Δευτέρα 28 Απριλίου 2025

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΔΕΥΤΕΡΑ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2025

Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες ἐν Κυζίκῳ


Εἰκὼν ἀΰλων Ταγμάτων τῶν ἐννέα,
Οἱ τὰς κάρας τμηθέντες ἄνδρες ἐννέα.
Εἰκάδι ὀγδοάτῃ βιότου λυγροῦ ἐννὲ᾽ ἀπῆραν.

Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες τῆς Κυζίκου, ὁ Ἀντίπατρος, Ἀρτεμᾶς, ὁ Θαυμάσιος, ὁ Θεόγνις, ὁ Θεόδουλος, ὁ Θεόστιχος, ὁ Μάγνος, ὁ Ροῦφος καὶ ὁ Φιλήμονας κατάγονταν ἀπὸ διάφορους τόπους. Συνελήφθησαν ὅμως ὅλοι μαζὶ στὴν Κύζικο τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν. Ὅταν ὁδηγήθηκαν μπροστὰ στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ἐπέδειξαν θαυμαστὴ γενναιότητα καὶ ὑπερασπίσθηκαν μὲ παρρησία καὶ θάρρος τὴν πίστη τους. 
 
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ γιὰ νὰ καμφθεῖ τὸ σθένος τους, ρίχθηκαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖ χωρὶς νερὸ καὶ τροφὴ προσεύχονταν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν Κύριό τους, ὁ Ὁποῖος τοὺς ἀξίωσε νὰ ὑποφέρουν γιὰ Ἐκεῖνον καὶ ὁ ἕνας ἔδινε θάρρος στὸν ἄλλον. Ὅταν ὁ ἄρχοντας τοὺς ρώτησε γιὰ τελευταία φορὰ ἐὰν ἐπιμένουν νὰ πιστεύουν στὸν Χριστό, ὅλοι μὲ ἕνα στόμα καὶ μία καρδιὰ τοῦ ἀπάντησαν ὅτι προτιμοῦν τὸ μαρτύριο ἀπὸ τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργὸ καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἔξαλλος ἀπὸ ὀργὴ ὁ ἄρχοντας διέταξε ἀμέσως τὸν ἀποκεφαλισμό τους. Ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος τους καὶ οἱ Ἅγιοι ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ συμφωνίᾳ, ἐννεάριθμος, Μαρτύρων δῆμος, ἐν Κυζίκῳ ἱερῶς ἠνδραγάθησε· τὸν γὰρ Ὑπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, ὑπὲρ αὐτοῦ ὡς ἀμνοὶ σφαγιάζονται· ὅθεν ἄφεσιν, αἰτοῦνται ἡμῖν καὶ ἔλεος, τοῖς μέλπουσιν αὐτῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ἐννάριθμος χορός, τῶν Μαρτύρων αἰνείσθω, Θεόγνις ὁ κλεινός, καὶ Ἀντίπατρος ἅμα, Μάγνος τε καὶ Θεόστιχος, Ἀρτεμᾶς καὶ Θεόδοτος, καὶ Θαυμάσιος, Φιλήμων ἅμα καὶ Ῥοῦφος· θείαν χάριν γάρ, ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ Σωτῆρος, ἠμῖν ἀναβλύζουσι.

Μεγαλυνάριον.
Ἄρνες τοῦ τυθέντος ἐν τῷ Σταυρῷ, ὤφθησαν νομίμως, ἐννεάριθμοι Ἀθληταί, οἱ ἐν τῇ Κυζίκῳ, τὸν ὄφιν καθελόντες· διὸ πρὸς οὐρανίαν, μάνδραν εἰσήλασαν.

Διήγηση γενομένου θαύματος ἐν Καρθαγένῃ Βορείου Ἀφρικῆς

Ἔκστηθι λάγνε, ὧδε μοιχείας βλέπων,
Τὴν ἐκδίκησιν, καὶ μακρὰν ταύτης γίνου.

Κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 – 641 μ.Χ.) καὶ ὅταν ἔξαρχος Ἀφρικῆς ἦταν ὁ πατρίκιος Νικήτας, ἔγινε ἐκεῖ ἕνα περίεργο θαῦμα. Στὴν Καρθαγένη ζοῦσε κάποιος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἔπεσε στὴν πόλη αὐτὴ ἡ ἐπιδημία, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὴν σύζυγό του. Πῆγαν στὴν ἐξοχική τους κατοικία, ὅπου καὶ διέμεναν γιὰ νὰ μὴν ἀσθενήσουν. Ἀλλὰ ὁ φθονερὸς καὶ ἀνθρωποκτόνος διάβολος παρέσυρε αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ διαπράξει μοιχεία μὲ τὴ σύζυγο τοῦ γεωργοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ καλλιεργοῦσε τὰ κτήματα. Στὴν συνέχεια ἀσθένησε καὶ πέθανε.

Ὕστερα ὅμως ἀπὸ τρεῖς ὧρες ἀφότου τὸν ἐνταφίασαν, ἄρχισε νὰ φωνάζει μέσα ἀπὸ τὸν τάφο καὶ νὰ λέγει: «Ἐλεῆστέ με, ἐλεῆστέ με». Ἀφοῦ ἄνοιξαν λοιπὸν τὸν τάφο, τὸν βρῆκαν ζωντανό, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ μιλήσει. Ὁ παρευρισκόμενος δὲ ἐκεῖ Ἐπίσκοπος Ἀφρικῆς Θαλάσσιος τὸν ἐνίσχυσε μὲ λόγια παραμυθητικά.

Ὅταν πέρασαν τέσσερις ἡμέρες, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἄρχισε νὰ ὁμιλεῖ καὶ διηγήθηκε τὰ ἀκόλουθα: «Τὴν στιγμὴ ποὺ ἔβγαινε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸ σῶμα μου, ἔβλεπα τοὺς δαίμονες, σὰν Αἰθίοπες, νὰ βρίσκονται πλησίον μου καὶ νὰ ἔχουν ὄψη ποὺ προκαλοῦσε τὸν τρόμο καὶ τὴν φρίκη. Στὴν συνέχεια εἶδα δύο Ἀγγέλους μὲ τὴν μορφὴ ὡραίων νέων, οἱ ὁποῖοι μὲ πλησίασαν καὶ μὲ τὴν παρουσία τους χάρηκε ἡ ψυχή μου. Οἱ Ἄγγελοι μὲ πῆραν μαζί τους, καθὼς ἀνέβαιναν στὸν οὐρανό. Τότε οἱ δαίμονες ἐξέταζαν κάθε ἁμαρτία μου. Καὶ συγκεκριμένα, ἄλλος δαίμονας ἐξέταζε τὸ ψεῦδος, ἄλλος τὸν φθόνο καὶ ἄλλος τὴν πλεονεξία. Στὶς ἁμαρτίες μου δὲ αὐτές, ποὺ ἐξέταζαν τὰ δαιμόνια, οἱ Ἄγγελοι ἀντέτασσαν τὶς ἀγαθές μου πράξεις.

Ὅταν φθάσαμε στὴν πύλη τοῦ οὐρανοῦ, μᾶς συνάντησε τὸ τάγμα τῶν διαβόλων ποὺ ἐξετάζει τὸ ἁμάρτημα τῆς πορνείας καὶ ἀποκάλυψε τὴ μοιχεία ποὺ εἶχα διαπράξει πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες. Οἱ δαίμονες δὲ τοῦ τάγματος τῆς πορνείας νίκησαν καὶ μὲ τράβηξαν στὰ ἔγκατα τῆς γῆς, ὅπου κολάζονται οἱ ψυχὲς τῶν ἀμετανοήτων. Καὶ τὸ τί συμβαίνει ἐκεῖ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ περιγράψει ἀνθρώπινη γλῶσσα.

Ἐνῷ λοιπὸν θρηνοῦσα γιὰ τὸ κατάντημά μου, ἐμφανίσθηκαν οἱ δύο Ἄγγελοι, στοὺς ὁποίους κλαίγοντας εἶπα: «Σπλαχνισθεῖτε με καὶ βοηθῆστε με νὰ μετανοήσω». Τότε μὲ πῆραν καὶ μὲ ἔβαλαν στὸν τάφο. Ἐκεῖ βρῆκα τὸ σῶμα μου σὰν λάσπη καὶ βόρβορο καὶ δὲν ἤθελα νὰ εἰσέλθω σὲ αὐτό. Ἐκεῖνοι ὅμως μοῦ εἶπαν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μετανοήσω μὲ ἄλλο τρόπο, παρὰ μαζὶ μὲ τὸ σῶμα μου, μὲ τὸ ὁποῖο διέπραξα τὴν ἁμαρτία. Τότε λοιπὸν εἰσῆλθα στὸ σῶμα μου καί, ἀφοῦ ἑνώθηκε πάλι ἡ ψυχὴ μὲ αὐτό, ἄρχισα νὰ φωνάζω».
Αὐτὰ διηγήθηκε ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος καί, ἀφοῦ ἔζησε χωρὶς τροφὴ ἐπὶ σαράντα ἡμέρες κλαίγοντας καὶ ὀδυρόμενος γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, πέθανε.

Ὁ Ὅσιος Μέμνων ὁ Θαυματουργός


Ὑπνοῖ τι μικρόν, ἁρπαγὴν τὴν ἐσχάτην,
Τὴν εἰς ἀπαντὴν τοῦ Θεοῦ, Μέμνων μένων.

Ο Όσιος Μέμνων από νεαρή ηλικία εγκατέλειψε τον κόσμο και αφιέρωσε τον εαυτό του στον Θεό. Εκάρη μοναχός και με τους ασκητικούς του αγώνες υπέταξε τη σάρκα στο πνεύμα. Η θεία χάρη, αντάμειψε την αρετή του Οσίου Μέμνων και τον αξίωσε να θαυματουργεί.

Συνέβη κάποτε να κατακλύσουν τους αγρούς των χωρικών σμήνη ακριδών. Αυτοί χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα, κλαίγοντας έβλεπαν την καταστρεπτική αυτή μάστιγα. Ο Όσιος Μέμνων λυπήθηκε τους οικογενειάρχες εκείνους και ένοιωσε την απόγνωση τους. Προσευχήθηκε λοιπόν θερμά στο Θεό και πέτυχε την απαλλαγή του τόπου από τα ολέθρια σμήνη. Και όσες φορές οι γεωργικοί πληθυσμοί της περιοχής του έπεφταν σε μεγάλη στενοχώρια, ο Μέμνων τους πήγαινε βοήθεια από τις οικονομίες του μοναστηριού, του οποίου αναδείχτηκε και ηγούμενος. Πήγαινε μάλιστα και σ' άλλες πόλεις που μάζευε συνδρομές, με τις οποίες συμπλήρωνε την ανακούφιση των πασχόντων.

Κατά το θάνατο του, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, έτρεξαν και συνόδευσαν την κηδεία του, με τα θερμότερα δάκρυα και τις εγκαρδιότερες ευχές.

Σε μερικούς συναξαριστές η μνήμη του Οσίου επαναλαμβάνεται και στις 19 Μαΐου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὡς ἀστέρα σε πάντες φωτοειδῆ, ἀρετῶν καὶ θαυμάτων μααρμαρυγαῖς, τὸν κόσμον φωτίζοντα, εὐφημοῦμεν μακάριε, κοινωνὸς γὰρ θείας, λαμπρότητος γέγονας, καὶ πρὸς φέγγος Μέμνων, μετέβης τὸ ἄδυτον· ὅθεν τὴν φωσφόρον, καὶ ἁγίαν σου μνήμην, τιμῶμεν ἑκάστοτε, τὸν Σωτῆρα δοξάζοντες, καὶ πιστῶς ἐκβοῶμέν σοι· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος Β’ Ἐπίσκοπος Σόλων τῆς Κύπρου

Όντως χορώ δίδωσι των σεσωσμένων,
Aύξησιν Aυξίβιος εκστάς του βίου.

Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν Ἐπίσκοπος Σόλων καὶ ὑπογράφει πρῶτος, μεταξὺ δώδεκα Κυπρίων Ἐπισκόπων, τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου τῆς Σαρδικῆς, τὸ 343 μ.Χ., ἐνῷ νωρίτερα, τὸ ἔτος 325 μ.Χ., εἶχε λάβει μέρος καὶ στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε στὴ Νίκαια.
Ὁ Ἅγιος Αὐξίβιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἐπίσκοπος Τούρωφ

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος γεννήθηκε ἀπὸ πλούσιους γονεῖς τὴν τρίτη δεκαετία τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. στὴν πόλη Τούρωφ, στὸν ποταμὸ Προπάϊατ. Ἀπὸ πολὺ νωρὶς ὁ Ἅγιος Κύριλλος μὲ ἔνθερμο ζῆλο μελετοῦσε τὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοὺς Πατέρες. Σπούδασε μάλιστα καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα.

Ὅταν ὡρίμασε, ἀρνήθηκε τὴν πατρική του κληρονομιὰ καὶ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια. Ἐκάρη μοναχὸς στὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλέμπ, στὸ Τούρωφ. Ἀσκήθηκε πάρα πολὺ στὴ νηστεία καὶ στὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ δίδασκε μὲ τὸν τρόπο του τὴν ὑπακοή. Ἔλεγε δὲ ὅτι ὁ μοναχὸς ὁ ὁποῖος δὲν ὑπακούει στὸν ἡγούμενο, δὲν ὁλοκληρώνει τὴν μοναχική του ὑπόσχεση καὶ ἔτσι δὲν μπορεῖ νὰ σωθεῖ. Ἔχουν μάλιστα διασωθεῖ καὶ τρία συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου σχετικὰ μὲ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ τὴν πολιτεία τῶν μοναχῶν.

Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος ἔζησε ὡς στυλίτης καὶ ἐντρύφησε πολὺ στὴν Ἁγία Γραφή. Καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι τὸν ἐπισκέπτονταν γιὰ συμβουλὲς στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ καθοδήγηση.

Λόγω τῆς ἁγιότητας τοῦ βίου του ὁ Ἅγιος ἀσκητὴς ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τούρωφ ἔχοντας πάντα συναίσθηση τοῦ ὑψηλοῦ ἱεραρχικοῦ ἀξιώματος, στὸ ὁποῖο ὁ Κύριος τὸν εἶχε καλέσει.

Τὸ ἔτος 1169, ὁ Ἅγιος Κύριλλος συμμετεῖχε σὲ μία Σύνοδο καὶ ἐπέκρινε τὸν Ἐπίσκοπο Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος κατεῖχε τὴν καθέδρα τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ τῆς Σουζδαλίας καὶ ὁ ὁποῖος ἐπιθυμοῦσε νὰ χωρισθεῖ ἀπὸ τὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας τοῦ Κιέβου.

Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἀπομόνωση τὸν ὁδήγησε σὲ παραίτηση ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἔτσι ἀφιερώθηκε πλήρως στὴν ἄσκηση καὶ τὴν συγγραφὴ πνευματικῶν ἔργων.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1183. Οἱ σύγχρονοί του τὸν θεωροῦσαν ὡς τὸν Χρυσόστομο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ἐκεῖνος ὅμως ταπεινὰ ἔγραφε γιὰ τὸν ἑαυτό του: «Δὲν εἶμαι θεριστής, παρὰ μαζεύω τὰ δεμάτια τῶν σιτηρῶν».

Όσιος Αγάθων

Δεν έχουμε πληροφορίες για τον βίο του Αγίου.
 
Σύναξη της Παναγίας της Παραβουνιώτισσας στην Ερέτρια 
 
 
Η Ιερά Εικόνα της Παναγίας Παραβουνιώτισσας είναι μία από τις παλαιότερες εικόνες που έχουν διασωθεί στο διάβα των αιώνων. Εικάζεται ότι αγιογραφήθηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. στην εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, επί Βασιλέως Ηρακλείου, μετά από μία νίκη του κατά των Περσών. Αγιογράφοι της Εικόνας ήταν 2 ασκητές μοναχοί από την Κύπρο, ο Σιλβέστρος και Ησαΐας. Οι μοναχοί αυτοί μαζί με άλλους χριστιανούς εγκαταστάθηκαν στην Προικόνησο ή αλλιώς στη νήσο Μαρμαρά, όταν ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά από τη νίκη του κατά των Περσών, αποφάσισε να μεταφέρει χριστιανούς από την Κύπρο, για να κατοικήσουν στην Προικόνησο. Οι μοναχοί Σιλβέστρος και Ησαΐας επέλεξαν να μείνουν στο βουνό, που ως σήμερα ονομάζεται ΠΑΝΑΓΙΑ, εξαιτίας της ησυχαστικής τους ζωής. Εκεί ανήγειραν παρεκκλήσι στο όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου, και επειδή ακριβώς βρισκόταν ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ έδωσαν την επωνυμία στην Παναγία, «ΠΑΡΑΒΟΥΝΙΩΤΙΣΣΑ». Έχτισαν λοιπόν το παρεκκλήσι της Παναγίας Παραβουνιώτισσας.

Το 1054 μ.Χ. με το χωρισμό των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης προξενήθηκαν πολλά δεινά. Οι Φράγκοι με τις Σταυροφορίες κατέκτησαν ακόμα και την Κωνσταντινούπολη (1204 μ.Χ.), τρομοκρατώντας, καίγοντας ναούς, σχολές και βιβλιοθήκες. Από τη μανία τους δεν ξέφυγε ούτε το παρεκκλήσι της Παναγίας Παραβουνιώτισσας, το οποίο πυρπόλησαν.

Για πολλούς αιώνες τα ερείπια του παρεκκλησίου δεν είχαν ανακαλυφθεί. Τον 16ο αιώνα μ.Χ. οικογένειες από το νησί δημιούργησαν μία κοινότητα στην πεδιάδα του βουνού, επειδή η τοποθεσία, τα ρυάκια που διαπερνούσαν την πεδιάδα και το κλίμα ήταν ιδανικά για την καλλιέργεια αμπελοκήπων. Έχτισαν εκεί και μια Εκκλησία, προς τιμή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, πενιχρή όμως εξαιτίας του τουρκικού φόβου. Το χωριό που δημιουργήθηκε το ονόμασαν Γαλλιμή, ίσως επειδή τον 2ο αιώνα π.Χ. η πεδιάδα αυτή ήταν καλυμμένη από θάλασσα σχηματίζοντας γαλήνιο - λιμάνι.

Αφού πέρασε ένας αιώνας και πλέον, κάποιοι ποιμένες που έβοσκαν τα πρόβατά τους θέλοντας να φτιάξουν ένα μαντρί, έσκαψαν εν αγνοία τους στα ερείπια του παρεκκλησίου που προαναφέρθηκε. Όταν όμως διαπίστωσαν την ιερότητα του χώρου εγκατέλειψαν το έργο τους και έσπευσαν να αναγγείλουν το γεγονός στον εφημέριο του χωριού. Εκείνος αμέσως πήγε μαζί με τους ποιμένες και φιλόχριστους Γαλλιμίτες κι αφού έκαναν ανασκαφές, βρήκαν το δάπεδο του καέντος ναού και δύο κατεστραμμένα μανουάλια, ανάγλυφα από μάρμαρο. Έπειτα με πολλή συγκίνηση ανέσυραν την Ιερά Εικόνα της Θεομήτορος, από ξύλο ασήπου, που μόλις διακρινόταν η μορφή Της, γιατί είχε φθαρεί από την πολύχρονη διαμονή κάτω από τη γη και την υγρασία.

Με φόβο Θεού και ευλάβεια λιτάνευσαν την Αγία Εικόνα έως τη Γαλλιμή και την τοποθέτησαν σαν πολύτιμο θησαυρό και στολίδι στο αριστερό κλίτος του Ιερού Βήματος του Ναού του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Με δαπάνη της πλούσιας οικογένειας Χατζή Δροσίνου ανακαινίστηκε η Ιερά Εικόνα από κάποιον αγιογράφο, Δημήτριο Κουτάλεως.

Επειδή η ανεύρεση της εικόνας έγινε Δευτέρα του Θωμά, καθιερώθηκε να εορτάζεται πανηγυρικά αυτή την ημέρα κάθε χρόνο έως σήμερα.

Μετά την ανταλλαγή του πληθυσμού από τη Μ. Ασία, οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Ερέτρια προτίμησαν να μεταφέρουν από τον τόπο τους μέσα σε δύο μεγάλα καΐκια, αντί περιουσίας την Αγία Εικόνα της Παναγίας, όπως και άλλες 410 εικόνες, γιατί πίστευαν περισσότερο στα θαύματα που ανέβλυζαν από τη Χάρη των Αγίων, παρά στο μαμωνά, το χρυσό και τον άργυρο.

Οι ξενιτεμένοι Γαλλιμίτες, με δάκρυα στα μάτια, πριν βρουν κρεβάτι να ξαποστάσουν την πρώτη τους νύχτα στην Ερέτρια, λιτάνευσαν τις Ιερές Εικόνες με ιερέα τον Παπά - Στρατή έως τον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου.

Μία ιερή μυσταγωγία με θυσιαστήριο τις καρδιές των προσφύγων εκτυλισσόταν μέσα στο ναό που η ψαλμωδία, το κλάμα και ο πόνος έκαναν τις εικόνες να τρίζουν, τα καντήλια να κινούνται, όπως μαρτυρούν μέχρι σήμερα πολλοί πρόσφυγες, σαν ένα σημάδι συμπαράστασης, ευλογίας και Θείας παρηγοριάς.

Οι μισές εικόνες και οι μισοί πρόσφυγες μετακόμισαν στην Αμμουλιανή της Θεσσαλονίκης. Η Ιερά Εικόνα της Παναγίας Παραβουνιώτισσας έμεινε στην Ερέτρια για να συντροφεύει τους πρόσφυγες και τους απογόνους τους. Προς τιμή της Θαυματουργού Εικόνος δημιουργήθηκε νέα Ενορία στην Ερέτρια (31 Μαρτίου 1999 μ.Χ.) με Προεδρικό Διάταγμα και το 2002 μ.Χ. χτίστηκε ένας μικρός αλλά χαριτωμένος ναός, ο Ιερός Ναός της Παναγίας Παραβουνιώτισσας, όπου στεγάζεται η Ιερά Εικόνα. Στις 12 Απριλίου 2010 μ.Χ., Δευτέρα του Θωμά, που γιορτάζει η Παναγία Παραβουνιώτισσα, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Χαλκίδος κ. Χρυσόστομος έβαλε το θεμέλιο λίθο για την ανέγερση ενός νέου, μεγάλου Ναού, αντάξιου της τιμής που οφείλουμε στην Παναγία μας.

Περιγραφή της Ιεράς Εικόνος
Στην Ιερά Εικόνα παριστάνεται η Παναγία, να κρατά το Χριστό αριστερά Της με τα δυο Της χέρια. Ο Χριστός εικονίζεται με σώμα τετράχρονου παιδιού, αλλά με πρόσωπο δωδεκάχρονου, ίσως για να τονιστεί η σοφία Του. Με το δεξί Του χέρι ο Χριστός ευλογεί κοιτάζοντας ευθεία μπροστά.

Το πρόσωπο της Παναγίας είναι γλυκύ, αλλά και σοβαρό έως αυστηρό· η μύτη λεπτή και μακρουλή δείχνοντας μία πραότητα και ηρεμία, το στόμα κλειστό και μικρό συμβολίζοντας τη νηστεία που έκανε, αλλά και το ολιγόλογο. Το φόρεμα καλύπτει όλο το σώμα σαν βασιλικός μανδύας, το ίδιο και του Χριστού. Κάθεται επάνω σε μεγαλοπρεπή θρόνο σ'ένα πανέμορφο μαξιλάρι. Αριστερά και δεξιά Της παραστέκονται 2 Άγγελοι σε στάση δεήσεως, με καλυμμένα εντελώς τα χέρια με το ένδυμά τους, ως ένδειξη σεβασμού και δέους. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μας λέγει: «Μπαίνω στο ιατρείο των ψυχών, στην Εκκλησία, πνιγμένος από λογισμούς σαν να είμαι μέσα σε αγκάθια. Η ομορφιά των εικόνων όμως με έλκει και άθελά μου ο νους μου πηγαίνει στην υπομονή που έδειξε η Παναγία στη ζωή, αλλά και με τι δόξα στεφανώθηκε· μέσω της εικόνας κατανύγομαι, δοξολογώ το Θεό, κερδίζω τη σωτηρία μου».

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Τὴν Ἁγίαν Εἰκόνα τῆς Θεομήτορος, εἰς Γαλλιμὴν εὑρεθεῖσα, ἐν τοῖς ἀρχαίοις καιροῖς, Παραβουνιώτισσα τὴν θείαν προσκυνήσωμεν, ὅτι Εὐβοίας ἡ χαρά, Ἐρετρίας τε φρουρός, ἐδείχθη ἡμῖν καὶ δόξα, καὶ εἰσακούει ταχέως, δεήσεις πάντων τῶν τιμώντων Αὐτήν.

Μεγαλυνάριον
Δεῦτε προσκυνήσωμεν ἀδελφοί, τῆς Παραβουνιωτίσσης τὴν Εἰκόνα τὴν σεβαστήν, τὴν πεφημισμένην, περίδοξον ἐν πᾶσι, τῷ πλήθει τῶν θαυμάτων ὕμνοις δοξάζοντες.
 
Σύναξη της Παναγίας Βοηθείας στην Χίο 



Εἰκὼν τῆς Θεοτόκου Μονὴν ἐμφαίνει,
διδοῦσα πᾶσι χαρὰν καὶ σωτηρίαν.
 
Μόλις 3 χλμ. από την πόλη της Χίου, χτισμένο στο λόφο της περιοχής Φραγκομαχαλάς, με θέα όλη τη χώρα του νησιού βρίσκεται, το με πολλούς κόπους, ιδρώτα και λαχτάρα του αειμνήστου γέροντα Αγίου Ανθίμου (15 Φεβρουαρίου) για την αποπεράτωση του (1930 μ.Χ.), μοναστήρι της Παναγίας Βοήθειας.

Κατά την περιήγηση στον προαύλιο χώρο, νοιώθει κανείς τον χρόνο να σταματάει. Ένα φαινόμενο που είναι αισθητό σε κάθε επισκέπτη. Στο εσωτερικό του Ιερού ναού βρίσκετε η Κάρα του Οσίου. Πολλοί επισκέπτες κατά την είσοδό τους στο ναό, γίνονται μάρτυρες παράξενης ευωδίας, η οποία προέρχεται από το ιερό λείψανο του Αγίου.


Ἀπολυτίκιον
Πληθὺς τῶν μοναζόντων ἐν ᾠδαῖς εὐφημήσωμεν ἡμῶν τὴν πολιοῦχον καὶ τοῦ κόσμου προστάτιδα· παντοίων γὰρ θαυμάτων ὡς πηγὴ δεδώρηται ἡμῖν καὶ θησαυρὸς ἡ εἰκὼν τῇς Θεοτόκου, δι' ὅπερ ἅπαντες αὐτῇ ἀναβοήσωμεν· χαῖρε τῶν σὲ τιμώντων ἡ ἐλπίς, χαῖρε ἡμῶν τὸ καύχημα, χαῖρε ἡ χάριν καὶ ὄνομα οὖσα βοήθεια.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ Θεοτόκῳ μετὰ πίστεως προσέλθωμεν, καὶ τὴν Εἰκόνα τὴν Αὐτῆς νῦν προσκυνήσωμεν, ἀναμέλποντες ἐφύμνια μετὰ πόθου. Ἀλλ’ ὡς ἤγειρας ναόν Σου τὸν πανάγιον, καὶ τῆς ποίμνης Σου προστάτις ἔσο πάντοτε, ἵνα ψάλλῃ Σοι· Χαῖρε πάντων Βοήθεια.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ἡ τῆς Χίου θεία Μονή, ἡ τῆς Βασιλίδος τήν Εἰκόνα ὡς θησαυρόν ἔνδοθεν πλουτοῦσα, τήν πάνσεπτον καί θείαν, τήν ὄνομα καί χάριν οὗσαν Βοήθειαν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ἡ προστάτις μοναζουσῶν, ὁδηγός καί φύλαξ τῆς Σῆς ποίμνης τῶν εὐσεβῶν, Παρθένε Παναγία, ἐνθάδε τῶν οἰκούντων, τῶν Σέ προσκαλουμένων, μόνη Βοήθεια.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Δεῦτε προσκυνήσωμεν οἱ πιστοί, τήν θείαν Εἰκόνα τῆς Πανάγνου πανευλαβῶς, τήν ἀξιωθεῖσαν Μονήν ὧδαι ἱδρῦσαι, τήν Πρόμαχον τοῦ κόσμου καί τήν Βοήθειαν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἔχοντες Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Ἀνύμφευτε Κόρη, ὡς προπύργιον ὀχυρόν, προστρέχομεν Ταύτῃ καιρῶ τῶ τῶν κινδύνων καί ἐπηρείας πάσης ἀπολυτρούμεθα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χάριν ποριζόμενοι ἀληθῆ, ἐκ τῆς Σῆς Εἰκόνος, Θεοτόκε, διά παντός, Ταύτην προσκυνοῦμεν καί Σέ ὑμνολογοῦμεν, ἡμῶν ὡς προστασίαν, πάντων Βοήθεια.

Σύναξη της Παναγίας Βοηθείας στην Πάτρα
 
 
Το 1988 μ.Χ. αποπερατώθηκε η ανοικοδόμηση του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου των Πατρών, το οποίο πλέον αποτελεί το σημείο αναφοράς ολόκληρης της νοτιοδυτικής Ελλάδος και όχι μόνο.

Αμέσως προέκυψε η ανάγκη ανέγερσης ενός Ιερού Ναού για την επιτέλεση των λατρευτικών ακολουθιών της Εκκλησίας μας καθώς και τη μετοχή στα Ιερά μυστήρια του προσωπικού και των ασθενών.

Ο Ιερός ναός είναι το κέντρο της ζωής όλων των Χριστιανών. Είναι σαν την στοργική Μητέρα η οποία αγκαλιάζει τα παιδιά της, τα περιθάλπει και τα ενισχύει, παρέχοντας πλούσια της σωστική χάρη Της.

Αυτή τη μεγάλη αλήθεια αντιλήφθηκε έγκαιρα μια εκλεκτή και ευσεβής κυρία των Πατρών, και επωμίστηκε όλο το βάρος των εξόδων για την ανέγερση ενός Ιερού Ναού - κόσμημα, του Νοσοκομείου του Ρίου.

Η αξιότιμη κύρια Σταυρούλα Τούλα, οραματίστηκε και πραγματοποίησε ένα θαυμαστό έργο.

Οι πολύτιμοι και αφανείς συνεργάτες της, βοήθησαν τα μέγιστα στην επίτευξη του ιερού αυτού σκοπού.

Τα εγκαίνια του Ιερού Ναού τελέστηκαν στις 10 Ιουνίου 1992 μ.Χ. από τον Μητροπολίτη πρώην Πατρών, κ. Νικόδημο.

Από τότε, ο Ιερός αυτός Ναός, έγινε κατοικητήριο και θρόνος της Βασίλισσας των ουρανών, της Κυρίας των αγγέλων και της Μητέρας του Θεού και των ανθρώπων.

Η «Παναγία η Βοήθεια» αποτελεί πλέον το Ιερό καύχημα όχι μόνο του νοσοκομείου αλλά και όλης της περιοχής των Πατρών.

Εντός του Ιερού Ναού βρίσκεται η εντυπωσιακή εικόνα της Παναγίας, πιστό αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας της Βοηθείας που βρίσκεται στο ομώνυμο Μοναστήρι της Χίου και αγιογραφήθηκε από την σεμνή και ασκητική καθηγουμένη Βρυαίνη, μοναχή.

Η Παρουσία Της, δίπλα στους ασθενείς και τους εργαζομένους είναι ζωντανή, έντονη και συγκινητική.

Είναι η Προστάτις και βοηθός όλου του Ιατρικού, νοσηλευτικού και υπόλοιπου προσωπικού του νοσηλευτικού Ιδρύματος.

Σκεπάζει με την μητρική αγκαλιά Της όσους προστρέχουν στη χάρη Της.

Εορτάζει πανηγυρικά τη Δευτέρα του Θωμά με κάθε Εκκλησιαστική λαμπρότητα με τη συμμετοχή όλων των παντοιοτρόπως εργαζομένων στο Νοσοκομείο.

Δίπλα Της βρίσκεται ο όσιος Άνθιμος της Χίου (βλέπε 15 Φεβρουαρίου), ο οποίος ήταν και ο ιδρυτής της πιο πάνω Ιεράς Μονής.

Η απέραντη αγάπη και ευλάβεια προς τη Μητέρα του Θεού εκδηλωνόταν με την θυσιαστική προσφορά Του προς τον ασθενή συνάνθρωπο με αποκορύφωμα όλων τη διακονία Του στο Λεπροκομείο της Χίου, χωρίς να υπολογίζει κίνδυνους, κόπους και δαιμονικές αντιξοότητες και πειρασμούς.

Ἀπολυτίκιον
Πληθὺς τῶν μοναζόντων ἐν ᾠδαῖς εὐφημήσωμεν ἡμῶν τὴν πολιοῦχον καὶ τοῦ κόσμου προστάτιδα· παντοίων γὰρ θαυμάτων ὡς πηγὴ δεδώρηται ἡμῖν καὶ θησαυρὸς ἡ εἰκὼν τῇς Θεοτόκου, δι' ὅπερ ἅπαντες αὐτῇ ἀναβοήσωμεν· χαῖρε τῶν σὲ τιμώντων ἡ ἐλπίς, χαῖρε ἡμῶν τὸ καύχημα, χαῖρε ἡ χάριν καὶ ὄνομα οὖσα βοήθεια.
 
Σύναξη της Παναγίας Χρυσαφίτισσας στην Μονεμβασία
 




Ἧκε θαυμαστῶς ἀπὸ Χρυσάφων πάλαι
Τῇ Μονεμβασίᾳ ἡ Εἰκών σου Κόρη.
 
Νοτιοανατολικώς του Ιερού Ναού του «Ἐλκομένου Χριστοῦ», εν Μονεμβασία, ευρίσκεται ο Ιερός Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου, ο επιλεγόμενος Ναός της Παναγίας της Χρυσαφιτίσσης. Ο Ναός ούτος είναι κτίσμα τού 17ου αιώνος μ.Χ., εκτισμένος επί θέσεως άλλου παλαιοτέρου Ναού, της Παναγίας της Οδηγητρίας, όστις υπήρχε πρό του 1150 μ.Χ. υπό την έννοιαν παλαιάς Μονής. Εις τον ως άνω Ιερόν Ναόν είναι τεθησαυρισμένη η Αγία και Ιερά Εικών της Παναγίας Χρυσαφιτίσσης, η οποία, ως διέσωσε μέχρι σήμερον η λαϊκή παράδοσις, ευρίσκετο αρχικώς εις το χωρίον Χρύσαφα, εξ ου και Χρυσαφίτισσα, της επαρχίας Λακεδαίμονος, εις Ναόν τιμώμενον επ ονόματι αυτής.

Κατά θαυμαστόν τρόπον η πάνσεπτος Εικών της Χρυσαφιτίσσης ευρέθη εις Μονεμβασίαν, εις τον μέχρι σήμερα τόπον ένθα αναβλύζει θαυματουργικώς από τότε πόσιμον ύδωρ, το οποίο καλείται έκτοτε «αγίασμα Χρυσαφιτίσσης», και θεραπεύει ποικίλας νόσους, συντελεί δε εις απόκτησιν τέκνων και δη αρρένων.

Η ως ο λόγος παράδοσις σχετίζεται προς παλαιάν τοιαύτην του 10ου αιώνος μ.Χ. και ομοιάζει προς την παράδοσιν περί της Παναγίας της Οδηγητρίας της Μονεμβασίας.

Η σεπτή Εικών της Χρυσαφιτίσσης φαίνεται να είναι έργον του 15ου - 16ου αιώνος μ.Χ., σχήματος μικρού, εξαιρετικής Βυζαντινής τέχνης. (Πρβλ. Π. Καλονάρου εν λεξικώ «ΗΛΙΟΣ», τόμος 13, σελ. 738, άρθρον η Μονεμβασία).

Κατά την λαϊκήν παράδοσιν, ελθόντες έμποροι εκ του χωρίου Χρύσαφα εις την πόλιν της Μονεμβασίας μαζί με άλλους προσκυνητάς κατά την πανήγυριν της Παναγίας και εισελθόντες εις τόν Ναόν της Χρυσαφιτίσσης εν Μονεμβασία δια να προσκυνήσουν και να προσφέρουν τα «τάματά των», ανεγνώρισαν την Εικόνα των, την Χρυσαφίτισσαν και εφώναζον: «Οι Μονεμβασίται μας έκλεψαν την Εικόνα μας, την Χρυσαφίτισσά μας», ηξίωσαν δε να γίνη δίκη περί του πράγματος τούτου και ο δικαστής τοις απέδωκε την εικόνα, την οποίαν παραλαβόντες οι Χρυσαφίται μετά τιμών και δόξης μετέφερον εις Χρύσαφα εις τον Ναόν της. Η ιερά Εικών παρέμεινεν εις τον θρόνον της εν τω Ναώ της εις Χρύσαφα και όταν οι κάτοικοι ετελείωσαν τας δεήσεις και έκλεισαν τον Ναόν, την νύκτα η σεπτή Εικών έφυγε και ήλθεν εις Μονεμβασίαν, ένθα παρέμεινεν έκτοτε εις τον εν αυτή Ιερόν Ναόν της, ποιούσα θαύματα τοις πιστώς προσερχομένοις.

ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΧΡΥΣΑΦΙΤΙΣΣΗΣ

Κατά τόν Ιερόν Δαμασκηνόν, η τιμή προς τας Ιεράς Εικόνας δεν αποδίδεται εις αυτό τούτο το εικόνισμα, «αλλ’ επί το πρωτότυπον διαβαίνει». Ούτω, ο τιμών και σεβόμενος τας Εικόνας των Αγίων και της Κυρίας Θεοτόκου, αυτομάτως τιμά και γεραίρει το εις τον Ουρανόν ευρισκόμενον άγιον πρόσωπον και λαμβάνει παρ’ αυτού χάριν και ανταπόδοσιν της αποδιδομένης τιμής. Ούτω και η Υπεραγία Θεοτόκος, η καταδεχομένη να ονομάζεται: Τριχερούσα, Πορταΐτισσα, Γλυκοφιλούσα, Βρεφοκρατούσα, Γερόντισσα, Κατερινιώτισσα ή Κατερινού, Εσφαγμένη, Οδοιπορούσα, Προυσσιώτισσα, Έλωνα, Μεγαλόχαρη Τήνου, Χρυσαφίτισσα, λαβούσα τας ως άνω ονομασίας εκ του τόπου της θαυματουργίας των Ιερών Εικόνων της, θαυματουργει επί των ειλικρινώς και αγνώς δεομένων αυτής και προσπιπτόντων προς αυτήν.

Η χάρις της Παναγίας δια της Ιεράς Εικόνος της, της Χρυσαφιτίσσης, ετέλεσε πολλά θαύματα και επαρηγόρησε πολλάς τεθλιμμένας καρδίας, εδρόσισε ταλαιπωρημένας ψυχάς και εξέχεε βάλσαμον παρηγορίας εις τους πονεμένους ανθρώπους τους επικαλεσθέντας εν πίστει την βοήθειάν της.

Πριν η διηγηθώμεν τα θαύματα της Χρυσαφιτίσσης, θεωρούμεν σκόπιμον να αναφερθώμεν εις το θαύμα της ιάσεως της Ηγουμένης Μάρθας εκ της πολυχρονίου και ακατασχέτου αιμορραγίας, λέγοντες, ότι το θαύμα τούτο αφορά εις την από του 10ου αιώνος μ.Χ. ιδρυθείσαν εις τον ίδιον τόπον ένθα ο σημερινός Ιερός Ναός της Χρυσαφιτίσσης Ιεράν Μονήν της Οδηγητρίας εν Μονεμβασία.

ΘΑΥΜΑ 1ον.

Ήδη, αρχόμενοι των θαυμάτων της Παναγίας Χρυσαφιτίσσης, ιστορούμεν το πρώτον.

Παις τις ονομαζόμενος Μελέτιος Καλογεράς, πενταετής ων, εστάλη υπό του πατρός αυτού Ελευθερίου, κατά τας Απόκρεω, να μεταφέρη εν σακκούλιον ορυζίου μικρής ποσότητος εις την οικίαν του θείου αυτού Ιωάννου Κοντολέου, όπου έμελλον να συμφάγουν ως συγγενείς κατά την συνήθειαν. Καθ’ οδόν δε προσβληθείς υπό σεληνιασμού εκ συνεργείας του μισοκάλου δαίμονος, έπεσε χαμαί. Μαθούσα τούτο η μήτηρ, έτρεξε μετά σπουδής όπου ευρίσκετο ο υιός της, έλαβεν αυτόν εις τας αγκάλας της, και μετέφερεν αυτόν αμέσως εις τον οίκον της τρέμοντα και αφρίζοντα. Ο πατήρ του παιδός μεταβαίνων δι’ άλλης οδού εις την αγοράν, έμαθε το δυσάρεστον συμβάν του παιδός του και επιστρέφει αμέσως εις τον οίκον του όπου είδε την αθλίαν κατάστασιν αυτού μετά μεγάλης αυτού θλίψεως, πόνου και τρόμου και πάραυτα χωρίς να χάση καιρόν, έτρεξεν εις τον άμισθον και παντοδύναμον ιατρόν, εις την Αγίαν Εικόνα, λέγω, της Θεοτόκου Χρυσαφιτίσσης, ευρισκομένης ως προείπον, εις τον Ναόν του Ελκομένου Χριστού, όπου, άμα έφθασε, μετά συντριβής ψυχής και καρδίας εγονυπέτησεν ενώπιον της Αγίας και θαυματουργού Εικόνος, και μετά θερμών δακρύων παρεκάλεσε την Κυρίαν Θεοτόκον δια την θεραπείαν του παιδός του. Μετά την θερμήν αυτήν δέησιν είδεν, ω του θαύματος! ότι όλα τα χρυσά και αργυρά αφιερώματα, όσα εκρέμοντο επί της θείας Εικόνος, εκινήθησαν και συνεκρούσθησαν προς άλληλα, και ήχησαν ως ηχούσιν οι κωδωνίσκοι του Αρχιερέως, ενδυομένου υπό των ιεροδιακόνων αυτού και κροτούσιν εις τας ακοάς των παρευρισκομένων, ο δε πατήρ του παιδός νομίσας ότι η Θεοτόκος εδίωκεν αυτόν ως αμαρτωλόν και ανάξιον, έπεσε πρηνής και εδέετο θερμότερον. Συγγενής δε τις του Ελευθερίου Καλογερά, είδεν αυτόν τρέχοντα βιαίως προς τον Ναόν, και νομίσας ότι έτρεχε προς την θάλασσαν να αυτοκτονήση εκ της λύπης του παρηκολούθησεν αυτόν δια να τον αποτρέψη· αλλ’ αφού είδεν αυτόν εισελθόντα εις τον Ναόν, επανήλθεν εις την οικίαν του Καλογερά δια να ίδη τον ασθενή παίδα, και πάλιν επέστρεψεν εις τον Ναόν να ειδοποιήση τον πατέρα του ασθενούς ότι ο υιός του υγιαίνει, ο δε πατήρ ιδών τον συγγενή του εισερχόμενον εις την θύραν του Ναού και νομίσας ότι ο υιός του απέθανεν, έκλαιεν απαρηγόρητα· αφού όμως εβεβαιώθη ότι ζη και υγιαίνει ο υιός του εδόξασε την Υπεραγίαν Θεοτόκον και επανήλθεν εις τον οίκον του, όπου αφιχθείς ηρώτησε τον υιόν του, λέγων· Τί έχεις, Μελέτιέ μου; ο δε παις απεκρίνατο ότι δεν ημπορεί. Τότε ο πατήρ τω λέγει· Δός μου τας χείρας σου· ο δε παις έδωκεν εις τον πατέρα του την δεξιάν του χείρα, επειδή η αριστερά ήτο κρατημένη και παράλυτος· όθεν ο πατήρ εδεήθη πάλιν μετά δακρύων εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον υπέρ της τελείας αναρρώσεως του τέκνου του, και ω του θαύματος! ο παις έδωκεν αμέσως και την αριστεράν αυτού χείρα εις τον πατέρα του, διότι αποκατέστη υγιής καθ’ ολοκληρίαν ως και πρότερον.

ΘΑΥΜΑ 2ον.

Τω 1884 μ.Χ. γυνή τις πάσχουσα τας φρένας ονόματι Ευδοκία Ν. Φιφλή, εκ του χωρίου Χάρακα του Ζόρακος, ελθούσα εν Μονεμβασία περιήρχετο την πόλιν φωνάζουσα και χειρονομούσα δαιμονιωδώς. Εις τον Ναόν της Αειπαρθένου και θαυματουργού Παναγίας Χρυσαφιτίσσης κατά την εσπέραν εκείνην της εορτής της Ζωοδόχου Πηγής εκ παραδόσεως γίνεται κατανυκτική ολονυκτία. Ήτο η ώρα 10 της νυκτός, ότε η εν λόγω παράφρων εισήλθεν εις τον Ιερόν Ναόν απροόπτως. Ιδούσαι ταύτην αι την ολονυκτίαν ποιούσαι γυναίκες εφοβήθησαν σφόδρα, η παράφρων γυνή μετά χειρονομιών διηυθύνθη προ της θαυματουργού Εικόνος της Παναγίας κρατούσα εις την χείρα της τεμάχιον άρτου και επλησίασεν αυτό εις το πρόσωπον της θαυματουργού Εικόνος λέγουσα· «φάγε ψωμί και Σύ μάννα μου». Τη στιγμή εκείνην, ω του θαύματος! η Εικών μετά του θρόνου της εκινήθη και τα χρυσά και αργυρά αφιερώματα αλληλοσυνεκρούσθησαν, η δε φρενοβλαβής πεσούσα εις τα γόνατα της θαυματουργού Εικόνος προσηύχετο μέχρι πρωίας θεραπευθείσα.

ΘΑΥΜΑ 3ον.

Ομοίως τω 1886 μ.Χ. σωτήριον έτος ήλθεν εκ του χωρίου Καταβόθρα του Ασωπού εις ονόματι Κυριάκος Δημότσης πάσχων επίσης τας φρένας, κατά την Εορτήν δε της Εικόνος, τη Δευτέρα του Θωμά, ελθών εν τω Ναώ της Χρυσαφιτίσσης, εθεραπεύθη τελείως.

ΘΑΥΜΑ 4ον.

Ομοίως τω 1884 μ.Χ. γυνή τις ονόματι Καλομοίρα Σεμπέπου, εκ Λυρών της Μονεμβασίας, πάσχουσα τας φρένας εθεραπεύθη, μετά δε την θεραπείαν της μετέβη εις το εν Κυθήροις Μοναστήριον της Μυρτιδιωτίσσης και εγένετο μοναχή.

ΘΑΥΜΑ 5ον.

Αγαρηνός τις έχων οικίαν πλησίον του Ναού της Χρυσαφιτίσσης, απεφάσισε να εκτείνη αυτήν· όθεν εσκέφθη να χαλάση τα κατηχούμενα του Ναού, όπερ και έπραξε, κτίσας μάλιστα και λουτρόν προς το μέρος των κατηχουμένων, δια να πλύνηται αυτός, αι γυναίκες και τα τέκνα του κατά την συνήθειαν των Τούρκων. Αλλ’ ακούσατε, αδελφοί Χριστιανοί, και της Υπεραγίας Θεοτόκου το θαύμα! Όσα τέκνα είχεν ο ειρημένος Αγαρηνός, απέθανον όλα, ως και όσα εγεννούσε και κατόπιν απεβίωσεν άτεκνος. Εις αυτό το λουτρόν προσέτι, όστις επήγαινε να λουσθή, έβλεπεν μία γυναίκα η οποία απειλούσε ότι θα πνίξη αυτόν· ένεκα τούτου οι άνθρωποι φοβούμενοι δεν εκατοίκησαν εις την οικίαν αυτήν, ουδέποτε Χριστιανοί ή Τούρκοι έκτοτε ούτε ετολμούσαν καν και να ουρήσουν όχι εντός του Ναού, αλλ’ εκτός του Ναού αυτού, διότι ή θα εχωλαίνετο, ή θα ετυφλώνετο, ή άλλο τι κακόν θα υπέφερε, και το θαυμασιώτερον, δεν θα ιατρεύετο εκ του κακού, αν δεν προσεκάλει ιερέα τινα να ψάλλη παράκλησιν εις τον Ναόν της Χρυσαφιτίσσης· όσοι δε Τούρκοι ήσαν γείτονες του Ναού τούτου φοβούμενοι μή πάθωσι κακόν τι επρόσφερον κατά παν Σάββατον θυμίαμα εις αυτόν· πολλοί Τούρκοι και Τούρκισσαι αφιέρωσαν πολλάκις εις τον Ναόν τούτον χρυσά και αργυρά αναθήματα αφ’ ού ελάμβανον την υγείαν των δια της επικλήσεως του ονόματος της Υπεραγίας Θεοτόκου της Χρυσαφιτίσσης. Εκ των ανωτέρω δύνασθε να καταλάβητε τα άπειρα θαύματα τα οποία εξετέλεσεν η Πανάμωμος Δέσποινα Θεοτόκος εις τους Χριστιανούς και αλλοθρήσκους, επικαλουμένους την αντίληψην και προστασίαν δια της θείας Εικόνος αυτής, της επονομαζομένης Χρυσαφιτίσσης, προς δόξαν και τιμήν αυτής. Ης ταις Αγίαις Πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ημών ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς δῶρον οὐράνιον, τῇ εὐδοκίᾳ τῇ σῇ, ἡ πόλις ἐκτήσατο, Μονεμβασίας Ἁγνή, τὴν θείαν Εἰκόνα σου· ᾗ περ καὶ προσιοῦσα, Χρυσαφίτισσα Κόρη, λαμβάνει ἀεὶ ἐκ ταύτης, πᾶσαν χάριν βοῶσα· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ´. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ προστασίᾳ σου Παρθένε Χρυσαφίτισσα Ἀεὶ προστρέχοντες κινδύνων ἐκλυτρούμεθα τὰς πολλάς σου ἀνυμνοῦντες εὐεργεσίας. Ἀλλ᾿ ὡς σκέπη καὶ θερμὸν ἡμῶν προσφύγιον πᾶσι δίδου τὰ αἰτήματα ἑκάστοτε τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε πάντων ἡ ἄνασσα.

Κάθισμα
Ἦχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς Μήτηρ πανάφθορος, τοῦ Ζωοδότου Χριστοῦ, φθορᾶς πάσης Ἄχραντε, καὶ χαλεπῶν πειρασμῶν, καὶ νόσων καὶ θλίψεων, ἅπαντας ἐκλυτροῦσαι, τοὺς ἐν πίστει τελείᾳ, σπεύδοντας καθ᾿ ἑκάστην, τῷ ἁγίῳ ναῷ σου, Παρθένε Χρυσαφίτισσα, Μονεμβασιτῶν καύχημα.

Ὁ Οἶκος
Ἄχραντε Θεοτόκε, Χρυσαφίτισσα Κόρη, θερμὴ Μονεμβασίας προστάτις, μὴ παύσῃ προστατεύειν ἀεὶ, τῶν προστρεχόντων τῇ θείᾳ Εἰκόνι σου, καὶ νέμειν τὰ σωτήρια, τοῖς ἐκβοῶσί σοι τοιαῦτα·

Χαῖρε ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας,
Χαῖρε ἡ σκέπη Μονεμβασίας.
Χαῖρε ἰαμάτων κρουνὸς Χρυσαφίτισσα,
Χαῖρε νοσημάτων παντοίων ἡ λύτειρα.
Χαῖρε ὅτι παραγέγονας ἐκ Χρυσάφων θαυμαστῶς,
Χαῖρε ὅτι τὰ αἰτήματα πληροῖς πάντων συμπαθῶς.
Χαῖρε τῆς εὐσπλαγχνίας ἡ ἀκένωτος βρύσις,
Χαῖρε πάσης ἀνάγκης πολυθρύλητος λύσις.
Χαῖρε πιστῶν χαρὰ καὶ ἐντρύφημα,
Χαῖρε ἡμῶν ἀσίγητον ὕμνημα.
Χαῖρε δι᾿ ἧς ὁ Θεὸς ἐσαρκώθη,
Χαῖρε δι᾿ ἧς ὁ Ἀδὰμ ἐθεώθη·
Χαῖρε πάντων ἡ ἄνασσα.

Μεγαλυνάριον
Χαῖρε Χρυσαφίτισσα Μαριάμ, τῆς Μονεμβασίας, ἡ ἀντίληψις ἡ θερμή· χαῖρε ἡ διδοῦσα, ἰάσεις τοῖς αἰτοῦσι, τῶν θλιβομένων χαῖρε τὸ παραμύθιον.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου