1920 εἰσήχθη στὸ Ἀρεταίειο νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν ὅπου διαγνώστηκε προχωρημένος καρκίνος τοῦ προστάτη. Κοιμήθηκε, λίγες ἡμέρες μετά, στὶς 9 Νοεμβρίου.
Ἡ ἁγιότητά του δὲν ἄργησε νὰ φανεῖ. Τὸ τίμιο σκήνωμά του ἔμεινε ἄφθορο γιὰ 30 χρόνια, παρὰ τὶς 3 ἐκταφές του. Ἄπειρα θαύματα ἄρχισαν νὰ ἐπιτελοῦνται καὶ συνεχίζουν ὡς τὰ σήμερα στὸ ὄνομά του. Στὶς 20 Ἀπριλίου τοῦ 1961 ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξή του καὶ ὁρίστηκε ἡ μνήμη του νὰ ἑορτάζεται τὴν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοίμησης, στὶς 9 Νοεμβρίου.
Ἀλλὰ τὰ βάσανα τοῦ ἁγίου δὲν τέλειωσαν οὔτε μὲ τὸ θάνατό του. Ἐνῶ ὁλόκληρο τὸ ὀρθόδοξο πλήρωμα τιμοῦσε τὸν Νεκτάριο ὡς ἅγιο, ἀμέσως μετὰ τὴν κοίμησή του, καὶ ἀκολούθησαν πάμπολλα θαύματα, καὶ παρ᾿ ὅλη τὴν ἁγιοκατάταξή του τὸ 1961, τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ἀρνοῦνταν νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ἁγιότητά του καὶ νὰ τιμήσει τὴ μνήμη του. Ἔπρεπε νὰ περάσουν κοντὰ σαράντα χρόνια ἀπὸ τὴν ἁγιοκατάταξή του, στὶς 15-1-1998, γιὰ νὰ ζητήσει συγγνώμη ὁ μακαριστὸς Πατριάρχης Πέτρος καὶ νὰ τὸν συμπεριλάβει στοὺς ἁγιολογικούς της δέλτους!
Μιὰ ἄλλη ἐπίσης μεταθανάτια δοκιμασία ἐγέρθηκε κατὰ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Στὴ δεκαετία τοῦ 1970 μιὰ ἀσεβὴς μοναχὴ τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ὀνόματι Μαγδαληνή, ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀναλήψεως Κοζάνης, ἐξαπέλυσε ἕναν ἀπίστευτο καὶ πρωτοφανῆ πόλεμο ἐναντίον του, ὅτι δῆθεν ἦταν οἰκουμενιστής! Ἐξέδωσε βιβλία μὲ ὀχετὸ ὕβρεων, πεζοδρομιακοῦ τύπου, κατὰ τοῦ ἁγίου. Ἡ ἐπίθεση ἦταν τέτοιας ἔντασης, ὥστε δημιούργησε ἔνταση ὄχι μόνον στὴν Ἐκκλησία μας, ἀλλὰ καὶ στὶς διάφορες παρατάξεις τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, οἱ ὁποῖοι χωρίστηκαν σὲ ἐκείνους ποὺ ὑποστήριζαν τὴν βλάσφημη μοναχὴ καὶ σὲ ἐκείνους ποὺ τὴν ἐπέκριναν. Τελικὰ ἡ Μαγδαληνὴ ἀφορίστηκε ὡς αἱρετικὴ ἁγιομάχος καὶ πέθανε ἀμετανόητη. Ἐπίσης ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι μεταθανάτιοι ἐχθροὶ καὶ συκοφάντες τοῦ ἁγίου Νεκταρίου. Ἀνήκουν στὸ χῶρο τῶν στρατευμένων ἀντιχριστιανῶν ἀθέων καὶ τῶν νεοπαγανιστῶν, οἱ ὁποῖοι, θέλοντας νὰ χτυπήσουν τὴν Ἐκκλησία, παραθεωροὺν τὶς ἀθωωτικὲς ἀποφάσεις γιὰ τὶς συκοφαντίες τοῦ ἁγίου, τὶς ὁποῖες παραθέτουν στὰ δημοσιεύματά τους ὡς ἀληθινές!
Γνωστὴ ἱστοσελίδα ὁρκισμένου ἀντιχριστιανοῦ ἀθεϊστή, ἔγραψε, πρὶν ἀπὸ καιρὸ γιὰ τὸν ἅγιο τὸ ἑξῆς σκωπτικὸ καὶ πικρόχολο σχόλιο: «Διακορεύεις καὶ ἁγιάζεις! Ἡ σημερινὴ Ρωμιοσύνη τιμᾶ τὸν διακορευτὴ νεανίδων, Νεκτάριο ... Ὁ διακορευτὴς (μὲ δικαστικὴ ἀπόφαση παρακαλῶ) τελικὰ ἁγιοποιήθηκε γιὰ νὰ τὴ σκαπουλάρει! Δὲν εἶναι ἀπίστευτο; Κι ὅμως ἀληθινό!»! Ἄλλος ὁρκισμένος χριστιανομάχος νεοπαγανιστὴς ἀναρτᾶ κάθε φορὰ ποὺ γιορτάζει ὁ ἅγιος ἐμετικὸ δημοσίευμα στὴν ἱστοσελίδα του, ἀναμασῶντας τὶς συκοφαντίες κατὰ τοῦ ἁγίου, ὡς ἀληθινές, χωρὶς νὰ ἀναφέρει ὅτι αὐτὲς ἐξέπεσαν ἀπὸ τὰ ἐπίσημα κρατικὰ ὄργανα! Δὲν τὶς παρουσιάζει οὔτε κἂν ὡς εἰκασίες ἀλλὰ ὡς πραγματικὰ γεγονότα!
Ἀλλὰ ὅσο ὁ ἥλιος μπορεῖ νὰ λερωθεῖ ἀπὸ τὴ λάσπη ποὺ τοῦ πετοῦν τὰ παιδιὰ παίζοντας, ἄλλο τόσο μποροῦν νὰ κηλιδωθοῦν οἱ ἁγιασμένοι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Πολὺ γρήγορα οἱ λάσπες τῶν συκοφαντιῶν πέφτουν στὰ μοῦτρα ἐκείνων ποὺ τὶς ἐκτοξεύουν, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ πολυπαθοῦς ἁγίου Νεκταρίου. Ὁ ἁγιασμένος αὐτὸς Ἱεράρχης, τὸ σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ, ὁ θεωμένος ἀπὸ αὐτὴ τὴ γήινη ζωή, ὑπόμεινε μὲ καρτερία τοὺς βασάνους τῆς ζωῆς, ἀγόγγυστα, ὡς σμίλευση τῆς ψυχῆς του, ὥστε νὰ καθαρθεῖ καὶ νὰ καταστεῖ καθαρὴ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τὸν δόξασε ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Τὸν κατέστησε πρότυπο ὑπομονῆς καὶ ἀνεξικακίας, ὥστε νὰ δείχνει καὶ στοὺς ἄλλους ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς ἀνταπόδοσης, ὑπάρχει καὶ ὁ δρόμος τῆς ἀγάπης. Αὐτὸν τὸν δρόμο ἀκολούθησε σὲ ὅλη του τὴ ζωή, γενόμενος ζωντανὸ παράδειγμα γιὰ μᾶς τοὺς πιστούς.
Τελειώνω μὲ μιὰ εὔστοχη παρατήρηση γιὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο ἀπὸ τὸν μακαριστὸ λόγιο ἁγιορείτη μοναχὸ π. Θεόκλητο Διονυσιάτη: Ὁ ἅγιος Νεκτάριος «ἀνέβηκε στὶς ὕπατες βαθμίδες τῆς κλίμακος τῶν ἀρετῶν, νεκρώθηκε τῷ κόσμῳ, ἔζησε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατέστη ἔνθεος καὶ θεοειδὴς καί, ὡς τεθεωμένος, ἀφθαρτοποιήθη ἤδη ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, ἐπορεύθη πλέον γιὰ τὴν αἰώνια καὶ ἄληκτη, τὴ μακάρια καὶ ἰσόθεα ζωὴ» (Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁ θαυματουργός, Θεσσαλονίκη 1979, σ. 144). Ἂς ἔχουμε τὴν εὐχή του καὶ τὶς ἀέναες πρεσβεῖες του στὸ θρόνο τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Θεοῦ!
*(Εἰσήγηση στὸν Ἱερὸ Ναὸ Τιμίου Σταυροῦ Καστέλας Πειραιῶς 10-9-2018)
*(Εἰσήγηση στὸν Ἱερὸ Ναὸ Τιμίου Σταυροῦ Καστέλας Πειραιῶς 10-9-2018)
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου