Κυριακή 27 Απριλίου 2025

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2025

 Κυριακή του Θωμά
 

Εἰ νηδύος κλείς, ἢ τάφου μὴ κωλύει,
Σὴν Σῶτερ ὁρμήν, κλεὶς θυρῶν πῶς κωλύσει;

Ο Απόστολος Θωμάς απουσίαζε όταν ο Χριστός, μετά την Ανάστασή Του, επισκέφθηκε τους Μαθητές Του στο υπερώον όπου ήταν συνηγμένοι. Όταν πληροφορήθηκε τα σχετικά με την επίσκεψη του Χριστού, ζήτησε να Τον δη και να ψηλαφίση τις πληγές του Σταυρού στα χέρια και την πλευρά Του. Ο Χριστός όταν επισκέφθηκε και πάλι τους Μαθητές Του μετά από οκτώ ημέρες, κάλεσε τον Απόστολο Θωμά να ψηλαφήση τα σημάδια των πληγών στο Σώμα Του. Τότε ο Απόστολος Θωμάς Τον ανεγνώρισε και Τον ομολόγησε Κύριο και Θεό του. Τον ανεγνώρισε από τις πληγές του Σταυρού, οι οποίες αποτελούν σημάδι της αγάπης Του, αλλά και της δυνάμεώς Του. Την ομολογία του Θωμά οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν σωτήριο. Και πραγματικά οδηγεί στην σωτηρία όλους εκείνους που την απευθύνουν στον Χριστό εκζητώντας ταπεινά το έλεός Του.



Το γεγονός ότι ο Απόστολος Θωμάς αρχικά απουσίαζε κατά την εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητές Του, φαίνεται ότι ήταν οικονομία Θεού, για να γίνη πιστευτό το θαύμα της Αναστάσεως και να διαλυθή κάθε είδους αμφιβολία.

Ο Απόστολος Θωμάς, μετά την Πεντηκοστή, κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους, τους Πέρσες, τους Μήδους και τους Ινδούς και είχε μαρτυρικό τέλος.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος βαρὺς.
Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος ἡ ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης ἡ πάντων ἀνάστασις, πνεῦμα εὐθὲς δι' αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄.
Τῇ φιλοπράγμονι δεξιᾷ, τὴν ζωοπάροχόν σου πλευράν, ὁ Θωμᾶς ἐξηρεύνησε Χριστὲ ὁ Θεός· συγκεκλεισμένων γὰρ τῶν θυρῶν ὡς εἰσῆλθες, σὺν τοῖς λοιποῖς Ἀποστόλοις ἐβόα σοι· Κύριος ὑπάρχεις καὶ Θεός μου.

Μεγαλυνάριον
Θυρῶν κεκλεισμένων τοῖς Μαθηταῖς, ἐπέστης Σωτήρ μου τὴν εἰρήνην σου δοὺς αὐτοῖς· ὅθεν ὁ Θωμᾶς σε, δακτύλῳ ψηλαφήσας, ἐβόα· Σὺ Θεός
 
 
 
Άγιος Νικήτας ο Νέος Ιερομάρτυρας 
 

Ο Άγιος Ιερομάρτυρας Νικήτας γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1760 - 1770 μ.Χ. και καταγόταν από την Ήπειρο. Άλλοι συγγραφείς θεωρούν ότι ο Άγιος καταγόταν από την Τραπεζούντα του Πόντου και μάλιστα από την περιοχή των Λαζών. Την εκδοχή αυτή στηρίζουν κυρίως στην Ακολουθία των Αγιαννανιτών, που εγράφη το 1840 - 1850 μ.Χ. από τον μοναχό Ιάκωβο της Νέας Σκήτης και στην οποία αναφέρεται ότι ο Άγιος καταγόταν από την περιοχή των Λαζών του Πόντου, καθώς και στη λειψανοθήκη του Αγίου επί της οποίας αναγράφεται «Τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Νικήτα τοῦ Λαζοῦ». Για τους γονείς και συγγενείς του Αγίου δεν γνωρίζουμε τίποτα το σπουδαίο. Ξέρουμε μόνο πως ήταν κρυπτοχριστιανοί.

Από το κείμενο του μαρτυρίου του δεν μας είναι γνωστό αν αρνήθηκε στην αρχή του βίου του τον Χριστό και έγινε Μωαμεθανός στις Σέρρες. Πάντως, γίνεται λόγος για την περιτομή την οποία υπέστη ο Άγιος.

Ο Άγιος έγινε μοναχός στη Σκήτη της Αγίας Άννης στο Άγιον Όρος. Εκεί άρχισε τους πνευματικούς αγώνες ζώντας με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος στη μονή του Αγίου Παντελεήμονος, την καλούμενη Ρωσική. Καταληφθείς από τον πόθο του μαρτυρίου περιερχόταν τα περίχωρα των Σερρών και της Δράμας και κήρυττε ενώπιον των Τούρκων τον Χριστό ως αληθινό Θεό. Η απόφασή του ήταν να χύσει το αίμα του για την αγάπη του γλυκύτατου Ιησού.

Ο Άγιος Νικήτας εξομολογήθηκε στον προηγούμενο ιερομόναχο Κωνσταντίνο του μετοχίου της Παναγίας της Ηλιόκαλλης και μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων. Αφού πέρασε από το ναό του Αγίου Γεωργίου, πήγε ύστερα στο τζαμί του Αχμέτ Πασά. Στο τζαμί αυτό έμενε ένας ιεροδιδάσκαλος των Τούρκων μαζί με τους ιεροσπουδαστές του. Ένας από τους μαθητές αυτούς ήταν χωλός και στα δύο πόδια. Ο Άγιος Νικήτας του είπε ότι θα θεραπευθεί, εάν πιστέψει στον Χριστό.

Ο νεαρός Τούρκος ανέφερε αμέσως στον διδάσκαλό του τον λόγο που του είπε ο Άγιος. Έτσι ο Άγιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στο βοεβόδα των Σερρών, ο οποίος έδωσε εντολή να τον φλακίσουν. Κατά τον χρόνο της φυλακίσεώς του υπέστη πολλά και φρικώδη βασανιστήρια. Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου του έτους 1808 μ.Χ. ο Ισούχ μπέης διέταξε να εκτελεσθεί η απόφαση του θανάτου του Αγίου Νικήτα, τον οποίο κρέμασαν στην τοποθεσία Τζεριάχ - Παζάρ. Κοντά στον τόπο του μαρτυρίου του ήταν ο ναός του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ. Την ίδια νύχτα του μαρτυρίου ο διάκονος του ναού βγήκε από το κελλί του και είδε ένα μεγάλο φως να λάμπει σε όλη την γύρω περιοχή. Το λείψανο του Μάρτυρος έμεινε κρεμασμένο στην αγχόνη τρεις ημέρες. Την Τρίτη της Διακαινησίμου, το βράδυ, δόθηκε στους Χριστιανούς η άδεια να κατεβάσουν το ιερό λείψανο και να το ενταφιάσουν στο ναό του Αγίου Νικολάου των Σερρών.

Ο Άγιος στον τόπο του μαρτυρίου του, στις Σέρρες, τιμάται σαν Πολιούχος. Γιορτάζεται δε πανηγυρικά την Κυριακή του Θωμά.
 
Άγιοι Γεώργιος, Μανουήλ, Θεόδωρος, Γεώργιος και Μιχαήλ από τη Σαμοθράκη
 

Χορὸν τὸν πεντάριθμον νέων Μαρτύρων,
Σαμοθράκη γεραίρε νῦν ἐπαξίως.

Οι Άγιοι Νεομάρτυρες Μανουήλ, Θεόδωρος, Γεώργιος και ο νεότερος Γεώργιος κατάγονταν από την Σαμοθράκη, ο δε Μιχαήλ από την Κύπρο.

Κατά την επανάσταση του 1821 μ.Χ. η νήσος Σαμοθράκη κατελήφθη από Αγαρηνούς, που ήλθαν από την Άβυδο και την Τένεδο και εφόνευσαν τους Χριστιανούς κατοίκους, τις δε γυναίκες και τα παιδιά διεμοίρασαν στην Ανατολή και στην Αίγυπτο. Τότε συνέλαβαν και τους τέσσερις μάρτυρες μαζί με τον Μιχαήλ, ο οποίος όμως φοβήθηκε και αλλαξοπίστησε, και τους επούλησαν σε Τούρκους σε διάφορα μέρη. Απ' αυτούς ο Μανουήλ, πουλήθηκε στην Αίγυπτο, έμαθε την αραβική γλώσσα και επιδόθηκε στη μελέτη του Κορανίου.

Όταν η Ελλάδα ελευθερώθηκε, οι πέντε Νεομάρτυρες επέστρεψαν στη Σαμοθράκη και ακολούθησαν το χριστιανικό βίο. Εκείνη την περίοδο διορίσθηκε στο υπούργημα του Καδή της Μάκρης κάποιος σκληρός Απτουρραχμάν αφέντης λεγόμενος, απάνθρωπος και ζηλωτής της θρησκείας του Μωάμεθ. Αυτός, συνέλαβε τους Μάρτυρες, τους οποίους εφυλάκισε και βασάνισε. Παρά τις κολακείες και τα φρικώδη βασανιστήρια οι Μάρτυρες ομολογούσαν την πίστη τους στον Χριστό. Τότε ο καδής έγραψε στην Κωνσταντινούπολη προς τον αφέντη της Βασάφ, ο οποίος ήταν μυστικός γραμματεύς του σουλτάνου Μαχμούτ, τα σχετικά με τους Μάρτυρες και ότι αρνήθηκαν τη θρησκεία του Μωάμεθ. Η απόφαση που ήλθε ήταν καταδικαστική.

Πρώτος εμαρτύρησε ο γέροντας Μιχαήλ που τον κατέκοψαν σε κομμάτια με τα ξίφη τους.

Οι Άγιοι Θεόδωρος και Γεώργιος εκρεμάσθησαν και έτσι έλαβαν τον στέφανο της αθλήσεως.

Τον δε πολυπαθή Μανουήλ τον έριξαν επάνω σε σιδερένια τσιγκέλια και εκαρφώθηκε σταυροειδώς. Έτσι έριξαν και τον μακάριο μικρό Γεώργιο, αλλά, ω του θαύματος! Τα καρφιά ελύγισαν και δεν καρφώθηκε κανένα στο σώμα του Αγίου. Μετά από αυτό τον έριξαν πάνω σε σιδερένια σουβλιά και τον επατούσαν για να καρφωθεί το σώμα του. Με αυτόν τον τρόπο ο Μάρτυς Μανουήλ σύντομα παρέδωσε την αγία του ψυχή στα χέρια του Θεού, ο δε Μάρτυς Γεώργιος έμεινε καρφωμένος είκοσι τέσσερις ώρες με οδύνη αφόρητη. Οι Αγαρηνοί, όταν είδαν ότι ακόμη μετά από τόσο διάστημα ζει, τον επυροβόλησαν στην κεφαλή κι έτσι ετελείωσε το βίο του κι αυτός ο αοίδιμος.

Οι Χριστιανοί, αφού έλαβαν την άδεια, ενταφίασαν τα λείψανα των Μαρτύρων στο τόπο του μαρτυρίου αυτών.

Όλων τα μαρτύρια έγιναν στη Μάκρη της Αλεξανδρούπολης στις 6 Απριλίου 1835 μ.Χ.

Η Σύναξή τους εορτάζεται και στις 6 Απριλίου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σαμοθράκης λαμπτῆρες καὶ τῆς Μάκρης ἀγλάισμα, Νεομάρτυρες θεῖοι ἀληθῶς ἀνεδείχθητε, ἀθλήσαντες στερρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ λύσαντες τὴν πλάνην τοῦ ἐχθροῦ, Μανουὴλ σὺν Θεοδώρω καὶ Μιχαήλ, καὶ οἱ διττοὶ Γεώργιοι, δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι δι' ὑμῶν, ἠμὶν χάριν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς.
Τοὺς Ἀθλοφόρους τοῦ Χριστοῦ χαρμοσύνως, ἀνευφημήσωμεν πιστῶν αἱ χορεῖαι, ὅτι αὐτοὶ ἐκήρυξαν λαμπρᾷ τῇ φωνῇ, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, ὠμοτάτοις βαρβάροις, Μανουὴλ Θεόδωρος, Μιχαῆλος σὺν δύο, τοῖς Γεωργίοις οὓς χρεωστικῶς, ἀνευφημοῦντες τιμῶμεν ἐν ᾄσμασιν.

Μεγαλυνάριον
Σαμοθράκης νήσου γόνους λαμπρούς, καὶ τῆς χώρας Μάκρης, μέγα κλέος τε καὶ φρουρούς, καὶ τῶν ἀσθενούντων, ἰατρούς τε καὶ σώστας, τοὺς πέντε μεγάθλους ἀνευφημήσωμε


 
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Ἀδελφόθεος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων

 
Ἀδελφὰ πάσχεις, Συμεών, τῷ Κυρίῳ,
Ξύλῳ κρεμασθείς, ὡς ἀδελφὸς Κυρίου.
Ἐν ξύλῳ ἑβδόμη Συμεὼν πάγη εἰκάδι μακρῷ.

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Συμεών, ἀναδείχθηκε διάδοχος τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου († τὸ 62 μ.Χ.), μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους τὸ 70 μ.Χ.

Κατὰ τὸν Ἡγήσιππο ἦταν υἱὸς τοῦ Κλωπᾶ, ἀδελφοῦ τοῦ Ἰωσὴφ καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἰούδα. Κατὰ ἄλλη δὲ ἐκδοχὴ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
 
Ἐνῷ ἐπισκόπευε στὴν Ἱερουσαλήμ, ἐπὶ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.), διαβλήθηκε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς στὸν ὕπατο Ἀττικὸ γιὰ τὸν ἀποστολικό του ζῆλο. Ὁ Συμεὼν κατηγορήθηκε ὄχι ἀπὸ Χριστιανοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ ἀπὸ Ἰουδαίους. Ἡ κατηγορία περιελάμβανε δύο σκέλη. Τὸ ἕνα ἦταν ὅτι καταγόταν ἀπὸ τὸ γένος Δαβὶδ καὶ τὸ ἄλλο ὅτι ἦταν Χριστιανός. Ἀφοῦ συνελήφθη, βασανίσθηκε σκληρὰ καὶ στὴν συνέχεια ὁδηγήθηκε σὲ σταυρικὸ θάνατο, τὸ ἔτος 107 μ.Χ., σὲ ἡλικία ἑκατὸν εἴκοσι ἐτῶν.
Στοὺς Παρισινοὺς Κώδικες βρίσκεται Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Συμεών, ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Χριστοῦ σε συγγενῆ, Συμεὼν Ἱεράρχα, καὶ Μάρτυρα στερρόν, ἱερῶς εὐφημοῦμεν, τὴν πλάνην ὀλέσαντα, καὶ τὴν πίστιν τηρήσαντα· ὅθεν σήμερον, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἑορτάζοντες, ἁμαρτημάτων τὴν λύσιν, εὐχαῖς σου λαμβάνομεν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀστέρα μέγιστον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη σήμερον, τὸν θεηγόρον Συμεών, φωταγωγεῖται κραυγάζουσα· χαίροις Μαρτύρων σεπτὸν ἀκροθίνιον.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω Σιῶν, πολίτης γενόμενος, τῆς κάτω Σιῶν, τὸν θρόνον ἐγκεχείρισαι, καὶ καλῶς τὸ ποίμνιον, ὁδηγήσας πρὸς μάνδραν οὐράνιον, ἐσταυρώθης Χριστῷ Συμεών, τὸ θεῖον πάθος αὐτοῦ μιμησάμενος.

Μεγαλυνάριον.
Συγγενὴς ὑπάρχων ὦ Συμεών, τοῦ μέχρι καὶ δούλου, κενωθέντος ὑπὲρ ἡμῶν, σύμμορφος καὶ μάρτυς, παθῶν αὐτοῦ έδείχθης, παγεὶς ὡς ὁ Δεσπότης, Σταυρῷ μακάριε.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁμολογητής

Παθῶν καθαρθείς, ὦ Ἰωάννη Μάκαρ,
Μονῆς προέστης τῶν Καθαρῶν εἰκότως.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Εἰρηνούπολη, ποὺ ὑπαγόταν στὴ Δεκάπολη τῆς Κοίλης Συρίας. Οἱ γονεῖς του, ὁ Θεόδωρος καὶ ἡ Γρηγορία, διακρίνονταν γιὰ τὴν εὐσέβειά τους, τὴν ὁποία καὶ μετέδωσαν μὲ κάθε φροντίδα στὸν εὐπειθὴ υἱό τους. Κατὰ τὴν παιδική του ἡλικία περνοῦσε τὸν χρόνο του μεταξὺ τῆς ἀνατροφῆς του αὐτῆς, τῶν σπουδῶν του καὶ πολλῶν ἀγαθοεργιῶν, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ γονεῖς του προσπάθησαν ἀπὸ νωρὶς νὰ τὸν ἐξοικειώσουν. Ἡ ἴδια εὐσέβεια καὶ ἡ φιλάνθρωπη τάση τὸν διέκρινε καὶ κατὰ τὴ νεότητά του, κατὰ τὴν ὁποία μὲ τὴν τήρηση τοῦ θείου θελήματος διατηρήθηκε μακριὰ ἀπὸ κάθε ματαιότητα καὶ ἀκαθαρσία.

Ἀργότερα ἔγινε μοναχός. Καὶ στὴ νέα αὐτὴ ζωὴ δὲν εὐδοκίμησε λιγότερο. Ὁ ζῆλος του καὶ ἡ παιδεία του τὸν ἔκαναν νὰ ξεχωρίσει στὴν ἐκτίμηση τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν, τὸν παρέλαβε δὲ μαζί του ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς στὴ Νίκαια, τὸ 787 μ.Χ., ὅπου τότε συγκαλεῖτο ἡ Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Μετὰ ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Συνόδου ἦλθαν καὶ οἱ δύο στὴν Κωνσταντινούπολη.

Καὶ ἐπειδὴ καὶ οἱ δύο τους κατὰ τὴν διάρκεια τῶν συνοδικῶν ἐργασιῶν ἀπέσπασαν τὴν εὐμενὴ προσοχὴ καὶ τῆς βασίλισσας Εἰρήνης καὶ τοῦ Πατριάρχη Ταρασίου, ὁ γέροντας καὶ ἡγούμενός του, ἀναδείχθηκε ἡγούμενος τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων, ὁ δὲ Ὅσιος Ἰωάννης χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καὶ κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου (802 – 811 μ.Χ.), πού διαδέχθηκε τὴν Εἰρήνη στὸν βασιλικὸ θρόνο, διορίσθηκε ἡγούμενος στὸ μοναστήρι, τὸ ἀποκαλούμενο τῶν Καθαρῶν.

Τὰ καθήκοντά του ἐκεῖ τὰ ἄσκησε μὲ κάθε εὐσυνειδησία, ἀφοῦ πρόσεξε νὰ προαγάγει τὴν πειθαρχία μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν καὶ νὰ ὑψώσει τὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ζωή τους. Καὶ ἐπειδὴ κατὰ τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἐξακολουθοῦσαν ἀκόμα οἱ συνέπειες ἐκείνου τοῦ σαλοῦ ἐναντίων τῶν εἰκόνων, ὁ Ὅσιος Ἰωάννης μετέδιδε στοὺς μοναχούς του τὰ διδάγματα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοὺς προετοίμαζε σὲ κάθε τόλμη καὶ κάθε κίνδυνο γι’ αὐτά. Καὶ ἡ μέρα τῆς μεγάλης δοκιμασίας φανερώθηκε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Λέοντος τοῦ Ε’, ὁ ὁποῖος κατέλαβε τὸν θρόνο τὸ ἔτος 813.

Ὁ βασιλέας αὐτὸς συμπαθοῦσε τὶς ἀρχὲς τῆς μεταρρυθμίσεως. Μεταξὺ δὲ τῶν ἄλλων, κρίνοντας ἐπιπόλαια τὰ πράγματα, πρέσβευε ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀνορθωθεῖ, ἐὰν ἐπιτέλους δὲν ἐπερχόταν ἡ πλήρης κατάργηση τῶν ἁγίων εἰκόνων ἀπὸ αὐτή. Ὅτι μία τέτοια δοξασία ἦταν ἀνόητη, ὅτι οἱ ὑπέρμαχοι τῆς λεγόμενης μεταρρυθμίσεως μέσῳ τοῦ λυσσαλέου ἀγῶνος κατὰ τῶν εἰκόνων, κατανάλωσαν χωρὶς λόγο δυνάμεις πολύτιμες γιὰ τὸ βυζαντινὸ κράτος καὶ τὴν Ἐκκλησία, τὸ ὁμολογοῦν καὶ περίφημοι ἱστορικοί.

Ὁ Λέων ὁ Ε’ ὅμως παρασυρόταν καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὴν τυφλὴ προκατάληψη κατὰ τῶν εἰκόνων. Σὲ αὐτὸ τὸν ὠθοῦσαν καὶ δύο ἄνδρες ποὺ ἀσκοῦσαν πάνω του μεγάλη ἐπιρροή, ὁ Θεόδοτος Μελισσηνὸς καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Γραμματικός. Προέβη λοιπὸν σὲ διατάγματα καὶ βίαια μέτρα γιὰ τὴν κατάργηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ ἐπεχείρησε φοβερὸ διωγμὸ ἐναντίων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων καὶ ἡγουμένων καὶ μοναχῶν, τὸ ὁποῖο ἐπέκτεινε καὶ ἐναντίον τῶν συγκλητικῶν, πατρικίων, ἀκόμα δὲ καὶ ἐναντίον γυναικῶν καὶ παρθένων. 

Τὸ μοναστήρι τῶν Καθαρῶν συμπεριελήφθη στὸν διωγμό. Μαινόμενοι στρατιῶτες ἅρπαξαν τὰ ὑπάρχοντά του, οἱ μοναχοὶ κακοποιήθηκαν καὶ διασκορπίσθηκαν, ἐνῷ ὁ ἡγούμενος Ἰωάννης ὁδηγήθηκε σιδηροδέσμιος στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ βασιλέας εἶχε ἀκούσει πολλὰ γι’ αὐτόν. Καὶ θέλησε νὰ τὸν δεῖ, θεωρώντας ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν μεταπείσει. Ἀλλὰ ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἀπέδειξε τὸ ἀντιορθόδοξο καὶ ἐπιβλαβὲς πνεῦμα τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν εἰκόνων, ἔλεγξε τὸν βασιλέα γιὰ τὸ πεῖσμα του καὶ τὶς δυσσεβεῖς ἀπόψεις του καὶ προανήγγειλε σὲ αὐτὸν ὅτι ἡ δυσμένεια τῶν Ἁγίων καὶ ἡ κατακραυγὴ τῶν θυμάτων πρὸς τὸν Θεὸ θὰ ἔφερναν κάποια ἡμέρα τὴν τιμωρία.

Ὁ βασιλέας ἐξοργίσθηκε καὶ διέταξε τὴν κράτηση τοῦ Ὁσίου σὲ μετόχι τοῦ μοναστηριοῦ του. Διότι δὲν σταμάτησε νὰ διατηρεῖ τὴ μάταιη ἐλπίδα ὅτι ὠριμότερα σκεπτόμενος ὁ Ὅσιος, θὰ συμμορφωνόταν πρὸς τὴν βασιλικὴ θέληση. Ὅταν ὅμως ἀντιλήφθηκε τὴν ἄκαρπη προσδοκία του, τὸν ἐξόρισε σὲ φρούριο ποὺ ὀνομαζόταν Πενταδάκτυλο καὶ βρισκόταν στὴ χώρα τῆς Λάμπης.

Ἀπὸ ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ αὐστηρὴ κάθειρξη δεκαοκτὼ μηνῶν, τὸν μετέφεραν πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου μάταιες, ὅπως καὶ πρίν, ἀπέβησαν οἱ προσπάθειες καὶ τοῦ νέου Πατριάρχη Θεοδότου Α’ τοῦ Μελισσηνοῦ (815 – 821 μ.Χ.), τοῦ ἐπονομαζόμενου Κασσιτερᾶ, νὰ παραπείσουν τὸν Ὅσιο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὶς ἅγιες εἰκόνες. Ἀκολούθησε νέα κάθειρξη τοῦ Ἰωάννου, ἡ ὁποία διήρκησε δύο χρόνια, στὸ φρούριο Κριόταυρο τῶν Βουκελλαρίων. Καὶ ἐκεῖ ὑπέστη τὰ πάνδεινα, χωρὶς ὅμως νὰ μετριασθεῖ στὸ παραμικρὸ ὁ ζῆλος του πρὸς τὶς ἱερὲς εἰκόνες.

Ἡ πρόρρησή του ἐπαληθεύθηκε. Ὁ Λέων ὁ Ε’ σφαγιάσθηκε, διαδέχθηκε δὲ αὐτὸν ὁ Μιχαὴλ ὁ Β’. Αὐτὸς σχεδίαζε νὰ συμβιβάσει τὰ ἀντίπαλα στρατόπεδα, δηλαδὴ τῶν φίλων τῆς μεταρρυθμίσεως καὶ τῶν ὑπερασπιστῶν τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπέτρεψε δὲ στοὺς διωχθέντες ἀπὸ τὸν Λέοντα τὸν Ε’, νὰ ἐπανέλθουν ἀπὸ τὴν ἐξορία τους. Ἐπανῆλθε τότε καὶ ὁ Ὅσιος Ἰωάννης. Ἀλλὰ οἱ ἀντίπαλοι τῶν εἰκόνων ἔπεισαν τὸν βασιλέα νὰ τοῦ ἐπιτρέψει διαμονὴ μόνο στὴ Χαλκηδόνα. Ἔτσι τοῦ ἀπαγορεύθηκε ἡ εἴσοδος στὴν Κωνσταντινούπολη.

Τὸν Μιχαὴλ διαδέχθηκε ὁ υἱὸς του Θεόφιλος, κατὰ τὸ 829 μ.Χ., θιασώτης καὶ αὐτὸς καὶ προστάτης τῆς μεταρρυθμίσεως καὶ ἐχθρὸς τῶν εἰκόνων. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, τὸ ἔτος 836 μ.Χ., θέλησε νὰ εἰσέλθει στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ μείνει κοντὰ στοὺς ὁμόφρονές του κληρικούς, στὴν περιοχὴ ἑνὸς ναοῦ. Ἀλλά, ὁ τότε Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Ζ’ ὁ Γραμματικὸς (836-842 μ.Χ.) δὲν τὸ ἐπέτρεψε καὶ ἐξόρισε τὸν Ὅσιο στὴ νῆσο Ἀφουσία. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, μετὰ ἀπὸ δυόμισι χρόνια, πιθανῶς τὸ ἔτος 839 μ.Χ., κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ἅγιος Ποπλίων ὁ Μάρτυρας

Σφαγεὶς Ποπλίων, αἷμα σὸν Χριστῷ χέεις,
'Ὃς ἠγοράσθης αἵματι Χριστοῦ πάλαι.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ποπλίων, τελειώθηκε διὰ μάχαιρας.

Ὁ Ὅσιος Εὐλόγιος ὁ λατόμος

Τὸν Εὐλόγιον, τὸν ξενιστὴν τῶν ξένων,
Θεοῦ ξενιστὴς Ἀβραὰμ ξενιζέτω.

Ο Άγιος Ευλόγιος έζησε στα μέρη της Θηβαΐδας της Αιγύπτου. Το επάγγελμα του ήταν λατόμος (πετροκόπος) και ονομάστηκε Ξενοδόχος, διότι σ' όλη του τη ζωή κύρια μέριμνα και απόλαυση είχε το να φιλοξενεί στο σπίτι του και να παρέχει κάθε βοήθεια στους πτωχούς και οδοιπόρους. Παρά τη βαριά και κοπιαστική εργασία του, το βράδυ, μόλις σχολούσε από τη δουλειά του, έτρεχε στην αγορά, κρατώντας φαναράκι το χειμώνα και αναζητούσε ξένους, για να τους δώσει στέγη και κάθε άλλη φιλοξενία. Αυτός μάλιστα κάποτε φιλοξένησε και τον Αββά Δανιήλ με τον υποτακτικό του, όταν αυτοί κατέβηκαν στην πόλη και έμειναν χωρίς ψωμί και στέγη. Ο Ευλόγιος έζησε πάνω από εκατό χρόνια, ευεργετώντας τους συνανθρώπους του και απεβίωσε ειρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Λολλίων ὁ Μάρτυρας ὁ Νέος

Κονίεται τὸ σῶμα, Μάρτυς Λολλίων,
Κόνιν φύρεσθαι τὴν ἀπ' αὐτοῦ δοὺς κόνιν.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Λολλίων, ὁ Νέος, τελειώθηκε συρόμενος κατὰ γῆς.

Άγιοι Συμεών ο Νέος Στυλίτης και Γεώργιος ο αδελφός του

Οἱ Ὅσιοι Συμεὼν ὁ νέος Στυλίτης καὶ Γεώργιος ὁ ἀδελφός του εἶναι ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη τοὺς ἀναφέρεται σὲ Κώδικα τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου ὑπάρχει καὶ ἡ Ἀκολουθία τους, ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος Ἐπίσκοπος Βρεσκίας

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου Θεοφίλου.

Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἐπίσκοπος Βλαντιμίρ

 
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου († 3 Μαΐου) ἔγινε ἡγούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἀπὸ τὴ νέα αὐτὴ θέση ἦταν πολὺ δραστήριος καὶ φρόντισε μὲ ἐπιμέλεια γιὰ τὴν κτηριακὴ ὁλοκλήρωση τῆς μονῆς. Παράλληλα ὅμως φρόντιζε καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ αὔξηση τῶν μοναχῶν. Ὅρισε νὰ τελεῖται καθημερινὰ στὴ μονή, ἡ Θεία Λειτουργία ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν μακαρίων κτιτόρων καὶ τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν, καθὼς καὶ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ζώντων ἀδελφῶν καὶ ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.

Ὁ ἐπίβουλος διάβολος ὅμως φθόνησε τὸν ἔνθεο ζῆλο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ ξεσήκωσε μερικοὺς ἀδελφοὺς ἐναντίον τοῦ Ἁγίου ἡγουμένου τους καὶ δημιούργησε ἔτσι μεγάλη ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα. Ὁ Ἅγιος ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν ἡγουμενία καὶ ἐκδιώχθηκε ἀναίτια ἀπὸ τὴ μονή. Ὡστόσο τὰ ὑπέμεινε ὅλα ἀγόγγυστα, χωρὶς παράπονο καὶ μνησικακία.

Ὁ Θεὸς ὅμως εὐλόγησε τόσο τὸν πιστὸ δοῦλο Του, ὥστε ὁ Ἅγιος Στέφανος ἀξιώθηκε νὰ χτίσει νέα μονὴ στὸ Κλόβ, μὲ πέτρινο ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ἡ ἀρετή του προσείλκυσε πολλὲς εὐσεβεῖς ψυχές, ποὺ ἦλθαν κοντά του καὶ δέχθηκαν ἀπὸ τὰ τίμια χέρια του τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴ Ρωσικὴ γῆ. Γι’ αὐτό, ὅταν τὸ ἔτος 1091 ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Βλαντιμὶρ κοιμήθηκε, ὁ Ἅγιος Στέφανος χειροτονήθηκε Ἀρχιερέας καὶ διάδοχός του στὸ Βλαντιμὶρ ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κιέβου Ἰωάννη.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος ποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1094.

Εγκαίνια του Ναού της Αγίας Ειρήνης «αρχαίας και νέας»
 
Η εορτή των εγκαινίων του ναού της Αγίας Ειρήνης, αναφέρεται στον Πατμιακό Κώδικα 266. Δεν έχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός.

http://www.synaxarion.gr/gr/m/4/d/27/sxsaintlist.aspx 
«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου